ΠΑΓΚΥΠΡΙΟΣ ΔΙΚΗΓΟΡΙΚΟΣ ΣΥΛΛΟΓΟΣ
|
(2011) 3 ΑΑΔ 99
3 Φεβρουαρίου, 2011
[ΑΡΤΕΜΗΣ, Π., ΝΙΚΟΛΑΪΔΗΣ, ΠΑΠΑΔΟΠΟΥΛΟΥ,
ΝΙΚΟΛΑΤΟΣ, ΠΑΜΠΑΛΛΗΣ, Δ/στές]
ΕΛΕΝΗ ΠΑΡΟΥΤΗ,
Εφεσείουσα - Αιτήτρια,
ν.
ΚΥΠΡΙΑΚΗΣ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑΣ, ΜΕΣΩ
ΕΠΙΤΡΟΠΗΣ ΔΗΜΟΣΙΑΣ ΥΠΗΡΕΣΙΑΣ,
Εφεσίβλητης - Καθ' ης η αίτηση.
(Αναθεωρητική Έφεση Αρ. 175/2007)
Δημόσιοι Υπάλληλοι ― Προαγωγές ― Πλήρωση θέσεων ψηλά στην ιεραρχία ― Παρέχεται στο διορίζον όργανο η διακριτική ευχέρεια, να παραγνωρίσει την αρχαιότητα ή τα πρόσθετα προσόντα υποψηφίου ― Περιστάσεις υπό τις οποίες επικυρώθηκε η επιλογή στην κριθείσα περίπτωση.
Προσφυγή βάσει του Άρθρου 146 του Συντάγματος ― Λόγοι ακυρώσεως ― Καταχρηστική αιτιολογία ― Δεν έγινε δεκτό ότι στοιχειοθετείται στην κριθείσα περίπτωση ― Περιστάσεις.
Η εφεσείουσα επεδίωξε την ανατροπή της πρωτόδικης απόφασης, με την οποία είχε απορριφθεί η προσφυγή της κατά της προαγωγής του ενδιαφερόμενου μέρους σε Πρώτο Διοικητικό Λειτουργό.
Η Ολομέλεια του Ανωτάτου Δικαστηρίου, απορρίπτοντας την έφεση, αποφάσισε ότι:
1. Δοθέντος ότι επρόκειτο για θέσεις υψηλά στην ιεραρχία, υπήρχε η διακριτική ευχέρεια στο διορίζον όργανο να επιλέξει το ενδιαφερόμενο πρόσωπο, παρόλη τη δεκάμηνη αρχαιότητα και την ύπαρξη πρόσθετων προσόντων υπέρ της αιτήτριας.
2. Ως προς το θέμα του προβληθέντος επιχειρήματος, περί καταχρηστικής αιτιολογίας από την ΕΔΥ, δεν μπορεί να γίνει δεκτό ότι στοιχειοθετείται από την ανάλυση που παρατίθεται με τη γραπτή αγόρευση της αιτήτριας. Το ότι η ΕΔΥ, συμπεριέλαβε στο σκεπτικό της, αποσπάσματα από τη νομολογία, μπορεί να είναι ανεπιθύμητο, αφού ουσιαστικώς δεν συμπληρώνει την αιτιολογία της απόφασης, αλλά σαφώς δεν μπορεί να χαρακτηριστεί παραπλανητικό, πόσο μάλλον, καταχρηστικό.
Η έφεση απορρίπτεται με έξοδα.
Αναφερόμενες Υποθέσεις:
ΚΕΜ Τοurs Ltd v. Δημοκρατίας (2007) 3 Α.Α.Δ. 210,
Κατσελλή ν. Δημοκρατίας (2007) 3 Α.Α.Δ. 585,
Χατζηλούκα ν. Δημοκρατίας (2004) 3 Α.Α.Δ. 643,
Γερμανού ν. Δημοκρατίας κ.ά. (2005) 3 Α.Α.Δ. 93.
Έφεση.
Έφεση από την εφεσείουσα εναντίον της απόφασης Δικαστή του Aνωτάτου Δικαστηρίου (Φωτίου, Δ.), (Υπόθεση Αρ. 1560/05), ημερ. 28/9/07.
Μ. Καλλιγέρου (κα), για την Εφεσείουσα.
Μ. Σπηλιωτοπούλου (κα), Δικηγόρος της Δημοκρατίας, για την Εφεσίβλητη.
Cur. adv. vult.
ΑΡΤΕΜΗΣ, Π.: Την απόφαση του Δικαστηρίου θα δώσει ο Δικαστής Κ. Παμπαλλής.
ΠΑΜΠΑΛΛΗΣ, Δ.: Στις 30 Σεπτεμβρίου 2005, η Επιτροπή Δημόσιας Υπηρεσίας (στο εξής «ΕΔΥ») κατά το στάδιο επανεξέτασης, μετά από επιτυχή κατάληξη προσφυγής, που καταχώρισε η εφεσείουσα (Προσφυγή αριθμ.884/03), προήγαγε στη μόνιμη θέση Πρώτου Διοικητικού Λειτουργού, Γενικό Λογιστήριο, Τμήμα Διοίκησης και Προσωπικού, αναδρομικά από την 1η Οκτωβρίου 2003, τους (1) Μιχαήλ Παρέλλη και (2) Ζαχαρία Ζαχαριάδη (τα «ενδιαφερόμενα μέρη»).
Με την προσφυγή υπ' αριθμό 1560/2005, που η εφεσείουσα καταχώρησε, αμφισβητώντας τη νομιμότητα της πιο πάνω απόφασης, συνάδελφος μας Δικαστής, ικανοποίησε μερικώς το αίτημα της ακυρώνοντας το διορισμό του ενδιαφερομένου μέρους Ζ. Ζαχαριάδη, γιατί η ΕΔΥ δεν συμμορφώθηκε με το δεδικασμένο που επέβαλλε η απόφαση στην προσφυγή 884/03, και παράλληλα δεν εξέτασε το θέμα της κατοχής, από το εν λόγω ενδιαφερόμενο μέρος, του προσόντος της δεκαετούς πείρας. Ταυτοχρόνως, όμως, απέρριψε την προσφυγή επικυρώνοντας το διορισμό του ενδιαφερομένου μέρους Μ. Παρέλλη.
Το κρίσιμο ερώτημα είναι αν η ΕΔΥ ικανοποίησε την υποχρέωση που επέβαλλε το δικαστικό δεδικασμένο της υπόθεσης 884/03.
Η επανεξέταση, όπως έχει νομολογηθεί, στοχεύει στην επαναξιολόγηση, από το αρμόδιο όργανο, των ισχυόντων δεδομένων κατά τον ουσιώδη χρόνο και τη λήψη απόφασης, λαμβανομένης βεβαίως υπόψη της εκδοθείσας δικαστικής απόφασης. (βλ. ΚΕΜ Τοurs Ltd v. Δημοκρατίας (2007) 3 Α.Α.Δ. 210.
Ως προς το δεδικασμένο τονίστηκαν τα εξής στην υπόθεση Κατσελλή ν. Δημοκρατίας (2007) 3 Α.Α.Δ. 585, σελ.587.
«Το δεδικασμένο προϋποθέτει κατ' αρχήν τη δικαστική απόφαση επί της ουσίας εγειρομένης διαφοράς και όχι επί καταλήξεων όταν αυτές είναι αποτέλεσμα της έλλειψης των προϋποθέσεων για την εξέταση της ουσίας (Γεωργίου ν. Δημοκρατίας (1995) 3 Α.Α.Δ. 349, 360). Η δικαστική απόφαση δεν περιορίζεται σε μόνο το διατακτικό αλλά εκτείνεται και στην όποια διαπίστωση του δικαστηρίου επί επίδικου θέματος, πραγματικού ή νομικού, στο βαθμό που απαιτείται για την κατάληξη την οποία εκφράζει το διατακτικό (βλ. επίσης Pieris v. Republic (1983) 3 C.L.R. 1054)."
H ευπαίδευτη συνήγορος για την εφεσείουσα παραπονείται ότι το δεδικασμένο που παρήγαγε η υπόθεση 884/2003, εδραζόταν σε δυο λόγους: α) την απουσία ενασχόλησης με τη φύση και τη βαρύτητα των πρόσθετων προσόντων της εφεσείουσας και β) την παραγνώριση του υπάρχοντος πλεονεκτήματος χωρίς ειδική αιτιολογία.
Η εισήγηση αυτή δεν μας βρίσκει σύμφωνους ιδιαιτέρως όταν στην εκκαλούμενη απόφαση αναπαράγεται η ειδική αιτιολογία που δόθηκε από την ΕΔΥ για την παραγνώριση του πλεονεκτήματος. Αυτή έγκειται στην ύπαρξη υπέρ του ενδιαφερόμενου μέρους Παρέλλη της σύστασης του Διευθυντή και της καλύτερης απόδοσης στην προφορική εξέταση. Ιδιαιτέρως όταν πρόκειται για υψηλόβαθμη θέση, που αποκτά μεγαλύτερη σημασία (βλ. Χατζηλούκα ν. Δημοκρατίας (2004) 3 Α.Α.Δ. 643. Τούτου δοθέντος, όπως ορθώς επισημαίνει ο συνάδελφος μας, ότι επρόκειτο για θέσεις υψηλά στην ιεραρχία, υπήρχε η διακριτική ευχέρεια στο διορίζον όργανο να επιλέξει το ενδιαφερόμενο πρόσωπο παρόλη τη δεκάμηνη αρχαιότητα και την ύπαρξη πρόσθετων προσόντων υπέρ της αιτήτριας. (βλ. Γερμανού ν. Δημοκρατίας κ.ά. (2005) 3 Α.Α.Δ. 93). Ως προς τα τελευταία, όπως επισημαίνεται στην απόφαση της ΕΔΥ δόθηκε η ανάλογη βαρύτητα σ΄αυτά.
Ως αποτέλεσμα τούτου ο πρώτος δεύτερος και τρίτος λόγος απορρίπτονται.
Η εφεσείουσα παραπονείται περαιτέρω ότι υποβληθέντες λόγοι ακυρώσεως, δεν εξετάστηκαν πρωτοδίκως, ιδιαιτέρως, οι λόγοι, όπως καταγράφονται στην απόφαση υπό στοιχεία «(δ)» και «(ζ)», ανάλυση των οποίων γίνεται σε άλλο σημείο της απόφασης μας, αφού ουσιαστικώς εμπεριέχονται σε άλλους λόγους έφεσης.
Γίνεται από την αιτήτρια ευρεία αναφορά και ανάλυση, με τον έκτο λόγο έφεσης, για τη λανθασμένη όπως εισηγείται διαδικασία που ακολούθησε η ΕΔΥ, με τη μη έναρξη εκ νέου της διαδικασίας από το στάδιο της συμβουλευτικής, και αντιθέτως προχώρησε σε προφορικές συνεντεύξεις. Δεν θα σχολιάσουμε περαιτέρω το θέμα αφού δεν χρήζει εξέτασης δεδομένου ότι η προσφυγή, πρωτοδίκως, είχε επιτυχή κατάληξη, σε συνάρτηση με το ενδιαφερόμενο μέρος Ζαχαριάδη.
Προβλήθηκε περαιτέρω, με τον έβδομο λόγο έφεσης, ότι μη εξέταση πρωτοδίκως των λόγων ακύρωσης που άπτοντο της παραγνώρισης του πλεονεκτήματος της εφεσείουσας έναντι του ενδιαφερομένου μέρους Ζαχαριάδη, είναι σφάλμα, αφού «θα αποκρυστάλλωνε το πεδίο επανεξέτασης χάριν της αρχής της απονομής και εφαρμογής της δικαιοσύνης σε σύντομο χρόνο». Η εισήγηση αυτή στερείται ερείσματος, όταν η προσφυγή από τη μια είχε επιτυχή κατάληξη για το ενδιαφ.μέρος Ζαχαριάδη, αλλά και από την άλλη ο συνάδελφος μας, στην απόφαση που ασχολήθηκε με την παραβίαση του δεδικασμένου της προσφυγής 884/03, και πραγματεύεται σ΄έκταση το εγερθέν αυτό θέμα.
Ως προς το θέμα του προβληθέντος επιχειρήματος περί καταχρηστικής αιτιολογίας από την ΕΔΥ, που προβάλλεται με τον όγδοο λόγο έφεσης, δεν μπορούμε να συμφωνήσουμε ότι στοιχειοθετείται από την ανάλυση που παρατίθεται με τη γραπτή αγόρευση της αιτήτριας. Το ότι η ΕΔΥ, συμπεριέλαβε στο σκεπτικό της, αποσπάσματα από τη νομολογία, μπορεί να είναι ανεπιθύμητο, αφού ουσιαστικώς δεν συμπληρώνει την αιτιολογία της απόφασης, αλλά σαφώς δεν μπορεί να χαρακτηριστεί παραπλανητικό, πόσο μάλλον, καταχρηστικό. Ο λόγος αυτός επίσης απορρίπτεται.
Συνακόλουθα η έφεση απορρίπτεται με έξοδα υπέρ της εφεσίβλητης όπως θα υπολογιστούν από τον Πρωτοκολλητή και θα εγκριθούν από το Δικαστήριο.
Η προσβαλλόμενη απόφαση της ΕΔΥ ημερ 30 Σεπτεμβρίου 2005 επικυρώνεται με βάση το Άρθρο 146.4(α) του Συντάγματος.
Η έφεση απορρίπτεται με έξοδα.