ΠΑΓΚΥΠΡΙΟΣ ΔΙΚΗΓΟΡΙΚΟΣ ΣΥΛΛΟΓΟΣ
|
(2005) 3 ΑΑΔ 270
15 Ιουνίου, 2005
[AΡΤΕΜΗΣ, ΚΡΟΝΙΔΗΣ, ΗΛΙΑΔΗΣ, ΓΑΒΡΙΗΛΙΔΗΣ, ΦΩΤΙΟΥ, Δ/στές]
ΓΡΗΓΟΡΗΣ ΘΑΛΑΣΣΙΝΟΣ,
Εφεσείων-Αιτητής,
v.
ΚΥΠΡΙΑΚΗΣ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑΣ, ΜΕΣΩ ΤΟΥ
ΔΙΕΥΘΥΝΤΗ ΤΜΗΜΑΤΟΣ ΚΟΙΝΩΝΙΚΩΝ ΑΣΦΑΛΙΣΕΩΝ,
Εφεσιβλήτου-Καθ' ου η αίτηση.
(Aναθεωρητική Έφεση Αρ. 3420)
Κοινωνικές Ασφαλίσεις ― Σύνταξη ανικανότητας ― Άρθρο 60 του περί Κοινωνικών Ασφαλίσεων Νόμου (Ν.41/80) όπως τροποποιήθηκε με το Νόμο 87(Ι)/1997 ― Ορθά απορρίφθηκε αίτημα για σύνταξη ανικανότητας που υποβλήθηκε το έτος 2001, εφόσον ο αιτητής ελάμβανε σύνταξη γήρατος από το έτος 1993.
Ο εφεσείων επεδίωξε, τόσο πρωτόδικα όσο και κατ' έφεση, την ακύρωση της απόφασης απόρριψης αιτήματός του για παραχώρηση σε αυτόν σύνταξης ανικανότητας.
Η Ολομέλεια του Ανωτάτου Δικαστηρίου, απορρίπτοντας την έφεση, αποφάσισε ότι:
Δυνάμει του Άρθρου 60 του Νόμου, εκδόθηκαν οι Κανονισμοί του 1997 (Κ.Δ.Π. 350/97) που εξαρτούν το θέμα παροχής οποιασδήποτε σύνταξης από την υποβολή αίτησης και καλύπτει μόνο αναδρομικά τριών μηνών.
Κατά συνέπεια εφ' όσον η υποβολή της αίτησης έγινε το έτος 2001 με την οποία ζητείται παροχή σύνταξης ανικανότητας για το έτη 1989-1993, ορθά οι εφεσίβλητοι απέρριψαν το αίτημα του εφεσείοντα αφού ήδη του καταβάλλεται σύνταξη γήρατος από το έτος 1993. Σύμφωνα με το Άρθρο 38(1) του Νόμου σύνταξη ανικανότητας παρέχεται εάν ο δικαιούχος δεν έχει συμπληρώσει την ηλικία των εξήντα τριών ετών, οπότε και του παρέχεται σύνταξη γήρατος.
Ο μοναδικός λόγος έφεσης που προτείνει ο εφεσείων είναι ανεδαφικός και κατά συνέπεια απορρίπτεται. Η πρωτόδικη απόφαση ως ορθή επικυρώνεται.
Η έφεση απορρίπτεται με έξοδα.
Έφεση.
Έφεση από τον αιτητή εναντίον της απόφασης Δικαστή του Ανωτάτου Δικαστηρίου (Υπόθεση Αρ. 700/2001), ημερομηνίας 15/3/2002, με την οποία απορρίφθηκε η προσφυγή του κατά της απόρριψης της αίτησής του ημερ. 17/5/2001, για παροχή σύνταξης ανικανότητας για τα έτη 1989-1993 επειδή ήδη του καταβάλλετο σύνταξη γήρατος από το έτος 1993.
Κ. Ευσταθίου, για τον Εφεσείοντα.
Α. Χριστοφόρου, Δικηγόρος της Δημοκρατίας Α΄, για τον Εφεσίβλητο.
Cur. adv. vult.
ΑΡΤΕΜΗΣ, Δ.: Την ομόφωνη απόφαση του Δικαστηρίου θα δώσει ο Δικαστής Μ. Κρονίδης.
ΚΡΟΝΙΔΗΣ, Δ.: Ο εφεσείων, στις 17.5.2001, υπέβαλε αίτηση για σύνταξη ανικανότητας. Ισχυρίστηκε ότι «λόγω ατυχήματος, στις 28.10.1973, η όραση του αριστερού οφθαλμού του μειώθηκε κατά 2/10 και παρά την εκάστοτε σχετική θεραπεία στην Κύπρο και το εξωτερικό, η όραση του αριστερού οφθαλμού εμειώθη κατά 9/10.».
Οι εφεσίβλητοι απέρριψαν την αίτηση του εφεσείοντα για σύνταξη ανικανότητας «γιατί του καταβάλλεται σύνταξη γήρατος από την 1.1.1993.».
Ο εφεσείων με εννέα λόγους έφεσης που προβάλλει επιζητεί την ανατροπή της πρωτόδικης απόφασης.
Κατά την ενώπιόν μας ακροαματική διαδικασία ο ευπαίδευτος δικηγόρος του εφεσείοντα εγκατάλειψε τους οκτώ από τους εννέα λόγους έφεσης. Επέμενε όμως για ένα και μόνο λόγο που έχει ως ακολούθως:-
«Εσφαλμένα το Πρωτόδικο Σεβαστό Δικαστήριο δεν απεδέχθη τη θέση ότι, ασχέτως εάν ο εφεσείων στην αίτηση του ζήτησε την παροχή σ' αυτόν σύνταξης ανικανότητας για όλη την περίοδο ανικανότητας του δηλ. από της ημερομηνίας του ατυχήματος τον Οκτώβριο του 1973 και εντεύθεν, και όχι από της ημερομηνίας υποβολής της αίτησής του στις 17.5.2001, εν τούτοις οι καθ' ων η αίτηση, διά της προσβαλλόμενης απόφασης των εξυπακούεται πως ούτοι απέρριψαν και το κατ' αρχήν ενδιάμεσο δικαίωμα, παροχής σύνταξης ανικανότητας, κατά την περίοδο προ της συμπληρώσεως της συντάξιμου ηλικίας των 63 χρόνων και/ή από της 1.2.1989 ημερομηνίας αφυπηρετήσεως του, μέχρι τις 1.1.1993 ημερομηνίας από της οποίας άρχισε η καταβολή σ' αυτόν σύνταξης γήρατος, εφόσον:-
ΑΙΤΙΟΛΟΓΙΑ:
(α) Δεν υπήρχε θέμα καταβολής εισφορών.
(β) Δεν υπήρχε θέμα υποβολής της σχετικής αίτησης εντός τριών μηνών, από της ημέρας καθ' ην ούτος εδικαιούτο· και
(γ) Δεν υπήρχε θέμα αναδρομικής πληρωμής.»
Ο δικηγόρος του εφεσείοντα αγορεύοντας ενώπιον μας ισχυρίστηκε ότι ο εφεσείων δικαιούτο τουλάχιστον στην παροχή σύνταξης ανικανότητας για την περίοδο 1989-1993 οπότε και έλαβε πλέον σύνταξη γήρατος ως συμπληρώσας την ηλικία των 63 χρόνων. Ισχυρίστηκε ότι δεν υπάρχει χρονικός περιορισμός για να ζητήσει κάποιος τη σύνταξη ανικανότητας. Στο περίγραμμα δε του εφεσείοντα πολύ συνοπτικά παραπέμπει σε δύο πρωτόδικες αποφάσεις του Ανωτάτου Δικαστηρίου* στις οποίες κρίθηκε ότι ο χρονικός περιορισμός που έθεταν οι Κανονισμοί έρχονταν σε αντίθεση (ultra vires) με το σχετικό νόμο. Οι πιο πάνω αποφάσεις όμως έχουν ξεπεραστεί γιατί ο νομοθέτης τροποποίησε το άρθρο 60 του βασικού Νόμου (ο περί Κοινωνικών Ασφαλίσεων Νόμος του 1980 (Ν. 41/80)) με τον τροποποιητικό Νόμο 87(1)/1997. Το άρθρο 60 αντικαταστάθηκε και εξαρτά πλέον το δικαίωμα σε οιανδήποτε πληρωμή από την υποβολή αίτησης. Το άρθρο 60 έχει ως εξής:-
«60.-(1) Ανεξαρτήτως των υπολοίπων διατάξεων του παρόντος Νόμου, το δικαίωμα εις οιανδήποτε παροχήν ήρτηται εκ της προς τούτο υποβολής αιτήσεως. Κανονισμοί δε θέλουσι προβλέψει περί της προθεσμίας υποβολής των αιτήσεων, των περιστάσεων υφ' ας η τοιαύτη προθεσμία παρατείνεται, του τρόπου υποβολής αιτήσεως και των περιστάσεων υφ' ας, είτε υπεβλήθη αίτησις είτε μη, το προς λήψιν παροχής δικαίωμα απόλλυται λόγω παραλείψεως ή καθυστερήσεως εις την υποβολήν αιτήσεως ή την είσπραξιν της πληρωμής.
(2) Ανεξαρτήτως των υπολοίπων διατάξεων του παρόντος Νόμου, Κανονισμοί θέλουσιν ωσαύτως προβλέψει περί του χρόνου και τρόπου πληρωμής οιασδήποτε παροχής, του χρόνου ενάρξεως της καταβολής της το πρώτον χορηγουμένης παροχής και του χρόνου καθ' ον τίθενται εν ισχύι τυχόν μεταβολαί εις το ύψος της παροχής, δύνανται δε ωσαύτως να προβλέψωσι περί του υπολογισμού της παροχής διά χρονικάς περιόδους άλλας ή της μιας εβδομάδος.».
Δυνάμει του πιο πάνω άρθρου 60 του Νόμου εκδόθηκαν οι Κανονισμοί του 1997 (Κ.Δ.Π. 350/97) που εξαρτούν το θέμα παροχής οποιασδήποτε σύνταξης από την υποβολή αίτησης και καλύπτει μόνο αναδρομικά τριών μηνών.
Κατά συνέπεια εφ' όσον η υποβολή της αίτησης έγινε το έτος 2001 με την οποία ζητείται παροχή σύνταξης ανικανότητας για τα έτη 1989-1993 ορθά οι εφεσίβλητοι απέρριψαν το αίτημα του εφεσείοντα αφού ήδη του καταβάλλεται σύνταξη γήρατος από το έτος 1993. Σύμφωνα με το άρθρο 38(1) του Νόμου σύνταξη ανικανότητας παρέχεται εάν ο δικαιούχος δεν έχει συμπληρώσει την ηλικία των εξήντα τριών ετών, οπότε και του παρέχεται σύνταξη γήρατος.
Έχουμε καταλήξει ότι ο μοναδικός λόγος έφεσης που προτείνει ο εφεσείων είναι ανεδαφικός και κατά συνέπεια απορρίπτεται. Η πρωτόδικη απόφαση ως ορθή επικυρώνεται.
Η έφεση απορρίπτεται με έξοδα εναντίον του εφεσείοντα.
Η έφεση απορρίπτεται με έξοδα.