ΠΑΓΚΥΠΡΙΟΣ ΔΙΚΗΓΟΡΙΚΟΣ ΣΥΛΛΟΓΟΣ
|
ECLI:CY:AD:2023:B79
ΑΝΩΤΑΤΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ ΚΥΠΡΟΥ
ΔΕΥΤΕΡΟΒΑΘΜΙΑ ΔΙΚΑΙΟΔΟΣΙΑ
(Ποινική Έφεση Αρ. 19/2022)
6 Μαρτίου, 2023
[ΟΙΚΟΝΟΜΟΥ, ΔΗΜΗΤΡΙΑΔΟΥ-ΑΝΔΡΕΟΥ,
ΧΑΤΖΗΓΙΑΝΝΗ, Δ/στές]
ΠΑΝΑΓΙΩΤΗΣ ΝΙΚΗΦΟΡΟΥ,
Εφεσείων,
ν.
ΑΣΤΥΝΟΜΙΑΣ,
Εφεσίβλητης.
A. Γιωρκάτζης για Αντρέας Γιωρκάτζης ΔΕΠΕ, για τον Εφεσείοντα.
Θ. Παπανικολάου, Δημόσιος Κατήγορος Α΄, εκ μέρους του Γενικού Εισαγγελέα, για την Εφεσίβλητη.
ΟΙΚΟΝΟΜΟΥ, Δ.: Η Απόφαση είναι ομόφωνη, θα απαγγελθεί από τη Δικαστή Δημητριάδου-Ανδρέου.
________________________________________________________________
Α Π Ο Φ Α Σ Η
Λ. ΔΗΜΗΤΡΙΑΔΟΥ-ΑΝΔΡΕΟΥ, Δ.: Ο Εφεσείων αντιμετώπισε ενώπιον του Επαρχιακού Δικαστηρίου Αμμοχώστου (εφεξής πρωτόδικο Δικαστήριο) Κατηγορία Οχληρίας κατά παράβαση του Άρθρου 86 του περί Ποινικού Κώδικα Νόμου, Κεφ. 154. Συγκεκριμένα του καταλογίζετο ότι στις 16/9/2019 στην Αγία Νάπα της Επαρχίας Αμμοχώστου ενήργησε πράξη μη εξουσιοδοτημένη από το Νόμο και, συνεπεία αυτού, προκάλεσε ενόχληση στο κοινό εν τη ασκήσει κοινών δικαιωμάτων.
Ενώπιον του πρωτόδικου Δικαστηρίου κατέθεσαν τρεις μάρτυρες Κατηγορίας (Μ.Κ.1, Μ.Κ.2 και Μ.Κ.3), ενώ, μετά την κλήση του Εφεσείοντα σε απολογία, αυτός τήρησε το δικαίωμα της σιωπής.
Ο Μ.Κ.1 ήτο ο Διευθυντής του ξενοδοχείου Grecian Bay που βρίσκεται στην Αγία Νάπα και κατήγγειλε στην Αστυνομία ότι στις 16/6/2019 προκλήθηκε όχληση από μουσική που προερχόταν από το υποστατικό Καλύβα το οποίο απέχει 200 μέτρα από το ξενοδοχείο. Η ουσία του παραπόνου του στην Αστυνομία ήταν ότι, υπό την ιδιότητα του Διευθυντή, είχε ενημερωθεί από την υπεύθυνη του γραφείου υποδοχής ότι κατά τις πρωινές ώρες της 16/6/2019 η τελευταία είχε δεχθεί παράπονα από πελάτες του ξενοδοχείου που οχλήθηκαν από τη δυνατή μουσική που έπαιζε και δεν τους άφηνε να κοιμηθούν. Η Μ.Κ.2, υπεύθυνη του Τμήματος Υποδοχής του ξενοδοχείου παρουσίασε στο Δικαστήριο τον κατάλογο των δωματίων που είχαν υποβάλει παράπονα στο Τμήμα της λόγω της δυνατής μουσικής που προερχόταν από το υποστατικό του Εφεσείοντα. Η Μ.Κ.2 είχε συνομιλήσει με όλους τους παραπονούμενους πελάτες κατά το επόμενο πρωΐ στις 16/6/2019 όταν ανέλαβε καθήκοντα, αφού το προηγούμενο βράδυ δεν εργαζόταν και, επιλαμβανόμενη των παραπόνων αυτών, προχώρησε είτε σε αλλαγές δωματίων, είτε με άλλες εξυπηρετήσεις προς τους πελάτες. Ο Μ.Κ.3 ήταν ο Αστυνομικός ο οποίος κατά τον επίδικο χρόνο υπηρετούσε στο Σταθμό Αγίας Νάπας και ο οποίος είχε λάβει το παράπονο του Μ.Κ.1. Την επόμενη μέρα μετέβη στο χώρο του υποστατικού του Εφεσείοντα όπου διαπίστωσε από τα μεγάφωνα ότι η μουσική ακουγόταν μέχρι το ξενοδοχείο Grecian Bay.
Το πρωτόδικο Δικαστήριο, αξιολογώντας τη μαρτυρία και των τριών μαρτύρων Κατηγορίας, τους έκρινε αξιόπιστους και, στη βάση αυτής της μαρτυρίας, κατέληξε ότι κατά τις πρωινές ώρες της 16/6/2019 το υποστατικό Καλύβα εξέπεμπε μουσική από τα μεγάφωνα του, η οποία ακουγόταν μέχρι το ξενοδοχείο Grecian Bay που βρίσκεται περίπου 200 μέτρα πιο μακριά του. Αφού ανέλυσε στη συνέχεια τα συστατικά στοιχεία του αδικήματος της κοινής οχληρίας με βάση τα διαλαμβανόμενα στο Άρθρο 186 του Κεφ. 154, κατέληξε ότι είχε αποδειχθεί η στοιχειοθέτηση των εν λόγω συστατικών στοιχείων και η ενοχή του Εφεσείοντα πέραν πάσης λογικής αμφιβολίας.
Η πρωτόδικη Απόφαση προσβάλλεται με πέντε συνολικά Λόγους Έφεσης. Με το Λόγο Έφεσης 1 βάλλεται η αξιολόγηση από το πρωτόδικο Δικαστήριο της μαρτυρίας ως λανθασμένη, ενώ με το Λόγο Έφεσης 5 η ερμηνεία των συστατικών στοιχείων του επίδικου αδικήματος καθώς και η κατάληξη περί στοιχειοθέτησής τους. Οι Λόγοι Έφεσης 2, 3 και 4 είναι συναφείς και αλληλένδετοι και περιστρέφονται γύρω από θέση ότι το πρωτόδικο Δικαστήριο στήριξε την καταδίκη του Εφεσείοντα σε εξ ακοής μαρτυρία. Ειδικότερα, μέσω του Λόγου Έφεσης 2 προβάλλεται ότι το πρωτόδικο Δικαστήριο λανθασμένα έλαβε υπόψη του και στήριξε την καταδίκη του σε εξ ακοής μαρτυρία χωρίς (α) να πληρούνται οι σχετικές νομοθετικές και νομολογιακές προϋποθέσεις, (β) χωρίς να υπάρχει ενισχυτική μαρτυρία, (γ) χωρίς να αυτοπροειδοποιηθεί σχετικά και (δ) να την αξιολογήσει σύμφωνα με τις διατάξεις του Άρθρου 27 του περί Αποδείξεως Νόμου, Κεφ. 9. Μέσω του Λόγου Έφεσης 3 ο Εφεσείων ισχυρίζεται ότι το πρωτόδικο Δικαστήριο δεν έλαβε υπόψη ότι η Κατηγορούσα Αρχή παρέλειψε να προσαγάγει κατά τη δίκη κάθε μέρος της μαρτυρίας το οποίο είναι ουσιώδες για την κρίση της ενοχής του Εφεσείοντα, με αποτέλεσμα να κλονισθεί το θεμέλιο της δίκης, ενώ με το Λόγο Έφεσης 4 ότι παραβιάσθηκε το Άρθρο 6 της Ευρωπαϊκής Σύμβασης για την Προάσπιση των Δικαιωμάτων του Ανθρώπου (ΕΣΔΑ) λόγω του ότι η μοναδική ή η κύρια μαρτυρία εναντίον του Εφεσείοντα ήταν εξ ακοής, χωρίς να υπάρχει σε οποιοδήποτε στάδιο δυνατότητα αντεξέτασης του προσώπου που προέβη στην αρχική δήλωση προς αμφισβήτηση της αξιοπιστίας του.
Όπως προέκυψε, η υπόθεση της Κατηγορούσας Αρχής στηρίχθηκε εξ ολοκλήρου σε εξ ακοής μαρτυρία. Το ίδιο το πρωτόδικο Δικαστήριο, αναφερόμενο στη μαρτυρία του Μ.Κ.1, ορθά επεσήμανε ότι αυτός είχε μεταφέρει τα παράπονα των ενοίκων του ξενοδοχείου που διεύθυνε. Ομοίως και η Μ.Κ.2 είχε αναφερθεί στα παράπονα που της έκαναν συγκεκριμένοι θαμώνες του ξενοδοχείου με τους οποίους είχε συνομιλήσει το πρωί όταν ανέλαβε καθήκοντα, αναφορικά με τη δυνατή μουσική που τους είχε ενοχλήσει το προηγούμενο βράδυ.
Παρά την πιο πάνω διαπίστωση, το πρωτόδικο Δικαστήριο σε κανένα σημείο της Απόφασης του δεν επισημαίνει το γεγονός ότι το σύνολο της μαρτυρίας προς απόδειξη της ενοχής του Εφεσείοντα ήταν εξ ακοής μαρτυρία. Δεδομένης δε αυτής της παράλειψης, το πρωτόδικο Δικαστήριο δεν προέβη σε οποιαδήποτε αξιολόγηση της βαρύτητας της εξ ακοής μαρτυρίας με βάση τα διαλαμβανόμενα στον περί Αποδείξεως Νόμο, Κεφ. 9. Το Άρθρο 27 του Κεφ. 9 έχει, συναφώς, ως ακολούθως:
27.-(1) Κατά την αξιολόγηση της βαρύτητας που θα προσδοθεί σε εξ ακοής μαρτυρία, το Δικαστήριο λαμβάνει υπόψη το σύνολο των περιστάσεων, από τις οποίες μπορεί εύλογα να συναχθεί συμπέρασμα αναφορικά με την αποδεικτική αξία της εν λόγω μαρτυρίας.
(2) Ειδικότερα, και χωρίς επηρεασμό της γενικότητας του εδαφίου (1), το Δικαστήριο θα λαμβάνει υπόψη τα πιο κάτω:
(α) Κατά πόσο θα ήταν εύλογο και εφικτό ο διάδικος, που έχει προσαγάγει τη μαρτυρία, να είχε κλητεύσει ως μάρτυρα στη διαδικασία το πρόσωπο που έκαμε την αρχική δήλωση·
(β) το χρονικό διάστημα μεταξύ της αρχικής δήλωσης και του γεγονότος στο οποίο αυτή αναφέρεται·
(γ) το βαθμό της εξ ακοής μαρτυρίας, δηλαδή κατά πόσο η μαρτυρία περιλαμβάνει εξ ακοής μαρτυρία πέραν του πρώτου βαθμού·
(δ) κατά πόσο οποιοδήποτε εμπλεκόμενο πρόσωπο είχε οποιοδήποτε κίνητρο να αποκρύψει ή να παραποιήσει τα γεγονότα·
(ε) κατά πόσο η αρχική δήλωση μεταφέρθηκε επακριβώς ή όχι·
(στ) το πλαίσιο μέσα στο οποίο, ή οποιοσδήποτε σκοπός για τον οποίο έγινε η αρχική δήλωση·
(ζ) κατά πόσο η εξ ακοής μαρτυρία είναι ουσιωδώς διαφορετική από την αρχική δήλωση·
(η) κατά πόσο, υπό τις περιστάσεις κάτω από τις οποίες προσάγεται η εξ ακοής μαρτυρία, φαίνεται ότι δεν διευκολύνεται η ορθή αξιολόγηση της βαρύτητας της μαρτυρίας ή γίνεται προσπάθεια παρεμπόδισης της ορθής αξιολόγησης της βαρύτητας της μαρτυρίας.
(3) Ανεξάρτητα από τις διατάξεις του παρόντος άρθρου, κατά την αξιολόγηση της βαρύτητας που προσδίδεται από το Δικαστήριο σε εξ ακοής μαρτυρία, λαμβάνεται ιδιαίτερα υπόψη το κατά πόσο ο διάδικος θα μπορούσε να προσκομίσει την καλύτερη δυνατή μαρτυρία και δεν το έπραξε.
Στην υπόθεση ALI ABDULLAH HAZZAZ ASSAD v. Αστυνομίας, Ποινική Έφεση Αρ. 164/2016, ημερ. 6/12/2017, ECLI:CY:AD:2017:B447, τονίσθηκε ότι:
«Η αξιολόγηση της βαρύτητας εξ ακοής μαρτυρίας, σύμφωνα με το άρθρο 27 του περί Αποδείξεως Νόμου, Κεφ. 9, γίνεται, προσεκτικά, από το πρωτόδικο Δικαστήριο, το οποίο είναι ορθό να επεξηγεί τους λόγους για τους οποίους αποδίδει ή δεν αποδίδει βαρύτητα σε εξ ακοής μαρτυρία (Δέστε Πολιτική Έφεση αρ. 6/2011, Λευκόνικο Χρηματιστηριακή Λτδ v. Χρυστάλλα άλλως Στάλω Χριστοδούλου, ημερ. 15.7.2016 και Ανδρέου κ.α. v. Αστυνομίας (2010) 2 Α.Α.Δ. 152). Το Δικαστήριο οφείλει να λάβει υπόψιν του όλα τα περιστατικά της υπόθεσης και, ιδιαίτερα, το αν θα ήταν εύλογο και εφικτό να κλητευθεί, ως μάρτυρας στη διαδικασία, το πρόσωπο που έκανε την αρχική δήλωση, το διαρρεύσαν χρονικό διάστημα, ο βαθμός της εξ ακοής μαρτυρίας, το αν οποιοδήποτε εμπλεκόμενο πρόσωπο είχε κίνητρο να αποκρύψει ή να παραποιήσει τα γεγονότα (όπως στην παρούσα υπόθεση), το αν η αρχική δήλωση μεταφέρθηκε επ' ακριβώς ή όχι, το πλαίσιο μέσα στο οποίο έγινε η δήλωση, κτλ. Οι παράγοντες αυτοί, οι οποίοι αναφέρονται στο άρθρο 27(2) του Κεφ. 9, δεν είναι βέβαια εξαντλητικοί, σύμφωνα με τη Νομολογία μας. Όμως επιβάλλεται όπως η διεργασία αξιολόγησης της βαρύτητας της εξ ακοής μαρτυρίας γίνεται με προσοχή και επεξηγείται από το Δικαστήριο, είτε η εξ ακοής μαρτυρία απορρέει από προφορική είτε από γραπτή μαρτυρία (Δέστε Γεωργίου v. Στυλιανού (2009) 1 Α.Α.Δ. 70 και Μονός κ.α. v. S. Xenides Trading Co Ltd κ.α. (2010) 1 Α.Α.Δ. 1002).»
H αποδοχή εξ ακοής μαρτυρίας χωρίς οποιαδήποτε επισήμανση της ως τέτοια, χωρίς οποιαδήποτε αξιολόγηση της βαρύτητας της, χωρίς να ληφθούν υπόψη οι προαναφερόμενοι και οποιοιδήποτε άλλοι παράγοντες που ενδεχομένως να επηρέαζαν τη βαρύτητα που θα της αποδίδετο, με μόνο κριτήριο την καλή εντύπωση που δίνει ένας μάρτυρας, όπως εν προκειμένω οι Μ.Κ.1, 2 και 3, αποτελεί ουσιώδη παράλειψη από το πρωτόδικο Δικαστήριο. Αν γινόταν τέτοια αξιολόγηση ως προς την αποδεικτική βαρύτητα της εξ ακοής μαρτυρίας το πρωτόδικο Δικαστήριο, εκτός από τα τυπικά και ουσιαστικά κριτήρια που αναγράφονται στο Άρθρο 27(2) του περί Αποδείξεως Νόμου, Κεφ. 9, αλλά και το σύνολο των περιστάσεων που αναφέρονται στο Άρθρο 27(1), θα έπρεπε, επιπροσθέτως, να λάβει υπόψη του και το συμφέρον της δικαιοσύνης, δηλαδή τους σκοπούς της ορθής απονομής της δικαιοσύνης, το οποίον περιλαμβάνει πρωτίστως τη διασφάλιση δίκαιης δίκης και ακριβοδίκαιης μεταχείρισης των διαδίκων (βλ. Θεοπίστη Τουμαζή v. Vandita Dixit, Πολιτική έφεση Αρ. 274/2010, ημερ. 5/5/2015, ECLI:CY:AD:2015:A302). Τέτοια διεργασία δεν έγινε.
Ούτε διαπιστώνουμε να είχαν τεθεί ενώπιον του πρωτόδικου Δικαστηρίου εκείνα τα στοιχεία τα οποία ενδεικτικά καθορίζονται στο Άρθρο 27 (ανωτέρω) και ιδιαίτερα το στοιχείο που αφορά στην παροχή οποιασδήποτε εξήγησης από μέρους της Κατηγορούσας Αρχής «κατά πόσο θα ήταν εύλογο και εφικτό ο διάδικος, που έχει προσαγάγει τη μαρτυρία, να είχε κλητεύσει ως μάρτυρα στη διαδικασία το πρόσωπο που έκαμε την αρχική δήλωση» (βλ. Άρθρο 27(2)(α) του Κεφ. 9).
Η παρούσα περίπτωση διαφοροποιείται από την υπόθεση Αρτέμης Χατζηβαρνάβα κ.ά. ν. Αστυνομίας, Ποινικές Εφέσεις Αρ. 54/2020 (σχ. με 55/2020), ημερ. 5/10/2022, στην οποία είχε τεθεί, μεταξύ άλλων, ενώπιον του πρωτόδικου Δικαστηρίου ότι η Κατηγορούσα Αρχή δεν μπορούσε να κλητεύσει ως μάρτυρες τα πρόσωπα που προέβησαν στην αρχική δήλωση, στοιχείο που συνυπολογίστηκε στη βαρύτητα της εξ ακοής μαρτυρίας, όπως επιβάλλει το Άρθρο 27 (ανωτέρω). Επίσης στην υπόθεση εκείνη υπήρχε άλλη επαρκής μαρτυρία ώστε να μπορούσε να αξιολογηθεί η βαρύτητα της εξ ακοής μαρτυρίας υπό το σύνολο των περιστάσεων όπως επιβάλλει το εδάφιο (1) του Άρθρου 27.
Στην απουσία οποιωνδήποτε δεδομένων και/ή περιστάσεων, όπως πιο πάνω αναφέρθηκε, δεν είναι εφικτό να εφαρμόσουμε ως Εφετείο τις πρόνοιες του Άρθρου 25(3) του περί Δικαστηρίων Νόμου[1], ώστε να συναγάγουμε τα δικά μας συμπεράσματα στην υπόθεση.
Ως εκ τούτου, η παράλειψη αξιολόγησης της βαρύτητας της εξ ακοής μαρτυρίας εντός του προβλεπόμενου από το Άρθρο 27 πλαισίου, είναι καταλυτική για την τύχη της παρούσας Έφεσης.
Υπό τις περιστάσεις η Έφεση επιτυγχάνει. Η πρωτόδικη Απόφαση παραμερίζεται και ο Εφεσείων αθωώνεται και απαλλάσσεται από την εναντίον του Κατηγορία.
Τ. Θ. ΟΙΚΟΝΟΜΟΥ, Δ.
Λ. ΔΗΜΗΤΡΙΑΔΟΥ-ΑΝΔΡΕΟΥ, Δ.
ΣΤ. ΧΑΤΖΗΓΙΑΝΝΗ, Δ.
[1] (3) Παρά πάσαv διάταξιv τoυ περί Πoιvικής Δικovoμίας Νόμoυ ή oιoυδήπoτε άλλoυ vόμoυ ή διαδικαστικoύ καvovισμoύ και επιπρoσθέτως oιωvδήπoτε υπό τoύτωv χoρηγoυμέvωv εξoυσιώv, το Εφετείο ή το Ανώτατο Δικαστήριο, αναλόγως της περιπτώσεως κατά τηv ακρόασιv και διάγvωσιv oιασδήπoτε εφέσεως, είτε εv πoλιτική είτε εv πoιvική υπoθέσει δεv θα δεσμεύεται υπό oιασδήπoτε απoφάσεως περί πραγματικώv γεγovότωv τoυ εκδικάσαvτoς δικαστηρίoυ και θα έχη εξoυσίαv vα αvαθεωρή τας πρoσαχθείσας απoδείξεις, vα συvάγη τα ίδια αυτoύ συμπεράσματα, vα ακoύη και δέχεται περαιτέρω απoδεικτικά μέσα και, όπoυ αι περιστάσεις της υπoθέσεως απαιτoύσιv oύτω, vα επαvακρoάται oιωvδήπoτε μαρτύρωv ήδη ακoυσθέvτωv υπό τoυ εκδικάσαvτoς δικαστηρίoυ, και δύvαται vα δώση oιαvδήπoτε απόφασιv ή vα εκδώση oιovδήπoτε διάταγμα τo oπoίov αι περιστάσεις της υπoθέσεως δικαιoλoγoύv, συμπεριλαμβαvoμέvoυ και διατάγματoς περί επαvακρoάσεως της υπoθέσεως υπό τoυ εκδικάσαvτoς αυτήv ή άλλoυ αρμoδίoυ δικαστηρίoυ ως θα διέτασσε το Εφετείο ή το Ανώτατο Δικαστήριο, αναλόγως της περιπτώσεως.