ΠΑΓΚΥΠΡΙΟΣ ΔΙΚΗΓΟΡΙΚΟΣ ΣΥΛΛΟΓΟΣ
|
(2001) 2 ΑΑΔ 596
8 Αυγούστου, 2001
[ΠΙΚΗΣ, Π., ΚΑΛΛΗΣ, ΗΛΙΑΔΗΣ, Δ/στές]
ΠΑΝΤΕΛΗΣ ΙΩΑΝΝΟΥ,
Εφεσείων,
ν.
ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑΣ,
Εφεσίβλητης.
(Ποινική Έφεση Αρ. 7154)
Διάταγμα προσωποκράτησης ― Έφεση κατά σχετικού διατάγματος ― Αρχές που διέπουν επέμβαση του Εφετείου στη διακριτική εξουσία του πρωτόδικου Δικαστηρίου ― Εφόσον η εν λόγω εξουσία ασκήθηκε βάσει των γεγονότων και των αρχών δικαίου που άπτονται του θέματος, το Εφετείο δεν επεμβαίνει.
Ο εφεσείων αντιμετώπιζε κατηγορίες ενώπιον του Κακουργιοδικείου για σειρά αδικημάτων τα οποία αφορούσαν την καλλιέργεια φυτών κάνναβης, την παράνομη κατοχή των ιδίων ελεγχόμενων ουσιών καθώς και την κατοχή τους για σκοπούς εμπορίας.
Το Κακουργιοδικείο διέταξε προσωποκράτηση του εφεσείοντος λόγω της σοβαρότητας των αδικημάτων και του ενδεχόμενου διάπραξης παρόμοιων αδικημάτων εκκρεμούσης της δίκης.
Η παρούσα έφεση έχει σαν αντικείμενο το σχετικό διάταγμα προσωποκράτησης.
Το Εφετείο απέρριψε την έφεση με βάση την αρχή που προκύπτει από το πιο πάνω περιληπτικό σημείωμα.
Η έφεση απορρίφθηκε.
Αναφερόμενες υποθέσεις:
Κάννα κ.ά. ν. Δημοκρατίας (1998) 2 Α.Α.Δ. 444,
Θεοδωρίδης κ.ά. ν. Αστυνομίας (2001) 2 A.A.Δ. 139,
Χ"Δημητρίου ν. Δημοκρατίας (1997) 2 Α.Α.Δ. 45.
Έφεση εναντίον Διατάγματος Κράτησης.
Έφεση από τον κατηγορούμενο, εναντίον της απόφασης του Επαρχιακού Δικαστηρίου Λευκωσίας, Υπ. Αρ. 17723/01, ημερομηνίας 6/7/01, με την οποία διατάχθηκε η κράτησή του μέχρι την προσαγωγή του στη δίκη, ενώπιον του Κακουργιοδικείου σε σχέση με αδικήματα καλιεργίας, κατοχής και κατοχής προς το σκοπό εμπορίας φυτών κανάβεως.
Ο Εφεσείων παρουσιάζεται προσωπικά.
Χ. Χαραλάμπους, Δικηγόρος της Δημοκρατίας, για την Εφεσίβλητη.
Cur. adv. vult.
ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ: Την απόφαση του Δικαστηρίου θα δώσει ο Γ.Μ. Πικής, Π.
ΠΙΚΗΣ, Π.: Ο εφεσείων διώκεται ενώπιον του Κακουργιοδικείου για σειρά αδικημάτων, τα οποία αφορούν την καλλιέργεια φυτών καννάβεως, την παράνομη κατοχή των ιδίων ελεγχόμενων ουσιών (φαρμάκου), καθώς και την κατοχή τους προς το σκοπό εμπορίας (προμήθειας σε τρίτους).
Τα αδικήματα υποδιαιρούνται σε δύο κατηγορίες: Εκείνα που ήρθαν σε φως την 6η Απριλίου, 2001, την ημέρα που, κατ' ισχυρισμό, ανευρέθηκαν στην κατοχή του εφεσείοντος 38 φυτά καννάβεως, και εκείνα τα οποία ήρθαν σε φως τη 14η Μαΐου, 2001, που και πάλιν, κατ' ισχυρισμό, ανευρέθηκαν στην κατοχή του 12 φυτά καννάβεως. Μεταξύ των δύο ημερομηνιών, παρενεβλήθη η σύλληψη του εφεσείοντος, προς διευκόλυνση των αστυνομικών ανακρίσεων σχετικά με την πρώτη σειρά αδικημάτων. Η δεύτερη σειρά αδικημάτων διεπράχθη μετά την απόλυσή του, γεγονός που τείνει να αποκαλύψει, σύμφωνα με την Κατηγορούσα Αρχή, τη ροπή του εφεσείοντος σε αδικήματα ναρκωτικών, καθώς και την απουσία οποιασδήποτε ανάσχεσης, εκ μέρους του, από τη σύλληψη και την κυοφορούμενη δίωξή του για την πρώτη σειρά αδικημάτων.
Ο εφεσείων κατηγορήθηκε ενώπιον του Κακουργιοδικείου στις 6 Ιουλίου, 2001, αρνούμενος τις κατηγορίες που του προσάφθηκαν. Το Κακουργιοδικείο όρισε την εκδίκαση της υπόθεσης στις 29 και 30 Νοεμβρίου, 2001. Παράλληλα, διέταξε, μετά από αίτημα της Κατηγορούσας Αρχής και παρά την ένσταση του κατηγορουμένου, την κράτησή του μέχρι τη δίκη.
Στην απόφασή του, το Κακουργιοδικείο προβαίνει σε εκτενή αναφορά στις αρχές που διέπουν την άσκηση της διακριτικής ευχέρειας του δικαστηρίου να διατάζει την κράτηση υποδίκου μέχρι τη δίκη, όπως διαγράφονται από τη νομολογία. Η απόφαση για την κράτηση του εφεσείοντος λήφθηκε υπό το πρίσμα δύο παραγόντων, που παραδεκτά προσμετρούν στην άσκηση της διακριτικής ευχέρειας του δικαστηρίου: της σοβαρότητας των αδικημάτων, όπως αυτή διαφαίνεται από τις ποινές που προβλέπει ο νόμος - (βλ. Άρθρα 6(3), 7 και 10(α) του περί Ναρκωτικών Φαρμάκων και Ψυχοτρόπων Ουσιών Νόμου του 1977, (Ν. 29/77)) και το συναπτόμενο Τρίτον Πίνακα του Ν. 29/77, όπως αντικαταστάθηκε από το Ν. 20(Ι)/92, Άρθρο 15) - και, συναφώς, του μεγάλου εγγενούς (πιθανολογούμενου) κινήτρου για φυγοδικία, αφενός, και του ενδεχόμενου διάπραξης παρόμοιων αδικημάτων εκκρεμούσης της δίκης, αφετέρου. Η απόφαση του Κακουργιοδικείου λήφθηκε μετά από συστάθμιση του συνόλου των παραγόντων που άπτονται της άσκησης της διακριτικής του ευχέρειας.
Η κράτηση προσώπου, εκτός στην περίπτωση καταδίκης του σε φυλάκιση, αποτελεί μέτρο, το δικαιολογημένο του οποίου πρέπει να εμφαίνεται ως αναγκαίο για τη διασφάλιση της απονομής της δικαιοσύνης και, συναφώς, την αποτροπή διάπραξης άλλων αδικημάτων στο ενδιάμεσο. Η προδιάθεση για απόλυση του υποδίκου εκκρεμούσης της δίκης αποτελεί απόρροια του τεκμηρίου της αθωότητας, το οποίο κατοχυρώνει το Σύνταγμα - (Άρθρο 12.4 του Συντάγματος, βλ. Κάννα κ.ά. ν. Δημοκρατίας (1998) 2 Α.Α.Δ. 444.
Υποδεικνύεται στην πρόσφατη απόφασή μας Θεοδωρίδης κ.ά. ν. Αστυνομίας (2001) 2 Α.Α.Δ. 139 ότι η πρώτη επιλογή του δικαστηρίου σε αίτημα κράτησης υποδίκου είναι η απόλυσή του επί εγγυήσει. Εφόσον η επιλογή αυτή κρίνεται απορριπτέα, για λόγο που σχετίζεται με την απονομή της δικαιοσύνης, μπορεί να διαταχθεί η κράτηση του υποδίκου, νοουμένου ότι δικαιολογείται από ένα ή περισσότερους παραδεκτούς κατά το δίκαιο λόγους, μεταξύ των οποίων η σοβαρότητα του εγκλήματος και το ενδεχόμενο διάπραξης άλλων αδικημάτων εκκρεμούσης της δίκης. Το τελευταίο ενδεχόμενο πιθανολογείται ως σοβαρό, στην παρούσα υπόθεση, ενόψει της αλληλουχίας διάπραξης των δύο σειρών αδικημάτων, που αποτελούν το αντικείμενο του κατηγορητηρίου. Περί πιθανολόγησης ο λόγος. Δεν προδικάζεται η έκβαση της ποινικής δίωξης εναντίον του εφεσείοντος. Τόσο η σοβαρότητα των κατηγοριών που προσάπτονται στον εφεσείοντα όσο και το ενδεχόμενο διάπραξης άλλου αδικήματος, επί τη απολύσει του, εξετάστηκαν από το Κακουργιοδικείο μέσα στο σωστό πραγματικό και νομικό πλαίσιο. Ο δικηγόρος του εφεσείοντος μας παρέπεμψε και στη Χ"Δημητρίου ν. Δημοκρατίας (1997) 2 Α.Α.Δ. 45, στην οποία υπογραμμίζεται ότι, στην αποτίμηση των παραγόντων που προσμετρούν στην άσκηση της διακριτικής ευχέρειας του δικαστηρίου - (της πιθανολόγησης του κινδύνου μη προσέλευσης του υποδίκου κατά τη δίκη, λόγω της σοβαρότητας του αδικήματος, και του ενδεχομένου διάπραξης άλλων αδικημάτων στο ενδιάμεσο) - υπεισέρχεται η χρονική διάρκεια της κράτησης του υποδίκου.
Η απόφαση για την κράτηση ή μη υποδίκου μέχρι την ημέρα της δίκης ανάγεται στη διακριτική ευχέρεια του δικάζοντος δικαστηρίου, του Κακουργιοδικείου στην προκείμενη υπόθεση. Εφόσον η διακριτική ευχέρεια ασκείται σύμμετρα, βάσει των σχετικών γεγονότων και των αρχών του δικαίου που άπτονται του θέματος, δεν παρέχεται δυνατότητα επέμβασης στην απόφαση του πρωτοδίκου Δικαστηρίου, όπως δεν παρέχεται και δε δικαιολογείται επέμβασή μας στην προκείμενη υπόθεση.
Η έφεση απορρίπτεται.
Η�έφεση απορρίπτεται.