ΠΑΓΚΥΠΡΙΟΣ ΔΙΚΗΓΟΡΙΚΟΣ ΣΥΛΛΟΓΟΣ
|
(2011) 3 ΑΑΔ 770
7 Νοεμβρίου, 2011
[ΑΡΤΕΜΗΣ, Π., ΧΑΤΖΗΧΑΜΠΗΣ, ΠΑΠΑΔΟΠΟΥΛΟΥ,
ΕΡΩΤΟΚΡΙΤΟΥ, ΠΑΣΧΑΛΙΔΗΣ, Δ/στές]
ΜΙΧΑΛΑΚΗΣ ΜΙΧΑΛΙΑΣ,
Εφεσείων - Αιτητής,
ν.
ΔΗΜΟΥ ΛΑΚΑΤΑΜΙΑΣ,
Εφεσιβλήτου - Καθ' ου η αίτηση.
(Αναθεωρητική Έφεση Αρ. 176/2008)
Αναγκαστική Απαλλοτρίωση ― Η υποχρέωση επιστροφής του απαλλοτριωθέντος στον αρχικό του ιδιοκτήτη, σε περίπτωση που ο σχετικός σκοπός δημόσιας ωφέλειας καθίσταται ανέφικτος ― Πότε συμβαίνει τούτο σύμφωνα με την δεσμευτική νομολογία της Πλήρους Ολομέλειας του Ανωτάτου Δικαστηρίου ― Εφαρμογή των νομολογιακών πορισμάτων στα γεγονότα της κριθείσας περίπτωσης ― Περιστάσεις και συνέπειες.
Ο εφεσείων ενέμεινε με την έφεσή του, στην αξίωσή του για επιστροφή σε αυτόν του ακινήτου του το οποίο είχε απαλλοτριωθεί το 1995, χωρίς ποτέ να εκτελεστούν επί αυτού τα έργα προς εκτέλεση των οποίων είχε διενεργηθεί η απαλλοτρίωση.
Η Ολομέλεια του Ανωτάτου Δικαστηρίου, αποδεχόμενη την έφεση, αποφάσισε ότι:
1. Το πρωτόδικο δικαστήριο με αναφορά στην απόφαση της Πλήρους Ολομέλειας στην υπόθεση Ζήνων Ευθυμιάδης Εστέιτς Λτδ. ν. Δημοκρατίας (2006) 3 Α.Α.Δ. 166, απέρριψε την προσφυγή.
Η υπαγωγή όμως των ενώπιον του πρωτόδικου Δικαστηρίου δεδομένων στο κριτήριο «του κατά πόσο ο σκοπός για τον οποίο έγινε η απαλλοτρίωση κατέστη εφικτός ή όχι» με σεβασμό στον πρωτόδικο δικαστή, δεν συνάδει με τις αρχές της νομολογίας που τέθηκαν στην υπόθεση Ευθυμιάδης. Είναι πρόδηλο ότι με την υπόθεση Ευθυμιάδης επαναπροσδιορίστηκαν οι βάσεις του θέματος. Το βάρος στον ιδιοκτήτη δεν είναι πλέον να αποδείξει ότι ο σκοπός της απαλλοτρίωσης έχει εγκαταλειφθεί ή κατέστη ανέφικτος, αλλά αν η διοίκηση δεν προέβη σε όλες τις εύλογα αναγκαίες υπό τις περιστάσεις ενέργειες, για την υλοποίηση των σκοπών της απαλλοτρίωσης. Με άλλα λόγια, έργο του δικαστηρίου είναι να διαπιστώσει, στη βάση των εκάστοτε ενώπιόν του δεδομένων, κατά πόσο η διοίκηση δεν προέβη στις εν λόγω ενέργειες. Και το κριτήριο στο οποίο τα δεδομένα μιας εκάστης των περιπτώσεων θα πρέπει να υπάγονται, είναι αντικειμενικό.
2. Στη συγκεκριμένη περίπτωση, μπορεί η αίθουσα πολλαπλών χρήσεων να αποτελεί, όπως το πρωτόδικο δικαστήριο επισημαίνει, μέρος του όλου έργου και η ανέγερσή της να εντάσσεται στο ευρύτερο πλαίσιο υλοποίησης του σκοπού της απαλλοτρίωσης, όμως αυτό δεν δικαιολογεί την απαλλοτρίωση του κτήματος για 16 και πλέον χρόνια χωρίς αυτό να χρησιμοποιηθεί.
Στην πραγματικότητα, κατά τη διάρκεια του διαρρεύσαντος διαστήματος των δέκα και πλέον χρόνων, παρατηρήθηκε πλήρης απραξία των εφεσιβλήτων σε σχέση με την εκτέλεση οποιωνδήποτε εργασιών, εκτός των εργασιών συντήρησης των ήδη κατασκευασθέντων έργων, προς υλοποίηση του ευρύτερου σκοπού της απαλλοτρίωσης.
Η έφεση επιτυγχάνει με έξοδα.
Αναφερόμενες Υποθέσεις:
Ζήνων Ευθυμιάδης Εστέιτς Λτδ. ν. Δημοκρατίας (2006) 3 Α.Α.Δ. 166,
Κλεοβούλου Μιχαήλ κ.ά. ν. Κυπριακής Δημοκρατίας, Υπόθ. Αρ. 1638/2008, ημερ. 9/5/2011.
Έφεση.
Έφεση από τον εφεσείοντα εναντίον της απόφασης Δικαστή του Aνωτάτου Δικαστηρίου (Φωτίου, Δ.), (Υπόθεση Aρ. 1392/07), ημερ. 19/9/08.
Θ. Ιωαννίδης, για τον Εφεσείοντα.
Χ. Χριστοφίδης, για τον Εφεσίβλητο.
Cur. adv. vult.
ΑΡΤΕΜΗΣ, Π.: Την ομόφωνη απόφαση του Δικαστηρίου θα δώσει ο Δικαστής Α. Πασχαλίδης.
ΠΑΣΧΑΛΙΔΗΣ, Δ.: Έναυσμα για καταχώριση της προσφυγής στα πλαίσια της οποίας εκδόθηκε η εκκαλούμενη απόφαση, έδωσε η άρνηση των εφεσιβλήτων να ικανοποιήσουν το αίτημα του εφεσείοντα, πρώην ιδιοκτήτη του τεμαχίου 96, Φ./Σχ. 30/28, με αριθμό εγγραφής 691 (το κτήμα), που βρίσκεται στην Πάνω Λακατάμια, για επιστροφή του εν λόγω κτήματος, το οποίο είχε απαλλοτριωθεί για σκοπούς δημόσιας ωφέλειας και συγκεκριμένα για τη δημιουργία ή συντήρηση ή ανάπτυξη δημόσιων οικημάτων ή δημόσιων έργων και βασικά για την ανέγερση του Αθλητικού Κέντρου Λακατάμιας, χωρίς οι εν λόγω σκοποί να καταστούν εφικτοί.
Το ιστορικό της υπόθεσης είναι απλό. Αριθμός κτημάτων, τέσσερα συνολικά, μεταξύ των οποίων και το κτήμα του εφεσείοντα, απαλλοτριώθηκαν στις 10/6/1995 με διάταγμα απαλλοτρίωσης, το οποίο δημοσιεύθηκε στην Επίσημη Εφημερίδα της Δημοκρατίας με αριθμό 903, ημερομηνίας 26/6/1995, για τους προαναφερθέντες σκοπούς. Πρόκειται για ένα μεγαλεπήβολο σχέδιο το οποίο προνοεί την ανέγερση γηπέδων αντισφαίρισης και καλαθοσφαίρισης, γηπέδου ποδοσφαίρου με χορτοτάπητα, δημοτικού κολυμβητηρίου με πρόνοια για προέκτασή του, κερκίδων στα εν λόγω γήπεδα, κλειστής αίθουσας πολλαπλών χρήσεων, χώρου δεξιώσεων, χώρων στάθμευσης, και την κατασκευή του αναγκαίου απαραίτητου οδικού δικτύου. Στον εφεσείοντα κατεβλήθη ως αποζημίωση το ποσό των Λ.Κ.36.711 και το κτήμα ενεγράφη στο όνομα της Δημοκρατίας.
Μέχρι το 2000, κατασκευάστηκαν μόνο το γήπεδο ποδοσφαίρου στο οποίο περιλαμβάνονται και οι κερκίδες στην ανατολική πλευρά του σταδίου και το κολυμβητήριο. Στο κτήμα του εφεσείοντα, το οποίο προοριζόταν για ανέγερση μέρους της αίθουσας πολλαπλών χρήσεων - για την ανέγερση του υπόλοιπου μέρους της αίθουσας θα χρησιμοποιείτο όμορο κτήμα - δεν έγιναν οποιεσδήποτε εργασίες. Το οδικό δίκτυο δεν κατασκευάστηκε.
Ο εφεσείων με επιστολή του δικηγόρου του ημερομηνίας 23/7/2007 αξίωσε την επιστροφή του κτήματος του, για το λόγο ότι δεν πραγματοποιήθηκε ο σκοπός της απαλλοτρίωσης. Το αίτημα του εφεσείοντα απορρίφθηκε, με αποτέλεσμα την καταχώριση της προσφυγής, στα πλαίσια της οποίας εκδόθηκε η εκκαλούμενη απόφαση.
Το πρωτόδικο δικαστήριο με αναφορά στην απόφαση της Πλήρους Ολομέλειας στην υπόθεση Ζήνων Ευθυμιάδης Εστέιτς Λτδ. ν. Δημοκρατίας (2006) 3 Α.Α.Δ. 166, και συγκεκριμένα με αναφορά στο πιο κάτω απόσπασμα από την εν λόγω απόφαση, απέρριψε την προσφυγή:
"Συμμεριζόμαστε την ανησυχία που εκφράστηκε στη Συμεωνίδης και φρονούμε ότι η παραπομπή στο εφικτά υλοποιήσιμο του σκοπού της απαλλοτρίωσης αποκαθιστά την ορθή διατύπωση του συνταγματικού κριτηρίου η οποία συναρτά την εφαρμογή του Άρθρου 23.5 προς τη διαρκή υποχρέωση της διοίκησης να χρησιμοποιήσει το κτήμα για το σκοπό για τον οποίο απαλλοτριώθηκε και έτσι να καθιστά συνεχώς, και βεβαίως όχι μόνο μέσα στην περίοδο των τριών ετών από την απαλλοτρίωση, εφικτά πραγματοποιήσιμο το σκοπό αυτό. Το να τίθεται το ερώτημα με άλλους όρους, δηλαδή κατά πόσο ο σκοπός της απαλλοτρίωσης εγκατελείφθη ή δεν κατέστη ανέφικτος, δεν συνιστά απλώς αλλαγή έμφασης αλλά εμπεριέχει τον κίνδυνο να διολισθήσει η διερεύνηση από τα πραγματικά αντικειμενικά δεδομένα που διέπουν το εφικτά πραγματοποιήσιμο του σκοπού σε πεδίο όχι πολύ πέραν των υποκειμενικών διαθέσεων της διοίκησης με ανάλογες συνέπειες, ως εκ της προκύπτουσας διαφοροποίησης του επιπέδου των απαιτούμενων ενεργειών της διοίκησης, στο αποτέλεσμα της όποιας συγκεκριμένης υπόθεσης. Το βάρος στον πρώην ιδιοκτήτη δεν είναι να αποδείξει ότι ο σκοπός της απαλλοτρίωσης εγκατελείφθη ή δεν κατέστη ανέφικτος, αλλά ότι η διοίκηση δεν προέβη στις ενέργειες εκείνες που, αναλόγως βεβαίως της περίπτωσης, θα εγκρίνοντο ευλόγως αναγκαίες προς υλοποίηση του έργου. Η σαφής ορολογία του Άρθρου 23.5 αντανακλά δεόντως την αντίληψη μας για την ουσιαστική διάσταση του όπως την έχουμε εκφράσει."
Tο σκεπτικό με βάση το οποίο το πρωτόδικο δικαστήριο απέρριψε την προσφυγή, την ορθότητα του οποίου ο εφεσείων προσβάλλει με έξι συνολικά λόγους έφεσης, έχει ως εξής:
"Με βάση όλα τα πιο πάνω φαίνεται ότι το κατά πόσο ο σκοπός για τον οποίο έγινε η απαλλοτρίωση κατέστη εφικτός ή όχι, εξαρτάται πάντοτε από τα γεγονότα της κάθε υπόθεσης και ιδιαίτερα τη φύση του έργου που θα κατασκευασθεί. Στην παρούσα περίπτωση προκύπτει ότι οι καθών η αίτηση εκτέλεσαν ουσιαστικά το έργο. Έχουν όμως οι διάδικοι διαφορά στο κατά πόσο στο ακίνητο του αιτητή θα γίνουν έργα τα οποία αποτελούν αναπόσπαστο μέρος του όλου έργου. Η πλευρά του αιτητή λέγει ότι δεν έγινε ούτε προγραμματίζεται να γίνει οτιδήποτε στο δικό του ακίνητο, ενώ η πλευρά των καθών η αίτηση λέγουν ότι «στο ακίνητο του αιτητή τεμ. 196 έχουν χωροθετηθεί μεταξύ άλλων μέρος της κλειστής αίθουσας πολλαπλών χρήσεων ....» Τόσο με βάση το γενικό κανόνα ότι ένας αιτητής έχει το βάρος απόδειξης της υπόθεσης του, όσο και με βάση το πιο πάνω απόσπασμα από την Ζήνων Ευθυμιάδης Εστέιτς Λτδ., ο αιτητής ώφειλε να αποδείξει τον ισχυρισμό του ότι το έργο ολοκληρώθηκε και ότι το δικό του ακίνητο δεν είναι αναγκαίο, να αποτελεί μέρος του έργου. Να το θέσω διαφορετικά, ώφειλε να αποδείξει ότι ο Δήμος Λάρνακας «δεν προέβη στις ενέργειες εκείνες που, αναλόγως, βεβαίως της περίπτωσης, θα εκρίνοντο ευλόγως αναγκαίες προς υλοποίηση του έργου». Εδώ σύμφωνα με τα όσα αναφέρονται στη γνωστοποίηση απαλλοτριώσεως αρ. 370 ο σκοπός δημόσιας ωφέλειας για τον οποίο εκδόθηκε στη συνέχεια το διάταγμα απαλλοτρίωσης, ήταν «για τη δημιουργία ή συντήρηση ή ανάπτυξη των δημόσιων οικημάτων ή δημόσιων έργων και η απαλλοτρίωση της επιβάλλεται για τους πιο κάτω λόγους, δηλαδή για την ανέγερση δημόσιων οικημάτων - το Αθλητικό Κέντρο στο Δήμο Λακατάμιας». Η απαλλοτρίωση αφορούσε εκτός από το κτήμα του αιτητή (τεμ. 96) και τα τεμ. 313, 95 και 262 (μέρος). Ήδη ανάφερα ότι από πλευράς του αιτητή δεν έχει προσκομισθεί μαρτυρία που να αποδεικνύει τον ισχυρισμό του ότι το όλο έργο αποπερατώθηκε χωρίς την ανάγκη συμπερίληψης και του δικού του ακινήτου, ούτως ώστε να φαίνεται, ότι όσον αφορά το δικό του ακίνητο, ο σκοπός της απαλλοτρίωσης κατέστη ανέφικτος........................
........ η έκταση των έργων που θα γίνουν για πραγμάτωση του σκοπού της απαλλοτρίωσης ποικίλει ανάλογα με τη φύση των κτιριακών ή άλλων εργασιών. Τα έργα που έχουν γίνει και που προγραμματίζονται στη δική μας περίπτωση, δείχνουν ότι ουδέποτε εγκαταλείφθηκε ή κατέστη ανέφικτος ο σκοπός της απαλλοτρίωσης."
(Η έμφαση είναι δική μας)
Με όλο το σέβας προς τον αδελφό πρωτόδικο δικαστή, η υπαγωγή των ενώπιον του δεδομένων στο κριτήριο «του κατά πόσο ο σκοπός για τον οποίο έγινε η απαλλοτρίωση κατέστη εφικτός ή όχι» δεν συνάδει με τις αρχές της νομολογίας που τέθηκαν στην υπόθεση Ευθυμιάδης. Είναι πρόδηλο ότι με την υπόθεση Ευθυμιάδης επαναπροσδιορίστηκαν οι βάσεις του θέματος. Το βάρος στον ιδιοκτήτη δεν είναι πλέον να αποδείξει ότι ο σκοπός της απαλλοτρίωσης έχει εγκαταλειφθεί ή κατέστη ανέφικτος, αλλά αν η διοίκηση δεν προέβη σε όλες τις εύλογα αναγκαίες υπό τις περιστάσεις ενέργειες, για την υλοποίηση των σκοπών της απαλλοτρίωσης. Με άλλα λόγια, έργο του δικαστηρίου είναι να διαπιστώσει, στη βάση των εκάστοτε ενώπιον του δεδομένων, κατά πόσο η διοίκηση δεν προέβη στις εν λόγω ενέργειες. Και το κριτήριο στο οποίο τα δεδομένα μιας εκάστης των περιπτώσεων θα πρέπει να υπάγονται, είναι αντικειμενικό.
Στη συγκεκριμένη περίπτωση, μπορεί η αίθουσα πολλαπλών χρήσεων να αποτελεί, όπως το πρωτόδικο δικαστήριο επισημαίνει, μέρος του όλου έργου και η ανέγερση της να εντάσσεται στο ευρύτερο πλαίσιο υλοποίησης του σκοπού της απαλλοτρίωσης, όμως αυτό δεν δικαιολογεί την απαλλοτρίωση του κτήματος για 16 και πλέον χρόνια χωρίς αυτό να χρησιμοποιηθεί. Είναι αλήθεια ότι η υλοποίηση του έργου γίνεται κατά φάσεις και ο ευρύτερος σκοπός της απαλλοτρίωσης δεν έχει εγκαταλειφθεί, όμως, αυτό δεν δικαιολογεί την παράλειψη εκτέλεσης οποιωνδήποτε έργων μέσα στο συγκεκριμένο κτήμα. Όπως πολύ εύστοχα παρατηρείται από τον αδελφό Δικαστή Νικολαΐδη στην απόφαση του στην υπόθεση Ελένη Κλεοβούλου Μιχαήλ κ.ά. ν. Κυπριακής Δημοκρατίας, Υπόθεση Αρ. 1638/2008, ημερομηνίας 9/5/2011:
"Αν το σκοπούμενο έργο ήταν τόσο πολύπλοκο η Δημοκρατία θα έπρεπε να απαλλοτριώνει σταδιακά τα κτήματα τα οποία χρειαζόταν και όχι να τα δεσμεύει δεκαετίες πριν αυτά θα της ήταν χρήσιμα. Στο κάτω κάτω, είναι φανερό ότι και οι τιμές στα ακίνητα αυξάνονται, με τους ιδιοκτήτες να υφίστανται ουσιαστική οικονομική απώλεια. Το κράτος δεν μπορεί να απαλλοτριώνει κτήματα τα οποία σκοπεύει να χρησιμοποιήσει δεκαετίες αργότερα επωφελούμενο τη διαφορά στην αξία της γης. Δεν είναι ανάγκη να αποδειχθεί ότι ο σκοπός έχει καταστεί ανέφικτος, αλλά ότι η απαλλοτριούσα αρχή παρέλειψε να προβεί σε ενέργειες για υλοποίηση του έργου μέσα σε τρία χρόνια από της απαλλοτρίωσης."
Στην υπό εξέταση υπόθεση είναι ενδεικτικό το γεγονός ότι οι εργασίες με στόχο την υλοποίηση του έργου αναστάληκαν προ δεκαετίας, χωρίς στο διάστημα που μεσολάβησε μέχρι σήμερα να έχουν επαναρχίσει. Ούτε στο κτήμα του εφεσείοντα, αλλά ούτε και στο όμορο με αυτό κτήμα, στο οποίο θα ανεγειρόταν μέρος της αίθουσας πολλαπλών χρήσεων, έγινε οποιασδήποτε μορφής εργασία προς αυτή την κατεύθυνση, δηλαδή την ανέγερση της αίθουσας πολλαπλών χρήσεων. Στην πραγματικότητα, κατά τη διάρκεια του διαρρεύσαντος διαστήματος των δέκα και πλέον χρόνων, παρατηρήθηκε πλήρης απραξία των εφεσιβλήτων σε σχέση με την εκτέλεση οποιωνδήποτε εργασιών, εκτός των εργασιών συντήρησης των ήδη κατασκευασθέντων έργων, προς υλοποίηση του ευρύτερου σκοπού της απαλλοτρίωσης.
Δεν υποτιμούμε τη σημασία του ρόλου που το κτήμα διαδραματίζει για σκοπούς συμπλήρωσης του έργου. Ούτε και αμφιβάλλουμε για την αναγκαιότητα απαλλοτρίωσης του. Όμως έχουμε την άποψη ότι η απαλλοτρίωση του κτήματος θα έπρεπε να λάβει χώρα όταν οι εφεσίβλητοι θα ήταν έτοιμοι με τα αναγκαία προαπαιτούμενα για την υλοποίηση της πρόθεσης τους να ανεγείρουν την αίθουσα πολλαπλών χρήσεων.
Ως αποτέλεσμα των πιο πάνω, η έφεση επιτυγχάνει με έξοδα €1.750, πλέον Φ.Π.Α., υπέρ του εφεσείοντα και εναντίον των εφεσιβλήτων. Η πρωτόδικη απόφαση παραμερίζεται και η επίδικη απόφαση των εφεσιβλήτων, με την οποία οι τελευταίοι αρνήθηκαν στον εφεσείοντα την επιστροφή του συγκεκριμένου κτήματός του, ακυρώνεται και οτιδήποτε το οποίο έχει παραληφθεί δέον όπως εκτελεσθεί.
Η έφεση επιτυγχάνει με έξοδα.