ΠΑΓΚΥΠΡΙΟΣ ΔΙΚΗΓΟΡΙΚΟΣ ΣΥΛΛΟΓΟΣ
|
ECLI:CY:AD:2019:C148
ΑΝΩΤΑΤΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ ΚΥΠΡΟΥ
ΔΕΥΤΕΡΟΒΑΘΜΙΑ ΔΙΚΑΙΟΔΟΣΙΑ
Αναθεωρητική Έφεση Αρ. 58/2013
17 Aπριλίου, 2019
[ΝΙΚΟΛΑΤΟΥ, Π. ΠΑΡΠΑΡΙΝΟΥ, Δ, ΧΡΙΣΤΟΔΟΥΛΟΥ, Δ.
ΛΙΑΤΣΟΥ, Δ., ΟΙΚΟΝΟΜΟΥ, Δ.]
ΜΕΤΑΞΥ:
xxx ΗΡΑΚΛΕΟΥΣ
Εφεσείουσας/Αιτήτριας
ΚΑΙ
ΥΠΟΥΡΓΕΙΟΥ ΕΡΓΑΣΙΑΣ ΚΑΙ ΚΟΙΝΩΝΙΚΩΝ ΑΣΦΑΛΙΣΕΩΝ
ΤΜΗΜΑ ΓΡΑΦΕΙΟΥ ΕΥΗΜΕΡΙΑΣ
Εφεσιβλήτων/Καθ΄ ων η Αίτηση
............
Εφεσείουσα παρούσα, προσωπικά
Σ. Χαραλάμπους (κα) για Γενικό Εισαγγελέα
ΝΙΚΟΛΑΤΟΣ, Π.: Η ομόφωνη απόφαση του Δικαστηρίου θα δοθεί από το Δικαστή Χριστοδούλου.
A Π Ο Φ Α Σ Η
ΧΡΙΣΤΟΔΟΥΛΟΥ, Δ.: Η εφεσείουσα είναι λήπτης δημοσίου βοηθήματος από τον Ιανουάριο του 2008 δυνάμει των προνοιών του περί Δημοσίων Βοηθημάτων και Υπηρεσιών Νόμου του 2006 (Ν.95(I)/2006, στο εξής ο Νόμος).
Στις 1.11.2010, η εφεσείουσα ενοικίασε κατοικία έναντι του ποσού των €300,00 μηνιαίως και έκτοτε το μηνιαίο βοήθημα της (€452,00) αυξήθηκε κατά €75,00 λόγω επιμερισμού που έγινε στο ενοίκιο, στη βάση του ότι στην ίδια κατοικία διέμενε και η δίδυμη αδελφή της με τα δύο ανήλικα παιδιά της. Παράλληλα, ως εκτοπισθείσα, υπέβαλε αίτηση στο Ταμείο Επιδότησης Ενοικίων Εκτοπισθέντων και Παθόντων για επιδότηση του ενοικίου, η οποία εγκρίθηκε και από 12.9.2011 της καταβαλλόταν ως επίδομα ενοικίου το ποσό των €133,00 μηνιαίως. Την ίδια όμως ημέρα - δηλαδή στις 12.9.11 - έγινε αυτόματη αναπροσαρμογή του ύψους του δημοσίου βοηθήματος, το οποίο και μειώθηκε κατά €133,00 δυνάμει του άρθρου 8(β)(ii)(iii) του Νόμου, που έχει ως ακολούθως:-
«8. Τα ποσά που καταβάλλονται σε οποιοδήποτε πρόσωπο το οποίο ικανοποιεί τις προϋποθέσεις για την παροχή σ' αυτό δημόσιου βοηθήματος, περιλαμβάνουν ποσά για την κάλυψη ειδικών αναγκών του ατόμου αυτού ως εξής:
(α) .........
(β) αν ο ίδιος δε διαθέτει ή δε δύναται να εξασφαλίσει δωρεάν στέγη ή κατάλυμα και ζει σε υποστατικό με ενοίκιο, ο Διευθυντής καταβάλλει σ' αυτόν το ποσό ενοικίου που δεν υπερβαίνει το πενήντα τοις εκατόν του ποσού που έχει ορισθεί για τις βασικές του ανάγκες, με ανώτατο όριο τις τριακόσιες πενήντα λίρες μηνιαίως:
Νοείται ότι ο Διευθυντής δύναται, σε εξαιρετικές περιπτώσεις, να επιτρέπει την πληρωμή μεγαλύτερου ποσού ενοικίου μέχρι και ολόκληρο το καταβαλλόμενο ενοίκιο, για όσο χρονικό διάστημα κρίνει τούτο αναγκαίο:
Νοείται περαιτέρω ότι το ποσό που καταβάλλεται για ενοίκιο θα μειώνεται κατά:
(i) .......
(ii) το ποσό οποιασδήποτε συνεισφοράς η οποία, κατά τη γνώμη του Διευθυντή, έπρεπε να καταβάλλεται ως ενοίκιο από τα μη εξαρτώμενα τέκνα του ή άλλα πρόσωπα τα οποία διαμένουν μαζί του, και
(iii) το ποσό που καταβάλλεται στο λήπτη για ενοίκιο από οποιαδήποτε άλλη πηγή»
Η εφεσείουσα αμφισβήτησε τόσο τον επιμερισμό του ενοικίου όσο και τη μείωση κατά €133,00 μηνιαίως του δημοσίου βοηθήματος που ελάμβανε με την προσφυγή 574/2012, προβάλλοντας ότι η σχετική επί του θέματος απόφαση των εφεσιβλήτων ήταν προϊόν ελλιπούς έρευνας και παραβίασης της ισχύουσας Νομοθεσίας. Χωρίς όμως επιτυχία, αφού το πρωτόδικο Δικαστήριο με απόφαση του ημερ. 12.4.2013 έκρινε, αφενός, ότι ο επιμερισμός του ενοικίου ήταν τεχνικό ζήτημα και σύμφωνα με τη νομολογία το Δικαστήριο δεν υπεισέρχεται σε τεχνικά θέματα και, αφετέρου, ότι η μείωση κατά €133,00 του ενοικίου ήταν σύμφωνη με τις πρόνοιες του άρθρου 8(β)(ii)(iii) του Νόμου. Με τελική κατάληξη την απόρριψη της προσφυγής και επικύρωση της προσβαλλόμενης απόφασης.
Η εφεσείουσα θεωρεί ότι η πρωτόδικη απόφαση είναι προϊόν παράλειψης του Δικαστηρίου να λάβει υπόψη του την επιχειρηματολογία της, καθότι - όπως αιτιολογεί τον υπό αναφορά λόγο έφεσης, ο οποίος είναι και ο μόνος - παραγνώρισε ότι είναι ανάπηρο πρόσωπο και, περαιτέρω, ότι οι εφεσίβλητοι απέτυχαν να αποδείξουν ότι της απέδωσαν πλήρως τα δικαιώματα της.
Ο προαναφερθείς λόγος έφεσης αναπτύχθηκε από την εφεσείουσα προσωπικώς σε διάγραμμα αγόρευσης, αλλά και δια ζώσης κατά την επ΄ ακροατηρίω συζήτηση της υπόθεσης. Το ίδιο έπραξε και η ευπαίδευτη συνήγορος των εφεσιβλήτων η οποία απέρριψε ως αβάσιμα τα παράπονα της εφεσείουσας, υποστηρίζοντας την ορθότητα της πρωτόδικης απόφασης.
Έχουμε μελετήσει την πρωτόδικη απόφαση υπό το πρίσμα της εκατέρωθεν επιχειρηματολογίας. Να παρατηρήσουμε καταρχάς ότι με την προσφυγή της η εφεσείουσα - την οποία και πάλι χειρίστηκε προσωπικώς - αμφισβήτησε αφενός τον επιμερισμό του ενοικίου που της καταβαλλόταν και αφετέρου το ότι της αφαιρέθηκε από το δημόσιο βοήθημα το ποσό των €133,00 που της ενέκρινε το Ταμείο Επιδότησης Ενοικίων Εκτοπισθέντων και Παθόντων, ενώ με την έφεση της εγείρει και άλλα θέματα. Όπως, ότι οι εφεσίβλητοι δεν της κατέβαλαν αναδρομικά το δημόσιο βοήθημα, ότι οι οικονομικές καταστάσεις που κατατέθηκαν από τους εφεσίβλητους πρωτοδίκως δεν ήταν ορθές, ότι δεν της καταβλήθηκαν υπερπληρωμές και άλλα. Δεν θα ασχοληθούμε με την εξέταση των παραπόνων αυτών εφόσον σύμφωνα με τη νομολογία (Αμάνι Εντερπράϊσες (Χάουσες) Λτδ ν. Δημοκρατίας (1990) 3 Α.Α.Δ. 1038 και G.A.P. Estates Ltd ν. Δημοκρατίας (1991) 3 Α.Α.Δ. 449) το Ανώτατο Δικαστήριο, στην αναθεωρητική του δικαιοδοσία, περιορίζεται στην εξέταση των λόγων έφεσης και στην παρούσα περίπτωση ως μόνος λόγος έφεσης εγείρεται το αναιτιολόγητο της πρωτόδικης απόφασης. Περαιτέρω, κατά την επ΄ ακροατηρίω συζήτηση της υπόθεσης, η εφεσείουσα αποκρυστάλλωσε το παράπονο της στο ότι παράνομα οι εφεσίβλητοι αφαίρεσαν από το μηνιαίο δημόσιο βοήθημα που της καταβάλλεται το ποσό των €133,00. Κατά συνέπεια το μόνο ερώτημα που εγείρεται για το Εφετείο είναι κατά πόσο το πρωτόδικο Δικαστήριο εφάρμοσε ορθά το άρθρο 8(β)(ii)(iii) του Νόμου, καταλήγοντας στο συμπέρασμα ότι ο Διευθυντής των Υπηρεσιών Κοινωνικής Ευημερίας νόμιμα αφαίρεσε από το μηνιαίο δημόσιο βοήθημα της εφεσείουσας το ποσό των €133,00 που αυτή ελάμβανε από το Ταμείο Επιδότησης Ενοικίων Εκτοπισθέντων και Παθόντων. Η απάντηση κατά την κρίση μας είναι σαφώς θετική εφόσον το άρθρο 8(β)(iii) του Νόμου αναγνωρίζει στο Διευθυντή τη δυνατότητα μείωσης του ενοικίου κατά «το ποσό που καταβάλλεται στο λήπτη για ενοίκιο από οποιαδήποτε άλλη πηγή», η οποία στην υπό κρίση περίπτωση ήταν το προαναφερθέν Ταμείο.
Κατ΄ ακολουθία των πιο πάνω, δεν παρέχεται περιθώριο στο Εφετείο για ανατροπή της πρωτόδικης απόφασης.
Η έφεση απορρίπτεται και η πρωτόδικη απόφαση επικυρώνεται.
Μ. ΝΙΚΟΛΑΤΟΣ, Π.
Λ. ΠΑΡΠΑΡΙΝΟΣ, Δ.
Μ. ΧΡΙΣΤΟΔΟΥΛΟΥ, Δ.
Α. ΛΙΑΤΣΟΣ, Δ.
Τ.Θ. ΟΙΚΟΝΟΜΟΥ, Δ.
/κβπ