ΠΑΓΚΥΠΡΙΟΣ ΔΙΚΗΓΟΡΙΚΟΣ ΣΥΛΛΟΓΟΣ
|
ECLI:CY:AD:2017:B210
ΑΝΩΤΑΤΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ ΚΥΠΡΟΥ
ΔΕΥΤΕΡΟΒΑΘΜΙΑ ΔΙΚΑΙΟΔΟΣΙΑ
(Ποινική Εφεση Αρ. 141/2016)
2 Ιουνίου, 2017
[ΝΙΚΟΛΑΤΟΣ, Π., ΠΑΡΠΑΡΙΝΟΣ, ΛΙΑΤΣΟΣ, Δ/ΣΤΕΣ]
ΓΙΩΡΓΟΣ ΠΟΛΕΟΣ,
Εφεσείων,
ν.
ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑΣ,
Εφεσίβλητης.
_ _ _ _ _ _
Π. Γιάννακκας, για τον Εφεσείοντα.
Α. Κάρνου (κα), Δικηγόρος της Δημοκρατίας, για την Εφεσίβλητη.
_ _ _ _ _ _
Η ομόφωνη απόφαση του Δικαστηρίου
θα δοθεί από τον Νικολάτο, Π.
_ _ _ _ _ _
Α Π Ο Φ Α Σ Η
ex tempore
ΝΙΚΟΛΑΤΟΣ, Π.: Ο κατηγορούμενος-εφεσείων, κατόπιν δικής του παραδοχής, κρίθηκε ένοχος σε δύο κατηγορίες: Πρώτον για κατοχή ελεγχομένου φαρμάκου τάξεως Β, δηλαδή κάνναβης συνολικού βάρους 1922,1601 γραμμαρίων χωρίς άδεια από τον Υπουργό Υγείας και δεύτερο, για κατοχή ελεγχόμενου φαρμάκου τάξεως Β, δηλαδή κάνναβης συνολικού βάρους 1908,425 γραμμαρίων με σκοπό την προμήθειά της σε άλλα πρόσωπα.
Το πρωτόδικο δικαστήριο αναφέρθηκε στα γεγονότα της υπόθεσης και παρατήρησε ότι στις 26.3.2016 μέλη της ΥΚΑΝ Λευκωσίας μετέβηκαν στην οικία του κατηγορούμενου-εφεσείοντα για σκοπούς εκτέλεσης ενταλμάτων έρευνας της οικίας και του αυτοκινήτου του. Εκεί, κατά την έρευνα που ακολούθησε εντός του οχήματος, βρέθηκε πλαστικό σακούλι στο οποίο υπήρχε κάνναβη συνολικού βάρους 998,3 γραμμαρίων για την οποία ο κατηγορούμενος-εφεσείων, κατόπιν επίστησης της προσοχής του στο νόμο, απάντησε «εν τούτο που γυρεύκετε». Κατά την έρευνα που διεξήχθη στην οικία του κατηγορούμενου-εφεσείοντα βρέθηκε, σε διάφορα σημεία, αριθμός συσκευασιών οι οποίες περιείχαν κάνναβη. Ερωτηθείς ο κατηγορούμενος κατόπιν επίστησης της προσοχής του στο νόμο, απάντηση «εν δικά μου». Οι επιστημονικές εξετάσεις έδειξαν ότι τα ανευρεθέντα ήταν το ελεγχόμενο φάρμακο τάξεως Β δηλαδή κάνναβη του προαναφερόμενου βάρους. Ο κατηγορούμενος-εφεσείων τα είχε στην κατοχή του με σκοπό να τα προμηθεύσει σε τρίτο πρόσωπο και μόνο μικρή ποσότητα βάρους 13,7351 γραμμαρίων ο κατηγορούμενος-εφεσείων προόριζε για ιδίαν χρήση.
Το Κακουργιοδικείο, στην επιμέτρηση της ποινής, αναφέρθηκε στους μετριαστικούς παράγοντες οι οποίοι επενέργησαν προς όφελος του κατηγορούμενου-εφεσείοντα. Ελαβε συγκεκριμένα υπόψη την άμεση παραδοχή του τόσο στις ανακριτικές αρχές όσο και ενώπιον του δικαστηρίου, η οποία αποδείκνυε έμπρακτα και τη μεταμέλειά του, τις προσωπικές του περιστάσεις όπως προκύπτουν από έκθεση του Γραφείου Ευημερίας που υπήρχε ενώπιον του πρωτόδικου δικαστηρίου, το λευκό του ποινικό μητρώο σε συνάρτηση με την προχωρημένη του ηλικία, τα προβλήματα υγείας που αντιμετωπίζει κατόπιν τραυματισμού που υπέστη το 1987, το γεγονός ότι υπήρξε για πάρα πολλά χρόνια χρήστης ελεγχόμενου φαρμάκου τάξεως Β και τις προσπάθειες του για απεξάρτηση, τις οποίες κατέβαλε τόσο στο παρελθόν όσο και πρόσφατα.
Το πρωτόδικο δικαστήριο, στη συνέχεια, αναφέρθηκε στη νομική πτυχή και παρατήρησε ότι για την κατοχή ελεγχόμενου φαρμάκου τάξεως Β προβλέπεται ποινή φυλάκισης μέχρι οκτώ χρόνια ή πρόστιμο ή και οι δύο ποινές και για την κατοχή ελεγχόμενου φαρμάκου τάξεως Β με σκοπό την προμήθεια προνοείται φυλάκιση διά βίου ή πρόστιμο ή και οι δυο ποινές. Το πρωτόδικο δικαστήριο καθοδηγήθηκε από σχετική νομολογία του Ανωτάτου Δικαστηρίου και αναφέρθηκε σε σειρά καθοδηγητικών αποφάσεων, τονίζοντας ότι τα δικαστήρια αντιμετωπίζουν αυστηρά υποθέσεις κατοχής και ιδιαίτερα προμήθειας ναρκωτικών και επιβάλλουν πολυετείς ποινές φυλάκισης το ύψος των οποίων βέβαια εξαρτάται, μεταξύ άλλων, και από το είδος, την ποσότητα και τον σκοπό κατοχής των ναρκωτικών αλλά και από τις προσωπικές περιστάσεις του κατηγορουμένου, οι οποίες βέβαια δεν πρέπει να εξουδετερώνουν τον σκοπό για τον οποίο επιβάλλονται αυστηρές ποινές σε τέτοιες περιπτώσεις, που είναι η αντιμετώπιση της μάστιγας των ναρκωτικών.
Μεταξύ άλλων αποφάσεων το πρωτόδικο δικαστήριο αναφέρθηκε στην Κωνσταντίνου ν. Δημοκρατίας (2005) 2 ΑΑΔ 466, στην οποία επικυρώθηκε ποινή φυλάκισης έξι ετών για κατοχή 1½ κιλού κάνναβης με σκοπό την προμήθεια, στην Σουλεϊμάν ν. Αστυνομίας (2006) 2 ΑΑΔ 476, στην οποία επικυρώθηκε ποινή φυλάκισης 8 ετών σε 26χρονο εφεσείοντα για κατοχή σχεδόν ενός κιλού ρητίνης κάνναβης με σκοπό την προμήθεια σε τρίτο πρόσωπο και στην Πολυδώρου κ.α. ν. Δημοκρατίας (2007) 2 ΑΑΔ 492, στην οποία επίσης επικυρώθηκε επιβολή ποινής φυλάκισης οκτώ ετών για ποσότητα 733 γραμμαρίων κάνναβης.
Προηγούμενες αποφάσεις του Ανωτάτου Δικαστηρίου αναφορικά με τις επιβληθείσες ποινές είναι καθοδηγητικές του μέτρου τιμωρίας συγκεκριμένων εγκλημάτων και των παραμέτρων του καθορισμού της ποινής. Δεν έχουν όμως δεσμευτικό χαρακτήρα και τούτο διότι η ποινή που επιβάλλεται σε κάθε υπόθεση είναι αλληλένδετη με τις ιδιαιτερότητες των γεγονότων που τη συνθέτουν και με τις ιδιαιτερότητες των συνθηκών του παραβάτη: Δέστε, Χαραλάμπους ν. Δημοκρατίας (2000) 2 ΑΑΔ 1.
Στην προκείμενη περίπτωση, το πρωτόδικο δικαστήριο έλαβε υπόψη του τη σημαντική ποσότητα κάνναβης, σχεδόν δύο κιλών, που βρέθηκε στην κατοχή του κατηγορούμενου-εφεσείοντα, η οποία στο μεγαλύτερο της μέρος, δηλαδή ποσότητα 1908 γραμμαρίων, θα διοχετευόταν στην αγορά μέσω τρίτου προσώπου και θα κατέληγε στους χρήστες ναρκωτικών. Το πρωτόδικο δικαστήριο συνυπολόγισε επίσης τις συνθήκες υπό τις οποίες ανευρέθηκαν τα ναρκωτικά στην οικία και το αυτοκίνητο του κατηγορούμενου-εφεσείοντα, αλλά έλαβε δεόντως υπόψη και όλους τους προαναφερόμενους μετριαστικούς παράγοντες προς όφελος του εφεσείοντα. Τελικά, το πρωτόδικο δικαστήριο επέβαλε συντρέχουσες ποινές φυλάκισης δύο ετών στην πρώτη κατηγορία και τεσσάρων ετών στη δεύτερη κατηγορία.
Είναι γνωστές οι αρχές της νομολογίας με βάση τις οποίες το Εφετείο επεμβαίνει στην επιβολή ποινής από το πρωτόδικο δικαστήριο. Το Εφετείο επεμβαίνει εκεί όπου μια ποινή που επιβλήθηκε πρωτοδίκως κρίνεται ως έκδηλα υπερβολική, ή όπου εντοπίζεται σφάλμα αρχής. Στην προκείμενη περίπτωση θεωρούμε ότι όχι μόνο οι επιβληθείσες ποινές δεν ήταν έκδηλα υπερβολικές, λαμβανομένων υπόψη όλων των περιστάσεων και συνθηκών της υπόθεσης, αλλά ήταν μια, συνολικά, ορθή και δίκαιη ποινή, η οποία αντικατοπτρίζει δεόντως τη σοβαρότητα των αδικημάτων που διέπραξε και παρεδέχθη ο εφεσείων αλλά και τις συνθήκες υπό τις οποίες διαπράχθηκαν και τις προσωπικές και άλλες περιστάσεις του εφεσείοντα και της υπόθεσης, περιλαμβανομένης της παραδοχής του, της μεταμέλειάς του και των προβλημάτων υγείας που αντιμετωπίζει.
Ενόψει των προαναφερομένων, θεωρούμε την έφεση αβάσιμη και την απορρίπτουμε. Η πρωτόδικη απόφαση επικυρώνεται.
Μ.Μ. ΝΙΚΟΛΑΤΟΣ, Π.
Λ. ΠΑΡΠΑΡΙΝΟΣ, Δ.
Α.Ρ. ΛΙΑΤΣΟΣ, Δ.
ΣΦ.