ΠΑΓΚΥΠΡΙΟΣ ΔΙΚΗΓΟΡΙΚΟΣ ΣΥΛΛΟΓΟΣ

Έρευνα - Κατάλογος Αποφάσεων - Εμφάνιση Αναφορών (Noteup on) - Αφαίρεση Υπογραμμίσεων


public Παμπαλλής, Κώστας Σταύρου Παναγή, Περσεφόνη Χριστοδούλου, Μιχαλάκης Γιασεμή, Γιασεμής Ν. Ψαρά-Μιλτιάδου, Τάσια Παύλος Αγγελίδης, για τον Εφεσείοντα. Ριάνα Πασιουρτίδη (κα) για Άντης Τριανταφυλλίδης amp;amp;amp; Υιοί ΔΕΠΕ, για τους Εφεσίβλητους. CY AD Κύπρος Ανώτατο Δικαστήριο 2019-02-25 el Τμήμα Νομικών Εκδόσεων, Ανώτατο Δικαστήριο ΑΓΓΕΛΙΔΗΣ ν. ΠΑΝΕΠΙΣΤΗΜΙΟΥ ΚΥΠΡΟΥ, ΑΝΑΘΕΩΡΗΤΙKH ΕΦΕΣΗ ΑΡ. 27/2013, 25/2/2019 Δικαστική Απόφαση

ECLI:CY:AD:2019:C59

ΑΝΩΤΑΤΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ ΚΥΠΡΟΥ

ΔΕΥΤΕΡΟΒΑΘΜΙΑ ΔΙΚΑΙΟΔΟΣΙΑ

 

ΑΝΑΘΕΩΡΗΤΙKH ΕΦΕΣΗ ΑΡ. 27/2013

 

25 Φεβρουαρίου, 2019

 

[Κ. ΠΑΜΠΑΛΛΗΣ, Π. ΠΑΝΑΓΗ, M. ΧΡΙΣΤΟΔΟΥΛΟΥ,

Γ. Ν. ΓΙΑΣΕΜΗΣ, Τ. ΨΑΡΑ-ΜΙΛΤΙΑΔΟΥ, Δ.Δ]

 

χχχχχ ΑΓΓΕΛΙΔΗΣ,

                                                                Εφεσειόντα/Αιτητή,

 

-         ΚΑΙ  -

 

ΠΑΝΕΠΙΣΤΗΜΙΟΥ ΚΥΠΡΟΥ,

                   Εφεσίβλητων/Καθ΄ ων η Αίτηση.

------------------------

Παύλος Αγγελίδης, για τον Εφεσείοντα.

Ριάνα Πασιουρτίδη (κα) για Άντης Τριανταφυλλίδης & Υιοί ΔΕΠΕ, για τους Εφεσίβλητους.

-----------------------

   ΠΑΜΠΑΛΛΗΣ, Δ.: Την ομόφωνη απόφαση του Δικαστηρίου θα δώσει η Π. Παναγή, Δ.

-----------------------

Α Π Ο Φ Α Σ Η

 

    Π. ΠΑΝΑΓΗ, Δ.:-   Κατόπιν υποβολής σχετικής αίτησης, ο εφεσείων, ο οποίος κατά τον ουσιώδη χρόνο υπηρετούσε τη στρατιωτική του θητεία,  έγινε δεκτός από το Πανεπιστήμιο Κύπρου («το Πανεπιστήμιο») για εγγραφή στο πρώτο έτος της Νομικής για το ακαδημαϊκό έτος 2010/2011, υπό την προϋπόθεση προσκόμισης γραπτής βεβαίωσης της Εθνικής Φρουράς «με την οποία να βεβαιούται ότι θα μπορεί να παρακολουθήσει τα μαθήματα τα οποία είναι υποχρεωτικά». Απόφαση η οποία κοινοποιήθηκε στον εφεσείοντα με επιστολή του Πανεπιστημίου ημερομηνίας 11.10.2010. Αμφισβητώντας τη νομιμότητα της εν λόγω απόφασης, ο εφεσείων προσέφυγε στο Ανώτατο Δικαστήριο διεκδικώντας την ακύρωσή της.  Βασικό παράπονο του ήταν ότι «η ρηθείσα προϋπόθεση περί συγκατάθεσης της Εθνικής Φρουράς δεν προνοείται από κανένα Νόμο ή Κανονισμό».

 

Σύμφωνα με το ιστορικό, ο εφεσείων είχε υποβάλει αίτηση για εισαγωγή στο Τμήμα Νομικής του Πανεπιστημίου στην κατηγορία Κυπρίων με διπλή υπηκοότητα.  Σε συνεδρίαση της στις 30.8.2010, η Επιτροπή Σπουδών του Τμήματος Νομικής έκρινε ότι «η εισαγωγή του Στρατιώτη πλέον χχχχ Αγγελίδη δεν είναι δυνατή για το ακαδημαϊκό έτος 2010/2011 λόγω των στρατολογικών του υποχρεώσεων», θέση την οποία κοινοποίησε στην Επιτροπή Προπτυχιακών Σπουδών με εσωτερικό σημείωμα.  Ο πατέρας και κηδεμόνας του εφεσείοντα, κατά τον ουσιώδη χρόνο, με επιστολές του προς το Πανεπιστήμιο, επέμενε στο δικαίωμα εγγραφής και φοίτησης του γιού του παράλληλα με τη στρατιωτική του θητεία, επισημαίνοντας ότι δεν προέκυπτε από κανένα κανονισμό ότι η εγγραφή αρρένων φοιτητών δεν επιτρέπεται κατά τη διάρκεια της στρατιωτικής τους θητείας. Τόνισε δε με επιστολή του ημερομηνίας 4.9.2010 ότι σε περίπτωση που δεν λάμβανε σαφή απάντηση «εντός της έκτης Σεπτεμβρίου 2010» ο εφεσείων θα προσέφευγε στο Δικαστήριο ώστε να μην απωλέσει την εκπαιδευτική περίοδο 2010-2011. Με εσωτερικό σημείωμα ημερομηνίας 6.9.2010, ο Προϊστάμενος της Υπηρεσίας Σπουδών και Φοιτητικής Μέριμνας, ενημέρωσε τα συναρμόδια όργανα  του Πανεπιστημίου σε σχέση με την αίτηση εισαγωγής του εφεσείοντα. Ο δε πατέρας του εφεσείοντα, με επιστολή ημερομηνίας  7 Σεπτεμβρίου 2010, στην οποία επανέλαβε τους νομικούς ισχυρισμούς του, κάλεσε το Πανεπιστήμιο να ζητήσει γνωμάτευση για το θέμα από τους νομικούς του συμβούλους, όπως και έγινε. Η γνωμάτευση των νομικών συμβούλων του Πανεπιστημίου, κοινοποιήθηκε στον εφεσείοντα με την επιστολή του Πανεπιστημίου ημερομηνίας 11.10.2010, την προαναφερθείσα προσβαλλόμενη πράξη.  Ο εφεσείων υπέβαλε, ακολούθως, νέα αίτηση για το ακαδημαϊκό έτος 2012-2013, η οποία έγινε δεκτή.   

Το πρωτόδικο Δικαστήριο, αποδεχόμενο προδικαστική ένσταση που πρόβαλε το Πανεπιστήμιο, ότι η προσφυγή είχε καταστεί άνευ αντικειμένου, για το λόγο ότι η εγγραφή του εφεσείοντα αφορούσε εγγραφή για φοίτηση στο ακαδημαϊκό έτος 2010-2011 που είχε παρέλθει, απέρριψε την προσφυγή.  Βασιζόμενο σε νομολογία, θεώρησε ότι ο εφεσείων «δεν τοποθετήθηκε ξεκάθαρα επί του θέματος ούτε απέδειξε οποιοδήποτε ζημιογόνο κατάλοιπο από την επίδικη απόφαση».  Τα όσα αναφέρθηκαν στο στάδιο των διευκρινίσεων σχετικά με τη φοίτηση του εφεσείοντα σε ιδιωτικό πανεπιστήμιο έπρεπε, κατά το Δικαστήριο, να είχαν δικογραφηθεί και εν πάση περιπτώσει δεν στοιχειοθετούσαν, έστω εκ πρώτης όψεως, κατάλοιπο ζημιάς έχουσας άμεση συνάφεια με την προσβαλλόμενη απόφαση.  Να σημειωθεί εδώ παρενθετικά, ότι άλλη προδικαστική ένσταση του Πανεπιστημίου, ότι η προσβαλλόμενη πράξη δεν ήταν εκτελεστή αλλά πληροφοριακού χαρακτήρα, απορρίφθηκε από το Δικαστήριο, κρίση η οποία δεν προσβάλλεται από το Πανεπιστήμιο.

 

Η απορριπτική της προσφυγής απόφαση του πρωτόδικου Δικαστηρίου αποτελεί το αντικείμενο της  παρούσας έφεσης.  Δύο είναι οι λόγοι έφεσης, αφού ο πρώτος λόγος αποσύρθηκε  κατά την επ' ακροατηρίω διαδικασία της έφεσης.  Βασικό παράπονο του εφεσείοντα αποτελεί το εύρημα του Δικαστηρίου ότι η προσφυγή έχασε το αντικείμενο της, το οποίο ο εφεσείων θεωρεί εντελώς ανυπόστατο, στη βάση ότι  «είναι ολοφάνερο» πως, λόγω της υπό κρίση απόφασης, έχασε την ευκαιρία να φοιτήσει δωρεάν στο 1ον έτος του Πανεπιστημίου κατά το ακαδημαϊκό έτος 2010-2011.  Με τον άλλο λόγο έφεσης, θεωρεί ότι το Δικαστήριο έσφαλε και δεν απέδωσε δικαιοσύνη γιατί μετά την εκφώνηση της εκκαλούμενης απόφασης, το Δικαστήριο ανέφερε στην παρουσία του εφεσείοντα και του δικηγόρου του, ότι ο εφεσείων είχε ουσιαστικά σαφώς δίκαιο.

 

Οι θέσεις αυτές προωθούνται και αναπτύσσονται στο περίγραμμα αγόρευσης του συνηγόρου του εφεσείοντα, ο οποίος εισηγείται ότι ο εφεσείων δεν απώλεσε το έννομο συμφέρον του, αφού η «αδικία»  δεν είναι ακαδημαϊκής σημασίας, δεδομένου ότι ο εφεσείων έχασε ένα ακαδημαϊκό έτος.  Ούτε είναι αναγκαίο να αναφέρεται, υποστηρίζει, το ζημιογόνο κατάλοιπο στην προσφυγή.

 

Από την άλλη πλευρά, το Πανεπιστήμιο υποστηρίζει την ορθότητα της πρωτόδικης απόφασης, επισημαίνοντας ότι η προσφυγή επιβιώνει μόνο σε περιπτώσεις όπου ο αιτητής αποδείξει ότι υπάρχουν για αυτόν ζημιογόνες συνέπειες οι οποίες προκύπτουν ευθέως και αποκλειστικά από την προσβαλλόμενη πράξη, κάτι που ο εφεσείων, ο οποίος είχε και το σχετικό βάρος, απέτυχε να αποδείξει.

 

Όπως είναι πολύ καλά γνωστό, η κατοχή εννόμου συμφέροντος από τον  προσφεύγοντα δυνάμει του Άρθρου 146 του Συντάγματος της Κυπριακής Δημοκρατίας, αποτελεί προϋπόθεση που τίθεται από το Άρθρο 146.2, προκειμένου να νομιμοποιείται στην άσκηση του δικαιώματος της προσφυγής. Σύμφωνα δε με την πάγια νομολογία του Ανωτάτου Δικαστηρίου, η ύπαρξη του απαραίτητου έννομου συμφέροντος συναρτάται με τη ζωτικότητα του συμφέροντος του προσφεύγοντος κατά το στάδιο της λήψης της προσβαλλόμενης απόφασης και σε όλα τα στάδια εκδίκασης της προσφυγής περιλαμβανομένης και της έφεσης (Παρτζίλη ν Θεατρικού Οργανισμού Κύπρου (2007) 3 ΑΑΔ 465 και Mercavia Ltd v Δημοκρατίας, Α.Ε. 105/2012, ημερ. 12 Ιουλίου 2018, ECLI:CY:AD:2018:C361).  

 

Η περιορισμένη χρονική διάρκεια μιας διοικητικής πράξης, αντικείμενο της προσφυγής, δεν συνεπάγεται οπωσδήποτε τον τερματισμό της δίκης, (βλ. Philips College Ltd v Κυπριακής Δημοκρατίας, AE 153/2012, ECLI:CY:AD:2018:C121, ημερ. 20.3.2018).  Όπου, προσβαλλόμενη απόφαση η ισχύς της οποίας λήγει πριν από την εκδίκαση της προσφυγής, αφήνει ζημιογόνο κατάλοιπο, διατηρείται το έννομο συμφέρον προς συνέχιση της εκδίκασης της προσφυγής και το Δικαστήριο έχει καθήκον να ασκήσει τη δικαιοδοσία του και να καταλήξει σε απόφαση, όπως προβλέπεται στην παράγραφο 4 του Άρθρου 146 του Συντάγματος (Δημοκρατία ν Ματθαίου (1990) 3 ΑΑΔ 2452).  Επί του προκειμένου, χρήσιμη αναφορά μπορεί να γίνει στο ακόλουθο απόσπασμα από το σύγγραμμα της Ευγενίας Β. Πρεβεδούρου, Η Κατάργηση της διοικητικής δίκης, 2012, σελ. 261:

 

«.η δίκη με αντικείμενο πράξη της οποίας η ισχύς έχει παύσει καθ' οιονδήποτε τρόπο δύναται να συνεχισθεί, εάν ο αιτών επικαλεσθεί ιδιαίτερο προς τούτο έννομο συμφέρον που δικαιολογεί τη συνέχισή της.  Το ιδιαίτερο έννομο συμφέρον συνίσταται στην άρση των δυσμενών, διοικητικής φύσης, συνεπειών τις οποίες προκάλεσε η προσβληθείσα πράξη ή παράλειψη κατά τη διάρκεια της ισχύος της και οι οποίες διατηρούνται και μετά την ισχύ της, δεν μπορούν δε να ανατραπούν παρά μόνο με την έκδοση ακυρωτικής απόφασης και όχι με την άσκηση άλλων προβλεπόμενων ένδικων βοηθημάτων.»

 

 

Το ιδιαίτερο έννομο συμφέρον πρέπει να είναι άμεσο, προσωπικό και ενεστώς (βλ. Ράντος, ΕΔΔΔ 1978, σελ. 156).  Η επίκληση του από τον αιτητή, συναρτάται με την προσβαλλόμενη πράξη και τις δυσμενείς συνέπειες που αυτή καταλείπει και που διατηρήθηκαν μετά τη λήξη της ισχύος της, οι οποίες πρέπει να προκύπτουν ευθέως και αποκλειστικά  από την ίδια την προσβληθείσα απόφαση (βλ. Χρηματιστήριο Αδειών Κύπρου ν. Σάββα (2006) 3 Α.Α.Δ. 435).  Ο απαιτούμενος βαθμός απόδειξης είναι η εκ πρώτης όψεως πιθανολόγηση κατάλοιπου ζημιάς.  Είναι δε για το Δικαστήριο να ερευνήσει κατά πόσο, εκ πρώτης όψεως, παρέμεινε ζημιά ή βλάβη, (βλ. Πουργουρίδη ν Δημοκρατίας  (1989) 3 ΑΑΔ 973).

 

Στην προκειμένη περίπτωση, φαίνεται ότι ο εφεσείων, εκ πρώτης όψεως έπαθε ζημιά η οποία προέκυψε άμεσα και αποκλειστικά από την προσβαλλόμενη απόφαση, αφού απώλεσε την εγγραφή του και το κεκτημένο δικαίωμα του να φοιτήσει δωρεάν στο Πανεπιστήμιο κατά το ακαδημαϊκό έτος 2010/2011, λόγω επιβολής όρου προσκόμισης βεβαίωσης συγκατάθεσης της Εθνικής Φρουράς, τη νομιμότητα του οποίου ο εφεσείων αμφισβητούσε με την προσφυγή του.  Το ζημιογόνο κατάλοιπο ενυπάρχει στο ίδιο αυτό το γεγονός. Η απώλεια του ενός έτους φοίτησης ήταν απτό στοιχείο και δεδομένο, προέκυπτε per se, χωρίς την ανάγκη προσκόμισης περαιτέρω μαρτυρίας.  Τα όσα ο εφεσείων πρόβαλε κατά το στάδιο των διευκρινίσεων περί φοίτησης του σε άλλο ίδρυμα τριτοβάθμιας εκπαίδευσης, και τα οποία το Δικαστήριο θεώρησε ότι έπρεπε να είχαν δικογραφηθεί, ήταν επακόλουθο της ζημιάς, δηλαδή της μη φοίτησης του λόγω μη προσκόμισης βεβαίωσης της Εθνικής Φρουράς.

Η υπόθεση Κοντεμενιώτη ν. Ιδρύματος Κρατικών Υποτροφιών Κύπρου, Υπόθεση Αρ. 1505/2008, ημερ. 10.9.2012, απόφαση του Ανωτάτου Δικαστηρίου σε μονομελή σύνθεση, την οποία οι ευπαίδευτοι συνήγοροι του Πανεπιστημίου θεωρούν απόλυτα σχετική με το ζήτημα που εδώ απασχολεί, δεν είναι δεσμευτική και εν πάση περιπτώσει διακρίνεται από την παρούσα.  Στην υπόθεση εκείνη, σε αντίθεση με την παρούσα, τυχόν επιτυχία του εκεί αιτητή, ο οποίος αξίωνε την ακύρωση της απόφασης των  καθ΄ ων η αίτηση, με την οποία απορρίφθηκε η ένσταση του κατά της απόφασης τους για παραχώρηση υποτροφίας για μεταπτυχιακές σπουδές, θα έφερνε στην επιφάνεια θέμα επανεξέτασης χωρίς οποιαδήποτε προοπτική και όχι αυτόνομο δικαίωμα αποζημίωσης, αφού η υποτροφία είχε παραχωρηθεί σε ένα από τους άλλους δύο υποψηφίους και ο χρόνος σπουδών είχε παρέλθει. Ούτε η υπόθεση   Σάββα (ανωτέρω), την οποία οι ευπαίδευτοι συνήγοροι επίσης επικαλούνται, βοηθά την υπόθεση τους.  Η κατάδειξη από τον εφεσίβλητο στην υπόθεση εκείνη ότι δεν μπορούσε να προβεί σε χρηματιστηριακές πράξεις για συγκεκριμένη χρονική περίοδο, λόγω της προσβαλλόμενης απόφασης, θεωρήθηκε από την Ολομέλεια του Ανωτάτου Δικαστηρίου ότι δεν συνιστούσε απόσειση του βάρους που είχε να δείξει ότι παρέμεινε σε αυτόν ζημιογόνο κατάλοιπο. Σε αντίθεση με την παρούσα, οι ζημιογόνες συνέπειες για τον εφεσίβλητο ένεκα της ανακληθείσας απόφασης των εφεσειόντων δεν ήταν υπαρκτές και δεδομένες. Η κατάδειξη απλά αδυναμίας να προβεί σε χρηματιστηριακές πράξεις, από μόνη της δεν ενείχε ζημιογόνο κατάλοιπο, αφού μόνο δυνητικά θα μπορούσε ο εφεσίβλητος να υποστεί ζημιά από την προσβαλλόμενη απόφαση.

 

Θεωρούμε λοιπόν ότι παρόλο ότι έχει παρέλθει το ακαδημαϊκό έτος 2010-2011 στο οποίο αφορούσε η προσβαλλόμενη διοικητική πράξη, ο εφεσείων διατηρεί, για τους λόγους που έχουν εξηγηθεί, το απαιτούμενο έννομο συμφέρον για προώθηση της αίτησης ακύρωσης (προσφυγή) του.

 

Με γνώμονα τα πιο πάνω, η έφεση πρέπει να επιτύχει, χωρίς να παρίσταται ανάγκη εξέτασης του άλλου ζητήματος που προώθησε ο εφεσείων.

 

Η έφεση επιτυγχάνει και η πρωτόδικη απόφαση παραμερίζεται. Η προσφυγή παραπέμπεται στο Διοικητικό Δικαστήριο για να εξετάσει τους λόγους ακύρωσης.  Τα έξοδα της έφεσης, τα οποία καθορίζονται σε €2.500 πλέον ΦΠΑ, αν υπάρχει, επιδικάζονται υπέρ του εφεσείοντα και εναντίον του εφεσίβλητου Πανεπιστημίου.  Τα έξοδα της προηγηθείσας πρωτόδικης διαδικασίας να ακολουθήσουν το αποτέλεσμα της προσφυγής.

 

                                                                  

Κ. ΠΑΜΠΑΛΛΗΣ, Δ.

 

 

                                                                   Π. ΠΑΝΑΓΗ, Δ.

 

 

                                                                   Μ. ΧΡΙΣΤΟΔΟΥΛΟΥ, Δ.

 

 

                                                                   Γ. Ν. ΓΙΑΣΕΜΗΣ, Δ.

 

 

                                                                   Τ. ΨΑΡΑ-ΜΙΛΤΙΑΔΟΥ, Δ.

 

 

 

 

/ΣΓεωργίου


cylaw.org: Από το ΚΙΝOΠ/CyLii για τον Παγκύπριο Δικηγορικό Σύλλογο