ΠΑΓΚΥΠΡΙΟΣ ΔΙΚΗΓΟΡΙΚΟΣ ΣΥΛΛΟΓΟΣ
|
ECLI:CY:AD:2021:A185
ΑΝΩΤΑΤΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ ΚΥΠΡΟΥ
ΔΕΥΤΕΡΟΒΑΘΜΙΑ ΔΙΚΑΙΟΔΟΣΙΑ
ΠΟΛΙΤΙΚΗ ΕΦΕΣΗ ΑΡ. 11/2021
10 Μαΐου , 2021
[Α. ΛΙΑΤΣΟΣ, Α. ΠΟΥΓΙΟΥΡΟΥ, Δ. ΣΩΚΡΑΤΟΥΣ, Λ. ΔΗΜΗΤΡΙΑΔΟΥ,
Ν. ΣΑΝΤΗΣ, ΔΔ.]
ΚΑΤ' ΕΦΕΣΙΝ ΤΟΥ ΑΝΩΤΑΤΟΥ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟΥ ΛΕΥΚΩΣΙΑΣ ΣΕ ΑΠΟΦΑΣΗ ΗΜΕΡΟΜΗΝΙΑΣ 11/01/2021 ΣΤΗΝ ΠΟΛΙΤΙΚΗ ΑΙΤΗΣΗ 237/2020 ΓΙΑ ΠΑΡΑΧΩΡΗΣΗ ΑΔΕΙΑΣ ΓΙΑ ΕΚΔΟΣΗ ΠΡΟΝΟΜΙΑΚΟΥ ΔΙΑΤΑΓΜΑΤΟΣ CERTIORARI
ΜΕΤΑΞΥ
XXX ΜΠΑΣΑΡΑΜΠ (XXX BASARAB)
Εφεσείουσα
και
ΚΥΠΡΙΑΚΗΣ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑΣ
Εφεσίβλητης
------------------
Σατολιά Μαρία (κα) με Ηλία Σατολιά, για Κώστας Σατολιάς Δ.Ε.Π.Ε. για την Εφεσείουσα
----------------------
ΛΙΑΤΣΟΣ, Δ.: Την ομόφωνη απόφαση του Δικαστηρίου θα δώσει η Δικαστής Α. Πούγιουρου.
Α Π Ο Φ Α Σ Η
Α. ΠΟΥΓΙΟΥΡΟΥ: Στις 10/12/2020 Δικαστής του Επαρχιακού Δικαστηρίου Πάφου εξέδωσε ένταλμα έρευνας προς το σκοπό διεξαγωγής έρευνας στην οικία που διαμένει η εφεσείουσα που βρίσκεται στη συμβολή των οδών xxx xxx xxx xxx στη Γεροσκήπου καθώς επίσης και στα υποστατικά και οχήματα που χρησιμοποιεί, για τα οποία δεν υπάρχουν συγκεκριμένοι αριθμοί εγγραφής.
Ο εκδώσας το ένταλμα Δικαστής ικανοποιήθηκε, όπως το έθεσε στο σώμα του εντάλματος, ότι υπήρχε «εύλογη αιτία να πιστεύεται ότι στην οικία/υποστατικά καθώς επίσης και στα οχήματα που χρησιμοποιεί, βρίσκονται ελεγχόμενα φάρμακα τάξεως Α' και Β' καθώς επίσης και οτιδήποτε άλλο φυλάσσεται παράνομα».
Το αίτημα για έκδοση του εντάλματος έρευνας εδραζόταν σε γεγονότα που εμφαίνοντο στην Ένορκη Δήλωση αστυφύλακα της ΥΚΑΝ Πάφου, ημερομηνίας 10/12/2020. Σύμφωνα με αυτά, είχε ληφθεί πληροφορία στα γραφεία της ΥΚΑΝ ότι η εφεσείουσα είχε στην κατοχή της ποσότητα ναρκωτικών ουσιών την οποίαν χρησιμοποιεί η ίδια και προμηθεύει και σε άλλα πρόσωπα. Επίσης ότι είχε στην κατοχή της πυροβόλο όπλο κατηγορίας Δ δηλ. κυνηγετικό όπλο, πυροβόλο όπλο κατηγορίας Β, δηλ. πιστόλι, εκρηκτικές ύλες χωρίς άδεια του Επιθεωρητή Εκρηκτικών Υλών, δηλ. φυσίγγια πυροβόλων όπλων διαφόρων διαμετρημάτων καθώς επίσης και κλοπιμαία περιουσία.
Ενόψει της πληροφορίας αυτής, η εφεσείουσα τέθηκε υπό διακριτική παρακολούθηση όπου και διαπιστώθηκαν ύποπτες κινήσεις από μέρους της ερχόμενη σε επαφή με πρόσωπα που είχαν απασχολήσει την ΥΚΑΝ στο παρελθόν.
Επιχειρήθηκε από πλευράς εφεσείουσας η ακύρωση του εντάλματος έρευνας μέσω της διαδικασίας του προνομιακού εντάλματος certiorari. Καταχωρήθηκε προς το σκοπό αυτό η Πολιτική Αίτηση Αρ. 237/2020 για άδεια καταχώρησης σχετικής αίτησης, η οποία όμως απορρίφθηκε με την απόφαση ημερομηνίας 11/1/2021.
Η απορριπτική αυτή απόφαση εφεσιβλήθηκε από πλευράς εφεσείουσας με τρεις λόγους έφεσης. Με τον πρώτο λόγο προβάλλεται θέμα αναιτιολόγητης πρωτόδικης απόφασης ενώ με τον δεύτερο και τρίτο προσβάλλεται η διαπίστωση του πρωτόδικου Δικαστηρίου ότι δεν αποδείχθηκε εκ πρώτης όψεως συζητήσιμη υπόθεση. Ενόψει συνάφειας των λόγων έφεσης, η αιτιολογία των οποίων συμπλέκεται, θα εξεταστούν μαζί.
Προβάλλεται κυρίως με την έφεση ότι λανθασμένα το πρωτόδικο Δικαστήριο έκρινε ότι δεν συνέτρεχαν οι προϋποθέσεις για παραχώρηση της αιτούμενης άδειας και συγκεκριμένα ότι δεν είχε καταδειχθεί συζητήσιμη υπόθεση. Την εισήγηση της αυτή η εφεσείουσα την στηρίζει σε δύο πυλώνες. Πρώτον ότι δεν δόθηκε η ανάλογη βαρύτητα στη λανθασμένη αναφορά στο ένταλμα του ονόματος κάποιου ατόμου άσχετου με την υπόθεση, αν και το Δικαστήριο είχε εντοπίσει το γεγονός αυτό. Δεύτερον ότι το Δικαστήριο δεν έλαβε υπόψη ότι το ένταλμα έρευνας ήταν γενικό, αόριστο και εντελώς αναιτιόλογητο στο βαθμό και την έκταση που η περιγραφή του τόπου προσδιόριζε πέραν του ενός υποστατικού ενώ επιπρόσθετα δεν προσδιορίζοντο οι αριθμοί εγγραφής των οχημάτων. Αυτά ήταν στοιχεία, κατά την εισήγηση της, που καταδείκνυαν συζητήσιμη υπόθεση. Ενόψει αυτού του λανθασμένου χειρισμού από πλευράς πρωτόδικου Δικαστηρίου, η εφεσείουσα προβάλλει θέμα παραβίασης του δικαιώματος της σε δίκαιη δίκη, εφόσον η απόφαση δεν αντικατοπτρίζει τα πραγματικά γεγονότα της υπόθεσης αλλ' ούτε και θεμελιώνεται επί του ορθού νομικού πλαισίου.
Αναπτύσσοντας ενώπιον μας τους λόγους έφεσης, ο δικηγόρος της εφεσείουσας έδωσε έμφαση στην κατ' ισχυρισμό ασάφεια του όρκου ως προς τον προσδιορισμό του τόπου που αφορούσε το ένταλμα, εφόσον στη δηλωθείσα διεύθυνση υπήρχαν δύο κατοικίες και όχι μία.
Η ίδια εισήγηση προωθήθηκε και πρωτόδικα και το Δικαστήριο με αναφορά στο περιεχόμενο του όρκου του αστυφύλακα και του ίδιου του εντάλματος έρευνας, κατέληξε ότι υπήρχε και στα δύο επαρκής προσδιορισμός του τόπου όπου εξουσιοδοτείτο η έρευνα και των αντικειμένων που αφορούσε, που δεν αμφισβητήθηκε από την εφεσείουσα, δηλώνοντας ότι διέμενε στη συγκεκριμένη κατοικία τις προηγούμενες μέρες. Σ' ό,τι αφορά δε τα οχήματα διαπίστωσε ότι ναι μεν δεν αναγράφοντο στον όρκο οι αριθμοί εγγραφής τους αλλά υπήρχε αναφορά ότι επρόκειτο για τα οχήματα που χρησιμοποιούσε η εφεσείουσα. Στη βάση των διαπιστώσεων του αυτών το Δικαστήριο έκρινε ότι το ένταλμα που ζητείτο ήταν σύμφωνο με τις πρόνοιες του άρθρου 27 του περί Ποινικής Δικονομίας Νόμου ΚΕΦ. 155 και προχώρησε στην έκδοση του.
Στο σημείο αυτό κρίνουμε σκόπιμο να παραθέσουμε βασικά σημεία από τον όρκο του αστυφύλακα στη βάση του οποίου εκδόθηκε το ένταλμα, για σκοπούς καλύτερης κατανόησης των γεγονότων που είχε ενώπιον του το Δικαστήριο:
«...ότι υπάρχει μαρτυρία που δημιουργεί εύλογη βάση για υποψία ότι στην οικία που διαμένει η xxx Basarab, ar. D.Txxx0031, που βρίσκεται στην συμβολή των οδών xxx xxx xxx xxx στην Γεροσκήπου, ως επίσης στα υποστατικά και στα οχήματα που χρησιμοποιεί για τα οποία δεν υπάρχουν συγκεκριμένοι αριθμοί εγγραφής καθότι η ύποπτη χρησιμοποιεί διάφορα οχήματα), παράνομα φυλάττονται ελεγχόμενα φάρμακα τάξεως Α΄και Β΄, τα οποία χρησιμοποιεί τόσο η ίδια και προμηθεύει και σε άλλα άτομα, χρήστες ναρκωτικών ουσιών. Επίσης στην οικία παράνομα φυλάττονται πυροβόλο όπλο κατηγορίας Δ ήτοι κυνηγετικό όπλο, πυροβόλο όπλο κατηγορίας Β, ήτοι πιστόλι, εκρηκτικές ύλες χωρίς άδεια του επιθεωρητή εκρηκτικών υλών, ήτοι φυσίγγια πυροβόλων όπλων διάφορων διαμετρημάτων, καθώς επίσης και κλοπιμαία περιουσία.
.......
Προς διευκόλυνση των Αστυνομικών ερευνών, η Αστυνομία ζητά από το Σεβαστό Δικαστήριο την έκδοση εντάλματος έρευνας της πιο πάνω οικίας, υποστατικών και οχημάτων που χρησιμοποιεί η πιο πάνω ύποπτη για ανεύρεση, περισυλλογή και φύλαξη ναρκωτικών, πυροβόλων όπλων, εκρηκτικών υλών και άλλων τεκμηρίων, παρακαλώ.»
Παραθέτουμε επίσης και το απόσπασμα από το ίδιο το ένταλμα, που μας ενδιαφέρει:
«Επειδή φαίνεται στην ένορκο καταγγελία του Αστ. 4xx5 xxx Βασιλείου της Υ.ΚΑ.Ν Πάφου ότι υπάρχει εύλογος αιτία να πιστεύεται ότι στην οικία που διαμένει η xxx Basarab, αρ. Δ.Τxxx0031, που βρίσκεται στην συμβολή των οδών xxx xxx xxx xxx στην Γεροσκήπου, ως επίσης στα υποστατικά και στα οχήματα που χρησιμοποιεί για τα οποία δεν υπάρχουν συγκεκριμένοι αριθμοί εγγραφής καθότι η ύποπτη χρησιμοποιεί διάφορα οχήματα), παράνομα φυλάττονται/αποκρύπτονται ελεγχόμενα φάρμακα τάξεως Α΄ και Β΄, τα οποία χρησιμοποιεί τόσο η ίδια και προμηθεύει και σε άλλα άτομα, χρήστες ναρκωτικών ουσιών. Επίσης στην οικία παράνομα φυλάττονται πυροβόλο όπλο κατηγορίας Δ ήτοι κυνηγετικό όπλο, πυροβόλο όπλο κατηγορίας Β, ήτοι πιστόλι, εκρηκτικές ύλες χωρίς άδεια του επιθεωρητή εκρηκτικών υλών, ήτοι φυσίγγια πυροβόλων όπλων διάφορων διαμετρημάτων, καθώς επίσης και κλοπιμαία περιουσία.
Αυτό το ένταλμα σας εξουσιοδοτεί και σας καλεί αμέσως με κατάλληλη βοήθεια, να μπείτε στην αναφερόμενη κατοικία και υποστατικά της αναφερόμενης σε οποιαδήποτε ώρα του 24ώρου και εκεί με επιμέλεια να ερευνήσετε για τα αναφερόμενα πράγματα και αν αυτά ή μέρος αυτών, ευρεθούν κατά την έρευνα, να φέρετε τα πράγματα που θα βρεθούν έτσι, (και ακόμα να συλλάβετε και να παρουσιάσετε την xxx Basarab) ενώπιον μου ή ενώπιον άλλου Δικαστή του Επαρχιακού Δικαστηρίου για να τύχει μεταχείρισης σύμφωνα με το Νόμο.
Δικαστήριο: Έχω ικανοποιηθεί λογικά για την αναγκαιότητα έκδοσης του Εντάλματος με βάση το περιεχόμενο του Όρκου. Έχω επίσης ικανοποιηθεί ότι υπάρχει εύλογη αιτία να πιστεύεται ότι στην οικία/υποστατικά καθώς επίσης και στα οχήματα που χρησιμοποιεί βρίσκονται ελεγχόμενα φάρμακα τάξεως Α΄ και Β΄ καθώς επίσης και οτιδήποτε άλλο φυλάσσεται παράνομα.
Αυτό το ένταλμα σας εξουσιοδοτεί και σας καλεί αμέσως με κατάλληλη βοήθεια να μπείτε στην πιο πάνω αναφερόμενη οικία, υποστατικά και οχήματα, τα οποία χρησιμοποιεί ο πιο πάνω, σε οποιαδήποτε ώρα του 24ώρου εντός ενός μηνός από την έκδοση του και εκεί με επιμέλεια ερευνήσετε για τα αναφερόμενα πράγματα και αν αυτά ή μέρος αυτών ευρεθούν κατά την έρευνα, να φέρετε τα πράγματα που βρεθούν και ακόμα να συλλάβετε και να παρουσιάσετε τον xxx Κούκουβο ενώπιον μου ή ενώπιον άλλου Δικαστή του Επαρχιακού Δικαστηρίου, για να τύχουν μεταχείρισης σύμφωνα με το Νόμο.»
Το απαραβίαστο της κατοικίας διασφαλίζεται από το Άρθρο 16.1 του Συντάγματος. Η είσοδος ή έρευνα σε κατοικία είναι δυνατή μόνο στις περιπτώσεις και υπό τις προϋποθέσεις που καθορίζονται στη δεύτερη παράγραφο του Άρθρου 16, δηλαδή «.... ειμή ότε και όπως ο νόμος ορίζη και κατόπιν δικαστικού εντάλματος δεόντως ητιολογημένου.....».
Η έκδοση εντάλματος έρευνας προβλέπεται από το άρθρο 27 του περί Ποινικής Δικονομίας Νόμου, Κεφ. 155, που προνοεί ως ακολούθως:
«27. Όταν δικαστής ικανοποιείται με ένορκη έγγραφη δήλωση ότι υπάρχει εύλογη αιτία να πιστεύεται ότι σε οποιοδήποτε τόπο υπάρχει -
(α) οτιδήποτε στο οποίο ή σε σχέση με το οποίο διαπράχτηκε ποινικό αδίκημα ή υπάρχει υποψία ότι διαπράχτηκε ή
(β) οτιδήποτε για το οποίο υπάρχει εύλογη αιτία να πιστεύεται ότι θα παρέχει απόδειξη ως προς τη διάπραξη ποινικού αδικήματος ή
(γ) οτιδήποτε για το οποίο υπάρχει εύλογη αιτία να πιστεύεται ότι προορίζεται να χρησιμοποιηθεί για το σκοπό διάπραξης ποινικού αδικήματος,
ο δικαστής δύναται σε οποιοδήποτε χρόνο να εκδώσει ένταλμα (το οποίο αναφέρεται στο νόμο αυτό ως «ένταλμα έρευνας»), που εξουσιοδοτεί το πρόσωπο που κατονομάζεται σε αυτό-
(ι) να ερευνήσει τον τόπο αυτό προς ανεύρεση οποιουδήποτε τέτοιου πράγματος και να κατάσχει και μεταφέρει αυτό ενώπιον του Δικαστηρίου από το οποίο εκδόθηκε το ένταλμα έρευνας ή ενώπιον άλλου Δικαστηρίου για να τύχει αυτό μεταχείρισης σύμφωνα με το νόμο και
(ιι) να συλλάβει και να προσαγάγει ενώπιον Δικαστή τον κάτοχο της οικίας ή του τόπου όπου βρέθηκε το πράγμα ή οποιοδήποτε πρόσωπο εντός ή πέριξ της οικίας αυτής ή του τόπου το οποίο κατέχει τέτοιο πράγμα, αν ο Δικαστής κρίνει σκόπιμο να διατάξει με αυτό τον τρόπο στο ένταλμα.»
Νομοθετική πρόνοια ως προς τη δυνατότητα έκδοσης εντάλματος έρευνας υποστατικών, εντοπίζεται επίσης στο άρθρο 29(3) του περί Ναρκωτικών Φαρμάκων και Ψυχοτρόπων Ουσιών Νόμου του 1977 (Ν.29/77).
Η νομιμότητα του εντάλματος έρευνας στη βάση του άρθρου 27 του ΚΕΦ. 155 υπήρξε αντικείμενο εξέτασης σε αριθμό αποφάσεων του Ανωτάτου Δικαστηρίου στις οποίες αναφέρθηκε ότι η έκδοση του είναι μια σοβαρή επέμβαση στην ατομική ελευθερία εφόσον είναι ένα βήμα που πρέπει να λαμβάνεται μετά από ώριμη αντίληψη των γεγονότων που συνθέτουν την υπόθεση.
Στην υπόθεση xxx xxx Moran, Πολιτική Έφεση Αρ. 346/2014, ημερομηνίας 31/3/2016, ECLI:CY:AD:2016:A185, κατόπιν ανασκόπησης της μέχρι τότε νομολογίας αναφέρθηκε από το Ανώτατο Δικαστήριο ότι το άρθρο 27 του ΚΕΦ. 155 και το Άρθρο 16.2 του Συντάγματος ικανοποιούνται αν το Δικαστήριο εξαγάγει το δικό του συμπέρασμα στη βάση των γεγονότων που περιέχονται στην ένορκη δήλωση που υποστηρίζει την αίτηση για έκδοση εντάλματος έρευνας (βλ. επίσης Αντώνης Ανδρέου & Σία ΔΕΠΕ κ.ά Πολιτική Έφεση Αρ. 348/2015 ημερομηνίας 9/6/2017, ECLI:CY:AD:2017:A216 , Μηλιώτης (2006) 1 Α.Α.Δ. 12, Inland Revenue Commissioners and another v. Rossminster Ltd and related appeals (1980) 1 All E.R. 80 και Πολυκάρπου (1991) 1 Α.Α.Δ. 207) .
Στην υπόθεση xxx Huseyin, Πολιτική Έφεση Αρ. 212/2017, ημερομηνίας 23/10/2018, ECLI:CY:AD:2018:A454 υιοθετώντας το λόγο της Norster κ.ά. ν. Δημοκρατίας κ.ά. (2013) 2 Α.Α.Δ. 797 και της R. v. Atkinson (1976) Crim L.R. 307 τονίστηκε η ανάγκη σαφούς προσδιορισμού του χώρου που αφορά το ένταλμα έρευνας στο λεκτικό του εντάλματος, καθώς και η ανάγκη για περιοριστική προσέγγιση, με αναφορά στη δραστικότητα της εξουσίας που δίδεται με το ένταλμα έρευνας.
Εξετάσαμε τις εισηγήσεις της εφεσείουσας με τη δέουσα προσοχή υπό το φως της νομοθεσίας και νομολογίας σε συνάρτηση με τα γεγονότα της υπόθεσης όπως τέθηκαν ενώπιον του πρωτόδικου Δικαστηρίου.
Εξετάζοντας κατ' αρχάς την ένορκη δήλωση του αστυφύλακα που παρουσιάστηκε στον Επαρχιακό Δικαστή προς το σκοπό έκδοσης του εντάλματος έρευνας, διαπιστώνουμε ότι αυτή παρείχε όλα εκείνα τα στοιχεία που κάλυπταν την υπό εξέταση υπόθεση καθώς και εκείνα που ενέπλεκαν την εφεσείουσα στα υπό διερεύνηση αδικήματα. Αυτά ήταν αρκετά να ικανοποιήσουν λογικά για την αναγκαιότητα έκδοσης του εντάλματος και να οδηγήσουν τον Επαρχιακό Δικαστή που επιλήφθηκε του εντάλματος, στη διαπίστωση περί ύπαρξης εύλογης υπόνοιας ότι στα υποστατικά και στα οχήματα που χρησιμοποιούσε η εφεσείουσα φυλάττοντο ναρκωτικά κα άλλα αντικείμενα παράνομα.
Είναι φανερό ότι στην παρούσα περίπτωση δεν τίθετο θέμα κακής περιγραφής της κατοικίας ή περιγραφής μιας εντελώς άλλης κατοικίας όπως στην Norster κ.ά. ν. Δημοκρατίας κ.ά (2013) 2 Α.Α.Δ. 797, στην οποίαν παραπέμπει ο δικηγόρος της εφεσείουσας προς υποστήριξη της εισήγησης του περί αοριστίας του εντάλματος.
Ούτε προκύπτει πλάνη ως προς τον τόπο που αφορούσε το ένταλμα εφόσον στη διεύθυνση που αναγράφετο στο ένταλμα διέμενε πράγματι η εφεσείουσα, όπως παραδέχεται και η ίδια στην Ένορκη της Δήλωση που συνοδεύει την αίτηση της για άδεια για certiorari, στην οποίαν κατοικία εκτελέστηκε στη συνέχεια το επίδικο ένταλμα έρευνας. Είναι κατάληξη μας ότι στο λεκτικό του εντάλματος υπήρχε σαφής προσδιορισμός του χώρου που συγκεκριμενοποιείτο στην κατοικία που διαμένει η εφεσείουσα στη συμβολή των οδών xxx xxx xxx xxx στη Γεροσκήπου καθώς και στα οχήματα που χρησιμοποιεί η εφεσείουσα.
Ως προς την άλλη εισήγηση ότι το πρωτόδικο Δικαστήριο παραγνώρισε το γεγονός της λανθασμένης αναφοράς στο ένταλμα του ονόματος τρίτου προσώπου άσχετου με τον όρκο, για σκοπούς στοιχειοθέτησης συζητήσιμης υπόθεσης, ούτε με αυτήν συμφωνούμε.
Το πρωτόδικο Δικαστήριο στην απόφαση του, εντοπίζει στο περιεχόμενο του εντάλματος έρευνας αναφορά στη δυνατότητα σύλληψης κατονομαζόμενου προσώπου, που δεν περιλαμβάνετο στον όρκο. Ορθά έκρινε όμως την αναφορά αυτή ότι οφειλόταν σε λάθος που δεν επηρέαζε καθ' οιονδήποτε τρόπο τον πυρήνα του εντάλματος έρευνας, προβαίνοντας μάλιστα στην παρατήρηση ότι θα πρέπει στο μέλλον να αποφεύγονται τέτοια λάθη. Η αναφορά αυτή είναι φανερό ότι δεν σχετίζεται με τους ισχυρισμούς που περιλαμβάνοντο στον όρκο του αστυφύλακα αλλ' ούτε και αφορούσαν την εφεσείουσα προς το σκοπό έκδοσης του εντάλματος έρευνας.
Η εφεσείουσα παραπονείται επίσης περί λανθασμένης παράλειψης του πρωτόδικου Δικαστηρίου να εξετάσει αριθμό θέσεων που προβλήθηκαν ενώπιον του. Το Δικαστήριο θεωρώντας ότι αυτές δεν αφορούσαν στη νομιμότητα του εντάλματος αλλά επρόκειτο για ισχυρισμούς που μπορούσαν να προβληθούν κατά τη δίκη, εφόσον άπτοντο της εκδοχής της εφεσείουσας, δεν τις εξέτασε. Σημειώνεται ότι τα στοιχεία αυτά αναφέρονται κυρίως σε διάφορα ερωτηματικά που προέκυπταν, κατά τη γνώμη της εφεσείουσας, από την γενική και αόριστη περιγραφή του συγκεκριμένου υποστατικού που αφορούσε η έρευνα και τη συμπερίληψη στο ένταλμα του ονόματος τρίτου προσώπου άσχετου με την υπόθεση δηλ. των ίδιων θεμάτων επί των οποίων στήριξε την εισήγηση της για αοριστία του εντάλματος. Έχουμε ήδη ενδιατρίψει για το θέμα απορρίπτοντας τις θέσεις της εφεσείουσας για τα δύο αυτά στοιχεία, οπότε η προσέγγιση αυτή του Δικαστηρίου δεν ενέχει οτιδήποτε το μεμπτόν.
Η χορήγηση άδειας για καταχώρηση αίτησης για certiorari ανάγεται στη διακριτική εξουσία του Δικαστηρίου, η οποία ασκείται μεν δικαστικά αλλά με πολλή φειδώ. Χορηγείται μόνο όταν καταδεικνύεται από τον αιτητή ότι υπάρχει «εκ πρώτης όψεως υπόθεση» και/ή «συζητήσιμη υπόθεση.» Αν όμως στον αιτητή προσφέρεται άλλο ένδικο μέσο ή θεραπεία, τότε ανεξάρτητα από το λόγο για τον οποίο επιδιώκεται το διάταγμα, περιθώρια για επιτυχία της αίτησης δεν υπάρχουν, εκτός και αν ο αιτητής ικανοποιήσει για την ύπαρξη εξαιρετικών περιστάσεων.
Η διαδικασία για την έκδοση εντάλματος certiorari δεν έχει ως αντικείμενο την αναθεώρηση της ορθότητας της πρωτόδικης απόφασης, η οποία ελέγχεται στο πλαίσιο της δευτεροβάθμιας δικαιοδοσίας του Ανωτάτου Δικαστηρίου, αλλά της νομιμότητας της απόφασης (βλ. Μιτέλλα, Πολιτική Έφεση Αρ. 43/2019, ημερομηνίας 2/4/2019, ECLI:CY:AD:2019:A121 και Πετρίδου, Πολιτική Έφεση Αρ. 133/2019, ημερομηνίας 12/2/2020), ECLI:CY:AD:2020:A56.
Ενόψει της πιο πάνω νομολογίας και των δεδομένων της υπόθεσης η προσέγγιση του πρωτόδικου Δικαστηρίου ως προς το ότι δεν είχε καταδειχθεί συζητήσιμη υπόθεση για σκοπούς παροχής άδειας για προνομιακό ένταλμα, μας βρίσκει σύμφωνους.
Η εφεσείουσα προβάλλει επίσης θέμα αναιτιολόγητης πρωτόδικης απόφασης, γεγονός που κατ' ισχυρισμόν παραβιάζει το συνταγματικό της δικαίωμα να τύχει δίκαιης δίκης.
Είναι η διαπίστωση μας ότι η πρωτόδικη απόφαση παρέχει επαρκή αιτιολογία, αναλύοντας τα ουσιαστικά προς κατάληξη θέματα που ηγέρθηκαν ενώπιον του Δικαστηρίου επί των οποίων αποτυπώνεται σαφής δικαστική κρίση.
Η έφεση απορρίπτεται.
Α. ΛΙΑΤΣΟΣ, Δ.
Α. ΠΟΥΓΙΟΥΡΟΥ, Δ.
Δ. ΣΩΚΡΑΤΟΥΣ, Δ.
Λ. ΔΗΜΗΤΡΙΑΔΟΥ, Δ.
Ν. ΣΑΝΤΗΣ, Δ.
/Α.Λ.Ο.