ΠΑΓΚΥΠΡΙΟΣ ΔΙΚΗΓΟΡΙΚΟΣ ΣΥΛΛΟΓΟΣ
|
(2009) 2 ΑΑΔ 599
11 Νοεμβρίου, 2009
[ΚΡΑΜΒΗΣ, ΕΡΩΤΟΚΡΙΤΟΥ, ΚΛΗΡΙΔΗΣ, Δ/στές]
ΒΑΣΟΣ ΤΑΚΗ,
Εφεσείων,
v.
ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑΣ,
Εφεσίβλητης.
(Ποινική Έφεση Αρ. 159/2008)
Ναρκωτικά ― Κατοχή κάνναβης και κατοχή κάνναβης με σκοπό την προμήθειά της σε τρίτα πρόσωπα ― Καταδίκη στη βάση μαρτυρίας συναυτουργού, ο οποίος συνελήφθη επ' αυτοφόρω με τα ναρκωτικά, χωρίς την αναζήτηση ενισχυτικής μαρτυρίας ― Επικυρώθηκε κατ' έφεση.
Ναρκωτικά ― Κατοχή κάνναβης και κατοχή κάνναβης με σκοπό την προμήθειά της σε τρίτα πρόσωπα ― Άρθρο 2(3) του περί Ναρκωτικών Φαρμάκων και Ψυχοτρόπων Ουσιών Νόμου του 1977 (Ν.29/77), όπως τροποποιήθηκε ― Ποιό άτομο θεωρείται ότι έχει την κατοχή για σκοπούς του Νόμου.
Απόδειξη ― Συναυτουργός ― Ναρκωτικά ― Κατοχή και κατοχή με σκοπό την προμήθεια ― Προειδοποίηση Δικαστηρίου ― Καταδίκη στη βάση μαρτυρίας συναυτουργού χωρίς την αναζήτηση ενισχυτικής μαρτυρίας ― Επικύρωση καταδίκης κατ' έφεση.
Απόδειξη ― Αντιφατική μαρτυρία ― Επουσιώδεις αντιφάσεις στη μαρτυρία δεν κλονίζουν την αξιοπιστία μάρτυρα.
Απόδειξη ― Μάρτυρες ― Αντεξέταση μαρτύρων ― Θα πρέπει να τίθεται η εκδοχή της άλλης πλευράς στον μάρτυρα κατά την αντεξέτασή του, ιδιαίτερα όταν αυτή αφορά σε ουσιαστικό γεγονός το οποίο αμφισβητείται.
Ο εφεσείων και οι συγκατηγορούμενοί του (κατηγορούμενοι 1 και 2) αντιμετώπιζαν κατηγορίες συνωμοσίας για διάπραξη κακουργήματος, κατοχής και κατοχής με σκοπό την προμήθεια 375, 1989 γραμμαρίων κάνναβης και κατοχής και κατοχής με σκοπό την προμήθεια 60 γραμμαρίων κάνναβης. Ο Γενικός Εισαγγελέας στο αρχικό στάδιο της διαδικασίας ανέστειλε τις κατηγορίες εναντίον των κατηγορουμένων 1 και 2. Στη δίκη που ακολούθησε ο κατηγορούμενος 1 (Μ.Κ.2), κλήθηκε ως μάρτυρας εναντίον του εφεσείοντος.
Σύμφωνα με τα γεγονότα της υπόθεσης, στις 26.10.2007 η Αστυνομία εντόπισε τα ναρκωτικά σε καλαμιώνα στην περιοχή Καρνάγιου στη Λεμεσό. Ήταν τοποθετημένα σε χάρτινο κιβώτιο σε χωριστές νάϋλον συσκευασίες. Στις 2.20 μ.μ. της ίδιας μέρας θεάθηκε αυτοκίνητο με οδηγό τον πρώην κατηγορούμενο 2 και συνοδηγό τον Μ.Κ.2 να σταματά στον καλαμιώνα. Ο Μ.Κ.2 κατέβηκε, κατευθύνθηκε προς τον καλαμιώνα προσεκτικά, πήρε το κιβώτιο και έλεγξε το περιεχόμενό του. Ενώ ήταν έτοιμος να επιστρέψει στο αυτοκίνητο, η Αστυνομία τον κάλεσε να σταματήσει, αυτός έριξε το κιβώτιο στο έδαφος και προσπάθησε ανεπιτυχώς να διαφύγει. Ο οδηγός του αυτοκινήτου, πρώην κατηγορούμενος 2, πρόλαβε και διέφυγε όμως δεν απέφυγε τελικά τη σύλληψη. Ο Μ.Κ.2, ενώ ακόμα βρισκόταν στη σκηνή έδωσε κατάθεση εμπλέκοντας τον εφεσείοντα. Ισχυρίστηκε ότι καθ' όλο τον ουσιώδη χρόνο ενεργούσε στη βάση εντολών που του έδιδε ο εφεσείων, τον οποίο και κατονόμασε ως τον ιδιοκτήτη των ναρκωτικών.
Κύριος μάρτυρας στη δίκη του εφεσείοντος, ο οποίος δεν παραδέχθηκε ενοχή, ήταν ο Μ.Κ.2. Αυτός στην ουσία επανέλαβε τα όσα είχε ήδη αναφέρει στη γραπτή του κατάθεση προς την αστυνομία.
Ο εφεσείων ισχυρίστηκε ότι ο Μ.Κ.2 χωρίς λόγο τον ενέπλεξε στην όλη υπόθεση, απλά και μόνο επειδή ήθελε «να τα φορτώσει» σε κάποιον, αντί στον πραγματικό ένοχο.
Το Κακουργιοδικείο δέχθηκε ως αξιόπιστη τόσο τη μαρτυρία του Μ.Κ.2 όσο και την υπόλοιπη μαρτυρία της κατηγορούσας αρχής, το μεγαλύτερο μέρος της οποίας δεν ήταν υπό αμφισβήτηση. Αφού θεώρησε τον Μ.Κ.2 συναυτουργό, ανέφερε ότι ήταν διατεθειμένο να ενεργήσει στη βάση της μαρτυρίας του χωρίς την αναζήτηση ενισχυτικής μαρτυρίας, προειδοποιώντας τον εαυτό του για τους κινδύνους που συνεπαγόταν η απόφασή του αυτή. Το Κακουργιοδικείο δεν αποδέχθηκε τη μαρτυρία του εφεσείοντος και του μοναδικού του μάρτυρα τους οποίους έκρινε αναξιόπιστους.
Το Κακουργιοδικείο έκρινε ένοχο τον εφεσείοντα στις πρώτες τέσσερις κατηγορίες, με μόνη διαφοροποίηση ότι η ποσότητα κάνναβης που αποδείχθηκε ότι κατείχετο από τον εφεσείοντα ήταν λιγότερη κατά 0,323 γραμμάρια από την αναγραφόμενη στο κατηγορητήριο. Στις κατηγορίες 5 και 6 αθώωσε και απάλλαξε τον εφεσείοντα.
Ο εφεσείων εφεσίβαλε την απόφαση του Κακουργιοδικείου. Οι λόγοι έφεσης αφορούν στην ορθότητα της αξιολόγησης της μαρτυρίας του Μ.Κ.2 και της Μ.Κ.4 (μητέρας του Μ.Κ.2 και του Μ.Κ.3) και στην ορθότητα του ευρήματος με το οποίο ο εφεσείων κρίθηκε ένοχος καθότι, όπως ισχυρίστηκε ο συνήγορός του, τα ναρκωτικά δεν βρέθηκαν στην κατοχή ή τον έλεγχό του και ούτε υπήρξε οποιαδήποτε επιστημονική μαρτυρία που να συνδέει τον εφεσείοντα με τα ναρκωτικά.
Αποφασίστηκε ότι:
1. Η κατάθεση του Μ.Κ.2 δεν δόθηκε ως αποτέλεσμα κακοποίησής του από την Αστυνομία. Άλλωστε τέτοιος ισχυρισμός δεν υποβλήθηκε σε αυτόν κατά την αντεξέτασή του για να μπορέσει να τον αντικρούσει. Ούτε ποτέ του υποβλήθηκε η εκδοχή ότι όταν έδιδε την κατάθεση του τελούσε υπό την επήρεια ναρκωτικών ουσιών. Στον κάθε μάρτυρα κατά την αντεξέταση του θα πρέπει να τίθεται η εκδοχή της άλλης πλευράς, ιδιαίτερα όταν αυτή αφορά σε ουσιαστικό γεγονός το οποίο αμφισβητείται. Ο συγκεκριμένος κανόνας πρακτικής, αν και όχι άκαμπτος, είναι σημαντικός γιατί όχι μόνο δίδει την ευκαιρία στο μάρτυρα να αντικρούσει τις αντίθετες θέσεις της άλλης πλευράς, αλλά υποβοηθά και το Δικαστήριο στην αξιολόγηση της μαρτυρίας και στην εύρεση της αλήθειας. Στην προκειμένη περίπτωση δεν υπήρχε μαρτυρία ενώπιον του Κακουργιοδικείου ότι ο Μ.Κ.2, σε χρόνο με εύλογη εγγύτητα προς τον χρόνο που έδωσε την κατάθεση του, χρησιμοποίησε ναρκωτικές ουσίες, με αποτέλεσμα αυτός να μην είναι σε θέση να δώσει κατάθεση. Οι αντιφάσεις στη μαρτυρία του Μ.Κ.2 στις οποίες αναφέρθηκε ο συνήγορος του εφεσείοντος, ήταν επουσιώδεις. Τέτοιου είδους αντιφάσεις είναι αναπόφευκτες και πολλές φορές φανερώνουν ανυπαρξία προσχεδιασμού ή συνεννόησης μεταξύ μαρτύρων.
2. Το Κακουργιοδικείο ορθά θεώρησε ότι ήταν απόλυτα ασφαλές να ενεργήσει στη βάση της μαρτυρίας του Μ.Κ.2 χωρίς την αναζήτηση ενισχυτικής μαρτυρίας, έχοντας υπόψη το γεγονός ότι ο εν λόγω μάρτυρας συνελήφθη επ' αυτοφόρω με τα ναρκωτικά.
3. Το εύρημα του Κακουργιοδικείου ότι η μαρτυρία της Μ.Κ.4 ήταν αξιόπιστη, ήταν εύλογο και δεν παρέχεται περιθώριο επέμβασης του Εφετείου για ανατροπή του.
4. Το Κακουργιοδικείο καθοδηγώντας ορθά τον εαυτό του κατέληξε ότι έστω και αν η ποσότητα ναρκωτικών δεν αποδείχθηκε ότι περιήλθε στη φυσική κατοχή του εφεσείοντος, εντούτοις ήταν «υπό τον έλεγχο του» μέσα στην έννοια του Άρθρου 2(3) του περί Ναρκωτικών Φαρμάκων και Ψυχοτρόπων Ουσιών Νόμου του 1977 (Ν.29/77).
Η έφεση απορρίφθηκε.
Αναφερόμενες Υποθέσεις:
Ιακώβου ν. Δημοκρατίας (1991) 2 Α.Α.Δ. 211,
Αθηνής ν. Δημοκρατίας (2008) 2 A.A.Δ. 256.
Έφεση εναντίον Kαταδίκης.
Έφεση από τον εφεσείοντα εναντίον της απόφασης του Kακουργιοδικείου Λεμεσού (Πασχαλίδης, Π.E.Δ., Σωκράτους, A.E.Δ., Mάρκου, E.Δ.), (Ποινική Yπόθεση Aρ. 19685/07), ημερομηνίας 12/8/08.
Χρ. Χατζηλοΐζου, για τον Εφεσείοντα.
Α. Κανναουρίδης, για την Εφεσίβλητη.
Cur. adv. vult.
ΚΡΑΜΒΗΣ, Δ.: Η ομόφωνη απόφαση του Δικαστηρίου θα δοθεί από τον Δικαστή Γ. Ερωτοκρίτου.
ΕΡΩΤΟΚΡΙΤΟΥ, Δ.: Αρχικά οι κατηγορούμενοι ήταν τρεις και αντιμετώπιζαν έξι κοινές κατηγορίες. Ο Γενικός Εισαγγελέας στο αρχικό στάδιο της διαδικασίας, ανέστειλε τις κατηγορίες εναντίον των κατηγορουμένων 1 και 2. Παρά την αναστολή των έξι κατηγοριών εναντίον των δύο πρώτων κατηγορουμένων, αυτές παρέμειναν εναντίον του κατηγορούμενου 3-Εφεσείοντα. Στη δίκη που ακολούθησε, ο κατηγορούμενος 1 Οδυσσέας Παμπακάς, κλήθηκε ως μάρτυρας εναντίον του κατηγορούμενου 3-Εφεσείοντα. Στον κατηγορούμενο 1 θα αναφερόμαστε στη συνέχεια ως ο Μ.Κ.2.
Με την πρώτη και δεύτερη κατηγορία, ο Εφεσείων κατηγορείτο ότι μαζί με τους πρώην κατηγορούμενους 1 και 2 συνωμότησε για να διαπράξουν κακουργήματα, κατά παράβαση των Άρθρων 371 και 20 του Ποινικού Κώδικα, Κεφ. 154. Με την τρίτη και τέταρτη κατηγορία αντιμετώπιζε το αδίκημα της κατοχής και της κατοχής με σκοπό την προμήθεια αντίστοιχα, 375,1989 γραμμαρίων κάνναβης κατά παράβαση του περί Ναρκωτικών και Ψυχοτρόπων Ουσιών Νόμου του 1977 (Ν. 29/77). Με τις κατηγορίες 5 και 6 αντιμετώπιζε τις ίδιες κατηγορίες (κατοχή και κατοχή με σκοπό την προμήθεια), αλλά για ποσότητα 60 γραμμαρίων κάνναβης.
Ένα μεγάλο μέρος των γεγονότων, είχαν γίνει παραδεχτά δυνάμει του σχετικού Νόμου, ενώ ένα άλλο σημαντικό μέρος δεν έχει αμφισβητηθεί.
Στις 26.10.2007 η αστυνομία μετά από πληροφορία, εντόπισε ποσότητα ναρκωτικών κρυμμένη σε καλαμιώνα στην περιοχή Καρνάγιου στη Λεμεσό. Τα ναρκωτικά ήταν τοποθετημένα σε χάρτινο κιβώτιο μέσα στο οποίο υπήρχαν 13 χωριστές νάυλον συσκευασίες χρώματος πράσινου και μια χρώματος ροζ, οι οποίες περιείχαν κάνναβη από την οποία δεν είχε εξαχθεί η ρητίνη, συνολικού βάρους 375,1666 γραμμαρίων. Ως αποτέλεσμα, η περιοχή τέθηκε υπό συνεχή αστυνομική παρακολούθηση.
Στις 2.20 μ.μ. της ίδιας μέρας, θεάθηκε το αυτοκίνητο ΗΚΑ 632 με οδηγό τον πρώην κατηγορούμενο 2 και συνοδηγό τον πρώην κατηγορούμενο 1, Μ.Κ.2, να πλησιάζει τον καλαμιώνα και να σταματά. Ο Μ.Κ.2 κατέβηκε και κατευθύνθηκε προσεκτικά προς τον καλαμιώνα. Πήρε το κιβώτιο, το άνοιξε και έλεγξε το περιεχόμενό του. Ενώ ήταν έτοιμος να επιστρέψει στο αυτοκίνητο, του φώναξε ο αστυφύλακας 1999 «αστυνομία σταμάτα». Ο Μ.Κ.2 τότε, έριξε το κιβώτιο στο έδαφος και έτρεξε προς το αυτοκίνητο καταδιωκόμενος από αστυνομικούς οι οποίοι τον πρόλαβαν, προτού αυτός επιβιβαστεί στο αυτοκίνητο. Στο μεταξύ, ο οδηγός του αυτοκινήτου, πρώην κατηγορούμενος 2, πρόλαβε και διέφυγε με το αυτοκίνητο. Καταδιώχθηκε από την αστυνομία και στην προσπάθειά του να διαφύγει συγκρούστηκε με αστυνομικό όχημα, αλλά τελικά η αστυνομία κατάφερε να τον ακινητοποιήσει και να τον συλλάβει. Στη συνέχεια η αστυνομία περισυνέλεξε διάφορα τεκμήρια σε σχέση με την υπόθεση, τα οποία ήταν κρυμμένα σε διάφορους χώρους. Σε ορισμένα από αυτά βρέθηκαν τα δακτυλικά αποτυπώματα του Μ.Κ.2. Στη συνέχεια ο Μ.Κ.2, ενώ ακόμα βρισκόταν στη σκηνή, έδωσε κατάθεση στην αστυνομία, εμπλέκοντας τον Εφεσείοντα. Ισχυρίστηκε ότι καθ' όλο τον ουσιώδη χρόνο ενεργούσε στη βάση εντολών που του έδιδε ο Εφεσείων, τον οποίο και κατονόμασε ως τον ιδιοκτήτη των ναρκωτικών.
Ως αποτέλεσμα της κατάθεσης του Μ.Κ.2, ο Εφεσείων συνελήφθη. Στη δίκη που ακολούθησε δεν παραδέχθηκε ενοχή. Ο Μ.Κ.2 ήταν ο κύριος μάρτυρας. Στην ουσία επανέλαβε τα όσα είχε ήδη αναφέρει στη γραπτή του κατάθεση προς την αστυνομία. Παραθέτουμε στη συνέχεια τη μαρτυρία του, όπως αυτή συνοψίζεται στην απόφαση του Κακουργιοδικείου:-
«Είναι χρήστης ναρκωτικών, γεγονός το οποίο ο κατηγορούμενος γνώριζε. Μια βδομάδα περίπου πριν τη σύλληψη του, συναντήθηκε με τον κατηγορούμενο σε σφαιριστήριο στην οδό Μίλτωνος. Ο κατηγορούμενος ο οποίος είναι γνωστός του και φίλος του αδελφού του, Άδωνη, του ζήτησε «να του κάμει μία δουλειά». Συγκεκριμένα ο κατηγορούμενος του ανέφερε ότι θα του τηλεφωνούσε για να παραλάβει από κάπου ένα σακούλι και να το κρύψει προσωρινά και ότι θα του ξανατηλεφωνούσε για να του το πάρει. Για τις υπηρεσίες του, ο κατηγορούμενος θα του έδινε το ποσό των ΛΚ50,00.
Στις 25.10.2007, γύρω στις 6:00 περίπου το βράδυ, και ενώ ο ΜΚ2 ήταν στο σφαιριστήριο, του τηλεφώνησε ο κατηγορούμενος και του έδωσε οδηγίες, να μεταβεί στον κυκλικό κόμβο Φασούλας, και αφού «πιάσει την έξοδο προς τη Φασούλα» να του τηλεφωνήσει, πράγμα που ο ΜΚ2 έκαμε. Ο τελευταίος μετέβη στο συγκεκριμένο σημείο με το αυτοκίνητο του. Ο κατηγορούμενος καθοδηγώντας τον τηλεφωνικά, τον οδήγησε σε πάροδο που κατέληγε σε αδιέξοδο. Ενεργώντας με βάση τις οδηγίες που του έδινε ο κατηγορούμενος τηλεφωνικά, ο ΜΚ2 εντόπισε «το πράμα» που ήταν σε μια σακούλα. Τοποθέτησε τη σακούλα με το περιεχόμενο της στο αυτοκίνητο του. Στη συνέχεια τηλεφώνησε στον κατηγορούμενο τον οποίο και ενημέρωσε σχετικά. Τότε ο τελευταίος του ανέφερε ότι τον ήθελε να «χωρίσει» τα ναρκωτικά σε μικρότερα σακούλια, των 30 γραμμαρίων το καθένα και του ζήτησε να μεταβεί στο σπίτι του για να του δώσει για τον σκοπό αυτό, ζυγαριά, πράγμα που ο ΜΚ2 έκαμε. Μαζί με τη ζυγαριά ο κατηγορούμενος του έδωσε και ΛΚ50,00 μέρος των οποίων, όπως ανέφερε στην αντεξέταση του, ξόδευσε. Ο ΜΚ2 αναγνώρισε στο τεκμήριο 12 τη ζυγαριά που του έδωσε ο κατηγορούμενος. Για τον διαχωρισμό των ναρκωτικών, ο κατηγορούμενος του υποσχέθηκε ακόμα ΛΚ100,00. Ακολούθως, ο ΜΚ2 μετέβη σε συγκεκριμένο πάρκο, στο χωριό Ζακάκι όπου με τη βοήθεια της ζυγαριάς χώρισε τα ναρκωτικά σε μικρότερες ποσότητες, τις οποίες συσκεύασε σε χωριστά μικρά νάυλον τεμάχια, σύμφωνα με τις οδηγίες του κατηγορούμενου. Τα νάυλον τεμάχια προέκυψαν, όπως ανέφερε στην αντεξέταση του, από 2-3 νάυλον σακούλια που βρήκε στην περιοχή και τα τεμάχισε. Στη συνέχεια και αφού έκρυψε τη ζυγαριά κάπου κοντά στο πάρκο, ενημέρωσε τον κατηγορούμενο τηλεφωνικά. Ο τελευταίος του είπε να κρατήσει δυο σακουλάκια, και τα υπόλοιπα να τα κρύψει σε «ένα καλαμιώνα πίσω που το λιμάνι», πράγμα που έκαμε. Πρόκειται για τον καλαμιώνα από τον οποίο θεάθηκε από την αστυνομία, στις 26.10.2007, να παραλαμβάνει τα ναρκωτικά. Προτού κρύψει τα ναρκωτικά τα τοποθέτησε σε ένα κουτί, το οποίο βρήκε στη σκηνή συμπτωματικά (τεκμήριο 6). Τα δύο σακουλάκια που κράτησε, με οδηγίες του κατηγορούμενου, τα έκρυψε στο σημείο που έκρυψε τη ζυγαριά. Στις 26.10.2007 το μεσημέρι, του τηλεφώνησε ο κατηγορούμενος και του ζήτησε να μεταβεί στο σημείο που το προηγούμενο βράδυ είχε κρύψει τα δυο σακουλάκια, να τα παραλάβει και να τα πάρει σε συγκεκριμένο χωράφι με πορτοκαλιές που βρίσκεται στο τέρμα της οδού Μίλτωνος. Όταν δέχθηκε το τηλεφώνημα του κατηγορούμενου, ο ΜΚ2 ήταν στο αυτοκίνητο του φίλου του Χρύση Κκελλά (πρώην κατηγορούμενου 2) μαζί με τον εν λόγω φίλο του, στον οποίο είχε στο μεταξύ «πει όλη την ιστορία"» Ο ΜΚ 2 πρότεινε στον Κκελλά, ο οποίος και δέχθηκε, να μεταβούν μαζί για να παραλάβουν τα δύο σακουλάκια και να τα μεταφέρουν στο χώρο που του είχε υποδείξει ο κατηγορούμενος τηλεφωνικά και ότι «κάτι ήταν να πιάσει τζιαι τζιείνος (Ο Κκελλάς), λίγο χόρτο». Μαζί με τον φίλο του μετέφεραν τα δύο σακουλάκια και τα πέταξαν σύμφωνα με τις οδηγίες του κατηγορούμενου, μέσα στο χωράφι, που ο τελευταίος του είχε υποδείξει στο τηλέφωνο. Ο κατηγορούμενος με τον οποίο επικοινώνησε ξανά μαζί του τηλεφωνικά λίγο αργότερα, του ζήτησε να μεταβεί στο σημείο που είχε κρύψει τα υπόλοιπα ναρκωτικά, να τα παραλάβει και ότι θα του τηλεφωνούσε για να του δώσει οδηγίες που να τα κρύψει. Ακολουθώντας τις οδηγίες του κατηγορούμενου, μετέβη μαζί με τον Κκελλά στον καλαμιώνα, όπου διαδραματίστηκαν τα γεγονότα που οδήγησαν στη σύλληψη του και τα οποία καλύπτονται από τα παραδεκτά γεγονότα.»
Τη μαρτυρία της κατηγορούσας αρχής συμπληρώνουν οι μαρτυρίες του αδελφού του Μ.Κ.2, Άδωνη Παμπακά, Μ.Κ.3 και της μητέρας τους, Στέλλας Χατζηδαμιανού, Μ.Κ.4. Ο Μ.Κ.3 ανέφερε ότι ανήμερα τη σύλληψης του αδελφού του, του τηλεφώνησε ο Εφεσείων ο οποίος ήταν φίλος του τα τελευταία δέκα χρόνια και του ανέφερε ότι είδε την αστυνομία να συλλαμβάνει τον «Κκελλά», φίλο του αδελφού του και πιθανόν μαζί με τον Κκελλά να ήταν και ο αδελφός του. Έφυγε από τη δουλειά του για να πάει σπίτι για να εντοπίσει τον αδελφό του. Ταυτόχρονα έφτασε με το αυτοκίνητο της φίλης του και ο Εφεσείων ο οποίος προσφέρθηκε να τον βοηθήσει για να εντοπίσει τον αδελφό του. Αυτός δέχθηκε και ο Εφεσείων τον μετέφερε σε διάφορους χώρους, χωρίς όμως να εντοπίσουν τον Μ.Κ.2. Επέστρεψαν στο σπίτι και ο Μ.Κ.3 μαζί με τον Εφεσείοντα ανέβηκαν στο υπνοδωμάτιο του Μ.Κ.2 για να εξετάσουν αν ήταν μέσα. Στη συνέχεια ο Μ.Κ.3 συνέχισε μόνος του να αναζητεί τον αδελφό του, τον οποίο τελικά εντόπισε στην οδό Μίλτωνος μαζί με την αστυνομία. Η μητέρα του Μ.Κ.2 αναφέρθηκε και αυτή στην επίσκεψη του Εφεσείοντος στο σπίτι της προς αναζήτηση του Μ.Κ.2.
Στο Δικαστήριο κατατέθηκε και η ανακριτική κατάθεση που έδωσε στην αστυνομία ο Εφεσείων κατά την ώρα της σύλληψής του. Σ' αυτή αναφέρει ότι δεν γνώριζε προσωπικά τους Μ.Κ.2 και τον Κκελλά, αλλά δέχθηκε ότι έρχονταν καμιά φορά στο κατάστημα που λειτουργούσε και «έτρωγαν κανένα σάντουϊτς». Ο Εφεσείων αρνήθηκε ότι γνώριζε πού βρισκόταν η κατοικία τους, δηλώνοντας ότι ποτέ δεν την επισκέφθηκε. Δεν θυμόταν πότε τους είδε για τελευταία φορά και αρνήθηκε οποιαδήποτε εμπλοκή στην όλη υπόθεση.
Ο Εφεσείων στη δίκη του, έδωσε ένορκη μαρτυρία. Δέχθηκε ότι επικοινώνησε με τον αδελφό του Μ.Κ.2 για να τον ενημερώσει για τη σύλληψη του Κκελλά και την ενδεχόμενη σύλληψη του Μ.Κ.2. Δέχθηκε επίσης, σε αντίθεση με τα όσα ανέφερε στη γραπτή κατάθεση του στην αστυνομία, ότι κατά παράκληση του Μ.Κ.3 μετέβη στο σπίτι του για να τον παραλάβει για να προσπαθήσουν μαζί να εντοπίσουν τον αδελφό του. Δεν αμφισβήτησε ούτε τη μετέπειτα αναζήτηση του Μ.Κ.2 στο υπνοδωμάτιο του σπιτιού του. Στην αντεξέταση του ισχυρίστηκε ότι ο Μ.Κ.2 χωρίς λόγο τον ενέπλεξε στην όλη υπόθεση, απλά και μόνο επειδή ήθελε «να τα φορτώσει» σε κάποιον, αντί στον πραγματικό ένοχο.
Για την υπεράσπιση του κάλεσε τον ιδιοκτήτη σφαιριστηρίου στην οδό Μίλτωνος, ο οποίος ανέφερε ότι ο Εφεσείων ουδέποτε επισκέφθηκε το σφαιριστήριο του, όπως κατ' αντίθεση ισχυρίστηκε ο Μ.Κ.2.
Ο δικηγόρος του Εφεσείοντος κάλεσε το Κακουργιοδικείο να θεωρήσει το Μ.Κ.2 συναυτουργό και να προσεγγίσει τη μαρτυρία του ανάλογα. Επίσης κάλεσε το Δικαστήριο να θεωρήσει το Μ.Κ.2 αναξιόπιστο.
Το Κακουργιοδικείο δέχθηκε ως αξιόπιστη τόσο τη μαρτυρία του Μ.Κ.2 όσο και την υπόλοιπη μαρτυρία της κατηγορούσας αρχής, το μεγαλύτερο μέρος της οποίας δεν ήταν υπό αμφισβήτηση.
Λόγω της συμμετοχής του Μ.Κ.2 στην υπόθεση, το Κακουργιοδικείο τον θεώρησε συναυτουργό. Αφού προειδοποίησε τον εαυτό του για τους κινδύνους που είναι ενδεχόμενο να συνεπάγεται η αποδοχή χωρίς ενίσχυση της μαρτυρίας του, κατέληξε ότι ήταν τόσο ισχυρή η πεποίθησή του ότι ο Μ.Κ.2 έλεγε την αλήθεια, που ήταν διατεθειμένο να ενεργήσει στη βάση της μαρτυρίας του, χωρίς να αναζητήσει οποιαδήποτε ενισχυτική μαρτυρία. Αντίθετα, ο Εφεσείων και ο μοναδικός μάρτυρας του, δεν έγιναν πιστευτοί.
Στη συνέχεια το Κακουργιοδικείο αφού ανέλυσε τα συστατικά στοιχεία του κάθε αδικήματος, έκρινε τον Εφεσείοντα ένοχο στις πρώτες τέσσερεις κατηγορίες, με μόνη διαφοροποίηση ότι η ποσότητα κάνναβης που αποδείχθηκε ότι κατείχετο από τον Εφεσείοντα, δεν ήταν αυτή που αναγραφόταν στο κατηγορητήριο αλλά ποσότητα 375,1666 γραμμάρια, δηλαδή λιγότερη κατά 0,323 γραμμάρια. Στις κατηγορίες 5 και 6 αθώωσε και απάλλαξε τον Εφεσείοντα, κρίνοντας ότι η κατηγορούσα αρχή δεν απέδειξε την υπόθεση της εναντίον του.
Ο Εφεσείων με τέσσερις λόγους έφεσης προσβάλλει ως λανθασμένη την απόφαση του Κακουργιοδικείου.
Με τους λόγους έφεσης 1 και 4, προσβάλλεται το εύρημα του Κακουργιοδικείου ότι η μαρτυρία του Μ.Κ.2 ήταν αξιόπιστη. Με τον τρίτο λόγο έφεσης προσβάλλεται το περαιτέρω εύρημα ότι η μαρτυρία της Μ.Κ.4, μητέρας των άλλων δύο μαρτύρων, ήταν αξιόπιστη. Με τον δεύτερο λόγο έφεσης προσβάλλεται το εύρημα ότι ο Εφεσείων είχε στην κατοχή του τα ναρκωτικά. Στα πλαίσια αυτού του λόγου προβάλλεται ο ισχυρισμός ότι δεν υπήρξε οποιαδήποτε επιστημονική μαρτυρία που να συνδέει τον Εφεσείοντα με τα ναρκωτικά.
Αξιολόγηση μαρτυρίας Μ.Κ.2 - λόγος έφεσης 1 και 4
Προβάλλεται ότι το Κακουργιοδικείο λανθασμένα δέχθηκε ως αξιόπιστη τη μαρτυρία του Μ.Κ.2 καθότι:
(α) Δεν έλαβε υπόψη τις συνθήκες λήψης της γραπτής κατάθεσης του Μ.Κ.2 και ειδικά ότι αυτός κακοποιήθηκε από αστυνομικά όργανα με αποτέλεσμα να τελεί υπό το κράτος φόβου και ότι ήταν υπό την επήρεια ναρκωτικών ουσιών (λόγος έφεσης 4).
(β) Δέχθηκε την ένορκη μαρτυρία του, ενώ υπήρχαν ουσιώδεις αντιφάσεις.
(γ) Στηρίχθηκε στη μαρτυρία συναυτουργού, χωρίς αυτή να ενισχύεται από άλλη ανεξάρτητη μαρτυρία.
(δ) Επρόκειτο για μαρτυρία συνενόχου με κίνητρο να μαρτυρήσει εναντίον του Εφεσείοντος και
(ε) Ήταν συγκατηγορούμενος και κατέθεσε εναντίον του Εφεσείοντος με αντάλλαγμα να ανασταλεί η ποινική δίωξη του.
Η εισήγηση ότι το Κακουργιοδικείο δεν έλαβε υπόψη τις συνθήκες λήψης της κατάθεσης του Μ.Κ.2 δεν ευσταθεί, αφού είναι φανερό από τα όσα αναφέρονται στην εκκαλούμενη απόφαση (σελ. 169 των πρακτικών), ότι οι συνθήκες λήφθηκαν υπόψη. Συγκεκριμένα το Κακουργιοδικείο αναφέρει:-
«Έδωσε τη γραπτή κατάθεση του, της οποίας το περιεχόμενο επανέλαβε ουσιαστικά στην ένορκη μαρτυρία του, στη σκηνή, αμέσως μετά την ανακοπή και σύλληψη του από την αστυνομία και προτού του δοθεί η ευκαιρία να επικοινωνήσει είτε με δικηγόρο είτε με οποιοδήποτε συγγενή ή φίλο του. Στην υποβολή ότι έδωσε τη γραπτή κατάθεση του κατόπιν προτροπής του δικηγόρου του ο οποίος, ως πρώην Βοηθός Αρχηγός Αστυνομίας, του υποσχέθηκε να τον βοηθήσει, έδωσε την αποστομωτική απάντηση ότι, έδωσε τη γραπτή κατάθεση του στη σκηνή, αμέσως μετά που συνελήφθηκε και προτού έρθει σε επαφή με τον δικηγόρο του, κάτι που αποτελεί πραγματικό γεγονός. Δεν θα ήταν υπερβολή να πούμε πως στη συγκεκριμένη περίπτωση απουσιάζουν παντελώς τα στοιχεία του προσχεδιασμού, της υστεροβουλίας και των αλλότριων κινήτρων, ειδικότερα του κινήτρου να εμπλέξει σε μια τόσο σοβαρή υπόθεση, όχι τον πρώτο τυχόντα του οποίου το όνομα έτυχε να έρθει στο μυαλό του εκείνη τη χρονική στιγμή, αλλά τον πολύ καλό φίλο του αδελφού του, όπως δεν θα ήταν υπερβολή να πούμε πως η συγκεκριμένη περίπτωση, χαρακτηρίζεται, σε έντονο μάλιστα βαθμό, από το στοιχείο του αυθορμητισμού και της ενστικτώδους αντίδρασης μπροστά στον κίνδυνο, ο ΜΚ2 να θεωρηθεί ιδιοκτήτης των ναρκωτικών με όλες τις νομικές συνέπειες που αυτό θα συνεπαγόταν για τον ίδιο, αντίδραση που δεν έχουμε καμιά αμφιβολία, ότι εκδηλώθηκε με τη μορφή εξιστόρησης των πραγματικών γεγονότων. Αν λάβουμε δε υπόψη την πληθώρα των γεγονότων στα οποία ο ΜΚ2 αναφέρεται στην κατάθεση του, τις λεπτομέρειες που παραθέτει στην κατάθεση του και το ιστορικό της εξέλιξης τους, η πεποίθηση μας ότι σε όλα τα ουσιώδη σημεία η μαρτυρία του ήταν αληθινή και ακριβής, όσο επιτρέπει η δυνατότητα μνήμης του, κάτω από την ένταση των περιστάσεων που βρέθηκε, είναι τόσο ισχυρή ώστε να είμαστε διατεθειμένοι να ενεργήσουμε στη βάση της μαρτυρίας του χωρίς την αναζήτηση οποιασδήποτε ενισχυτικής μαρτυρίας. Ο ευπαίδευτος εκπρόσωπος της Κατηγορούσας Αρχής έχει εισηγηθεί ότι υπάρχει, εν πάση περιπτώσει, ενισχυτική μαρτυρία και εξειδίκευσε. Έχουμε την άποψη πως παρέλκει οποιαδήποτε ενασχόληση μας με το θέμα, εφόσον όπως έχουμε καταλήξει το κρίνουμε απόλυτα ασφαλές να ενεργήσουμε χωρίς ενισχυτική μαρτυρία (βλ. Περιστιάνης ν. Αστυνομίας (1969) 2 Α.Α.Δ. 137).»
Ο περαιτέρω ισχυρισμός ότι ο Μ.Κ. 2 έδωσε κατάθεση επειδή κακοποιήθηκε από την αστυνομία, δεν υποβλήθηκε στον Μ.Κ. 2 κατά την αντεξέταση του για να μπορέσει να τον αντικρούσει. Εκείνο που η υπεράσπιση υπέβαλε σε σχέση με τη θεληματικότητα της κατάθεσης του Μ.Κ.2, ήταν ότι έδωσε την κατάθεση του στην αστυνομία, μετά από προτροπή του δικηγόρου του, κ. Θεόδωρου Στυλιανού, ο οποίος ως πρώην Βοηθός Αρχηγός Αστυνομίας υποσχέθηκε ότι θα τον βοηθούσε. Εν πάση περιπτώσει, η συγκεκριμένη υποβολή αντικρούεται όχι μόνο από τα ίδια τα γεγονότα (η κατάθεση δόθηκε στη σκηνή), αλλά και από τον ίδιο τον Μ.Κ. 2 ο οποίος εξήγησε ότι ο δικηγόρος του τον είδε πέντε με έξι ώρες μετά που έδωσε τη γραπτή κατάθεση του. Βέβαια ο Μ.Κ. 2 δεν αρνήθηκε ότι χτυπήθηκε, αλλά σε κανένα στάδιο δεν δέχθηκε ότι η κατάθεση του ήταν το αποτέλεσμα αυτού του γεγονότος. Ούτε ποτέ του υποβλήθηκε η εκδοχή ότι όταν έδιδε την κατάθεση του τελούσε υπό την επήρεια ναρκωτικών ουσιών. Στον κάθε μάρτυρα κατά την αντεξέταση του θα πρέπει να τίθεται η εκδοχή της άλλης πλευράς, ιδιαίτερα όταν αυτή αφορά σε ουσιαστικό γεγονός το οποίο αμφισβητείται. Ο συγκεκριμένος κανόνας πρακτικής, αν και όχι άκαμπτος, είναι σημαντικός γιατί όχι μόνο δίδει την ευκαιρία στο μάρτυρα να αντικρούσει τις αντίθετες θέσεις της άλλης πλευράς, αλλά υποβοηθά και το Δικαστήριο στην αξιολόγηση της μαρτυρίας και στην εύρεση της αλήθειας. Στην προκειμένη περίπτωση δεν υπήρχε μαρτυρία ενώπιον του Κακουργιοδικείου ότι ο Μ.Κ. 2, σε χρόνο με εύλογη εγγύτητα προς τον χρόνο που έδωσε την κατάθεση του, χρησιμοποίησε ναρκωτικές ουσίες. Από τα όσα ανέφερε ο Μ.Κ. 2 στη μαρτυρία του, προκύπτει ότι την προηγούμενη της σύλληψης του κάπνισε κάνναβη. Το ίδιο έκαμε και την επόμενη ενώ ήταν στο αυτοκίνητο με το φίλο του. Όμως με κανένα τρόπο δεν μπορεί να εξαχθεί συμπέρασμα ότι ο Μ.Κ. 2 δεν ήταν σε θέση να δώσει κατάθεση, εκδοχή που όπως αναφέραμε, ποτέ δεν τέθηκε στο μάρτυρα.
Ερχόμαστε τώρα στο επιχείρημα ότι η μαρτυρία του Μ.Κ. 2 δεν έπρεπε να είχε γίνει δεκτή επειδή υπήρχαν αντιφάσεις. Ήταν ισχυρή η πεποίθηση του Κακουργιοδικείου ότι παρά τις αντιθέσεις που εντόπισε μεταξύ της γραπτής κατάθεσης του Μ.Κ. 2 στην Αστυνομία και της μαρτυρίας του στο Δικαστήριο, ο Μ.Κ. 2 στα ουσιώδη σημεία έλεγε την αλήθεια. Δεν συμφωνούμε ότι η κρίση του Κακουργιοδικείου επί της αξιοπιστίας του Μ.Κ. 2 είναι εσφαλμένη. Όλες οι αντιφάσεις ή μικροδιαφορές στη μαρτυρία του Μ.Κ. 2, στις οποίες έκαμε αναφορά ο κ. Χατζηλοΐζου, ήταν κατά τη γνώμη μας επουσιώδεις. Τέτοιου είδους διαφορές ή αντιφάσεις είναι αναπόφευκτες και πολλές φορές φανερώνουν ανυπαρξία προσχεδιασμού ή συνεννόησης μεταξύ μαρτύρων.
Σε ό,τι αφορά τη μαρτυρία του συναυτουργού, το Κακουργιοδικείο καθοδηγήθηκε ορθά για το θέμα της ενισχυτικής μαρτυρίας και αναλογίστηκε για τους κινδύνους που συνεπάγεται η αποδοχή της χωρίς ενίσχυση. Ήταν μέσα στη διακριτική του ευχέρεια, αφού προβληματιστεί για τους κινδύνους, να αποδεχθεί τη μαρτυρία του Μ.Κ. 2 χωρίς ενίσχυση. Το Κακουργιοδικείο προσέγγισε τη μαρτυρία του Μ.Κ. 2 με αυξημένη επαγρύπνηση και με επίγνωση του γεγονότος ότι ο μάρτυρας συνελήφθη επ' αυτοφόρω με τα ναρκωτικά. Παρά ταύτα θεώρησε ότι ήταν απόλυτα ασφαλές να ενεργήσει στη βάση της μαρτυρίας του, χωρίς να αναζητήσει οποιαδήποτε ενισχυτική μαρτυρία. Δεν έχουμε ακούσει οτιδήποτε που να θέτει υπό αμφισβήτηση την κρίση του Κακουργιοδικείου.
Ούτε το ότι ανεστάλη η ποινική δίωξη του Μ.Κ. 2 θα μπορούσε να έχει οποιαδήποτε επίδραση, αφού ο μάρτυρας ήταν ήδη δεσμευμένος με τη γραπτή κατάθεση που έδωσε στην Αστυνομία και επομένως δεν μπορούσε εύκολα να διαφοροποιηθεί.
Αξιολόγηση μαρτυρίας Μ.Κ. 4 - λόγος έφεσης 3
Ο Εφεσείων προβάλλει ότι το Κακουργιοδικείο λανθασμένα δέχθηκε ως αξιόπιστη τη μαρτυρία της Μ.Κ. 4 καθότι η μαρτυρία της αντιφάσκει με αυτή του υιού της, Μ.Κ. 3, και είναι διάσπαρτη από αντιφάσεις.
Παρά τον τρόπο που διατυπώνεται ο λόγος έφεσης, ο συνήγορος του Εφεσείοντος στην αγόρευση του αναφέρθηκε μόνο σε μια αντίφαση μεταξύ της μαρτυρίας της Μ.Κ. 4 και του γιου της, Μ.Κ. 3. Η μόνη διάσταση στην οποία έκαμε αναφορά είναι ότι η Μ.Κ. 4 ανέφερε ότι ο Εφεσείων στις 26.10.2007 επισκέφθηκε το σπίτι της γύρω στις 5.00 το απόγευμα και αναζητούσε επίμονα στο υπνοδωμάτιο του τον Μ.Κ. 2, ενώ ο γιος της, Μ.Κ. 3 ανέφερε, σε αντίθεση με τα όσα η ίδια είπε, ότι η αναζήτηση του Μ.Κ. 2 στο υπνοδωμάτιο του έγινε στην παρουσία του μετά τις 6.00 το απόγευμα.
Όπως έχει νομολογηθεί ο διάδικος ο οποίος αμφισβητεί τα ευρήματα αξιοπιστίας του πρωτόδικου δικαστηρίου, θα πρέπει να ικανοποιήσει το Εφετείο ότι τα ευρήματα είναι εσφαλμένα. Στην προκειμένη περίπτωση θεωρούμε τη διαφορά στη μαρτυρία των δύο μαρτύρων ως επουσιώδη και μη σημαντική. Δεν έχουμε ακούσει οποιοδήποτε επιχείρημα που να μας πείθει περί του εσφαλμένου του ευρήματος του Κακουργιοδικείου. Κατά την άποψη μας, τίποτε δεν μπορεί να προκύψει από τέτοιου είδους μικροαντιφάσεις οι οποίες τις περισσότερες φορές είναι συναρτημένες με τη μνήμη του κάθε μάρτυρα. Δεν πρόκειται για περίπτωση που μπορούν να αποδοθούν άλλα ελατήρια στη μάρτυρα. Κατά την άποψη μας το εύρημα του Κακουργιοδικείου ήταν εύλογο και δεν παρέχεται περιθώριο επέμβασης.
Κατά πόσον αποδείχθηκε η κατοχή - λόγος έφεσης 2
Η εισήγηση από τον ευπαίδευτο συνήγορο του Εφεσείοντος είναι ότι το Κακουργιοδικείο εσφαλμένα βρήκε ένοχο τον πελάτη του, καθότι δεν βρέθηκαν ναρκωτικά στην κατοχή ή τον έλεγχο του και ούτε υπήρξε οποιαδήποτε επιστημονική μαρτυρία που να συνδέει τον Εφεσείοντα με τα ναρκωτικά.
Ούτε αυτός ο λόγος έφεσης ευσταθεί. Το Κακουργιοδικείο καθοδηγώντας ορθά τον εαυτό του κατέληξε ότι έστω και αν η ποσότητα ναρκωτικών δεν αποδείχθηκε ότι περιήλθε στη φυσική κατοχή του Εφεσείοντος, εντούτοις ήταν «υπό τον έλεγχο του» μέσα στην έννοια του Άρθρου 2(3) του περί Ναρκωτικών Φαρμάκων και Ψυχοτρόπων Ουσιών Νόμου του 1977 (Ν. 29/77). Το συγκεκριμένο άρθρο προβλέπει ότι:-
«2(3) Δια τους σκοπούς του παρόντος Νόμου, παν πρόσωπον θεωρείται ως έχον εν τη κατοχή αυτού οιαδήποτε αντικείμενα τελούντα υπό τον έλεγχον αυτού καίτοι ταύτα ευρίσκονται υπό την φύλαξιν ετέρου προσώπου.»
Το Κακουργιοδικείο αφού κατέληξε ότι ο Εφεσείων είχε γνώση του περιεχομένου των πλαστικών συσκευασιών, βρήκε ότι ήταν το πρόσωπο που στα πλαίσια της κοινής δραστηριότητας, έδινε οδηγίες στον Μ.Κ. 2 για τη διακίνηση των ναρκωτικών. Με αυτά τα δεδομένα, το Κακουργιοδικείο, κατά την άποψή μας, ορθά κατέληξε ότι τα ναρκωτικά ήταν υπό τον έλεγχο του Εφεσείοντος (βλ. Ιακώβου ν. Δημοκρατίας (1991) 2 Α.Α.Δ. 211 και Αθηνής ν. Δημοκρατίας (2008) 2 A.A.Δ. 256. Τίποτε από τα όσα έχουν τεθεί ενώπιον μας δεν δικαιολογούν την επέμβαση μας στο πιο πάνω εύρημα του Κακουργιοδικείου.
Η έφεση απορρίπτεται.
H έφεση απορρίπτεται.