ΠΑΓΚΥΠΡΙΟΣ ΔΙΚΗΓΟΡΙΚΟΣ ΣΥΛΛΟΓΟΣ
|
(2010) 3 ΑΑΔ 315
18 Ιουνίου, 2010
[ΑΡΤΕΜΗΣ, Π., ΝΙΚΟΛΑΪΔΗΣ, ΠΑΠΑΔΟΠΟΥΛΟΥ,
ΝΙΚΟΛΑΤΟΣ, ΠΑΜΠΑΛΛΗΣ, Δ/στές]
ΚΥΠΡΙΑΚΟΣ ΟΡΓΑΝΙΣΜΟΣ ΑΘΛΗΤΙΣΜΟΥ,
Εφεσείοντες - Καθ' ων η αίτηση,
v.
ΑΝΔΡΕΑ ΠΟΤΑΜΙΤΗ,
Εφεσιβλήτου - Αιτητή.
(Αναθεωρητική Έφεση Αρ. 111/2007)
Προσφυγή βάσει του Άρθρου 146 του Συντάγματος ― Προθεσμία ― Η ανατρεπτική προθεσμία των 75 ημερών, της παραγράφου 3 του Άρθρου 146 ― Περιστάσεις, υπό τις οποίες κρίθηκε ότι η προσφυγή δεν ήταν εκπρόθεσμη στην εξετασθείσα υπόθεση, υπό το φως της συναφούς νομολογίας του Ανωτάτου Δικαστηρίου.
Αναθεωρητική Δικαιοδοσία ― Συνεπάγεται έλεγχο νομιμότητας και όχι σκοπιμότητας ― Το αναθεωρητικό Δικαστήριο δεν έχει τη δυνατότητα αναμόρφωσης των προνοιών μιας διοικητικής απόφασης ή συμπλήρωσης ενός νομοθετήματος ― Η συναφής νομολογία του Ανωτάτου Δικαστηρίου και η εφαρμογή της στα γεγονότα της κριθείσας περίπτωσης.
Συνταγματικό Δίκαιο ― Αρχή της ισότητας ― Άρθρο 28 του Συντάγματος ― Ερμηνεία του από τη νομολογία ― Περιστάσεις υπό τις οποίες κρίθηκε ότι δεν συνέτρεχε περίπτωση παραβίασης της αρχής της ισότητας στην εξετασθείσα υπόθεση.
Κυπριακός Οργανισμός Αθλητισμού ― Βράβευση αρίστων αθλητών που διακρίνονται σε ολυμπιακούς ή διεθνείς αγώνες ― Η διαφοροποίηση του ύψους του χρηματικού ποσού του βραβείου που χορηγείται σε διακριθέντες σε Ολυμπιάδα, κατ' αντιδιαστολή προς διακριθέντες σε Παραολυμπιάδα, δεν ενέχει το στοιχείο της άνισης μεταχείρισης, αλλά είναι ευλόγως δικαιολογημένη.
Οι εφεσείοντες αμφισβήτησαν την ορθότητα της πρωτόδικης δικαστικής απόφασης, με την οποία είχε ακυρωθεί η χορήγηση στον εφεσίβλητο χρηματικού βραβείου ύψους Λ.Κ.12.000. (Ο εφεσίβλητος διεκδικούσε βραβείο ύψους Λ.Κ. 60.000).
Η Ολομέλεια του Ανωτάτου Δικαστηρίου, επιτρέποντας την έφεση, αποφάσισε ότι:
1. Προέχει το ζήτημα της εμπροθέσμου ή μη, καταχώρησης της προσφυγής, που αποτελεί θέμα δημοσίας τάξεως.
Η ενεργοποίηση της αποτρεπτικής προθεσμίας των 75 ημερών, αρχίζει, με βάση τις πρόνοιες του Άρθρου 146.3 του Συντάγματος «από της ημέρας καθ' ην η πράξις ή παράλειψης περιήλθε εις γνώσιν του προσφεύγοντος».
Η γνωστοποίηση των προνοιών του Σχεδίου Παροχών που έγινε εν προκειμένω στις 6.8.2004, από τον Πρόεδρο του Κ.Ο.Α., σαφώς δεν μπορεί ν' αποτελέσει υπόβαθρο ικανοποίησης της προϋπόθεσης πλήρους γνώσης, αφού, όπως είναι αποδεχτό, ο εφεσίβλητος δεν ήταν παρών. Εν πάση περιπτώσει αφού δεν είχαν διεξαχθεί οι αγώνες τυχόν αμφισβήτηση από τον εφεσίβλητο του ανακοινωθέντος ποσού, θα ήταν πρόωρη και χωρίς έννομο συμφέρον, αφού δεν είχε ακόμη λάβει ο ίδιος μέρος στους αγώνες. Ούτε η διαμαρτυρία της Συνομοσπονδίας Παραολυμπιακής Επιτροπής προς τον Κ.Ο.Α., που έγινε το Δεκέμβρη του 2004, ενέχει, από μόνη της, χωρίς άλλο επί τούτου μαρτυρικό υλικό, που δεν υπάρχει στο φάκελο, ένδειξη γνώσης του εφεσίβλητου. Η κοινοποίηση ή γνωστοποίηση της απόφασης απαιτείται, αφού τότε μόνο αρχίζει η έναρξη της προθεσμίας των 75 ημερών. Ο τελευταίος σταθμός στην πορεία των γεγονότων της παρούσας υπόθεσης είναι η προσφορά της οικονομικής επιβράβευσης των Λ.Κ.12.000 προς τον εφεσίβλητο που έγινε, όπως είναι αποδεχτό στις 13.4.2005. Επομένως ορθώς, αποφασίστηκε πρωτοδίκως ότι η προθεσμία θα έπρεπε ν' αρχίσει από την πιο πάνω ημερομηνία.
2. Επί της ουσίας όμως η προσφυγή, όπως διατυπώνεται το αιτητικό της θα έπρεπε να απορριφθεί, γιατί το Δικαστήριο, ως αναθεωρητικό, ασκεί έλεγχο της νομιμότητας μιας πράξης ή απόφασης και όχι της σκοπιμότητας που ήθελε να εξυπηρετήσει η σχετική απόφαση της διοίκησης. Ούτε παράλληλα το δικαστήριο έχει τη δυνατότητα αναμόρφωσης των προνοιών μιας διοικητικής απόφασης, όπως του Σχεδίου Παροχών, ή συμπλήρωσης ενός νομοθετήματος.
3. Ανεξάρτητα από την πιο πάνω κατάληξη, είναι έκδηλο εν προκειμένω ότι προβάλλεται σύγκριση ανομοίων αντικειμένων. Η συνταγματική αρχή της ισότητας, που καλύπτεται από τις πρόνοιες του Άρθρου 28 του Συντάγματος, απαιτεί ισομερή αντιμετώπιση ομοίων καταστάσεων, με βάση συγκεκριμένο μέτρο σύγκρισης.
Στην προκείμενη περίπτωση τέτοια διάκριση δεν υπάρχει, παρόλο που αναγνωρίζεται η υπερπροσπάθεια ατόμων με αναπηρία να συμμετέχουν σε αθλητικές διοργανώσεις. Μια άλλη σημαντική παράμετρος που τείνει να καταδείξει τη διαφοροποίηση που υπάρχει στην εξεταζόμενη υπόθεση, είναι το γεγονός ότι το Σχέδιο Παροχών ανακοινώθηκε και η οικονομική επιβράβευση προς τους αθλητές καθορίστηκε από τον Κ.Ο.Α. στις 6.8.2004, πριν την έναρξη των Παραολυμπιακών Αγώνων του 2004, που αποτέλεσε την αφετηρία διεκδίκησης από τον εφεσίβλητο. Συνεπώς, δεν μπορεί να ευσταθήσει το επιχείρημα της άνισης μεταχείρισης, που εισηγήθηκε ο εφεσίβλητος ότι έγινε και αποδέχτηκε ως ορθό το πρωτόδικο Δικαστήριο. Η πρόθεση βράβευσης επιτυχόντων αθλητών είχε από τότε προσδιοριστεί, όπως φαίνεται στο Σχέδιο Παροχών και κατατέθηκε στο φάκελο της υπόθεσης. Δεν έγινε αλλαγή έτσι ώστε να μπορεί να ευσταθήσει το προβληθέν επιχείρημα. Από το περιεχόμενο της απόφασης του Κ.Ο.Α., για καθορισμό παροχών για παραολυμπιακούς αγώνες, φαίνεται καθαρά η επισήμανση των διαφορών με άλλους αγώνες, που οφείλονται σε «καθαρά αγωνιστικές διαφορές». Είναι εμφανές ότι υπάρχει επαρκής αιτιολογία για τη σχετική απόφαση.
Η έφεση επιτυγχάνει με έξοδα.
Αναφερόμενες Υποθέσεις:
Παπαντωνίου κ.ά. ν. Δήμου Λευκωσίας (2010) 3 Α.Α.Δ. 122,
Κ.Ο.Α. ν. Πελενδρίτου (2007) 3 Α.Α.Δ. 517,
Georghiou v. The Republic of Cyprus (1981) 3 C.L.R. 59,
Dias Publishing Co. Ltd v. Δημοκρατίας (1996) 3 Α.Α.Δ. 550,
Βρούντου ν. Δημοκρατίας (2006) 3 Α.Α.Δ. 78,
Αντωνίου ν. Δημοκρατίας (1997) 3(Α) Α.Α.Δ. 441,
Χαραλάμπους κ.ά. ν. Δημοκρατίας (2009) 3 Α.Α.Δ. 192.
Έφεση.
Έφεση από τους εφεσείοντες εναντίον της απόφασης Δικαστή του Aνωτάτου Δικαστηρίου (Φωτίου, Δ.), (Υπόθεση Aρ. 657/05), ημερ. 15/6/07.
M. Χριστοφίδης, για τους Εφεσείοντες.
Κ. Αριστείδου, για τον Εφεσίβλητο.
Cur. adv. vult.
ΑΡΤΕΜΗΣ, Π.: Την απόφαση του Δικαστηρίου θα δώσει ο Δικαστής Παμπαλλής.
ΠΑΜΠΑΛΛΗΣ, Δ.: Ο Κυπριακός Οργανισμός Αθλητισμού (Κ.Ο.Α.) στα πλαίσια της προώθησης και ενίσχυσης του αθλητισμού στην Κύπρο καθιέρωσε τη βράβευση των αρίστων αθλητών που διακρίνονται σε ολυμπιακούς ή διεθνείς αγώνες, παραχωρώντας, μεταξύ άλλων και χρηματικό ποσό.
Ο εφεσίβλητος πάσχει από αναπηρία των κάτω άκρων. Ως πρωταθλητής Κύπρου στην κολύμβηση, έλαβε μέρος στην παραολυμπιάδα της Αθήνας το 2004, ως μέλος της κυπριακής αποστολής, και κατέλαβε την 7η θέση στα 50 μέτρα κολύμβησης.
Ο Κ.Ο.Α., με βάση το Σχέδιο Υψηλών Παροχών Αθλητών και Προπονητών Παραολυμπιακής Επιτροπής, (στο εξής Σχέδιο Παροχών) ενέκρινε την παροχή στον εφεσίβλητο ποσού Λ.Κ.12.000 που αποτελούσε την καθορισθείσα, με βάση το πιο πάνω Σχέδιο, χρηματική επιβράβευση, για τη κατάληψη της 7ης θέσης που πέτυχε. Στις 13.4.2005, ο εφεσίβλητος αρνήθηκε να παραλάβει το προσφερθέν ποσό προβάλλοντας αξίωση για καταβολή ποσού ΛΚ£60.000 το οποίο αντιστοιχούσε, με βάση την αντιστοιχία που ίσχυε για επιτυχία, όμοια του εφεσίβλητου, σε Ολυμπιακούς Αγώνες.
Με προσφυγή που καταχώρησε ο εφεσίβλητος επιδίωξε την κήρυξη της σχετικής απόφασης του Κ.Ο.Α. ως άκυρης και ταυτοχρόνως αμφισβήτησε τη νομιμότητα της διάκρισης και κατηγοριοποίησης των αγώνων με την προσφορά, δυνάμει του Σχεδίου Παροχών, του 1/5 του ποσού που καταβάλλεται σε αθλητές που λαμβάνουν μέρος σε Ολυμπιακούς ή διεθνείς αγώνες.
O αδελφός μας δικαστής που εκδίκασε την προσφυγή, κατέληξε στο συμπέρασμα ότι η απόφαση των εφεσειόντων δεν ήταν αιτιολογημένη και με αυτή, παρόλο που το Σχέδιο Παροχών διαφοροποιήθηκε πριν τη διεξαγωγή των παραολυμπιακών της Αθήνας, δημιούργησε μια δυσμενή διάκριση μεταξύ αρτιμελών και μη αθλητών. Ως αποτέλεσμα τούτου ακύρωσε τη συγκεκριμένη απόφαση του Κ.Ο.Α..
Οι εφεσείοντες με τον πρώτο λόγο έφεσης αμφισβητούν την ορθότητα της κατάληξης του δικαστηρίου ότι η προσφυγή είχε κατατεθεί εμπρόθεσμα. Από τα γεγονότα που κατατέθηκαν, καταδεικνύεται, κατά την εισήγηση του συνήγορου των με αναφορά σε παραδείγματα, ότι ο εφεσίβλητος είχε πλήρη γνώση της απόφασης των εφεσειόντων πολύ πριν από τις 13.4.2005, ημερομηνία κατά την οποία προσφέρθηκε η σχετική επιταγή των Λ.Κ.12.000. Όχι μόνο υπήρχε γνώση αλλά θα ήταν πρόσθεσε, εφικτό από τον εφεσίβλητο αν επιδείκνυε επιμέλεια να περιερχόταν σε γνώση του η σχετική απόφαση.
Η επαρκής και πλήρης γνώση των δικαιωμάτων του εφεσίβλητου, έγινε, όπως υποστήριξε ο συνήγορος του, κατά το στάδιο της προσφοράς της επιταγής του ποσού των Λ.Κ.12.000 και όχι προηγουμένως. Δέχτηκε ότι όντως έλαβε χώρα στις 6.8.2004, η αναφερθείσα από τους εφεσείοντες δημοσιογραφική διάσκεψη, στην οποία ανακοινώθηκαν τα χρηματικά έπαθλα που σκόπευε να προσφέρει ο Κ.Ο.Α. σε επιτυχόντες αθλητές αλλά, την εποχή εκείνη, συνέχισε, ο εφεσίβλητος βρισκόταν για προετοιμασία εκτός Κύπρου και εν πάση περιπτώσει η δημιουργία του δικαιώματος να προβάλει αξίωση για εφαρμογή των προνοιών του Σχεδίου Παροχών, επέβαλλε τη συμμετοχή και επιτυχία του σε αγώνες.
Θα ασχοληθούμε κατ' αρχάς με το ζήτημα της εμπροθέσμου ή μη καταχώρησης της προσφυγής, που αποτελεί θέμα δημοσίας τάξεως.
Η ενεργοποίηση της αποτρεπτικής προθεσμίας των 75 ημερών, αρχίζει, με βάση τις πρόνοιες του Άρθρου 146.3 του Συντάγματος «από της ημέρας καθ' ην η πράξις ή παράλειψης περιήλθε εις γνώσιν του προσφεύγοντος». Ευρεία ανάλυση του τρόπου υπολογισμού του χρόνου και των παραμέτρων που λαμβάνονται υπόψη, έγινε στην πρόσφατη απόφαση της Ολομέλειας του Ανωτάτου Δικαστηρίου στην Παπαντωνίου κ.ά. ν. Δήμου Λευκωσίας (2010) 3 Α.Α.Δ. 122. Παρόλο που εκεί, επίκεντρο της απόφασης, ήταν η γνωστοποίηση διατάγματος απαλλοτρίωσης, επιβεβαιώθηκε η αρχή της πλήρους και ικανοποιητικής γνώσης που επιβάλλεται να υπάρχει, με βάση την πιο πάνω συνταγματική πρόνοια.
Στην προκείμενη υπόθεση, είναι αποδεχτό γεγονός πως το Σχέδιο Παροχών οριστικοποιήθηκε σε συνεδρία του διοικητικού συμβουλίου του Κ.Ο.Α., ημερ. 22.6.2004. Γνωστοποιήθηκε σε δημοσιογραφική διάσκεψη του Προέδρου της Ολυμπιακής Επιτροπής και του Προέδρου του Κ.Ο.Α., που πραγματοποιήθηκε στις 6.8.2004, πριν αναχωρήσουν οι αθλητές για τους Παραολυμπιακούς της Αθήνας του 2004. Όπως δέχτηκε η πλευρά των εφεσειόντων και σημειώνεται στην πρωτόδικη απόφαση, ο εφεσίβλητος δεν ήταν παρών στη δημοσιογραφική αυτή διάσκεψη.
Ένα άλλο σημείο που χρήζει αναφοράς είναι ότι το Δεκέμβρη του 2004, υποβλήθηκε παράπονο από τη Συνομοσπονδία Παραολυμπιακής Επιτροπής προς τον Κ.Ο.Α., για το ύψος των βραβεύσεων και επίσης στις 17.12.2004, έλαβε χώρα τιμητική εκδήλωση για τους αθλητές της Παραολυμπιάδας του 2004. Για συμπλήρωση της εικόνας επαναλαμβάνουμε ότι η προσφορά του ποσού των Λ.Κ.12.000 προς τον εφεσίβλητο, έγινε στις 13.4.2005, ο τελευταίος αρνήθηκε, να το παραλάβει και 9.6.2005 προσέφυγε στο Ανώτατο Δικαστήριο.
Με γνώμονα την πιο πάνω δέσμη γεγονότων έχουμε την άποψη ότι η γνωστοποίηση των προνοιών του Σχεδίου Παροχών που έγινε στις 6.8.2004, από τον Πρόεδρο του Κ.Ο.Α., σαφώς δεν μπορεί ν' αποτελέσει υπόβαθρο ικανοποίησης της προϋπόθεσης πλήρους γνώσης, αφού, όπως είναι αποδεχτό, ο εφεσίβλητος δεν ήταν παρών. Εν πάση περιπτώσει αφού δεν είχαν διεξαχθεί οι αγώνες τυχόν αμφισβήτηση από τον εφεσίβλητο του ανακοινωθέντος ποσού, θα ήταν πρόωρη και χωρίς έννομο συμφέρον, αφού δεν είχε ακόμη λάβει ο ίδιος μέρος στους αγώνες. Ούτε η διαμαρτυρία της Συνομοσπονδίας Παραολυμπιακής Επιτροπής προς τον Κ.Ο.Α., που έγινε το Δεκέμβρη του 2004, ενέχει, από μόνη της, χωρίς άλλο επί τούτου μαρτυρικό υλικό, που δεν υπάρχει στο φάκελο, ένδειξη γνώσης του εφεσίβλητου. Η κοινοποίηση ή γνωστοποίηση της απόφασης απαιτείται, αφού τότε μόνο αρχίζει η έναρξη της προθεσμίας των 75 ημερών. Ο τελευταίος σταθμός στην πορεία των γεγονότων της παρούσας υπόθεσης είναι η προσφορά της οικονομικής επιβράβευσης των Λ.Κ.12.000 προς τον εφεσίβλητο που έγινε, όπως είναι αποδεχτό στις 13.4.2005. Επομένως ορθώς, αποφασίστηκε πρωτοδίκως ότι η προθεσμία θα έπρεπε ν΄αρχίσει από την πιο πάνω ημερομηνία. Η υπόθεση Κ.Ο.Α. ν. Πελενδρίτου (2007) 3 Α.Α.Δ. 517, που ασχολήθηκε με παρόμοιο θέμα και σημειώνεται στην πρωτόδικη απόφαση, αποφασίστηκε με βάση τα ιδιαίτερα της περιστατικά, αφού εκεί με σαφήνεια υπήρχε γνώση, που αναφύεται από επιστολή της μητέρας της εκεί εφεσίβλητης, σε χρονικό διάστημα προγενέστερο της ημερομηνίας καταχώρισης της προσφυγής. Εδώ δεν υπάρχει, όπως σημειώσαμε τέτοιο υπόβαθρο, συνεπώς ο πρώτος λόγος έφεσης απορρίπτεται.
Επί της ουσίας του θέματος πρέπει να παρατηρήσουμε ότι η προσφυγή, όπως διατυπώνεται το αιτητικό της θα έπρεπε να απορριφθεί γιατί το Δικαστήριο, ως αναθεωρητικό, ασκεί έλεγχο της νομιμότητας μιας πράξης ή απόφασης και όχι της σκοπιμότητας που ήθελε να εξυπηρετήσει η σχετική απόφαση της διοίκησης (βλ. Varnava Georghiou v. The Republic of Cyprus (1981) 3 C.L.R. 59. Ούτε παράλληλα το δικαστήριο έχει τη δυνατότητα αναμόρφωσης των προνοιών μιας διοικητικής απόφασης, όπως του Σχεδίου Παροχών, ή συμπλήρωσης ενός νομοθετήματος, όπως τονίστηκε στην υπόθεση Dias Publishing Co. Ltd v. Δημοκρατίας (1996) 3 Α.Α.Δ. 550 και επαναλήφθηκε πιο πρόσφατα στην υπόθεση Βρούντου ν. Δημοκρατίας (2006) 3 Α.Α.Δ. 78.
Παρόλη την πιο πάνω κατάληξη μας, θα προχωρήσουμε να εξετάσουμε και τους υπόλοιπους λόγους έφεσης.
Οι εφεσείοντες με το δεύτερο λόγο έφεσης, υποστηρίζουν ότι η κατάληξη του Δικαστηρίου περί προβλεπόμενου με βάση το Σχέδιο Παροχών, διαχωρισμού, σε αρτιμελείς ή μη αθλητές, και η μείωση του ποσοστού για τους πρώτους, είναι λανθασμένη. Δεν ίσχυσε, με βάση τα γεγονότα που τέθηκαν ενώπιον του Δικαστηρίου σχέδιο βράβευσης αρτιμελών και μη αθλητών, συνεπώς δεν υπήρξε πρόσθεσαν οι εφεσείοντες διαφοροποίηση, ή μείωση του καταβληθέντος ποσοστού. Η ουσιώδης διαφορά, εισηγήθηκε ο συνήγορος, έγκειται στη διαφοροποίηση των διεθνών αγώνων που διεξάγονται για αρτιμελείς και αθλητές με αναπηρία. Υπάρχει διαφορά στο αγωνιστικό επίπεδο, την αγωνιστική δυσκολία και την ικανότητα που απαιτείται. Για το λόγο αυτό είπε, υπάρχει άλλος σχεδιασμός, όπως επίσης και διαφορετική Επιτροπή Διοργάνωσης των Ολυμπιακών και διαφορετική για τους Παραολυμπιακούς Αγώνες.
Ο εφεσίβλητος παραδέχεται ότι με το Σχέδιο Παροχών υπάρχει διαφοροποίηση στο ύψος της καταβληθείσας χορηγίας όταν πρόκειται περί αθλητών με ή χωρίς αναπηρία. Εδώ ακριβώς, όπως εισηγήθηκε, έγκειται και η διάκριση σε βάρος μερίδας αθλητών, και η κακή πίστη που επέδειξαν οι εφεσείοντες.
Η απόφαση του Κ.Ο.Α. ήταν επαρκώς δικαιολογημένη και τούτο, υποστηρίχθηκε από τους εφεσείοντες με τον τρίτο λόγο έφεσης, προκύπτει από τους διοικητικούς φακέλους που κατατέθηκαν ενώπιον του πρωτόδικου δικαστηρίου. Η φύση των πραγμάτων, που αφορά αγώνες αρτιμελών και αθλητών με αναπηρία, επιβάλλει διάκριση, εισηγήθηκαν οι εφεσείοντες, αμφισβητώντας το εύρημα του πρωτόδικου Δικαστηρίου, ότι η μη καταβολή ισάριθμου χρηματικού επάθλου στους αθλητές των δύο κατηγοριών προκαλεί δυσμενή διάκριση σε βάρος των αθλητών με αναπηρία. Οι εφεσείοντες εφάρμοσαν, κατέληξε επί του προκειμένου ο συνήγορος, την προβλεπόμενη, από το Σχέδιο Παροχών ρύθμιση. Αυτή με βάση τη διαφορά συμμετοχής στους αγώνες δεν προκαλεί διάκριση, αφού δεν αποτελεί αντίκριση ομοίων περιπτώσεων αλλά ανομοίων.
Όπως σημειώσαμε πιο πάνω το βασικό παράπονο του εφεσίβλητου, ήταν η διαφοροποίηση που κατ' ισχυρισμόν, έκαμε ο Κ.Ο.Α., μεταξύ αθλητών που έλαβαν μέρος στην Παραολυμπιάδα του 2004, και αθλητών που έλαβαν μέρος στην Ολυμπιάδα της Αθήνας του 2004, θέση που έγινε δεχτή από το πρωτόδικο δικαστήριο.
Διαφωνούμε με αυτή την προσέγγιση. Υπάρχει μια σημαντική διαφορά μεταξύ των δυο αθλητικών διοργανώσεων, τόσο από πλευράς συμμετοχής όσο και από πλευράς επιπέδου διοργάνωσης. Είναι συνεπώς έκδηλο ότι προβάλλεται σύγκριση ανομοίων αντικειμένων. Η συνταγματική αρχή της ισότητας, που καλύπτεται από τις πρόνοιες του Άρθρου 28 του Συντάγματος, απαιτεί ισομερή αντιμετώπιση ομοίων καταστάσεων, με βάση συγκεκριμένο μέτρο σύγκρισης. Η εμβέλεια εφαρμογής του πιο πάνω άρθρου αναλύθηκε σ' έκταση στην υπόθεση Αντωνίου ν. Δημοκρατίας (1997) 3(Α) Α.Α.Δ. 441 το σκεπτικό της οποίας υιοθετήθηκε πρόσφατα και στην υπόθεση Χαραλάμπους κ.ά. ν. Δημοκρατίας (2009) 3 Α.Α.Δ. 192.
Στην προκείμενη περίπτωση τέτοια διάκριση δεν υπάρχει, παρόλο που αναγνωρίζεται η υπερπροσπάθεια ατόμων με αναπηρία να συμμετέχουν σε αθλητικές διοργανώσεις. Μια άλλη σημαντική παράμετρος που τείνει να καταδείξει τη διαφοροποίηση που υπάρχει στην εξεταζόμενη υπόθεση, είναι το γεγονός ότι το Σχέδιο Παροχών ανακοινώθηκε και η οικονομική επιβράβευση προς τους αθλητές καθορίστηκε από τον Κ.Ο.Α. στις 6.8.2004, πριν την έναρξη των Παραολυμπιακών Αγώνων του 2004, που αποτέλεσε την αφετηρία διεκδίκησης από τον εφεσίβλητο. Συνεπώς, δεν μπορεί να ευσταθήσει το επιχείρημα της άνισης μεταχείρισης, που εισηγήθηκε ο εφεσίβλητος ότι έγινε και αποδέχτηκε ως ορθό το Δικαστήριο. Η πρόθεση βράβευσης επιτυχόντων αθλητών είχε από τότε προσδιοριστεί, όπως φαίνεται στο Σχέδιο Παροχών και κατατέθηκε στο φάκελο της υπόθεσης. Δεν έγινε αλλαγή έτσι ώστε να μπορεί να ευσταθήσει το προβληθέν επιχείρημα. Από το περιεχόμενο της απόφασης του Κ.Ο.Α., για καθορισμό παροχών για παραολυμπιακούς αγώνες, φαίνεται καθαρά η επισήμανση των διαφορών με άλλους αγώνες, που οφείλονται σε «καθαρά αγωνιστικές διαφορές». Είναι εμφανές ότι υπάρχει επαρκής αιτιολογία για τη σχετική απόφαση. Ούτε βρίσκουμε να υπάρχει οποιαδήποτε βάση στην κατάληξη του πρωτόδικου δικαστηρίου για καθορισμό μικρότερης επιβράβευσης, ήτοι το 1/5, για παροχές σε αθλητές Παραολυμπιακών Αγώνων. Δεν φαίνεται από το παρουσιασθέν υλικό τέτοιας υφής πρόνοια ή απόφαση του Κ.Ο.Α.. Το Σχέδιο Παροχών είναι αυτοδύναμο. Συνεπώς θεωρούμε την απόφαση του αδελφού μας Δικαστή, λανθασμένη επί του προκειμένου.
Με γνώμονα τα πιο πάνω, η έφεση επιτυγχάνει, η πρωτόδικη απόφαση παραμερίζεται και η απόφαση των εφεσειόντων ημερ. 13.4.2005 επικυρώνεται. Ποσό €1.700 ως έξοδα επιδικάζεται υπέρ των εφεσειόντων και εναντίον του εφεσίβλητου.
Η έφεση επιτυγχάνει με έξοδα.