ΠΑΓΚΥΠΡΙΟΣ ΔΙΚΗΓΟΡΙΚΟΣ ΣΥΛΛΟΓΟΣ
|
ECLI:CY:AD:2022:B426
ΑΝΩΤΑΤΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ ΚΥΠΡΟΥ
ΔΕΥΤΕΡΟΒΑΘΜΙΑ ΔΙΚΑΙΟΔΟΣΙΑ
(Ποινική Έφεση Αρ. 159/22)
(σχ. με 163/22)
29 Σεπτεμβρίου, 2022
[Τ.Θ. ΟΙΚΟΝΟΜΟΥ, Λ. ΔΗΜΗΤΡΙΑΔΟΥ-ΑΝΔΡΕΟΥ, ΣΤ. ΧΑΤΖΗΓΙΑΝΝΗ, Δ/ΣΤΕΣ]
Δ.Α.,
Εφεσείων,
v.
ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑΣ,
Εφεσίβλητης.
---------
(Ποινική Έφεση Αρ. 163/22)
(σχ. με 159/22)
ΓΕΝΙΚΟΣ ΕΙΣΑΓΓΕΛΕΑΣ ΤΗΣ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑΣ,
Εφεσείων,
v.
Δ.Α.,
Εφεσίβλητου.
------------------
Δ. Τσολακίδης, για εφεσείοντα στην 159/22 και εφεσίβλητο στην 163/22.
Α. Αντωνίου για Γενικό Εισαγγελέα, για εφεσίβλητη στην 159/22 και εφεσείοντα στην 163/22.
Εφεσείων/Εφεσίβλητος παρών.
OIKONOMOY, Δ.: Η απόφαση του Δικαστηρίου είναι ομόφωνη.
---------
Α Π Ο Φ Α Σ Η
[Εχ-tempore]
ΟΙΚΟΝΟΜΟΥ, Δ.: Ο εφεσείων αντιμετωπίζει επτά κατηγορίες, μεταξύ των οποίων η συμμετοχή σε πράξη εγκληματικής οργάνωσης κατά παράβαση του Άρθρου 63Β(1)(α) του Ποινικού Κώδικα, Κεφ. 154, η οπλοφορία προς διέγερση τρόμου κατά παράβαση των Άρθρων 80, 20 και 21 του Κεφ. 154, η απειλή βιαιοπραγίας κατά παράβαση του Άρθρου 91(γ) του Κεφ. 154, η επίθεση και η πρόκληση πραγματικής σωματικής βλάβης κατά παράβαση των Άρθρων 243, 20 και 21 του Κεφ. 154, η πρόκληση τραυματισμού κατά παράβαση των Άρθρων 234, 20 και 21 του Κεφ. 154 και άλλες. Το Κακουργιοδικείο όρισε την υπόθεση για ακρόαση στις 21-24.11.2022. Ενώ οι τέσσερις συγκατηγορούμενοι του απολύθηκαν με όρους, για τον εφεσείοντα ζητήθηκε επιτυχώς η κράτηση του μέχρι τη δίκη. Η κράτηση ζητήθηκε για δύο λόγους:
(α) Ότι υπήρχε κίνδυνος επηρεασμού δύο μαρτύρων που κατονομάζονται ως τα κατ' ισχυρισμόν θύματα της επίθεσης στην επίδικη υπόθεση στην οποία, ήταν η θέση της κατηγορούσας αρχής, είχε πρωταρχικό ρόλο ο εφεσείων.
Ο ένας εκ των δύο κατονομαζόμενων ως θύματα χαρακτηρίζεται ως «ο κύριος μάρτυρας κατηγορίας». Σύμφωνα με τις καταθέσεις τους ο κύριος μάρτυρας δέχθηκε επίθεση έξω από το καπαρέ που διαχειρίζεται από 30 περίπου άτομα που είχαν στην κατοχή τους μαχαίρια, σιδερογροθιές και πτυσσόμενα ρόπαλα. Όχι μόνο τους επιτέθηκαν αλλά ο εφεσείων απείλησε το εν λόγω πρόσωπο λέγοντας του, εννοώντας την Αστυνομία, ότι «είπες τους τίποτε, σε 24 ώρες θα φάεις σιηπεδκιά». Τότε επενέβη το δεύτερο πρόσωπο για να γλυτώσει από την επίθεση ο πρώτος, με αποτέλεσμα να ξυλοκοπηθεί και εκείνος.
Ήταν η εισήγηση της κατηγορούσας αρχής ότι με αυτή τη μαρτυρία και τις απειλές που φέρεται να είχε εκστομίσει κατά του κύριου μάρτυρα κατηγορίας, αλλά λαμβάνοντας υπόψη και τον χαρακτήρα του εφεσείοντα που βαρύνεται με μια προηγούμενη καταδίκη, ενώ εκκρεμεί εναντίον του και καταγγελία προς διερεύνηση για δεύτερη υπόθεση, είναι ορατός ο κίνδυνος να επηρεάσει τη μαρτυρία ιδιαίτερα αυτών των δύο προσώπων αν αφεθεί ελεύθερος.
Το Κακουργιοδικείο, όμως, έκρινε ότι «.από το ιστορικό και μόνο του κατηγορούμενου 1 [εφεσείοντα] δεν δημιουργείται εύλογα δικαιολογημένος φόβος για επηρεασμό μαρτύρων. Ούτε προκύπτουν στοιχεία προσπάθειας ή εκδήλωσης προσπάθειας επηρεασμού μαρτύρων. Συνεπώς το αίτημα στο βαθμό που εδράζεται στον κίνδυνο επηρεασμού μαρτύρων απορρίπτεται.»
(β) Το Κακουργιοδικείο όμως διέταξε, παρά ταύτα, την κράτηση του εφεσείοντα στη βάση ενός δεύτερου λόγου που προέβαλε η κατηγορούσα αρχή και αφορούσε στον κίνδυνο διάπραξης άλλων αδικημάτων, λόγω της προηγούμενης καταδίκης και της εκκρεμούσας καταγγελίας, αλλά και του βίαιου και απειλητικού χαρακτήρα του, όπως προκύπτει μέσα από το μαρτυρικό υλικό. Η προηγούμενη καταδίκη, ημερ. 11.3.2018, ήταν για πρόκληση βαριάς σωματικής βλάβης, απειλή και κακόβουλη ζημία, για τις οποίες επιβλήθηκαν συντρέχουσες ποινές φυλάκισης 3 ετών, 3 μηνών και 3 μηνών αντιστοίχως. Η καταγγελία αφορούσε σε περιστατικό επίθεσης και πρόκλησης βαριάς σωματικής βλάβης στις 29.1.2022. Λαμβάνοντας υπόψη ότι πρόκειται για ομοειδή αδικήματα το Κακουργιοδικείο έκρινε ότι υπ΄ αυτές τις περιστάσεις δημιουργείται ισχυρή εντύπωση για τον κίνδυνο διάπραξης άλλων αδικημάτων και επί αυτής της βάσης διέταξε την κράτηση του εφεσείοντα, σε αντίθεση με τους συγκατηγορούμενους του.
Αμφότερες οι πλευρές έχουν παράπονο.
Η Δημοκρατία υπέβαλε έφεση εισηγούμενη ότι κακώς το Κακουργιοδικείο απέρριψε το αίτημα στη βάση του κινδύνου επηρεασμού μαρτύρων (έφεση αρ. 163/22). Κακώς δεν λήφθηκαν υπόψη τα όσα προκύπτουν από το μαρτυρικό υλικό το οποίο αποκαλύπτει, για τους σκοπούς και μόνο της διαδικασίας, μια στάση βίαιη και απειλητική εναντίον των δύο εν λόγω μαρτύρων κατηγορίας και την εκστόμιση από μέρους του εφεσείοντα απειλής προς τον ένα εξ αυτών προκειμένου να μην προβεί σε καταγγελία στην Αστυνομία.
Ο εφεσείων υπέβαλε έφεση (έφεση αρ. 159/22) εισηγούμενος ότι κακώς το Κακουργιοδικείο εξέτασε την πιθανότητα της εκ νέου διάπραξης των αδικημάτων σε γενικό πλαίσιο, ενώ είχε περιοριστεί κατά τρόπο συγκεκριμένο από την κατηγορούσα αρχή η βάση του αιτήματος περί της πιθανότητας διάπραξης νέων αδικημάτων εις βάρος των δύο παραπονουμένων. Όντως ο ευπαίδευτος εκπρόσωπος της κατηγορούσας αρχής είχε αναφέρει ενώπιον του Κακουργιοδικείου τα εξής: «Ο δεύτερος λόγος για τον οποίο ζητείται η κράτηση είναι η πιθανότητα διάπραξης άλλων αδικημάτων, αλλά τούτο το περιορίζω όχι αόριστα ως προς το θέμα διάπραξης κάποιων αδικημάτων, αλλά συγκεκριμένα και σε συνάρτηση με τον πρώτο λόγο, δηλαδή ότι με αυτό το ιστορικό αυτού του κατηγορούμενου η δραστηριότητα που του καταλογίζεται μέσα από τις καταθέσεις είναι πιθανή η διάπραξη άλλων αδικημάτων κατά των δύο αυτών προσώπων που προέβησαν στην καταγγελία στην Αστυνομία.» Ως αποτέλεσμα η υπεράσπιση, σύμφωνα με την εισήγηση της, είχε περιορίσει την αγόρευση της ώστε να καταδείξει ότι δεν υπήρχε πιθανότητα διάπραξης νέων αδικημάτων εναντίον των συγκεκριμένων προσώπων. Παρόλα αυτά, συνεχίζει η εισήγηση, το Κακουργιοδικείο αντί να περιοριστεί επί του συγκεκριμένου επιδίκου ζητήματος, εξέτασε τη δυνατότητα διάπραξης νέων αδικημάτων σε ευρύτερο και γενικό πλαίσιο. Πέραν τούτου, με την έφεση υπ΄ αρ. 159/22, υποβάλλεται ότι παραβιάστηκε το τεκμήριο αθωότητας, εφόσον εσφαλμένα το δικαστήριο δεν έλαβε υπόψη του ότι η εκκρεμούσα προς καταχώριση υπόθεση εκκρεμεί από 29.1.2022 και δεν έχει μέχρι σήμερα καταχωριστεί, ούτως ώστε να μπορέσει να εξεταστεί η δυναμική της μαρτυρίας εκείνης σε συνάρτηση με την πιθανότητα διάπραξης νέων αδικημάτων.
Το Κακουργιοδικείο σε ό,τι αφορά στην εκκρεμούσα υπόθεση (διερευνώμενη καταγγελία) παρέπεμψε στα λεχθέντα στην υπόθεση Γενικός Εισαγγελέας ν. Ρ. Κυριάκου (2001) 2 ΑΑΔ 373, ότι συνσταθμίζεται όχι μόνο η ύπαρξη προηγουμένων καταδικών αλλά και η εκκρεμότητα άλλων ποινικών υποθέσεων. Αναφερόμενος στο τεκμήριο αθωότητας ο ευπαίδευτος δικηγόρος του εφεσείοντα στην 159/22, δεν μας κάλεσε να επανεξετάσουμε την αρχή αυτή με σκοπό να αποστούμε. Η εισήγηση του, ως άνω, περιορίστηκε στο γεγονός ότι δόθηκε υπέρμετρη βαρύτητα σε μια καταγγελία που εκκρεμεί από τον Ιανουάριο του 2022.
Η κράτηση ή μη εμπίπτει στη διακριτική ευχέρεια του δικαστηρίου. Τα όρια επέμβασης του Εφετείου είναι περιορισμένα. Επέμβαση χωρεί αν διαπιστωθεί ότι η διακριτική ευχέρεια του πρωτόδικου δικαστηρίου δεν ασκήθηκε κατά τρόπο δικαστικό, είτε διότι εμφιλοχώρησαν εξωγενή στοιχεία, είτε διότι παραγνωρίστηκαν κριτήρια που καθορίστηκαν από τη νομολογία ως προαπαιτούμενα (βλ. Dydi ν. Δημοκρατίας, Ποινική Έφεση Αρ. 103/2020 [σχ. με 104/2020], ημερ. 3.9.2020).
Βασικό κριτήριο και αφετηρία αποτελεί πάντοτε η θεμελιακή αρχή ότι ο κατηγορούμενος είναι αθώος μέχρι να αποδειχθεί ένοχος και ως εκ τούτου δικαιούται να παραμένει ελεύθερος εκτός αν το δικαστήριο για πειστικούς λόγους αποφασίσει την κράτηση του προς εξασφάλιση της παρουσίας του στη δίκη. Ο κίνδυνος για διάπραξη άλλου αδικήματος και ο κίνδυνος για επηρεασμό μαρτύρων αποτελούν κινδύνους οι οποίοι δεν απαιτείται να συντρέχουν, αλλά είναι αρκετό για το δικαστήριο να ικανοποιηθεί για έναν από αυτούς, ώστε να διαταχθεί η κράτηση ενός κατηγορούμενου.
Η νομολογία στην οποία παρέπεμψε το Κακουργιοδικείο υποδηλώνει ότι το ζήτημα της πιθανότητας επηρεασμού μαρτύρων δεν κρίνεται γενικόλογα αλλά εξετάζεται στη βάση μαρτυρίας που δημιουργεί ευλόγως δικαιολογημένο τέτοιο φόβο (Χαμπή κ.α. ν. Δημοκρατίας (2011) 2 ΑΑΔ 472). Ορθά συνεπώς διαπίστωσε το Κακουργιοδικείο ότι με βάση τη νομολογία απαιτείται η ύπαρξη στοιχείων που να θεμελιώνουν δικαιολογημένο φόβο για επηρεασμό μαρτύρων. Εναπόκειτο στη δική του πλέον κρίση επί τη βάσει των ενώπιον του στοιχείων να κρίνει το ζήτημα. Και το έκρινε θεωρώντας, ως άνω, ότι από το ιστορικό του εφεσείοντα και μόνο δεν εδικαιολογείτο ευλόγως τέτοιος φόβος και ότι δεν προέκυπταν στοιχεία προσπάθειας ή εκδήλωσης προσπάθειας επηρεασμού μαρτύρων.
Συνεπώς η έφεση υπ΄ αρ. 163/22 θα απορριφθεί.
Το υπόβαθρο των δύο βάσεων του αιτήματος στην πραγματικότητα ήταν το ίδιο. Ο κίνδυνος για επηρεασμό μαρτύρων τέθηκε σε σχέση με τους δύο εν λόγω μάρτυρες κατηγορίας. Ο κίνδυνος διάπραξης νέων αδικημάτων επίσης τέθηκε σε σχέση με τους ίδιους μάρτυρες. Στην μια περίπτωση ο κίνδυνος κρίθηκε από το Κακουργιοδικείο ανεδαφικός, ενώ στη δεύτερη τέθηκε ως ισχυρά πιθανολογούμενος. Εξαρχής είναι λοιπόν που βρίσκουμε πως οι προσεγγίσεις αυτές εμπεριέχουν το στοιχείο της αντιφατικότητας.
Σε ό,τι αφορά την έφεση υπ΄ αρ. 159/22 θεωρούμε ότι όντως δόθηκε υπέρμετρη βαρύτητα στην εκκρεμούσα για μήνες καταγγελία, ενώ η ύπαρξη προηγούμενης καταδίκης από μόνη της «δεν συνιστά και επιβεβαίωση του ενδεχομένου ότι θα διαπράξει νέο ποινικό αδίκημα.» (Γιάγκου ν. Δημοκρατίας (2009) 2 ΑΑΔ 216). Δεν παραβλέπουμε βέβαια την εισήγηση του ευπαίδευτου δικηγόρου της Δημοκρατίας ότι, εν προκειμένω, δεν είναι μόνο η προηγούμενη καταδίκη, αλλά και τα όσα προκύπτουν από το μαρτυρικό υλικό ως βίαιη και απειλητική στάση εναντίον των δύο μαρτύρων κατηγορίας. Επί του μαρτυρικού υλικού αδιαμφισβήτητα μπορεί να πιθανολογηθεί καταδίκη. Δεν θεωρούμε όμως ότι μπορεί οι ισχυρισμοί που προβάλλονται εκ μέρους των μαρτύρων κατηγορίας να αποτελέσουν τη βάση και πιθανολόγησης κινδύνου για διάπραξη νέων αδικημάτων ως εάν να επρόκειτο για αποδεδειγμένα γεγονότα. Στην Σιακαλλής ν. Δημοκρατίας (1997) 2 ΑΑΔ 130 στην οποία το Κακουργιοδικείο παρέπεμψε, η πιθανότητα διάπραξης άλλου αδικήματος βασίστηκε όχι μόνο στο γεγονός ότι ο εφεσείων βαρύνετο με προηγούμενες καταδίκες, αλλά και στην εκ πρώτης όψεως συμπεριφορά που επέδειξε μετά την έναρξη της διαδικασίας. Εν προκειμένω, όμως, η κατηγορούσα αρχή είχε ρητά ζητήσει όπως ληφθεί υπόψη για την πιθανότητα διάπραξης νέων αδικημάτων «η δραστηριότητα που καταλογίζεται [στον εφεσείοντα] μέσα από τις καταθέσεις.»
Καταλήγουμε στο ότι έχει παραγνωριστεί η θεμελιακή αρχή ότι ο κατηγορούμενος δικαιούται να παραμείνει ελεύθερος μέχρι τη δίκη του, γι΄ αυτό και η έφεση αρ. 159/22 γίνεται δεκτή και η διαταγή για κράτηση του παραμερίζεται και αντικαθίσταται με τους ακόλουθους όρους:
Ο εφεσείων αφήνεται ελεύθερος με τους ακόλουθους όρους:
· Να καταθέσει €10.000 μετρητά.
· Να παραδώσει τα ταξιδιωτικά του έγγραφα στην Αστυνομία.
· Το όνομα του να τεθεί στον κατάλογο προσώπων των οποίων απαγορεύεται η έξοδος από τη Δημοκρατία.
· Να παρουσιάζεται στον Αστυνομικό Σταθμό Αγίου Δομετίου δύο φορές την εβδομάδα, Τρίτη και Παρασκευή, από 08:00 έως 16:00.
Η έφεση υπ΄ αρ. 163/22 απορρίπτεται.
Τ.Θ. Οικονόμου, Δ.
Λ. Δημητριάδου-Ανδρέου, Δ.
Στ. Χατζηγιάννη, Δ.
/φκ