ΠΑΓΚΥΠΡΙΟΣ ΔΙΚΗΓΟΡΙΚΟΣ ΣΥΛΛΟΓΟΣ
|
(1998) 3 ΑΑΔ 804
27 Οκτωβρίου, 1998
[ΠΙΚΗΣ Π., ΝΙΚΗΤΑΣ, ΑΡΤΕΜΗΣ, ΚΩΝΣΤΑΝΤΙΝΙΔΗΣ,
ΚΑΛΛΗΣ, ΚΡΑΜΒΗΣ, ΓΑΒΡΙΗΛΙΔΗΣ, Δ/στές]
ΛΟΪΖΟΣ ΚΥΠΡΙΑΝΟΥ,
Αιτητής,
v.
ΑΡΧΗΣ ΤΗΛΕΠΙΚΟΙΝΩΝΙΩΝ ΚΥΠΡΟΥ (ΑΡ. 2),
Καθ' ων η αίτηση.
(Υπόθεση Αρ. 672//96)
Οργανισμοί Δημοσίου Δικαίου — Αρχή Τηλεπικοινωνιών Κύπρου — Υπάλληλοι — Προαγωγές — Κανονιστικό πλαίσιο και εφαρμογή του στην κριθείσα περίπτωση — Επιλογή καταλληλότερου για προαγωγή υποψηφίου από το διοικητικό συμβούλιο της Αρχής κρίθηκε αιτιολογημένη και εύλογα επιτρεπτή.
Διοικητικό Όργανο — Συλλογικά όργανα — Συζήτηση σε συνεδρία διορίζοντος οργάνου σχετικά με την επιλογή του καταλληλότερου για προαγωγή — Δεν υφίσταται καθήκον καταγραφής της συζήτησης στα πρακτικά.
Προσφυγή βάσει του Άρθρου 146 του Συντάγματος —Λόγοι ακυρώσεως — Εκδηλη υπεροχή — Έννοιά της από τη νομολογία — Η έκδηλη υπεροχή του αιτητή αποτελεί όρο για να τίθεται θέμα δικαστικής επέμβασης στην ουσιαστική κρίση του διορίζοντος οργάνου.
Ο αιτητής προσέβαλε με την προσφυγή του την προαγωγή των ενδιαφερομένων σε Τομεάρχες Τεχνικού Προσωπικού. Λόγω της έγερσης ζητήματος ευρύτερης σημασίας - σχετικού με τη νομιμότητα των υπηρεσιακών εκθέσεων στην Α.ΤΗ.Κ. - η υπόθεση εκδικάστηκε απ' ευθείας από την Ολομέλεια του Ανωτάτου Δικαστηρίου. Το ζήτημα των υπηρεσιακών εκθέσεων αποτέλεσε το αντικείμενο χωριστής - προηγηθείσας - απόφασης και επειδή οι εκθέσεις κρίθηκαν νομότυπες, το Δικαστήριο προχώρησε στην παρούσα απόφαση επί των λοιπών λόγων ακυρώσεως.
Η Ολομέλεια του Ανωτάτου Δικαστηρίου, απορρίπτοντας την προσφυγή, αποφάσισε ότι:
1. Τα κριτήρια επιλογής καθορίζονται στον Κανονισμό 10(7). Όπως προβλέπεται, οι κρίσεις για προαγωγή διενεργούνται με βάση την υπηρεσιακή επίδοση και απόδοση των υποψηφίων και την εν γένει ουσιαστική καταλληλότητά τους, όπως προκύπτει από τα στοιχεία στους προσωπικούς τους φακέλους, τα φύλλα ποιότητας και τα φύλλα προαγωγής τους.
Η βαθμολογία όλων των υποψηφίων ήταν ψηλή και οι αξιολογήσεις τους συνοδεύονταν από τη γενική παρατήρηση πως κρίνονταν ως πολύ κατάλληλοι και καθόλα έτοιμοι για προαγωγή. Το Συμβούλιο Προσωπικού, ο Γενικός Διευθυντής και τελικά το Διοικητικό Συμβούλιο της Αρχής, σαφώς, όπως προκύπτει, ενδιάτριψαν στις λεπτομέρειες των αξιολογήσεων τους, στις παρατηρήσεις που διατυπώνονται για τον κάθε ένα και στο σύνολο των στοιχείων τους. Οι διϊστάμενες απόψεις αιτιολογήθηκαν με ειδική αναφορά στα όσα το ένα ή το άλλο μέλος έκρινε ως ουσιώδη. Η εισήγηση του αιτητή, για καθήκον καταγραφής της συζήτησης που διεξάχθηκε, δεν βρίσκει έρεισμα στη νομολογία.
2. Με αναφορά στην υπόθεση Ηadjisavva v. Republic (1982) 3 C.L.R. 76 η Ολομέλεια εξήγησε και πολύ πρόσφατα, στην υπόθεση Χρίστου ν. Συμβουλίου Υδατοπρομήθειας Λάρνακας (1998) 3 A.A.Δ. 604, την έννοια της έκδηλης υπεροχής. Δεν έχει καταδειχθεί έκδηλη υπεροχή που είναι όρος για να τίθεται ζήτημα παρέμβασης από το Δικαστήριο. Η επιλογή που έγινε ήταν εύλογα επιτρεπτή.
Aναφερόμενες υποθέσεις:
Κυπριανού ν. Αρχής Τηλεπικοινωνιών Κύπρου (Αρ. 1) (1998) 3 Α.Α.Δ. 355,
Ανδρέου κ.ά. ν. Α.ΤΗ.Κ, Προσφυγή Aρ. 805/91, ημερ. 23.2.93,
Χατζηδάς ν. Δημοκρατίας (1989) 3 Α.Α.Δ. 1121,
Σιαμμάς ν. ΑΗΚ (1998) 3 Α.Α.Δ. 569,
Ηadjisavva v. Republic (1982) 3 C.L.R. 76,
Χρίστου ν. Συμβουλίου Υδατοπρομήθειας Λάρνακας (1998) 3 Α.Α.Δ. 604.
Προσφυγή.
Προσφυγή με την οποία προσβάλλεται η απόφαση του Διοικητικού Συμβουλίου των καθ' ων η αίτηση να προάξουν τα ενδιαφερόμενα μέρη στη θέση Τομεάρχη Τεχνικού Προσωπικού αντί του αιτητή. (Η υπόθεση εκδικάστηκε απευθείας από την Ολομέλεια.)
Α. Σ. Αγγελίδης, για τον Αιτητή.
Κ. Χατζηϊωάννου, για τους Καθ' ων η αίτηση.
Cur. adv. vult.
ΠΙΚΗΣ, Π.: Η απόφαση του Δικαστηρίου θα δοθεί από το Δικαστή Γ. Κωνσταντινίδη.
ΚΩΝΣΤΑΝΤΙΝΙΔΗΣ, Δ.: Η προσφυγή αφορά στην απόφαση του Διοικητικού Συμβουλίου της Αρχής Τηλεπικοινωνιών Κύπρου για προαγωγή των Α. Χριστοφή, Χρ. Γιαννακού, Μ. Καρλεττίδη, Μ. Αχιλλέως, Α. Ριρή, Κ. Χριστοδούλου, Κρ. Βασιλείου και Χρ. Φοινιώτη στη θέση Τομεάρχη Τεχνικού Προσωπικού. Δεύτερο αίτημα για την ακύρωση της προαγωγής του Ι. Κουλία σε όμοια θέση αποσύρθηκε αφού αφορούσε σε ξεχωριστή, μη συναφή απόφαση.
Είχε εγερθεί ευρύτερης σημασίας ζήτημα ως προς τη νομιμότητα των υπηρεσιακών εκθέσεων για το οποίο, σε άλλες υποθέσεις, η πρωτόδικη κατάληξη ήταν ανομοιόμορφη και εγκρίθηκε η εισήγηση για την ανάληψη της παρούσας απευθείας από την Ολομέλεια. Το ζήτημα των υπηρεσιακών εκθέσεων εκδικάστηκε προκαταρκτικά, κρίναμε πως ήταν νόμιμες (βλ. Λοΐζου Κυπριανού ν. Αρχής Τηλεπικοινωνιών Κύπρου (1998) 3 A.A.Δ. 355) και, κατά τα καθιερωμένα, προχωρήσαμε στην εξέταση των υπόλοιπων ισχυρισμών του αιτητή. Αφορούσαν κατά βάση στην αιτιολόγηση της επιλογής και συναφώς στη συγκριτική καταλληλότητα των υποψηφίων.
Με την απαντητική αγόρευση για τον αιτητή εγείρεται για πρώτη φορά και πρόσθετο ζήτημα σε σχέση με την ημερομηνία της προαγωγής. Παρανόμως, κατά τον αιτητή, της προσδόθηκε αναδρομικότητα δυο μηνών. Δεν θα μας απασχολήσει αυτό το θέμα. Δεν καλύπτεται από τα νομικά σημεία και, σε συνάρτηση προς αυτά, από τα γεγονότα στην προσφυγή.
Το Συμβούλιο Προσωπικού, ως προς ορισμένους κατά πλειοψηφία, και ο Γενικός Διευθυντής της Αρχής εισηγήθηκαν την προαγωγή των ενδιαφερομένων προσώπων. Το Διοικητικό Συμβούλιο της Αρχής, με αναφορά στις εισηγήσεις αυτές, σε διαπιστώσεις που κατέγραψε ως προς τον κάθε ένα από τους υποψηφίους και στο περιεχόμενο των προσωπικών τους φακέλων επέλεξε, κατά πλειοψηφία, τα ενδιαφερόμενα πρόσωπα ως υπερέχοντες και ως από κάθε άποψη καταλληλότερους. Ένα μέλος του Διοικητικού Συμβουλίου δήλωσε δυσκολία στο σχηματισμό πλήρους άποψης και απέσχε. Δυο μέλη του Διοικητικού Συμβουλίου θεώρησαν πως θα έπρεπε να επιλεγεί ο αιτητής αντί του Κρ. Βασιλείου.
Ο αιτητής επικαλείται τα προσόντα του, τα οποία αξιολογεί ως υπέρτερα όλων πλην του Α. Ριρή, την αρχαιότητα έναντι ενός των ενδιαφερομένων προσώπων (του Α. Ριρή) και την καλύτερη, όπως εκτιμά, αξιολόγησή του στα φύλλα ποιότητας/υπηρεσιακές εκθέσεις/έντυπα αξιολογήσεων σε σχέση με τους Κ. Χριστοδούλου και Κρ. Βασιλείου. Προσθέτει τη γενική προσφορά του στην Αρχή, δείγματά της οποίας απαριθμεί, και εισηγείται πως πάσχουν από έλλειψη επαρκούς αιτιολογίας και οι εισηγήσεις και η τελική απόφαση. Εξειδικεύει συναφώς ως παράλειψη του Διοικητικού Συμβουλίου της Αρχής να καταγράψει το περιεχόμενο της συζήτησης που αναφέρεται ότι διεξάχθηκε στο στάδιο της τελικής επιλογής. Ως προς τις διαπιστώσεις του Διοικητικού Συμβουλίου που καταγράφηκαν στα πρακτικά του Διοικητικού Συμβουλίου αναφορικά με τον κάθε ένα από τους υποψηφίους, με τη γραπτή του αγόρευση θέτει θέμα σύγκρουσής τους προς τα στοιχεία των φακέλλων. Ενώπιόν μας, κατά τις διευκρινίσεις, διαμορφώθηκε το διαφορετικό επιχείρημα πως, πάνω στη βάση τους, τουλάχιστον θα έπρεπε να είχε επιλεγεί ο αιτητής αντί του Κ. Χριστοδούλου.
Οι καθ' ων η αίτηση αντικρούουν τα επιχειρήματα που αναπτύχθηκαν. Εισηγούνται πως αποκαλύπτεται ενδελεχής έρευνα όλων των δεδομένων και επιλογή στη βάση των νόμιμων κριτηρίων. Θεωρούν πως οι ισχυρισμοί ως προς την αιτιολογία δεν ευσταθούν, παραπέμπουν στο πρακτικό και προς συμπλήρωσή του στους φακέλλους και εισηγούνται πως υιοθέτηση των απόψεων του αιτητή θα σήμαινε επιβολή καθήκοντος αναπαραγωγής στα πρακτικά του περιεχομένου των φακέλων. Προτείνουν πως σε καμιά περίπτωση δεν στοιχειοθετείται έκδηλη υπεροχή του αιτητή και πως η απόφαση πρέπει να επικυρωθεί ως εύλογα επιτρεπτή.
Είχε προηγηθεί η απόφαση για την προαγωγή του Ι. Κουλία και αναγνωρίστηκαν ως υποψήφιοι ο αιτητής, τα οκτώ ενδιαφερόμενα πρόσωπα και άλλος ένας λειτουργός. Τριετή υπηρεσία στη θέση υποτομεάρχη (βλ. Κανονισμό 4(3)(Β) και 10(1) και (4) των περί Προσωπικού της Αρχής Τηλεπικοινωνιών Κύπρου Γενικών Κανονισμών του 1982, όπως τροποποιήθηκαν) συγκέντρωναν και άλλοι 6 λειτουργοί οι οποίοι, όμως, με γραπτή δήλωσή τους απεμπόλησαν, όπως εξηγείται, το δικαίωμα κρίσης τους για προαγωγή. Ο αιτητής είχε προσληφθεί στην Αρχή την 1.2.84, όπως και άλλα 6 από τα ενδιαφερόμενα πρόσωπα. Ο Κ. Χριστοδούλου προηγήθηκε (1.7.82) ενώ ο Α. Ριρής ακολούθησε μετά απο τρεις μήνες. Όλοι, με την εξαίρεση του Κ. Χριστοδούλου που προάχθηκε νωρίτερα (31.12.90), προάχθηκαν στη θέση Υποτομεάρχη την ίδια μέρα, στις 3.10.91.
Το Συμβούλιο Προσωπικού ήταν ομόφωνο ως προς πέντε από τους υποψηφίους που πρότεινε (Α. Χριστοφή, Χρ. Γιαννακού, Μ. Καρλετίδη, Μ. Αχιλλέως και Α. Ριρή). Είναι καθαρό πως μέτρησαν οι καλύτερες αξιολογήσεις τους ενόψει και των παρατηρήσεων που τις συνόδευαν αναφορικά με την εξαιρετική ποιότητα και κατάρτισή τους.
Κατά την αιτιολόγηση της πρότασης ως προς την έκτη θέση η πλειοψηφία (5:1) εξήγησε γιατί η μικρή διαφορά στη βαθμολογία του Κ. Χριστοδούλου από τους υπόλοιπους ήταν αμελητέα. Τονίστηκαν οι εξαιρετικές του ικανότητες στη διοίκηση μεγάλου αριθμού προσωπικού καθώς και η ικανότητά του να συντονίζει, να οργανώνει και να παρακολουθεί την εκτέλεση μεγάλου αριθμού έργων του ενσύρματου δικτύου. Επίσης, το γεγονός ότι, όπως αναφέρεται στις παρατηρήσεις στο φάκελό του, επέδειξε ικανότητα αντιπροσώπευσης της Αρχής με μεγάλη επιτυχία σε πάρα πολλές συνεδριάσεις με διάφορα κυβερνητικά τμήματα και άλλες αρμόδιες αρχές για το συντονισμό μεγάλου αριθμού έργων της Αρχής. Τελικά επισημάνθηκε πως, όπως συνέβηκε ας σημειωθεί και στην περίπτωση άλλων περιλαμβανουμένου και του αιτητή, του είχε παραχωρηθεί διπλή προσαύξηση το 1986.
Το ίδιο και κατά την πρόταση ως προς τους καταλληλότερους για τις υπόλοιπες δυο θέσεις. Μέσα από τις λεπτομέρειες των διϊσταμένων απόψεων προκύπτει πως μέτρησαν στοιχεία σχετικά, αναφερόμενα στην απόδοση, την επίδοση, τις ικανότητες και τις ιδιότητες τους και πως η κατάληξη ήταν το αποτέλεσμα διαφορετικής αντίκρυσης της σημασίας του κάθε στοιχείου. Είναι σ' αυτά που αναφέρθηκε ενώπιόν μας και ο αιτητής και δεν διαπιστώνεται παράλειψη προσμέτρησης οτιδήποτε του σχετικού ή πρόσδοσης σημασίας σε οτιδήποτε το άσχετο.
Το γεγονός της κάποιας καλύτερης βαθμολογίας του αιτητή σε σχέση με τους Κ. Χριστοδούλου και Κρ. Βασιλείου δεν παρέμεινε ασχολίαστο. Ήταν μικρή ή ελαφρά, όπως ορθά χαρακτηρίστηκε και υπερκαλυπτόταν από ιδιότητες και ικανότητες που καταγράφησαν και που κρίθηκε πως την καθιστούσαν αμελητέα. Όσα προβλήθηκαν από τα μειοψηφήσαντα μέλη υπέρ του αιτητή, σχολιάστηκαν ειδικά. Η βασική θέση πως είχε μακρά και εξειδικευμένη πείρα που τον καθιστούσε τον καταλληλότερο για προαγωγή προκειμένου να τοποθετηθεί σε συγκεκριμένη θέση, συνάντησε αντίδραση. Γίνεται μάλιστα αναφορά στην απόφαση του Ανωτάτου Δικαστηρίου στην υπόθεση Μιχ. Ανδρέου κ.ά. ν. ΑΤΗΚ, Προσφυγή 805/91, ημερομηνίας 23.2.93 ως προς το ανεπίτρεπτο της διαμόρφωσης κρίσης με βάση το τμήμα και την υπηρεσία όπου υπηρετούσαν οι υποψήφιοι, σε σχέση με το χώρο όπου υπήρχαν κενές θέσεις. Και συναφώς, άλλο μέλος θεώρησε πως σε κάθε περίπτωση ήταν προτιμητέα η ευρεία πείρα από την περιορισμένη μόνο σε ένα τομέα.
Ο Γενικός Διευθυντής της Αρχής είχε ενώπιόν του τα πρακτικά του Συμβουλίου Προσωπικού και, όπως σημειώνει, εξέτασε με μεγάλη προσοχή, μαζί με αυτά, το περιεχόμενο των προσωπικών φακέλλων των υποψηφίων.
Το Διοικητικό Συμβούλιο της Αρχής κατέγραψε αρχικά ορισμένες διαπιστώσεις ως προς τους υποψηφίους. Ο έλεγχος των φακέλλων δείχνει πως αυτές δεν ήταν τίποτε άλλο από μια σύνοψη των κυριοτέρων σημείων των παρατηρήσεων που συνόδευαν τις αξιολογήσεις τους. Αντανακλούσαν τη διαφορά στη βαθμολογία του καθενός, την οποία σχολίασε το Συμβούλιο Προσωπικού και την οποία το Διοικητικό Συμβούλιο συνυπολόγισε. Παραθέτουμε τις διαπιστώσεις.
"Ο υποψήφιος Κώστας Ε. Χριστοδούλου (2935) κρίνεται ως πάρα πολύ καλός υπάλληλος, ευσυνείδητος και δραστήριος.
Ο υποψήφιος Λοΐζος Κυπριανού (1239) κρίνεται ως υπάλληλος τακτικός, επιμελής, συνεργάσιμος και με ψηλό αίσθημα ευθύνης.
Ο υποψήφιος Άλκης Χριστοφή (3887) κρίνεται ως εξαίρετος υπάλληλος, με άριστες γνώσεις των καθηκόντων και λειτουργιών της θέσης που κατέχει.
Ο υποψήφιος Χριστόφορος Γιαννακού (473) κρίνεται ως εξαίρετος μηχανικός με σημαντική συνεισφορά στην επίτευξη των στόχων της Αρχής. Έχει άρτια επαγγελματική κατάρτιση και η αρμονική συνεργασία του τον καθιστά εξαιρετικά αποδοτικό.
Ο υποψήφιος Κρίστης Π. Βασιλείου (345) κρίνεται ως υπεύθυνος και ευσυνείδητος υπάλληλος, που συνεργάζεται αρμονικά με όλο το προσωπικό.
Ο υποψήφιος Χρύσης Δ. Φοινιώτης (2667) κρίνεται ως εξαιρετικά δραστήριος σε όλους τους τομείς. Είναι, επίσης, εξαιρετικά συνεργάσιμος και αξιόπιστος με άρτια επαγγελματική κατάρτιση.
Ο υποψήφιος Μάριος Καρλεττίδης (1237) κρίνεται ως εξαιρετικός μηχανικός, με άρτια επαγγελματική κατάρτιση και υποδειγματική συνεργασία. Διακρίνεται για τη διορατικότητα, την ευελιξία, την ορθότητα σκέψης και το ψηλό βαθμό κρίσης και αντίληψης.
Ο υποψήφιος Γεώργιος Μιχαηλίδης (1470) κρίνεται ως γνώστης όλων των λειτουργιών του τμήματος, που του δίδει το πλεονέκτημα να παίρνει σωστές αποφάσεις. Συνεργάζεται πάρα πολύ καλά με όλο το προσωπικό και με το κοινό.
Ο υποψήφιος Μιχάλης Ε. Αχιλλέως (173) κρίνεται ως εξαιρετικός μηχανικός και συνεργάτης, που επιδεικνύει απαράμιλλο ενδιαφέρον για την καλύτερη οργάνωση των Εμπορικών Υπηρεσιών.
Ο Υποψήφιος Άριστος Ριρής (2164) κρίνεται ως εξαιρετικός μηχανικός με άρτια επαγγελματική κατάρτιση. Στην επιτέλεση των έργων που αναλαμβάνει επιδεικνύει πολλή πρωτοβουλία και υπευθυνότητα και έχει ψηλό βαθμό αντίληψης και κρίσης."
Συμπληρώνουμε πως τα δυο μέλη που θεώρησαν τον αιτητή ως καταλληλότερο σε σχέση με τον Κρ. Βασιλείου αναφέρθηκαν εν προκειμένω, σε "ευρεία και μακρόχρονη πείρα σε συγκεκριμένη θέση που προορίζεται να τοποθετηθεί ένας από τους προαχθησομένους υπαλλήλους".
Τα κριτήρια επιλογής καθορίζονται στον Κανονισμό 10(7). Όπως προβλέπεται, οι κρίσεις για προαγωγή διενεργούνται με βάση την υπηρεσιακή επίδοση και απόδοση των υποψηφίων και την εν γένει ουσιαστική καταλληλότητά τους, όπως προκύπτει από τα στοιχεία στους προσωπικούς τους φακέλους, τα φύλλα ποιότητας και τα φύλλα προαγωγής τους.
Η βαθμολογία όλων των υποψηφίων ήταν ψηλή και οι αξιολογήσεις τους συνοδεύονταν από τη γενική παρατήρηση πως κρίνονταν ως πολύ κατάλληλοι και καθόλα έτοιμοι για προαγωγή. Το Συμβούλιο Προσωπικού, ο Γενικός Διευθυντής και τελικά το Διοικητικό Συμβούλιο της Αρχής, σαφώς, όπως προκύπτει, ενδιάτριψαν στις λεπτομέρειες των αξιολογήσεων τους, στις παρατηρήσεις που διατυπώνονται για τον κάθε ένα και στο σύνολο των στοιχείων τους. Είδαμε πως οι διϊστάμενες απόψεις αιτιολογήθηκαν με ειδική αναφορά στα όσα το ένα ή το άλλο μέλος έκρινε ως ουσιώδη. Δεν συμμεριζόμαστε την άποψη ως προς την αιτιολογία και πρέπει να προσθέσουμε πως η εισήγηση για καθήκον καταγραφής της συζήτησης που διεξάχθηκε, δεν βρίσκει έρεισμα στη νομολογία. (Βλ. Αντρέας Χατζηδάς ν. Κυπριακής Δημοκρατίας (1989) 3 Α.Α.Δ. 1121 και Γεώργιος Σιαμμάς ν. ΑΗΚ (1998) 3 Α.Α.Δ. 569).
Με αναφορά στην υπόθεση Ηadjisavva v. Republic (1982) 3 C.L.R. 76 η Ολομέλεια εξήγησε και πολύ πρόσφατα, στην υπόθεση Θεοδόση Χρίστου ν. Συμβουλίου Υδατοπρομήθειας Λάρνακας (1998) 3 Α.Α.Δ. 604, την έννοια της έκδηλης υπεροχής. Δεν έχει καταδειχθεί έκδηλη υπεροχή που είναι όρος για να τίθεται ζήτημα παρέμβασης από το Δικαστήριο. Η επιλογή που έγινε ήταν εύλογα επιτρεπτή και η προσφυγή απορρίπτεται, με έξοδα.
Η προσφυγή απορρίπτεται με έξοδα.