ΠΑΓΚΥΠΡΙΟΣ ΔΙΚΗΓΟΡΙΚΟΣ ΣΥΛΛΟΓΟΣ

Έρευνα - Κατάλογος Αποφάσεων - Εμφάνιση Αναφορών (Noteup on) - Αφαίρεση Υπογραμμίσεων


public Σταματίου, Κατερίνα Ψαρά-Μιλτιάδου, Τάσια Μαλαχτός, Χάρης Δημητριάδου-Ανδρέου, Λένα Σάντης, Νικόλας Α. Κωνσταντίνου, για την Εφεσείουσα. Ζ. Κυριακίδου (κα), Δικηγόρος της Δημοκρατίας, εκ μέρους του Γενικού Εισαγγελέα, για την Εφεσίβλητη. CY AD Κύπρος Ανώτατο Δικαστήριο 2021-10-19 el Τμήμα Νομικών Εκδόσεων, Ανώτατο Δικαστήριο ΙΩΑΝΝΟΥ v. ΚΥΠΡΙΑΚΗΣ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑΣ ΜΕΣΩ, ΕΠΙΤΡΟΠΗΣ ΔΗΜΟΣΙΑΣ ΥΠΗΡΕΣΙΑΣ, Αναθεωρητική Έφεση Αρ. 30/2015, 19/10/2021 Δικαστική Απόφαση

ECLI:CY:AD:2021:C472

ΑΝΩΤΑΤΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ ΚΥΠΡΟΥ

ΔΕΥΤΕΡΟΒΑΘΜΙΑ ΔΙΚΑΙΟΔΟΣΙΑ

 

 

(Αναθεωρητική Έφεση Αρ. 30/2015)

 

 

19 Οκτωβρίου, 2021

 

 

[ΣΤΑΜΑΤΙΟΥ, ΨΑΡΑ-ΜΙΛΤΙΑΔΟΥ, ΜΑΛΑΧΤΟΣ,

ΔΗΜΗΤΡΙΑΔΟΥ-ΑΝΔΡΕΟΥ, ΣΑΝΤΗΣ, Δ/στές]

 

 

 

 

XXX XXX - ΙΩΑΝΝΟΥ

 

Εφεσείουσα/Αιτήτρια,

 

ν.

 

 

ΚΥΠΡΙΑΚΗΣ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑΣ ΜΕΣΩ,

ΕΠΙΤΡΟΠΗΣ ΔΗΜΟΣΙΑΣ ΥΠΗΡΕΣΙΑΣ

 

Εφεσίβλητης/Καθ'ης η Αίτηση.

 

 

 

 

 

Α. Κωνσταντίνου, για την Εφεσείουσα.

 

Ζ. Κυριακίδου (κα), Δικηγόρος της Δημοκρατίας, εκ μέρους του Γενικού Εισαγγελέα, για την Εφεσίβλητη.

 

Καμία εμφάνιση για Ενδιαφερόμενο Μέρος 1.

 

Αρ. Γεωργίου, για Ενδιαφερόμενο Μέρος 2.

 

 

 

ΣΤΑΜΑΤΙΟΥ, Δ.: Η απόφαση είναι ομόφωνη, θα απαγγελθεί από τη Δικαστή Δημητριάδου-Ανδρέου.

 

 

 

Α Π Ο Φ Α Σ Η

 

ΔΗΜΗΤΡΙΑΔΟΥ-ΑΝΔΡΕΟΥ, Δ.: Η Έφεση στρέφεται εναντίον της Απόφασης του Πρωτόδικου Δικαστηρίου, με την οποία απερρίφθη η προσφυγή της Εφεσείουσας με αρ. 2039/2012, δια της οποίας προσέβαλε την Απόφαση της Επιτροπής Δημόσιας Υπηρεσίας (εφεξής Ε.Δ.Υ.) να προάξει τα δύο Ενδιαφερόμενα Μέρη στη μόνιμη θέση του Βοηθού Γραφείου Α΄, αντί της Εφεσείουσας, από 15/12/2009.

 

Η Εφεσείουσα με την παρούσα Έφεση προέβαλε δύο Λόγους Έφεσης που αφορούν την ορθότητα της εκκαλούμενης Απόφασης.

 

Προτού αναφερθούμε στους Λόγους Έφεσης κρίνουμε αναγκαία την αναδρομή στο ιστορικό της υπόθεσης για καλύτερη αντίληψη των γεγονότων που αφορούν στην παρούσα υπόθεση.

 

Στις 22/1/2010 η Ε.Δ.Υ., κατόπιν σύστασης της Διευθύντριας του Γραφείου Τύπου και Πληροφοριών, προήγαγε τα δύο Ενδιαφερόμενα Μέρη στη μόνιμη θέση Βοηθού Γραφείου Α΄ στο Γραφείο Τύπου και Πληροφοριών, από τις 15/12/2009. Η εν λόγω προαγωγή προσεβλήθη από την Εφεσείουσα με την Προσφυγή της υπ' αρ. 165/2010 στην οποία εξασφάλισε, στις 18/5/2012, ακυρωτικό αποτέλεσμα. Το Ανώτατο Δικαστήριο στο πλαίσιο της πιο πάνω Προσφυγής, ασχολήθηκε με δύο από τους λόγους ακύρωσης που είχαν προβληθεί και που αφορούσαν στη μη αξιολόγηση των πρόσθετων προσόντων της Εφεσείουσας, σε συνάρτηση με την κατ' ισχυρισμό εσφαλμένη και πάσχουσα σύσταση της Διευθύντριας αναφορικά με το πιο πάνω θέμα. Το Δικαστήριο έκρινε ότι η τότε σύσταση της Διευθύντριας, ότι τα δύο Ενδιαφερόμενα Μέρη δεν υστερούσαν σε προσόντα έναντι των υπόλοιπων υποψηφίων, αποτελούσε ισοπέδωση των συστηθέντων υποψηφίων με την ίδια ως προς τα κατεχόμενα προσόντα, εφόσον από τον Προσωπικό της Φάκελο προέκυπτε ότι αυτή κατείχε αριθμό πρόσθετων προσόντων για τα οποία, ωστόσο, ουδεμία αναφορά δεν είχε γίνει, ούτε από τη Διευθύντρια, αλλά και ούτε στη συνέχεια από την Ε.Δ.Υ. Το Δικαστήριο επικαλούμενο την πάγια νομολογία επεσήμανε ότι θα έπρεπε, κατ' αρχάς, να καθοριστεί η σχετικότητα των προσόντων με τα καθήκοντα της θέσης και να κριθεί κατά πόσο αυτά ήταν ή όχι συναφή με τα καθήκοντα και, σε περίπτωση που αυτά κρίνονταν σχετικά, να εξεταστεί στη συνέχεια η βαρύτητα που θα απέδιδε σε αυτά το διοικητικό όργανο. Σύμφωνα με την Απόφαση του Δικαστηρίου, αυτή η λανθασμένη αντιμετώπιση των προσόντων της Εφεσείουσας από τη Διευθύντρια και κατ' επέκταση την Ε.Δ.Υ., αποτέλεσε το πρόβλημα εφόσον απεδόθη στα δύο Ενδιαφερόμενα Μέρη έμφαση στην αρχαιότητά τους, που οφείλετο στην ηλικία, ώστε να προαχθούν, κατά λανθασμένη, όμως, στάθμιση του κριτηρίου της αρχαιότητας με εκείνη των προσόντων.

 

Κατά την επανεξέταση που ακολούθησε της πιο πάνω αναφερόμενης ακυρωτικής Απόφασης, κλήθηκε η Διευθύντρια να υποβάλει εκ νέου τις συστάσεις της υπό το φως του περιεχομένου της εν λόγω Απόφασης. Η Διευθύντρια, αφού αναφέρθηκε στο ότι όλοι οι υποψήφιοι ήσαν ίσοι σε αξία, έχοντας καθόλα εξαίρετες υπηρεσιακές εκθέσεις στη διάρκεια των πέντε προηγούμενων ετών, ανέφερε και τα ακόλουθα:

 

″Όσον αφορά στα προσόντα και στην υποχρέωσή μου να τα σχολιάσω, σύμφωνα με την απόφαση του Ανώτατου Δικαστηρίου στην Προσφυγή με αρ. 165/2010, παρατηρώ ότι η υποψήφια Ιωάννου (xxx) xxx, Αιτήτρια στην εν λόγω Προσφυγή, παρακολούθησε μαθήματα στο English Tutorial Centre για ένα έτος και πως τόσο αυτή όσο και ορισμένοι άλλοι υποψήφιοι παρακολούθησαν διάφορα προγράμματα, τα οποία όμως, είναι, στο σύνολό τους, βασικού επιπέδου και, επομένως, δεν μπόρεσα να αποδώσω σε αυτά βαρύτητα.

 

Όσον αφορά στην αρχαιότητα, οι συστηνόμενοι προηγούνται όλων, λόγω ημερομηνίας γέννησης, η οποία αποκτά ιδιαίτερη βαρύτητα, δεδομένων των πιο πάνω. ″

 

 

Η Ε.Δ.Υ. ακολούθησε τη σύσταση της Διευθύντριας για την προαγωγή των δύο Ενδιαφερόμενων Μερών, κρίνοντας ότι αυτοί ήσαν ίσοι σε αξία με την Εφεσείουσα, προηγούνταν σε αρχαιότητα - έστω και συμβολική εφόσον αυτή ανάγετο στην ημερομηνία γέννησης - και διέθεταν υπέρ τους τη σύσταση της Διευθύντριας.

 

Σε ό,τι αφορά τα προσόντα η Ε.Δ.Υ. ανέφερε τα εξής:

 

″Τέλος, όσον αφορά στα προσόντα, η Επιτροπή δεν παρέλειψε να λάβει υπόψη ότι η Ιωάννου (xxx) xxx παρακολούθησε μαθήματα διάρκειας ενός έτους στο English Tutorial Centre, κατά τα οποία φαίνεται ότι παρακάθισε και πέτυχε σε εξετάσεις στη Στενογραφία και στην Ελληνική και Αγγλική Δακτυλογραφία και πως τόσο αυτή όσο και ορισμένοι άλλοι υποψήφιοι παρακολούθησαν διάφορα εκπαιδευτικά προγράμματα, ελάχιστης διάρκειας. Τα προσόντα αυτά, όμως, στο σύνολό τους, είναι βασικού επιπέδου και, επομένως, η Επιτροπή δεν μπόρεσε να αποδώσει σε αυτά βαρύτητα για σκοπούς προαγωγής.″

 

 

Με το Λόγο Έφεσης 1 προβάλλεται ότι εσφαλμένα και πεπλανημένα το Πρωτόδικο Δικαστήριο, απορρίπτοντας το λόγο ακύρωσης που είχε εγείρει η Εφεσείουσα, ήτοι ότι η Ε.Δ.Υ. παραβίασε το δεδικασμένο και δεν αξιολόγησε, ούτε καθόρισε, αν τα προσόντα της ήταν σχετικά ή όχι με τα καθήκοντα της θέσης, έκρινε ότι η Ε.Δ.Υ. τήρησε το δεδικασμένο.

 

Με το Λόγο Έφεσης 2 προβάλλεται ότι το Πρωτόδικο Δικαστήριο εσφαλμένα απέρριψε το λόγο ακύρωσης που είχε εγείρει η Εφεσείουσα αναφορικά με τη σύσταση της Διευθύντριας, ήτοι ότι αυτή έπασχε σε σχέση με τα προσόντα της Εφεσείουσας και ότι η εν λόγω σύσταση συγκρούετο με τα στοιχεία των φακέλων.

 

Αμφότεροι οι Λόγοι Έφεσης συμπλέκονται και, επομένως, θα εξεταστούν μαζί.

 

Όπως ορθά επισημάνθηκε από το Πρωτόδικο Δικαστήριο, «το ουσιώδες ερώτημα που προκύπτει τελικώς προς επίλυση είναι κατά πόσο υπήρξε παραβίαση του δεδικασμένου ή η Διευθύντρια και μετέπειτα η ΕΔΥ, ενήργησαν με γνώμονα και στη βάση του ακυρωτικού αποτελέσματος».

 

Ως προς το εύρος εξέτασης σε περίπτωση ακυρωτικής Απόφασης και τη διαδικασία επανεξέτασης, σχετικά είναι τα όσα αναφέρθηκαν στην υπόθεση Μιχαήλ ν. Πίλλα, Αναθεωρητική Έφεση αρ. 51/2011, ημερ. 22/12/2016, ECLI:CY:AD:2016:C573:

 

Σύμφωνα με τη νομολογία, η διοίκηση έχει υποχρέωση να συμμορφώνεται με τα αποφασισθέντα από την ακυρωτική απόφαση και να μην επαναλαμβάνει τη νομική πλημμέλεια της ακυρωθείσας πράξης - (βλ. Δημοκρατία ν. Υψαρίδη & άλλου (Αρ. 1) (1993) 3 Α.Α.Δ. 280 και Βασιλείου ν. Δημοκρατίας (1999) 3 Α.Α.Δ. 517). Το ακυρωτικό δεδικασμένο καλύπτει μόνο όσα σημεία κρίνονται από το δικαστήριο, δηλαδή το λόγο για τον οποίο η πράξη ακυρώνεται. Η διοίκηση είναι δεσμευμένη σε σχέση με τα αποφασισθέντα και δεν μπορεί να επαναλάβει ό,τι έχει, ήδη, κριθεί ως νομικά πλημμελές.

 

Η διαδικασία της επανεξέτασης απολήγει σε νέα διοικητική απόφαση και το διοικητικό όργανο δεσμεύεται να συμμορφωθεί με το δεδικασμένο της ακυρωτικής απόφασης, ενώ στα υπόλοιπα σημεία του υπό συζήτηση θέματος διατηρεί ελεύθερη κρίση (Αργυρού ν. Δημοκρατίας (2001)                 3 Α.Α.Δ. 639, Χατζηλουκά ν. Δημοκρατίας (2001) 3 Α.Α.Δ. 643 και Κ.Ο.Α. ν. Σάββα (2001) 3 Α.Α.Δ. 1110).

 

 

Όπως και πρωτόδικα, έτσι και στο πλαίσιο ανάπτυξης του Λόγου Έφεσης 1, η Εφεσείουσα παραπονείται για το λανθασμένο τρόπο και, κατά παράβαση μάλιστα του δεδικασμένου, με τον οποίο τόσο η Διευθύντρια, όσο και η ΕΔΥ, αναφέρθηκαν στα πρόσθετα προσόντα της Εφεσείουσας και αν αυτά ήταν ή όχι σχετικά με τα καθήκοντα της θέσης. Ενώ το ακυρωτικό Δικαστήριο είχε καταγράψει στην Απόφαση του επτά πρόσθετα μη απαιτούμενα προσόντα, τόσο η Διευθύντρια, όσο και η ΕΔΥ, αναφέρθηκαν μόνο στις γραμματειακές σπουδές της Εφεσείουσας στο English Tutorial Centre και σε διάφορα προγράμματα, παραλείποντας, όπως είναι η σχετική εισήγηση, να αναφερθούν στα υπόλοιπα, ενώ δεν αξιολογήθηκαν ως προς τη σχετικότητα τους, ώστε στη συνέχεια να τους αποδοθεί η αρμόζουσα βαρύτητα.

 

Προβάλλεται, επίσης, από την Εφεσείουσα στο πλαίσιο του Λόγου Έφεσης 2 ότι η σύσταση της Διευθύντριας έπασχε και για το λόγο ότι αυτή συγκρούετο με τα στοιχεία των φακέλων και ήταν πεπλανημένη ως προς τα προσόντα και την αρχαιότητα.

 

Ήταν, συναφώς, η θέση της Εφεσείουσας ότι η Διευθύντρια πεπλανημένα έδωσε αποφασιστική σημασία στην ηλικιακή αρχαιότητα των Ενδιαφερόμενων Μερών, ενώ για να δικαιούται να δώσει τέτοια σημασία στην αρχαιότητα έπρεπε στα άλλα δύο κριτήρια αξιολόγησης (αξία και προσόντα) οι διάδικοι να ισοβαθμούσαν, κάτι που δεν υφίστατο εφόσον η Εφεσείουσα υπερείχε στα προσόντα.

 

Κρίνεται σκόπιμο, στο σημείο αυτό, να αναφερθούμε στο Σχέδιο Υπηρεσίας της επίδικης θέσης, το οποίο είχε κατατεθεί ως Παράρτημα 5 στην Ένσταση που καταχωρήθηκε στο πλαίσιο της πρωτόδικης διαδικασίας και τα απαιτούμενα, με βάση αυτό προσόντα, καθώς και στα προσόντα τόσο της Εφεσείουσας, όσο και των Ενδιαφερόμενων Μερών, όπως αυτά παρατέθηκαν στο πλαίσιο της ακυρωτικής Απόφασης.

 

Ως απαιτούμενα προσόντα διαλαμβάνοντο η δεκαεξαετής τουλάχιστον υπηρεσία στη θέση Βοηθού Γραφείου, από την οποία 4 τουλάχιστον χρόνια στην Κλίμακα Α5, καθώς και η ακεραιότητα χαρακτήρα, υπευθυνότητα, πρωτοβουλία και ευθυκρισία.

 

Η Εφεσείουσα κατέχει τα ακόλουθα προσόντα:

 

·        Επιτυχία στις εξετάσεις για τις Γενικές Διατάξεις.

 

·        Πιστοποιητικό Pitman's Examination Institute, Typing - Elementary.

 

·        Επιτυχία στις εξετάσεις του Υπουργείου Παιδείας στην Ελληνική Δακτυλογραφία.

 

·        Επιτυχία στις εξετάσεις του Υπουργείου Παιδείας στην Ελληνική Στενογραφία.

 

·        Επιτυχία στις εξετάσεις Αγγλικής Δακτυλογραφίας LCC.

 

·        Γραμματειακές σπουδές ενός έτους (1977-1978) στο English Tutorial Centre.

 

·        Παρακολούθηση Προγράμματος Κέντρου Παραγωγικότητας Κύπρου στην Ηλεκτρονική Επεξεργασία Κειμένου.

 

 

Το Ενδιαφερόμενο Μέρος xxx Κωνσταντίνου έχει πέραν της επιτυχίας στις εξετάσεις για τις Γενικές Διατάξεις και Πιστοποιητικό Σπουδών της Σχολής Λογιστών Κύπρου (Intermediate). Όσον δε αφορά το Ενδιαφερόμενο Μέρος xxx Κτωρίδης έχει και αυτό επίσης πετύχει στις εξετάσεις για τις Γενικές Διατάξεις.

 

Εν πρώτοις, είναι ορθή η επισήμανση του Πρωτόδικου Δικαστηρίου ότι, ενώ κατά την πρώτη Απόφαση της ΕΔΥ, η οποία και ακυρώθηκε στο πλαίσιο της Προσφυγής υπ' αρ. 165/2010, η Διευθύντρια απλώς γενίκευσε το θέμα των προσόντων αναφέροντας ότι οι υπό αυτής συστηθέντες δεν υστερούσαν σε προσόντα έναντι των υπολοίπων υποψηφίων, στη σύσταση που υπέβαλε εκ νέου κατά την επανεξέταση προέβη σε ειδική μνεία στα προσόντα της Εφεσείουσας. Η αναφορά της Διευθύντριας δε στην «υποχρέωση» της να σχολιάσει τα προσόντα στη βάση των όσων αποφασίστηκαν στην Προσφυγή υπ' αρ. 165/2010, αποκαλύπτει, όπως ορθά υπογράμμισε το Πρωτόδικο Δικαστήριο, ότι είχε πλέον αντίληψη του λόγου ακύρωσης με αναφορά στα προσόντα. Στο πλαίσιο αυτό η Διευθύντρια αναφέρθηκε στην παρακολούθηση από την Εφεσείουσα μαθημάτων για ένα χρόνο στο English Tutorial Centre.

 

Επιπλέον η ΕΔΥ, αφού αναφέρθηκε στην παρακολούθηση από την Εφεσείουσα μαθημάτων διάρκειας ενός έτους στο English Tutorial Centre, σημείωσε, επιπρόσθετα, ότι κατά τη διάρκεια του έτους αυτού η Εφεσείουσα «φαίνεται να παρακάθισε και πέτυχε σε εξετάσεις στη στενογραφία και στην ελληνική και αγγλική δακτυλογραφία». Η εν λόγω επισήμανση προέκυπτε από τον ίδιο τον Πίνακα προσόντων που ευρίσκετο ενώπιον της ΕΔΥ (μέρος του Παραρτήματος 4 στην Ένσταση που καταχωρήθηκε στο πλαίσιο της πρωτόδικης διαδικασίας), εφόσον τα αναφερόμενα πιστοποιητικά επιτυχίας στην ελληνική και αγγλική δακτυλογραφία, καθώς και στη στενογραφία είχαν εξασφαλιστεί κατά το έτος 1978 και καθ' ην στιγμή η φοίτηση της Εφεσείουσας στο English Tutorial Centre ήταν το 1977 -1978.

 

Όπως διαπιστώνεται στη στήλη των ακαδημαϊκών προσόντων υπάρχει αναφορά στη φοίτηση στο English Tutorial Centre, ενώ στη στήλη «άλλα προσόντα» καταγράφονται τα πιο πάνω αναφερθέντα πιστοποιητικά. Αυτά ορθά, όπως επισημαίνει το Πρωτόδικο Δικαστήριο, μνημονεύθηκαν τόσο από τη Διευθύντρια, όσο και την ΕΔΥ, με την αναφορά τους σε «παρακολούθηση» μαθημάτων για ένα έτος στο English Tutorial Centre, εφόσον η εν λόγω παρακολούθηση, όπως διαπιστώνεται, δεν οδήγησε στην εξασφάλιση κάποιου τίτλου ή διπλώματος και τούτο ανεξαρτήτως των πιστοποιητικών επιτυχίας που αναφέρθηκαν ανωτέρω.

 

Όπως προκύπτει, το σύνολο των προσόντων της Εφεσείουσας είχε τεθεί ενώπιον τόσο της Διευθύντριας, πριν να δώσει τη σύστασή της, όσο και ενώπιον της ΕΔΥ, χωρίς να χρειάζεται η εκ νέου καταγραφή τους. Όπως, συναφώς, αναφέρεται στο σχετικό πρακτικό της Επιτροπής, τόσο οι Προσωπικοί Φάκελοι, όσο και οι Φάκελοι των Ετήσιων Υπηρεσιακών Εκθέσεων των υποψηφίων είχαν τεθεί στη διάθεση της Διευθύντριας, με επαρκή χρόνο, όπως ρητά καταγράφετο στο εν λόγω πρακτικό, να τους μελετήσει, όπως είχαν τεθεί και ενώπιον της ΕΔΥ. Με βάση δε το τεκμήριο της κανονικότητας της διοικητικής πράξης, θεωρείται ότι όλα τα στοιχεία που ευρίσκοντο ενώπιον της ΕΔΥ, έστω και αν αυτά δεν μνημονεύονται ένα προς ένα, είχαν ληφθεί δεόντως.

 

Σχετικό με το τεκμήριο της κανονικότητας είναι το ακόλουθο απόσπασμα από την υπόθεση Kousoulides and Others v. The Republic (1967)                 3 C.L.R. 438:

 

". the Confidential Reports on the candidates were, indeed, before the Commission .. in the absence of any proof to the contrary I must presume, in accordance with the "presumption of regularity", that the Commission examined the Confidential Reports files of the candidates and did not resort to guesswork in order to ascertain their qualifications and merits."

 

 

Το παράπονο της Εφεσείουσας για τη μη καταγραφή και αναφορά σε εξέταση από πλευράς Διευθύντριας και ΕΔΥ του κατά πόσο τα προσόντα της ήταν ή όχι σχετικά με τα καθήκοντα της θέσης βασίζεται, βεβαίως, στην πάγια νομολογία του Ανωτάτου Δικαστηρίου σύμφωνα με την οποία τονίζεται η αναγκαιότητα της εξέτασης και καταγραφής πρόσθετων προσόντων από άποψης σχετικότητας με τα καθήκοντα της θέσης για να είναι δυνατή στη συνέχεια η αξιολόγηση τους και ο καθορισμός της βαρύτητας τους (Νικολαΐδης ν. Δημοκρατίας (2005) 3 Α.Α.Δ. 325, Κοτζιάπασης ν. Οικονομίδης (2007) 3 Α.Α.Δ. 200).

 

Παρά το γεγονός ότι, όπως και το Πρωτόδικο Δικαστήριο ορθά επεσήμανε, η καταγραφή του σκεπτικού τόσο της Διευθύντριας, όσο και της ΕΔΥ, «υπολείπετο του ιδεατού» και σε σχέση με τον τρόπο καθορισμού της σχετικότητας των προσόντων, εντούτοις, η μη απόδοση βαρύτητας στα πρόσθετα προσόντα της Εφεσείουσας υποδήλωνε, χωρίς αμφιβολία, ότι αυτά είχαν κριθεί ως σχετικά με τα καθήκοντα της θέσης. Αν δεν ήταν σχετικά δεν θα χρειαζόταν να γίνει αναφορά στην όποια βαρύτητά τους.

 

Στη βάση των πιο πάνω καταλήγουμε ότι τα πρόσθετα προσόντα της Εφεσείουσας, αφού κρίθηκαν σχετικά, λήφθηκαν υπόψη αλλά δεν απεδόθη σε αυτά βαρύτητα για σκοπούς προαγωγής, για τους λόγους που αναφέρθηκαν, με αποτέλεσμα να μη διαπιστώνεται οποιαδήποτε πλημμέλεια στο εν λόγω ζήτημα. Τούτο δοθέντος, καταλήγουμε ότι δεν υπήρξε παραβίαση του δεδικασμένου.

 

Απομένει η εξέταση του ευλόγου της κρίσης της ΕΔΥ ως προς την αρχαιότητα των Ενδιαφερόμενων Μερών λόγω ηλικίας.

 

Όπως ορθά υπογράμμισε το Πρωτόδικο Δικαστήριο το κριτήριο της αρχαιότητας συνιστά θεσμοθετημένο παράγοντα που, αν και έχει ατονήσει, εντούτοις, παραμένει ένα από τα ουσιώδη κριτήρια που ο Νόμος καθορίζει και το οποίο θα πρέπει, συνεπακόλουθα, εκεί όπου χρειάζεται να λαμβάνεται υπόψη (Ζωδιάτης ν. Δημοκρατίας (2008) 3 Α.Α.Δ. 406).

 

Αν και η διαφορά στο χρόνο γέννησης δημιουργεί συμβολική και όχι ουσιαστική αρχαιότητα (Αλετρά κ.ά. ν. Ηρακλέους κ.ά. (2005) 3 Α.Α.Δ. 85 και Κατσελλή ν. Δημοκρατίας (2007) 3 Α.Α.Δ. 585), δεν παύει να είναι δια Νόμου μετρήσιμο στοιχείο. Σύμφωνα με τον ορισμό της προηγούμενης αρχαιότητας στο Άρθρο 49(7) του περί Δημοσίας Υπηρεσίας Νόμου 1/1990[1], όπου η ημερομηνία στον αρχικό διορισμό είναι η ίδια, τότε η αρχαιότητα κρίνεται ανάλογα με την ηλικία των υποψηφίων. Επομένως, επί κριτηρίων κατά τα λοιπά ίσων, η συμβολική αυτή αρχαιότητα αποκτά τη δική της σημασία και λογίζεται υπέρ του κατόχου της.

 

Έχουμε ήδη αποφανθεί ότι δεν υπήρξε παραβίαση του δεδικασμένου και ότι η σύσταση της Διευθύντριας δεν ήταν αντίθετη με τα στοιχεία των φακέλων, ώστε να εξουδετερώνεται η ισχύς της (Βασιλείου κ.ά. ν. Δημοκρατίας (1997) 3 Α.Α.Δ. 75, Μοδίτης ν. Δημοκρατίας (2002)             3 Α.Α.Δ. 695). Ορθά, επομένως, η ΕΔΥ ενήργησε λαμβάνοντας υπόψη τη σύσταση της η οποία, όπως είναι πάγια νομολογημένο, συνιστά ουσιαστικό στοιχείο κρίσης υπέρ ενός υποψηφίου (Ιωάννου ν. ΑΗΚ (1998) 3 Α.Α.Δ. 624).

 

Στην προκείμενη περίπτωση τα Ενδιαφερόμενα Μέρη ήσαν ισοδύναμα σε αξία με την Εφεσείουσα, η οποία δεν κρίθηκε ότι υπερτερούσε έναντι αυτών σε προσόντα και επιπλέον, είχαν υπέρ τους το κριτήριο της ηλικιακής, τουλάχιστον, αρχαιότητας καθώς και τη σύσταση της Διευθύντριας.

 

Για όλους τους πιο πάνω λόγους, η Έφεση αποτυγχάνει και απορρίπτεται.  Επιδικάζονται έξοδα υπέρ της Εφεσίβλητης τα οποία καθορίζονται στο ποσό των €3.000.

 

 

 

 

 

                                                Κ. ΣΤΑΜΑΤΙΟΥ, Δ.

 

 

 

 

                                                Τ. ΨΑΡΑ-ΜΙΛΤΙΑΔΟΥ, Δ.

                                               

 

 

 

                                                Χ. ΜΑΛΑΧΤΟΣ, Δ.

 

 

                                               

 

                                                Λ. ΔΗΜΗΤΡΙΑΔΟΥ-ΑΝΔΡΕΟΥ, Δ.

 

 

 

 

                                                Ν. ΣΑΝΤΗΣ, Δ.



[1] (7) Στo άρθρo αυτό-

.............................

"πρoηγoύμεvη αρχαιότητα" σημαίvει αρχαιότητα τωv υπαλλήλωv στη θέση ή τάξη πoυ                  κατεχόταv από αυτoύς αμέσως πριv από τη κατoχή της παρoύσας θέσης τoυς ή τάξης και αv η αρχαιότητα αυτή είvαι η ίδια, η πρoηγoύμεvη αρχαιότητα κρίvεται με τηv ίδια                        μέθoδo, αφoύ εφαρμoστεί αvαδρoμικά μέχρι τoυς πρώτoυς διoρισμoύς τωv υπαλλήλωv στη δημόσια υπηρεσία. Σε περίπτωση πoυ η αρχαιότητα στoυς πρώτoυς διoρισμoύς είvαι η ίδια, η πρoηγoύμεvη αρχαιότητα κρίvεται με βάση τηv ηλικία τωv υπαλλήλωv.

...................»

 


cylaw.org: Από το ΚΙΝOΠ/CyLii για τον Παγκύπριο Δικηγορικό Σύλλογο