ΠΑΓΚΥΠΡΙΟΣ ΔΙΚΗΓΟΡΙΚΟΣ ΣΥΛΛΟΓΟΣ
|
(2004) 3 ΑΑΔ 63
26 Ιανουαρίου, 2004
[ΚΩΝΣΤΑΝΤΙΝΙΔΗΣ, ΝΙΚΟΛΑΪΔΗΣ, ΚΡΟΝΙΔΗΣ, ΓΑΒΡΙΗΛΙΔΗΣ, ΧΑΤΖΗΧΑΜΠΗΣ, Δ/στές]
ΚΥΠΡΙΑΚΗ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑ, ΜΕΣΩ
ΕΠΙΤΡΟΠΗΣ ΔΗΜΟΣΙΑΣ ΥΠΗΡΕΣΙΑΣ,
Εφεσείοντες-Καθ' ων η αίτηση,
v.
ΙΩΑΝΝΗ ΘΕΟΦΙΛΟΥ (ΑΡ. 1),
Εφεσιβλήτου-Αιτητή.
(Αναθεωρητικές Εφέσεις Aρ. 3501, 3519)
Έννομο Συμφέρον ― Προβολής λόγου ακυρώσεως ― Δόγμα της ταυτόχρονης επιδοκιμασίας και αποδοκιμασίας ― Υποψήφιος για προαγωγή αιτητής που προσβάλλει την προαγωγή άλλων αντί αυτού δεν έχει έννομο συμφέρον προβολής λόγου ακυρώσεως περί ελλείψεως προσόντος όλων των υποψηφίων, μεταξύ αυτών και του ιδίου.
Στο στάδιο της εκδίκασης των εφέσεων, με τις οποίες επιδιώχθηκε ανατροπή ακυρωτικών αποφάσεων με τις οποίες κρίθηκε πως τα ενδιαφερόμενα μέρη δεν κατείχαν τα προσόντα, τέθηκε ζήτημα εννόμου συμφέροντος του αιτητή να προβάλλει τέτοιο λόγο ακυρώσεως.
Η Ολομέλεια του Ανωτάτου Δικαστηρίου, επιτρέποντας τις εφέσεις, αποφάσισε ότι:
Διαπιστώθηκε, και το δέχτηκε και ο εφεσίβλητος, πως αν είναι ορθό, όπως ο ίδιος εισηγήθηκε και έγινε δεκτό πρωτοδίκως, ότι χρειαζόταν αναβίωση με την έννοια που συζητήθηκε, ούτε αυτός θα κατείχε το επίμαχο προσόν. Δηλαδή, η όποια κρίση για μη κατοχή του προσόντος θα κάλυπτε για τους ίδιους ακριβώς λόγους και τον ίδιο.
Ο εφεσίβλητος έλκει νομιμοποίηση για προσβολή της απόφασης για την προαγωγή των ενδιαφερομένων προσώπων από το γεγονός ότι ήταν και ο ίδιος υποψήφιος, εννοείται προσοντούχος κατά το σχέδιο υπηρεσίας, ως έγκυρος διεκδικητής των θέσεων. Επομένως, η εν τέλει επιτυχία του ισχυρισμού του κατ' ανάγκην θα αίρει και το υπόβαθρο της νομιμοποίησής του για προσβολή των διορισμών. Άλλο υπόβαθρο νομιμοποίησής του δεν επικαλείται και πολύ λιγότερο δεν στοιχειοθετεί στην προσφυγή που άσκησε. Ακύρωση των προαγωγών για το λόγο που προσδιορίστηκε θα οδηγούσε σε επανεξέταση στο πλαίσιο της οποίας, εφόσον οι θέσεις που προβάλλει ο ίδιος ο αιτητής θα ήταν ορθές, θα αποκλειόταν και ο ίδιος. Θα ήταν συνεπώς αλυσιτελής ενόψει του εννόμου συμφέροντος που διεκδίκησε για να επιτύχει δικαστικό έλεγχο. Σε τελευταία ανάλυση δεν νομιμοποιείται ο αιτητής να προβάλει το συζητηθέντα λόγο ακυρότητας.
Οι εφέσεις επιτυγχάνουν χωρίς έξοδα.
Αναφερόμενες Υποθέσεις:
Χαραλάμπους v. Δημοκρατίας (1996) 3 Α.Α.Δ. 73,
Κλεάνθους v. Δημοκρατίας (2003) 3 Α.Α.Δ. 256,
Ραφτόπουλος v Δημοκρατίας, Προσφ. Αρ. 839/91, ημερ. 14.5.1999,
Ραφτόπουλος v. Δημοκρατίας (2002) 3 Α.Α.Δ. 241,
Dometakis v. R. (1988) 3 C.L.R. 1673,
Καπετάνιος κ.α. v. ΑΗΚ, Προσφ. Αρ. 882/95, ημερ. 28.1.1997,
Καντούνας κ.ά. v. Δημοκρατίας, Προσφ. Αρ. 682/96 κ.ά., ημερ. 18.9.1998,
Βραχίμης v. Δημοκρατίας κ.ά. (2000) 3 Α.Α.Δ. 498.
Εφέσεις.
Εφέσεις από την Καθ' ης η αίτηση εναντίον των απόφασεων Δικαστή του Ανωτάτου Δικαστηρίου (Υποθέσεις Αρ. 912/2000 και 156/2001) ημερομηνίας 11/9/2002 και 23/7/2002, με τις οποίες επικυρώθηκαν οι προσφυγές τις οποίες άσκησε ο αιτητής και ακυρώθηκαν οι προαγωγές δύο και ενός ενδιαφερόμενου μέρους, σε δύο ξεχωριστές διαδικασίες, στη θέση Ελεγκτή Εναέριας Κυκλοφορίας, Πρώτης Τάξης, Τμήμα Πολιτική Αεροπορίας.
Μ. Σπηλιωτοπούλου, Δικηγόρος της Δημοκρατίας, για τους Εφεσείοντες.
Ρ. Καλλιγέρου, για τον Εφεσίβλητο.
Α.Σ. Αγγελίδης, για τα Ενδιαφερόμενα πρόσωπα στην Α.Ε. 3519.
Cur. adv. vult.
ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ: Η ομόφωνη απόφαση του Δικαστηρίου θα δοθεί από τον Δικαστή Γ. Κωνσταντινίδη.
ΚΩΝΣΤΑΝΤΙΝΙΔΗΣ, Δ.: Σε ξεχωριστές διαδικασίες η Επιτροπή Δημόσιας Υπηρεσίας (ΕΔΥ) προήγαγε πρώτα τους Χαράλαμπο Μακρή και Αθηνούλα Μελετιέ και μετά τον Σταύρο Σταύρου στη θέση Ελεγκτή Εναέριας Κυκλοφορίας, Πρώτης Τάξης, Τμήμα Πολιτικής Αεροπορίας. Ασκήθηκαν από τον εφεσίβλητο οι προσφυγές 912/00 και 156/01 και εκδόθηκαν ακυρωτικές αποφάσεις. Οι δυο εφέσεις της Δημοκρατίας, ως αφορώσες σε όμοιο ζήτημα, συναινούντων και όλων των μερών, ακούστηκαν μαζί.
Το ερώτημα αφορούσε στην πιο κάτω απαίτηση του σχεδίου υπηρεσίας:
"Πτυχίο Ελεγκτή Εναέριας Κυκλοφορίας μετά πιστοποιητικών ισχύος (α) στον έλεγχο αεροδρομίου, (β) στον έλεγχο προσεγγίσεως, (γ) στον έλεγχο περιοχής και (δ) στον έλεγχο με σύστημα Ραντάρ. Τα πιστοποιητικά ισχύος θα πρέπει να είναι σχετικά με τις υπηρεσίες του Τμήματος Πολιτικής Αεροπορίας της Κυπριακής Δημοκρατίας."
Η έννοια αυτής της πρόνοιας συζητήθηκε υπό το πρίσμα της Convention on International Civil Aviation (Annex 1 - Personnel Licensing) και για να περιοριστούμε στο καταληκτικό μέρος των κρίσεων που οδήγησαν στις ακυρωτικές αποφάσεις, θεωρήθηκε πως εφόσον τα οριζόμενα πιστοποιητικά ισχύος παύουν να ισχύουν λόγω μη χρήσης τους για ορισμένο χρόνο και αυτός ο χρόνος είχε παρέλθει για μερικά από αυτά, θα έπρεπε να είχε διερευνηθεί το κατά πόσο διενεργήθηκαν τα δέοντα και αυτά αναβίωσαν.
Δεν θα χρειαστεί να μας απασχολήσει η ουσία του θέματος. Διαπιστώθηκε, και το δέχεται και ο εφεσίβλητος, πως αν είναι ορθό, όπως ο ίδιος εισηγήθηκε και έγινε δεκτό πρωτοδίκως, ότι χρειαζόταν αναβίωση με την έννοια που συζητήθηκε, ούτε αυτός θα κατείχε το επίμαχο προσόν. Δηλαδή, η όποια κρίση για μη κατοχή του προσόντος θα κάλυπτε για τους ίδιους ακριβώς λόγους και τον ίδιο. Συζητήθηκε, επομένως, κατά την ακρόαση η νομιμοποίησή του προς προβολή τέτοιου λόγου ακυρότητας, με αναφορά στις αρχές για το ανεπίτρεπτο της ταυτόχρονης επιδοκιμασίας και αποδοκιμασίας και σημειώνουμε τη δήλωση της ευπαιδεύτου συνηγόρου του εφεσίβλητου πως κατανοούσε το πρόβλημα.
Ο εφεσίβλητος έλκει νομιμοποίηση για προσβολή της απόφασης για την προαγωγή των ενδιαφερομένων προσώπων από το γεγονός ότι ήταν και ο ίδιος υποψήφιος, εννοείται προσοντούχος κατά το σχέδιο υπηρεσίας, ως έγκυρος διεκδικητής των θέσεων. Επομένως, η εν τέλει επιτυχία του ισχυρισμού του κατ' ανάγκην θα αίρει και το υπόβαθρο της νομιμοποίησής του για προσβολή των διορισμών. Άλλο υπόβαθρο νομιμοποίησής του δεν επικαλείται και πολύ λιγότερο δεν στοιχειοθετεί στην προσφυγή που άσκησε και είναι σχετικές επί του προκειμένου οι αποφάσεις της Ολομέλειας στην Χαραλάμπους ν. Δημοκρατίας (1996) 3 Α.Α.Δ. 73, στη σελ. 82 και Ανθούλης Κλεάνθους ν. Δημοκρατίας (2003) 3 Α.Α.Δ. 256. Εν τέλει πράγματι ο αιτητής ανεπιτρέπτως επιδοκιμάζει για να θεμελιώσει το έννομό του συμφέρον και ταυτοχρόνως αποδοκιμάζει για να επιτύχει ακύρωση, βεβαίως στο πλαίσιο των διεκδικήσεών του ως προσοντούχου υποψήφιου. Από τη μεγάλη σειρά των αποφάσεων σε σχέση με το ανεπίτρεπτο της ταυτόχρονης επιδοκιμασίας και αποδοκιμασίας (βλ. την πρωτόδικη απόφαση στην Μιχ. Ραφτόπουλος ν. Δημοκρατίας, Προσφυγή 839/91, ημερομηνίας 14.5.99 και την απόφαση της Ολομέλειας που την επικύρωσε στη Μιχάλης Ραφτόπουλος ν. Δημοκρατίας (2002) 3 Α.Α.Δ. 241), σημειώνουμε ως αφορώσες σε γεγονότα που περισσότερο προσομοιάζουν τις πρωτόδικες αποφάσεις στις Nicos Dometakis v. R. (1988) 3 C.L.R. 1673, Γεώργιου Καπετάνιου κ.ά. v. AHΚ, Προσφυγή Αρ. 882/95, ημερομηνίας 28.1.97, Καντούνας κ.ά. ν. Δημοκρατίας, Προσφυγή Αρ. 682/96 κ.ά., ημερομηνίας 18.9.98, και την απόφαση της Ολομέλειας στην Ροβέρτος Βραχίμης ν. Δημοκρατίας κ.ά. (2000) 3 Α.Α.Δ. 498. Ακύρωση των προαγωγών για το λόγο που προσδιορίστηκε θα οδηγούσε σε επανεξέταση στο πλαίσιο της οποίας, εφόσον οι θέσεις που προβάλλει ο ίδιος ο αιτητής θα ήταν ορθές, θα αποκλειόταν και ο ίδιος. Θα ήταν συνεπώς αλυσιτελής ενόψει του εννόμου συμφέροντος που διεκδίκησε για να επιτύχει δικαστικό έλεγχο. Σε τελευταία ανάλυση δεν νομιμοποιείται ο αιτητής να προβάλει το συζητηθέντα λόγο ακυρότητας, (βλ. συναφώς Η άσκηση Αιτήσεων Ακυρώσεως από Τρίτους του Β. Σκουρή, Τόμος Τιμητικός του Συμβουλίου Επικρατείας (1929-1979) Τόμος 1, σελ. 371, 385 και 397) και αυτός δεν θα έπρεπε να είχε εξεταστεί.
Οι εφέσεις επιτυγχάνουν και η πρωτόδικη απόφαση παραμερίζεται, για το λόγο που προσδιορίσαμε. Αυτός δεν είχε εγερθεί πρωτοδίκως, ο αιτητής ουσιαστικά δεν τον αντέκρουσε όταν εγέρθηκε ενώπιόν μας και δεν θα εκδώσουμε διαταγή για έξοδα. Παραμένουν οι υπόλοιποι λόγοι που προβάλλει ο αιτητής και δεν εξετάστηκαν. Κατά τα καθιερωμένα θα τους εξετάσουμε σε ημερομηνία που θα οριστεί.
Οι εφέσεις επιτυγχάνουν χωρίς έξοδα.