ΠΑΓΚΥΠΡΙΟΣ ΔΙΚΗΓΟΡΙΚΟΣ ΣΥΛΛΟΓΟΣ
|
ECLI:CY:AD:2018:B51
ΑΝΩΤΑΤΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ ΚΥΠΡΟΥ
ΔΕΥΤΕΡΟΒΑΘΜΙΑ ΔΙΚΑΙΟΔΟΣΙΑ
31 Ιανουαρίου, 2018
[ΠΑΜΠΑΛΛΗΣ, ΜΙΧΑΗΛΙΔΟΥ, ΣΤΑΜΑΤΙΟΥ, Δ/στές]
(Ποινική Έφεση 230/2016)
MUFEED ABDO,
Εφεσείοντας,
ν.
ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑΣ,
Εφεσίβλητης.
Σ. Αργυρού, για τον Εφεσείοντα.
Ε. Παπαλοΐζου (κα), Δικηγόρος της Δημοκρατίας, εκ μέρους του Γενικού Εισαγγελέα, για την Εφεσίβλητη.
ΠΑΜΠΑΛΛΗΣ, Δ.: Η απόφαση είναι ομόφωνη, θα απαγγελθεί από το Δικαστή Παμπαλλή.
Α Π Ο Φ Α Σ Η
ΠΑΜΠΑΛΛΗΣ, Δ.: Στις 13 Νοεμβρίου 2015 ο εφεσείων πυροβόλησε τον πατέρα του στο κεφάλι προκαλώντας το θάνατο του.
Τα γεγονότα όπως έχουν διαδραματιστεί τη συγκεκριμένη ημέρα καταγράφονται στην απόφαση του Κακουργιοδικείου ήτοι:
″Στις 13.11.15 ο Κατηγορούμενος βρισκόταν μαζί με τη μητέρα του και το θύμα στην οικία τους στην οδό Νικοκλέους 3, Λευκωσία. Γύρω στις 13:00, ενώ η μητέρα του Κατηγορουμένου βρισκόταν στην κουζίνα της οικίας, είδε τον Κατηγορούμενο, χρησιμοποιώντας τα χέρια του, να κατευθύνεται προς το σαλόνι και να ψάχνει το θύμα στο σημείο όπου αυτό συνήθιζε να κάθεται. Ο Κατηγορούμενος κινείτο εντός της οικίας με κλειστά μάτια χρησιμοποιώντας τα χέρια του για να προσανατολίζεται κατόπιν διάγνωσης του με μυωπία 18 βαθμών σε κάθε μάτι κατά την τελευταία εξέταση του από οφθαλμίατρο το 2005. Αρνείτο να φορεί γυαλιά μυωπίας γιατί πίστευε πως με αυτόν τον τρόπο προστάτευε τα μάτια του. Όταν ο Κατηγορούμενος αντιλήφθηκε ότι το θύμα δεν βρισκόταν στο σαλόνι, προχώρησε στο υπνοδωμάτιο του θύματος. Ο Κατηγορούμενος το ρώτησε αν ήταν όλα καλά, το θύμα ρώτησε τον Κατηγορούμενο αν οι παντόφλες που του αγόρασαν ήταν εντάξει και ο Κατηγορούμενος απάντησε καταφατικά. Ακολούθως ο Κατηγορούμενος πυροβόλησε το θύμα στο κεφάλι.
Η μητέρα του Κατηγορουμένου άκουσε τον πυροβολισμό και έτρεξε στο δωμάτιο του θύματος, οπότε είδε τον Κατηγορούμενο να εξέρχεται αυτού κρατώντας ένα περίστροφο. Ο Κατηγορούμενος της είπε «I killed the devil, I am going to kill myself». Ακολούθως μπήκε στο δωμάτιο του και κλείδωσε την πόρτα. Τότε η μητέρα του μπήκε στο υπνοδωμάτιο και αντίκρυσε το θύμα ξαπλωμένο ανάσκελα στο κρεβάτι με τραύμα από πυροβολισμό στο μέτωπο.″
Στη βάση αυτών των γεγονότων ο εφεσείων κατηγορήθηκε, αρχικώς, για φόνο εκ προμελέτης και επίσης για κατοχή πυροβόλου όπλου και πυρομαχικών. Μετά την κατάθεση του πρώτου μάρτυρος κατηγορίας, υπήρξε αλλαγή στο κατηγορητήριο και η πιο πάνω κατηγορία αντικαταστάθηκε με αυτή της ανθρωποκτονίας. Σ' αυτή την κατηγορία, μεταξύ άλλων, υπήρξε παραδοχή.
Μετά την παράθεση των γεγονότων και την αγόρευση του συνηγόρου υπεράσπισης το Κακουργιοδικείο επέβαλε, στον εφεσείοντα, την ποινή της οκταετούς φυλάκισης για το αδίκημα της ανθρωποκτονίας.
Η ορθότητα της επιβληθείσας ποινής αποτελεί το αντικείμενο της παρούσας έφεσης. Όπως μορφοποιήθηκαν οι δύο συναφείς λόγοι έφεσης φαίνεται να στρέφονται εναντίον της λανθασμένης επιλογής του Κακουργιοδικείου να επιβάλει στον κατηγορούμενο ποινή φυλάκισης, παραγνωρίζοντας δύο παράγοντες: Την κατάσταση της πνευματικής του υγείας και την έλλειψη κατάλληλων χώρων κράτησης, εφόσον η πολιτεία κατά παράβαση του άρθρου 3 της Συνθήκης Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων δεν προνόησε για κατάλληλα κέντρα κράτησης, ώστε να αντιμετωπίσει περιπτώσεις ατόμων που αντιμετωπίζουν παρόμοια με τον εφεσείοντα προβλήματα. Από το περιεχόμενο, όμως, των δύο λόγων έφεσης καθίσταται σαφές ότι οι ανωτέρω λόγοι διαφοροποιήθηκαν κατά την ενώπιον μας ακροαματική διαδικασία. Το βασικό παράπονο εστιάζεται στις συνθήκες κράτησης του εφεσείοντα και όχι στο είδος της ποινής που του επιβλήθηκε. Στη βάση των ιατρικών πιστοποιητικών και της δεδομένης σχιζοφρένειας, από την οποία πάσχει ο εφεσείων, θα έπρεπε, συνέχισε ο συνήγορος, το δικαστήριο να είχε επιδείξει μεγαλύτερη επιείκεια. Ο κ. Αργυρού αναφέρθηκε σε ιατρικά συγγράμματα για να αναδείξει ότι, ο εγκλεισμός του εφεσείοντα στη φυλακή ουδόλως θα βελτιώσει την κατάσταση της υγείας του, σ' αντίθεση, με τη μεγαλύτερη συνδρομή, στη βελτίωση, που θα μπορούσε να επιφέρει ένα διάταγμα επιτήρησης.
Όπως έχουμε αναφέρει πιο πάνω, η εισήγηση για τη μη ορθότητα της επιβληθείσας ποινής εδράζεται στην ανυπαρξία κατάλληλων ιδρυμάτων για περίθαλψη του εφεσείοντα, ο οποίος πάσχει από σχιζοφρένεια. Στη βάση του πρώτου λόγου έφεσης, ο συνήγορος ισχυρίστηκε ότι το Κακουργιοδικείο δεν έλαβε υπόψη τα προβλήματα υγείας του εφεσείοντα, με αποτέλεσμα η άμεση φυλάκιση του να παραβιάζει το άρθρο 3 της Σύμβασης Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων. Προς επίρρωση της θέσης του ο κ. Αργυρού έκαμε αναφορά στην υπόθεση Dybeku v. Albania, Appl. No. 41153/06, ημερ. 2 Ιουνίου 2008, όπου το Ευρωπαϊκό Δικαστήριο Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων διαπίστωσε παραβίαση του άρθρου 3 της ΕΣΔΑ εκ μέρους της Αλβανίας, καθότι οι συνθήκες κράτησης και η ιατρική φροντίδα η οποία παρεχόταν προς τον παραπονούμενο - αιτητή, δεν ήταν η κατάλληλη με βάση την κατάσταση της υγείας του, ο οποίος έπασχε από χρόνια παρανοϊκή σχιζοφρένεια. Το δικαστήριο θεώρησε ότι στη βάση εισηγήσεων από την Επιτροπή Υπουργών του Συμβουλίου της Ευρώπης, θα έπρεπε να παρεχόταν καλύτερη και επαρκέστερη ιατρική φροντίδα προς τον αιτητή, στη βάση της αναγκαιότητας ύπαρξης εξειδικευμένων φυλακών ή εξειδικευμένων παραρτημάτων φυλακών για άτομα με ψυχικά προβλήματα, ώστε να υπάρχει η κατάλληλη θεραπεία. Η διαπιστωθείσα παραβίαση στηριζόταν σε συγκεκριμένα στοιχεία τα οποία είχαν εξαχθεί μετά από διαδικασίες οι οποίες έγιναν σε εθνικό επίπεδο.
Επί του προκειμένου δεν υπάρχει κανένα στοιχείο, πέραν από την αγόρευση του συνηγόρου, αναφορικά με τις συνθήκες κράτησης του εφεσείοντα στις κεντρικές φυλακές. Ιδιαιτέρως, το γεγονός ότι είχε μετακινηθεί από μια πτέρυγα των φυλακών σ' άλλη, σε βαθμό που, όπως προβλήθηκε, επηρέασε την υγεία του. Μετά από διευκρινίσεις που δόθηκαν από την ευπαίδευτη συνήγορο της Δημοκρατίας, για τις διευκολύνσεις που παρέχονται στον εφεσείοντα, εντός των κεντρικών φυλακών, για αντιμετώπιση τόσο των ιατρικών του προβλημάτων, όσο και της αναπηρίας του, λόγω μειωμένης όρασης, ο συνήγορος του εφεσείοντα δεν ανέπτυξε περαιτέρω αυτό το σκέλος της επιχειρηματολογίας του. Εν πάση περιπτώσει, η υπόθεση Dybeku (ανωτέρω), ουδόλως έχει εφαρμογή στην παρούσα περίπτωση, καθότι εμείς εξετάζουμε την ορθότητα της επιβληθείσας στον εφεσείοντα ποινής. Συνεπώς ο πρώτος λόγος έφεσης δεν έχει έρεισμα.
Η ευπαίδευτη συνήγορος της Δημοκρατίας υποστήριξε την ορθότητα της επιβληθείσας ποινής και αναφέρθηκε σε σχετική επί τούτου νομολογία.
Το Εφετείο αναγνωρίζει ότι η ευθύνη επιβολής ποινής ανήκει στο πρωτόδικο δικαστήριο. Μπορεί να επέμβει μόνο όταν η ποινή κρίνεται έκδηλα υπερβολική ή βασικά λανθασμένη. (H. Radyan ν. Δημοκρατίας, Ποιν. Εφ. 115/2013, ημερ. 9 Οκτωβρίου 2015, Γενικός Εισαγγελέας ν. Γενεθλίου, Ποιν. Έφ. 5/2016, ημερ. 1 Μαρτίου 2016, Ν. Γιαννακάκη ν. Αστυνομίας, Ποιν. Εφ. 177/2015, ημερ. 21 Απριλίου 2016).
Με αυτές τις παραμέτρους θα κριθεί η εκκαλούμενη απόφαση.
Το Κακουργιοδικείο, καταλήγοντας ότι θα έπρεπε να επιβάλει ποινή στερητική της ελευθερίας, ανέφερε τα εξής:
″Με βάση όλα όσα αναφέρονται ανωτέρω, συνεκτιμώντας τη ψυχική διαταραχή του Κατηγορουμένου, τον βαθμό ευθύνης του, την επικινδυνότητα του σε περίπτωση που παραλείπει να λαμβάνει τη φαρμακευτική αγωγή, την παρούσα βελτίωση της κατάστασης του, την άμεση και έμπρακτη μεταμέλεια του και το λευκό ποινικό μητρώο του, καταλήγουμε πως η μόνη αρμόζουσα ποινή είναι αυτή της φυλάκισης ..″
Η παρούσα υπόθεση αποτελεί απότοκο μιας οικογενειακής τραγωδίας. Ο εφεσείων, όπως καταφαίνεται από το ιστορικό που παρουσιάστηκε στο Κακουργιοδικείο, έχοντας ένα πατέρα στρατιωτικό, ζούσε κάτω από στρατιωτική πειθαρχία γιατί θεωρείτο ότι έπρεπε να είναι πρότυπο μαθητή. Ξεκίνησε τις πανεπιστημιακές του σπουδές με υποτροφία ως πολιτικός μηχανικός. Το 1997 αναγκάστηκε να τις διακόψει όταν διαγνώστηκε σχιζοφρένεια και του χορηγήθηκε θεραπευτική αγωγή την οποία θα έπρεπε να λαμβάνει για όλη του τη ζωή. Παρόλη την άσχημη ψυχολογική του κατάσταση ασχολήθηκε με αγορές και πωλήσεις μέσω διαδικτύου εξασφαλίζοντας το δικό του εισόδημα. Η μητέρα του, άλλη τραγική φιγούρα στην υπόθεση, μεριμνούσε και προμήθευε τον εφεσείοντα με τα αναγκαία φάρμακα. Όταν εντάθηκε η αναπηρία που ανέπτυξε, με την όραση του να μειώνεται κατά τα 9/10, ο εφεσείων αναγκάστηκε και μετακόμισε με τους γονείς του. Η κακή ψυχολογική του κατάσταση εντάθηκε από τη στιγμή που σταμάτησε να λαμβάνει τη φαρμακευτική αγωγή που του χορηγήθηκε. Με την πάροδο του χρόνου, όπως αναφέρει το Κακουργιοδικείο, «ανέπτυξε παραληρητικές ιδέες, θεωρούσε τον πατέρα του εχθρό και απειλή κατά της ζωής του και «ακούοντας» τον, κατά τη δική του αντίληψη, να τον απειλεί πως θα τον σκοτώσει, τον σκότωσε αυτός». Είναι χαρακτηριστικό της κατάστασης του η αναφορά προς τη μητέρα του, μετά το συμβάν, πως σκότωσε το διάβολο. Ταυτοχρόνως, παρατηρούμε στη συνέχεια να επανέρχεται σε πλήρη συνειδητοποίηση και μεταμέλεια για το τί έπραξε, και καλεί ο ίδιος ασθενοφόρο. Αυτή τη ψυχική ανισορροπία, που αποτελεί συμπτώματα σχιζοφρένειας ανέλυσε, στη βάση επιστημονικών προσεγγίσεων εδραζομένων επί συγγραμμάτων, το Κακουργιοδικείο.
Περαιτέρω, το Κακουργιοδικείο στήριξε την απόφαση του επί της υφιστάμενης νομολογίας την οποία και ανέλυσε επαρκώς. Το έγκλημα της ανθρωποκτονίας, όντας εκ των σοβαροτέρων εγκλημάτων του Ποινικού Κώδικα, καθότι οδηγεί στην αφαίρεση της ανθρώπινης ζωής, η οποία αποτελεί το ύψιστο αγαθό, προβλέπει ποινή που είναι φυλάκιση δια βίου. (Βλ. Ονησίλλου ν. Δημοκρατίας (1991) 2 Α.Α.Δ. 556, Μαυρολουκά ν. Δημοκρατίας, Ποιν. Έφ. 212/2013, ημερ. 5 Φεβρουαρίου 2015, ECLI:CY:AD:2015:B73 και Γενικός Εισαγγελέας ν. Χρίστου, Ποιν. Έφ. 20/2015, ημερ. 6 Νοεμβρίου 2017).
Το Κακουργιοδικείο, αναλύοντας τα γεγονότα της υπόθεσης, αναγνώρισε τη μειωμένη ευθύνη του εφεσείοντα και αυτό αντικατοπτρίζεται και στην επιβληθείσα ποινή. Ταυτοχρόνως, λήφθηκε υπόψη η παραδοχή του εφεσείοντα η οποία έγινε τόσο προς τις αστυνομικές αρχές αμέσως μετά τη σύλληψη του, όπως και ενώπιον του δικαστηρίου. Σημειώνεται επίσης η έλλειψη οποιασδήποτε προηγούμενης καταδίκης του εφεσείοντα.
Είναι έκδηλο από το κείμενο της απόφασης ότι το Κακουργιοδικείο είχε έντονο προβληματισμό ως προς το ύψος της ποινής που θα έπρεπε να επιβληθεί στον εφεσείοντα, ιδιαιτέρως όταν πρόκειται, όπως η παρούσα περίπτωση, για άτομο με ψυχικά προβλήματα απότοκο των οποίων ήταν η εγκληματική συμπεριφορά. Καθοδηγήθηκε ορθώς το δικαστήριο από προηγούμενη νομολογία επί τούτου και ιδιαιτέρως στην υπόθεση Λεμής ν. Δημοκρατίας (1989) 2 Α.Α.Δ. 340, όπου ο εφεσείων, όντας 29 ετών, διέπραξε μητροκτονία. Ο εφεσείων στην υπόθεση εκείνη, είχε επιφέρει με εργαλείο κοπής θανάσιμα κτυπήματα στο στήθος της μητέρας του. Υπήρχε ψυχιατρικό μητρώο και αισθήματα εχθρότητας προς τους γονείς του, τους οποίους θεωρούσε υπεύθυνους για την κατεστραμμένη, όπως την αντιλαμβανόταν, ζωή του. Το Εφετείο στην υπόθεση Λεμής, καθοδηγούμενο και από αγγλική νομολογία, επέβαλε στον εφεσείοντα ποινή φυλάκισης 8 ετών. Ανάλογη προσέγγιση και παρόμοιος προβληματισμός υπήρξε από το Εφετείο και στην υπόθεση Παναγή ν. Δημοκρατίας (1997) 2 Α.Α.Δ. 445, στην οποία κάμνει επίσης αναφορά το Κακουργιοδικείο, όπου για άτομο με παρανοϊκή σχιζοφρένεια, τρόφιμο του ψυχιατρείου, που με επίγνωση των πράξεων του στραγγάλισε δύο άλλους τρόφιμους, επιβλήθηκε ποινή φυλάκισης 12 ετών. Η τελευταία αναφορά στην οποία έκαμε αναφορά το Κακουργιοδικείο είναι η υπόθεση Πεπέκκος ν. Δημοκρατίας (2012) 2 Α.Α.Δ. 86, στην οποία ο εφεσείων ήταν άτομο με ψυχικά και ψυχιατρικά προβλήματα και κάτω από το κράτος ψυχικού παραληρήματος προκάλεσε το θάνατο Γερμανού ποδηλάτη, τον οποίο είχε εκλάβει ως κατάσκοπο. Στην υπόθεση αυτή επιβλήθηκε ποινή φυλάκισης 9 ετών.
Ο συνήγορος αναφέρθηκε, για σκοπούς ενίσχυσης της θέσης του και στην υπόθεση Ιωάννου ν. Δημοκρατίας, Ποιν. Εφ. 140/2014, ημερ. 8 Απριλίου 2015, ECLI:CY:AD:2015:B267. Το Εφετείο μείωσε την επιβληθείσα ποινή φυλάκισης σε τρία χρόνια αναστέλλοντας την, λαμβάνοντας υπόψη τα ιδιαίτερα προβλήματα του κατηγορουμένου και εκδίδοντας, ακριβώς λόγω της ηλικίας και των προβλημάτων του, διατάγματα επιτηρήσεως. Με όλο το σεβασμό προς τον ευπαίδευτο συνήγορο, η εν λόγω υπόθεση ουδόλως μπορεί να χαρακτηριστεί ότι προσομοιάζει, κατ' ελάχιστον, με την παρούσα. Κατ' αρχάς, επρόκειτο περί δράστη ηλικίας 18 χρόνων, με αντίληψη δεκατετράχρονου, και ο οποίος φοιτούσε σε ειδικό σχολείο, η δε άμεση εκτέλεση της ποινής θα είχε ως συνέπεια τη διακοπή της φοίτησής του.
Στη βάση των πιο πάνω, θεωρούμε ότι η επιβληθείσα από το Κακουργιοδικείο ποινή ήταν, υπό τις περιστάσεις, η ενδεδειγμένη και δεν βρίσκουμε οποιοδήποτε λόγο επέμβασης.
Ενόψει των πιο πάνω, η έφεση απορρίπτεται.
Προτού συμπληρώσουμε την υπόθεση αυτή, θα πρέπει να επισημάνουμε τον προβληματισμό τόσο του Εφετείου στην υπόθεση Ονησίλλου, όσο και του Κακουργιοδικείου για την αναγκαιότητα διεύρυνσης των μέσων τα οποία παρέχονται στο ποινικό δικαστήριο για την τιμωρία και αναμόρφωση παραβατών με ψυχικά προβλήματα ή διαταραγμένη προσωπικότητα. Η επισήμανση αυτή, που αρχικώς έγινε από το 1991, δεν έχει απασχολήσει τις αρμόδιες αρχές. Πιστεύουμε ότι είναι καιρός να ενσκύψει η πολιτεία και προς αυτή την κατεύθυνση.
Κ. ΠΑΜΠΑΛΛΗΣ, Δ.
Δ. ΜΙΧΑΗΛΙΔΟΥ, Δ.
Κ. ΣΤΑΜΑΤΙΟΥ, Δ.
/ΔΓ