ΠΑΓΚΥΠΡΙΟΣ ΔΙΚΗΓΟΡΙΚΟΣ ΣΥΛΛΟΓΟΣ
|
ECLI:CY:AD:2016:B35
(2016) 2 ΑΑΔ 35
26 Ιανουαρίου, 2016
[ΕΡΩΤΟΚΡΙΤΟΥ, ΧΡΙΣΤΟΔΟΥΛΟΥ, ΨΑΡΑ-MΙΛΤΙΑΔΟΥ. Δ/στές]
ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑ,
Αιτήτρια,
ν.
ΑΝΔΡΕΑ ΓΕΩΡΓΙΟΥ,
Καθ' ου η αίτηση.
(Πoινική Αίτηση Aρ. 9/2015)
Έφεση ― Παράταση του χρόνου καταχώρησης Ειδοποίησης για έφεση ― Άρθρο 134 Κεφ.155 ― Απορριπτική κατάληξη αίτησης για παράταση του χρόνου καταχώρησης έφεσης εναντίον ποινής ― Απόφανση Εφετείου ότι επιχειρείτο να εισαχθεί παράγοντας που είχε δημιουργηθεί μετά την έκδοση της απόφασης ― Δεν αποτελούσε καλό λόγο με βάση τα νομολογηθέντα και θα έπληττε καίρια την αρχή της τελεσιδικίας.
Έφεση ― Παράταση του χρόνου καταχώρησης Ειδοποίησης για έφεση ― Άρθρο 134 Κεφ.155 ― Εξαιρετικό μέτρο που πρέπει να ασκείται πολύ σπάνια ― Παράταση δίδεται όταν συντρέχει ουσιαστική αδυναμία του εφεσείοντα να ενεργήσει έγκαιρα ως προς την καταχώριση της έφεσης ― Και αυτή η αδυναμία πρέπει να υφίσταται σε όλο το χρονικό διάστημα ― Εφαρμοστέες αρχές.
Λέξεις και Φράσεις ― «Κατόπιν απόδειξης βάσιμου λόγου» στο Άρθρο 134 του Κώδικα Ποινικής Δικονομίας Κεφ.155.
H Δημοκρατία αιτήθηκε με ποινική αίτηση, παράταση του χρόνου καταχώρησης έφεσης εναντίον της ποινής που επιβλήθηκε στον καθ' ου η αίτηση, για διάστημα 5 ημερών από την ημερομηνία έκδοσης του αιτούμενου διατάγματος.
Η απόφαση για την οποία επιδιωκόταν η σχετική παράταση, εκδόθηκε από Μόνιμο Κακουργιοδικείο και με αυτή επιβλήθηκαν συντρέχουσες ποινές φυλάκισης 8 ετών στον καθ' ου η αίτηση, ύστερα από παραδοχή του σε κατηγορίες για αδικήματα εισαγωγής ελεγχόμενου φαρμάκου τάξεως Α, ήτοι 1984,01 γραμμάρια κοκαΐνης και της κατοχής της ίδιας ποσότητας με σκοπό την προμήθεια.
Όπως δε αναφερόταν στην απόφαση, μεταξύ πολλών παραγόντων που το Δικαστήριο έλαβε υπόψη επιμέτρησε θετικά υπέρ του κατηγορουμένου/καθ' ου η αίτηση και τη συνεργασία του με τις ανακριτικές αρχές και την Αστυνομία, καθώς και την αποφασιστικότητα του να καταθέσει ως μάρτυρας κατηγορίας σε σχέση με τα επίδικα αδικήματα.
Η αίτηση συνάντησε την ένσταση της πλευράς του καθ' ου η αίτηση και οδηγήθηκε σε Ακρόαση.
Με βάση τις δύο ένορκες δηλώσεις που καταχωρήθηκαν προς υποστήριξη της αίτησης η πλευρά της Δημοκρατίας επικαλέστηκε τα κάτωθι:
α) Παρά τη δηλωθείσα αποφασιστικότητα του καθ' ου η αίτηση να καταθέσει στο Δικαστήριο ως μάρτυρας κατηγορίας, κατά ημερομηνία στην οποία η υπόθεση είχε οριστεί για ακρόαση για τους λοιπούς κατηγορούμενους, ο καθ' ου η αίτηση αφού ορκίστηκε, αρνήθηκε να απαντήσει σε οποιανδήποτε ερώτηση και ανέφερε ότι δεν επιθυμούσε να καταθέσει και να πει οτιδήποτε.
β) Ήταν αυτή η συμπεριφορά του καθ' ου η αίτηση η οποία οδήγησε ουσιαστικά στην καταχώρηση της παρούσης, αφού ουσιαστικός μετριαστικός παράγοντας που ελήφθη υπόψη, δεν ισχύει πλέον.
γ) Σε αντίθεση με τα όσα υποστηρίχθηκαν στην ένσταση ότι υπήρξε πίεση, απειλές ή υποσχέσεις εκ μέρους της ΥΚΑΝ για να «συνεργαστεί» και να καταθέσει ως μάρτυρας ο καθ' ου η αίτηση, ουδέποτε αυτό συνέβη. Αντίθετα οι προσπάθειες των αιτητών, επικεντρώνονταν στο να του δημιουργήσουν το αίσθημα ασφάλειας και να τον προστατεύσουν με βάση τις δικές του θέσεις για απειλές εναντίον του ιδίου και της οικογένειας του.
Αποφασίστηκε ότι:
1. Είναι γεγονός ότι ο καθ' ου η αίτηση αρνήθηκε να ενταχθεί στο πρόγραμμα προστασίας μαρτύρων, αλλά αυτό προέκυπτε από δική του θέληση, όπως επίσης από δική του θέληση προέκυψε η εν τέλει άρνηση του να καταθέσει. Θέση, που δεν εξηγήθηκε, ούτε προς την ΥΚΑΝ ούτε προς τη Νομική Υπηρεσία.
2. Είναι γεγονός ότι το μεγαλύτερο μέρος των θέσεων του εφεσείοντα στην ένσταση μπορούσε να χαρακτηριστεί ασαφές, εν πολλοίς αντινομικό και αόριστο.
3. Όπως υποδεικνύεται από τη νομολογία η παράταση του χρόνου για υποβολή έφεσης αποτελεί εξαιρετικό μέτρο, το οποίο μπορεί να παρασχεθεί μόνο εφόσον καταδειχθεί καλός λόγος, τέτοιος που να αντισταθμίζει το τελέσφορο των δικαστικών αποφάσεων συνυφασμένο με την τελεσιδικία.
4. Το αίτημα εξετάστηκε στη βάση των νομολογημένων αρχών σύμφωνα με τις οποίες, παράταση δίδεται όταν συντρέχει ουσιαστική αδυναμία του εφεσείοντα να ενεργήσει έγκαιρα ως προς την καταχώριση της έφεσης, αδυναμία η οποία, πρέπει να υφίσταται σε όλο το χρονικό διάστημα.
5. Το πρωτόδικο Δικαστήριο μεταξύ άλλων μετριαστικών παραγόντων, έκανε αναφορά ευρύτερα στη συνεργασία του με τις ανακριτικές αρχές και την Αστυνομία, καθώς και στην αποφασιστικότητα του να καταθέσει ως μάρτυς κατηγορίας.
6. Η Δημοκρατία θεωρώντας ότι ο καθ' ου η αίτηση ενήργησε με τρόπο που έβλαψε τα συμφέροντα της δικαιοσύνης επιδίωξε την καταχώρηση της έφεσης επί της ποινής που του επιβλήθηκε, στη βάση του ότι ενώ επωφελήθηκε ουσιαστικά ως κατηγορούμενος ενός μετριαστικού παράγοντα, στη συνέχεια και ενώ είχε δέσμευση να καταθέσει ως μάρτυρας, δεν το έπραξε.
7. Το σκεπτικό της παρούσας αίτησης προκαλούσε προβληματισμό. Η δέσμευση του κατηγορούμενου για να καταθέσει ως μάρτυρας κατηγορίας δεν υφίσταται στην αυστηρή νομική ορολογία.
8. Όπως το έθεσε το πρωτόδικο Δικαστήριο, επρόκειτο για «αποφασιστικότητα» να καταθέσει ως μάρτυρας. Σε συνάρτηση πάντα με την παραδοχή του και τη συνεργασία του κατά την ανάκριση, οι οποίες ήταν δεδομένες.
9. Αυτό που επιχειρείτο ήταν να παραταθεί η περίοδος με σκοπό την καταχώρηση έφεσης η οποία ως τελικό σκοπό θα είχε την επίκληση παράγοντα που τείνει να εξουδετερώσει ελαφρυντικό στοιχείο που λήφθηκε υπόψη κατά την επιβολή της ποινής.
10. Τέτοιο στοιχείο δεν θεμελιώνει τον προνοούμενο από το Άρθρο 134 «καλό ή βάσιμο λόγο».
11. Σύμφωνα με τη νομολογία απόκλιση από τις διαδικαστικές προθεσμίες υφίσταται μόνο όταν υπάρχουν εξαιρετικές περιστάσεις και όπου στοιχειοθετείται καλός λόγος.
12. Στην ουσία επιχειρείτο να εισαχθεί ένας παράγοντας που έχει δημιουργηθεί μετά την έκδοση της απόφασης και με αυτό τον τρόπο πλήττεται η αρχή της τελεσιδικίας. Συνεπώς δεν επρόκειτο για «καλό λόγο» ο οποίος υφίστατο κατά το χρόνο της προθεσμίας της έφεσης.
Η αίτηση απορρίφθηκε.
Αναφερόμενες Υποθέσεις:
Andreou ν. Republic (1972) 2 C.L.R. 4,
Felekkis v. The Police (1968) 2 C.L.R. 151,
Finch v. The Police (1963) 1 C.L.R. 42,
Eurohouse Finance Ltd v. Αστυνομικού Διευθυντή Λεμεσού (2000) 2 Α.Α.Δ. 52,
Φιλίππου ν. Δημοκρατίας (2006) 2 Α.Α.Δ. 98,
Δημοκρατία ν. Κυριάκου (2003) 2 Α.Α.Δ. 479,
Ιωάννου (1997) 2 Α.Α.Δ. 387,
Naydenov v. Δημοκρατίας (2015) 2 Α.Α.Δ. 607, ECLI:CY:AD:2015:B610,
Αριστείδου ν. Sisamos Refrigeration Ltd (2015) 2 Α.Α.Δ. 973, ECLI:CY:AD:2015:B870,
Gani κ.ά. ν. Δημοκρατίας (1991) 2 Α.Α.Δ. 242.
Αίτηση.
Ερ. Παπαλοϊζου (κα), για την Αιτήτρια.
Γ. Πολυχρόνης, για τον Καθ' ου η αίτηση.
Εx tempore
ΕΡΩΤΟΚΡΙΤΟΥ, Δ.: Η ομόφωνη απόφαση μας θα δοθεί από τη Δικαστή Τ. Ψαρά-Μιλτιάδου.
ΨΑΡΑ-ΜΙΛΤΙΑΔΟΥ, Δ.: H Δημοκρατία αιτείται παράταση του χρόνου για καταχώρηση έφεσης έναντι της ποινής που επιβλήθηκε στον καθ' ου η αίτηση για διάστημα 5 ημερών από την ημερομηνία έκδοσης του αιτούμενου διατάγματος. Στην αίτηση αυτή υπήρξε ένσταση της πλευράς του καθ' ου η αίτηση και κατόπιν ενδιάμεσης αίτησης η Δημοκρατία αιτήθηκε περαιτέρω άδεια για καταχώρηση συμπληρωματικής ένορκης δήλωσης η οποία και τελικά έγινε αποδεκτή.
Είναι κοινό έδαφος ότι στις 12.5.2015 το Μόνιμο Κακουργιοδικείο Λάρνακας επέβαλε ποινή στον καθ' ου η αίτηση μετά από παραδοχή του για αδικήματα εισαγωγής ελεγχόμενου φαρμάκου τάξεως Α, ήτοι 1984,01 γραμμάρια κοκαΐνης και της κατοχής της ίδιας ποσότητας με σκοπό την προμήθεια. Συγκεκριμένα επιβλήθηκαν συντρέχουσες ποινές φυλάκισης 8 ετών στις πιο πάνω κατηγορίες. Όπως δε αναφέρεται στην απόφαση μεταξύ πολλών παραγόντων που το Δικαστήριο έλαβε υπόψη επιμέτρησε θετικά υπέρ του καθ' ου «και τη συνεργασία του με τις ανακριτικές αρχές και την Αστυνομία καθώς και την αποφασιστικότητα του να καταθέσει ως μάρτυρας κατηγορίας σε σχέση με τα επίδικα αδικήματα».
Με βάση τις δύο ένορκες δηλώσεις που καταχωρήθηκαν προς υποστήριξη της αίτησης η πλευρά της Δημοκρατίας επικαλείται τα κάτωθι:
Παρά τη δηλωθείσα αποφασιστικότητα του καθ' ου η αίτηση να καταθέσει στο Δικαστήριο ως μάρτυρας κατηγορίας, στις 15.6.2015 ημερομηνία κατά την οποία η υπόθεση είχε οριστεί για ακρόαση για τους λοιπούς κατηγορούμενους, και κατόπιν έκδοσης δέουσας μαρτυρικής κλήσεως, ο καθ' ου η αίτηση αφού ορκίστηκε στο εδώλιο ως μάρτυρας κατηγορίας αρνήθηκε να απαντήσει σε οποιανδήποτε ερώτηση και ανέφερε ότι δεν επιθυμούσε να καταθέσει και να πει οτιδήποτε. (Βλ. τεκμ.2 το πρακτικό του Δικαστηρίου).
Είναι αυτή η συμπεριφορά του καθ' ου η αίτηση η οποία οδήγησε ουσιαστικά στην καταχώρηση της παρούσης, αφού κατά τη θέση της Δημοκρατίας, ουσιαστικός μετριαστικός παράγοντας που ελήφθη υπόψη, δεν ισχύει πλέον.
Περαιτέρω, ο ανακριτής της υπόθεσης Αστ. Λεωνίδου της ΥΚΑΝ διά της συμπληρωματικής ένορκης δήλωσης του απαντά κυρίως στις θέσεις του καθ' ου η αίτηση ότι υπήρξε πίεση, απειλές ή υποσχέσεις εκ μέρους της ΥΚΑΝ για να «συνεργαστεί» και να καταθέσει ως μάρτυρας. Ειδικά ο ανακριτής αναφέρεται στις συνθήκες διάπραξης των αδικημάτων και στις ανακριτικές καταθέσεις που λήφθηκαν. Στην πρώτη του κατάθεση ο καθ' ου η αίτηση παρότι ανέφερε λεπτομέρειες της συνωμοσίας ως προς την εισαγωγή της κοκαΐνης αρνήθηκε να κατονομάσει ή να δώσει στοιχεία για συνεργάτες γιατί, όπως είπε, φοβόταν για την ασφάλεια της οικογένειας του. Όμως μετά τη λήψη της πρώτης κατάθεσης και αφού συνεννοήθηκε με την οικογένεια του, ο ίδιος αυτοβούλως αποφάσισε να υποδείξει τους συνεργάτες του με τη δεύτερη κατάθεση και επιπρόσθετα να προβεί και σε υπόδειξη του διαμερίσματος ενός από τους δύο συνεργάτες. Ο ανακριτής αναφέρει ότι ουδέποτε ασκήθηκε πίεση ή απειλές προς τον καθ' ου η αίτηση, οι προσπάθειες τους αντίθετα επικεντρώνονταν στο να του δημιουργήσουν το αίσθημα ασφάλειας και να τον προστατεύσουν με βάση τις δικές του θέσεις για απειλές εναντίον του ιδίου και της οικογένειας του. Είναι γεγονός ότι ο καθ' ου η αίτηση αρνήθηκε να ενταχθεί στο πρόγραμμα προστασίας μαρτύρων, αλλά αυτό προέκυπτε από δική του θέληση, όπως επίσης από δική του θέληση προέκυψε η εν τέλει άρνηση του να καταθέσει. Θέση, που δεν εξηγήθηκε, ούτε προς την ΥΚΑΝ ούτε προς τη Νομική Υπηρεσία. Ο ενόρκως δηλών καταλήγει ότι όλα αυτά που αναφέρει ο καθ' ου η αίτηση για απειλές εναντίον του για να καταθέσει ως μάρτυρας αφενός δεν ευσταθούν και αφετέρου ουδέποτε καταγγέλθησαν τέτοιες ενέργειες σε οποιανδήποτε Αρχή.
Oι θέσεις αυτές εξηγήθηκαν αναλυτικά και ενώπιον μας από την κα. Παπαλοΐζου.
Είναι γεγονός ότι η ένσταση του καθ' ου η αίτηση περιλαμβάνει πλειάδα θέσεων που αφορούν κατ' ισχυρισμόν απειλές και υποσχέσεις τόσο πριν την ανακριτική κατάθεση και την παραδοχή του στο Δικαστήριο όσο και κυρίως στις απειλές που δέχθηκε από την Αστυνομία για να καταθέσει εναντίον των συνεργατών του. Στα πλαίσια αυτά ακόμη προέβαλε ότι ο ίδιος ήταν δυσαρεστημένος με την ποινή των 8 ετών παρά το ότι ο δικηγόρος του, του ανέφερε ότι ήταν αρκετά καλή ποινή γιατί του δόθησαν υποσχέσεις από τους ανακριτές ότι η ποινή που θα του επιβαλλόταν θα ήταν έως 5 χρόνια. Μάλιστα αυτό το προέβαλε ως διάψευση της εμπιστοσύνης του από τον τρόπο μεταχείρισης του από την Αστυνομία. Δεν κρίνουμε σκόπιμο να αναφερθούμε σε επιμέρους λεπτομέρειες που δίδει επί των πιο πάνω ο καθ' ου η αίτηση. Είναι γεγονός ότι το μεγαλύτερο μέρος των θέσεων του μπορεί να χαρακτηριστεί ασαφές, εν πολλοίς αντινομικό και αόριστο. Εν πάση περιπτώσει επί της νομικής πτυχής, είναι η θέση του καθ' ου η αίτηση ότι δεν πληρούνται οι προϋποθέσεις του Άρθρου 134 του Κεφ.155 για την έκδοση του αιτούμενου διατάγματος. Προσθέτως αναφέρεται ότι ακόμη και να εγκριθεί η αίτηση, δεν υπάρχουν πιθανότητες επιτυχίας της έφεσης, εφόσον η ποινή των 8 χρόνων δεν μπορεί να κριθεί ανεπαρκής. Οι θέσεις αυτές αναπτύχθηκαν από τον κ. Πολυχρόνη.
Η νομική βάση της αίτησης είναι όντως το Άρθρο 134 της Ποινικής Δικονομίας Κεφ.155 το οποίο έχει ως εξής:
"134. Εξαιρούμενης της περίπτωσης καταδίκης που συνεπάγεται τη θανατική ποινή, ο χρόνος εντός του οποίου ειδοποίηση έφεσης ή αίτηση για άδεια έφεσης δύναται να δοθεί, δύναται, κατόπι απόδειξης βάσιμου λόγου, να παραταθεί από το Ανώτατο Δικαστήριο σε οποιοδήποτε χρόνο".
Όπως υποδεικνύεται από τη νομολογία η παράταση του χρόνου για υποβολή έφεσης αποτελεί εξαιρετικό μέτρο, το οποίο μπορεί να παρασχεθεί μόνο εφόσον καταδειχθεί καλός λόγος, τέτοιος που τα αντισταθμίζει το τελέσφορο των δικαστικών αποφάσεων συνυφασμένο με την τελεσιδικία. (βλ. Andreou ν. Republic (1972) 2 C.L.R. 4, Felekkis v. The Police (1968) 2 C.L.R. 151, Finch v. The Police (1963) 1 C.L.R. 42, Eurohouse Finance Ltd v. Αστυνομικού Διευθυντή Λεμεσού (2000) 2 Α.Α.Δ. 52, Φιλίππου ν. Δημοκρατίας (2006) 2 Α.Α.Δ. 98, Δημοκρατία ν. Κυριάκου (2003) 2 Α.Α.Δ. 479).
Στην Ιωάννου (1997) 2 Α.Α.Δ. 387 τονίστηκε και πάλι ότι η εξουσία για παράταση σύμφωνα με τον κανόνα πρέπει να ασκείται πολύ σπάνια. Παράταση δίδεται όταν συντρέχει ουσιαστική αδυναμία του εφεσείοντα να ενεργήσει έγκαιρα ως προς την καταχώριση της έφεσης. Και αυτή η αδυναμία πρέπει να υφίσταται σε όλο το χρονικό διάστημα.
Τις πιο πάνω αρχές είχαμε την ευκαιρία να επαναλάβουμε σε πρόσφατες μας αποφάσεις την Naydenov v. Δημοκρατίας (2015) 2 Α.Α.Δ. 607, ECLI:CY:AD:2015:B610 και Αριστείδου ν. Sisamos Refrigeration Ltd (2015) 2 Α.Α.Δ. 973, ECLI:CY:AD:2015:B870.
Στη βάση λοιπόν αυτών των αρχών έχουμε εξετάσει το παρόν αίτημα. Το πρωτόδικο Δικαστήριο αφού αναφέρει τη σοβαρότητα των επίδικων αδικημάτων και αφού έλαβε υπόψη τις προσωπικές και οικογενειακές περιστάσεις του καθ' ου η αίτηση καθώς και το δευτερεύοντα ρόλο του ως μεταφορέα των ναρκωτικών, σ' ένα ειδικό σημείο της απόφασης (στη σελ.7 και 8) γίνεται αναφορά ευρύτερα στη συνεργασία του με τις ανακριτικές αρχές και την Αστυνομία, καθώς και στην αποφασιστικότητα του να καταθέσει ως μάρτυς κατηγορίας. Τονίζεται το επιθυμητό τέτοιας συνεργασίας ως αναγκαίας μεθόδου καταπολέμησης του εγκλήματος ιδιαίτερα των ναρκωτικών (βλ. ιδιαίτερα την Gani κ.ά. ν. Δημοκρατίας (1991) 2 Α.Α.Δ. 242).
Η Δημοκρατία θεωρώντας ότι ο καθ' ου η αίτηση ενήργησε με τρόπο που έβλαψε τα συμφέροντα της δικαιοσύνης επιδιώκει τώρα την καταχώρηση της έφεσης επί της ποινής που του επιβλήθηκε στη βάση του ότι ενώ επωφελήθηκε ουσιαστικά ως κατηγορούμενος ενός μετριαστικού παράγοντα, στη συνέχεια και ενώ είχε δέσμευση να καταθέσει ως μάρτυρας, δεν το έπραξε.
Οφείλουμε να πούμε ότι μας έχει προβληματίσει το σκεπτικό και ο σκοπός της παρούσας αίτησης. Πρέπει να αναφέρουμε ότι η δέσμευση του κατηγορούμενου για να καταθέσει ως μάρτυρας κατηγορίας δεν υφίσταται στην αυστηρή νομική ορολογία. Όπως το έθεσε το πρωτόδικο Δικαστήριο πρόκειτο για «αποφασιστικότητα» να καταθέσει ως μάρτυρας, μία έννοια που παραπέμπει στη θέληση του κατηγορουμένου, η οποία λειτουργεί ως ένα ενδεχόμενο και ως τέτοιο λαμβάνεται υπόψη. Σε συνάρτηση πάντα με την παραδοχή του και τη συνεργασία του κατά την ανάκριση, οι οποίες είναι δεδομένες.
Αυτό που επιχειρείται τώρα είναι να παραταθεί η περίοδος με σκοπό την καταχώρηση έφεσης η οποία ως τελικό σκοπό θα έχει την επίκληση παράγοντα που τείνει να εξουδετερώσει ελαφρυντικό στοιχείο που λήφθηκε υπόψη κατά την επιβολή της ποινής. Δεν βρίσκουμε ότι τέτοιο στοιχείο θεμελιώνει τον προνοούμενο από το Άρθρο 134 «καλό ή βάσιμο λόγο» και ως εκ τούτου καταλήγουμε ότι δεν θα πρέπει να δώσουμε άδεια για παράταση του χρόνου έφεσης, αφού σύμφωνα με τις πιο πάνω αποφάσεις απόκλιση από τις διαδικαστικές προθεσμίες υφίσταται μόνο όταν υπάρχουν εξαιρετικές περιστάσεις και όπου στοιχειοθετείται καλός λόγος. Στην ουσία επιχειρείται να εισαχθεί ένας παράγοντας που έχει δημιουργηθεί μετά την έκδοση της απόφασης και με αυτό τον τρόπο πλήττεται η αρχή της τελεσιδικίας. Συνεπώς δεν μπορούμε να μιλούμε για «καλό λόγο» ο οποίος έπρεπε να υφίσταται κατά το χρόνο της προθεσμίας της έφεσης. Μπορούμε να κατανοήσουμε τους λόγους που ώθησαν τη Δημοκρατία στην καταχώρηση της παρούσας αίτησης, όμως το αντιστάθμισμα στην προσπάθεια που γίνεται θα έπληττε καίρια την αρχή της τελεσιδικίας.
Ουσιαστικά διά της αιτήσεως θα πρέπει το Δικαστήριο αν επιτραπεί η έφεση να ασχοληθεί με θέματα τα οποία έπονται της χρονικής στιγμής που επιβλήθηκε η ποινή και ίσως να ήταν αναγκαίο περαιτέρω να ζητηθεί άδεια για προσκόμιση περαιτέρω μαρτυρίας.
Για τους λόγους που έχουμε εξηγήσει η αίτηση απορρίπτεται.
Η αίτηση απορρίπτεται.