ΠΑΓΚΥΠΡΙΟΣ ΔΙΚΗΓΟΡΙΚΟΣ ΣΥΛΛΟΓΟΣ

Έρευνα - Κατάλογος Αποφάσεων - Εμφάνιση Αναφορών (Noteup on) - Αφαίρεση Υπογραμμίσεων


ECLI:CY:AD:2015:B356

(2015) 2 ΑΑΔ 363

20 Μαΐου, 2015

 

[ΠΑΝΑΓΗ, ΟΙΚΟΝΟΜΟΥ, ΨΑΡΑ-ΜΙΛΤΙΑΔΟΥ Δ/στές]

 

CHARILAOU BROS LTD,

 

Εφεσείοντες,

v.

 

1. MAGNIOR LTD,

2. ROBERTO RUSMIGO,

 

Εφεσιβλήτων.

 

(Ποινική Έφεση Αρ. 70/2014)

 

 

Κατάχρηση διαδικασίας ― Ιδιωτική ποινική υπόθεση ― Έφεση εναντίον πρωτόδικης απόφασης με την οποία απορρίφθηκε κατηγορητήριο και αθωώθηκαν οι κατηγορούμενοι, ύστερα από αυτεπάγγελτη εξέταση και απόφανση Δικαστηρίου περί κατάχρησης διαδικασίας, ένεκα ύπαρξης μαρτυρίας ότι οι επίδικες επιταγές είχαν εκδοθεί στα πλαίσια συμφωνίας που σκοπό είχε τη διευθέτηση πολιτικών αγωγών και ιδιωτικών ποινικών υποθέσεων για προηγούμενες  ακάλυπτες επιταγές ― Επέμβαση Εφετείου και έκδοση διαταγής για επανεκδίκαση.

 

Κατάχρηση διαδικασίας ― Ιδιωτική ποινική υπόθεση ― Κατά πόσον ήταν ορθή πρωτόδικη κρίση, σύμφωνα με την οποία  οι παραπονούμενοι προσέφυγαν στην ποινική δικαιοσύνη ενδιαφερόμενοι να εισπράξουν το λαβείν τους και όχι για να τιμωρηθούν ποινικώς οι αδικοπραγήσαντες,  έχοντας αλλότριους σκοπούς.

 

Κατάχρηση διαδικασίας ― Ιδιωτική ποινική υπόθεση ― Η σημασία που μπορεί να έχει στην ποινική δίωξη το ελατήριο του ιδιώτη κατηγόρου ― Ο τρόπος με τον οποίο ο κατήγορος βλέπει το σκοπό της διαδικασίας δεν μπορεί να έχει αποφασιστική σημασία ― Νομολογιακή επισκόπηση.

 

Κατάχρηση διαδικασίας ― Εγείρεται αυτεπάγγελτα σε οποιοδήποτε στάδιο της διαδικασίας ― Το ότι ετέθη με το πέρας της υπόθεσης της κατηγορούσας πλευράς, το δικαστήριο δεν όφειλε, πριν να εξετάσει το ζήτημα της κατάχρησης, να είχε αποφανθεί επί του ζητήματος της εκ πρώτης όψεως υπόθεσης ― Εφόσον έκρινε ότι ετίθετο θέμα κατάχρησης, προείχε η εξέταση του θεμελιακού εκείνου θέματος.

[Πέραν των ως άνω αναφερομένων τίτλων, η απόφαση διαβάζεται στο σύνολο της.]

 

Η έφεση επέτυχε. Διατάχθηκε συνέχιση της υπόθεσης από το Δικαστήριο με την ίδια σύνθεση.

 

Αναφερόμενες Υποθέσεις:

 

Χαραλαμπίδης ν. Κωμοδρόμου (2002) 2 Α.Α.Δ. 522,

 

Βασιλείου ν. Μακρίδη (2000) 2 Α.Α.Δ. 133.

 

Έφεση εναντίον Αθωωτικής Απόφασης.

 

Έφεση από τους Παραπονούμενους εναντίον της απόφασης του Επαρχιακού Δικαστηρίου Λάρνακας (Λυκούργου, Ε.Δ.), (Ποινική Υπόθεση Αρ. 20585/2011), ημερομηνίας 27/3/2014.

 

Ν. Νικηφόρου, για τους Εφεσείοντες.

 

Α. Πλουτάρχου, για τους Εφεσίβλητους.

 

Cur. adv. vult.

 

ΠΑΝΑΓΗ, Δ.: Την ομόφωνη απόφαση του Δικαστηρίου θα  δώσει ο Τ.Θ. Οικονόμου, Δ..

 

ΟΙΚΟΝΟΜΟΥ, Δ.: Οι εφεσίβλητοι αντιμετώπιζαν ενώπιον του Επαρχιακού Δικαστηρίου Λάρνακας κατηγορίες για έκδοση επιταγών άνευ αντικρίσματος και για συμμετοχή σε έκδοση επιταγών άνευ αντικρίσματος. Κατά την ακρόαση διεφάνη από τη μαρτυρία του διευθυντή της εφεσείουσας (Μ.Κ.1) ότι οι επίδικες επιταγές είχαν εκδοθεί στα πλαίσια συμφωνίας που σκοπό είχε τη διευθέτηση πολιτικών αγωγών και ιδιωτικών ποινικών υποθέσεων για προηγούμενες ακάλυπτες επιταγές, οι οποίες είχαν εκδοθεί από μία τρίτη εταιρεία και τον εφεσίβλητο 2.

 

Μετά την εν λόγω συμφωνία για διευθέτηση και την παράδοση νέων επιταγών, περιλαμβανομένων των επιδίκων, οι εν λόγω ιδιωτικές ποινικές υποθέσεις εναντίον της τρίτης εταιρείας και του εφεσίβλητου 2 αποσύρθηκαν, κατόπιν αδείας του Δικαστηρίου, με δήλωση ότι δεν θα προσφερόταν μαρτυρία και οι κατηγορούμενοι αθωώθηκαν.

Επί αυτών των δεδομένων, το πρωτόδικο Δικαστήριο έθεσε αυτεπάγγελτα, μετά το πέρας της κατηγορίας, θέμα κατάχρησης της διαδικασίας, για να κρίνει, εν τέλει, ότι από τη μαρτυρία του Μ.Κ.1 και ειδικότερα από την παραδοχή του ότι η διευθέτηση μεθοδεύτηκε και από τον ίδιο ώστε να βοηθήσει τον εφεσίβλητο 2 «να μην πάει φυλακή», προέκυπτε ότι οι παραπονούμενοι «προσφεύγουν στην ποινική δικαιοσύνη ενδιαφερόμενοι να εισπράξουν το λαβείν τους και όχι για να τιμωρηθούν ποινικώς οι αδικοπραγήσαντες . έχοντας αλλότριους σκοπούς». Προς αποτροπή δε της κατάχρησης, προχώρησε σε απόρριψη του κατηγορητηρίου και αθώωσε τους κατηγορούμενους, εξ ου και η παρούσα έφεση.

 

Οι εφεσείοντες εισηγούνται βασικά ότι το δικαστήριο υπερέβη τις εξουσίες που του παρείχε στο στάδιο εκείνο, της εκ πρώτης όψεως υπόθεσης, το Άρθρο 74(1) του περί Ποινικής Δικονομίας Νόμου, Κεφ. 155 και ότι όφειλε να περιοριστεί σε εξέταση του κατά πόσο συνέτρεχαν ή όχι οι προϋποθέσεις για να καλέσει τους κατηγορούμενους σε απολογία και ακολούθως να εξετάσει οποιοδήποτε άλλο ζήτημα. Εισηγούνται, περαιτέρω, ότι, εν πάση περιπτώσει, η διαπίστωση περί κατάχρησης ήταν εσφαλμένη.  Προβλήθηκαν και άλλοι λόγοι έφεσης, η εξέταση των οποίων, λόγω της πορείας που θα λάβει η απόφασή μας, είναι αχρείαστη.

 

Ζήτημα κατάχρησης μπορούσε να εγερθεί αυτεπάγγελτα σε οποιοδήποτε στάδιο της διαδικασίας. Το ότι ετέθη με το πέρας της υπόθεσης της κατηγορούσας πλευράς, δεν σημαίνει ότι το δικαστήριο όφειλε, πριν να εξετάσει το ζήτημα της κατάχρησης, να είχε αποφανθεί επί του ζητήματος της εκ πρώτης όψεως υπόθεσης. Εφόσον το δικαστήριο έκρινε ότι ετίθετο θέμα κατάχρησης, προείχε η εξέταση του θεμελιακού εκείνου θέματος, η απόφαση επί του οποίου θα μπορούσε να προκρίνει την τύχη της όλης υπόθεσης.

 

Το πραγματικό ερώτημα που τίθεται αφορά τη διαπίστωση πρωτοδίκως για κατάχρηση. Η απάντηση βρίσκεται στην υπόθεση Χαραλαμπίδης ν. Κωμοδρόμου (2002) 2 Α.Α.Δ. 522. Το πρωτόδικο δικαστήριο αναφέρθηκε στην υπόθεση εκείνη, πλην όμως, ως προς τις γενικές αρχές που εκεί επαναλήφθηκαν, χωρίς παραπομπή στην ουσία της απόφασης η οποία είχε αποτελέσει και αντικείμενο διχογνωμίας, με αποτέλεσμα την έκδοση μειοψηφούσας απόφασης. Ο «λόγος» της δικαστικής απόφασης (ratio decidendi) εκ του οποίου δημιουργείται δεσμευτικό δικαστικό προηγούμενο ως πηγή δικαίου, εμπεριέχεται βέβαια στην απόφαση της πλειοψηφίας.

 

Το ερώτημα ετέθη στην υπόθεση Χαραλαμπίδης σε συνάρτηση με το γεγονός της παράλληλης πολιτικής αγωγής. Όμως, το ζητούμενο ήταν, όπως και εν προκειμένω, η σημασία που μπορεί να έχει στην ποινική δίωξη το ελατήριο του ιδιώτη κατηγόρου.  Έγινε αναφορά στην υπόθεση Βασιλείου ν. Μακρίδη (2000) 2 Α.Α.Δ. 133 στην οποία ο κατήγορος ευθέως είχε πει στη μαρτυρία του ότι η ποινική διαδικασία απέβλεπε στην ανάκτηση του χρέους που διεκδικούσε. Έστω και αν αυτή είναι η στάση του ιδιώτη κατηγόρου, ελέχθη στην Χαραλαμπίδης ότι ο τρόπος με τον οποίο ο κατήγορος βλέπει το σκοπό της διαδικασίας δεν μπορεί να έχει αποφασιστική σημασία. Χαρακτηριστικό είναι το ακόλουθο απόσπασμα από την Χαραλαμπίδης:

 

«Σημασία έχει . ότι ο παθών μπορεί να ασκήσει το δικαίωμά του, άσχετα από οποιαδήποτε ελατήριά του που δεν λείπουν και από άλλης φύσεως διώξεις. Η αντίδραση του κατηγόρου στην Βασιλείου βρίσκεται μέσα στο συνηθισμένο ανθρώπινο μέτρο, αλλά αυτό δεν προσδιορίζει το δικαίωμα ούτε αλλοιώνει το σκοπό της διαδικασίας. Αυτή καθ' αυτή η δίωξη δεν υποβοηθά ούτε σκοπεί στην είσπραξη της απαίτησης.»

 

Ως εκ των άνω, η αντίληψη του πρωτοδίκου δικαστηρίου για το ζήτημα της κατάχρησης δεν μας βρίσκει σύμφωνους και η αθωωτική απόφαση ακυρώνεται, χωρίς, ως άνω, να χρειάζεται να εξετάσουμε τους άλλους λόγους έφεσης.

 

Το παρόν Δικαστήριο έχει εξουσία να διατάξει επανεκδίκαση, είτε υπό την έννοια της πλήρους αναδίκασης, είτε υπό την έννοια της συνέχισης της διαδικασίας ενώπιον του δικαστηρίου με την ίδια σύνθεση. Εν προκειμένω, το δικαστήριο δεν προέβη σε ευρήματα επί της μαρτυρίας με τέτοιο τρόπο ώστε να καθίστατο αθέμιτη η συνέχιση της διαδικασίας ενώπιον του. Αντίθετα, αυτή η λύση θα εξοικονομήσει χρόνο και έξοδα.

 

Η αθωωτική απόφαση και η διαταγή για έξοδα ακυρώνονται. Διατάσσεται η συνέχιση της υπόθεσης από το δικαστήριο με την ίδια σύνθεση. Έξοδα της παρούσας €2000 πλέον ΦΠΑ υπέρ των εφεσειόντων και εναντίον των εφεσιβλήτων.

 

Η έφεση επιτυγχάνει. Διατάσσεται συνέχιση της υπόθεσης από το Δικαστήριο με την ίδια σύνθεση.



cylaw.org: Από το ΚΙΝOΠ/CyLii για τον Παγκύπριο Δικηγορικό Σύλλογο