ΠΑΓΚΥΠΡΙΟΣ ΔΙΚΗΓΟΡΙΚΟΣ ΣΥΛΛΟΓΟΣ
|
(2000) 3 ΑΑΔ 432
21 Ιουλίου, 2000
[ΝΙΚΗΤΑΣ, ΚΩΝΣΤΑΝΤΙΝΙΔΗΣ, ΝΙΚΟΛΑΪΔΗΣ, ΚΡΟΝΙΔΗΣ, ΓΑΒΡΙΗΛΙΔΗΣ, Δ/στές]
ΘΟΥΚΗΣ ΘΟΥΚYΔΙΔΗΣ ΚΑΙ ΑΛΛΟΙ,
Εφεσείοντες-Αιτητές,
v.
1. ΔΗΜΟΥ ΛΕΜΕΣΟΥ ΚΑΙ/ Η
2. ΔΗΜΑΡΧΟΥ ΛΕΜΕΣΟΥ,
Εφεσιβλήτων-Καθ' ων η αίτηση.
(Αναθεωρητική Έφεση Αρ. 2431)
Έννομο Συμφέρον ― Δημότη να προσβάλει απόφαση κατακύρωσης προσφοράς σε εργολάβο για κατεδάφιση κτιρίου εντός του Δήμου ― Έλλειψη έννομου συμφέροντος, εφόσον η ένστασή του αφορούσε την προηγηθείσα αυτοτελή απόφαση κατεδάφισης του κτιρίου.
Διοικητική πράξη ― Εκτελέσεως ― Σε αντιδιαστολή με την εκτελεστή ― Πράξη κατεδάφισης αποτελεί πράξη εκτέλεσης και όχι εκτελεστή ― Τέτοια η απόφαση για την κατεδάφιση.
Προσφυγή βάσει του Αρθρου 146 του Συντάγματος ― Αντικείμενο ― Δυνατή η προσφυγή έστω και αν θα καταστεί αδύνατη η in natura αποκατάσταση, αλλά προϋπόθεση αποτελεί η υλική ζημιά του ιδίου του αιτητή ― Προσφυγή από δημότη κατά της κατεδάφισης, στερείται αντικειμένου, εφόσον επικαλείται μόνο ηθική ζημία.
Αναθεωρητική Έφεση ― Παράλειψη προβολής λόγων εφέσεως αναφορικά με ένα εκ των λόγων απόρριψης της προσφυγής ― Η έφεση είναι καταδικασμένη σε αποτυχία.
Έξοδα ― Ακολουθούν το αποτέλεσμα της δίκης.
Με την έφεσή τους οι εφεσείοντες, μέλη του Δημοτικού Συμβουλίου μερικοί και δημότες όλοι του Δήμου Λεμεσού, επεδίωξαν την ανατροπή της απόρριψης της προσφυγής τους πρωτόδικα, η οποία στρεφόταν κατά της κατεδάφισης κτιρίου στη Λεμεσό.
Η Ολομέλεια του Ανώτατου Δικαστηρίου απέρριψε την έφεση.
Οι λόγοι της απόρριψης αφορούσαν σε προδικαστικά ζητήματα νομιμοποίησης των αιτητών αλλά και άλλων αναφορικά με το αντικείμενο της δίκης.
[Πέραν των ανωτέρω τίτλων, η απόφαση του Δικαστηρίου διαβάζεται ως σύνολο.]
Η έφεση απορρίπτεται με έξοδα.
Αναφερόμενες Υποθέσεις:
Michael Theodossiou Co Ltd v. Municipality of Limassol (1975) 3 C.L.R. 195,
G.A.P. Estates Ltd v. Δημοκρατίας (1994) 4 A.A.Δ. 1641,
Philips College Ltd v. Δημοκρατίας, Υπ. Αρ. 315/95, ημερ. 15.2.96,
Σταύρου v. Δημοκρατίας, Υπ. Αρ. 564/94, ημερ. 23.8.96,
Κατσαούνη v. Δημοκρατίας, Υπ. Αρ. 835/93, ημερ. 6.10.96,
Κασάπης κ.ά. v. Δημοκρατίας (1998) 3 Α.Α.Δ. 43,
Αντωνίου v. Δημοκρατίας (1998) 3 Α.Α.Δ. 85,
Χατζηγεωργίου v. Δημοκρατίας (1999) 3 Α.Α.Δ. 23,
Τάσος Λ. Κεφάλας & Υιοί Λτδ v. Κυπριακού Οργανισμού Τουρισμού (1999) 3 Α.Α.Δ. 425.
Έφεση.
Έφεση από τους αιτητές - Δημότες και μέλη του Διοικητικού Συμβουλίου του Δήμου Λεμεσού εναντίον της απόφασης Δικαστή του Ανωτάτου Δικαστηρίου (Χρ. Αρτεμίδης, Δ.) στην Υπόθεση Αρ. 92/95, ημερ. 28/2/97, με την οποία απέρριψε την προσφυγή τους εναντίον της απόφασης κατεδάφισης του κτίσματος γνωστού σαν 'αποθήκες Θεοδοσίου' στην παραλία της Λεμεσού.
Α.Σ. Αγγελίδης, για τους Εφεσείοντες.
Κ. Γεωργίου για Α. Νεοκλέους, για τους Εφεσίβλητους.
Cur. adv. vult.
ΝΙΚΗΤΑΣ, Δ: Την απόφαση του Δικαστηρίου θα δώσει ο Δικαστής Γ. Κωνσταντινίδης.
ΚΩΝΣΤΑΝΤΙΝΙΔΗΣ, Δ.: Στις 19.1.95 άρχισε η κατεδάφιση κτιρίου γνωστού ως "αποθήκες Θεοδοσίου" στην παραλία της Λεμεσού. Η ενέργεια προκάλεσε έντονες αντιδράσεις και πολίτες επιχείρησαν να την ανακόψουν. Θεωρούσαν, αντίθετα προς την άλλη άποψη, πως το κτίριο είχε σημαντική ιστορική, αρχιτεκτονική και πολιτιστική αξία. Παρενέβη η αστυνομία και η κατεδάφιση ολοκληρώθηκε στις 22.1.95.
Οι εφεσείοντες, ως δημότες της Λεμεσού αλλά και ως μέλη, οι τρεις από αυτούς (1, 8 και 9) του ίδιου του Δημοτικού Συμβουλίου της πόλης, επεδίωξαν παρέμβαση του Ανωτάτου Δικαστηρίου. Στις 23.1.95 άσκησαν προσφυγή κατ' επίκληση του Άρθρου 146 του Συντάγματος. Προσδιόρισαν, επομένως, ό,τι εκλάμβαναν ως εκτελεστές διοικητικές αποφάσεις, υποκείμενες σε αναθεώρηση. Η πρώτη ήταν "η απόφαση να κατακυρωθεί ή να ανατεθεί η εργασία κατεδάφισης του κτίσματος". Η δεύτερη ήταν "η απόφαση οιουδήποτε των καθ' ων η αίτηση (του Δήμου Λεμεσού ή του Δημάρχου) για την έναρξη ή προώθηση της κατεδάφισης, αφού αυτή λήφθηκε, όπως μας εξηγήθηκε, δυνάμει της παράνομης κατακύρωσης.
Ο συνάδελφός μας που εκδίκασε την προσφυγή πρωτοδίκως δέκτηκε πως ευσταθούσαν οι προδικαστικές ενστάσεις των καθ' ων η αίτηση και απέρριψε την προσφυγή. Έκρινε, κατ' αρχάς, ότι οι εφεσείοντες δεν νομιμοποιούνταν είτε ως μέλη του Δημοτικού Συμβουλίου είτε ως δημότες. Ενώπιόν μας δεν προωθήθηκε η ιδέα πως η ιδιότητα του μέλους του Δημοτικού Συμβουλίου που οι τρεις από τους εφεσείοντες είχαν, συνιστούσε ανεξάρτητο έρεισμα νομιμοποίησης. Υποστηρίκτηκε όμως πως όλοι οι εφεσείοντες, ως δημότες της πόλης, είχαν έννομο συμφέρον ενόψει της φύσης του κτιρίου. Είναι σχετική με το θέμα, μεταξύ άλλων, η πρόσφατη απόφαση της Ολομέλειας στην Thanos Club Hotels Ltd και Αλλοι ν. Επιστημονικού Τεχνικού Επιμελητηρίου Κύπρου και Αλλων (2000) 3 A.A.Δ. 323, αλλά εδώ πρέπει να προσέξουμε το νόημα της πρωτόδικης απόφασης. Δεν εκδόθηκε με αναφορά σε γενική έλλειψη νομιμοποίησης των δημοτών. Αυτό το θέμα αφέθη ανοικτό ως εγερθέν αορίστως, μόλις κατά τη διάρκεια των διευκρινίσεων. Μάλιστα, με την παρατήρηση πως δεν είχε προσδιοριστεί και οποιοδήποτε στοιχείο που να αποδείκνυε πως το κτίριο είχε πράγματι τη σημασία που του απέδιδαν οι εφεσείοντες. Οι εφεσείοντες υποδεικνύουν, και έχουν δίκαιο σ' αυτό, πως ανέπτυξαν το θέμα στην απαντητική τους αγόρευση. Παραπέμπουν επίσης σε εκτιμήσεις και τεχνικές αξιολογήσεις επιστημονικών και επαγγελματικών φορέων που επισύναψαν σ' αυτή.
Αυτά, όμως, δεν θα προωθούσαν την υπόθεσή τους. Στην πρωτόδικη απόφαση κρίθηκε πως δεν είχαν έννομο συμφέρον "να πλήττουν την απόφαση του Δημοτικού Συμβουλίου όπως αυτή διατυπώνεται στην πρώτη θεραπεία της αιτήσεως ακυρώσεως, ότι δηλαδή η διαδικασία κατακύρωσης της εργασίας κατεδάφισης των αποθηκών δεν έγινε σύμφωνα με τους Κανονισμούς και πως δεν ελήφθη προηγουμένως απόφαση της Επιτροπής Προσφορών." Εξάγεται πως η απόφαση για την κατακύρωση της προσφοράς θεωρήθηκε ασύνδετη προς την όποια απόφαση για κατεδάφιση, την οποία προϋπέθετε. Συνεπώς, πως η ιδιότητα του δημότη που επικαλέστηκαν οι εφεσείοντες δεν θα ήταν δυνατό σε καμιά περίπτωση να τους νομιμοποιήσει αφού η διαδικασία κατακύρωσης, αυτή καθ' εαυτή, ως αφορώσα στην επιλογή της καλύτερης προσφοράς, δεν συσχετίζεται προς το ενδιαφέρον τους για τη διατήρηση σημαντικού για την πόλη κτίσματος.
Ήταν, συναφώς, η δεύτερη προδικαστική ένσταση των καθ' ων η αίτηση πως ακριβώς όσα προβλήθηκαν με την προσφυγή, αφού συναρτώνταν προς το ίδιο το νομιμοποιητικό έρεισμα της κατεδάφισης, ήταν πράξεις εκτέλεσης, μη υποκείμενες σε αναθεωρητικό έλεγχο. Το 1972, στο πλαίσιο της προώθησης της βασικής πολιτικής που υιοθετήθηκε χρόνια πριν, το 1950, που οδήγησε στην απαλλοτρίωση και κατεδάφιση σειράς άλλων κτισμάτων στην ίδια παραλία, δημοσιεύτηκαν Γνωστοποίηση και Διάταγμα Απαλλοτρίωσης των αποθηκών. Ως λόγοι δημόσιας ωφέλειας καθορίστηκαν η συγχώνευση με άλλα ακίνητα προς χρήση για περιπάτους, ο εξωραϊσμός της παραλίας, η διαπλάτυνση του παραλιακού δρόμου και των πεζοδρομίων του, και η ολοκλήρωση της δημιουργίας πνεύμονος και θέας προς τη θάλασσα από την παραλιακή οδό. Αναφέρονται οι εφεσίβλητοι σε σειρά προσφυγών που ασκήθηκαν (και απορρίφθηκαν ή αποσύρθηκαν) σε σχέση με την απαλλοτρίωση ως την τελική απόφαση των ιδιοκτητών να εισπράξουν αποζημίωση, έστω με επιφύλαξη ως προς το ύψος της, και να παραδώσουν στο Δήμο, το 1995, την κατοχή των αποθηκών. Στην πρώτη από τις προσφυγές αυτές (βλ. Michael Theodossiou Co Ltd v. The Municipality of Limassol (1975) 3 C.L.R. 195, στη σελίδα 212) ισχυρισμός για ακυρότητα απαντήθηκε με αναφορά στην κατεδάφιση ως το σκοπό της απαλλοτρίωσης. Όπως σημειώσαμε, έγινε δεκτή και αυτή η προδικαστική ένσταση. Τα ακόλουθα από την πρωτόδικη απόφαση, περιλαμβάνουν το σκεπτικό:
"Και οι δυο θεραπείες στην προσφυγή αναφέρονται σε "απόφαση" για την κατεδάφιση των αποθηκών Θεοδοσίου. Η πράξη της κατεδάφισης όμως δεν ήταν εκτελεστή διοικητική απόφαση, αλλά πράξη εκτελέσεως προειλημμένης απόφασης για την κατεδάφιση των αποθηκών, που άρχισε με την απαλλοτρίωσή τους με σχετική γνωστοποίηση στις 19.9.72 και διάταγμα στις 27.12.72. Σκοπός της απαλλοτρίωσης, όπως καθορίζεται στο διάταγμα ήταν, μεταξύ άλλων η διαπλάτυνση της παραλιακής λεωφόρου, της δημιουργίας θέας προς τη θάλασσα, περιπάτους για το κοινό και γενικά ο εξωραϊσμός της παραλίας. Για την υλοποίηση της κατεδάφισης των αποθηκών εξεδόθη και διάταγμα επίταξης στις 15.11.94".
Ο Δήμος Λεμεσού, ως απαλλοτριούσα αρχή, εξέδωσε τη Γνωστοποίηση και το Διάταγμα Απαλλοτρίωσης και δεν θα είχαμε δυσκολία να συμφωνήσουμε πως ενυπήρχε, ως σκοπός της απαλλοτρίωσης, προς υλοποίηση των λόγων που εξειδικεύθηκαν, η κατεδάφιση των αποθηκών. Η κατακύρωση προσφοράς για δημοτικό έργο είναι, βέβαια, εκτελεστή διοικητική πράξη αλλά ως τέμνουσα το θέμα στο οποίο αφορά. Μας φαίνεται, λοιπόν, ορθό πως, ως προς την πραγμάτωση της κατεδάφισης, ήταν πράξη εκτέλεσης και από αυτή την άποψη ποιοτικά ομότιμη προς την ίδια την υλική ενέργεια της κατεδάφισης. Δεν χρειάζεται όμως να σταθούμε περισσότερο σ' αυτά. Τελικά διαπιστώθηκε ακόμα θεμελιωδέστερος λόγος για τον οποίο θα έπρεπε να απορριφθεί η προσφυγή. Αυτή ασκήθηκε όταν οι αποθήκες ήταν ήδη κατεδαφισμένες και το έθεσαν εξ αρχής οι εφεσίβλητοι πως εστερείτο αντικειμένου. Οι εφεσείοντες αντέδρασαν με παραπομπή σε βιβλιογραφία και νομολογία σε σχέση με τη δυνατότητα προώθησης προσφυγής ακόμα και όταν είναι αδύνατη η in natura αποκατάσταση (βλ. Φ. Βεγλερή - Η Συμμόρφωση της Διοίκησης στις Αποφάσεις του Συμβουλίου Επικρατείας, σελ. 111, Δ. Κοντόγιωργα-Θεοχαροπούλου - Αι Συνέπειαι της Ακύρωσης Διοικητικής Πράξης έναντι της Διοίκησης κατόπιν Ασκήσεως Αιτήσεως Ακυρώσεως σελ. 285, Θ. Τσάτσος, Μελέται Διοικητικού Δικαίου σελ. 54, G.A.P. Estates Ltd v. Δημοκρατίας (1994) 4 A.A.Δ. 1641, Philips College Ltd v. Δημοκρατίας, Προσφυγή αρ. 315/95, ημερομηνίας 15.2.96, Φωτεινή Σταύρου ν. Δημοκρατίας, Προσφυγή αρ. 564/94, ημερομηνίας 23.8.96 και Νίκη Κατσαούνη ν. Δημοκρατίας, Προσφυγή αρ. 835/93, ημερομηνίας 6.10.96). Κατά την αρχή όμως που εξάγεται, η αξία της ακύρωσης τέτοιας πράξης συναρτάται προς την προλείανση του εδάφους για αποζημίωση του υποστάντος ζημιά. Οι εφεσείοντες διεκδίκησαν μόνο ηθικό συμφέρον και η προσφυγή απορρίφθηκε με το πιο κάτω σκεπτικό:
"Τέλος, αναφέρω πως όταν η προσφυγή καταχωρίστηκε στις 23.1.95 η κατεδάφιση των αποθηκών ήταν ήδη συμπληρωμένη από 22.1.95. Επομένως, και ανεξάρτητα με αυτά που λέω πιο πάνω, για ακαδημαϊκή συζήτηση μόνο, δεν υπάρχει αντικείμενο προσφυγής που να νομιμοποιούνται οι αιτητές να προωθούν. Και τούτο γιατί, και αν ακόμη προσβαλλόταν διοικητική απόφαση, το αντικείμενό της θα εξέλιπε, και το Δικαστήριο δεν θα προχωρούσε στη συζήτησή της εφόσον, λόγω της ιδιότητας των αιτητών, αυτοί δεν θα εδικαιούντο σε οποιεσδήποτε αποζημιώσεις, σύμφωνα με το άρθρο 146.6 του Συντάγματος".
Λόγος έφεσης που να θέτει υπό συζήτηση αυτή την πτυχή της πρωτόδικης απόφασης δεν διατυπώθηκε. Η δικαιοδοσία μας οριοθετείται, όπως είναι παγίως νομολογημένο, από τους λόγους έφεσης εκτός αν, που δεν είναι η περίπτωση, επιληφθούμε αυτεπαγγέλτως θέματος δημόσιας τάξης, και με ακλόνητη αυτή τη δικαστική απόφανση η έφεση είναι, εν πάση περιπτώσει, καταδικασμένη σε αποτυχία. Στη βάση της, όπως το επισημαίνει και η πρωτόδικη απόφαση, όλα τα υπόλοιπα απολήγουν ακαδημαϊκά.
Οι εφεσείοντες θέτουν, ως τελευταίο θέμα, την καταδίκη τους στα έξοδα. Λέγουν πως είχαν ισχυρά επιχειρήματα και πως δεν εδικαιολογείτο να τα επιβαρυνθούν "σε μια διαδικασία όπου το Δικαστήριο με αφορμή την προσφυγή αναζητεί και/ή τέμνει το δίκαιο στο χώρο του Δημοσίου Δικαίου". Σε σειρά αποφάσεων της Ολομέλειας εξηγήθηκαν οι αρχές. (Βλ. Ανδρόνικος Κασάπης κ.ά. ν. Κυπριακής Δημοκρατίας (1998) 3 Α.Α.Δ. 43, Αντώνιος Ι. Αντωνίου ν. Κυπριακής Δημοκρατίας (1998) 3 Α.Α.Δ. 85, Χριστόδουλος Γ. Χατζηγεωργίου ν. Κυπριακής Δημοκρατίας (1999) 3 Α.Α.Δ. 23, Τάσος Λ. Κεφάλας & Υιοί Λτδ ν. Κυπριακού Οργανισμού Τουρισμού (1999) 3 Α.Α.Δ. 425.) Δεν συμφωνούμε πως δικαιολογείται να επέμβουμε στον τρόπο με τον οποίο ο συνάδελφός μας άσκησε τη διακριτική του εξουσία. Η έφεση απορρίπτεται, με έξοδα.
Η έφεση απορρίπτεται με έξοδα.