ΠΑΓΚΥΠΡΙΟΣ ΔΙΚΗΓΟΡΙΚΟΣ ΣΥΛΛΟΓΟΣ
|
ECLI:CY:AD:2021:D198
ΑΝΩΤΑΤΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ ΚΥΠΡΟΥ
ΠΡΩΤΟΒΑΘΜΙΑ ΔΙΚΑΙΟΔΟΣΙΑ
Πολιτική αίτηση αρ.88/21
21 Μαϊου, 2021
[Τ.ΨΑΡΑ-ΜΙΛΤΙΑΔΟΥ, Δ]
ΑΝΑΦΟΡΙΚΑ ΜΕ ΤΟ ΑΡΘΡΟ 155.4 ΤΟΥ ΣΥΝΤΑΓΜΑΤΟΣ ΚΑΙ ΤΑ ΑΡΘΡΑ 3 ΚΑΙ 9 ΤΟΥ ΠΕΡΙ ΑΠΟΝΟΜΗΣ ΤΗΣ ΔΙΚΑΙΟΣΥΝΗΣ (ΠΟΙΚΙΛΑΙ ΔΙΑΤΑΞΕΙΣ) ΝΟΜΟΥ ΤΟΥ 1964
Και
ΑΝΑΦΟΡΙΚΑ ΜΕ ΤΟΝ ΠΕΡΙ ΑΝΩΤΑΤΟΥ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟΥ (ΔΙΚΑΙΟΔΟΣΙΑ ΕΚΔΟΣΗΣ ΕΝΤΑΛΜΑΤΩΝ ΠΡΟΝΟΜΙΑΚΗΣ ΦΥΣΕΩΣ) ΔΙΑΔΙΚΑΣΤΙΚΟΣ ΚΑΝΟΝΙΣΜΟΣ ΤΟΥ 2018
Και
ΑΝΑΦΟΡΙΚΑ ΜΕ ΤΗΝ ΑΙΤΗΣΗ ΤΟΥ xxx Κ. ΓΙΑ ΑΔΕΙΑ ΓΙΑ ΤΗΝ ΚΑΤΑΧΩΡΗΣΗ ΑΙΤΗΣΗΣ ΓΙΑ ΤΗΝ ΕΚΔΟΣΗ ΕΝΤΑΛΜΑΤΟΣ CERTIORARI
Και
ΑΝΑΦΟΡΙΚΑ ΜΕ ΤO ΔΙΑΤΑΓΜΑ ΗΜΕΡ.14 ΜΑΪΟΥ 2021 ΠΟΥ ΕΚΔΟΘΗΚΕ ΑΠΟ ΤΟ ΕΠΑΡΧΙΑΚΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ ΛΕΥΚΩΣΙΑΣ ΔΥΝΑΜΕΙ ΤΟΥ ΠΕΡΙ ΒΙΑΣ ΣΤΗΝ ΟΙΚΟΓΕΝΕΙΑ (ΠΡΟΛΗΨΗ ΚΑΙ ΠΡΟΣΤΑΣΙΑ ΘΥΜΑΤΩΝ) ΝΟΜΟΥ ΤΟΥ 2000 ΣΤΑ ΠΛΑΙΣΙΑ ΕΝΑΡΚΤΗΡΙΑΣ ΑΙΤΗΣΗΣ ΜΕ ΑΡΙΘΜΟ 160/2021
------------------
Λ.Βραχίμης με Ν.Βραχίμη, (κα), για τον Αιτητή
Aιτητής παρών, ώρα 9.30π.μ.
-------------------
Α Π Ο Φ Α Σ Η
Ο αιτητής με την παρούσα αίτηση ζητεί:
Α. Την άδεια του Δικαστηρίου για την καταχώριση αίτησης με κλήση για την έκδοση προνομιακού εντάλματος Certiorari με το οποίο να ακυρώνεται το διάταγμα απομάκρυνσης των ανηλίκων τέκνων του αιτητή xxx X, xxx Ψ και xxx Ω από τον ίδιο που εκδόθηκε από το Επαρχιακό Δικαστήριο Λευκωσίας στις 14 Μαϊου 2021 στα πλαίσια εναρκτήριας αίτησης με αριθμό 160/2021.
Β. Την αναστολή του πιο πάνω διατάγματος μέχρι την εκδίκαση της αίτησης Certiorari.
Γ. Οποιαδήποτε άλλη συναφή προς το ένταλμα Certiorari θεραπεία.
Η αίτηση υποστηρίζεται από ένορκη δήλωση του αιτητή και βασίζεται στα άρθρα 12, 15, 30, 111 και 155.4 του Συντάγματος, στα άρθρα 5, 6 και 8 της Ευρωπαϊκής Σύμβασης Δικαιωμάτων του Ανθρώπου και στον σχετικό κυρωτικό Νόμο, στα άρθρα 3, 5, 8, 9, 12, 16, 18 της Σύμβασης των Ηνωμένων Εθνών για τα Δικαιώματα του Παιδιού και του σχετικού κυρωτικού Νόμου, στα άρθρα 3 και 9 του περί Απονομής της Δικαιοσύνης (Ποικίλαι Διατάξεις) Νόμου του 1964, στα άρθρα 2, 3, 14, 17, 21 και 22 του περί Βίας στην Οικογένεια (Πρόληψη και Προστασία Θυμάτων) Νόμου του 2000 (Ν.119(Ι)/2000), στον περί Βίας στην Οικογένεια (Πρόληψη και Προστασία Θυμάτων) Κανονισμό του 2003, Κανονισμοί 5, 6, 8 και 9, και στον Κανονισμό 3 του περί Ανωτάτου Δικαστηρίου (Δικαιοδοσία Έκδοσης Ενταλμάτων Προνομιακής Φύσης) Διαδικαστικού Κανονισμού του 2018.
Οι λόγοι για τους οποίους ο αιτητής επιζητά τις πιο πάνω θεραπείες είναι μεταξύ άλλων οι ακόλουθοι:
Στις 14.5.2021 η οικογενειακή σύμβουλος κα Φωτίου, ως αιτήτρια, παρουσιάστηκε ενώπιον Επαρχιακού Δικαστή με αίτημα την απομάκρυνση των 3 τέκνων του αιτητή και της εν διαστάσει συζύγου του. Το Επαρχιακό Δικαστήριο αφού εξέτασε την αίτηση και την υποστηρικτική δήλωση, σύμφωνα με το τηρηθέν πρακτικό, έκρινε ότι συντρέχουν οι προϋποθέσεις για την έκδοση διατάγματος βάσει κυρίως των προνοιών του άρθρου 21(2) του Νόμου 119(Ι)/2000. Ως εκ τούτου εξεδόθη προσωρινό διάταγμα απομάκρυνσης ημερ.14.5.21 των 3 ανηλίκων από τους γονείς τους για περίοδο 8 ημερών. Περαιτέρω, διατάσσεται όπως η φροντίδα των τέκνων ανατεθεί στο Διευθυντή Υπηρεσιών Κοινωνικής Ευημερίας του Υπουργείου Εργασίας και Κοινωνικών Ασφαλίσεων. Ταυτόχρονα το διάταγμα ορίστηκε επιστρεπτέο στις 21.5.21 ώρα 10.30 και διατάχθηκε επίδοση τόσο του διατάγματος όσο και της αίτησης με την υποστηρικτική ένορκη δήλωση και στους δύο γονείς το συντομότερο δυνατό.
Η αντίδραση του αιτητή υπήρξε η καταχώρηση της παρούσας αίτησης με βάση την οποία επικαλείται νομική πλημμέλεια τέτοια στο εν λόγω διάταγμα ώστε να του παρασχεθεί άδεια για καταχώρηση αίτησης με τελικό σκοπό την ακύρωση του διατάγματος με προνομιακό ένταλμα.
Ο αιτητής ισχυρίζεται ότι αναίτια και αντιφατικά η οικογενειακή σύμβουλος και η Υπηρεσία Κοινωνικής Ευημερίας μετά από έκθεση της κας Βύζακου, κλινικής ψυχολόγου στράφηκαν και εναντίον του με το εκδοθέν διάταγμα. Η θέση του είναι ότι ο ίδιος - εν αντιθέσει με τη σύζυγο του - ποτέ δεν επιτέθηκε στα παιδιά του και η Υπηρεσία Κοινωνικής Ευημερίας είχε συμφωνήσει παλαιότερα να του ανατεθεί η επιμέλεια. ΄Αλλαξε η στάση της υπηρεσίας μετά από μια έκθεση της κας Βύζακου, κλινικής ψυχολόγου η οποία επισυνάπτετο στο αίτημα προς το Επαρχιακό Δικαστήριο (βλέπε τεκμ.Ε΄). Δυνάμει της έκθεσης αυτής παρουσιάζετο ο αιτητής επίσης να επιτίθεται στα παιδιά του με συγκεκριμένο περιστατικό που περιγράφεται. (πρόσδεση παιδιών με τέλλα). Να σημειωθεί ότι τα δύο πρώτα εκ των παιδιών του ζεύγους είναι δίδυμα, ηλικίας 9 ετών και το τρίτο 7 ετών. Αμφότεροι οι γονείς είναι Σύριοι, οι οποίοι εγκαταστάθηκαν στην Κύπρο από χρόνια. Σοβαρά δε προβλήματα χαρακτήριζαν την έγγαμη τους σχέση ευθύς εξ αρχής. Η δε μητέρα παρουσιάζεται να πάσχει από σοβαρή διαταραχή προσωπικότητας και η οικογένεια παρακολουθείται από τις αρμόδιες υπηρεσίες. Ο αιτητής δεν αποδέχεται τη θέση εκ της έκθεσης της κας Βύζακου καθώς και την έκδοση του επίδικου διατάγματος, επικαλούμενους στις παραγρ.39-45 της συνοδευτικής έκθεσης του, τα ακόλουθα:
39. Με δεδομένο ότι τα στοιχεία που επικαλείται η κυρία Φωτίου είναι αυτά που προέκυψαν από την έκθεση της κυρίας Βύζακου τον Ιούνιο 2020 που κατέληξαν στην καταχώριση ποινικής δίωξης κατά του αιτητή τον Ιούλιο 2020 και δεν εξετάζεται στο μεταξύ οποιαδήποτε άλλη υπόθεση κατά του αιτητή, δεν είχε δικαιοδοσία το δικαστήριο να εκδώσει διάταγμα κατά του αιτητή στα πλαίσια γενικής αίτησης. Αίτηση κατά του αιτητή θα μπορούσε να εκδοθεί μόνο στα πλαίσια της ποινικής υπόθεσης που εκκρεμεί εναντίον του αιτητή. Ούτε και το Δικαστήριο θα μπορούσε να θεωρήσει ότι το διάταγμα κατά του αιτητή εκδόθηκε στα πλαίσια της ποινικής αυτής υπόθεσης αφού αυτή η υπόθεση δεν έχει τεθεί υπόψη του για να βεβαιωθεί ότι πράγματι υφίσταται τέτοια υπόθεση και για να εξετάσει αν τα όσα επικαλείται η κυρία Φωτίου συνάδουν πράγματι με την κατηγορία στην υπόθεση αυτή ώστε να δικαιολογείται η έκδοση του διατάγματος.
40. Περαιτέρω, με δεδομένο ότι τα στοιχεία που επικαλέστηκε η κυρία Φωτίου είναι γνωστά στις ΥΚΕ από τον Ιούνιο 2020 και οι ΥΚΕ δεν έκριναν ότι εδικαιολογείτο η λήψη οποιουδήποτε μέτρου εις βάρος του πατέρα, δεν υφίσταντο τέτοιες εξαιρετικές περιστάσεις που να επιβάλλουν την έκδοση του διατάγματος μονομερώς αντί να επιδοθεί η αίτηση στον πατέρα και να του δοθεί χρόνος λίγων ημερών να παρουσιάσει τη θέση του ή ακόμα να κληθεί να παραστεί στο Δικαστήριο την ημέρα που ήταν ορισμένη η υπόθεση ώστε να εκφράσει προφορικά τη θέση του. Ως εκ τούτου, το διάταγμα παραβίασε το δικαίωμα του αιτητή σε δίκαιη δίκη με βάση το άρθρο 30 του Συντάγματος αφού δεν του δόθηκε το δικαίωμα να ακουστεί.
41. Η κυρία Φωτίου παραβίασε την υποχρέωση της για πλήρη και ειλικρινή αποκάλυψη όλων των ουσιωδών γεγονότων στην υπόθεση όπως αναλύεται στο ιστορικό των γεγονότων πιο πάνω. Η υποχρέωση αυτή θα πρέπει να οδηγήσει σε ακύρωση του διατάγματος από μόνη της.
42. Το Δικαστήριο δεν αναζήτησε ως όφειλε με βάση τις διατάξεις της Σύμβασης των Ηνωμένων Εθνών για τα Δικαιώματα του Παιδιού τη γνώμη των παιδιών πριν εκδόσει το αιτούμενο διάταγμα.
43. Το Δικαστήριο όφειλε επίσης να αποφανθεί ότι σε σχέση με τον αιτητή το ορθότερο ήταν όπως το θέμα αποφασιστεί από το Οικογενειακό Δικαστήριο στα πλαίσια αίτησης με βάση το άρθρο 18 του Περί Σχέσεων Γονέων και Τέκνων Νόμου του 1990 (Ν.216/90). Η διαδικασία με βάση τον περί Βίας στην Οικογένεια Νόμο του 2000 (Ν.119(Ι)/2000) είναι μια διαδικασία ακατάλληλη υπό κανονικές συνθήκες να ρυθμίσει τα θέματα της απομάκρυνσης παιδιών από τη φροντίδα των γονιών τους. Ο κατάλληλος μηχανισμός είναι αυτός του άρθρου 18 του Νόμου 216/1990 στα πλαίσια διαδικασίας ενώπιον του Οικογενειακού Δικαστηρίου. Ο μηχανισμός της συνοπτικής διαδικασίας στα πλαίσια του Ν.119(Ι)/2000 είναι ένας μηχανισμός που μόνο κατ' εξαίρεση μπορεί να χρησιμοποιηθεί εκεί όταν υπάρχουν τέτοιες εξαιρετικές περιστάσεις όπου υπάρχει άμεση ανάγκη παρέμβασης κατά τρόπο που να μην παρέχεται η ευχέρεια το θέμα να τεθεί έγκαιρα ενώπιον του Οικογενειακού Δικαστηρίου για απόφαση. Καταφανώς κάτι τέτοιο δεν ισχύει στην παρούσα περίπτωση.
44. Η όλη συμπεριφορά των υπηρεσιών ήταν αντιφατική αφού αφενός αποφάσισαν να διανυκτερεύσουν τα παιδιά στο σπίτι του πατέρα όπου ήταν ασφαλισμένα και την επομένη ζήτησαν την απομάκρυνση των παιδιών και από τον πατέρα χωρίς να έχει συμβεί οτιδήποτε που να δικαιολογεί αυτή την αλλαγή στάσης.
45. Κανένα στοιχείο δεν δόθηκε στο δικαστήριο ως προς το τι μεσολάβησε ή έλαβε χώρα μεταξύ του Ιουνίου 2020 και του Μαϊου 2021 που να δικαιολογούν το διάβημα της κυρίας Φωτίου να αιτηθεί την απομάκρυνση των παιδιών. Τυχόν γενικόλογες αναφορές δεν μπορούσαν να δικαιολογήσουν την έκδοση του αιτούμενο διατάγματος μονομερώς ή καθόλου. Θα έπρεπε να υπάρχει σαφής μαρτυρία που να εξηγούσε γιατί η κατάσταση πραγμάτων που μεσολάβησε από τον Ιούνιο 2020 μέχρι και τον Μάιο 2021 ήταν τέτοια που να δικαιολογεί την υποβολή αιτήματος για απομάκρυνση των παιδιών από τον πατέρα. Καμιά τέτοια μαρτυρία δεν προέκυπτε. Αυτό από μόνο του καταδείκνυε εκ πρώτης όψεως ότι τα παιδιά δεν κινδύνευαν στον πατέρα τους και άρα δεν θα έπρεπε να εκδοθεί το διάταγμα. Η ύπαρξη μαρτυρίας που να δικαιολογεί την έκδοση του διατάγματος αποτελεί δικαιοδοτική προϋπόθεση για την έκδοση του. Καμιά τέτοια επαρκής μαρτυρία δεν υπήρχε».
Για λόγους εξέτασης της παρούσης είναι αναγκαίο να τεθεί η νομική βάση που στήριξε την αίτηση της κας Φωτίου προς το Επαρχιακό Δικαστήριο δηλαδή κυρίως το προαναφερθέν άρθρο 21(2) του Ν119(Ι)/2000:
21.(1) Το ∆ικαστήριο δύναται, κατά ή ΅ετά την εκδίκαση υπόθεσης βίας ΅ε θύ΅α ανήλικο πρόσωπο, να διατάξει για οποιαδήποτε χρονική περίοδο ήθελε κρίνει αναγκαία την απο΅άκρυνση του εν λόγω θύ΅ατος και την τοποθέτηση του σε ασφαλές ΅έρος ή την ανάθεση της φροντίδας του στο ∆ιευθυντή Υπηρεσιών Κοινωνικής Ευη΅ερίας του Υπουργείου Εργασίας και Κοινωνικών Ασφαλίσεων.
(2) Το ∆ικαστήριο δύναται να εκδώσει προσωρινό διάταγ΅α απο΅άκρυνσης ανήλικου θύ΅ατος εφαρ΅όζοντας τις διατάξεις του άρθρου 22 του παρόντος Νό΅ου».
Σχετικό είναι και το άρθρο 22, το οποίο παρατίθεται:
«22.(1) Το ∆ικαστήριο δύναται, έπειτα από αίτηση ΅έλους της οικογένειας ή της αστυνο΅ίας ή του κατηγόρου ή του Γενικού Εισαγγελέα της ∆η΅οκρατίας ή του Οικογενειακού Συ΅βούλου ή άλλου προσώπου που ενεργεί για λογαριασ΅ό οποιουδήποτε θύ΅ατος απ' αυτούς, να εκδώσει προσωρινό διάταγ΅α αποκλεισ΅ού του υπόπτου ή απο΅άκρυνσης ανήλικου θύ΅ατος, ΅έχρις ότου καταχωρισθεί και εκδικαστεί ποινική υπόθεση εναντίον του κατηγορού΅ενου για ποινικό αδίκη΅α βίας.
(2) Το ∆ικαστήριο εκδίδει το διάταγ΅α καθ' οιονδήποτε χρόνο έπειτα από αίτηση που συνοδεύεται από ένορκη δήλωση του θύ΅ατος ή, στην περίπτωση ανήλικου θύ΅ατος, οποιουδήποτε προσώπου που είναι σε θέση να έχει ά΅εση γνώση των γεγονότων ή από οποιαδήποτε άλλα αποδεικτικά στοιχεία, τα οποία δη΅ιουργούν εκ πρώτης όψεως κίνδυνο άσκησης βίας ή επανάληψης βίας, περιλα΅βανο΅ένων και καταθέσεων του θύ΅ατος ή άλλων προσώπων σε οποιαδήποτε ΅ορφή, πιστοποιητικών, βεβαιώσεων και άλλων αποδεικτικών στοιχείων δυνά΅ει αυτού ή άλλου νό΅ου.
(3)(α) Το προσωρινό διάταγ΅α ισχύει για περίοδο ΅έχρι οκτώ η΅ερών από την η΅έρα επίδοσης του στον ύποπτο και είναι επιστρεπτέο στο ∆ικαστήριο εντός της περιόδου αυτής σε ώρα και η΅έρα που θα ορίσει ο Πρωτοκολλητής.
(β) Κατά την ορισ΅ένη από τον Πρωτοκολλητή η΅έρα και ώρα το ∆ικαστήριο ακούει τον ύποπτο ή και κάθε επηρεαζό΅ενο ή ενδιαφερό΅ενο πρόσωπο που θα παρουσιασθεί και αποφασίζει εάν θα τερ΅ατίσει την ισχύ του διατάγ΅ατος ή εάν θα το παρατείνει ΅έχρι οκτώ επιπρόσθετες η΅έρες.
(γ) Το ∆ικαστήριο δύναται να παρατείνει περαιτέρω την ισχύ διατάγ΅ατος ΅έχρι και οκτώ η΅έρες σε κάθε περίπτωση, χωρίς ό΅ως η συνολική ισχύς του διατάγ΅ατος να υπερβαίνει τις είκοσι τέσσερις η΅έρες πριν από την καταχώριση ποινικής δίωξης εναντίον υπόπτου.
(δ) Το ∆ικαστήριο δύναται ΅ετά την καταχώριση ποινικής δίωξης εναντίον υπόπτου να εκδώσει ή παρατείνει διάταγ΅α αποκλεισ΅ού ή απο΅άκρυνσης ανηλίκου θύ΅ατος ΅ε ισχύ ΅έχρι την εκδίκαση της υπόθεσης».
Ο αιτητής ουσιαστικά προβάλλει θέμα έκδηλης παρανομίας που αφορά τον τύπο της αίτησης μεν, αλλά εκλαμβάνεται ως θέμα ουσίας, όπως εξήγησε ο κ.Βραχίμης, ότι δηλαδή έπρεπε η αίτηση να εγερθεί εντός του φακέλου της ποινικής υπόθεσης, με την οποία βαρύνεται ο αιτητής. Βεβαίως θα πρέπει να λεχθεί ότι υπάρχει μια σχετική ασάφεια επί του θέματος, ωστόσο παραμένει αδιαμφισβήτητο από τον αιτητή ότι δεν του επιδόθηκε οποιαδήποτε ποινική υπόθεση στο Δικαστήριο, απλώς του απαγγέλθηκε κατηγορία στην Αστυνομία σε σχέση με υπόθεση βίας στην οικογένεια, εναντίον των παιδιών του. Ο ίδιος αρνείται τα γεγονότα και περαιτέρω ισχυρίζεται ότι η Υπηρεσία Ευημερίας ενήργησε στην υπόθεση του με αντιφατικό τρόπο καθότι αφενός συμφώνησε στο ότι η επιμέλεια θα έπρεπε να δοθεί στον ίδιο και όχι στη σύζυγο του (η οποία, ως παραδέχεται, αντιμετωπίζει αριθμό ποινικών υποθέσεων για βία έναντι των παιδιών της) και από την άλλη προχώρησε στην υπό κρίση αίτηση εξασφαλίζοντας το επίδικο διάταγμα απομάκρυνσης των παιδιών και από τους δύο γονείς. Προσθέτως, ο κ.Βραχίμης κατά την αγόρευση του επεσήμανε την όλη «προβληματική διαδικασία» όπως, την αποκάλεσε η οποία πηγάζει από το σχετικό Νόμο, ειδικά στη βάση του ότι υπάρχει δυνατότητα μονομερούς έκδοσης διατάγματος. Σε σχέση δε με τον τρόπο που το Δικαστήριο θα έπρεπε να αντιμετωπίζει τέτοιου είδους υποθέσεις επικαλέστηκε την υπόθεση Ιn the Matter of the B children Χ Council v. B. a.o. [2004] EWHC 2015 (Fam) 16.8.2004.
Με βάση τις σχετικές νομολογιακές αρχές, ο αιτητής έχει το βάρος να καταδείξει συζητήσιμη υπόθεση ώστε να του παρασχεθεί σχετική άδεια για καταχώρηση αίτησης προνομιακού εντάλματος, μία διαδικασία που ακολουθείται κατ΄εξαίρεση ως κατάλοιπο της εξουσίας για έλεγχο των κατώτερων Δικαστηρίων, εκεί όπου από το πρακτικό της σχετικής απόφασης διαπιστώνεται έλλειψη ή υπέρβαση δικαιοδοσίας, έκδηλη πλάνη περί το Νόμο, προκατάληψη ή συμφέρον, δόλο ή ψευδορκία στη λήψη απόφασης ή παραβίαση της αρχής της φυσικής δικαιοσύνης.
Στην κρινόμενη περίπτωση δεν έχω πεισθεί ότι υπάρχει έκδηλη παρανομία ως εκ της κατ΄ισχυρισμόν χρήσης λανθασμένoυ εντύπου για την αίτηση ή ενδεχομένως του ότι θα έπρεπε η αίτηση να καταχωρηθεί εντός του φακέλου της ποινικής υπόθεσης. Δεν έχει αμφισβητηθεί ότι υπάρχει εναντίον του αιτητή ποινική διερεύνηση, έστω και αν δεν του έχει επιδοθεί οποιαδήποτε ποινική υπόθεση στο Δικαστήριο. ΄Οσα δε προβάλλει ο αιτητής σε σχέση με την αλήθεια των γεγονότων ή όσα κατά την άποψη του δεν αποκαλύφθηκαν από την Υπηρεσία και συγκεκριμένα την οικογενειακό σύμβουλο, δεν μπορεί να συνιστούν θέμα έκδηλης παρανομίας αλλά μιας άλλης εκδοχής γεγονότων που θα εξετασθεί καθηκόντως από το Επαρχιακό Δικαστήριο. Σε σχέση με τη θέση περί γενικής αναφοράς για συμπεριφορά του αιτητή, τέτοια που θα έπρεπε να οδηγήσει τις αρμόδιες υπηρεσίες στην καταχώρηση της αίτησης στο Επαρχιακό Δικαστήριο, φαίνεται ότι υπάρχει κάποια γενικότητα στο αίτημα της οικογενειακής συμβούλου, πλην όμως εναπόκειται και πάλι στον αιτητή να το αμφισβητήσει ενώπιον του Επαρχιακού Δικαστηρίου. Αναφορικά δε με τον ισχυρισμό του περί παραβίασης της αρχής της φυσικής δικαιοσύνης και πάλι θεωρώ ότι αυτό δεν ευσταθεί αφού με βάση το σχετικό Νόμο, το Δικαστήριο κέκτηται εξουσίας να εκδώσει μονομερώς το διάταγμα απομάκρυνσης, νοουμένου ότι θα δοθεί ημερομηνία αμφισβήτησης του. Αυτό, στην κρινόμενη περίπτωση, έχει γίνει εφόσον με το επίδικο διάταγμα δίνεται δυνατότητα αμφισβήτησης σε σχέση με κάθε ενδιαφερόμενο πρόσωπο άρα και στον αιτητή, στις 21.5.2021 και ώρα 10.30π.μ. Επίσης είχαν δοθεί οδηγίες σύμφωνα με το σχετικό πρακτικό να επιδοθεί τόσο το διάταγμα όσο και η σχετική αίτηση της οικογενειακής συμβούλου.
Παρατηρώ προσθέτως, ότι ο αιτητής δεν προβάλλει επαρκώς θέμα μη ύπαρξης άλλου ενδίκου μέσου προς θεραπεία, ούτε επίσης επικαλείται εξαιρετικές περιστάσεις, ακόμη και αν αυτό υπάρχει. Ο ορισμός του διατάγματος από το Επαρχιακό Δικαστήριο στην ως άνω ημερομηνία με σκοπό να δοθεί ευκαιρία σε οποιονδήποτε ενίσταται να το αμφισβητήσει, από μόνο του, αποτελεί τη δέουσα ένδικη θεραπεία προς αμφισβήτηση του διατάγματος.
Είχα την ευκαιρία να ασχοληθώ με παρόμοια υπόθεση στην Αίτηση της Γ.Μ. 152/19, ημερ.26.8.19, όπου αναφέρθηκαν τα ακόλουθα:
«Το Επαρχιακό Δικαστήριο στη βάση ένορκης δήλωσης αρμοδίου προσώπου έκρινε στα πλαίσια του Νόμου ειδικά του άρθρου 22 ότι έπρεπε να ασκήσει την ευχέρεια του υπέρ της μονομερούς έκδοσης του διατάγματος. Η δυνατότητα μονομερούς έκδοσης προβλέπεται στον ίδιο το νόμο και τους κανονισμούς. Συνεπώς εφόσον ορίζεται επιστρεπτέο στην ημερομηνία που ορίζει ο νόμος δεν τίθεται θέμα παραβίασης της φυσικής δικαιοσύνης αφού ακριβώς το Δικαστήριο θα ακούσει και την πλευρά της αιτήτριας. Περαιτέρω, δεν έχω πεισθεί πως προβάλλεται συζητήσιμη υπόθεση ως προς το παράνομο του σκοπού έκδοσης του Διατάγματος και συνεπώς της έλλειψης δικαιοδοσίας του Δικαστηρίου».
Και παρακάτω, και σε σχέση με την παραπάνω αυθεντία X Council, λέχθηκαν τα εξής:
«Καταληκτικά, κατά την κρίση μου, η εν λόγω διαδικασία δεν μπορεί να επιτύχει αφ΄ης στιγμής η αιτήτρια έχει τη δυνατότητα προβολής των θέσεων της στο Επαρχιακό Δικαστήριο κατά την υποβολή ένστασης ή ακόμη και αιτήματος για διαφοροποίηση των δοθεισών θεραπειών ως ο Νόμος και οι Κανονισμοί προβλέπουν. Αναφορικά δε με το θέμα της ανάγκης διαβούλευσης με τους γονείς αλλά και τα λοιπά προβληθέντα θέματα ως εκ της κατ΄ισχυρισμόν παραβίασης των ΄Αρθρων του Συντάγματος κυρίως 15 και 30 καθώς και του άρθρου 8 της ΕΣΔΑ τα οποία ο κ.Βραχίμης συσχέτησε αναλύοντας συναφή νομολογία (Χ Council and B and others Neutral Citation Number: [2004] EWHC 2015 (Fam), 16.8.2004, Case of Haase v. Germany, Applic.no. 11057/02, 8.7.2004 and Case of Venema v. The Netherlands, Applic.no. 3573/97, 17.3.2003) δεν βρίσκω λόγο να μη μπορεί να τεθούν ενώπιον του Επαρχιακού Δικαστηρίου το οποίο καθηκόντως θα πρέπει να εξετάσει την αίτηση υπό το πρίσμα της ένστασης της αιτήτριας. Αναμένεται βεβαίως ότι η εκδίκαση θα γίνει ως ορίσθηκε και εν πάση περιπτώσει το συντομότερο δυνατόν, ενόψει της φύσεως του Διατάγματος.»
Θεωρώ ότι τα ως άνω λεχθέντα ισχύουν αναλογικά και εν προκειμένω. Προσθέτως να αναφέρω ότι συμμερίζομαι απόλυτα τα λεχθέντα στην υπόθεση Χ Council (ανωτέρω) και τα αποσπάσματα που ο κ.Βραχίμης παρέθεσε. Πλην όμως, θεωρώ ότι η διαδικασία με βάση το σχετικό Νόμο, δεν μπορεί να «διαγραφεί» με τον απλό ισχυρισμό του ευπαιδεύτου συνηγόρου ότι είναι προβληματική. ΄Αλλωστε, όπως ήδη επεσήμανα, όλα όσα αναφέρθηκαν ενώπιον μου, μπορούν να τεθούν στο Επαρχιακό Δικαστήριο κατά το δέοντα χρόνο.
Για τους λόγους που έχω εξηγήσει η αίτηση απορρίπτεται.
Τ.Ψαρά-Μιλτιάδου, Δ.