ΠΑΓΚΥΠΡΙΟΣ ΔΙΚΗΓΟΡΙΚΟΣ ΣΥΛΛΟΓΟΣ

Έρευνα - Κατάλογος Αποφάσεων - Εμφάνιση Αναφορών (Noteup on) - Αφαίρεση Υπογραμμίσεων


public Λιάτσος, Αντώνης Οικονόμου, Τεύκρος Θ. Στυλιανίδου-Πούγιουρου, Αντρούλα Α. Χατζηκύρου, Δικηγόρος της Δημοκρατίας, εκ μέρους του Γενικού Εισαγγελέα, για την Εφεσείουσα. Η. Στεφάνου με Κ. Σοφοκλέους (κα) και Ι. Ιωάννου (κα), για Η. Στεφάνου ΔΕΠΕ, για τον Εφεσίβλητο. CY AD Κύπρος Ανώτατο Δικαστήριο 2020-11-17 el Τμήμα Νομικών Εκδόσεων, Ανώτατο Δικαστήριο ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑ v. ΠΑΝΑΓΙΩΤΟΥ, ΠΟΙΝΙΚΗ ΕΦΕΣΗ ΑΡ. 247/2019, 17/11/2020 Δικαστική Απόφαση

ECLI:CY:AD:2020:B390

ΑΝΩΤΑΤΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ ΚΥΠΡΟΥ

ΔΕΥΤΕΡΟΒΑΘΜΙΑ ΔΙΚΑΙΟΔΟΣΙΑ

 

 

17 Νοεμβρίου 2020

 

 

[ΛΙΑΤΣΟΣ, ΟΙΚΟΝΟΜΟΥ, ΠΟΥΓΙΟΥΡΟΥ, Δ/στές]

 

 

(ΠΟΙΝΙΚΗ ΕΦΕΣΗ ΑΡ. 247/2019)

            

 

ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑ,

 

Εφεσείουσα,

ν.

 

xxx ΠΑΝΑΓΙΩΤΟΥ,

 

Eφεσίβλητου.

 

 

 

Α. Χατζηκύρου, Δικηγόρος της Δημοκρατίας, εκ μέρους του Γενικού Εισαγγελέα, για την Εφεσείουσα.

 

Η. Στεφάνου με Κ. Σοφοκλέους (κα) και Ι. Ιωάννου (κα), για Η. Στεφάνου ΔΕΠΕ, για τον Εφεσίβλητο.

 

 

 

ΛΙΑΤΣΟΣ, Δ.:  Η απόφαση είναι ομόφωνη, θα απαγγελθεί από τη Δικαστή Πούγιουρου.

 

 

 

Α Π Ο Φ Α Σ Η

 

    ΠΟΥΓΙΟΥΡΟΥ, Δ.:  Στις 22/2/2018 η Petruna Milchova Nikolova, ηλικίας 46 χρόνων, εντοπίστηκε σοβαρά τραυματισμένη σε ανοιχτό χώρο στην περιοχή «Γερμανίνα» στη Γεροσκήπου, της επαρχίας Πάφου. Κατά τη μεταφορά της με ασθενοφόρο στο Γενικό Νοσοκομείο Πάφου διαπιστώθηκε ο θάνατός της.

 

Οι υποψίες των αστυνομικών ανακριτικών αρχών ως προς την αιτία θανάτου στράφηκαν αρχικά σε πολυτραυματισμό από γεωργικό μηχάνημα, εξ ου και οι έρευνες τους περιστράφηκαν γύρω από αυτό το ενδεχόμενο. Εξελικτικά όμως, μετά τη διενέργεια ιατροδικαστικών εξετάσεων διαφάνηκε ως ακριβής αιτία θανάτου το αιμμοραγικό σοκ συνεπεία πολυτραυματισμού από δαγκώματα σκύλων.   Ενόψει αυτής της τροπής των ερευνών, στις 27/2/2018 κατά την εκτέλεση εντάλματος έρευνας στα κλουβιά των σκύλων που διατηρούσε ο εφεσίβλητος/κατηγορούμενος στην περιοχή, εντοπίστηκε γενετικό υλικό, αίμα, του θύματος, στο κλουβί του Drako, ενός από τους σκύλους του, ράτσας Ροτβάιλερ.

 

Ο εφεσίβλητος συνελήφθη και παραπέμφθηκε σε δίκη ενώπιον του Μόνιμου Κακουργιοδικείου Πάφου, αντιμετωπίζοντας συνολικά 13 κατηγορίες. Η δίκη διεξήχθηκε σ' όσον αφορά τα αδικήματα της ανθρωποκτονίας (κατηγορία 1), της πρόκλησης θανάτου λόγω αλόγιστης, απερίσκεπτης ή επικίνδυνης πράξης (κατηγορία 2), ανοχή από τον έχοντα τη φροντίδα σκύλου να περιφέρεται ελεύθερος (κατηγορίες 9, 10, 11 και 12) και παράλειψη προφύλαξης έναντι πιθανού κινδύνου από κάτοχο ζώου ο οποίος με τέτοιο αλόγιστο τρόπο, βεβιασμένο ή αφελή, θέτει σε κίνδυνο ανθρώπινη ζωή ή είναι ενδεχόμενο να προκαλέσει σωματική βλάβη σε άλλο (κατηγορία 13). Σε άλλες πέντε κατηγορίες που αφορούσαν σε κατοχή σκύλου χωρίς άδεια κατοχής ή μη εγγεγραμμένου (κατηγορίες 4, 5, 6, 7 και 8) ο εφεσίβλητος παραδέχθηκε ενοχή, ενώ η κατηγορία 3 διακόπηκε.  Η ακροαματική διαδικασία ήταν ιδιαίτερα εκτεταμένη ανεβάζοντας τα πρακτικά της σε 1119 σελίδες.

 

Κατέθεσαν 24 μάρτυρες για την Κατηγορούσα Αρχή και για την υπεράσπιση ο εφεσίβλητος και άλλοι τρεις μάρτυρες. Η Κατηγορούσα Αρχή για να αποδείξει την ενοχή του εφεσιβλήτου πέραν πάσης λογικής αμφιβολίας, βασίστηκε αποκλειστικά σε περιστατική μαρτυρία.  Ήταν η θέση του εφεσίβλητου ότι δεν είχε καμιά σχέση με οποιοδήποτε από τα αδικήματα που του καταλογίζονται, προτάσσοντας ως βασικό πυρήνα υπεράσπισης ότι δεν ήταν οι σκύλοι του που επέφεραν τα θανατηφόρα δαγκώματα στο θύμα.  Το Κακουργιοδικείο, μετά την αξιολόγηση της μαρτυρίας και εξαγωγή των συμπερασμάτων του, εξετάζοντας κατά πόσο τα στοιχεία της περιστατικής μαρτυρίας που είχε ενώπιον του οδηγούσαν στην ενοχή του εφεσίβλητου, αποκλείοντας οποιοδήποτε άλλο λογικό συμπέρασμα, έκρινε ότι του δημιουργούντο αμφιβολίες ως προς τα πραγματικά γεγονότα με αποτέλεσμα την απόρριψη των κατηγοριών για τις οποίες διεξήχθηκε η ακρόαση και την αθώωσή του εφεσίβλητου.

 

Η πιο πάνω αθωωτική απόφαση του Κακουργιοδικείου, ημερ. 9/12/2019, προσβλήθηκε από την εφεσείουσα/Κατηγορούσα Αρχή  με την υπό κρίση έφεση με  δύο λόγους, η αιτιολογία των οποίων συμπλέκεται.

 

Με τον πρώτο λόγο έφεσης προβάλλεται θέμα πλημμελούς εφαρμογής του Νόμου και της νομολογίας επί των πραγματικών γεγονότων. Όπως εξειδικεύεται στην αιτιολογία, το Κακουργιοδικείο εσφαλμένα θεώρησε ότι τα δύο προηγηθέντα περιστατικά επίθεσης σκύλων του εφεσίβλητου ράτσας Ροτβάιλερ, στη μια περίπτωση εναντίον παιδιού στο γήπεδο φούτσαλ «Olympico» και το άλλο εναντίον του Μ.Κ. 4 στο συνεργείο του εφεσιβλήτου, δεν ήταν ικανά ώστε ο εφεσίβλητος να αντιληφθεί ότι οι σκύλοι του πιθανό να επιτεθούν ή να προκαλέσουν σοβαρό ή και θανάσιμο τραυματισμό σε άνθρωπο. Εισηγείται ότι η παράλειψη από πλευράς εφεσίβλητου αφ' ενός  κατάλληλης επίβλεψης των σκύλων του και αφ' ετέρου του περιορισμού τους σε περιφραγμένο χώρο, ενέτασσε την περίπτωση και σε αλόγιστη και επικίνδυνη πράξη ή συμπεριφορά από μέρους του και όχι μόνο σε απερίσκεπτη συμπεριφορά που ήταν η διαπίστωση του Κακουργιοδικείου.

 

Με το δεύτερο λόγο έφεσης η εφεσείουσα   εισηγείται ότι η προσβαλλόμενη απόφαση στερείται του αναγκαίου νομικού και πραγματικού υπόβαθρου προς θεμελίωση της απόφασης του.  Ειδικότερα, εσφαλμένα  προχώρησε το Κακουργιοδικείο σε εύρημα ότι οι σκύλοι του που εμπλέκοντο στα δύο προηγηθέντα περιστατικά δεν ήταν οι Drako και Daizy. Αυθαίρετη επίσης θεωρεί την προσέγγιση του Κακουργιοδικείου να μην αποκλείσει την πιθανότητα ο σκύλος που επέφερε τους θανάσιμους τραυματισμούς στο θύμα να ήταν ο Maney, που βρισκόταν σε παραπλήσιο οικόπεδο, ή εκείνος ράτσας Τέριερ που βρέθηκε νεκρός μετά δύο βδομάδες. Προσβάλλονται επίσης ως αυθαίρετα και εσφαλμένα άλλα επί μέρους συμπεράσματα του Κακουργιοδικείου, όπως ο αποκλεισμός της Daizy, γιατί είχε γεννήσει πρόσφατα, από το χώρο που το θύμα δέχθηκε επίθεση, ότι το χώμα ήταν λασπωμένο, ότι δεν ήταν μόνο οι σκύλοι του εφεσίβλητου ελεύθεροι κατά τον ουσιώδη χρόνο, ή ότι το αίμα στο κλουβί του Drako μπορεί να μεταφέρθηκε εκ των υστέρων, ότι δεν ταυτίζετο η γυναίκα που θεάθηκε να περπατά μέσα στα χωράφια τη συγκεκριμένη μέρα με το θύμα ή ότι ο Drako δεν επέδειξε επιθετικότητα κ.ά.

 

Προβάλλεται κατά προέκταση και με τους δύο λόγους έφεσης ότι το Κακουργιοδικείο παρέλειψε να συνεκτιμήσει και να εξετάσει στο σύνολο της την περιστατική μαρτυρία, που οδηγούσε σε ένα και μόνο συμπέρασμα, ότι ήταν ο σκύλος ή οι σκύλοι του εφεσίβλητου που επέφεραν τα θανατηφόρα δαγκώματα στο θύμα, διαπίστωση που οδηγούσε σε απόδειξη πέραν πάσης λογικής αμφιβολίας της ενοχής του εφεσίβλητου.

 

Δεδομένου ότι η έφεση καταχωρήθηκε από πλευράς του Γενικού Εισαγγελέα κατά αθωωτικής απόφασης πρωτόδικου Δικαστηρίου, κρίνουμε σκόπιμο να εξεταστεί κατά προτεραιότητα κατά πόσο η υπό κρίση περίπτωση εμπίπτει στους λόγους για τους οποίους επιτρέπεται η άσκηση έφεσης, σύμφωνα με τις πρόνοιες του άρθρου 137(1)(α) του περί Ποινικής Δικονομίας Νόμου, Κεφ. 155.

 

Σημειώνουμε ότι η δυνατότητα άσκησης έφεσης από το Γενικό Εισαγγελέα είναι το πρώτο θέμα που εγείρεται στο διάγραμμα αγόρευσης του δικηγόρου του εφεσίβλητου, εισηγούμενος ότι και οι δύο λόγοι έφεσης, αν και τυπικά προβάλλονται κάτω από το μανδύα των εδαφίων (1)(α)(ιιι) και (1)(α)(ι) αντίστοιχα του άρθρου 137(1)(α) εντούτοις η αιτιολογία και  τα επιχειρήματα του εκπροσώπου του Γενικού Εισαγγελέα προς υποστήριξη τους, δεν δικαιολογούν την ένταξη  της  περίπτωσης στα εδάφια αυτά εξού και  η έφεση θα πρέπει να απορριφθεί χωρίς την εξέταση της ουσίας της.  Ειδικότερα σ΄ ό,τι αφορά το λόγο έφεσης 2, στον οποίον έδωσε προτεραιότητα σχολιασμού, προβάλλει ότι οι  συνθήκες κάτω από τις οποίες το Κακουργιοδικείο προέβη σε αθώωση του εφεσίβλητου, η οποία δεν θεμελιώθηκε επί θετικού γεγονότος αλλά επί της αποτυχίας της Κατηγορούσας Αρχής να αποσείσει το βάρος απόδειξης στοιχειοθέτησης των κατηγοριών, θέτουν εκτός δικαιοδοτικού πλαισίου του άρθρου 137, την έφεση. Παραπέμπει δε σε αποσπάσματα της πρωτόδικης απόφασης και σε διάφορες διαπιστώσεις του Κακουργιοδικείου που, κατά την εισήγηση του,  καταδεικνύουν ακριβώς  ότι η αθώωση στηριζόταν στην υποβόσκουσα αμφιβολία του Κακουργιοδικείου ως προς την ενοχή του εφεσιβλήτου, μετά την αξιολόγηση της ενώπιον του  περιστατικής μαρτυρίας που οδήγησε στην διαπίστωση ότι δεν είχε αποδειχθεί πέραν πάσης λογικής αμφιβολίας ότι ήταν οι σκύλοι του εφεσίβλητου, Drako και Daizy, που προκάλεσαν τα θανατηφόρα δαγκώματα  στη θανούσα∙ ενόψει των διαφόρων σεναρίων που τέθηκαν, όχι μόνο   από πλευράς της  Κατηγορούσας Αρχής αλλά και του εφεσίβλητου ως προς τις συνθήκες εναπόθεσης   του αίματος του θύματος στο κλουβί του Drako.  Αυτό ήταν το μόνο στοιχείο που συνέδεε τον Drako και κατ' επέκταση τον εφεσίβλητο με το θάνατο του θύματος, σενάρια τα οποία, το Κακουργιοδικείο δεν απέκλεισε.

 

Σ' ό,τι αφορά δε το λόγο έφεσης 1 προβάλλεται από πλευράς εφεσίβλητου, ότι   αποσκοπεί  ουσιαστικά σε αμφισβήτηση της αξιολόγησης της μαρτυρίας και των ευρημάτων του Κακουργιοδικείου και όχι σε πλημμελή εφαρμογή του Νόμου επί των ευρημάτων του, όπως  προνοείται στο άρθρο 137(1)(α)(ι). 

 

Σημειώνουμε ότι κατά την προφορική αγόρευση του ο δικηγόρος της εφεσείουσας δεν αντέκρουσε άμεσα και με σαφή τρόπο  την εισήγηση της άλλης  πλευράς ως προς τη μη εφαρμογή των προνοιών  του άρθρου 137(1)(α) στην υπό κρίση έφεση.  Επέμενε απλώς ότι η όλη υπόθεση αφορά σε απόδειξη της ενοχής του εφεσίβλητου  μέσω περιστατικής μαρτυρίας, προτάσσοντας τη θέση ότι υπήρχε επαρκής περιστατική μαρτυρία που οδηγούσε σε καταδίκη, υποδεικνύοντας τα σχετικά σημεία από την απόφαση του Κακουργιοδικείου που επιμαρτυρούν, κατά την άποψη του,  την ορθότητα της προσέγγισης του αυτής.

 

Το άρθρο 137(1)(α) του Κεφ. 155 πραγματεύεται περί της δυνατότητας και των ορίων άσκησης έφεσης κατά αθωωτικής απόφασης Κακουργιοδικείου ή Επαρχιακού Δικαστηρίου. Η εμβέλεια του άρθρου αυτού έχει συζητηθεί και αποφασισθεί σε σειρά αποφάσεων του Ανωτάτου Δικαστηρίου, με πιο πρόσφατες αυτές της Πλήρους Ολομέλειας Γενικός Εισαγγελέας ν. Ευσταθίου (2010) 2 Α.Α.Δ. 94 και  Λοϊζίδης  κ.ά. ν. Δημοκρατίας κ.ά. (2014) 2 (Β) Α.Α.Δ. 965, ECLI:CY:AD:2014:D981  και  του Εφετείου  Μ. & Α. Christaki Christodoulou Ltd v. Ορφανίδης Δημόσια Εταιρεία Λτδ κ.ά., Ποιν. Εφ. 291/2015, ημερ. 3/7/2017, ECLI:CY:AD:2017:B238 και  E.C. Fresh Meat Ltd v. xxx Γεωργίου, Ποιν. Εφ. 43/2017, ημερ. 5/12/2018, ECLI:CY:AD:2018:B524.

Το πιο πάνω άρθρο υπήρξε επίσης αντικείμενο εξέτασης στην πολύ πρόσφατη υπόθεση Γενικός Εισαγγελέας της Δημοκρατίας ν. Ευριπίδη Χρίστου, Ποιν. Εφ. 20/2015, ημερ. 28/9/2017, στην οποία αναφέρθησαν επιπρόσθετα τα εξής:

 

″Προκύπτει ως κυρίαρχο στοιχείο της όλης νομολογίας μας η αναγκαιότητα για στενή ερμηνεία και αυστηρή τήρηση των προϋποθέσεων, προκειμένου να επιδιωχθεί ανατροπή αθωωτικής απόφασης. Συνεπώς, θα πρέπει να αποκλείεται η συγκαλυμμένη επιδίωξη της αμφισβήτησης της αξιολόγησης της μαρτυρίας, στοιχείο που κινείται εκτός των ορίων του άρθρου 137(1)(α).

 

Το προαναφερθέν άρθρο είναι δικαιοδοτικό. Όπως ήδη λέχθηκε, οι πρόνοιές του θέτουν, κατά τρόπο αυστηρό, περιορισμό στο δικαίωμα καταχώρησης έφεσης κατά αθωωτικής απόφασης. Οι υπό αναφορά διατάξεις συνιστούν νομοθετική παρεμβολή πλήρως εναρμονισμένη με τη θεμελιακή αρχή του κοινού δικαίου ότι ένας κατηγορούμενος δεν πρέπει να τίθεται αντιμέτωπος με τον κίνδυνο καταδίκης για περισσότερες της μιας φορές. Αρχή η οποία ενσωματώνεται στο Σύνταγμα της Κυπριακής Δημοκρατίας, Άρθρο 12.2, και συνιστά ένα από τα εχέγγυα της ελευθερίας του ατόμου (Γενικός Εισαγγελέας ν. Δημοσθένους (1990) 2 ΑΑΔ 152).″

 

 

Από το λεκτικό των λόγων έφεσης συνάγεται  ότι η εφεσείουσα εντάσσει τους λόγους έφεσης  1 και 2 στις υποκατηγορίες (ιιι) και (ι) αντίστοιχα, του άρθρου 137(1)(α), του Κεφ. 155, που αναφέρονται σε πλημμελή εφαρμογή του Νόμου επί των πραγματικών γεγονότων και ότι δεν υπήρξε απόδειξη πραγματικού γεγονότος αναγκαίου για θεμελίωση της απόφασης.

 

Υπενθυμίζουμε ότι έχει νομολογιακά καθιερωθεί ότι η εμβέλεια του άρθρου 137(1)(α) επεκτείνεται σε νομικά θέματα μόνο. Άσκηση έφεσης εναντίον της αξιολόγησης μαρτυρίας ή οποιουδήποτε θέματος συναφούς με αυτήν αποκλείεται, όπως αποκλείεται και η προσβολή ευρημάτων επί γεγονότων  (βλ. Λοϊζίδης κ.ά. ν. Δημοκρατίας κ.ά. (ανωτέρω)).

 

Όπως ορθά επισημαίνεται στο διάγραμμα αγόρευσης του εφεσίβλητου, παρατηρείται στην αιτιολογία των λόγων έφεσης μια σύγχυση με την εμπλοκή διαφόρων θεμάτων στον κάθε λόγο, χωρίς την παράθεση πλήρους και ακριβούς εικόνας ως προς τη μαρτυρία που δόθηκε και τον τρόπο αξιολόγησης της από το Κακουργιοδικείο.  Αυτό διεφάνη από τη προσεκτική μελέτη της απόφασης και των πολυσέλιδων πρακτικών της πρωτόδικης διαδικασίας στα οποία έχουμε ανατρέξει.  

 

Παρά ταύτα εξετάσαμε την εισήγηση υπό το φως της πιο πάνω νομολογίας και των γεγονότων της υπόθεσης, όπως αναδύονται από την πρωτόδικη απόφαση.    Είναι πρόδηλο από τη διατύπωση της αιτιολογίας  του λόγου έφεσης 1, υπό στοιχεία Α-ΣΤ και την επιχειρηματολογία που αναπτύχθηκε προς υποστήριξη του,  ότι αν και αυτός αναφέρεται σε πλημμελή εφαρμογή του Νόμου και/ή της νομολογίας επί των γεγονότων, εντούτοις κατά τρόπο συγκεκαλυμμένο αμφισβητείται η αξιολόγηση της μαρτυρίας και τα ευρήματα του Κακουργιοδικείου, θέτοντας συναφώς το λόγο έφεσης εκτός της εμβέλειας του άρθρου 137(1)(α)(ιιι) του ΚΕΦ. 155.  Σύμφωνα με τη νομολογία, το δικαίωμα έφεσης κατά αθωωτικής απόφασης στη βάση του εδαφίου (ιιι) του πιο πάνω άρθρου περιορίζεται στις περιπτώσεις όπου οι σχετικές διατάξεις του Νόμου έτυχαν εσφαλμένης εφαρμογής στα γεγονότα της υπόθεσης, δηλαδή στα ευρήματα του Δικαστηρίου (βλ. Γενικός Εισαγγελέας ν. Σωφρονίου (2000) 2 Α.Α.Δ. 151). 

 

Καθίσταται σαφές ότι  ο λόγος έφεσης 1 πραγματεύεται περί της υποκειμενικής υπόστασης των αδικημάτων. Κύριος άξονας της  επιχειρηματολογίας του δικηγόρου της εφεσείουσας υπήρξε  η εισήγηση ότι το  Κακουργιοδικείο έσφαλε κατά την αξιολόγηση των δύο προηγηθέντων περιστατικών με τους σκύλους του εφεσίβλητου, κρίνοντας  ότι δεν μπορούσαν να  συγκριθούν τα δύο περιστατικά σαν ένδειξη αμέλειας του κατηγορουμένου, παραγνωρίζοντας  επιπρόσθετα το γεγονός ότι οι σκύλοι του, ως εκ της φυλής και της μεγάλης τους δύναμης, ήταν πιθανό να επιτεθούν και να τραυματίσουν άνθρωπο.  Το στοιχείο αυτό η εφεσείουσα εντάσσει στα πλαίσια εξέτασης του καθήκοντος επιμέλειας, δηλαδή  την ένοχη διάνοια (mens rea) του εφεσίβλητου προς στοιχειοθέτηση των κατηγοριών.  Σημειώνεται ότι η προσέγγιση  αυτή του Κακουργιοδικείου ήταν αποτέλεσμα της αξιολόγησης της μαρτυρίας, κυρίως εκείνης των Μ.Κ.16 και Μ.Υ.3,  εκπαιδευτών σκύλων, τους οποίους το Κακουργιοδικείο έκρινε ως εμπειρογνώμονες, ιδιαίτερα το Μ.Υ.3 που είναι εξειδικευμένος στη συμπεριφορά και εκπαίδευση σκύλων ράτσας Ροτβάιλερ, ο οποίος μάλιστα είχε δει και εξετάσει όχι μόνο τους σκύλους του εφεσίβλητου, αλλά και το σκύλο ονόματι Maney που βρισκόταν σε παραπλήσιο υποστατικό και συνδέετο με τα σενάρια που πρόβαλε η υπεράσπιση, σε αντίθεση με τον ο Μ.Κ.16 που δεν εξέτασε τους σκύλους. Το Κακουργιοδικείο εντόπισε τις εξής κοινές θέσεις μεταξύ των δύο εμπειρογνωμόνων:

 

«α.       Ότι κάθε σκύλος έχει το δικό του τρόπο συμπεριφοράς. 

β.       Σκύλοι που συναναστρέφονται καθημερινά με  κόσμο και   κυκλοφορούν ελεύθεροι στο ζωτικό τους χώρο δεν θα επιτεθούν για να προστατέψουν  τον ζωτικό τους χώρο.

γ.       Εάν υπάρχει έντονο ερέθισμα μπορεί να οδηγήσει ένα σκύλο να βγει από το ζωτικό του χώρο.

δ.       Μια μάνα σκύλα δεν απομακρύνεται από τα νεογνά της σε καμιά περίπτωση σε φυσιολογικές καταστάσεις. 

ε.       Οι Rottweiler αφήνουν τρίχωμα ιδιαίτερα στη περίοδο που το αλλάζουν.» 

 

Το Κακουργιοδικείο  διαπίστωσε επίσης  ταύτιση  των θέσεων των ΜΚ16 και ΜΥ3 στο ότι οι σκύλοι του εφεσίβλητου, υπό τις συνθήκες διαβίωσης τους, ήταν κοινωνικοποιημένοι και αυτή η εικόνα προβάλλετο μέσα από τις φωτογραφίες που παρουσίασε ο εφεσίβλητος. Κατά την αξιολόγηση της μαρτυρίας του Μ.Κ.16 το Κακουργιοδικείο θεώρησε ότι, εφόσον δεν εξέτασε τους  σκύλους του εφεσίβλητου  και ότι τα  όσα μαρτύρησε προέρχοντο από τους αστυνομικούς, του αποστερούσε τη δυνατότητα να εκφέρει προσωπική και τεκμηριωμένη γνώμη ως προς τη συμπεριφορά των συγκεκριμένων σκύλων προσθέτονας ότι η ιδιαίτερη ενασχόληση του ΜΥ3 με σκύλους ροτβάιλερ τον έθετε σε καλύτερη θέση εκφοράς άποψης γι΄αυτούς από τον ΜΚ16.

 

Σ' ό,τι αφορά την εισήγηση της εφεσείουσας ότι το Κακουργιοδικείο δεν αιτιολόγησε επαρκώς την απόρριψη της μαρτυρίας των ΜΚ21, 22 και 23 παρά μόνο αναφέρθηκε σε αντιφάσεις γενικά στη  μαρτυρία τους, γεγονός που, κατά την άποψη του,  καθιστά την αξιολόγηση της μαρτυρίας τους μετέωρη και έκθετη σε ανατροπή, κρίνουμε  ότι εμπίπτει επίσης στο θέμα  αξιολόγησης της μαρτυρίας.

 

Εξετάσαμε το κάθε επιχείρημα της εφεσείουσας προς υποστήριξη του συγκεκριμένου λόγου έφεσης  και δεν εντοπίζουμε  κανένα στοιχείο που να κατατείνει σε πλημμελή εφαρμογή του Νόμου και νομολογίας επί των ευρημάτων του Κακουργιοδικείου.     Αντίθετα όλες οι εισηγήσεις ακόμη και αν ορισμένες εξ αυτών  εκ πρώτης όψεως παραπέμπουν σε νομικό σημείο, για να εξεταστούν προϋποθέτουν αμφισβήτηση της αξιολόγησης της μαρτυρίας και των ευρημάτων του Κακουργιοδικείου.

 

Ενόψει των πιο πάνω, ο συγκεκριμένος λόγος έφεσης  δεν μπορεί να εξεταστεί επί της ουσίας του, εφόσον εκφεύγει των προνοιών του εδαφίου (ιιι) του άρθρου 137(1)(α) του ΚΕΦ. 155.

 

Σε σχέση με τον  λόγο έφεσης 2 και κατά πόσο εμπίπτει στην εμβέλεια του άρθρου 137(1)(α)(ι), σύμφωνα με τη νομολογία,  θα πρέπει να εξεταστεί κατά πόσο η μαρτυρία που αποδέχθηκε το Δικαστήριο  μπορούσε να θεμελιώσει τα ευρήματα του που το οδήγησαν στην αθώωση  και όχι στο κατά πόσο η μαρτυρία δικαιολογούσε τα ευρήματα του.  Παρόμοιο θέμα ηγέρθηκε στην υπόθεση Γενικός Εισαγγελέας ν. Δημοσθένους (1990) 2 Α.Α.Δ. 152 όπου  στις σελ. 157 και 158 αναφέρονται τα εξής:

 

«Η πρώτη διαπίστωση είναι ότι το δικαίωμα περιορίζεται σε περιπτώσεις απουσίας μαρτυρίας για τη διαπίστωση γεγονότος ή γεγονότων. Το κριτήριο είναι αντικειμενικό και περιορίζεται στην εξακρίβωση αν υπήρχε μαρτυρία η οποία θα μπορούσε να θεμελιώσει εύρημα, όχι μαρτυρίας η οποία να δικαιολογεί τα ευρήματα του Δικαστηρίου·

 

................................................................................

 

Η δεύτερη και σημαντικότερη διαπίστωση είναι ότι το εδάφιο αυτό της νομοθεσίας περιορίζει το δικαίωμα της έφεσης σε περιπτώσεις όπου αμφισβητείται η ύπαρξη γεγονότος αναγκαίου για τη θεμελίωση της απόφασης. Η ύπαρξη αμφιβολιών ως προς τα συστατικά στοιχεία του εγκλήματος εκθεμελιώνει την κατηγορία. Πρόκειται για αρνητική διαπίστωση που δε σχετίζεται με οποιοδήποτε συγκεκριμένο γεγονός αλλά με την αποτυχία της Κατηγορίας να αποδείξει πέραν πάσης λογικής αμφιβολίας την κατηγορία εναντίον του κατηγορουμένου. Η διάταξη της νομοθεσίας η οποία εξετάζεται μπορεί να επικληθεί μόνο στις περιπτώσεις όπου προβλέπεται η ύπαρξη θετικού γεγονότος για την υποστήριξη της απόφασης.»

 

 

Επίσης στην υπόθεση Γενικός Εισαγγελέας της Δημοκρατίας ν. Ευσταθίου κ.ά. (2010) 2 Α.Α.Δ. 94 μετά από ανασκόπηση της σχετικής νομολογίας, τονίστηκε  ότι σύμφωνα με το άρθρο 137(1)(α)(ι) o Γενικός Εισαγγελέας μπορεί να εφεσιβάλει αθωωτική απόφαση όταν η έφεση του αφορά σε θέματα «που ουσιαστικά ενέχουν νομικό σημείο, ώστε, διαπίστωση γεγονότος στη βάση της αξιολόγησης της μαρτυρίας ή θέματος σχετικού προς αυτήν να αποκλείεται».  Ως προς τον όρο «νομικό σημείο» διευκρινίζονται στην ίδια απόφαση τα εξής:

 

 «Είναι ευρύτερη η έννοια του όρου και περιλαμβάνει, όπως ρητά αναγνωρίστηκε σε σειρά υποθέσεων, την εξαγωγή συμπερασμάτων που είναι αντίθετα ή δεν συνάδουν με τη μαρτυρία που προσάχθηκε ή ακόμα και άποψη πάνω στα πρωτογενή γεγονότα που δεν μπορεί εύλογα να υποστηριχθεί αλλά και, ειδικότερα, εκτίμηση περί της αποτυχίας απόσεισης του βάρους απόδειξης στη βάση των διαπιστωνόμενων γεγονότων (Βλ. In Re HjCostas (1984)1 C.L.R. 513, Stylianides     v. 

Paschalides (1985) 1 C.L.R. 49,  Kυριακίδης  (1992) 1 A.A.Δ. 26,  Λοΐζου ν. Stylson Engin. Co. Ltd (1998) 1 A.A.Δ. 2077, Tρύφωνος ν. Τakis Vashiotis Ltd (1999) 1 Α.Α.Δ. 1953, Οικονόμου Αρχ. & Μηχ. κ.ά. ν. Δημητρίου (2000) 1 Α.Α.Δ. 853). Μαζί με αυτά, κατά την πιο πάνω νομολογία, δικαστική ενέργεια χωρίς μαρτυρία αλλά και λανθασμένη αποδοχή ή απόρριψη αποδεικτικού υλικού.

 

..........................................................................................

 

Στην The Attorney General of the Republic v. Takis Herodotou (1969) 2 C.L.R. 10, η αθωωτική απόφαση παραμερίστηκε επειδή, αντίθετα προς την αποτίμηση του πρωτόδικου Δικαστηρίου, η μαρτυρία, στην πραγματικότητα, αποδείκνυε τη διάπραξη του αδικήματος. Όπως ακριβώς και στις Δήμος Λευκωσίας ν. Ηοpeland Enterprises Ltd κ.ά. (1996) 2 A.A.Δ. 21 και Γεν. Εισαγγελέας ν. Χρυσοστόμου (Αρ. 1) (2002) 2 Α.Α.Δ.  473.

 

 

  Στην The Attorney General of the Republic v. Kyriacos

Chrysanthou Petrou (1972) 2 C.L.R. 81, το πρωτόδικο Δικαστήριο, έκρινε πως δεν αποδείκτηκε εκ πρώτης όψεως υπόθεση για σεξουαλικό αδίκημα κατά ανήλικης, αφού δεν ήταν διατεθειμένο να στηρικτεί στη μη ενισχυόμενη μαρτυρία της παραπονούμενης. Διαπιστώθηκε πως υπήρχε μαρτυρία, από τρίτο, που θα μπορούσε, ανάλογα με την αξιολόγησή της, να συνιστούσε ενισχυτική μαρτυρία. Δεν αναφέρθηκε σ' αυτή τη μαρτυρία το πρωτόδικο Δικαστήριο και κρίθηκε πως η περίπτωση καλυπτόταν από το Άρθρο 137(1)(α)(ιιι) για πλημμελή εφαρμογή του νόμου επί των πραγματικών γεγονότων. Ως νόμος, εν προκειμένω, όπως εξηγήθηκε, ήταν ο κανόνας πρακτικής σε σχέση με την προσέγγιση της μαρτυρίας των παραπονούμενων σε σεξουαλικής φύσης υπόθεση.  Και θεωρήθηκε πως εφαρμόστηκε πλημμελώς εξ αιτίας της παράλειψης του πρωτόδικου Δικαστηρίου να ασχοληθεί με ουσιώδες γεγονός το οποίο θα έπρεπε να ληφθεί υπόψη αναφορικά με το κατά πόσο υπήρχε ενισχυτική  μαρτυρία. Τελικά στην Αttorney General v. Panayiotides (1983) 2 C.L.R. 253, η αθώωση παραμερίστηκε, μεταξύ άλλων, ως το αποτέλεσμα απόδοσης μη δέουσας βαρύτητας σε ορισμένη μαρτυρία.»

 

Είναι φανερό από την πιο πάνω νομολογία  ότι θα πρέπει η έφεση στη βάση του εδαφίου (ι) του άρθρου 137(1)(α) του ΚΕΦ. 155  να αναφέρεται σε αμφισβήτηση θετικού γεγονότος και όχι αρνητικής διαπίστωσης ότι δεν αποδείχθηκε πέραν πάσης λογικής αμφιβολίας η ενοχή του κατηγορουμένου.

 

Στην παρούσα περίπτωση ο εφεσίβλητος δεν αθωώθηκε στη βάση θετικού ευρήματος θεμελιωτικού της αθώωσης, αλλά γιατί κρίθηκε από το Κακουργιοδικείο ότι  δεν είχε αποδειχθεί πέραν πάσης λογικής αμφιβολίας η αντικειμενική υπόσταση των αδικημάτων  ότι δηλαδή ήταν ο σκύλος ή οι σκύλοι του που επέφεραν τα θανατηφόρα δαγκώματα στο θύμα.  Η κατάληξη αυτή του Κακουργιοδικείου ήταν αποτέλεσμα των διαπιστώσεων του ως προς την εμπλοκή του Drako και της Daizy στο περιστατικό, εφόσον μόνο αυτοί οι δύο σκύλοι παρέμειναν ελεύθεροι κατά τον ουσιώδη χρόνο, σύμφωνα με την αποδεχθείσα μαρτυρία. Για μεν τον Drako, στο κλουβί του οποίου ανευρέθηκε το μοναδικό  στοιχείο που συνέδεε τον εφεσίβλητο με το θύμα, δηλαδή αίμα της θανούσας, έκρινε ότι  αυτό  μπορούσε να μεταφερθεί στο σημείο είτε από άμεση επαφή του Drako με το θύμα είτε μεταγενέστερα πλησιάζοντας το αίμα που άφησαν στη σκηνή τα τραύματα της θανούσας.  Σ' ό,τι αφορά την Daizy, αποκλείστηκε από τον χώρο επειδή πρόσφατα είχε γεννήσει, ενόψει της κοινής θέσης των ΜΥ3 και ΜΚ16 (ανωτέρω).   

 

Παραθέτουμε αυτούσιο το απόσπασμα από την πρωτόδικη απόφαση για σκοπούς  κατανόησης του σκεπτικού του Κακουργιοδικείου:

 

«Θα προχωρήσουμε όμως στην εξέταση των άλλων ενδεχομένων με βάση την μαρτυρία που τέθηκε ενώπιον μας όπως έγινε αποδεκτή και γίνονται ευρήματα του Δικαστηρίου τα πιο κάτω:

 

Στις 22/2/2018 εντοπίστηκε στην περιοχή Γερμανίνα στην Γεροσκήπου σοβαρά τραυματισμένη η XXXX XXXX ΧΧΧΧ.  Τα τραύματα προκλήθηκαν από επίθεση σκύλου ή σκύλων και κατά την μεταφορά της στο νοσοκομείο διαπιστώθηκε ο θάνατος της.  Στις 27/2/2018 κατά την εκτέλεση εντάλματος έρευνας στα κλουβιά των σκύλων που διατηρεί ο κατηγορούμενος εντοπίστηκε γενετικό υλικό, αίμα της  XXXX XXXX  ΧΧΧΧ στο κλουβί του σκύλου Drako που ανήκει στην φυλή των Rottweiler.  Ο κατηγορούμενος άφηνε ελεύθερο και εκτός του κλουβιού το σκύλο Drako και σκύλος Drako έφευγε από το τεμάχιο και τα υποστατικά του κατηγορούμενου και έβγαινε στην γύρω περιοχή επεκτείνοντας τον ζωτικό του χώρο.  Τα υποστατικά του κατηγορούμενου βρίσκονται σε απόσταση 350 μέτρων από το σημείο που εντοπίστηκε το θύμα, απόσταση που δεν είναι μεγάλη για να την διανύσει ο Drako.  Στο σημείο που εντοπίστηκε το θύμα υπήρχαν δύο κηλίδες με αίμα, μία μεγάλη και μία μικρή.  Η επίθεση των σκύλων ή του σκύλου και τα τραύματα στο θύμα έγιναν στο σημείο εκείνο.  Το θύμα έχασε μεγάλη ποσότητα αίματος αφού η αιτία θανάτου ήταν αιμορραγικό σοκ.  Την ημέρα του περιστατικού στις 22/2/2018 το χώμα στο επίδικο σημείο ήταν λασπωμένο και τις επόμενες ημέρες στην περίοδο μεταξύ 22/2/2018 και 26/2/2018 έβρεξε. 

 

Δεν υπάρχει θετική μαρτυρία ότι στις 22.02.2018 ο Drako βρέθηκε στο σημείο που εντοπίστηκε το θύμα και δεν μπορεί να αποκλειστεί το ενδεχόμενο στο σημείο εκείνο να βρέθηκαν και άλλοι σκύλοι όπως αναφέρουμε πιο πάνω.

Παραδέχεται ο κατηγορούμενος και δεν αμφισβητήθηκε ότι τις επόμενες μέρες από το περιστατικό ακολούθησε την ίδια τακτική ως προς τον χειρισμό των σκύλων όπως κάθε πρωί και άφηνε καθημερινά δύο σκύλους ελεύθερους εκτός των κλουβιών τους μεταξύ των οποίων και τον Drako και γίνεται εύρημα του Δικαστηρίου ότι ο Drako βρισκόταν εκτός του κλουβιού του και σε άλλες ημέρες μεταξύ 22/2/2018 και 26/2/2018 και είχε την δυνατότητα να φύγει από τα υποστατικά του κατηγορούμενου και να φτάσει στο σημείο όπου εντοπίστηκε το θύμα.        

 

 

..................................................................................................

 

Δεν υπάρχει όπως αναφέρουμε πιο πάνω σαφής και θετική μαρτυρία ότι στις 22/2/2019 ο σκύλος Drako βρισκόταν στο σημείο όπου εντοπίστηκε το θύμα ώστε να αποκλείεται κάθε άλλο ενδεχόμενο αλλά με βάση την περιστατική μαρτυρία υπήρχε δυνατότητα και πιθανότητα να βρίσκεται εκεί. Ταυτόχρονα όμως αυτή η δυνατότητα και πιθανότητα υπήρχε για τον Drako και τις επόμενες μέρες.

 

Ο σκύλος Drako δεν ήταν ο μοναδικός σκύλος στην περιοχή όπως φαίνεται μέσα από την μαρτυρία της Κατηγορούσας Αρχής, αλλά οι δύο άλλοι σκύλοι που εντοπίστηκαν πολύ κοντά στο σημείο που ανευρέθηκε το θύμα δηλαδή ο σκύλος Maney και ο νεκρός σκύλος αποκλείστηκαν από τον Μ.Κ.10 χωρίς επαρκή εξέταση.  Δεν αποκλείεται επίσης στην ευρύτερη περιοχή από το επίδικο σημείο και σε ακτίνα ενός χιλιομέτρου να υπήρχαν και άλλοι σκύλοι αφού δεν έγινε έρευνα στον ουσιαστικό χρόνο.  Δεν θα συμφωνήσουμε με την θέση της υπεράσπισης ότι δεν μπορεί να αποκλειστεί και ο σκύλος Rottweiler που εντοπίστηκε νεκρός στην περιοχή της Αναρίτας 8 χιλιόμετρα μακριά από το επίδικο σημείο γιατί δεν υπάρχει καμιά μαρτυρία ότι ο σκύλος αυτός θεάθηκε οποτεδήποτε στο παρελθόν στην περιοχή της «Γερμανίνας». 

 

Ενόψει των πιο πάνω κρίνουμε ότι η μεταφορά του αίματος του θύματος στο κλουβί του Drako θα μπορούσε να μεταφέρθηκε από τον ίδιο μετά από άμεση επαφή του με το θύμα στις 22/2/2018, αλλά θα μπορούσε επίσης να μεταφέρθηκε σε μεταγενέστερο χρόνο αφού ο Drako μπορούσε να πλησιάσει στο σημείο όπου υπήρχε το αίμα του θύματος να το μυριστεί αλλά και να σκάψει με τα νύχια του.

 

..................................................................................................

 

Ενόψει των πιο πάνω κρίνουμε ότι η περιστατική μαρτυρία δεν οδηγεί στον βαθμό που απαιτείται δηλαδή πέραν πάσης λογικής αμφιβολίας ότι το αίμα του θύματος που εντοπίστηκε στο κλουβί του σκύλου Drako μεταφέρθηκε από τον Drako αμέσως μετά από επίθεση του στο θύμα και επειδή του προκάλεσε τα πολύ σοβαρά τραύματα που οδήγησαν το θύμα στο θάνατο αλλά  υπάρχει και άλλη άποψη πραγμάτων για τον τρόπο που μπορεί να μεταφέρθηκε το αίμα από το Drako στο κλουβί του σε άλλο χρόνο μετά τις 22/2 και μέχρι τις 26/2/18.  Όπως αναφέρουμε πιο πάνω δεν μπορεί να αποκλειστεί ούτε το ένα ούτε και το άλλο ενδεχόμενο και συνεπώς δημιουργούνται αμφιβολίες ως προς τα πραγματικά γεγονότα.»

 

Το παράπονο της εφεσείουσας ότι δεν υπήρχε καμιά μαρτυρία που να δικαιολογεί την αναφορά  του Κακουργιοδικείου ότι ο Drako μπορούσε να σκάψει με τα νύχια του είναι αβάσιμο.   Αποτελεί μέρος του  ευρήματος του Δικαστηρίου  ότι το αίμα στο κλουβί θα μπορούσε να μεταφέρθηκε σε μεταγενέστερο χρόνο, υιοθετώντας τη μαρτυρία του ΜΥ3 ότι ο  Drako μπορούσε να πλησιάσει στο σημείο όπου υπήρχε το αίμα του θύματος να το μυριστεί και να το επεξεργαστεί.   Το γεγονός ότι ο ΜΥ3 δεν αναφέρθηκε ειδικά στην αποδιδόμενη δυνατότητα του  Drako να σκάψει, δεν ενέχει καμιά  σημασία για το υπό εξέταση θέμα, ήτοι την δυνατότητα καταχώρησης έφεσης κατά αθωωτικής απόφασης στη βάση του εδαφίου (ι) του άρθρου 137(1)(α) (βλ. Δημοσθένους, ανωτέρω).

 

Περαιτέρω, από προσεχτική μελέτη της αιτιολογίας του λόγου έφεσης 2 προκύπτει ότι και ο συγκεκριμένος λόγος έφεσης προσβάλλοντας διάφορες  διαπιστώσεις του Κακουργιοδικείου, μεγάλο μέρος των οποίων καταγράψαμε ανωτέρω,  αποσκοπεί στην ουσία σε αμφισβήτηση της αξιολόγησης της μαρτυρίας και των ευρημάτων του Κακουργιοδικείου.

 

Ενόψει του τρόπου αθώωσης του εφεσίβλητου δηλ. λόγω αμφιβολιών ως προς την απόδειξη των απαιτούμενων γεγονότων  προς στοιχειοθέτηση των συστατικών στοιχείων των  αδικημάτων,   ούτε ο λόγος έφεσης 2 εμπίπτει στους λόγους που επιτρέπεται η έφεση κατά αθωωτικής απόφασης.

 

Το Κακουργιοδικείο έκρινε ότι δεν μπορούσε να καταλήξει σε ασφαλές εύρημα ότι το αίμα της θανούσας μεταφέρθηκε στο κλουβί του Drako από τον ίδιο, συνεπεία της άμεσης επαφής του με το θύμα μετά την επίθεση από πλευράς του.  Ενόψει της διαπίστωσης του αυτής  σε συνάρτηση με άλλες που προκύπτουν από την αξιολόγηση της μαρτυρίας, του δημιουργήθηκαν   αμφιβολίες ότι οι σκύλοι του εφεσίβλητου συνδέοντο με τα θανατηφόρα δαγκώματα, και κατ' επέκταση αμφιβολίες ως προς την ενοχή του εφεσίβλητου.

 

Συνεπώς εκείνο που προκύπτει ως η ουσία της απόφασης του Κακουργιοδικείου, είναι κρίση σε σχέση με τη βαρύτητα της μαρτυρίας κάτω από τις συνθήκες της υπόθεσης και αυτό δεν είναι δυνατό να ελεγχθεί κατ' έφεση. (βλ. Γενικός Εισαγγελέας ν. Γεωργίου (2006) 2 Α.Α.Δ. 217).  Δεν έχει τεκμηριωθεί από πλευράς εφεσείουσας πλημμελής εφαρμογή του Νόμου επί των πραγματικών γεγονότων αλλ' ούτε και απουσία μαρτυρίας για τη διαπίστωση γεγονότων αναγκαίων για τη θεμελίωση της απόφασης.

Για τους πιο πάνω λόγους κρίνουμε ότι και οι δύο  λόγοι έφεσης κατά της αθωωτικής απόφασης του Κακουργιοδικείου είναι εκτός  της εμβέλειας του άρθρου 137(1)(α) του ΚΕΦ. 155 και ως εκ τούτου η έφεση απορρίπτεται.

 

                                                                     Α. ΛΙΑΤΣΟΣ, Δ

 

                                     

                                                                   Τ. ΟΙΚΟΝΟΜΟΥ, Δ.

 

 

                                                                    Α. ΠΟΥΓΙΟΥΡΟΥ, Δ.

 

/Α.Λ.Ο.

 

 

 

 

 


cylaw.org: Από το ΚΙΝOΠ/CyLii για τον Παγκύπριο Δικηγορικό Σύλλογο