ΠΑΓΚΥΠΡΙΟΣ ΔΙΚΗΓΟΡΙΚΟΣ ΣΥΛΛΟΓΟΣ
|
(1993) 4 ΑΑΔ 2669
19 Νοεμβρίου, 1993
[ΧΑΤΖΗΤΣΑΓΓΑΡΗΣ, Δ/στής]
ANAΦOPIKA ME TO APΘPO 146 TOY ΣYNTAΓMATOΣ
ΕΥΣΤΑΘΙΟΣ ΗΛΙΑΔΗΣ,
Αιτητής,
v.
ΚΥΠΡΙΑΚΗΣ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑΣ, ΜΕΣΩ
ΕΠΙΤΡΟΠΗΣ ΕΚΠΑΙΔΕΥΤΙΚΗΣ ΥΠΗΡΕΣΙΑΣ,
Καθ' ων η αίτηση.
(Υπόθεση Αρ. 674/91)
Εκπαιδευτικοί Λειτουργοί — Προαγωγές — Προφορικές συνεντεύξεις — Διαφορετική κρίση της Ε.Ε.Υ αναφορικά με αυτές από την κρίση του Διευθυντή, δεν εξυπακούει ειδική αιτιολόγηση — Ο ρόλος του Διευθυντή είναι συμβουλευτικός.
Εκπαιδευτικοί Λειτουργοί — Προαγωγές — Αύξηση μονάδων — Εξουσία της Ε.Ε.Υ να αυξήσει κατά πέντε μονάδες τη βαθμολογία των υποψηφίων, βάσει της απόδοσης στις συνεντεύξεις και του περιεχομένου των φακέλων — Αλλαγή στη σειρά των καταλόγων δε συνιστά παρανομία.
Εκπαιδευτικοί Λειτουργοί — Κατάλογος Συμβουλευτικής Επιτροπής — Προσβάλλεται με ένσταση στην καθορισμένη προθεσμία — Δεν μπορεί να αμφισβητηθεί η αποτίμηση σε μονάδες, στο στάδιο προσφυγής για προαγωγές.
Ο αιτητής προσέβαλε με την προσφυγή του την απόφαση των καθ' ων η αίτηση, με την οποία προήχθη στη θέση Βοηθού Διευθυντή (Δομικά) Μέσης Τεχνικής Εκπαίδευσης, το ενδιαφερόμενο μέρος αντί του ιδίου.
Το Ανώτατο Δικαστήριο απορρίπτοντας την προσφυγή, αποφάσισε ότι:
1. Η διαφορετική κρίση της Ε.Ε.Υ. από εκείνη του Διευθυντή δεν εξυπακούει και ειδική αιτιολόγηση, εφόσον ο ρόλος του είναι απλά συμβουλευτικός.
2. Το Δικαστήριο δεν συμφωνεί με την θέση ότι η αύξηση μονάδων ήταν αναιτιολόγητη. Στο πρακτικό της Ε.Ε.Υ. ημερομηνίας 16.7.91, καταγράφονται τα στοιχεία που μελετήθηκαν τα οποία οδήγησαν στην αύξηση της βαθμολογίας. Η αιτιολογία συνάγεται από το περιεχόμενο των φακέλων και από τις εντυπώσεις κατά τις συνεντεύξεις οι οποίες καταγράφονται στο σχετικό πρακτικό.
3. Σύμφωνα με το Νόμο, η Ε.Ε.Υ. έχει εξουσία να προσδώσει μέχρι και 5 μονάδες στους υποψηφίους, βάσει της απόδοσης στις συνεντεύξεις και το περιεχόμενο των φακέλων.
Στην παρούσα περίπτωση, όπως φαίνεται από τα πρακτικά, η Ε.Ε.Υ. συστάθμισε όλα τα εκ του Νόμου στοιχεία, μεταξύ αυτών και τις συνεντεύξεις και ήτο μέσα στη διακριτική της εξουσία να αυξήσει τις μονάδες των υποψηφίων. Όπως νομολογήθηκε στην απόφαση Χαρά Γεναγρίτου v. Δημοκρατίας, την οποία εξέδωσε ο Δικαστής κ. Παπαδόπουλος:
"Το γεγονός ότι ενώ ορισμένοι υποψήφιοι επροηγούντο στους καταλόγους της Συμβουλευτικής άλλων υποψηφίων, μετά τις συνεντεύξεις έποντο, για το λόγο ότι η Επιτροπή έδωσε περισσότερες μονάδες σε άλλους υποψηφίους, δε συνιστά παρανομία εφόσον τέτοια εξουσία δίνεται στην Επιτροπή από το Νόμο".
4. Η Συμβουλευτική Επιτροπή, όπως φαίνεται από την έκθεσή της, διαπίστωσε ότι όλοι οι υποψήφιοι, μεταξύ αυτών και ο αιτητής και το ενδιαφερόμενο μέρος, κατείχαν τα απαιτούμενα προσόντα του Σχεδίου Υπηρεσίας. Η καλή γνώση μιας από τις επικρατέστερες ευρωπαϊκές γλώσσες συμπεριλαμβάνεται στα απαιτούμενα προσόντα του Σχεδίου Υπηρεσίας. Εξάλλου και η Ε.Ε.Υ. στη συνεδρία της ημερομηνίας 5.7.91, διαπίστωσε ότι "οι υποψήφιοι έχουν τα απαιτούμενα από τα σχέδια υπηρεσίας προσόντα (περιλαμβανομένης και της καλής γνώσης μιας από τις επικρατέστερες ευρωπαϊκές γλώσσες)". Εν πάση περιπτώσει κρίνεται, και με βάση το γεγονός ότι ο βαθμός κατοχής του προσόντος αυτού ("καλή" γνώση) δεν είναι υψηλός, ότι η έρευνα που διενεργήθηκε ήτο η δέουσα και δεν έχει τεθεί οτιδήποτε ενώπιον του Δικαστηρίου, που να δημιουργεί αμφιβολία.
5. Αναφορικά με τον ισχυρισμό του δικηγόρου του αιτητή, ότι η έκθεση του αιτητή για το έτος 1981/82 έγινε αντίθετα με τον Καν. 17(1) των περί Εκπαιδευτικών Λειτουργών (Επιθεώρησις και Αξιολόγησης) Κανονισμών (Κ.Δ.Π. 223/76) και άρα πρέπει να κριθεί ανύπαρκτος, ο αιτητής δεν υπέβαλε ένσταση για τον καταρτισμό καταλόγου από τη Συμβουλευτική Επιτροπή, σύμφωνα με το Άρθρο 35Β(7) των περί Εκπαιδευτικής Υπηρεσίας Νόμων 1969-1991 και κωλύεται να αμφισβητήσει στο παρόν στάδιο την αποτίμηση σε μονάδες, στην οποία προέβη η Συμβουλευτική Επιτροπή.
H προσφυγή απορρίπτεται χωρίς έξοδα.
Αναφερόμενες υποθέσεις:
Χατζηαριστείδης v. E.E.Y. (1992) 4 Α.Α.Δ. 4668,
Ιορδάνου και Άλλες v. Δημοκρατίας (1990) 3 Α.Α.Δ. 4515,
Γεναγρίτου v. Δημοκρατίας (1992) 4 Α.Α.Δ. 2346,
Μεταξά και Άλλη v. Δημοκρατίας (1992) 4 Α.Α.Δ. 4055.
Προσφυγή.
Προσφυγή εναντίον της απόφασης των καθ' ων η αίτηση με τη οποία προάχθηκε το ενδιαφερόμενο μέρος στη θέση Βοηθού Διευθυντή (Δομικά) Μέσης Τεχνικής Εκπαιδευτικής αντί και/ή του αιτητή.
Α. Σ. Αγγελίδης, για τον Αιτητή.
Ρ. Παπαέτη, Δικηγόρος της Δημοκρατίας, για τους Καθ' ων η αίτηση.
Ι. Ιωαννίδης για Γ. Αγαπίου, για το Ενδιαφερόμενο Mέρος Α. Κλεάνθους.
Cur. adv. vult.
XATZHTΣAΓΓAPHΣ, Δ.: Η αιτούμενη θεραπεία στην αίτηση αυτή είναι η ακόλουθη:
"Δήλωση του Δικαστηρίου ότι η πράξη και/ή απόφαση του καθ' ου η αίτηση με την οποίαν προήγαγεν τον Αναστάση Κλεάνθους στη θέση Βοηθού Διευθυντή (Δομικά) Μέσης Τεχνικής Εκπαίδευσης αντί και/ή στη θέση του αιτητή είναι άκυρη, παράνομη και στερημένη οποιουδήποτε έννομου αποτελέσματος."
Η θέση είναι πρώτου διορισμού και προαγωγής. Σύμφωνα με το άρθρο 35Β(1) των Περί Δημοσίας Εκπαιδευτικής Υπηρεσίας Νόμων 1969 έως 1991, κατάλογος των αιτητών με τις αιτήσεις και οι φάκελοι των υπηρεσιακών εκθέσεων των αιτητών διαβιβάστηκαν στο Γενικό Επιθεωρητή Τεχνικής Εκπαίδευσης ως Προέδρου της Συμβουλευτικής Επιτροπής.
Ο Γενικός Επιθεωρητής με επιστολή του ημερομηνίας 6.6.91 διαβίβασε στον Πρόεδρο της Επιτροπής Εκπαιδευτικής Υπηρεσίας (που στη συνέχεια θα αναφέρεται ως Ε.Ε.Υ.) την έκθεση της Συμβουλευτικής Επιτροπής. Σύμφωνα με τον κατάλογο των προτεινομένων για προαγωγή, ο οποίος περιλάμβανε μόνο 3 υποψηφίους από τους 11 υποψηφίους, ο αιτητής ήταν πρώτος στη σειρά με σύνολο μονάδων 196.8 και δεύτερος το ενδιαφερόμενο μέρος με σύνολο μονάδων 195.4. Η Συμβουλευτική Επιτροπή σύμφωνα με την έκθεσή της κατέληξε στα πιο πάνω αφού έκαμε την αριθμητική αποτίμηση της αρχαιότητας, της αξίας και των προσόντων των υποψηφίων και αφού κατέληξε ότι κανένας από τους άλλους υποψηφίους δεν είχε τα απαιτούμενα προσόντα.
Στις 5.7.91 η Ε.Ε.Υ. επελήφθηκε των ενστάσεων που υποβλήθηκαν εκ μέρους των υποψηφίων σύμφωνα με το εδάφιο (8) του άρθρου 35Β του Νόμου. Ένσταση υπέβαλε και το ενδιαφερόμενο μέρος σε σχέση με την περίληψη του αιτητή στον κατάλογο. Η Ε.Ε.Υ. αποφάσισε τα ακόλουθα:
"(α) Ο κος Ηλιάδης έχει τα απαιτούμενα από τα σχέδια υπηρεσίας προσόντα,
(β) ορθά και σύμφωνα με το Νόμο έχουν υπολογιστεί οι μονάδες του κου Ηλιάδη
...................................................................................................
(γ) η απόσπαση του κου Ηλιάδη ήταν μερική και όχι πλήρης,
(δ) δεν τεκμηριώνεται ο ισχυρισμός ότι η βαθμολογία του ήταν "αυθαίρετη και μεροληπτική" και η Επιτροπή δε διαπιστώνει οποιαδήποτε παράβαση των Κανονισμών για την αξιολόγηση και επιθεώρηση των εκπαιδευτικών."
Στη συνέχεια η Ε.Ε.Υ. κατάρτισε τον τελικό κατάλογο με 3 υποψηφίους συμπεριλαμβάνοντας πρώτο τον αιτητή με σύνολο μονάδων 196.80 και δεύτερο το ενδιαφερόμενο μέρος με σύνολο μονάδων 195.40. Προηγουμένως μελέτησε τους προσωπικούς φακέλους και τους φακέλους υπηρεσιακών εκθέσεων των υποψηφίων και διαπίστωσε ότι οι υποψήφιοι έχουν τα απαιτούμενα από το σχέδιο υπηρεσίας προσόντα, περιλαμβανομένης και της καλής γνώσης μιας από τις επικρατέστερες ευρωπαϊκές γλώσσες.
Στις 11.7.91 η Ε.Ε.Υ. δέκτηκε σε προσωπική συνέντευξη τους 3 υποψηφίους. Μετά τις συνεντεύξεις ο Γενικός Επιθεωρητής Τεχνικής Εκπαίδευσης αξιολόγησε τους υποψηφίους ως εξής:
Ηλιάδης Ευστάθιος Πολύ Καλός
Κλεάνθους Αναστάσης Πολύ Καλός
Η Ε.Ε.Υ. αξιολόγησε την απόδοση των υποψηφίων στις συνεντεύξεις στη συνεδρία της ημερομηνίας 16.7.91 ως εξής:
Ηλιάδης Ευστάθιος Καλός
Κλεάνθους Αναστάσης Εξαίρετος
Ακολούθως, η Επιτροπή αφού μελέτησε και έλαβε υπόψη τους προσωπικούς φακέλους και τους φακέλους υπηρεσιακών εκθέσεων των υποψηφίων καθώς και την εντύπωση που αποκόμισε κατά τις προσωπικές συνεντεύξεις αποφάσισε σύμφωνα με το άρθρο 35Β(10)(β) του Νόμου να αυξήσει τις μονάδες του αιτητή και του ενδιαφερομένου μέρους ως εξής:
Ηλιάδης Ευστάθιος 199.80
Κλεάνθους Αναστάσης 200.20
Η διαδικασία κατέληξε με την προαγωγή στην επίδικη θέση του ενδιαφερομένου μέρους ο οποίος συγκέντρωσε τις περισσότερες συνολικά μονάδες τόσο από τον αιτητή όσο και από τον τρίτο υποψήφιο.
Ο κύριος νομικός ισχυρισμός που προβάλλεται εκ μέρους του αιτητή είναι ότι η Ε.Ε.Υ. απέκλινε από την αξιολόγηση του Γενικού Επιθεωρητή αναφορικά με τις συνεντεύξεις των υποψηφίων χωρίς να δώσει οποιαδήποτε αιτιολογία.
Το άρθρο 35Β(10) του Νόμου προνοεί τα ακόλουθα:
"Μετά το τέλος των προσωπικών συνεντεύξεων η Επιτροπή προβαίνει στην επιλογή των καλύτερων υποψηφίων από τους υποψηφίους οι οποίοι περιέχονται στους τελικούς καταλόγους, λαμβάνοντας υπόψη τα ακόλουθα:
(α) .................................................................................................
(β) στις περιπτώσεις υποψηφίων οι οποίοι περιέχονται στον κατάλογο ο οποίος καταρτίζεται σύμφωνα με το εδάφιο (4) τις μονάδες που έχει κάθε υποψήφιος στον κατάλογο τις οποίες η Επιτροπή μπορεί να αυξήσει μέχρι 5, με αιτιολογημένη απόφασή της η οποία θα στηρίζεται στην εντύπωση που αποκόμισε από τις προσωπικές συνεντεύξεις και στο περιεχόμενο των Προσωπικών Φακέλων και των Φακέλων των Υπηρεσιακών Εκθέσεων."
Σύμφωνα με τη νομολογία, όπως έχει διαμορφωθεί, η διαφορετική κρίση της Ε.Ε.Υ. από εκείνη του Διευθυντή δεν εξυπακούει και ειδική αιτιολόγηση, εφόσον ο ρόλος του είναι απλά συμβουλευτικός.
Παραθέτω σχετικό απόσπασμα από την υπόθεση Νίκου Χ"Αριστείδη v. Ε.Ε.Υ. (1992) 4 Α.Α.Δ. 4668, την οποία εξέδωσε ο Δικαστής κ. Κωνσταντινίδης:
".... Το ειδικό θέμα της παρουσίας του Διευθυντή στις συνεντεύξεις, της διατύπωσης κρίσης απ' αυτόν και της σημασίας που μπορεί να έχει η κρίση του, εξετάστηκε από την Ολομέλεια του Ανωτάτου Δικαστηρίου στις υποθέσεις Αλίκη Λιμνάτου και Άλλες v. Δημοκρατίας (1990) 3 Α.Α.Δ. 4057 και Χαρά Γεναγρίτου και Άλλοι v. Δημοκρατίας (1992) 4 Α.Α.Δ. 2346. Η παρουσία του Διευθυντή στις συνεντεύξεις δεν είναι υποχρεωτική. Επαφίεται στη διακριτική ευχέρεια της Ε.Ε.Υ. Η κρίση του ως προς την απόδοση των υποψηφίων δεν περιλαμβάνεται μεταξύ των στοιχείων που η Ε.Ε.Υ. οφείλει να συσταθμίσει. Σημασία έχει μόνο η δική της κρίση. Η διαφορετική κρίση του Διευθυντή δεν τη δεσμεύει ούτε δημιουργεί υποχρέωση αιτιολόγησης της απόκλισης από αυτή."
Είναι επιπλέον ισχυρισμός του αιτητή ότι η Ε.Ε.Υ. δεν έδωσε αιτιολογία για τους λόγους που την οδήγησαν στην αύξηση των μονάδων των υποψηφίων, σ'αντίθεση με τις ρητές πρόνοιες του άρθρου 35(β)(10) του Νόμου.
Δε συμφωνώ με την πιο πάνω θέση. Στο πρακτικό της Ε.Ε.Υ. ημερομηνίας 16.7.91 καταγράφονται τα στοιχεία που μελετήθηκαν τα οποία οδήγησαν στην αύξηση της βαθμολογίας. Η αιτιολογία συνάγεται από το περιεχόμενο των φακέλων και από τις εντυπώσεις κατά τις συνεντεύξεις οι οποίες καταγράφονται στο σχετικό πρακτικό. (Βλ. σχετικά Ιορδάνου και Άλλες v. Δημοκρατίας, (1990) 3 Α.Α.Δ. 4515.)
Ο δικηγόρος του αιτητή με επιχειρηματολογία του πρόβαλε ότι οι συνεντεύξεις προσέλαβαν υπέρμετρη σημασία στην προκειμένη περίπτωση και ότι με βάση αυτές και μόνο δόθηκε το προβάδισμα στο ενδιαφερόμενο μέρος.
Σύμφωνα με το νόμο, η Ε.Ε.Υ. έχει εξουσία να προσδώσει μέχρι και 5 μονάδες στους υποψηφίους βάσει της απόδοσης στις συνεντεύξεις και το περιεχόμενο των φακέλων.
Στην παρούσα περίπτωση, όπως φαίνεται από τα πρακτικά, η Ε.Ε.Υ. συστάθμισε όλα τα εκ του Νόμου στοιχεία, μεταξύ αυτών και τις συνεντεύξεις και ήτο μέσα στη διακριτική της εξουσία να αυξήσει τις μονάδες των υποψηφίων. Όπως νομολογήθηκε στην απόφαση Χαρά Γεναγρίτου v. Δημοκρατίας (1992) 4 Α.Α.Δ. 2346, την οποία εξέδωσε ο Δικαστής κ. Παπαδόπουλος):
"Το γεγονός ότι ενώ ορισμένοι υποψήφιοι επροηγούντο στους καταλόγους της Συμβουλευτικής αλλων υποψηφίων, μετά τις συνεντεύξεις έποντο, για το λόγο ότι η Επιτροπή έδωσε περισσότερες μονάδες σε άλλους υποψηφίους, δε συνιστά παρανομία εφόσον τέτοια εξουσία δίνεται στην Επιτροπή από το νόμο."
Είναι επίσης θέση του αιτητή ότι η Ε.Ε.Υ. παρέλειψε να διεξάγει τη δέουσα έρευνα αναφορικά με την κατοχή καλής γνώσης μιας από τις επικρατέστερες ευρωπαϊκές γλώσσες, σύμφωνα με τα απαιτούμενα προσόντα του Σχεδίου Υπηρεσίας.
Η Συμβουλευτική Επιτροπή, όπως φαίνεται από την έκθεσή της, διαπίστωσε ότι όλοι οι υποψήφιοι, μεταξύ αυτών και ο αιτητής και το ενδιαφερόμενο μέρος, κατείχαν τα απαιτούμενα προσόντα του Σχεδίου Υπηρεσίας. Η καλή γνώση μιας από τις επικρατέστερες ευρωπαϊκές γλώσσες συμπεριλαμβάνεται στα απαιτούμενα προσόντα του Σχεδίου Υπηρεσίας. Εξάλλου και η Ε.Ε.Υ. στη συνεδρία της ημερομηνίας 5.7.91 διαπίστωσε ότι "οι υποψήφιοι έχουν τα απαιτούμενα από τα σχέδια υπηρεσίας προσόντα (περιλαμβανομένης και της καλής γνώσης μιας από τις επικρατέστερες ευρωπαϊκές γλώσσες)". Εν πάση περιπτώσει κρίνω, και με βάση το γεγονός ότι ο βαθμός κατοχής του προσόντος αυτού ("καλή" γνώση) δεν είναι υψηλός, ότι η έρευνα που διενεργήθηκε ήτο η δέουσα και δεν έχει τεθεί οτιδήποτε ενώπιον του Δικαστηρίου που να δημιουργεί αμφιβολία.
Τέλος, ο δικηγόρος του αιτητή προβάλλει ότι η έκθεση του αιτητή για το έτος 1981/82 έγινε αντίθετα με τον Καν. 17(1) της Κ.Δ.Π. 223/76 και άρα πρέπει να κριθεί ανύπαρκτος. Συγκεκριμένα, αναφέρει ότι με την εξαφάνιση της έκθεσης αυτής οι μονάδες του αιτητή στον πίνακα της Συμβουλευτικής Επιτροπής αλλοιώνονται σε 197.45 οπόταν με τις 3 μονάδες που πρόσδωσε η Ε.Ε.Υ. στον αιτητή μετά τις συνεντεύξεις, οι μονάδες του αιτητή θα είναι περισσότερες από αυτές του ενδιαφερομένου μέρους.
Ο ισχυρισμός αυτός είναι κατά τη γνώμη μου αβάσιμος. Ο αιτητής δεν υπέβαλε ένσταση για τον καταρτισμό καταλόγου από τη Συμβουλευτική Επιτροπή, σύμφωνα με το άρθρο 35Β(7) του Νόμου, και κατά τη γνώμη μου κωλύεται να αμφισβητήσει στο παρόν στάδιο την αποτίμηση σε μονάδες στην οποία προέβη η Συμβουλευτική Επιτροπή. (Βλ. Μεταξά και Άλλη v. Δημοκρατίας (1992) 4 Α.Α.Δ. 4055.)
Με βάση τα πιο πάνω καταλήγω ότι η επίδικη απόφαση ήτο εύλογα επιτρεπτή υπό τις περιστάσεις.
Η προσφυγή απορρίπτεται.
Δεν εκδίδεται καμιά διαταγή για τα έξοδα.
H προσφυγή απορρίπτεται χωρίς έξοδα.