ΠΑΓΚΥΠΡΙΟΣ ΔΙΚΗΓΟΡΙΚΟΣ ΣΥΛΛΟΓΟΣ
|
ECLI:CY:AD:2019:B125
ΑΝΩΤΑΤΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ ΚΥΠΡΟΥ
(Ποινική Αίτηση Αρ. 22/2018)
2 Απριλίου 2019
[ΝΑΘΑΝΑΗΛ, ΣΤΑΜΑΤΙΟΥ, ΠΟΥΓΙΟΥΡΟΥ, Δ/στές]
ΕΠΙ ΤΟΙΣ ΑΦΟΡΩΣΙ ΤΟ ΑΡΘΡΟ 134 ΤΟΥ ΠΕΡΙ
ΠΟΙΝΙΚΗΣ ΔΙΚΟΝΟΜΙΑΣ ΝΟΜΟΥ, ΚΕΦ. 155
ΚΑΙ
ΕΠΙ ΤΟΙΣ ΑΦΟΡΩΣΙ ΤΗΝ ΑΠΟΦΑΣΗ ΤΟΥ ΕΠΑΡΧΙΑΚΟΥ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟΥ ΛΑΡΝΑΚΑΣ ΗΜΕΡΟΜΗΝΙΑΣ 11/9/2018 ΚΑΙ ΤΗΣ ΑΠΟΦΑΣΗΣ ΕΠΙ ΤΗΣ ΠΟΙΝΗΣ ΗΜΕΡΟΜΗΝΙΑΣ 22/11/2018 ΣΤΗΝ ΠΟΙΝΙΚΗ ΥΠΟΘΕΣΗ 10941/2014
ΚΑΙ
ΕΠΙ ΤΟΙΣ ΑΦΟΡΩΣΙ ΤΗΝ LGS HANDLING LIMITED
Αιτήτρια
--------------------------------------------
Χρ. Φρακάλας για Ιωαννίδης Δημητρίου Δ.Ε.Π.Ε., για την Αιτήτρια.
Θ. Παπακυριακού (κα), για τους Καθ΄ ων η αίτηση.
--------------------------------------------
ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ: Η ομόφωνη απόφαση του
Δικαστηρίου θα δοθεί από τον Δικαστή Ναθαναήλ.
Α Π Ο Φ Α Σ Η
ΝΑΘΑΝΑΗΛ, Δ.: Η υπό κρίση αίτηση αφορά σε παράταση του χρόνου καταχώρησης έφεσης κατά της καταδικαστικής απόφασης του Επαρχιακού Δικαστηρίου Λάρνακας η οποία είχε εκδοθεί στις 11.9.2018 με την ποινή που ακολούθησε να είχε επιβληθεί στις 22.11.2018. Η αιτήτρια ήταν κατηγορούμενη μαζί με άλλη εταιρεία στην υπ΄ αρ. 10941/2014 υπόθεση, αναφορικά με αδικήματα τα οποία είχαν προκύψει από δύο διαφορετικά εργατικά ατυχήματα εκ των οποίων το πρώτο ήταν θανατηφόρο και τα οποία συνέβησαν στο χώρο του Διεθνούς Αερολιμένα Λάρνακας στις 10.12.2012 και 17.12.2012 αντιστοίχως. Οι κατηγορίες που τόσο η παρούσα αιτήτρια, όσο και η άλλη εταιρεία, αντιμετώπισαν αφορούσαν αδικήματα στη βάση του περί Ασφαλείας και Υγείας στην Εργασία Νόμου του 1996 έως 2011 και των συναφών επ΄ αυτού εκδοθέντων Κανονισμών. Έχοντας κριθεί ένοχη σε αριθμό κατηγοριών, το Δικαστήριο επέβαλε σ΄ αυτή διάφορες χρηματικές ποινές ύψους €1.250 και €1.500, ενώ στην άλλη εταιρεία επιβλήθηκαν επίσης διάφορες ποινές προστίμου με ανώτατη ποινή αυτής των €5.000.
Εισηγείται η αιτήτρια ότι θα πρέπει να δοθεί παράταση χρόνου για την καταχώρηση έφεσης τόσο για την καταδίκη, όσο και για την ποινή, διότι εσφαλμένα οι συνήγοροι της θεώρησαν ότι η προθεσμία για την υποβολή έφεσης από κατηγορούμενο ήταν 14 ημέρες από την καταδίκη ή την ποινή, αντί 10 ημέρες όπως προνοείται από τη σχετική νομοθεσία. Αυτό διαπιστώθηκε όταν στις 5.12.2018 συνήγορος εκ των δικηγόρων του γραφείου της αιτήτριας εταιρείας προσπάθησε να καταχωρήσει την έφεση στο Πρωτοκολλητείο του Επαρχιακού Δικαστηρίου Λάρνακας, πλην, όμως, δεν του επετράπη γιατί ήταν εκπρόθεσμη. Διατείνεται, επομένως, η αιτήτρια ότι η πάροδος της προθεσμίας για την υποβολή της έφεσης οφείλετο σε καλόπιστο λάθος του δικηγορικού γραφείου και ιδιαίτερα των δικηγόρων που ετοίμασαν την έφεση με αποτέλεσμα η ίδια η αιτήτρια να μην φέρει καμία απολύτως ευθύνη, θα υποστεί δε ανεπανόρθωτη ζημιά εάν δεν επιτραπεί η παρούσα αίτηση ενώ, αντίθετα, η κατηγορούσα αρχή, προτιθέμενη εφεσίβλητη, καμία απολύτως ζημιά δεν θα υποστεί.
Η αίτηση συνάντησε την ένσταση του Αναπληρωτή Διευθυντή Τμήματος Επιθεώρησης Εργασίας, που χαρακτηρίζεται ως ο προτιθέμενος εφεσίβλητος, θεωρώντας ότι η αίτηση είναι πραγματικά και νομικά αβάσιμη και αναιτιολόγητη χωρίς να αποκαλύπτεται εύλογη αιτία για την παράταση του χρόνου εφόσον η καθυστέρηση στην καταχώρηση της έφεσης οφειλόταν αποκλειστικά και εξ υπαιτιότητας των συνηγόρων της αιτήτριας. Η ολιγωρία που επέδειξαν οι συνήγοροι της αιτήτριας δεν θα πρέπει να επικροτηθεί, σύμφωνα με την υποστηρικτική ένορκη δήλωση του καθ΄ ου η αίτηση, με έκδοση διατάγματος παράτασης του χρόνου υποβολής της έφεσης.
Οι συνήγοροι υποστήριξαν προφορικά τις αντίστοιχες θέσεις τους επικαλούμενοι σχετική νομολογία, με την πλευρά της αιτήτριας να υποστηρίζει κατά βάση ότι η διακριτική ευχέρεια του Δικαστηρίου θα πρέπει να ασκηθεί υπέρ της διότι εκτός του γεγονότος ότι αφορά η περίπτωση σε καλόπιστο λάθος, ευθύς μετά τη διαπίστωση του προβλήματος, καταχωρήθηκε η παρούσα αίτηση. Κατά την εισήγηση, η αιτήτρια στις ιδιαίτερες περιστάσεις της υπόθεσης θα πρέπει να έχει τη δυνατότητα να προβάλει τις θέσεις της ενώπιον του Ανωτάτου Δικαστηρίου όσον αφορά το λανθασμένο της πρωτόδικης κρίσης.
Η αίτηση βασίζεται, μεταξύ άλλων, στα άρθρα 131, 133 και 134 του περί Ποινικής Δικονομίας Νόμου, Κεφ. 155. Το άρθρο 134, ως η ουσιαστική νομοθετική πρόνοια που καλύπτει το υπό εξέταση ζήτημα, έχει τύχει εξέτασης πλειστάκις από το Ανώτατο Δικαστήριο παρέχοντας, όπως το άρθρο προνοεί, δικαιοδοσία κάτω από ορισμένες συνθήκες να παρατείνεται ο χρόνος εντός του οποίου υποβάλλεται η έφεση κατόπιν απόδειξης βάσιμου λόγου. Το άρθρο 134, έχει ως εξής:
«134. Εξαιρούμενης της περίπτωσης καταδίκης που συνεπάγεται τη θανατική ποινή, ο χρόνος εντός του οποίου ειδοποίηση έφεσης ή αίτηση για άδεια έφεσης δύναται να δοθεί, κατόπι απόδειξης βάσιμου λόγου, να παραταθεί από το Ανώτατο Δικαστήριο σε οποιοδήποτε χρόνο.»
Σύμφωνα με την τελευταία επί του θέματος σχετική απόφαση xxx Αντωνίου ν. Δημοκρατίας, Ποινική Αίτηση αρ. 3/2019, ημερ. 20.2.2019, η προεξάρχουσα αρχή που λαμβάνεται υπόψη είναι η ανάγκη για τελεσιδικία χάριν του δημοσίου συμφέροντος. Η διακριτική ευχέρεια του Δικαστηρίου για τη χορήγηση παράτασης χρόνου ασκείται με φειδώ και λαμβάνει υπόψη τους λόγους αδυναμίας έγκαιρης καταχώρησης της έφεσης, τόσο κατά το χρόνο εντός του οποίου έπρεπε αυτή να είχε καταχωρηθεί, όσο και κατά τη διάρκεια της περιόδου από την εκπνοή της προθεσμίας, μέχρι την καταχώρηση της αίτησης για παράταση, (Delincyp Company Ltd v. Wogang κ.ά. Ποινική Αίτηση υπ' αρ. 10/2018, ημερ. 15.10.2018). Η αδυναμία καταχώρησης πρέπει να είναι ουσιαστική και πρέπει να εμπίπτει εντός του εξαιρετικού εκείνου μέτρου το οποίο θα μπορούσε να θεωρηθεί ως αντισταθμίζον την ανάγκη για τελεσιδικία, (Δημοκρατία ν, Γεωργίου Ποινική Αίτηση αρ. 9/2015, ημερ. 26.1.2016 και Λουκαΐδης ν. Αστυνομικής Διεύθυνσης Λευκωσίας, Ποινική Αίτηση αρ. 15/2017, ημερ. 13.3.2018), ECLI:CY:AD:2018:B107.
Αιτήματα για παράταση χρόνου αντιμετωπίζονται αυστηρά όχι μόνο όταν υποβάλλονται από τον κατηγορούμενο, αλλά και όταν υποβάλλονται από τον Γενικό Εισαγγελέα, (Δημοκρατία ν. Κυριάκου (2003) 2 Α.Α.Δ. 479). Η τήρηση των προθεσμιών γενικώς, αλλά και ιδιαιτέρως της προθεσμίας που τάσσεται για την υποβολή έφεσης, δεν είναι θέμα τύπου, αλλά ουσίας, (The Attorney-General of the Republic v. Petros Demetriou Hji Constanti (1968) 2 C.L.D. 113 και Αδελφοί Λαμπριανίδη κ.ά. ν. Συμβουλίου Βελτιώσεως Γερίου (1989) 2 Α.Α.Δ. 374).
Στην υπό κρίση περίπτωση, η αιτήτρια και οι δικηγόροι της με ειλικρίνεια τοποθέτησαν το θέμα στην ορθή του διάσταση. Ότι, δηλαδή, ήταν η λανθασμένη αντίληψη των δικηγόρων περί της ορθής προθεσμίας υποβολής έφεσης που δημιούργησε το πρόβλημα, και ότι αμέσως μετά που το αντιλήφθηκαν καταχώρησαν χωρίς χρονοτριβή την παρούσα αίτηση.
Δεν δικαιολογείται όμως ούτε για αυτό το λόγο η άσκηση της διακριτικής ευχέρειας του Δικαστηρίου υπέρ της παράτασης του χρόνου για την καταχώρηση της έφεσης. Το εξαιρετικό και σπάνιο ακόμη μέτρο της παράτασης (Ιωάννου Φυτούλα (1997) 2 Α.Α.Δ. 387), δικαιολογείται μόνο όταν μπορεί για βάσιμο λόγο να στοιχειοθετεί ανάγκη για παράκαμψη της δημιουργούμενης στο μεταξύ τελεσιδικίας. Στην Eurohouse Finance Ltd κ.ά. v. Αστυνομικού Διευθυντή Επαρχίας Λεμεσού (2000) 2 Α.Α.Δ. 52, λέχθηκε ότι η αδυναμία δικηγόρου να ασκήσει τα καθήκοντα του (εκεί πρόκειτο για ασθένεια του δικηγόρου), δυνατόν να αποτελέσει βάσιμο λόγο για παράταση, όπως συνέβηκε στην Ηλιάδη ν. Δήμου Λάρνακας (1996) 2 Α.Α.Δ. 236, όπου η αδυναμία άσκησης καθηκόντων του δικηγόρου επεκτεινόταν κατά το πλείστο, αν όχι στο σύνολο του κρίσιμου χρόνου για την υποβολή της έφεσης. Λέχθηκε ότι όχι μόνο αδυναμία, οφειλόμενη σε ασθένεια, αλλά και σφάλμα του δικηγόρου δυνατόν να θεμελιώσει αίτηση για παράταση. Όμως, η μη επεξήγηση στην αίτηση πότε δόθηκαν οι οδηγίες για την άσκηση της έφεσης, αλλά ούτε και η επεξήγηση για το διαρρεύσαντα χρόνο μέχρι την υποβολή της αίτησης, οδήγησαν το Εφετείο στην απόρριψη της αίτησης. Αυτό δείχνει την αυστηρότητα με την οποία αντιμετωπίζονται τα αιτήματα αυτού του είδους.
Στην Τάσος Φιλίππου ν. Δημοκρατίας (2006) 2 Α.Α.Δ. 98, η μη ανταπόκριση δικηγόρου να επισκεφθεί έγκαιρα τον εφεσείοντα στις φυλακές δεν θεωρήθηκε καλός ή βάσιμος λόγος για έγκριση αιτήσεως για παράταση του χρόνου.
Η αιτήτρια επικαλέσθηκε τις υποθέσεις Χόππης ν. Παναγή (1991) 1 Α.Α.Δ. 140 και First Ukranian Development Ltd (2014) 1 Α.Α.Δ. 2234, ECLI:CY:AD:2014:B779, στις οποίες επιτράπηκε η αίτηση για παράταση χρόνου. Στην πρώτη είχε σημειωθεί, πέραν της απραξίας που είχε επιδείξει ο ίδιος ο εφεσείων και σφάλμα από το συνήγορο του στον υπολογισμό του χρόνου έτσι ώστε η προθεσμία να είχε παρέλθει κατά τέσσερεις ημέρες. Στη δεύτερη, η καθυστέρηση σημειώθηκε λόγω της αλλαγής δικηγόρου στο μεσοδιάστημα και των οικονομικών διαφορών που προέκυψαν. Και οι δύο υποθέσεις όμως αφορούσαν την πολιτική δικαιοδοσία και είναι, κρίνεται, πρόδηλο ότι η ποινική τοιαύτη διέπεται από πλέον αυστηρές προθεσμίες, αλλά και αυστηρότερα κριτήρια εφαρμογής τους. Στην Αστυνομικός Διευθυντής Λεμεσού ν. Heavens Garden Water Park Ltd (2004) 2 Α.Α.Δ. 194, η σύγχυση από το δικηγόρο με άλλη ποινική υπόθεση, και ο φόρτος εργασίας με αποτέλεσμα να καταχωρηθεί την επόμενη ημέρα από τη λήξη της προθεσμίας, αίτηση για παράταση, οδήγησε το Εφετείο να εγκρίνει την παράταση έχοντας υπόψη το συμφέρον της δικαιοσύνης. Πρόκειτο για αθωωτική από το εκ πρώτης όψεως απόφαση σε κατηγορία πρόκλησης θανάτου λόγω αλόγιστης, απερίσκεπτης ή επικίνδυνης πράξης.
Εν τέλει, όπως υποδείχθηκε και στην Gatti n. Shoosmith (1939) 3 All E.R. 916, τα γεγονότα της κάθε υπόθεσης είναι ο οδηγός για την άσκηση της διακριτικής ευχέρεια του Δικαστηρίου. Ενώ δεν υπάρχει λάθος το οποίο θα μπορούσε να αποκλείσει το δικαίωμα άσκησης έφεσης ακόμη και εκπροθέσμως, δυνατόν τα ίδια τα γεγονότα να καθιστούν άδικη τη χορήγηση της παράτασης με επίκληση ακριβώς του συγκεκριμένου λάθους.
Κρίνεται ότι η παρούσα είναι μια τέτοια περίπτωση. Η λανθασμένη αντίληψη των δικηγόρων της αιτήτριας δεν αποτελεί βάσιμο λόγο για έγκριση της αίτησης. Το γεγονός ότι η υπόθεση ενώπιον του πρωτόδικου Δικαστηρίου αφορούσε σε παράβαση Κανονισμών ασφάλειας και υγείας, με το Δικαστήριο να είχε εκδώσει απόφαση εκτεινόμενη σε 80 σελίδες, έπρεπε να οδηγούσε του δικηγόρους να ήταν πιο προσεκτικοί. Το αποτέλεσμα της καταδίκης ήταν ένα σχετικά μικρό πρόστιμο και αυτό δεν μπορεί παρά να έχει τη δική του σημασία στο συνυπολογισμό των παραμέτρων χορήγησης ή μη, άδειας.
Η αίτηση απορρίπτεται.
Δ.
Δ.
Δ.