ΠΑΓΚΥΠΡΙΟΣ ΔΙΚΗΓΟΡΙΚΟΣ ΣΥΛΛΟΓΟΣ
|
(2001) 2 ΑΑΔ 42
22 Ιανουαρίου, 2001
[ΠΙΚΗΣ, Π., ΝΙΚΗΤΑΣ, ΚΡΑΜΒΗΣ, Δ/στές]
ΔΗΜΟΣ ΑΓΙΑΣ ΝΑΠΑΣ,
Εφεσείων,
ν.
ΣΤΕΛΛΑΣ ΙΩΑΝΝΗ ΚΑΡΑΓΙΑΝΝΗ,
Εφεσίβλητης.
(Ποινική Έφεση Αρ. 6857)
Απόδειξη ― Αξιολόγηση μαρτυρίας ― Εσφαλμένη αξιολόγηση μαρτυρίας ― Η επέμβαση του Εφετείου κρίθηκε αναγκαία ― Διαταγή για επανεκδίκαση.
Απόδειξη ― Τρόπος απόδειξης επίδικου γεγονότος ― Πολυμορφία της παραδεκτής μαρτυρίας ― Εφαρμοστέες αρχές.
Οδοί και Οικοδομές ― Παραβάσεις του περί Ρυθμίσεως Οδών και Οικοδομών Νόμου, Κεφ. 96 ― Τόπος ανέγερσης παράνομης οικοδομής ― Δεν αποδεικνύεται μόνο με την παρουσίαση τοπογραφικού σχεδίου ή χάρτη με την επίδικη οικοδομή και άμεση σύνδεσή του με την "περιοχή" που καταλαμβάνει ο Δήμος.
Η εφεσίβλητη απαλλάγηκε και αθωώθηκε σε κατηγορίες για ανέγερση οικοδομής μέσα στα εδαφικά όρια του Δήμου Αγίας Νάπας χωρίς άδεια της αρμόδιας αρχής και για παράνομη χρήση της ίδιας οικοδομής χωρίς πιστοποιητικό έγκρισης. Ο πρωτόδικος δικαστής θεώρησε ότι η προσαχθείσα μαρτυρία ήταν ανεπαρκής για να αποδείξει ότι τα υποστατικά ήταν μέσα "στην περιοχή" του Δήμου Αγίας Νάπας. Για να ενισχύσει την απόφασή του αναφέρθηκε, μεταξύ άλλων, στην απόφαση Municipality of Paphos v. Karayiorghis και Ιωάννου ν. Δήμου Λάρνακος.
Ο εφεσείων εφεσίβαλε την απόφαση.
Αποφασίστηκε ότι:
1. Η Karayiorghis έχει προφανώς παρανοηθεί. Η μαρτυρία μπορεί να πάρει και άλλες μορφές για να καταδείξει το ίδιο στοιχείο, υπό την αίρεση φυσικά ότι τέτοια μαρτυρία δεν προσκρούει σε κανόνα δικαίου της απόδειξης. Δεν είναι αναγκαία η παρουσίαση τοπογραφικού σχεδίου ή χάρτη με την επίδικη οικοδομή και η άμεση σύνδεσή του με την "περιοχή" που καταλαμβάνει ο Δήμος.
2. Η μαρτυρία του υπεύθυνου του Κλάδου Εγγραφής του Κτηματολογίου Αμμοχώστου ότι η οικοδομή κείται στην Αγία Νάπα, και αναντίλεκτη μαρτυρία ότι η επίδικη οικοδομή βρίσκεται στο ίδιο τεμάχιο με πολυκατοικία για την οποία είχε εκδοθεί άδεια από το Δήμο Αγίας Νάπας, καθώς και άλλη σχετική μαρτυρία, οδηγούν στο συμπέρασμα ότι η διαπίστωση του πρωτόδικου δικαστή περί του αντιθέτου είναι αδικαιολόγητη και απόρροια εσφαλμένης αξιολόγησης. Έπεται ότι η απόφαση πρέπει να παραμερισθεί και η υπόθεση να εκδικασθεί ενώπιον άλλου δικαστή του ίδιου Δικαστηρίου.
Η έφεση επιτράπηκε. Εκδόθηκε διαταγή για έξοδα £200 εναντίον της εφεσίβλητης. Διατάχθηκε επανεκδίκαση.
Αναφερόμενες υποθέσεις:
Municipality of Paphos v. Karayiorghis (1981) 2 C.L.R. 242,
Ιωάννου ν. Δήμου Λάρνακος (1996) 2 Α.Α.Δ. 315,
Λοΐζου ν. Αστυνομίας (1989) 2 Α.Α.Δ. 363,
Κ.Ο.Τ. ν. Π. Χαραλάμπους (2000) 2 Α.Α.Δ. 603.
Έφεση εναντίον αθωωτικής απόφασης.
Έφεση από την κατηγορούσα αρχή εναντίον της απόφασης του Επαρχιακού Δικαστηρίου Αμμοχώστου, Υπόθεση Αρ. 114/98, ημερομηνίας 8/12/99 με την οποία ο πρωτόδικος δικαστής αθώωσε και απάλλαξε την κατηγορούμενη, η οποία κατηγορήθηκε χωριστά, στις τρεις πρώτες κατηγορίες, ότι άρχισε να ανεγείρει ή επέτρεψε ή ανέχθηκε την ανέγερση δύο δωματίων, εμβαδού περίπου 30 μέτρων, στο τεμάχιο ΕΠΙ 16, Φ/Σχ. 42/22.2.1 & ΙΙΙ, Μπλοκ Β, μέσα στα εδαφικά όρια του Δήμου, χωρίς την άδεια της αρμόδιας αρχής και σε τρεις κατηγορίες (4, 5 και 6) που αναφέρονται στην παράνομη χρήση της ίδιας οικοδομής κατά την αυτή χρονική περίοδο χωρίς πιστοποιητικό έγκρισης, ότι η κατηγορούμενη-εφεσίβλητη επέτρεψε ή ανέχθηκε τέτοια χρήση, κατά παράβαση, κυρίως του άρθρου 3(1)(στ) του περί Ρύθμισης Οδών και Οικοδομών Νόμου, Κεφ. 96.
Α. Βαλανίδου, για τον Εφεσείοντα.
Ρ. Χαραλάμπους για Χρ. Τριανταφυλλίδη, για την Εφεσίβλητη
Cur. adv. vult.
ΠΙΚΗΣ, Π.: Την απόφαση του δικαστηρίου θα δώσει ο Δικαστής Σ. Νικήτας.
ΝΙΚΗΤΑΣ, Δ.: Ο εφεσείων Δήμος Αγίας Νάπας καταχώρισε κατηγορητήριο από 9 κατηγορίες εναντίον της εφεσίβλητης για διάφορες παραβάσεις του περί Ρύθμισης Οδών και Οικοδομών Νόμου, Κεφ. 96, όπως διαμορφώθηκε με τις τροποποιήσεις που υπέστη.
Η εφεσίβλητη κατηγορήθηκε χωριστά, στις τρεις πρώτες κατηγορίες, ότι άρχισε να ανεγείρει ή επέτρεψε ή ανέχθηκε την ανέγερση δυο δωματίων, εμβαδού περίπου 30 μέτρων, στο τεμάχιο ΕΠΙ 16, Φ/Σχ. 42/22.2.1 & III, Μπλόκ Β, μέσα στα εδαφικά όρια του Δήμου, χωρίς την άδεια της αρμόδιας αρχής. Στις λεπτομέρειες δηλώνονται επίσης τα χρονικά όρια τέλεσης των αδικημάτων, με αφετηρία την 15/12/97. Οι επόμενες τρεις κατηγορίες (4, 5 και 6) αναφέρονται στην παράνομη χρήση της ίδιας οικοδομής κατά την αυτή χρονική περίοδο χωρίς πιστοποιητικό έγκρισης και ότι η κατηγορούμενη-εφεσίβλητη επέτρεψε ή ανέχθηκε τέτοια χρήση. Οι τελευταίες κατηγορίες, που στηρίζονται στις ίδιες λεπτομέρειες, αφορούν κατοχή της παράνομης οικοδομής χωρίς πάλιν πιστοποιητικό έγκρισης. Υπάρχουν και σ' αυτή την τριάδα οι διαζευκτικές κατηγορίες για άδεια ή ανοχή της εφεσίβλητης. Τα αδικήματα δημιουργεί κυρίως το άρθρ. 3(1) (στ) του νόμου, αλλά εμπλέκονται και άλλες διατάξεις του ίδιου νομοθετήματος.
Ο πρωτόδικος δικαστής απήλλαξε και αθώωσε την εφεσίβλητη των κατηγοριών για δυο λόγους: πρώτον, ό,τι δεν αποδείχθηκε, με νομικά παραδεκτή μαρτυρία, ότι οι παράνομες πράξεις που αποδίδονται στην εφεσίβλητη διαπράχθηκαν μέσα στα δημοτικά όρια του Δήμου χωρίς άδεια της αρμόδιας αρχής και, δεύτερον, ότι, κατά συνέπεια, δεν αποδείχθηκε η μη εξασφάλιση άδειας οικοδομής. Ας σημειωθεί ότι αρμόδια αρχή, σύμφωνα με την ερμηνευτική διάταξη του άρθρ. 3(2)(α), μέσα σε περιοχή Δήμου είναι το Δημοτικό του Συμβούλιο.
Ο πρωτόδικος δικαστής, σχολιάζοντας τη μαρτυρία που άπτεται του υπό κρίση θέματος, θεώρησε ότι ήταν ανεπαρκής για να αποδείξει ότι τα υποστατικά ήταν μέσα "στην περιοχή" του Δήμου (είναι ακριβώς η λέξη που χρησιμοποιεί η παραπάνω ερμηνευτική διάταξη). Όπως το έθεσε, δε δόθηκε αποδεκτή μαρτυρία:
"σε αναφορά με επίσημο χάρτη ούτε παραπέμφθηκε το δικαστήριο σε σχετική επίσημη πράξη κατά πόσο το τεμ. Π16 βρίσκεται μέσα στα δημοτικά όρια της Αγίας Νάπας."
Αυτή ήταν η βασική διαπίστωση που οδήγησε σε πλήρη απαλλαγή της εφεσείουσας με την παρακάτω αιτιολογία:
"Τα πιο πάνω ευρήματά μου δηλαδή ότι δεν απεδείχθη ότι Αρμόδια Αρχή είναι ο Δήμος Αγίας Νάπας καθ' ό,τι δεν απεδείχθη ότι οι οικοδομικές εργασίες έγιναν μέσα στα δημοτικά όρια Αγίας Νάπας ή ότι δεν προσκομίστηκε νόμιμη μαρτυρία για να γίνει σύνδεση των παράνομων οικοδομικών εργασιών με το τεμάχιο ΕΠΙ 16, είναι καθοριστική και για την τύχη των υπόλοιπων κατηγοριών. Τα συστατικά αυτά στοιχεία που δεν απέδειξε η Κατηγορούσα Αρχή για τις πρώτες τρεις κατηγορίες είναι τα ίδια με τις υπόλοιπες έξι κατηγορίες."
Για να ενισχύσει την απόφασή του ο πρωτόδικος δικαστής αναφέρθηκε στις αποφάσεις Μunicipality of Paphos v. Karayiorghis (1981) 2 C.L.R. 242, Iωάννου v. Δήμου Λάρνακος (1996) 2 Α.Α.Δ. 315 και Λοΐζου ν. Αστυνομίας (1989) 2 Α.Α.Δ. 363. Στην πρώτη περίπτωση κατατέθηκε στη δίκη χάρτης που έδειχνε την τοποθεσία μέσα στην οποία ο κατηγορούμενος άσκησε την παράνομη δραστηριότητα του αντικείμενο της κατηγορίας. Δε συσχετίστηκε όμως με τα εδαφικά όρια της πόλης που αποτελούσαν, σύμφωνα με τις λεπτομέρειες της κατηγορίας, τον τόπο τέλεσης του αδικήματος. Και για το λόγο αυτό η κατηγορία κατέρρευσε.
Στην υπόθεση Ιωάννου, ανωτέρω, η έφεση του κατηγορούμενου απορρίφθηκε. Υπήρχε μαρτυρία, από διάφορες πλευρές, πως η οικοδομή κτίστηκε μέσα στα δημοτικά όρια. Αυτό κατέθεσε τεχνικός του Δήμου και μπορούσε να συναχθεί από χάρτη-τεκμήριο. Περαιτέρω, υπήρχε αλληλογραφία μεταξύ εφεσείοντα και Δήμου που εκλάμβανε ως δεδομένο ότι η οικοδομή ήταν κτισμένη στην περιοχή του Δήμου. Η υπόθεση Λοΐζου, ανωτέρω, τονίζει την ανάγκη για αυστηρή απόδειξη των πρωτογενών γεγονότων (εδώ ο τόπος παράνομης ανέγερσης οικοδομής), που απαρτίζουν την κατηγορία. Δεν έχουν θέση εικασίες όσο πειστικές και αν φαίνονται. Χρειάζονται ασφαλή στοιχεία.
Προφανώς εδώ παρανοήθηκε η Karayiorghis. Δεν είναι φορμαλιστικός ο τρόπος απόδειξης ενός επίδικου γεγονότος περιοριζόμενος, στη συγκεκριμένη αυτή περίπτωση, στην παρουσίαση τοπογραφικού σχεδίου ή χάρτη με την επίδικη οικοδομή και άμεσης σύνδεσής του με την "περιοχή" που καταλαμβάνει ο Δήμος. Η μαρτυρία, όπως τουλάχιστον απορρέει απο την Ιωάννου, μπορεί να πάρει και άλλες μορφές για να καταδείξει το ίδιο στοιχείο, υπό την αίρεση φυσικά ότι τέτοια μαρτυρία δεν προσκρούει σε κανόνα του δικαίου της απόδειξης. Την άποψη αυτή για την πολυμορφία της παραδεκτής μαρτυρίας ισχυροποιεί και η απόφαση στις Δήμος Λεμεσού ν. Λοφίτη κ.ά.(2000) 2 Α.Α.Δ. 162. Από το παρακάτω απόσπασμα της απόφασης του Κωνσταντινίδη Δ προκύπτει η ευρύτητα ενατένισης του θέματος:
"Στην προκείμενη περίπτωση η μαρτυρία πως η οικοδομή που ανεγειρόταν ήταν επέκταση άλλης για την οποία είχε εκδώσει άδεια ο Δήμος Λεμεσού, κατά το τεκμήριο της κανονικότητας (omina praesumuntur rite esse acta) ήταν μαρτυρία πως ο Δήμος Λεμεσού ήταν η αρμόδια αρχή και, κατ' επέκταση, πως η οικοδομή ανεγειρόταν μέσα στην περιοχή Λεμεσού για την οποία είχε αρμοδιότητα. Μάλιστα, η άδεια οικοδομής είχε εκδοθεί μετά από αίτηση των εφεσιβλήτων, η οποία κατατέθηκε, προς το Δήμο Λεμεσού που συνιστούσε μαρτυρία αποδοχής του ως της αρμόδιας αρχής."
Είχε προσαφθεί από την εφεσείουσα ως Κατηγορούσα Αρχή, κατά την πρωτόδικη δίκη, μαρτυρία (νομικά έγκυρη) από την οποία μπορούσε να συναχθεί, με το ψηλό και αυστηρό κριτήριο που υπαγορεύει η ποινική διαδικασία, ότι όντως η κατασκευή, για την οποία κατηγορήθηκε η εφεσίβλητη, βρισκόταν στην περιοχή του Δήμου. Ο Μ.Κ.1 Α. Κωνσταντινίδης ήταν υπεύθυνος του Κλάδου Εγγραφής του Κτηματολογίου Αμμοχώστου. Με την ιδιότητά του αυτή έλεγχε, εξέδιδε και υπόγραφε τους τίτλους ιδιοκτησίας των κτημάτων της επαρχίας. Η μαρτυρία του ήταν σαφής ότι το τεμ. 16 (με τα άλλα στοιχεία που παραθέσαμε) κείται στην Αγία Νάπα. Δεν ήταν όμως η μοναδική πηγή για μια τέτοια διαπίστωση. Άλλη, αναντίλεκτη μαρτυρία, οδηγούσε στο αυτό συμπέρασμα. Η εφεσίβλητη είναι ιδιοκτήτρια δυο διαμερισμάτων σε πολυκατοικία στην περιοχή του Δήμου γωστή ως ΦΕΜΙΑ ΚΩΡΤ. Αναντίρρητα,πριν την ανέγερσή της εξασφαλίστηκε άδεια οικοδομής από το Δήμο. Η επίδικη οικοδομή βρίσκεται μέσα στο ίδιο τεμάχιο, για το οποίο εξέδωσε ο Δήμος άδεια για τη ΦΕΜΙΑ. Πέραν των μαρτυριών αυτών, προκύπτει από άλλη μαρτυρία, που δόθηκε στην υπόθεση από τον υπεύθυνο των τεχνικών υπηρεσιών του Δήμου και του Ανώτερου Τεχνικού, ότι η εφεσείουσα τους επισκέφθηκε επανειλημμένα σχετικά με τη νομιμοποίηση αυτής της οικοδομής. Η μαρτυρία, για το ζήτημα, ήταν συντριπτική. Η διαπίστωση του πρωτόδικου δικαστή περί του αντιθέτου παραμερίζεται ως αδικαιολόγητη και ως απόρροια σφαλερής αξιολόγησης.
Η απόφαση του κατώτερου Δικαστηρίου δεν περιέχει άλλα ευρήματα που θα επέτρεπαν τον οριστικό χειρισμό της υπόθεσης από το Εφετείο είτε κάτω από το άρθρ. 145(α) του Κεφ. 155 είτε κάτω από το άρθρ. 145(β). Επιβάλλεται γιαυτό να ασκήσουμε την εξουσία που μας παρέχει η παράγρ. (δ) για να διατάξουμε νέα δίκη ενώπιον άλλου δικαστή του ίδιου δικαστηρίου. Υπολογίζουμε τα έξοδα, που θα βαρύνουν την εφεσίβλητη, σε £200.- (βλ. απόφαση Πική, Π. στην Κ.Ο.Τ. ν. Π. Χαραλάμπους, (2000) 2 Α.Α.Δ. 603.
Η έφεση επιτρέπεται. Η πρωτόδικη απόφαση παραμερίζεται και διατάσσεται επανεκδίκαση της υπόθεσης από άλλο δικαστή.
Η έφεση επιτρέπεται. Εκδίδεται διαταγή για έξοδα £200 εναντίον της εφεσίβλητης. Διατάσσεται επανεκδίκαση.