ΠΑΓΚΥΠΡΙΟΣ ΔΙΚΗΓΟΡΙΚΟΣ ΣΥΛΛΟΓΟΣ
|
ECLI:CY:AD:2017:B390
ΑΝΩΤΑΤΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ ΚΥΠΡΟΥ
ΔΕΥΤΕΡΟΒΑΘΜΙΑ ΔΙΚΑΙΟΔΟΣΙΑ
6 Νοεμβρίου 2017
[ΠΑΜΠΑΛΛΗΣ, ΛΙΑΤΣΟΣ, ΓΙΑΣΕΜΗ, Δ/στές]
(Ποινική Έφεση 20/2015)
ΓΕΝΙΚΟΣ ΕΙΣΑΓΓΕΛΕΑΣ ΤΗΣ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑΣ,
Εφεσείοντας,
ν.
ΕΥΡΙΠΙΔΗ ΧΡΙΣΤΟΥ,
Εφεσίβλητου.
Α. Αριστείδης, Δικηγόρος της Δημοκρατίας, εκ μέρους του Γενικού Εισαγγελέα, για τον Εφεσείοντα.
Σ. Μάτσας με Κ. Ηλία (κα), για τον Εφεσίβλητο.
ΠΑΜΠΑΛΛΗΣ, Δ.: Η απόφαση επί της ποινής είναι ομόφωνη, θα απαγγελθεί από το Δικαστή Παμπαλλή.
ΠΟΙΝΗ
ΠΑΜΠΑΛΛΗΣ, Δ.: Ο εφεσίβλητος βρέθηκε ένοχος ότι, δια κτυπημάτων που επέφερε στη σύζυγο του Αλίκη Χρίστου, ηλικίας 78 ετών, προκάλεσε το θάνατό της.
Στις 23 Ιουλίου 2014 η πιο πάνω άτυχη Α. Χρίστου εντοπίστηκε νεκρή σε υπαίθριο χώρο του χωριού Κρήτου Τέρρα της επαρχίας Πάφου. Αίτιο του θανάτου της, ήταν «υπαραχνοειδής αιμορραγία, τραυματικής αιτιολογίας». Το μοιραίο επήλθε ως αποτέλεσμα τραύματος στη βρεγματική και μετωπιαία χώρα, το οποίο προκλήθηκε εντός του προηγηθέντος του θανάτου 24ωρου.
Ο εφεσίβλητος κατηγορήθηκε για το αδίκημα της ανθρωποκτονίας του άρθρου 205(1) του Ποινικού Κώδικα, Κεφ. 154.
Στη βάση της προσαχθείσας, ενώπιον του Κακουργιοδικείου Πάφου, μαρτυρίας, ο εφεσίβλητος αθωώθηκε λόγω υποβόσκουσας αμφιβολίας ως προς την ενοχή του.
Μετά από έφεση που ασκήθηκε από το Γενικό Εισαγγελέα, η πρωτόδικη απόφαση ανατράπηκε, κατά πλειοψηφία, και ο εφεσίβλητος κρίθηκε ένοχος στη σειρά γεγονότων περιστατικής μαρτυρίας που, ενισχυμένα με ψεύδη του, που όπως το Εφετείο έκρινε συνιστούσαν κρίκους της μαρτυρίας αυτής, οδήγησαν στην ενοχή του.
Ο εφεσίβλητος συνειδητά είπε ψέματα ως προς τις σχέσεις του με το θύμα, σύζυγο του, προβάλλοντας ότι αυτές ήταν αρμονικές. Είχε αποδειχθεί ακριβώς το αντίθετο. Ο ίδιος απειλούσε το θύμα ότι «εν να σου δώσω κατάκκελα με τη βέρκα» και το προηγούμενο βράδυ του θανάτου της αποβιωσάσης ακούστηκε να την βρίζει και να την στέλνει «στα ανάθεμα». Περαιτέρω, ο εφεσίβλητος συνειδητά ψευδόμενος προσπάθησε να υποστηρίξει ότι τρίτα πρόσωπα ευθύνονται για το θάνατο της συζύγου του, συνδέοντας τα θανατηφόρα τραύματα με ληστεία και κτυπήματα που υπέστη ο ίδιος και η σύζυγος του από πέτρα.
Η μη αμφισβητηθείσα ενώπιον του Κακουργιοδικείου μαρτυρία είναι ότι το θανατηφόρο κτύπημα που υπέστη η αποβιώσασα είχε προέλθει όχι από πέτρα, αλλά από «θλων επίμηκες όργανο με μια ευθεία άκρη». Η ληστεία την οποία ισχυρίστηκε ο εφεσίβλητος έλαβε χώρα τρεις ημέρες προηγουμένως και δεν συνδεόταν με το θάνατο και επίσης ένα τέτοιο θλων επίμηκες όργανο είχε στην κατοχή του ο εφεσίβλητος.
Παρατηρούμε συναφώς ότι τα σημαντικά επιβαρυντικά στοιχεία που προσδιορίζονται στην απόφαση του Εφετείου, οδήγησαν στο συμπέρασμα ότι ο εφεσίβλητος ενήργησε, καταφέροντας κτυπήματα στο θύμα με το μπαστούνι του, αδιαφορώντας για το ενδεχόμενο αποτέλεσμα αυτών των κτυπημάτων.
Ο εφεσίβλητος σε κανένα στάδιο της ενώπιον μας διαδικασίας δεν εξέφρασε οποιαδήποτε μεταμέλεια για το συμβάν. Ο ευπαίδευτος συνήγορος του εισηγήθηκε ότι στη βάση των γεγονότων της παρούσας υπόθεσης πρόκειται περί «αθέλητης ανθρωποκτονίας».
Δεσπόζουσα θέση στην αγόρευση του συνηγόρου για μετριασμό της ποινής, ήταν η μεγάλη ηλικία του εφεσιβλήτου, ο οποίος είναι 86 ετών, σε συνδυασμό με το λευκό ποινικό του μητρώο. Ο έρωτας ήταν η αιτία του γάμου του με την αποβιώσασα και όπως σημείωσε ο συνήγορος, ο ίδιος το φέρει βαρέως γιατί δεν του είχε επιτραπεί να παραστεί στην κηδεία της συζύγου του. Ο εφεσίβλητος είναι, όπως αναφέρεται και στην έκθεση κοινωνικής έρευνας, μεγάλης ηλικίας «και αντιμετωπίζει παθολογικά προβλήματα, κινητικές δυσκολίες, χρησιμοποιεί μπαστούνι για τη μετακίνηση του και χρειάζεται επέμβαση στα μάτια του λόγω καταρράκτη».
Η πορεία αυτής της υπόθεσης και συγκεκριμένα η καθυστέρηση που έχει παρατηρηθεί, υποστήριξε ο κ. Μάτσας, από την ημέρα θανάτου, 23 Ιουλίου 2014, μέχρι και σήμερα, που δεν οφείλεται στον εφεσίβλητο, δικαιολογεί την επίδειξη της μέγιστης δυνατής επιείκειας του Δικαστηρίου. Η αναμονή της έκβασης αυτής της υπόθεσης προκάλεσε ψυχολογικά προβλήματα στον εφεσίβλητο και λαμβάνοντας υπόψη το προσδόκιμο της ζωής, θα πρέπει το Δικαστήριο, αν προσανατολίζεται σε ποινή φυλάκισης, να την αναστείλει. Ο συνήγορος έκαμε αναφορά, μεταξύ άλλων, στην υπόθεση Ιωάννου ν. Δημοκρατίας, Ποιν. Έφ. 140/2014, ημερ. 8 Απριλίου 2015, για να εισηγηθεί ότι η αναστολή της ποινής είναι, υπό τις περιστάσεις, η ενδεδειγμένη.
Ο εφεσίβλητος με τις πράξεις του, και την αδιαφορία που υπέδειξε, όπως περιγράφονται πιο πάνω, στέρησε από την Αλίκη Χρίστου το πιο σημαντικό ανθρώπινο δικαίωμα, αυτό της ζωής.
Ενέργεια που απολήγει σε απώλεια του ύψιστου αγαθού της ζωής, επιβάλλει την αντιμετώπιση της με τη μέγιστη δυνατή αυστηρότητα όπως αντανακλάται στην ποινή που προβλέπεται για εγκληματικές πράξεις, που επιφέρουν απώλεια ανθρώπινης ζωής. Το άρθρο 205(1) του Ποινικού Κώδικα, επί του προκειμένου, επισύρει τη μέγιστη δυνατή ποινή, που είναι η φυλάκιση δια βίου.
Η προβλεπόμενη ποινή δεν αποτελεί τη μηχανιστική βάση για τον καθορισμό του ύψους της ποινής και το Δικαστήριο οφείλει να την αναπροσαρμόσει αναλόγως των συνθηκών διάπραξης του αδικήματος, των προσωπικών δεδομένων του δράστη, χωρίς βεβαίως να ατονεί μια άλλη, εξίσου σημαντική πτυχή της επιβολής ποινής, αυτή της αποτροπής. Το αδίκημα το οποίο αντιμετωπίζει σήμερα ο εφεσίβλητος έχει ως απόρροια την εξάλειψη του αισθήματος ασφάλειας, το οποίο πρέπει να ενυπάρχει αναφορικά με το αγαθό της ανθρώπινης ζωής. Υπό τις συνθήκες αυτές ο αποτρεπτικός χαρακτήρας της ποινής είναι βαρύνουσας σημασίας.
Στην υπόθεση Σάββα ν. Δημοκρατίας (1992) 2 Α.Α.Δ. 231, λέχθηκε ότι η αδιαφορία για τη ζωή ενός άλλου ανθρώπου είναι καθοριστικής σημασίας, στην πορεία καθορισμού της αρμόζουσας ποινής. Η επιβολή πολύχρονης φυλάκισης δικαιολογείται σε περιπτώσεις όπου η ανθρωποκτονία είναι το αποτέλεσμα ηθελημένης παράνομης πράξης. (Βλ. Pernell, Ford Fowler v. Δημοκρατίας (1998) 2 Α.Α.Δ. 417).
Η παρούσα υπόθεση αποτελεί ένα κλασσικό παράδειγμα έλλειψης ενδιαφέροντος από ένα άτομο προς άλλο. Οι διαφορές που υπήρχαν μεταξύ του εφεσιβλήτου και της συζύγου του, οι οποίες, όπως καταφαίνεται από την απόφαση του Κακουργιοδικείου, είχαν διάρκεια, δεν νομιμοποιούσαν σε καμιά περίπτωση τον εφεσίβλητο να προσφύγει στη βία και να επιφέρει το θανάσιμο τραυματισμό της συζύγου του. Διαπιστώνουμε ότι υπήρξε μεγάλος βαθμός αδιαφορίας εκ μέρους του ως προς το ενδεχόμενο αποτέλεσμα των ενεργειών του. Τα γεγονότα αυτά είναι, όπως έχουμε αναφέρει, επιβαρυντικά.
Έχουμε ταυτοχρόνως, όπως αναφέρθηκε, καθήκον να προσμετρήσουμε τις προσωπικές περιστάσεις του εφεσιβλήτου, που ιδιαιτέρως η ηλικία του δημιουργεί μια ιδιαίτερη δυσκολία στο έργο μας. Τίποτε το ουσιαστικό, εκτός από την ηλικία, και το λευκό ποινικό μητρώο του εφεσιβλήτου, δεν έχει τεθεί ενώπιον μας που να αποτελεί σοβαρό μετριαστικό παράγοντα.
Στην υπόθεση R. v. Tussler (1920) 15 Cr. App. Rep. 59 και Pittas v. The Police (1968) 2 C.L.R. 137, καθορίστηκε ότι η μεγάλη ηλικία ενός κατηγορουμένου και η ενδεχόμενη ταλαιπωρία λόγω προχωρημένης ηλικίας λειτουργεί ως σοβαρός μετριαστικός παράγοντας.
Όπως έχει παρατηρηθεί στην υπόθεση R. v. Lucas, R. v. Walsh (2000) All E.R. CD 183, είναι σημαντικό όταν επιβάλλεται ποινή σε άτομο προχωρημένης ηλικίας, να λαμβάνεται υπόψη το γεγονός ότι ο χρόνος είναι πιο πολύτιμος για το ηλικιωμένο άτομο και το αποτέλεσμα μιας ποινής φυλάκισης σε αυτόν είναι δυσμενέστερο, καθότι η προσδοκία ζωής του είναι μικρότερη. Τονίστηκε, ταυτοχρόνως, ότι σε τέτοια περίπτωση πρέπει να διατηρείται για τον καταδικασθέντα φως στο τέλος της σήραγγας, έχοντας υπόψη ακριβώς την προσδοκία ζωής ενός ηλικιωμένου ατόμου. Θα πρέπει όμως στο σημείο αυτό να υπομνησθεί ιδιαιτέρως ότι για αδικήματα σοβαρής μορφής, όπως το υπό συζήτηση, οι προσωπικές περιστάσεις και ιδιαιτέρως η ηλικία, δεν μπορούν να έχουν ουσιαστική σημασία καθότι τα δικαστήρια θα έστελναν λανθασμένα μηνύματα προς άτομα μιας ηλικίας, κάτι το οποίο δεν είναι πρόθεση μας να πράξουμε. (Βλ. Chokami v. Δημοκρατίας (1998) 2 Α.Α.Δ. 189 και Στυλιανού ν. Δημοκρατίας, Ποιν. Έφ. 73/2012, ημερ. 13 Οκτωβρίου 2015, ECLI:CY:AD:2015:D672).
Στη βάση των πιο πάνω αυθεντιών, στρεφόμενοι στα γεγονότα της παρούσας υπόθεσης, θεωρούμε ότι λόγω, της σοβαρότητας της εγκληματικής συμπεριφοράς, της αδιαφορίας και της έλλειψης μεταμέλειας, δεν μπορεί παρά να επιβληθεί ποινή στερητική της ελευθερίας. Λαμβάνουμε υπόψη ότι υπήρξε καθυστέρηση τριών περίπου χρόνων για να οριστικοποιηθεί αυτή. Το λευκό ποινικό μητρώο του εφεσιβλήτου λειτουργεί σαφώς υπέρ του, σε συνδυασμό δε με την ηλικία του, που αν εξέλιπε, η ποινή θα ήταν πολύ πιο αυστηρή, από αυτή που θα επιβάλουμε.
Στη βάση όλων των περιστατικών της υπόθεσης και των προσωπικών συνθηκών του εφεσιβλήτου, επιβάλλουμε σ' αυτόν ποινή φυλάκισης δύο ετών.
Στο πλαίσιο της αγόρευσης του ευπαίδευτου συνηγόρου για μετριασμό της ποινής έγινε, όπως έχουμε σημειώσει πιο πάνω, εισήγηση όπως η τυχόν επιβληθείσα ποινή φυλάκισης ανασταλεί. Έγινε προς τούτο και αναφορά στην υπόθεση Ιωάννου ν. Δημοκρατίας (ανωτέρω).
Κατ' αρχάς θεωρούμε ότι η αναφορά στην πιο πάνω υπόθεση δεν μπορεί, με κανένα τρόπο, να θεωρηθεί ότι αποτελεί προηγούμενο για να ληφθεί υπόψη, αρχίζοντας από το γεγονός ότι ο εφεσείων ήταν άτομο μειωμένης αντίληψης (14 ετών) και με πολύ σοβαρά νοητικά προβλήματα. Κάτι που επί του προκειμένου δεν ισχύει στην παρούσα υπόθεση. Περαιτέρω, οι περιστάσεις αυτής της υπόθεσης και η σοβαρότητα των συνεπειών της εγκληματικής συμπεριφοράς του εφεσιβλήτου, ουδόλως μπορούν να τεκμηριώσουν θέμα αναστολής της επιβληθείσας ποινής. Ως εκ τούτου, η εισήγηση δεν μπορεί να γίνει αποδεκτή.
Η επιβληθείσα ποινή θα μειωθεί αναλόγως, με το χρονικό διάστημα που τελούσε υπό κράτηση πριν την εκδίκαση της πρωτόδικης διαδικασίας και πριν την επιβολή της ποινής.
Κ. ΠΑΜΠΑΛΛΗΣ, Δ.
Α. ΛΙΑΤΣΟΣ, Δ.
Γ.Ν. ΓΙΑΣΕΜΗ, Δ.
/ΔΓ