ΠΑΓΚΥΠΡΙΟΣ ΔΙΚΗΓΟΡΙΚΟΣ ΣΥΛΛΟΓΟΣ

Έρευνα - Κατάλογος Αποφάσεων - Εμφάνιση Αναφορών (Noteup on) - Αφαίρεση Υπογραμμίσεων


(2006) 3 ΑΑΔ 759

12 Δεκεμβρίου, 2006

[ΑΡΤΕΜΙΔΗΣ, Π., ΝΙΚΟΛΑΟΥ, ΚΡΟΝΙΔΗΣ,

ΓΑΒΡΙΗΛΙΔΗΣ, ΠΑΠΑΔΟΠΟΥΛΟΥ, Δ/στές]

ΚΥΠΡΙΑΚΗ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑ, ΜΕΣΩ

ΚΕΝΤΡΙΚΟΥ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟΥ ΠΡΟΣΦΟΡΩΝ,

Εφεσείων-Καθ' ου η αίτηση,

v.

ΧΑΡ. ΠΗΛΑΚΟΥΤΑΣ ΛΤΔ,

Εφεσίβλητης-Αιτήτριας.

(Αναθεωρητική Έφεση Αρ. 3838)

 

Προσφορές ― Ουσιώδεις όροι προσφορών ― Βάσει της διατύπωσης του όρου για προσκόμιση πιστοποιητικών για τακτοποίηση φορολογικών υποχρεώσεων, ο όρος ήταν ουσιώδης ― Ορθά αποκλείστηκε ο προσφοροδότης, που παρέλειψε να περιλάβει μέσα στο φάκελο της προσφοράς τέτοια πιστοποιητικά ― Δεν επιδρά στη συνέπεια αυτή, το γεγονός ότι επρόκειτο περί λάθους.

Η εφεσείουσα Δημοκρατία επεδίωξε παραμερισμό της πρωτόδικης ακυρωτικής απόφασης, με την οποία ακυρώθηκε η κατακύρωση της επίδικης προσφοράς στο ενδιαφερόμενο μέρος.

Η Ολομέλεια του Ανωτάτου Δικαστηρίου, κάνοντας δεχτή την έφεση, αποφάσισε ότι:

Η έφεση ευσταθεί. Όπως ορθά παρατήρησε ο Νικολάου, Δ., στην C.A.F. Computers Limited v. Κυπριακής Δημοκρατίας, Προσφυγή Aρ. 800/02, ημερομηνίας 26.9.03, το Άρθρο 7 του περί Προσφορών του Δημοσίου Νόμου του 1997 θέτει την κατ' ελάχιστο, όχι την κατ΄ ανώτατο όριο απαίτηση αναφορικά με το θέμα της υποβολής των πιστοποιητικών. Οι όροι της προσφοράς μπορούν να απαιτούν, επιπλέον, την προσκόμιση των πιστοποιητικών μαζί με την προσφορά και, ταυτόχρονα, να προβλέπουν για αποκλεισμό της προσφοράς σε περίπτωση παράλειψης. Στην προκείμενη περίπτωση, αυτό ακριβώς έγινε. Με τους όρους 1.6.1(d) και 1.6.1(e) το Συμβούλιο καθόρισε ότι τα τρία πιστοποιητικά από τα αντίστοιχα κυβερνητικά τμήματα, με το περιγραφόμενο περιεχόμενο, έπρεπε να περιέχονται στο φάκελο με την περιγραφή Technical Proposal, σε περίπτωση δε κατά την οποία δεν περιείχοντο στον εν λόγω φάκελο ή, περιείχοντο μεν, αλλά το περιεχόμενο τους δεν ήταν το ζητούμενο, η προσφορά θα απορριπτόταν. Οι όροι ήταν, δηλαδή, ουσιώδεις, εξού και οι σχετικές υπογραμμίσεις στο κείμενό τους. Με αυτά τα δεδομένα, το Κεντρικό Συμβούλιο Προσφορών δεν είχε, κατά την άποψή μας, άλλη επιλογή από του να απορρίψει την προσφορά της εφεσίβλητης ως μη συνάδουσα με ουσιώδεις όρους της προσφοράς. Και τούτο διότι η παράλειψη της εφεσίβλητης να υποβάλει τα τρία πιστοποιητικά, σύμφωνα με τους όρους 1.6.1(d) και 1.6.1(e) της προσφοράς, δεν μπορούσε να έχει ως συνέπεια τη γέννηση υποχρέωσης του Συμβουλίου να προχωρήσει σε διερεύνηση των λόγων της παράλειψης και, σε περίπτωση κατά την οποία εξακριβωνόταν ότι η παράλειψη οφειλόταν σε λάθος της εφεσίβλητης να το παραβλέψει ή να το διορθώσει. Τέτοια ενέργεια θα συνιστούσε, όχι μόνο εκτροπή από όρους της προσφοράς τους οποίους το ίδιο το Συμβούλιο προκαθόρισε ως ουσιώδεις, αλλά και ευνοϊκή μεταχείριση της εφεσίβλητης έναντι των προσφοροδοτών οι οποίοι συμμορφώθηκαν πλήρως με τους όρους αυτούς. Κατά παράβαση της αρχής της ίσης μεταχείρισης των προσφοροδοτών.

Όσον αφορά την άποψη του πρωτόδικου Δικαστή, ότι "η διοίκηση είχε ενώπιόν της ισχυρά δεδομένα πως επρόκειτο για λάθος η πρόκληση του οποίου δεν ήταν και ασύνδετη από ενέργειες της ίδιας", ήτοι τις διαδοχικές παρατάσεις της τελευταίας ημερομηνίας υποβολής των προσφορών και, επομένως, όφειλε, και γι' αυτό το λόγο, να διερευνήσει το ζήτημα, αν δηλαδή όντως επρόκειτο περί λάθους και, σε περίπτωση καταφατικής απάντησης, να το παραβλέψει ή να το διορθώσει, προς όφελος της εφεσίβλητης, αυτή δεν βρίσκει σύμφωνη την Ολομέλεια. Δεν προκύπτει από πουθενά ότι η διοίκηση, εν προκειμένω το Συμβούλιο, με τη διαδοχική παράταση της ημερομηνίας της υποβολής των προσφορών συνέτεινε στη διάπραξη του πιθανολογούμενου λάθους. Στη διαδικασία των προσφορών είναι σύνηθες να παρατείνεται διαδοχικά η ημερομηνίας υποβολής τους. Πολλές φορές για λόγους που εξυπηρετούν την διοίκηση. Άλλες για λόγους που εξυπηρετούν τους προσφοροδότες. Και άλλες για λόγους που εξυπηρετούν και τις δύο πλευρές. Όπως, όμως, και να έχουν τα πράγματα, δεν μπορεί, η για οποιοδήποτε λόγο επανειλημμένη παράταση της ημερομηνίας της υποβολής προσφορών να οδηγεί στην οποιαδήποτε χαλάρωση της υποχρέωσης των προσφοροδοτών για συμμόρφωση προς τους όρους της προσφοράς, και δη προς τους όρους εκείνους τους οποίους η ίδια η διοίκηση προκαθόρισε ως ουσιώδεις, με το σκεπτικό ότι ο προσφοροδότης διέπραξε κάποιο λάθος για λόγο για τον οποίο δεν είναι άμοιρη ευθυνών και η διοίκηση.

Η έφεση επιτυγχάνει με έξοδα.

Αναφερόμενη Υπόθεση:

C.A.F. Computers Limited v. Κυπριακής Δημοκρατίας, Υπόθ. Αρ. 800/02, ημερ. 26.9.2003.

Έφεση.

Έφεση από τον εφεσείοντα εναντίον της απόφασης Δικαστή του Aνωτάτου Δικαστηρίου (Yπ. Aρ. 501/2003), ημερ. 7/6/2004.

Ε. Νικολαΐδου, Ανώτερη Δικηγόρος της Δημοκρατίας, για τον Εφεσείοντα.

Α. Ευαγγέλου, για την Εφεσίβλητη.

Cur. adv. vult.

ΑΡΤΕΜΙΔΗΣ, Π.: Την ομόφωνη απόφαση του Δικαστηρίου θα δώσει ο Γαβριηλίδης, Δ..

ΓΑΒΡΙΗΛΙΔΗΣ, Δ.: Το Τμήμα Ηλεκτρομηχανολογικών Υπηρεσιών ζήτησε προσφορές για την προμήθεια λεωφορείων αεροδρομίου. Ως ημερομηνία υποβολής των προσφορών καθορίστηκε η 24.5.2002. Όμως, με διαδοχικές παρατάσεις, η 24.5.2002 αντικαταστάθηκε με την 5.7.2002.

Σύμφωνα με τον όρο 1.6.1(d), του Schedule No. 2, με τον τίτλο Tender Documents, όλα τα πιστοποιητικά τα οποία καθορίζονταν στον όρο 1.6.1(e) έπρεπε να περιέχονται στο φάκελο με την περιγραφή Technical Proposal. Εάν δεν περιέχονταν στο φάκελο, η προσφορά θα απορριπτόταν. Ο όρος 1.6.1(e), όπου η παραπομπή, προέβλεπε ότι οι προσφορές έπρεπε να συνοδεύονται από πρωτότυπα πιστοποιητικά τα οποία να επιβεβαιώνουν ότι διευθετήθηκε κάθε οφειλή και υποχρέωση του προσφοροδότη προς το Φόρο Εισοδήματος, τις Κοινωνικές Ασφαλίσεις και το Φόρο Προστιθέμενης Αξίας.*

Η εταιρεία Χαράλαμπος Πηλακούτας Λτδ, ένας από τους δύο προσφοροδότες, επισύναψε στην προσφορά της τα τρία πιστοποιητικά με αναφορά, όμως, στην 24.5.2002. Ως αποτέλεσμα παρέμενε ακάλυπτη η περίοδος μέχρι την 5.7.2002. Συνακόλουθα, εφόσον τα πιστοποιητικά έπρεπε να βεβαιώνουν διευθέτηση για περίοδο η οποία να έληγε δύο ή, ανάλογα, τρεις μήνες πριν από την τελευταία ημερομηνία υποβολής των προσφορών, ήτοι την 5.7.2002, η αντίστοιχη περίοδος παρέμενε ακάλυπτη.

Στη συνεδρία του της 29.8.2002 το Κεντρικό Συμβούλιο Προσφορών (το Συμβούλιο) δέχτηκε ότι τα πιστοποιητικά τα οποία υπέβαλε η εταιρεία Χαράλαμπος Πηλακούτας Λτδ "θα ήταν έγκυρα αν δεν διαφοροποιείτο η τελευταία ημερομηνία υποβολής των προσφορών". Όμως, επειδή επικράτησε η άποψη ότι ο όρος ήταν ουσιώδης, η Χαράλαμπος Πηλακούτας Λτδ αποκλείστηκε και, στη συνέχεια, αποφασίστηκε το άνοιγμα του οικονομικού φακέλου (Financial Proposal) της εταιρείας Contrac Gmbh μόνο. 

Με επιστολή των δικηγόρων της εταιρείας Χαράλαμπος Πηλακούτας Λτδ, προς το Συμβούλιο, ημερομηνίας 12.9.2002, δυο, δηλαδή, και πλέον μήνες μετά την 5.7.2002, εξηγήθηκε ότι επρόκειτο περί λάθους. Τα πιστοποιητικά τα οποία είχαν ληφθεί αναφέρονταν στην 24.5.2002, ήτοι στην αρχική τελευταία ημερομηνία υποβολής των προσφορών. Προς διόρθωση του λάθους επισυνάφθηκαν τρία νέα πιστοποιητικά τα οποία έδειχναν ότι η εταιρεία είχε δεόντως διευθετήσει τις οφειλές και υποχρεώσεις της, ως η απαίτηση των όρων της προσφοράς.

Το Συμβούλιο ζήτησε καθοδήγηση από τη Νομική Υπηρεσία της Δημοκρατίας η οποία, μετά από αλληλογραφία στις λεπτομέρειες της οποίας δε χρειάζεται να αναφερθούμε, απέκλινε υπέρ της άποψης ότι "δύνασθε να κρίνετε την εν λόγω παράλειψη ως μη ουσιώδη σε βαθμό που να συνιστά λόγο αποκλεισμού". Εν τούτοις, διαφωνούντος του Προέδρου του, το Συμβούλιο είχε την αντίθετη άποψη. Συνακόλουθα, στις 10.4.2003, λήφθηκε η τελική απόφαση για κατακύρωση της προσφοράς στην Contrac Gmbh.

Η απόφαση του Συμβουλίου να κατακυρώσει την προσφορά στην Contrac Gmbh (ενδιαφερόμενο μέρος) προσβλήθηκε από την εταιρεία Χαράλαμπος Πηλακούτας Λτδ (αιτήτρια) στο Ανώτατο Δικαστήριο με την προσφυγή 501/2003. Με απόφασή του, ημερομηνίας 7.6.2004, συνάδελφός μας Δικαστής αποδέχτηκε την προσφυγή με το ακόλουθο σκεπτικό:

"Στους όρους έχω αναφερθεί. Απαιτούν, πλέον, την προσκόμιση των πιστοποιητικών μαζί με την προσφορά και προβλέπουν αποκλεισμό σε περίπτωση παράλειψης. Δηλαδή, εκείνο που κατά το Νόμο, εφόσον το προσκομίσει ο προσφοροδότης, το αρμόδιο όργανο το αποδέχεται, ανάγεται σε αυστηρή προϋπόθεση που πρέπει να ικανοποιείται κατά το χρόνο υποβολής της προσφοράς. Και το ζήτημα, ακριβώς, είναι η αυστηρότητα στη διατύπωση των όρων, σε συσχετισμό προς το Νόμο.

........................................................................................................

Απάντηση στο ερώτημα δόθηκε από τον Δικαστή Νικολάου στην C.A.F. Computers Limited v. Κυπριακής Δημοκρατίας, Προσφυγή Aρ. 800/02, ημερομηνίας 26.9.03. Κρίθηκε πως ενώ η απαίτηση για υποβολή των πιστοποιητικών μαζί με την προσφορά ήταν μεγαλύτερη από εκείνη του Νόμου, δεν ήταν άτοπη εφόσον ο Νόμος "θέτει την κατ' ελάχιστον, όχι την κατ' ανώτατο όριο απαίτηση αναφορικά με το θέμα".

Για να ακολουθήσουν όμως στη συνέχεια τα πιο κάτω:

"Δεν χρειάζεται να εξετάσω το κατά πόσο θα μπορούσε, σε κάποια περίπτωση, η μη συμμόρφωση με ουσιώδη όρο να θεωρηθεί επουσιώδης αφού, κατά τη δική μου αντίληψη, σε ό,τι αφορά την παρούσα υπόθεση έχουμε μια κατευθείαν και σε πλήρη έκταση παράβαση που δεν θα μπορούσε και αυτή η ίδια να χαρακτηριζόταν - αν αυτό χρειαζόταν - ως επουσιώδης."

Συμφωνώ πως, υπό το πλέγμα των νομοθετικών ρυθμίσεων, θα μπορούσε να απαιτηθεί προσκόμιση των πιστοποιητικών διά των όρων και επαναλαμβάνω πως δεν είναι του παρόντος η συζήτηση αναφορικά με το χρονικό διάστημα το οποίο, κατά τον Κανονισμό, αυτά πρέπει να καλύπτουν. Και, περαιτέρω, ότι θα μπορούσε να προβλεφθεί πως η μη συμμόρφωση θα επάγεται αποκλεισμό, με την έννοια πως δεν είναι απαραίτητο να διεξάγεται σε κάθε περίπτωση περαιτέρω έρευνα από το Κεντρικό Συμβούλιο Προσφορών όταν έναντι της ξεκάθαρης απαίτησης δεν υπάρχει τίποτε.

Έχω όμως την άποψη πως τέτοια επιλογή, της απαίτησης δηλαδή διά των όρων της προσκόμισης των πιστοποιητικών, δεν μπορεί και να απολήγει σε αφαίρεση από το Κεντρικό Συμβούλιο Προσφορών των δυνατοτήτων που παρέχει ο Νόμος, όταν εκ των περιστατικών καταφαίνεται πως η θεώρησή της ως ουσιώδους και, συνεπώς, ως επιφέρουσας αποκλεισμό άνευ ετέρου, θα επαγόταν αλλοίωση των προνοιών του Νόμου και απομάκρυνση από τον εμφανή στόχο αλλά και το μηχανισμό που αυτός προβλέπει. Το ζητούμενο κατά το Νόμο είναι η θετική διαπίστωση πως δεν διευθετήθηκαν οι οφειλές και θεωρώ πως όταν από τα γεγονότα, εξ αντικειμένου δηλαδή, προκύπτει ότι δεν δικαιολογείται, χωρίς περαιτέρω εξέταση, τέτοια διαπίστωση, αμβλύνεται η σημασία του όρου ώστε να μην παραμένει η Διοίκηση ανίσχυρη και προσκολλημένη μηχανιστικά στον τύπο.

Εν προκειμένω οι αιτητές υπέβαλαν πιστοποιητικά ακριβώς σε ανταπόκριση προς τον όρο, για να δείξουν τη διευθέτηση των οφειλών τους. Το πρόβλημα προέκυπτε μόνο από την ημερομηνία υποβολής τους και, συνακολούθως, των περιόδων που κάλυπταν, αφού εμφανιζόταν ένα κενό σαράντα ημερών, περίπου. Ως προς αυτό, η Διοίκηση είχε ενώπιόν της ισχυρά δεδομένα πως επρόκειτο για λάθος, η πρόκληση του οποίου δεν ήταν ασύνδετη και από ενέργειες της ίδιας. Εκδήλως τα πιστοποιητικά εκδόθηκαν για να ανταποκρίνονται στις ανάγκες της αρχικής ημερομηνίας που καθορίστηκε ως η τελευταία ημερομηνία υποβολής των προσφορών. Την οποία η Διοίκηση παρέτεινε.

Για τους λόγους που προσπάθησα να εξηγήσω, το Κεντρικό Συμβούλιο Προσφορών όφειλε, και προς το δημόσιο συμφέρον μάλιστα, να διερευνήσει το ζήτημα. Και, αναλόγως, υπό το φως των δεδομένων όπως αυτά θα προέκυπταν, έστω με αναφορά στην 5.7.02 και όχι σε μεταγενέστερη ημερομηνία, θέμα στο οποίο δεν χρειάζεται να επεκταθώ, να καταλήξει ότι υπήρχε ουσία στο γεγονός ότι, ενώ είχαν υποβληθεί τα πιστοποιητικά στο χρόνο που τάχθηκε, αυτά άφηναν το κενό που αναφέρθηκε.

Καταλήγω πως το Κεντρικό Συμβούλιο Προσφορών ενήργησε υπό πλάνη περί το Νόμο αναφορικά με τις δυνατότητες που παρέχονται και, κατ' επέκταση, υπό ενδεχόμενη πλάνη περί τα πράγματα."

Με την έφεση το Συμβούλιο αμφισβητεί την ορθότητα της απόφασης του συναδέλφου μας Δικαστή. Υποστηρίζει ότι η απόφασή του για αποκλεισμό της αιτήτριας και, στη συνέχεια, κατακύρωση της προσφοράς στην Contrac Gmbh δεν είναι προϊόν ούτε νομικής ούτε πραγματικής πλάνης.

Η έφεση ευσταθεί. Όπως ορθά παρατήρησε ο Νικολάου, Δ., στην C.A.F. Computers Limited v. Κυπριακής Δημοκρατίας, Προσφυγή Aρ. 800/02 ημερομηνίας 26.9.03, το άρθρο 7 του περί Προσφορών του Δημοσίου Νόμου του 1997 θέτει την κατ' ελάχιστο, όχι την κατ' ανώτατο όριο απαίτηση αναφορικά με το θέμα της υποβολής των πιστοποιητικών. Οι όροι της προσφοράς μπορούν να απαιτούν, επιπλέον, την προσκόμιση των πιστοποιητικών μαζί με την προσφορά και, ταυτόχρονα, να προβλέπουν για αποκλεισμό της προσφοράς σε περίπτωση παράλειψης. Στην προκείμενη περίπτωση, αυτό ακριβώς έγινε. Με τους όρους 1.6.1(d) και 1.6.1(e) το Συμβούλιο καθόρισε ότι τα τρία πιστοποιητικά από τα αντίστοιχα κυβερνητικά τμήματα, με το περιγραφόμενο περιεχόμενο, έπρεπε να περιέχονται στο φάκελο με την περιγραφή Technical Proposal, σε περίπτωση δε κατά την οποία δεν περιείχοντο στον εν λόγω φάκελο ή, περιείχοντο μεν, αλλά το περιεχόμενο τους δεν ήταν το ζητούμενο, η προσφορά θα απορριπτόταν. Οι όροι ήταν, δηλαδή, ουσιώδεις, εξού και οι σχετικές υπογραμμίσεις στο κείμενό τους. Με αυτά τα δεδομένα, το Κεντρικό Συμβούλιο Προσφορών δεν είχε, κατά την άποψή μας, άλλη επιλογή από του να απορρίψει την προσφορά της εφεσίβλητης ως μη συνάδουσα με ουσιώδεις όρους της προσφοράς. Και τούτο διότι η παράλειψη της εφεσίβλητης να υποβάλει τα τρία πιστοποιητικά, σύμφωνα με τους όρους 1.6.1(d) και 1.6.1(e) της προσφοράς, δεν μπορούσε να έχει ως συνέπεια τη γέννηση υποχρέωσης του Συμβουλίου να προχωρήσει σε διερεύνηση των λόγων της παράλειψης και, σε περίπτωση κατά την οποία εξακριβωνόταν ότι η παράλειψη οφειλόταν σε λάθος της εφεσίβλητης να το παραβλέψει ή να το διορθώσει. Τέτοια ενέργεια θα συνιστούσε, όχι μόνο εκτροπή από όρους της προσφοράς τους οποίους το ίδιο το Συμβούλιο προκαθόρισε ως ουσιώδεις, αλλά και ευνοϊκή μεταχείριση της εφεσίβλητης έναντι των προσφοροδοτών οι οποίοι συμμορφώθηκαν πλήρως με τους όρους αυτούς. Κατά παράβαση της αρχής της ίσης μεταχείρισης των προσφοροδοτών.

Όσον αφορά την άποψη του συναδέλφου μας Δικαστή ότι "η διοίκηση είχε ενώπιόν της ισχυρά δεδομένα πως επρόκειτο για λάθος η πρόκληση του οποίου δεν ήταν και ασύνδετη από ενέργειες της ίδιας", ήτοι τις διαδοχικές παρατάσεις της τελευταίας ημερομηνίας υποβολής των προσφορών και, επομένως, όφειλε, και γι' αυτό το λόγο, να διερευνήσει το ζήτημα, αν δηλαδή όντως επρόκειτο περί λάθους και, σε περίπτωση καταφατικής απάντησης, να το παραβλέψει ή να το διορθώσει, προς όφελος της εφεσίβλητης, αυτή δεν μας βρίσκει σύμφωνους. Δεν προκύπτει από πουθενά ότι η διοίκηση, εν προκειμένω το Συμβούλιο, με τη διαδοχική παράταση της ημερομηνίας της υποβολής των προσφορών συνέτεινε στη διάπραξη του πιθανολογούμενου λάθους. Στη διαδικασία των προσφορών είναι σύνηθες να παρατείνεται διαδοχικά η ημερομηνίας υποβολής τους. Πολλές φορές για λόγους που εξυπηρετούν την διοίκηση. Άλλες για λόγους που εξυπηρετούν τους προσφοροδότες. Και άλλες για λόγους που εξυπηρετούν και τις δύο πλευρές. Όπως, όμως, και να έχουν τα πράγματα, δεν μπορεί, κατά την άποψή μας, η για οποιοδήποτε λόγο επανειλημμένη παράταση της ημερομηνίας της υποβολής προσφορών να οδηγεί στην οποιαδήποτε χαλάρωση της υποχρέωσης των προσφοροδοτών για συμμόρφωση προς τους όρους της προσφοράς, και δη προς τους όρους εκείνους τους οποίους η ίδια η διοίκηση προκαθόρισε ως ουσιώδεις, με το σκεπτικό ότι ο προσφοροδότης διέπραξε κάποιο λάθος για λόγο για τον οποίο δεν είναι άμοιρη ευθυνών και η διοίκηση.

Η έφεση επιτυγχάνει.

Η πρωτόδικη απόφαση παραμερίζεται. Η επίδικη απόφαση του Κεντρικού Συμβουλίου Προσφορών επικυρώνεται. Τα έξοδα επιδικάζονται υπέρ του εφεσείοντος, πρωτόδικα και κατ'  έφεση.

Η έφεση επιτυγχάνει με έξοδα.

 


cylaw.org: Από το ΚΙΝOΠ/CyLii για τον Παγκύπριο Δικηγορικό Σύλλογο