ΠΑΓΚΥΠΡΙΟΣ ΔΙΚΗΓΟΡΙΚΟΣ ΣΥΛΛΟΓΟΣ
|
(2006) 3 ΑΑΔ 478
7 Ιουλίου, 2006
[ΑΡΤΕΜΗΣ, ΝΙΚΟΛΑΟΥ, ΚΡΟΝΙΔΗΣ, ΗΛΙΑΔΗΣ, ΦΩΤΙΟΥ, Δ/στές]
(Αναθεωρητική Έφεση Αρ. 3636)
ΜΑΡΙΝΑ ΝΕΟΦΥΤΟΥ,
Εφεσείουσα,
v.
1. ΥΠΟΥΡΓΙΚΟΥ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟΥ,
2. ΥΠΟΥΡΓΟΥ ΕΣΩΤΕΡΙΚΩΝ,
3. ΔΙΕΥΘΥΝΤΗ ΤΜΗΜΑΤΟΣ ΠΟΛΕΟΔΟΜΙΑΣ
ΚΑΙ ΟΙΚΗΣΕΩΣ,
Εφεσιβλήτων.
(Αναθεωρητική Έφεση Αρ. 3474)
ΜΑΡΙΝΑ ΝΕΟΦΥΤΟΥ,
Εφεσείουσα,
v.
ΔΗΜΟΥ ΠΕΓΕΙΑΣ,
Εφεσιβλήτων.
(Αναθεωρητική Έφεση Αρ. 3587)
ΜΑΡΙΝΑ ΝΕΟΦΥΤΟΥ,
Εφεσείουσα,
v.
1. ΥΠΟΥΡΓΙΚΟΥ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟΥ ΤΗΣ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑΣ,
2. ΥΠΟΥΡΓΟΥ ΕΣΩΤΕΡΙΚΩΝ,
3. ΔΙΕΥΘΥΝΤΗ ΤΜΗΜΑΤΟΣ ΠΟΛΕΟΔΟΜΙΑΣ
ΚΑΙ ΟΙΚΗΣΕΩΣ,
4. ΔΗΜΟΥ ΠΕΓΕΙΑΣ (AP. 1),
Εφεσιβλήτων.
(Αναθεωρητικές Εφέσεις Αρ. 3636, 3474, 3587)
Πολεοδομία ― Πολεοδομική άδεια ― Άδεια οικοδομής ― Απόλυτα συναφείς ― Η άδεια οικοδομής δεν μπορεί να προσβληθεί από μόνη της ― Παράτυπη η προσβολή των δύο αδειών με διαφορετικές προσφυγές.
Διοικητικό Δικονομικό Δίκαιο ― Αίτηση διαχωρισμού δικογράφου ― Το ζήτημα αφορούσε στο διαχωρισμό της προσφυγής αναφορικά με προσβολή άδειας οικοδομής με πολεοδομική άδεια ― Η λανθασμένη αναφορά σε αριθμούς των παραγράφων του αιτητικού της προσφυγής δεν θα 'πρεπε να επηρεάσει το διαχωρισμό.
Διοικητικό Δικονομικό Δίκαιο ― Απόσυρση εκ λάθους σε αίτηση διαχωρισμού συγκεκριμένου αιτήματος ― Αίτηση επαναφοράς ― Λανθασμένα απορρίφθηκε πρωτόδικα, αφού επρόκειτο για αθώο λάθος ― Δεν υπήρχε πρόθεση απόσυρσης.
Οι τρεις εφέσεις συνεκδικάστηκαν γιατί αφορούσαν το ίδιο ιστορικό γεγονότων. Ουσιαστικά αναφορικά με προσφυγή που καταχωρήθηκε, διαχωρίστηκε σε δύο διαφορετικές προσφυγές, οι οποίες στη συνέχεια απορρίφθηκαν διαδοχικά και για διαφορετικούς λόγους, καθώς και σε αίτηση για επαναφορά και τροποποίηση της μίας εξ αυτών, η οποία επίσης απορρίφθηκε.
Η Ολομέλεια του Ανωτάτου Δικαστηρίου, επιτρέποντας τις εφέσεις 3474 και 3636 και απορρίπτοντας την Α.Ε. 3587, αποφάσισε ότι:
1. Στη Βασιλείου κ.ά. ν. Δημοκρατίας κ.ά. (2002) 3 Α.Α.Δ. 485, η Ολομέλεια υπέδειξε, με αναφορά στις αρχές που υιοθετήθηκαν στη Συμεωνίδου (ανωτέρω), ότι η πολεοδομική άδεια και η συνακόλουθα εκδοθείσα άδεια οικοδομής είναι πράξεις συναφείς.
Η συμπροσβολή των δύο αδειών, πολεοδομικής και οικοδομικής, με την ίδια προσφυγή, την 519/98, δεν ήταν λοιπόν εσφαλμένη. Απεναντίας, ήταν απαραίτητη. Όπως ορθά ανέφερε ο Δικαστής ο οποίος πρωτόδικα εξέτασε την περίπτωση, η άδεια οικοδομής, στην έκταση που στηρίζεται στην πολεοδομική άδεια, δεν μπορεί από μόνη της επιτυχώς να προσβληθεί παρά μόνο στην έκταση που προσβάλλονται άλλα ανεξάρτητα στοιχεία της. Γι' αυτό εξετάζεται πρώτα η πολεοδομική άδεια. Αν επικυρωθεί ως νόμιμη, αυτόματα επικυρώνεται και η άδεια οικοδομής - εκτός αν προσβάλλονται και άλλα στοιχεία της τα οποία βέβαια θα εξεταστούν - ενώ αν ακυρωθεί συμπαρασύρει σε ακυρότητα και την άδεια οικοδομής. Εξ άλλου η προσβολή μόνο της πολεοδομικής άδειας, χωρίς ταυτόχρονα και την προσβολή της άδειας οικοδομής, θα δημιουργούσε κενό σε περίπτωση ακύρωσης της πρώτης αφού θα άφηνε άθικτη τη δεύτερη. Τέλος, υπό τις προαναφερθείσες περιστάσεις, πρέπει να θεωρείται παράτυπη η προσβολή των δύο αδειών με διαφορετικές προσφυγές. Όπου συμβεί αυτό, καθίσταται αναγκαία η συνεκδίκαση και ο αιτητής επωμίζεται τα επιπλέον έξοδα.
2. Σε σχέση ειδικά με την πολεοδομική άδεια, το Δικαστήριο ορθά δεν απέδωσε σημασία στη συμπερίληψη, στην προσφυγή αρ. 519/98, της απόφασης για παρέκκλιση όταν αντίκρισε τις ζητούμενες θεραπείες στο στάδιο που ζητήθηκε ο διαχωρισμός και ορθά σημείωσε πως αυτές μόνο δύο ήταν, η πολεοδομική άδεια και η άδεια οικοδομής. Επομένως, διαχωριζομένης εν συνεχεία της άδειας οικοδομής, απέμεινε προς εξέταση στην προσφυγή αρ. 519/98 η πολεοδομική άδεια.
Γι' αυτό η Ολομέλεια δεν μπορεί να συμμεριστεί την άποψη, την οποία το Δικαστήριο εξέφρασε αργότερα, ότι κατόπιν του διαχωρισμού η προσφυγή αρ. 519/98 δεν είχε αντικείμενο άλλο από την απόφαση για παρέκκλιση, η οποία βέβαια δεν ήταν εκτελεστή.
3. Ακόμα και με βάση την πρωτόδικη άποψη ότι το ζήτημα που αφορούσε στην πολεοδομική άδεια είχε αποσυρθεί, ήταν νομίζουμε προφανές ότι αυτό οφείλετο σε αθώο λάθος κατά τη σύνταξη του αιτήματος για διαχωρισμό. Δεν υπήρξε πρόθεση απόσυρσης. Επομένως θεωρείται, ότι δεν δικαιολογείτο η απόρριψη του αιτήματος για επαναφορά: βλ. την υπόθεση Καρακάννα ν. Δημοκρατίας, Υπόθ. Αρ. 45/99, ημερ. 3/7/2000, σε σχέση με τις επί του θέματος αρχές.
Οι εφέσεις 3474 και 3636 επιτυγχάνουν χωρίς έξοδα. Η έφεση 3587 απορρίπτεται χωρίς έξοδα.
Αναφερόμενες Υποθέσεις:
Συμεωνίδου κ.ά. ν. Δημοκρατίας (1993) 3 Α.Α.Δ. 258,
Βασιλείου κ.ά. ν. Δημοκρατίας κ.ά. (2002) 3 Α.Α.Δ. 485,
Καρακάννα ν. Δημοκρατίας, Υπόθ. Αρ. 45/99, ημερ. 3.7.2000,
Χαρούς ν. Χαρούς (2003) 1(Γ) Α.Α.Δ. 1530.
Eφέσεις.
Eφέσεις από την εφεσείουσα εναντίον της απόφασης Δικαστή του Aνωτάτου Δικαστηρίου (Yπ. Aρ. 519/1998), ημερ. 29/5/2003.
Α. Κορακίδου-Μακρίδου, για την Εφεσείουσα και στις τρεις Yποθέσεις.
Λ. Χριστοδουλίδου, για τους Εφεσίβλητους στην A.E. 3636 και A.E. 3587.
Μ. Χριστοφίδης, για το Ενδιαφερόμενο Μέρος και στις τρεις Υποθέσεις.
Μ. Χριστοφίδης για Γ. Φιλίππου, για τους Εφεσίβλητους στην A.E. 3474.
Cur. adv. vult.
ΑΡΤΕΜΗΣ, Δ.: Την ομόφωνη απόφαση του Δικαστηρίου θα δώσει ο Νικολάου, Δ..
ΝΙΚΟΛΑΟΥ, Δ.: Η εφεσείουσα παραπονέθηκε ως περίοικος για το ότι οικοδομή, η οποία είχε παράνομα ανεγερθεί και επηρέαζε δυσμενώς τη διπλανή δική της κατοικία, νομιμοποιήθηκε κατόπιν χορήγησης στο ενδιαφερόμενο πρόσωπο πολεοδομικής άδειας, κατά παρέκκλιση του σχεδίου ανάπτυξης της περιοχής, με αποτέλεσμα την εν συνεχεία έκδοση και καλυπτικής άδειας οικοδομής. Ζήτησε με την προσφυγή αρ. 519/98:
«1. Δήλωση του Δικαστηρίου ότι η πράξη και ή απόφαση της αρμοδίας Υπουργικής Επιτροπής ημερ. 22/2/96 σύμφωνα με την οποία εδόθη χαλάρωση στον Κωστάκη Στέλιου Χριστοδούλου από την Πέγεια ιδιοκτήτη του τεμαχίου 127 Φ/Σ 34/63 του χωρίου Πέγεια όπως αναγείρει τριόροφη οικοδομή απέχουσα μόνον 60 εκατοστά αντί 10 μέτρα από το σύνορο του κτήματος τούτου και το κτήμα υπό τεμάχια 41/1 και 39/4 του φύλλου σχεδίου 34/63 του κειμένου στον Άγιον Γεώργιον Πέγειας της αιτήτριας κατά παρέκκλιση του τοπικού σχεδίου και των σχετικών κανονισμών του Περί Πολεοδομίας και Οικήσεως Νόμου δεν εξυπηρετεί το δημόσιον συμφέρον και είναι παράνομη, άκυρη και στερείται παντός εννόμου αποτελέσματος και παραβλάπτει τα νόμιμα δικαιώματα της αιτήτριας.
2. Δήλωση του Δικαστηρίου ότι η έκδοση της καλυπτικής πολεοδομικής άδειας κατά παρέκκλιση του τοπικού σχεδίου και των κανονισμών και η έκδοση καλυπτικής άδειας οικοδομής ΠΟ356 ημερ. 5/3/97 που εξεδόθη υπό του Δήμου Πέγειας στο Κωστάκη Στέλιου Χριστοδούλου ιδιοκτήτη του τεμαχίου 127 του Φ/Σ 34/63 του χωρίου Πέγειας κατά παράβαση του Νόμου και των Κανονισμών είναι παράνομη, άκυρη και στερούμενη οιουδήποτε εννόμου αποτελέσματος.»
Στις 20 Οκτωβρίου 1999 η Δημοκρατία δήλωσε ότι δεν υποστήριζε τη νομιμότητα «της επίδικης πράξης». Αντιτάχθηκε όμως το ενδιαφερόμενο πρόσωπο. Στην πορεία, η εφεσείουσα υπέβαλε αίτημα για διαχωρισμό του δικογράφου ώστε η προσφυγή να αφορά μόνο στην πολεοδομική άδεια ενώ για την άδεια οικοδομής ζήτησε άδεια να καταχωρίσει νέα προσφυγή. Το αίτημα διατυπώθηκε ως εξής:
«Διάταγμα του Δικαστηρίου με το οποίο να επιτρέπεται ο χωρισμός του δικογράφου στην προσφυγή αυτή
α) ώστε η παρούσα προσφυγή να στρέφεται μόνο εναντίον της έκδοσης πολεοδομικής άδειας στο ενδιαφερόμενο πρόσωπο Κώστα Στέλιου Χριστοδούλου ως αναφέρεται στο αιτητικό 1.
β) και καταχώρησης νέας προσφυγής εναντίον της έκδοσης καλυπτικής άδειας οικοδομής υπό του Δήμου Πέγειας με αριθμό ΠΟ356 ημερ. 5/3/97 στο ενδιαφερόμενο πρόσωπο Κώστα Στέλιου Χριστοδούλου ως αναφέρεται στο αιτητικό της προσφυγής αυτής 2.
γ) όπως η νέα προσφυγή θεωρηθεί εμπρόθεσμη.»
Είναι προφανές ότι η παράγραφος (α) του αιτήματος για διαχωρισμό συντάχθηκε με την εσφαλμένη εντύπωση ότι η 1η παράγραφος θεραπείας στην προσφυγή - η οποία θα παρέμενε - αφορούσε και την έκδοση της πολεοδομικής άδειας. Στην πραγματικότητα η πολεοδομική άδεια, σε σχέση με την οποία η εφεσείουσα επιθυμούσε να συνεχίσει την προσφυγή, βρισκόταν στη 2η παράγραφο θεραπείας, μαζί με την άδεια οικοδομής. Το ενδιαφερόμενο πρόσωπο έφερε ένσταση. Κατά την ακρόαση, αγορεύοντας προς υποστήριξη του αιτήματος, η συνήγορος της εφεσείουσας εξέφρασε την αντίληψη ότι η πολεοδομική άδεια και η συνακόλουθη άδεια οικοδομής δεν ήταν πράξεις συναφείς η μια με την άλλη ώστε να επιτρέπεται η συμπροσβολή τους στην ίδια προσφυγή. Εξήγησε ότι το αίτημα απέβλεπε σε «μια προσφυγή που να προσβάλλει την έκδοση πολεοδομικής άδειας και μια που να προσβάλλει την έκδοση της καλυπτικής άδειας οικοδομής».
Το Δικαστήριο, με απόφαση ημερ. 21 Ιουλίου 2000, ενέκρινε το αίτημα. Προσδιορίζοντας κατ' αρχάς το θέμα, ανέφερε τα εξής:
«Η προσφυγή στρέφεται εναντίον δύο αυτοτελών και μη συναφών διοικητικών πράξεων.
Η πρώτη προσβαλλόμενη διοικητική πράξη είναι απόφαση του Υπουργικού Συμβουλίου ημερομηνίας 22.2.1996 με την οποία το Υπουργικό Συμβούλιο αποφάσισε να χορηγήσει πολεοδομική άδεια στο ενδιαφερόμενο πρόσωπο κατά παρέκκλιση τοπικού πολεοδομικού σχεδίου και των περί Πολεοδομίας και Οικήσεως σχετικών Κανονισμών.
Η δεύτερη προσβαλλόμενη με το ίδιο δικόγραφο διοικητική πράξη, είναι απόφαση του Δήμου Πέγειας ημερομηνίας 5.3.1997 με την οποία ο καθ' ου η αίτηση Δήμος χορήγησε στο ενδιαφερόμενο πρόσωπο καλυπτική άδεια οικοδομής.»
Είναι προφανές ότι σε εκείνο το στάδιο δεν αποδόθηκε σημασία στη συμπερίληψη, στην προσφυγή, και της απόφασης της Υπουργικής Επιτροπής για παρέκκλιση, «χαλάρωση» όπως χαρακτηρίστηκε. Επρόκειτο για εύστοχη προσέγγιση αφού η παρέκκλιση αποτελούσε αναπόσπαστο, μη εκτελεστό μέρος της απόφασης για την έκδοση της πολεοδομικής άδειας. Το Δικαστήριο κατέληξε, αφού αναφέρθηκε στην απόφαση της Ολομέλειας στη Χρυστάλλα Συμεωνίδου κ.ά. ν. Δημοκρατίας (1993) 3 Α.Α.Δ. 258, όπου εξηγήθηκε η έννοια της συνάφειας, ότι δικαιολογείτο ο διαχωρισμός και έδωσε τις εξής οδηγίες:
«(α) Η αιτήτρια εντός 45 ημερών από σήμερα μπορεί να καταχωρήσει προσφυγή εναντίον της απόφασης του Δήμου Πέγειας που αφορά την έκδοση καλυπτικής άδειας οικοδομής.
(β) Η παρούσα προσφυγή η οποία στρέφεται εναντίον της εν λόγω απόφασης Δήμου Πέγειας απορρίπτεται με £100.- έξοδα υπέρ του ενδιαφερόμενου προσώπου και σε βάρος της αιτήτριας.
(γ) Η προσφυγή που θα καταχωρηθεί θα θεωρείται ότι ασκήθηκε κατά το χρόνο καταχώρησης της παρούσας (αρχικής προσφυγής) που είναι η 24.6.1998.
(δ) Αν η νέα προσφυγή δεν καταχωρηθεί εντός 45 ημερών από σήμερα θα θεωρείται πως η αιτήτρια εγκαταλείπει το δικαίωμά της.»
Καταχωρήθηκε επομένως η προσφυγή με αρ. 1043/00 με την οποία προσβαλλόταν η άδεια οικοδομής. Αυτή η προσφυγή προχώρησε σε ακρόαση πριν από την πρώτη, την 519/98, και το Δικαστήριο την απέρριψε αφού για να επιτύχει θα έπρεπε πρώτα να ακυρωνόταν η πολεοδομική άδεια. Το Δικαστήριο ανέφερε τα εξής:
«Στην περίπτωση που εξετάζουμε, προκύπτει ζήτημα κατά πόσο ορθά προσβάλλεται η απόφαση του καθ' ου η αίτηση Δήμου Πέγειας να εκδώσει την άδεια οικοδομής ή κατά πόσο το αντικείμενο της προσφυγής έπρεπε να ήταν η απόφαση της πολεοδομικής αρχής να εκδώσει την πολεοδομική άδεια κατά παρέκκλιση.
Η εξουσία του καθ' ου η αίτηση Δήμου με βάση τον περί Ρυθμίσεως Οδών και Οικοδομών Νόμο Κεφ. 96 (όπως τροποποιήθηκε) περιορίζεται μόνο στις ανάγκες προς υλοποίηση της ήδη εγκριθείσας ανάπτυξης. Ο καθ' ου η αίτηση Δήμος δεν είχε εξουσία εξέτασης θεμάτων που αφορούσαν την τοπική ανάπτυξη ούτε διατηρούσε οποιαδήποτε δυνατότητα υποκατάστασης της κρίσης της πολεοδομικής αρχής. Είχε υπό τις περιστάσεις δέσμια υποχρέωση να εκδώσει την άδεια οικοδομής εφόσον προηγήθηκε η έκδοση της πολεοδομικής άδειας. Και εφόσον η κρίση επί θεμάτων αφορώντων την τοπική ανάπτυξη βάσει του περί Πολεοδομίας και Χωροταξίας Νόμου του 1972 (Ν. 90/72 όπως τροποποιήθηκε) ανήκει στην πολεοδομική αρχή που στην προκείμενη περίπτωση ήταν ο Επαρχιακός Λειτουργός του Τμήματος Πολεοδομίας Πάφου, έχω τη γνώμη πως μόνο η απόφαση της πολεοδομικής αρχής θα μπορούσε υπό τις περιστάσεις να προσβληθεί με προσφυγή.»
Η προσφυγή αρ. 519/98 παρέμεινε στάσιμη επειδή το ενδιαφερόμενο πρόσωπο άσκησε έφεση εναντίον της ενδιάμεσης απόφασης για διαχωρισμό δικογράφου. Η έφεση απορρίφθηκε στις 15 Ιουνίου 2001 οπότε η προσφυγή ορίστηκε και πάλι για τα περαιτέρω. Ήχθη ενώπιον του Δικαστηρίου στις 17 Ιουνίου 2002, λίγες ημέρες μετά την απόφαση με την οποία απορρίφθηκε η προσφυγή με αρ. 1043/00. Κατ' εκείνη την ημερομηνία «ηγέρθη ζήτημα προσδιορισμού του αντικειμένου της». Το Δικαστήριο παρατήρησε πως η προσφυγή προσέβαλλε την απόφαση της Υπουργικής Επιτροπής η οποία, κατά τη νομολογία, δεν αποτελούσε εκτελεστή διοικητική πράξη. Το ζήτημα προχώρησε σε ακρόαση και, με απόφαση ημερ. 14 Οκτωβρίου 2002, το Δικαστήριο κατέληξε ότι το μόνο αντικείμενο της προσφυγής αρ. 519/98 ήταν η απόφαση για παρέκκλιση, στην οποία αναφερόταν η 1η παράγραφος θεραπείας.
Ύστερα από αυτή την εξέλιξη η εφεσείουσα κατέθεσε αίτηση για επαναφορά του μέρους της προσφυγής με το οποίο προσέβαλλε την πολεοδομική άδεια και, εναλλακτικά, για τροποποίηση της προσφυγής ώστε να προσβάλλεται ξανά η πολεοδομική άδεια. Το Δικαστήριο απέρριψε την αίτηση.
Η προσφυγή με αρ. 519/98 ήταν πια καταδικασμένη σε αποτυχία γιατί, όπως το Δικαστήριο είχε εκ των προτέρων υποδείξει, η απόφαση με την οποία η Υπουργική Επιτροπή επέτρεψε την παρέκκλιση δεν ήταν εκτελεστή. Το Δικαστήριο, με απόφαση ημερ. 29 Μαΐου 2003, απέρριψε και αυτή την προσφυγή.
Με την Α.Ε. 3587 η εφεσείουσα εφεσίβαλε την ενδιάμεση απόφαση στην προσφυγή αρ. 519/98 σε σχέση με το αίτημα επαναφοράς ή τροποποίησης. Αργότερα οι ίδιοι λόγοι συμπεριλήφθηκαν και στην Α.Ε. 3636 κατά της τελικής απόφασης στην ίδια προσφυγή. Η Α.Ε. 3474 στρέφεται κατά της τελικής απόφασης στην προσφυγή αρ. 1043/00. Οι εφέσεις ακούστηκαν κατά την ίδια ημερομηνία, διαδοχικά η μια μετά την άλλη. Επειδή προέκυψαν όλες από την ίδια θεματική ενότητα, θεωρήσαμε ενδεδειγμένη την ένταξη των αντίστοιχων αποφάσεών μας σε ενιαίο κείμενο.
Στη Βασιλείου κ.ά. ν. Δημοκρατίας κ.ά. (2002) 3 Α.Α.Δ. 485, η Ολομέλεια υπέδειξε, με αναφορά στις αρχές που υιοθετήθηκαν στη Συμεωνίδου (ανωτέρω), ότι η πολεοδομική άδεια και η συνακόλουθα εκδοθείσα άδεια οικοδομής είναι πράξεις συναφείς. Λέχθηκαν τα εξής (στις σελ. 492-493):
«Έχουμε εξετάσει το θέμα και έχουμε καταλήξει στο συμπέρασμα ότι οι δύο πράξεις είναι συναφείς. Ανεξάρτητα από το ότι οι δύο άδειες εκδίδονται από διαφορετικά διοικητικά όργανα σε διαφορετικά χρονικά διαστήματα και ανεξάρτητα από το ότι η Δημοτική αρχή δεν είναι υποχρεωμένη να εκδώσει άδεια οικοδομής επειδή έχει ήδη εκδοθεί πολεοδομική άδεια, υπάρχουν μεταξύ των δύο πράξεων τα συνθετικά εκείνα στοιχεία τα οποία τις καθιστούν ως συναφείς. Σύμφωνα με την Ελληνική νομολογία συναφείς μπορούν να θεωρηθούν όλες οι προσβαλλόμενες πράξεις όταν για παράδειγμα η μία πράξη αποτελεί προϋπόθεση της άλλης. (Σ.τ.Ε. 1821/53).
Η έκδοση της άδειας οικοδομής προϋποθέτει την ύπαρξη πολεοδομικής άδειας. Η διακριτική ευχέρεια που έχει η Δημοτική Αρχή να εκδώσει άδεια οικοδομής παρά την αρνητική στάση της Πολεοδομικής Αρχής, δεν εξουδετερώνει τη συνάφεια που έχουν οι δύο πράξεις μεταξύ τους, αφού προτού η Δημοτική Αρχή εξετάσει αν θα εκδώσει άδεια οικοδομής, θα πρέπει να έχει τις θέσεις της Πολεοδομικής Αρχής.
..........................
Από τα πιο πάνω προκύπτει ότι η έκδοση της άδειας οικοδομής μπορεί να θεωρηθεί ως συναφής με την έκδοση της πολεοδομικής άδειας και να προσβληθεί με το ίδιο δικόγραφο.»
Η συμπροσβολή των δύο αδειών, πολεοδομικής και οικοδομικής, με την ίδια προσφυγή, την 519/98, δεν ήταν λοιπόν εσφαλμένη. Απεναντίας, ήταν απαραίτητη. Όπως ορθά ανέφερε ο συνάδελφός μας ο οποίος πρωτόδικα εξέτασε την περίπτωση, η άδεια οικοδομής, στην έκταση που στηρίζεται στην πολεοδομική άδεια δεν μπορεί από μόνη της επιτυχώς να προσβληθεί παρά μόνο στην έκταση που προσβάλλονται άλλα ανεξάρτητα στοιχεία της. Γι' αυτό εξετάζεται πρώτα η πολεοδομική άδεια. Αν επικυρωθεί ως νόμιμη, αυτόματα επικυρώνεται και η άδεια οικοδομής - εκτός αν προσβάλλονται και άλλα στοιχεία της τα οποία βέβαια θα εξεταστούν - ενώ αν ακυρωθεί συμπαρασύρει σε ακυρότητα και την άδεια οικοδομής. Εξ άλλου η προσβολή μόνο της πολεοδομικής άδειας, χωρίς ταυτόχρονα και την προσβολή της άδειας οικοδομής, θα δημιουργούσε κενό σε περίπτωση ακύρωσης της πρώτης αφού θα άφηνε άθικτη τη δεύτερη. Τέλος, υπό τις προαναφερθείσες περιστάσεις, πρέπει να θεωρείται παράτυπη η προσβολή των δύο αδειών με διαφορετικές προσφυγές. Όπου συμβεί αυτό, καθίσταται αναγκαία η συνεκδίκαση και ο αιτητής επωμίζεται τα επιπλέον έξοδα.
Σε σχέση ειδικά με την πολεοδομική άδεια, το Δικαστήριο ορθά δεν απέδωσε σημασία στη συμπερίληψη, στην προσφυγή αρ. 519/98, της απόφασης για παρέκκλιση όταν αντίκρισε τις ζητούμενες θεραπείες στο στάδιο που ζητήθηκε ο διαχωρισμός και ορθά σημείωσε πως αυτές μόνο δύο ήταν, η πολεοδομική άδεια και η άδεια οικοδομής. Επομένως, διαχωριζομένης εν συνεχεία της άδειας οικοδομής, απέμεινε προς εξέταση στην προσφυγή αρ. 519/98 η πολεοδομική άδεια.
Γι' αυτό δεν μπορούμε να συμμεριστούμε την άποψη, την οποία το Δικαστήριο εξέφρασε αργότερα, ότι κατόπιν του διαχωρισμού η προσφυγή αρ. 519/98 δεν είχε αντικείμενο άλλο από την απόφαση για παρέκκλιση, η οποία βέβαια δεν ήταν εκτελεστή. Όμως ακόμα και με βάση την πρωτόδικη άποψη ότι το ζήτημα που αφορούσε στην πολεοδομική άδεια είχε αποσυρθεί, ήταν νομίζουμε προφανές ότι αυτό οφείλετο σε αθώο λάθος κατά τη σύνταξη του αιτήματος για διαχωρισμό. Δεν υπήρξε πρόθεση απόσυρσης. Επομένως θεωρούμε, με κάθε εκτίμηση προς το συνάδελφό μας, ότι δεν δικαιολογείτο η απόρριψη του αιτήματος για επαναφορά: βλ. την υπόθεση Καρακάννα ν. Δημοκρατίας, Υπόθ. Αρ. 45/99, ημερ. 3 Ιουλίου 2000, σε σχέση με τις επί του θέματος αρχές.
Καταλήγουμε ότι:
(α) Η Α.Ε. 3636, με την οποία προσβάλλεται η τελική απόφαση στην προσφυγή αρ. 519/98, πρέπει να επιτύχει σε ό,τι αφορά το λόγο της επαναφοράς.
(β) Η Α.Ε. 3587, με την οποία προσβάλλεται η ενδιάμεση απόφαση στην ίδια προσφυγή, δεν μπορεί να προχωρήσει στο ζήτημα επαναφοράς το οποίο τέθηκε και με την έφεση κατά της τελικής απόφασης ενώ το εναλλακτικό ζήτημα της τροποποίησης καθίσταται χωρίς νόημα και εν πάση περιπτώσει δεν θα μπορούσε να προχωρήσει γιατί η εν λόγω ενδιάμεση απόφαση δεν είναι εφέσιμη: βλ. Χαρούς ν. Χαρούς (2003) 1(Γ) Α.Α.Δ. 1530.
(γ) Η Α.Ε. 3474, με την οποία προσβάλλεται η τελική απόφαση στην προσφυγή αρ. 1043/00, πρέπει να επιτύχει με βάση τον προταθέντα λόγο ότι πρόωρα εκδόθηκε η απόφαση αφού προηγείτο το ζήτημα της πολεοδομικής άδειας στο οποίο αφορά η προσφυγή αρ. 519/98.
Οι Α.Ε. 3474 και 3636 επιτρέπονται. Η Α.Ε. 3587 απορρίπτεται. Ως προς τα έξοδα, θεωρούμε ότι οι περιστάσεις δεν δικαιολογούν οποιαδήποτε διαταγή.
Σύμφωνα με την πρακτική μας, οι προσφυγές αρ. 519/98 και 1043/00 θα οριστούν για τα περαιτέρω ενώπιον της Ολομέλειας.
Oι εφέσεις 3474 και 3636 επιτυγχάνουν χωρίς έξοδα. H έφεση 3587 απορρίπτεται χωρίς έξοδα.