ΠΑΓΚΥΠΡΙΟΣ ΔΙΚΗΓΟΡΙΚΟΣ ΣΥΛΛΟΓΟΣ
|
ECLI:CY:AD:2023:A197
ΑΝΩΤΑΤΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ ΚΥΠΡΟΥ
ΔΕΥΤΕΡΟΒΑΘΜΙΑ ΔΙΚΑΙΟΔΟΣΙΑ
(Πολιτική Έφεση Αρ. 43/2007)
7 Ιουνίου, 2023
[ΓΙΑΣΕΜΗΣ, ΣΩΚΡΑΤΟΥΣ, ΣΑΝΤΗΣ, Δ/στές]
ΧΑΡΑΛΑΜΠΟΣ ΝΙΚΟΛΑΣ,
Εφεσείων,
v.
ΚΥΠΡΙΑΚΩΝ ΑΕΡΟΓΡΑΜΜΩΝ ΛΤΔ,
Εφεσίβλητων.
ΚΑΙ ΟΠΩΣ ΤΡΟΠΟΠΟΙΗΘΗΚΕ ΔΥΝΑΜΕΙ ΔΙΑΤΑΓΜΑΤΟΣ ΗΜΕΡΟΜΗΝΙΑΣ 23.2.2021:
ΧΑΡΑΛΑΜΠΟΣ ΝΙΚΟΛΑΣ,
Εφεσείων,
v.
ΚΥΠΡΙΑΚΩΝ ΑΕΡΟΓΡΑΜΜΩΝ ΛΤΔ, ΥΠΟ ΕΚΟΥΣΙΑ
ΕΚΚΑΘΑΡΙΣΗ, ΔΙΑ ΤΩΝ ΕΚΚΑΘΑΡΙΣΤΩΝ
κ.κ. DAVID DUNCKLEY ΚΑΙ ΑΥΓΟΥΣΤΙΝΟΥ ΠΑΠΑΘΩΜΑ,
Εφεσίβλητων.
ΚΑΙ ΟΠΩΣ ΤΡΟΠΟΠΟΙΗΘΗΚΕ ΔΥΝΑΜΕΙ ΔΙΑΤΑΓΜΑΤΟΣ ΗΜΕΡΟΜΗΝΙΑΣ 7.4.2023:
ΧΑΡΑΛΑΜΠΟΣ ΝΙΚΟΛΑΣ,
Εφεσείων,
v.
ΚΥΠΡΙΑΚΩΝ ΑΕΡΟΓΡΑΜΜΩΝ ΛΤΔ, ΥΠΟ ΕΚΟΥΣΙΑ
ΕΚΚΑΘΑΡΙΣΗ, ΔΙΑ ΤΟΥ ΕΚΚΑΘΑΡΙΣΤΗ κ. ΑΥΓΟΥΣΤΙΝΟΥ ΠΑΠΑΘΩΜΑ,
Εφεσίβλητων.
.......
Ο Εφεσείων εμφανίζεται προσωπικά.
Γ. Μίτλεττον, για Χρυσαφίνης και Πολυβίου Δ.Ε.Π.Ε., για τους Εφεσίβλητους.
ΓΙΑΣΕΜΗΣ, Δ.: Η ομόφωνη απόφαση του Δικαστηρίου θα δοθεί
από τον Σάντη, Δ.
Α Π Ο Φ Α Σ Η
ΣΑΝΤΗΣ, Δ.: Η παρούσα έφεση εκδικάστηκε ενώπιον μας μετά που το Εφετείο (υπό μερικώς διαφορετική σύνθεση) διέταξε κατά πλειοψηφία το επανάνοιγμα της την 24.2.22 (Νίκολας ν. Κυπριακών Αερογραμμών, υπό εκούσια εκκαθάριση, διά των Εκκαθαριστών, Π.Ε. 43/07, ημ. 24.2.22, ECLI:CY:AD:2022:A75).
Η έφεση είχε απορριφθεί επί της ουσίας από το Εφετείο την 21.4.10 (ξανά υπό άλλη σύνθεση) κατόπιν ακρόασης (Νικόλας ν. Κυπριακές Αερογραμμές Λτδ (2010) 1(Α) Α.Α.Δ. 513).
Η έφεση είχε καταχωριστεί από τον Εφεσείοντα/Ενάγοντα («ο Εφεσείων») κατά της απορριπτικής απόφασης του Επαρχιακού Δικαστηρίου Λευκωσίας ημερομηνίας 29.12.06 («το Πρωτόδικο Δικαστήριο») στην Αγωγή 7562/98 («η Αγωγή») εναντίον των Εφεσίβλητων/Εναγόμενων («οι Εφεσίβλητοι») σε σχέση προς αξίωση αποζημιώσεων για παράνομη απόλυση και δυσφήμιση του.
Μετά από την απόφαση του Εφετείου ημερομηνίας 21.4.10 («η πρώτη εφετειακή απόφαση»), το Ευρωπαϊκό Δικαστήριο Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων («το ΕΔΑΔ») αποδέχθηκε αίτηση του Εφεσείοντα για παραβίαση του Άρθρου 6.1 της Ευρωπαϊκής Σύμβασης Δικαιωμάτων του Ανθρώπου (ΕΣΔΑ), για το ότι η απόφαση του Εφετείου λήφθηκε από μη (αντικειμενικώς) αμερόληπτο Δικαστήριο (Nicholas v. Cyprus [2018] ECHR 12 (9 January 2018)).
Τούτων δοθέντων, ακούσαμε την Έφεση εξ υπαρχής, διαγράφοντας από το μυαλό καθετί που αποτυπώνεται υπό οποιαδήποτε μορφή στην πρώτη εφετειακή απόφαση.
Δυο λόγια πρώτα για τα βασικά γεγονότα και εκδοχές των μερών (όπως και για μερικά από τα πρωτόδικα ευρήματα).
Αυτό θα συντείνει στην καλύτερη αντίληψη όσων ακολουθούν.
Ως φαίνεται από τα κοινώς παραδεκτά γεγονότα, τη μαρτυρία και δικογραφία, ο Εφεσείων ήταν πιλότος αεροσκαφών και κάτοχος σχετικής άδειας από το 1979, ενώ οι Εφεσίβλητοι, εταιρεία αερογραμμών. Τον Οκτώβριο 1984 ο Εφεσείων υπέβαλε αίτηση προς τους Εφεσίβλητους για εργοδότηση, με αποτέλεσμα τον Ιανουάριο 1985 να προσληφθεί ως πιλότος (όπως διατείνεται), ή - ως υποστήριξαν οι Εφεσίβλητοι και βρήκε το Πρωτόδικο Δικαστήριο - ως μαθητευόμενος/trainee πιλότος στην υπηρεσία τους.
Η πρόσληψη έγινε στη βάση επιστολής ημερομηνίας 28.1.85, ως το Τεκμήριο 3, που απέστειλαν οι Εφεσίβλητοι προς τον Εφεσείοντα (και η οποία κατ' ουσίαν ήταν η προσφορά διορισμού προς αυτόν), με τον Εφεσείοντα να αποδέχεται (κατά τα πρωτόδικα ευρήματα) τους τεθέντες όρους και να προσλαμβάνεται στην υπηρεσία των Εφεσίβλητων από 10.1.85.
Από τούδε, και για πρακτικούς προπαντός σκοπούς, θα αναφερόμαστε στην επιστολή/Τεκμήριο 3, ως τη Συμφωνία των διαδίκων, ή κατά τις ανάγκες τού κειμένου, ως το Τεκμήριο 3.
Δοσμένου ότι υπάρχει απόκλιση μεταξύ Εφεσείοντα και Εφεσίβλητων για την ακριβή ερμηνευτική των όρων εργοδοσίας τού Εφεσείοντα βάσει της Συμφωνίας, παραθέτουμε το περιεχόμενο τού Τεκμήριου 3 (όπως και μέρος των αναφερόμενων στη Συλλογική Σύμβαση/Collective Agreement), για να καταστεί ευχερέστερη η κατανόηση της επιχειρηματολογίας των διαδίκων αλλά και η εφετειακή συλλογιστική που έπεται.
Τα ουσιωδώς διαλαμβανόμενα στο Τεκμήριο 3, είναι τούτα:
«[...]With reference to your application for employment with Cyprus Airways Ltd. I am pleased to offer you a trainee appointment under the following terms and conditions.
1. Your appointment will be as BAC1-11 Trainee Pilot with effect from 10th January, 1985, provided you pass to a satisfactory standard a BAC1-11 conversion course.
2. During the period of your initial training you will receive a salary of £1.194 per annum plus Cost of Living Allowance. When you have completed your initial base training and your licence has been endorsed with the aircraft type you will be placed in the pay scales as shown in Appendix I of the Second Schedule of the Collective Agreement in force between Cyprus Airways and Cyprus Airways Pilots' and Flight Engineers' Trade Union (copy attached). In addition you will receive the following allowances:
During ground conversion:
Simulator and base training: Full stop-over allowances and hotel accommodation
During Line Training: Full stop-over allowance and 50% maintenance allowance
3. When you have completed your initial training and you have been placed in the pay scale as set out in paragraph 2 above, you will be considered to be on a probationary period of one year. During the probationary period your employment may be terminated by either party by giving one month's notice in writing, in accordance with paragraph 2 of the First Schedule of the Collective Agreement referred to above.
4. With regard to transportation to and from place of residence the same arrangements will apply as for all other aircrew
During the period of your initial training and prior to commencement of your probationary period the Company has the right at any time to terminate your employment without having to give you any notice.
If the above terms and conditions are acceptable to you, please sign and return the second copy of this letter [...]».
Η παράγραφος 2 της Συλλογικής Σύμβασης (Collective Agreement), έχει ως εξής:
«2. [.] The first year of service will be regarded as probationary. During the probationary period, employment may be terminated by either party by giving one month's notice in writing, except in the event of failure to meet the professional standards of competency as determined by the Company, in which case the employee's services may be terminated forthwith. In the case of an aircrew terminating his services on his own accord and/or unjustified grounds, during the probationary period, the aircrew will have to pay back to the Company the whole or part of his conversion cost including hotel accommodation and allowances [...]».
Την 27.9.85 και κατά εισήγηση συσταθείσας Επιτροπής Αξιολόγησης/Review Board από τους Εφεσίβλητους («η Επιτροπή»), η οποία συνήλθε την 26.9.85, οι Εφεσίβλητοι τερμάτισαν τις υπηρεσίες του Εφεσείοντα τον οποίον και απέλυσαν αφού, κατά την εκδοχή τους, ο Εφεσείων δεν κατόρθωσε να πετύχει τα απαραίτητα επίπεδα επίδοσης, επαγγελματικής επάρκειας και ικανότητας.
Οι Εφεσίβλητοι κοινοποίησαν διά επιστολής στον Εφεσείοντα τον τερματισμό των υπηρεσιών του, στέλνοντας αντίγραφο της στην ασφαλιστική εταιρεία στην οποία παρέπεμψαν τον Εφεσείοντα για είσπραξη του αναλογούντος σ' αυτόν μεριδίου του από το Ταμείο Αφυπηρέτησης.
Ένα περίπου έτος αργότερα (την 7.11.86 και 8.11.86 αντιστοίχως), δύο από τους πρώην εκπαιδευτές του Εφεσείοντα πρότειναν προς τους Εφεσίβλητους την επαναπρόσληψη του με σκοπό την επιπλέον εκπαίδευση του, εισήγηση εντούτοις που απορρίφθηκε από τους Εφεσίβλητους.
Ο Εφεσείων, θεωρώντας την απόλυση του αδικαιολόγητη και παράνομη, και τους λόγους απόλυσης ανυπόστατους, αμέσως μετά από την απόλυση επεδίωξε - πλην όμως ανεπιτυχώς - επαναπρόσληψη του από τους Εφεσίβλητους.
Σε αποτυχία οδήγησαν και ύστερες προσπάθειες του Εφεσείοντα για επανεξέταση των σχετικών προς την εκπαίδευση του στοιχείων αλλά και πρόσληψης του από τη Eurocypria, θυγατρική εταιρεία των Εφεσίβλητων (κατά τα πρωτόδικα ευρήματα).
Ήταν πρωτοδίκως - αλλά και ενώπιον μας - θέση του Εφεσείοντα ότι είχε αρχικώς υποβληθεί, με μεγάλη επιτυχία, στην προνοούμενη από τους Κανονισμούς Πολιτικής Αεροπορίας εκπαίδευση για μαθητευόμενους πιλότους επί των αεροσκαφών BAC1-11 («τα BAC1-11») και πως στη συνέχεια προσλήφθηκε από τους Εφεσίβλητους ως πιλότος για τα εν λόγω αεροσκάφη.
Υπό την ιδιότητα αυτή, υποστηρίζει ο Εφεσείων, άρχισε να τυγχάνει ανάλογης εκπαίδευσης από τους Εφεσίβλητους προς απόκτηση ικανότητας απογείωσης και προσγείωσης των BAC1-11, και γενικώς πλοήγησης τους, άνευ επικουρίας κυβερνήτη-εκπαιδευτή.
Η (αρχική) αυτή εκπαίδευση («initial training») αποτελούνταν, κατά τη Συμφωνία, από δύο μέρη/στάδια, ήτοι to «simulator and base training» (πρώτο στάδιο) και το «line training» [δεύτερο στάδιο] («η Εκπαίδευση» ή αναλόγως των αναγκών του κειμένου «initial training»).
Κατά την Εκπαίδευση, ο Εφεσείων εκτελούσε κανονικά δρομολόγια με τα BAC1-11, μεταφέροντας επιβάτες, συνοδευόμενος όμως πάντοτε από κυβερνήτη-εκπαιδευτή.
Σε κάποια φάση της Εκπαίδευσης και ενώ όλα έβαιναν ομαλώς, έχοντας ο Εφεσείων αποσπάσει κατ' επανάληψη τα συγχαρητήρια των εκπαιδευτών για το ψηλό επίπεδο ικανότητας του, αυτός διαπίστωσε ριζική μεταβολή στη συμπεριφορά των εκπαιδευτών έναντι του.
Παρά τις επίμονες προσπάθειες ο Εφεσείων δεν κατέστη δυνατό να πληροφορηθεί τους λόγους για τη αναστροφή τής συμπεριφοράς των εκπαιδευτών.
Αναφορικώς προς την Επιτροπή που εισηγήθηκε την απόλυση του, ο Εφεσείων αντιτάσσει πως τούτη δεν ήταν επιτροπή αξιολόγησης, όπως και ότι ούτε και η κρίσιμη συνεδρίαση (την 26.9.85) έγινε για σκοπούς αξιολόγησης του, πέραν από το ότι η συναρτώμενη απόφαση δεν ήταν ομόφωνη.
Ο Εφεσείων είπε προσθέτως ότι οι εκ πλευράς Εφεσίβλητων κοινοποιήσεις των αποφάσεων τους για την απόλυση του σε τρίτους (όπως την Eurocypria), ήσαν δυσφημιστικές, με παρεπόμενο τούτος να δικαιούται σε ανάλογες αποζημιώσεις για το ομώνυμο αστικό αδίκημα.
Κατά την εκδοχή των Εφεσίβλητων, ο Εφεσείων προσελήφθη ως μαθητευόμενος πιλότος, η δε απόλυση του ήταν καθόλα νόμιμη και νομότυπη μια και οι υπηρεσίες του τερματίστηκαν κατά τη διάρκεια της Εκπαίδευσης, λόγω του ότι αυτός «... δεν επέδειξε τα απαιτούμενα από την εναγόμενη επίπεδα επαγγελματικής επάρκειας/ικανότητας ...».
Εκτός τούτου, σε ό,τι σχετίζεται προς την αξίωση για δυσφήμιση, οι Εφεσίβλητοι προώθησαν πως η κοινοποίηση προς τρίτους των λόγων τερματισμού των υπηρεσιών του Εφεσείοντα δεν συνιστούσε νομική δυσφήμιση αφού ο κρινόμενος ισχυρισμός ήταν αληθής και ανταποκρινόμενος στην πραγματικότητα.
Το Πρωτόδικο Δικαστήριο - δεχόμενο τη μαρτυρία και εκδοχή των Εφεσίβλητων και απορρίπτοντας εκείνη του Εφεσείοντα - αξιολογώντας την ενώπιον του προφορική και έγγραφη μαρτυρία απέληξε ότι οι υπηρεσίες του Εφεσείοντα τερματίστηκαν από τους Εφεσίβλητους ενώ κυλούσε η Εκπαίδευση, και προτού συμπληρωθούν 12 μήνες από την πρόσληψη του.
Έτσι, το Πρωτόδικο Δικαστήριο κατέληξε πως οι υπηρεσίες του Εφεσείοντα τερματίστηκαν νομίμως και δικαιολογημένως την 27.9.85 πριν από τη συμπλήρωση της εργοδότησης του με τους Εφεσίβλητους, απορρίπτοντας συνακολούθως και την αξίωση για δυσφήμηση, αποφαινόμενο ότι το μεδούλι των δυσφημιστικών λέξεων ήταν αληθές, με επακόλουθο την επιτυχία της υπεράσπισης τής αλήθειας, και εν τέλει την αποτυχία και απόρριψη της Αγωγής στο σύνολο της.
Ο Εφεσείων προσβάλλει την Πρωτόδικη Απόφαση με 13 συνολικά λόγους έφεσης, με έξι από αυτούς να αποτυπώνονται στην αρχική Ειδοποίηση Εφέσεως ημερομηνίας 9.2.07 («το εφετήριο»), με δύο άλλους πρόσθετους να καταχωρίζονται ύστερα από άδεια του Εφετείου (πριν από την έκδοση της πρώτης εφετειακής απόφασης), και πέντε ετέρους λόγους έφεσης να καταχωρίζονται κατόπιν δικής μας άδειας την 5.4.23 (με συναίνεση των Εφεσίβλητων).
Οι λόγοι έφεσης (εξ απόψεως αιτιολογίας στο εφετήριο) σύγκεινται κατά βάσιν σε εναντιώσεις του Εφεσείοντα για την πρωτόδικη αξιολόγηση της μαρτυρίας, ως ο λόγος έφεσης 3 στο αρχικό εφετήριο και οι επιπλέον λόγοι έφεσης 1-5 («οι λόγοι έφεσης επί της αξιολόγησης»), αλλά και των πρωτόδικων ευρημάτων και διαπιστώσεων επί των σχετικώς επίδικων θεμάτων για τους όρους εργοδότησης, αξιολόγησης και τερματισμού της Συμφωνίας, καθώς και της κατ' ισχυρισμόν δυσφήμισης του από τους Εφεσίβλητους, ως οι λόγοι έφεσης 1, 2, 4, 5 και 6 και οι πρόσθετοι λόγοι έφεσης 1 και 2 στο εφετήριο, όπως και οι παραπάνω λόγοι έφεσης 1-5 («οι λόγοι έφεσης επί των ευρημάτων»).
Αξιολογήσαμε καθετί που μας τέθηκε, στην πλήρη του μορφή.
Το ίδιο, και τα περιγράμματα αγόρευσης του Εφεσείοντα και του ευπαίδευτου δικηγόρου των Εφεσίβλητων (μετά των γραπτών και προφορικών διευκρινήσεων στην ακρόαση), τα οποία είχαν ως επίκεντρο, με διαφορετική επιδίωξη, την αιτιολογία που συνοδεύει τους προειρημένους λόγους έφεσης.
Θα εξετάσουμε πρώτα, και σωρευτικώς, τους λόγους έφεσης επί της αξιολόγησης και έπειτα, ξεχωριστά, τους λόγους έφεσης επί των ευρημάτων.
Παρεμβάλλουμε, πως οι λόγοι έφεσης εν συνόλω, ως εκ της δικογράφησης τους, παρουσιάζουν μεταξύ τους αλληλοεπικάλυψη θεματολογίας και στόχευσης, και έτσι είναι που τους πραγματευθήκαμε και κρίναμε, εκεί όπου χρειαζόταν.
Αρχίζουμε με τους λόγους έφεσης επί της αξιολόγησης.
Ο Εφεσείων ισχυρίζεται πως το Πρωτόδικο Δικαστήριο έσφαλε στην αξιολόγηση της μαρτυρίας τού ιδίου ως μάρτυρα και του Χαράλαμπου Κολοκοτρώνη/ΜΕ3 («ο ΜΕ3»), επειδή (σε ό,τι σχετίζεται προς τη μαρτυρία του Εφεσείοντα), το Πρωτόδικο Δικαστήριο παρερμήνευσε κάποιες από τις μαρτυριακές του αναφορές, φθάνοντας και σε σημείο να τον χαρακτηρίσει (όπως υποβάλλει ο Εφεσείων) «... ως «ηθοποιό» με διάφορες προθέσεις όπως η αποφυγή διάφορων ερωτήσεων ...» (το απόσπασμα είναι αυτούσιο ως και όσα έπονται), ενώ (εν σχέσει προς τον ΜΕ3), να κατατάξει τη μαρτυρία του ως ανασφαλή και ανάξια απόδοσης βαρύτητας προς εξαγωγή οποιουδήποτε συμπεράσματος.
Μελετήσαμε με ύψιστη προσοχή καθετί στο οποίο παρέπεμψε ο Εφεσείων για να δομήσει τις επί της πρωτόδικης μαρτυριακής αξιολόγησης αντιθέσεις του, δίχως ωστόσο να διακρίνουμε κατιτί που θα μπορούσε ευλόγως να οδηγήσει σε υιοθέτηση των απόψεων του, και αυτό αφορά όχι μονάχα στη δική του μαρτυρία αλλά και σε εκείνη του ΜΕ3.
Διευκρινίζουμε.
Για τον Εφεσείοντα (ως μάρτυρα), το Πρωτόδικο Δικαστήριο είπε και τούτα (τα οποία παραθέτουμε σε έκταση, ως θα πράξουμε και με άλλες πρωτόδικες αναφορές, ώστε να καταδείξουμε πιο παραστατικά και αυθεντικά τα καθαυτό προκύπτοντα):
«...............................................................................................................................
Έχοντας εξετάσει το σύνολο των στοιχείων της μαρτυρίας που περιβάλλουν το συγκεκριμένο ζήτημα και έχοντας παρακολουθήσει τον ενάγοντα ενώ κατέθετε, πρέπει να πω ότι η εντύπωση που αποκόμισα είναι πως η μαρτυρία του ενάγοντα επί του εν λόγω ζητήματος, χαρακτηρίζεται από μια προσπάθεια υποβάθμισης και συχνά διαστρέβλωσης του ρόλου που η επιτροπή, με εισήγηση της οποίας απολύθηκε, διαδραμάτισε στην απόλυση του. Ενδεικτικό της εικόνας που παρουσιάζει η συγκεκριμένη πτυχή της μαρτυρίας του ενάγοντα, συνιστά το γεγονός ότι πασιφανή γεγονότα, ακόμα και γεγονότα που ο ενάγοντας αρχικά δέχθηκε, στην αντεξέταση του, προφανώς για να αποφύγει τυχόν επιζήμιες συνέπειες που τα εν λόγω γεγονότα ενδεχομένως να είχαν για την υπόθεση του, είτε δίσταζε να τα δεχθεί είτε δεν δίσταζε να προσφεύγει σε υπεκφυγές, ακόμα και να τα απορρίπτει. Π.χ. ενώ στην κύρια εξέταση του, ουσιαστικά δέχθηκε ότι η επιτροπή με εισήγηση της οποίας τερματίστηκαν οι υπηρεσίες του, συστάθηκε στην ουσία για να τον αξιολογήσει, ιδιαίτερα μάλιστα μετά την αιφνίδια και ανεξήγητη, όπως ισχυρίστηκε, στροφή 180° στη συμπεριφορά των εκπαιδευτών του απέναντι του και παρά το γεγονός ότι η επιτροπή κατά την κρίσιμη συνεδρία της όντως αξιολόγησε την μέχρι τότε επίδοση και απόδοση του κατά τη διάρκεια της εκπαίδευσης του (Line Training), στην αντεξέταση του αρνήθηκε ότι επρόκειτο για επιτροπή αξιολόγησης, ισχυρίστηκε ότι δεν υπήρχε τέτοια επιτροπή «αλλά προκήρυξαν μια για χάρη μου και ως εκ τούτου δεν μπορεί να θεωρηθεί συμβούλιο αξιολόγησης». Όταν μάλιστα του υποδείχθηκε στην αντεξέταση, ότι το συγκεκριμένο τεκμήριο, (Τεκμήριο 7), κατατέθηκε από τον ίδιο, απάντησε «ο λόγος που το κατάθεσα είναι για ν' αποδείξω ότι απολύθηκα την ημερομηνία αυτή και τίποτε άλλο». Στην ερώτηση αν έλαβε τελικά χώρα συμβούλιο αξιολόγησης ή αν τέτοιο συμβούλιο κακώς έλαβε χώρα, απάντησε «όχι, έγινε» για να προσθέσει αμέσως «Review Board δεν υπήρχε στις Κυπριακές Αερογραμμές. Αυτοί το απεκάλεσαν Review Board αλλά δεν ευσταθεί ότι με αξιολόγησαν». Όταν στη συνέχεια του υποδείχθηκε ότι η επιτροπή συνεδρίασε υπό την προεδρία του αρχιπιλότου Α. Μαρνέρου και μάλιστα στην παρουσία του, απάντησε «ήταν (ο Μαρνέρος) στην αίθουσα που πήγα εγώ αλλά δεν το αναγνωρίζω ως Review Board...μου ζήτησε ο εργοδότης μου να πάω σε μια συνάθροιση που την έκαμε». Επίσης όταν ρωτήθηκε αν η απόφαση της επιτροπής να εισηγηθεί την απόλυση του για τον συγκεκριμένο λόγο που απολύθηκε ήταν ομόφωνη, αρχικά απάντησε «δεν ξέρω». Όταν του υποδείχθηκε ότι ο αρχιπιλότος Μαρνέρος στο Memo Τεκμήριο 29 - το περιεχόμενο του εν λόγω τεκμηρίου παρατίθεται αυτούσιο πιο πάνω [1]- κάμνει αναφορά σε ομόφωνη απόφαση της επιτροπής, ο ενάγοντας απέφυγε να τοποθετηθεί, στην αμέσως δε επόμενη ερώτηση κατά πόσο τα μέλη της επιτροπής, δηλαδή οι μέχρι τότε εκπαιδευτές του συμφώνησαν με την εισήγηση για απόλυση του, απάντησε «δεν ξέρω, δεν ξέρω προσωπικά ...». Αλλά και το γεγονός της καθυστέρησης του ενάγοντα να προσφύγει στο Δικαστήριο - ενώ οι υπηρεσίες του τερματίστηκαν το 1985 δεν προσέφυγε στο Δικαστήριο παρά 13 χρόνια αργότερα - μπορεί να συνταχθεί κάτω από την όλη στάση και συμπεριφορά του ενάγοντα και της γνησιότητας των απαιτήσεων του, (Βλ. Φ. Χριστοφή ν. Κ. Ζαχαριάδη (2002) 1 ΑΑΔ σελ. 401).
..............................................................................................................................».
Δεν εντοπίζουμε στα ανωτέρω - ή αλλού στην Πρωτόδικη Απόφαση - κάτι που να χαρακτηρίζει τον Εφεσείοντα ως «ηθοποιό» (όπως αυτός προτάσσει), μήτε όμως και οτιδήποτε άλλο θα μπορούσε αντικειμενικώς και λελογισμένως να κατατείνει σε τέτοιο συμπέρασμα.
Απεναντίας, ως εξάγεται από τη μακρά περικοπή που παραθέσαμε πιο πάνω, το Πρωτόδικο Δικαστήριο, για να καταλήξει επί της αξιοπιστίας του Εφεσείοντα (αλλά και επί των υπολοίπων μαρτύρων), δεν περιορίστηκε μόνο στην εν γένει μαρτυριακή συμπεριφορά στο εδώλιο αλλά επεκτάθηκε και σε εκτίμηση της εσωτερικής συνοχής τής μαρτυρίας που (στην περίπτωση του Εφεσείοντα) ανέδειξε ουσιώδεις αντιφάσεις και ανακολουθίες (οι οποίες και καταγράφονται με ενάργεια στο αφορών σκεπτικό).
Πέραν τούτου, το Πρωτόδικο Δικαστήριο - με δύο παραδείγματα να αφορούν στα Τεκμήρια 7 και 29 - χρησιμοποίησε, όπου απαιτήθηκε, ως σταθερό σημείο συσχέτισης, παραδοχές του Εφεσείοντα στα δικόγραφα και στη μαρτυρία.
Σωστά, είναι που έπραξε, το Πρωτόδικο Δικαστήριο (Στεφάνου ν. Agrowise Ltd, Π.Ε. 368/14, ημ. 28.3.23, ECLI:CY:AD:2023:A113, Speed Line Autoservices Ltd v. Υδρόγειος Ασφαλιστική Εταιρεία (Κύπρου Λτδ), Π.Ε. 324/14, ημ. 7.3.23, ECLI:CY:AD:2023:A102, Love Birds Pet Shop Ltd v. Griva, Π.Ε. 133/14, ημ. 20.7.21, ECLI:CY:AD:2021:A335, Σενέκκης ν. Οργανισμός Χρηματοδοτήσεως Στέγης Παγκυπριακή Λτδ (2012) 1(Α) Α.Α.Δ. 417).
Ο Εφεσείων πρότεινε, ενδεικτικώς, πως η πρωτόδικη απάντηση του στο ερώτημα για το αν η απόφαση της Επιτροπής ήταν ή όχι ομόφωνη (δηλώνοντας «... δεν ξέρω»), οφειλόταν «... στον απλούστατο λόγο ότι δεν ήμουν παρών όταν η απόλυση μου συζητήθηκε και αποφασίστηκε ...», κάτι όμως που ο μάρτυς, μολονότι ένιωθε τόσο έντονα, δεν μερίμνησε να το προσθέσει στη μαρτυρία του (ούτε καν διά διευκρίνησης στην επανεξέταση).
Απορρίπτουμε το επιχείρημα του Εφεσείοντα.
Αστήρικτη θεωρούμε και τη συζήτηση που ξεδίπλωσε ο Εφεσείων για το κατά πόσο συγκεκριμένα πρόσωπα ήσαν ή δεν ήσαν εκπαιδευτές του (σε αντίθεση με όσα απέγραψε το Πρωτόδικο Δικαστήριο).
Η υπό συζήτηση έκφανση φαίνεται να ανεφύει από αναφορά στη σελίδα 3 της Πρωτόδικης Απόφασης, πως «... στις 7.11.86 και 8.11.86 αντίστοιχα, δύο από τους πρώην εκπαιδευτές του ενάγοντα, ήτοι οι κυβερνήτες J. Walker και C.J. Thomson, με επιστολές τους προς τον αρχιπιλότο Α. Μαρνέρο προτείνουν την επαναπρόσληψη του ενάγοντα με σκοπό την περαιτέρω εκπαίδευση του ...».
Η θέση τούτη, για ό,τι εκφράζει ως υποτιθέμενο γεγονός, απορρίφθηκε εν πάση περιπτώσει κατά τα ευρήματα του Πρωτόδικου Δικαστηρίου.
Όπως όμως και να έχουν τα πράγματα - και θέτοντας στο περιθώριο χάριν συζήτησης το ότι ο Εφεσείων στην αντεξέταση του χαρακτήρισε τον «... κ. D' Arcy .» ως «... ο υπεύθυνος μου ...» - ο ψόγος του Εφεσείοντα απαρτίζει, με κάθε σεβασμό, επουσιώδη παράμετρο η οποία διόλου δεν θα μπορούσε να επηρεάσει εκ της φύσης της τον πυρήνα τής ανάλυσης του Πρωτόδικου Δικαστηρίου, διότι, αυστηρώς, ένεκα της εκτύλιξης της υπόθεσης και των παραδοχών που ανέκυψαν, το περί ου ο λόγος δεν αποτελούσε επίμαχο ζήτημα.
Γνωρίζουμε από τη νομολογία πως κατά την αξιολόγηση της μαρτυρίας δεν πρέπει κατά κανόνα, που εδώ δεν υπήρχε νομιμοποιητικός λόγος παράκαμψης, να συνεκτιμώνται στοιχεία που είναι άσχετα προς τα επίδικα θέματα (Hellenic Bank Public Co Ltd v. Χριστοδουλίδη (2016) 1(Α) Α.Α.Δ 585, ECLI:CY:AD:2016:A119, 595, Hasan v. Ανδρέου (2015) 1(Γ) Α.Α.Δ. 2624, ECLI:CY:AD:2015:A803, 2633-2634, Achilleos v. Mavrou and Another (1985) 1 C.L.R. 244, 248).
Το Πρωτόδικο Δικαστήριο δεν καταλόγισε έτσι κι αλλιώς οτιδήποτε το αρνητικό ως εκ της συζητούμενης μνείας, ούτε όμως και επέφερε κάτι αρνητικό στην υπόθεση του Εφεσείοντα, ή συνθέτει πτυχή που θα μπορούσε να αναδείξει οιασδήποτε μορφής προκατάληψη ή άλλη δικονομική ή ουσιαστική δυσμένεια σε αυτόν και στην Αγωγή.
Απορρίπτουμε και αυτούς τους συλλογισμούς του Εφεσείοντα.
Ο Εφεσείων έκανε επίσης λόγο για το ότι το Πρωτόδικο Δικαστήριο, αστόχως, κατέγραψε πως συγκροτούσε κοινό έδαφος ή παραδεκτή πτυχή το ότι είχε δοθεί η ευκαιρία σε αυτόν να παρέμβει στην Επιτροπή.
Ούτε αυτή η εισήγηση του Εφεσείοντα είναι ορθή καθότι συγκρούεται με την αντιτιθέμενη θέση που ο ίδιος εξέφρασε κατά την αντεξέταση, παραδεχόμενος, στα πολλά, πως εμφανίστηκε στη συνεδρία της Επιτροπής στην οποία τού είχε δοθεί χρόνος να εκθέσει τις απόψεις του, παρόλο που, όπως ισχυρίστηκε, ο χρόνος αυτός ήταν περιορισμένος.
Την αντίφαση - αφού περί τέτοιας πρόκειται - εντόπισε το Πρωτόδικο Δικαστήριο, αποδίδοντάς την στη συχνή, ως διέκρινε, προσπάθεια του Εφεσείοντα στη μαρτυρία του να υποβαθμίσει και διαστρεβλώσει τον ρόλο της Επιτροπής.
Δεν χρειάζεται να πούμε άλλα για τούτο το αυτονόητο.
Δεν δεχόμαστε ούτε και αυτή τη θέση του Εφεσείοντα.
Έψεξε προσέτι ο Εφεσείων το Πρωτόδικο Δικαστήριο για το ότι λανθασμένως έκρινε πως ο ίδιος παραδέχθηκε ότι η Eurocypria ήταν θυγατρική εταιρεία των Εφεσίβλητων «... εφόσον καμία αναφορά γίνεται από εμένα στα Πρακτικά ή στα καταχωρημένα Τεκμήρια επί αυτού του θέματος ...», προκαλώντας τους Εφεσίβλητους «... να το αποδείξουν με παραπομπή στα Πραχτικά ή οπουδήποτε αλλού, ή να αποσυρθεί με την παραδοχή ότι είναι ακόμη ένα σφάλμα στην αξιολόγηση των Πραχτικών από το Πρωτόδικο Δικαστήριο ...».
Το Πρωτόδικο Δικαστήριο σε κανένα σημείο της απόφασης δεν απόδωσε στον Εφεσείοντα δήλωση πως η Eurocypria ήταν θυγατρική εταιρεία των Εφεσίβλητων.
Εκείνο που το Πρωτόδικο Δικαστήριο αποτύπωσε ως εύρημα είναι ότι, πράγματι, ως θέμα γεγονότος, η Eurocypria ήταν θυγατρική εταιρεία των Εφεσίβλητων, και τούτο βάσει αναντίλεκτης μαρτυρίας που είχε τεθεί ενώπιον του, εκτός τού ότι αφορώσα μαρτυρία δόθηκε και από τον ΜΕ3 (τον οποίο κάλεσε ο Εφεσείων), ο οποίος δήλωσε, ενάντια στην γραμμή που προωθούσε ο Εφεσείων, πως «... η εταιρεία EuroCypria .» είχε λάβει σχετικές πληροφορίες για τα προσόντα του Εφεσείοντα «... από τη μητρική εταιρεία που ήταν η Cyprus Airways .».
Πέραν των παραδειγμάτων στα οποία έχουμε αναφερθεί, εξετάσαμε μια προς μια και τις υπόλοιπες περιπτώσεις που προέταξε ο Εφεσείων, ιχνηλατώντας τις αναφορές του, διάσπαρτες ως ήσαν στους λόγους έφεσης (και στα περιγράμματα του), κρίνοντας πως τούτες δεν αποτελούν τίποτα περισσότερο παρά απόρροια τής από μέρους του μικροσκοπικής θεώρησης τής πρωτόδικης κρίσης, πασχίζοντας τούτος να προωθήσει, διαστρέφοντας πολλές φορές (και μάλλον άθελα) την πραγματική σημασία και νόημα λέξεων και εκφράσεων ούτως ώστε να τις διαπλάσει βολικά και επιλεκτικά - κάτι απαράδεκτο (Ιωάννου ν. Κουννίδη (1998) 1(Γ) Α.Α.Δ 1215, 1224-1225) - προκειμένου να προβάλει θέσεις που θεωρούσε ότι εξυπηρετούσαν τις βλέψεις του.
Τούτα, τηρουμένων των αναλογίων, εφαρμόζονται εν πολλοίς και για τον ΜΕ3, περί της μαρτυρία τού οποίου το Πρωτόδικο Δικαστήριο, κατέγραψε και αυτά:
«[...] Τόσο η εν λόγω έκθεση όσο και η μαρτυρία του ΜΕ3, περιστρέφονται βασικά γύρω από την έρευνα που ο μάρτυρας διεξήγαγε, το 1994, αναφορικά με παράπονο που ο ενάγοντας είχε υποβάλει στον τότε Επίτροπο Διοίκησης κατά του Υπουργείου Εργασίας και Κοινωνικών Ασφαλίσεων και του Τμήματος Μετανάστευσης σχετικά με την απόφαση τους να συστήσουν και ν εγκρίνουν αντίστοιχα, την παροχή άδειας εργασίας σε αλλοδαπούς πιλότους που εργοδοτήθηκαν από την εταιρεία EuroCypria ενώ ανάλογη αίτηση του ενάγοντα για εργοδότηση του από την εν λόγω εταιρεία, απορρίφθηκε.
Υπενθυμίζω ότι σύμφωνα με τα παραδεκτά γεγονότα τα οποία οδήγησαν σε ανάλογα ευρήματα, της έρευνας του ΜΕ3 προηγήθηκε έρευνα από τον τότε Επίτροπο Διοίκησης στο γραφείο του οποίου υποβλήθηκε αρχικά το παράπονο του ενάγοντα. Ο Επίτροπος Διοίκησης εισηγήθηκε επανεξέταση από το πιο πάνω Υπουργείο όπως και το Υπουργείο Εσωτερικών στο οποίο υπαγόταν το Τμήμα Μετανάστευσης, του θέματος που αφορούσε την καταλληλότητα του ενάγοντα για εργοδότηση, με βάση τα τότε, δηλαδή τον Ιούνιο 1993, ισχύοντα δεδομένα. Σ' αυτό το στάδιο θεωρώ σκόπιμο να διευκρινίσω ότι η έκθεση του Επίτροπου Διοίκησης (Τεκ. 35) κατατέθηκε ενώπιον μου, αποκλειστικά για σκοπούς απόδειξης του ισχυρισμού του ενάγοντα, ισχυρισμού σχετικού με την αξίωση του ενάγοντα για αποζημιώσεις για δυσφήμηση, ότι οι εναγόμενοι ενημέρωσαν την εταιρεία EuroCypria αναφορικά με το γεγονός του τερματισμού των υπηρεσιών του ενάγοντα το 1985 και κοινοποίησαν στην εν λόγω εταιρεία τους λόγους για τους οποίους οι υπηρεσίες του ενάγοντα τερματίστηκαν. Η κοινοποίηση του εν λόγω γεγονότος όπως και των λόγων απόλυσης του ενάγοντα από τους εναγόμενους στην εταιρεία EuroCypria, δεν αμφισβητείται από τους πρώτους. Συνεπώς θεωρώ πως δεν συντρέχει λόγος για αξιολόγηση ή έστω για απλή αναφορά στο περιεχόμενο του τεκμηρίου 35, είτε στο παρόν είτε σε κατοπινό στάδιο.
Επανερχόμενος στο περιεχόμενο του τεκμηρίου 36 και στη μαρτυρία του ΜΕ3 παρατηρώ τα εξής. Συνιστά κοινή θέση, πως όταν εξετάζεται θέμα καταλληλότητας για εργοδότηση στη θέση πιλότου, υπεισέρχονται και αυτό λόγω της ιδιάζουσας, όπως και οι δύο πλευρές δέχονται, φύσης του θέματος, σωρεία άλλων από την κατοχή άδειας πιλότου, παραγόντων, όπως προσωπικότητα του υποψηφίου, ικανότητα του να αντιδρά ψύχραιμα και αποτελεσματικά κάτω από συνθήκες πίεσης, ικανότητας συνεργασίας του με τους συνεργάτες του, επάρκειας του σαν πιλότου. Συνιστά επίσης κοινή θέση πως οι πλέον αρμόδιοι για να κρίνουν το θέμα καταλληλότητας ενός υποψηφίου αδειούχου πιλότου για εργοδότηση του σαν πιλότου, είναι οι εκπαιδευτές του. (Βλ. μαρτυρία ενάγοντα στην αντεξέταση). Πάνω στις ίδιες γραμμές, επί της συγκεκριμένης πτυχής του θέματος, κυλά και η μαρτυρία του ΜΕ3.
Στην προκειμένη περίπτωση, σε αντίθεση με τους τότε εκπαιδευτές του ενάγοντα οι οποίοι μετείχαν στην επιτροπή αξιολόγησης, ο ΜΕ3, όπως και ο ίδιος δέχθηκε, δεν είχε τα απαιτούμενα προσόντα, να προβεί σε αξιολόγηση υποψηφίων για πρόσληψη πιλότων, στην συγκεκριμένη περίπτωση του ενάγοντα. Πέραν τούτου η έρευνα την οποία διεξήγαγε ο ΜΕ3, αποκλειστικά αποσκοπούσε στη διερεύνηση του παραπόνου του ενάγοντα για εργοδότηση αλλοδαπών πιλότων, από την εταιρεία EuroCypria, κατά παράβαση συγκεκριμένου Κανονισμού, του Κανονισμού 11 και όχι για διερεύνηση των συνθηκών τερματισμού των υπηρεσιών του ενάγοντα από τους εναγόμενους, τον Σεπτέμβριο 1985.
Ο ΜΕ3 στη μαρτυρία του απέδωσε στην ενέργεια της επιτροπής αξιολόγησης να εισηγηθεί τον τερματισμό των υπηρεσιών του ενάγοντα, κακοπιστία και ανάλογα χαρακτήρισε τη συγκεκριμένη ενέργεια των μελών της. Ανεξάρτητα από το γεγονός ότι η εν λόγω θέση του μάρτυρα παρέμεινε ουσιαστικά ατεκμηρίωτη και συνεπώς μετέωρη, ο μάρτυρας αντεξεταζόμενος, δέχθηκε ότι μια από τις επιλογές που δικαιολογημένα με βάση τα τότε ισχύοντα δεδομένα ήταν στην διάθεση των εναγομένων ήταν και η επιλογή την οποία έκαμαν, δηλαδή ο τερματισμός των υπηρεσιών του ενάγοντα.
Σαν αποτέλεσμα κρίνω ότι η έκθεση του ΜΕ3 Τεκ. 36, όπως και η μαρτυρία του συνιστούν ανασφαλές υπόβαθρο για την εξαγωγή συμπερασμάτων[...]».
Δεν ακούσαμε κάτι από τον Εφεσείοντα που να συνηγορεί σε ανατροπή της αξιολόγησης της μαρτυρίας του ΜΕ3 αλλά ούτε και εμείς ανιχνεύσαμε κάτι που θα μπορούσε να κατευθύνει προς άλλες τέτοιες σκέψεις.
Η αξιολογική προσέγγιση του Πρωτόδικου Δικαστηρίου επιτελέστηκε ορθώς και εντός των εξουσιών του, έχοντας βεβαίως τούτο και τη μεγάλη ευθύνη διαπίστωσης των πραγματικών γεγονότων - πέραν της διεξοδικής αξιολόγησης και αντιπαραβολής με άλλη έγγραφη και προφορική μαρτυρία - ως εκ της πλεονεκτικής θέσης του για να κρίνει την αξιοπιστία των μαρτύρων βλέποντας και ακούγοντας τους ενώ κατέθεταν (Χατζηγιάννη ν. Pitsillides Trading Co Ltd και Άλλου, Π.Ε. 341/14, ημ. 22.5.23, ECLI:CY:AD:2023:A177, Αψερός ν. Παρασκευόπουλος, Π.Ε. 17/15, ημ. 29.3.23, ECLI:CY:AD:2023:A114, Γεωργιάδη και Άλλων ν. Συνεργατικής Εταιρείας Διαχείρισης Περιουσιακών Στοιχείων Λτδ, Π.Ε. 376/14, ημ. 16.3.23, ECLI:CY:AD:2023:A90, Περατικού ν. Ελληνική Τράπεζα (Χρηματοδοτήσεις) Λτδ, Π.Ε. 287/13, ημ. 16.6.21, ECLI:CY:AD:2021:A254, Charalambous v Demetriou (1961) 1 C.L.R. 14, 16-29).
Δεν είναι η τωρινή, περίπτωση που να καλεί σε αξιολογική ανατροπή.
Τα πρωτόδικα συμπεράσματα και ευρήματα περί αξιοπιστίας μαρτύρων και μαρτυρίας, κρινόμενα αντικειμενικώς, ήσαν ευλόγως επιτρεπτά, δεν αντιστρατεύονται την κοινή λογική, δικαιολογούνται από τη μαρτυρία και κρίνονται στέρεα, συνεπή και συμπαγή (Λεβέντη και άλλης ν. Alpha Bank Cyprus Ltd, Π.Ε. 253/14, ημ. 5.12.22, ECLI:CY:AD:2022:A475, Φιλίππου ν. Parkin, Π.Ε. 12/18, ημ. 6.4.21, ECLI:CY:DOD:2021:7, Αντρέου ν Τσίρου, Έφεση 26/17, ημ. 28.7.20).
Οι λόγοι έφεσης επί της αξιοπιστίας χρήζουν απόρριψης.
Εισερχόμαστε στους λόγους έφεσης επί των ευρημάτων.
Το κυριότερο παράπονο του Εφεσείοντα - και ίσως το σημαντικότερο για την πεμπτουσία της επίδικης διαφοράς - σύγκειται στο ότι εσφαλμένως το Πρωτόδικο Δικαστήριο καταστάλαξε πως τούτος εργοδοτήθηκε από τους Εφεσίβλητους ως εκπαιδευόμενος πιλότος για συγκεκριμένη χρονική περίοδο.
Εντός των παραμέτρων αυτών, ο Εφεσείων συζητεί και σειρά άλλων επάλληλων και παράλληλων θεμάτων που κατά κύριο λόγο αφορούν στη διεργασία που ακολούθησε το Πρωτόδικο Δικαστήριο για να καταλήξει στα περί ων ο λόγος ευρήματα - παραπέμποντας και στη γραπτή μαρτυρία - με εντονότερη την αντίρρηση στον πρωτόδικο λόγο πως αποτέλεσε κοινό έδαφος ή και παραδεκτό γεγονός το ότι ο Εφεσείων όντως εργοδοτήθηκε ως εκπαιδευόμενος πιλότος και όχι ως πιλότος.
Δεν έχει δίκαιο ο Εφεσείων.
Εξηγούμε.
Αρχίζουμε από τη δικογραφία και την εκεί αποτύπωση του Εφεσείοντα (στην παράγραφο 1 της Έκθεσης Απαίτησης), ότι [τούτος] «... κατά ή περί την 4/1/1985 προσελήφθη σαν πιλότος στην εναγόμενη εταιρεία ...».
Στην Υπεράσπιση, οι Εφεσίβλητοι (στην παράγραφο 3 αυτής) ανέφεραν πως - εκτός του ότι «... ο ενάγων προσελήφθη σαν Εκπαιδευόμενος Πιλότος στην Εναγομένη Εταιρεία ...» - αρνούνταν το περιεχόμενο της παραγράφου 1 της Έκθεσης Απαίτησης, ισχυριζόμενοι προς τούτο πως ο Εφεσείων προσελήφθη στην υπηρεσία τους «... κατά ή περί την 10.1.1985 ...».
Στον υπερασπιστικό τούτο ισχυρισμό, ο δικηγόρος του Εφεσείοντα έγραψε (στην Απάντηση στην Υπεράσπιση), ότι «... αναφορικά με την παράγραφο 3 ...» ο Εφεσείων «... προσελήφθη με επιστολή της εναγομένης ημερ. 4.1.1985 με ισχύ από 10.1.1985 ...».
O Εφεσείων, καταθέτοντας για τους όρους της Συμφωνίας μίλησε σαφώς και απεριφράστως στην κυρίως εξέταση ότι η επιστολή αυτή «... περιέχει τους όρους εργοδοσίας μου ...».
Συναπάρτιζε άρα κοινό έδαφος το υπό ανάλυση.
Απορρίπτουμε την άποψη του Εφεσείοντα.
Περιπλέον, το Πρωτόδικο Δικαστήριο απέρριψε τη θέση του Εφεσείοντα ότι οι Εφεσίβλητοι είχαν τερματίσει τις υπηρεσίες του πριν συμπληρωθεί η Εκπαίδευση, λέγοντας πως αυτό επιβεβαιώνεται κιόλας από τον Εφεσείοντα ο οποίος, πέραν τού ότι εθελούσια και χωρίς αντίδραση άρχισε και συνέχισε την Εκπαίδευση, δέχθηκε πως οι υπηρεσίες του τερματίστηκαν πριν την πάροδο 12 μηνών από την πρόσληψη του (την 27.9.85), κατά τη διάρκεια δηλαδή της Εκπαίδευσης, αφού εργοδοτείτο από τους Εφεσίβλητους, και αυτό γιατί ο Εφεσείων δεν εξασφάλισε τα αναμενόμενα επίπεδα απόδοσης, επίδοσης, επαγγελματικής επάρκειας και ικανότητας.
Το Πρωτόδικο Δικαστήριο, αξιολόγησε με περισσή προσοχή τη μαρτυρία, καταλήγοντας (ανάμεσα σε άλλα) στο συμπέρασμα ότι οι λόγοι για τους οποίους η Επιτροπή είχε εισηγηθεί τον τερματισμό των υπηρεσιών του Εφεσείοντα (και για τους οποίους οι υπηρεσίες του τελικώς τερματίστηκαν από τους Εφεσίβλητους), ήσαν ορθοί, δικαιολογημένοι και νόμιμοι (όπως εξάλλου και ο τερματισμός).
Μέρος της ως άνω μαρτυρίας ήταν και η έγγραφη μαρτυρία την οποία ξεψάχνισε το Πρωτόδικο Δικαστήριο αναφέροντας και τα ακόλουθα:
«[...] Ο ενάγοντας για να υποστηρίξει τη θέση του για παράνομη απόλυση, κατάθεσε αριθμό εγγράφων στο περιεχόμενο των οποίων έκαμε αναφορά με ιδιαίτερη βαρύτητα στα τεκμήρια 5, 6, 8, 9, 19, 20, 21, 24, 33, 34, 36, 37, 38 και 39.
Τεκμήριο 5. Πρόκειται για τη βαθμολογία του ενάγοντα αναφορικά με την επίδοση του στα πολύ πρώτα στάδια της αρχικής εκπαίδευσης του. Δοθέντος όμως ότι, ο ενάγοντας είχε ολοκληρώσει, σύμφωνα με τα ευρήματα του Δικαστηρίου, με επιτυχία όλα τα στάδια της αρχικής του εκπαίδευσης, η αξιολόγηση του εν λόγω τεκμηρίου καθίσταται ουσιαστικά ακαδημαϊκή.
Τεκμήρια 6, 19, 20, 21 και 24. Πρόκειται για συστατικές επιστολές ευνοϊκού μεν για τον ενάγοντα περιεχομένου, οι οποίες όμως αφορούν σε περιόδους είτε αρκετά πριν είτε αρκετά μετά από την επίμαχη περίοδο εργοδότησης του από τους εναγόμενους. Έχουν κατατεθεί από τον ενάγοντα, βασικά για να υποστηρίξουν την θέση του ότι είχε τα προσόντα που απαιτούνταν για να μην τερματιστούν, όταν τερματίστηκαν, οι υπηρεσίες του, για τους λόγους που επικαλούνται οι εναγόμενοι. Δοθέντος όμως ότι οι εν λόγω επιστολές έχουν εκδοθεί με βάση τα εκάστοτε δεδομένα που ίσχυαν κατά την περίοδο στην οποία οι επιστολές αναφέρονται, οι συντάκτες τους δεν έχουν κληθεί σαν μάρτυρες για να καταθέσουν και να υποστούν την βάσανο της αντεξέτασης ούτε και δόθηκε λόγος για την απουσία τους από το εδώλιο του μάρτυρα και οι εν λόγω επιστολές αναφέρονται σε περιόδους άσχετες με την επίμαχη περίοδο, ελάχιστη βαρύτητα κατά τη γνώμη μου μπορεί να δοθεί στο περιεχόμενο τους.
Τεκμήριο 9. Με την εν λόγω επιστολή του την οποία απηύθυνε στον αρχιπιλότο Α. Μαρνέρο, ένα περίπου χρόνο μετά την απόλυση του ενάγοντα, ο τότε πρόεδρος της συντεχνίας πιλότων των εναγόμενων, αφού χαρακτηρίζει τις περιστάσεις κάτω από τις οποίες ο ενάγοντας απολύθηκε, συγκεχυμένες (confusing) και την απόλυση του σαν οφειλόμενη σε παρεξήγηση (misunderstanding), παροτρύνει τον αρχιπιλότο να διεξέλθει τους προσωπικούς φακέλους του ενάγοντα και να μελετήσει το ενδεχόμενο να δοθεί στον ενάγοντα ακόμα μια ευκαιρία να επιδιώξει εργοδότηση του, από τους εναγόμενους, σαν πιλότος. Ανεξάρτητα από το γεγονός ότι τίποτε δεν αναφέρεται στη συγκεκριμένη επιστολή, εξ άλλου ούτε και έχει τεθεί ενώπιο μου μαρτυρία επί τούτου, σχετικά με τα στοιχεία που οδήγησαν τον τότε πρόεδρο της συντεχνίας των πιλότων να αναφέρεται σε «συγκεχυμένες» περιστάσεις απόλυσης του ενάγοντα και οφειλόμενη σε «παρεξήγηση» απόλυση του τελευταίου, μια απλή ανάγνωση της επιστολής είναι πιστεύω αρκετή για να καταδείξει πως εκείνο που ουσιαστικά εισηγείται ο πρόεδρος της συντεχνίας πιλότων των εναγόμενων, είναι το ενδεχόμενο να δοθεί στον ενάγοντα ακόμα μια ευκαιρία. Δεν ζητά αναθεώρηση ή ακύρωση της απόφασης απόλυσης του. Κατά συνέπεια μηδαμινή βαρύτητα μπορεί να δοθεί στην εν λόγω επιστολή.
Τεκμήρια 8, 33, 34, 37, 38, 39(A) και 39(B). Στο περιεχόμενο των εν λόγω τεκμηρίων έχω αναφερθεί πιο πάνω. Έχω επίσης παραθέσει αυτούσια αποσπάσματα από μερικά από αυτά, γι' αυτό θεωρώ περιττό να προσθέσω οτιδήποτε. Περιορίζομαι να υπενθυμίσω πως πρόκειται για επιστολές μερικών από τους κατά τον ουσιώδη χρόνο εκπαιδευτών του ενάγοντα, τις οποίες οι τελευταίοι απηύθυναν κατά καιρούς, μετά την απόλυση του ενάγοντα, είτε στον ενάγοντα, σε απάντηση επιστολών του (μέρος τεκμηρίου 34), είτε σε αξιωματούχους των εναγομένων (Τεκμήρια 33(μέρος), 37, 38 και 39), είτε στον Γενικό Διευθυντή του Υπουργείου Εργασίας και Κοινωνικών Ασφαλίσεων [Τεκμήριο 33 (μέρος) και Τεκμήριο 34 (μέρος)].
Είναι αρκετό να διεξέλθει ένας τις πιο πάνω επιστολές - τεκμήρια για να διαπιστώσει πως στη συγκεκριμένη περίπτωση εφαρμόζει γάντι η λαϊκή ρήση «μια στο καρφί και μια στο πέταλο». Ενώ όλοι οι εμπλεκόμενοι στη σύνταξη των εν λόγω επιστολών κατά καιρούς εκπαιδευτές του ενάγοντα, περιλαμβανομένου και του αρχιπιλότου Μαρνέρου, δεν διστάζουν να εκφράσουν την συμπάθεια τους στον ενάγοντα και την ετοιμότητα τους να τον βοηθήσουν, παράλληλα, επικαλούμενοι είτε αδυναμία μνήμης λόγω του μεγάλου χρόνου που διέρρευσε από την απόλυση του ενάγοντα μέχρι τις επιστολές τους, είτε ισχυριζόμενοι άγνοια αναφορικά με ουσιώδη γεγονότα που περιβάλλουν το όλο θέμα, είτε επιρρίπτοντας κατά τρόπο αόριστο και γενικό ευθύνη στους εκάστοτε εκπαιδευτές του, αποφεύγουν να τοποθετηθούν με σαφήνεια και με τρόπο που δεν επιδέχεται οποιαδήποτε αμφισβήτηση, επί της θέσης του ενάγοντα ότι οι πραγματικοί λόγοι απόλυσης του δεν ήταν αυτοί για τους οποίους έχει απολυθεί. Ενώ όλοι τους, με τις επιστολές τους, αφήνουν να νοηθεί πως, στον ενάγοντα, έπρεπε να δοθεί μια δεύτερη ευκαιρία προτού απολυθεί και εισηγούνται όπως του δοθεί, έστω και αργοπορημένα τέτοια ευκαιρία, παράλληλα, όλοι τους, συμφωνούν ότι, το επίπεδο επίδοσης και/ή επαγγελματικής επάρκειας του ενάγοντα κατά τον χρόνο αξιολόγησης του, δεν ήταν το αναμενόμενο και/ή αυτό που απαιτείτο από τους εναγόμενους, εν πάση περιπτώσει, ότι ο ενάγοντας δεν είναι απαλλαγμένος ευθυνών για την απόλυση του. Μάλιστα όλοι τους συμφωνούν πως σε περίπτωση που δοθεί στον ενάγοντα δεύτερη ευκαιρία, ο τελευταίος θα πρέπει να υποβληθεί σε περαιτέρω εκπαίδευση. Αξίζει να σημειωθεί πως, όλοι τους, περιλαμβανομένου και του αρχιπιλότου Μαρνέρου, απέρριψαν κατά τον κρίσιμο χρόνο αξιολόγησης του ενάγοντα, χωρίς μάλιστα να έχουν δοθεί σαφείς και πειστικές εξηγήσεις για τη συγκεκριμένη ενέργεια τους, την εισήγηση που εκ των υστέρων με τις πιο πάνω επιστολές τους υπέβαλαν, δηλαδή να δοθεί στον ενάγοντα περαιτέρω χρόνος εκπαίδευσης. Πέραν και ανεξάρτητα όμως των εν λόγω διαπιστώσεων, από τις εν λόγω επιστολές - τεκμήρια μπορεί με ασφάλεια επίσης να διαπιστωθεί, το αντιφατικό του περιεχομένου τους ως προς ουσιώδη γεγονότα, ακόμα και μεταξύ επιστολών του ίδιου προσώπου π.χ. βλ. Memo του αρχιπιλότου Μαρνέρου Τεκ. 29 και επιστολή του ίδιου αρχιπιλότου Τεκ.8, όπως επίσης και την επιστολή του 7.7,92 στην έκθεση του ΜΕ3.
Σαν αποτέλεσμα των αμέσως πιο πάνω, κρίνω ότι το περιεχόμενο των εν λόγω εγγράφων - τεκμηρίων κάθε άλλο παρά συνιστά ασφαλές υπόβαθρο για την εξαγωγή συμπερασμάτων και συγκεκριμένα του συμπεράσματος ότι ο ενάγοντας, κατά τον ουσιώδη χρόνο, είχε πετύχει τα απαιτούμενα επίπεδα επίδοσης/απόδοσης και/ή επαγγελματικής επάρκειας/ικανότητας, όπως εισηγείται η πλευρά του ενάγοντα [...]».
Έχοντας υπόψη τούτη την εικόνα πραγμάτων - δικογραφίας και μαρτυρίας - δεν έχουμε καμία δυσκολία να απορρίψουμε ως αβάσιμο το παράπονο του Εφεσείοντα πως λανθασμένα το Πρωτόδικο Δικαστήριο θεώρησε ότι υπήρχε μεταξύ των διαδίκων κοινό έδαφος ως προς τους όρους εργοδότησης κατά τα προνοούμενα στη Συμφωνία.
Προκύπτει εναργώς από όσα παρουσιάστηκαν και αξιολογήθηκαν από το Πρωτόδικο Δικαστήριο, πως κατά τους όρους της Συμφωνίας, ο Εφεσείων όφειλε να περατώσει επιτυχώς την Εκπαίδευση («initial training»), μέρος της οποίας ήταν και η συμπλήρωση προγράμματος προσαρμογής (conversion course) στα BAC1-11.
Οι Εφεσίβλητοι διατήρησαν το δικαίωμα τού ανά πάσα στιγμή τερματισμού της Συμφωνίας (κατά τη διάρκεια της Εκπαίδευσης), δίχως να υποχρεούνται στην παροχή οιασδήποτε ειδοποίησης προς αυτόν.
Ο όρος 3 της Συμφωνίας προέβλεπε ότι μετά από την επιτυχή περάτωση της Εκπαίδευσης ο Εφεσείων θα εργοδοτείτο προσωρινώς από τους Εφεσίβλητους, υπό τα δεδομένα που αναφέρονται στον όρο 2 της Συμφωνίας για περίοδο ενός έτους, και ότι κατά τη δοκιμαστική περίοδο τού ενός έτους (probationary period), η εργοδότηση θα μπορούσε να τερματιστεί από οποιοδήποτε των μερών, διά γραπτής ειδοποίησης ενός μηνός.
Παρόμοιος όρος προβλεπόταν και από την παράγραφο 2 του Πρώτου Παραρτήματος των Γενικών Όρων Εργοδότησης της Συλλογικής Σύμβασης, ως το Τεκμήριο 32, μεταξύ των Εφεσίβλητων και της Συντεχνίας των Πιλότων, οι όροι της οποίας (ως ήδη καταγράψαμε), ενσωματώθηκαν στη Συμφωνία.
Ο επίμαχος τερματισμός, ως συνάγεται από την Πρωτόδικη Απόφαση, συνέβη ενώ συνεχιζόταν η Εκπαίδευση (στο δεύτερο στάδιο της/line training), με συνακόλουθο οι υπηρεσίες του Εφεσείοντα να υπόκεινται σε τερματισμό άνευ προειδοποίησης.
Όπερ και εγένετο.
Απορρίπτουμε τις περί του αντιθέτου θέσεις του Εφεσείοντα.
Ο Εφεσείων εργοδοτήθηκε ως εκπαιδευόμενος πιλότος και όχι ως πιλότος. Ήταν ορθά και σε αυτή την πτυχή τους τα πρωτόδικα ευρήματα. Στον όρο 1 της Συμφωνίας προβλέπεται ότι η θέση που προσφέρθηκε στον Εφεσείοντα (και έγινε αποδεκτή από αυτόν), ήταν ως εκπαιδευόμενος πιλότος (trainee pilot), και επομένως η σύσταση της Επιτροπής υπήρξε και τούτη θεμιτή, προβλεπόμενη και αναγκαία.
Το Πρωτόδικο Δικαστήριο εστίασε - και καλώς κατά εμπεδωμένη αρχή (Belcy Company Ltd v. Λουκά (2003) 1(Β) Α.Α.Δ. 871, 880) - στο αγώγιμο δικαίωμα που δικογράφησε ο Εφεσείων, και δη εκείνο του παράνομου τερματισμού, με αποτέλεσμα τα όσα έτερα προσπάθησε να υποστηρίξει κατά τη δίκη (αλλά και ενώπιον μας), να εκφεύγουν των πρωτόδικων δικαιοδοτικών ορίων και της επακόλουθης εφετειακής εμβέλειας.
Υπό αυτή την οπτική γεγονότων και ευρημάτων, αναπόδραστη, και σωστή, ήταν και η πρωτόδικη κατάληξη για απόρριψη της αξίωσης στη βάση του αστικού αδικήματος της δυσφήμισης στη βάση της υπεράσπισης της αλήθειας (Brainvibes και Άλλου ν. Φιλελεύθερος Δημόσια Εταιρεία Λτδ και Άλλων, Π.Ε. 62/14, ημ. 11.5.21, Εκδόσεις Αρκτίνος ν. Γεωργιάδη (2011) 1(Α) Α.Α.Δ. 407, 431-437).
Απορρίπτουμε και αυτούς τους ισχυρισμούς του Εφεσείοντα.
Οι λόγοι έφεσης επί των ευρημάτων (αλλά και στον βαθμό που τούτο αφορά, και επί της αξιοπιστίας), καλούν σε απόρριψη.
Κάτι τελευταίο, με οριζόντια εφαρμογή επί της πρωτόδικης κρίσης.
Το Πρωτόδικο Δικαστήριο έδωσε επαρκή αιτιολογία, υποδειγματική θα λέγαμε, σε όλα τα επιχειρήματα του Εφεσείοντα τα οποία, υπό τις περιστάσεις και ανάγκες της υπόθεσης, απαιτούνταν όπως αντιμετωπιστούν στο πλαίσιο (και) της συνταγματικής επιταγής για δίκαιη δίκη σε υποθέσεις πολιτικής δικαιοδοσίας ως η υπό κρίση (Akhundov v. Azerbaijan [2023] ECHR 439 [[87]-[88]] (1 June 2023), Mont Blank Trading Ltd and Antares Titanium Trading Ltd v. Ukraine [2021] ECHR 25 [[82]-[84]] (31 May 2021), Perez v. France [2004] 72 [[81]] (12 February 2004), Ruiz v. Spain [1999] ECHR 2 [[26]-[29]] (21 January 1999)).
Εν κατακλείδι.
Ουδείς των λόγων έφεσης ευσταθεί.
Η έφεση απορρίπτεται.
Δοσμένης της ιδιάζουσας και μακράς δικονομικής πορείας της υπόθεσης (ως την περιγράψαμε εισαγωγικώς πιο πάνω) - και ιδίως ως εκ της απόφασης του ΕΔΑΔ και όσων επακολούθησαν (με το επανάνοιγμα της έφεσης αλλά και ως εξ αυτού) - εξέλιξη που έλαβε χώραν χωρίς κατά βάσιν υπαιτιότητα του Εφεσείοντα, αποφασίσαμε, κατ' ενάσκηση της ευρείας διακριτικής μας ευχέρειας να αποστούμε από τον γενικό κανόνα ότι τα έξοδα ακολουθούν το αποτέλεσμα και να μην εκδώσουμε διαταγή ως προς τα έξοδα.
Καμιά διαταγή για τα έξοδα.
Γ.Ν. ΓΙΑΣΕΜΗΣ, Δ.
Δ. ΣΩΚΡΑΤΟΥΣ, Δ.
Ν.Γ. ΣΑΝΤΗΣ, Δ.
/κβπ
[1] ««REVIEW BOARD - F/OFFICER CH. NICHOLAS
A review board consisting of myself as a Chairman and Captains D'Arcy, Thompson, Cormican and Roworth as members, took place on 26th September, 1965 to examine F/Officer Ch. Nicholas's lack of progress whilst under Line training. Captain Komninos observed the meeting on behalf of C.A.P.F.E.T.U. The matter was given particular consideration in view of the serious nature of the subject and Mr. Nicholas was given sufficient time to express freely any comments associated with his training. However, he failed completely to support any valid arguments on why his performance was so inconsistent as reflected in the Training Captain's comments. I do no hesitate to accept his Fleet Manager's Recommendations that his services with the Company as a Co- Pilot, should be terminated.
A. MARNEROS
Chief Pilot».