ΠΑΓΚΥΠΡΙΟΣ ΔΙΚΗΓΟΡΙΚΟΣ ΣΥΛΛΟΓΟΣ
|
ECLI:CY:AD:2021:A124
ΔΕΥΤΕΡΟΒΑΘΜΙΑ ΔΙΚΑΙΟΔΟΣΙΑ
ΠΟΛΙΤΙΚΗ ΕΦΕΣΗ ΑΡ. 12/2021
6 Απριλίου, 2021
[Α. Ρ. ΛΙΑΤΣΟΣ, Γ. Ν. ΓΙΑΣΕΜΗΣ, Α. ΠΟΥΓΙΟΥΡΟΥ,
Δ. ΣΩΚΡΑΤΟΥΣ, Ι. ΙΩΑΝΝΙΔΗΣ, Δ.Δ.]
ΑΝΑΦΟΡΙΚΑ ΜΕ ΤΟ ΑΡΘΡΟ 155.4 ΤΟΥ ΣΥΝΤΑΓΜΑΤΟΣ ΤΗΣ ΚΥΠΡΙΑΚΗΣ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑΣ ΚΑΙ ΤΟ ΑΡΘΡΟ 3 ΚΑΙ 9 ΤΟΥ ΠΕΡΙ ΑΠΟΝΟΜΗΣ ΤΗΣ ΔΙΚΑΙΟΣΥΝΗΣ (ΠΟΙΚΙΛΑΙ ΔΙΑΤΑΞΕΙΣ) ΝΟΜΟΥ ΤΟΥ 1964
ΚΑΙ
ΑΝΑΦΟΡΙΚΑ ΜΕ ΤΟΝ ΠΕΡΙ ΑΝΩΤΑΤΟΥ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟΥ (ΔΙΚΑΙΟΔΟΣΙΑ ΕΚΔΟΣΗΣ ΕΝΤΑΛΜΑΤΩΝ ΠΡΟΝΟΜΙΑΚΗΣ ΦΥΣΕΩΣ) ΔΙΑΔΙΚΑΣΤΙΚΟ ΚΑΝΟΝΙΣΜΟ ΤΟΥ 2018
ΚΑΙ
ΑΝΑΦΟΡΙΚΑ ΜΕ ΤΗΝ ΑΙΤΗΣΗ ΤΗΣ BANK OF CYPRUS PUBLIC COMPANY LTD ΓΙΑ ΑΔΕΙΑ ΓΙΑ ΚΑΤΑΧΩΡΗΣΗ ΑΙΤΗΣΗΣ ΓΙΑ ΤΗΝ ΕΚΔΟΣΗ ΕΝΤΑΛΜΑΤΟΣ CERTIORARI
KAI
ΑΝΑΦΟΡΙΚΑ ΜΕ ΤΟ ΕΝΔΙΑΜΕΣΟ ΔΙΑΤΑΓΜΑ ΗΜΕΡΟΜΗΝΙΑΣ 04.01.2021 ΠΟΥ ΕΚΔΟΘΗΚΕ ΑΠΟ ΤΟ ΕΠΑΡΧΙΑΚΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ ΛΕΜΕΣΟΥ ΣΤΑ ΠΛΑΙΣΙΑ ΤΗΣ ΑΓΩΓΗΣ ΥΠ΄ ΑΡΙΘΜΟ 2580/2014.
_ _ _ _ _ _ _ _ _ _
Π. Πολυβίου με Στ. Πολυβίου (κα) και με Π. Μακρίδη για Χρυσαφίνης & Πολυβίου ΔΕΠΕ, Για τους εφεσείοντες
_ _ _ _ _ _ _ _ _ _
ΛΙΑΤΣΟΣ, Δ.: Η απόφαση δεν είναι ομόφωνη. Η απόφαση της πλειοψηφίας θα δοθεί από την Α. Πούγιουρου Δ., με την οποία συμφωνούν οι Δικαστές, Α. Λιάτσος, Γ. Ν. Γιασεμής και Δ. Σωκράτους. H απόφαση της μειοψηφίας θα δοθεί από τον Δικαστή Ι. Ιωαννίδη.
Α Π Ο Φ Α Σ Η
(Πλειοψηφίας)
Α. ΠΟΥΓΙΟΥΡΟΥ: Με την υπό κρίση έφεση η εφεσείουσα προσβάλλει την απόφαση ημερομηνίας 18/1/2021 Δικαστή του Ανωτάτου Δικαστηρίου στην Πολιτική Αίτηση αρ. 2/2021, με την οποία απορρίφθηκε η αιτούμενη άδεια για την καταχώρηση αίτησης certiorari με σκοπό την ακύρωση του προσωρινού διατάγματος ημερομηνίας 4/1/2021, που εκδόθηκε από το Επαρχιακό Δικαστήριο Λεμεσού στα πλαίσια της αγωγής αρ. 2580/2014.
Τα γεγονότα όπως αποκρυσταλλώνονται στην εκκαλούμενη απόφαση συνοπτικά έχουν ως εξής:
Στις 4/6/2014 καταχωρήθηκε από τους Ενάγοντες στο Επαρχιακό Δικαστήριο Λεμεσού η αγωγή υπ. αριθμό 2580/2014 εναντίον της Τράπεζας Κύπρου Δημόσια Εταιρεία Λτδ (εναγόμενη 3) και άλλων τριών εναγομένων. Με την αγωγή αυτή αξιώνοντο αναγνωριστικές αποφάσεις και άλλα διατάγματα και θεραπείες στη βάση διαφόρων αγώγιμων δικαιωμάτων με κύριο άξονα την παραβίαση εκ μέρους των εναγομένων της σύμβασης οικιστικού δανείου ημερομηνίας 9/12/1997 και της ασφαλιστικής σύμβασης που εκχωρήθηκε ως εξασφάλιση του δανείου. Στα πλαίσια της αγωγής καταχωρήθηκε στις 22/12/2020 μονομερής αίτηση με την οποία οι ενάγοντες εξαιτούντο προσωρινού διατάγματος με το οποίο να απαγορεύεται στην εναγόμενη 3/ εφεσείουσα «να προχωρήσουν με την πώληση του δανείου και/ή της πιστωτικής διευκόλυνσης με αρ. λογαριασμού 357016890974 που παραχωρήθηκε από τους καθ' ων η αίτηση 1 και/ή 3 προς τους αιτητές 1 και/ή 2, ως επίσης και των εξασφαλίσεων που δόθηκαν από τους αιτητές 1 και/ή 2 προς εξασφάλιση του εν λόγω δανείου και/ή πιστωτικής διευκόλυνσης, σε οποιοδήποτε φυσικό και/ή νομικό πρόσωπο, οποτεδήποτε μέχρι την περάτωση της παρούσας αγωγής και/ή μέχρι νεωτέρας διαταγής του Δικαστηρίου......». Της αίτησης αυτής προηγήθηκε άλλη με το ίδιο αιτητικό, ημερομηνίας 8/12/2020, η οποία αποσύρθηκε άνευ βλάβης στις 28/12/2020. Το Επαρχιακό Δικαστήριο επιλαμβανόμενο στις 28/12/2020 της μονομερούς αίτησης ημερομηνίας 22/12/2020, προβαίνοντας κατ' αρχάς στη διαπίστωση «ότι το θέμα του κατεπείγοντος ουσιαστικά έχει καταστεί μη επείγον λόγω του χρόνου που έχει διαρρεύσει» στη συνέχεια ζήτησε από τον δικηγόρο των εναγόντων/αιτητών να αγορεύσει επί του θέματος του κατεπείγοντος. Ζητήθηκε τότε από τον δικηγόρο όπως η μονομερής αίτηση επιδοθεί στην άλλη πλευρά και το Δικαστήριο όρισε την αίτηση για τις 4/1/2021 για επίδοση. Στις 30/12/2020 εκδόθηκε Ανακοίνωση του Ανωτάτου Δικαστηρίου υπό το φως της ανάγκης λήψης μέτρων προς παρεμπόδιση της εξάπλωσης του κορωνοϊου με την οποία κοινοποιούσε απόφαση της Ολομέλειας να ανασταλεί προσωρινά η εκδίκαση όλων των υποθέσεων, πλην ορισμένων εξαιρέσεων, μέχρι τις 10/1/2021. Στις 4/1/2021 η αίτηση παρουσιάστηκε ενώπιον άλλου δικαστή, απ' εκείνον που της επιλήφθηκε στις 28/12/2020, ο οποίος αφού ικανοποιήθηκε ότι η αίτηση επιδόθηκε στις 30/12/2020 στην εναγόμενη 3/εφεσείουσα, που αφορούσε, στη βάση σχετικής ένορκης δήλωσης, εξέδωσε το αιτούμενο διάταγμα στην απουσία της. Παραθέτουμε αυτούσιο το πρακτικό της δικασίμου αυτής για σκοπούς καλύτερης κατανόησης των συνθηκών κάτω από τις οποίες εκδόθηκε το προσωρινό διάταγμα:
«Ημερομηνία: 4/1/2021
Για Αιτητές: κ. Κυπρίζογλου
Δικαστήριο:
Η Καθ' ης η Αίτηση/Εναγόμενη 3 δεν εκπροσωπείται, ένορκη δήλωση επίδοσης της Αίτησης έχει καταχωρηθεί και σημειώνεται ως Έγγραφο Α.
Επίσης δεν έχει σταλεί οποιοδήποτε ηλεκτρονικό μήνυμα στην ηλεκτρονική διεύθυνση του Δικαστηρίου είτε από την ίδια την Εναγόμενη 3 είτε από τους συνηγόρους της μέχρι αυτή την ώρα με το οποίο να υποβάλλεται οποιοδήποτε αίτημα.
Κος Κυπρίζογλου:
Ως εκ τούτου ζητώ διάταγμα ως το Αιτητικό της Αίτησης για πώληση των δανειακών υποχρεώσεων των Αιτητών από την Καθ' ης η Αίτηση 3 σε τρίτα πρόσωπα.
Δικαστήριο:
Ενόψει του ότι οι Καθ' ων η Αίτηση δεν έχουν εμφανιστεί στη διαδικασία, παρά το ότι η Αίτηση τους επιδόθηκε νομότυπα, εκδίδεται διάταγμα ως η παράγραφος Α της Αίτησης. Κατ' εφαρμογή των όσων έχουν λεχθεί στην υπόθεση Highgate Primary School v. Φυλακτίδη (2009) 1 ΑΑΔ 317 οι Αιτητές/ Ενάγοντες να υπογράψουν από κοινού προσωπική εγγύηση για το ποσό των €100.000 προς κάλυψη οποιωνδήποτε ζημιών οι οποίες ήθελαν προκληθεί στην Εναγόμενη 3/Καθ' ης η Αίτηση από την έκδοση του διατάγματος».
Ήταν η θέση των αιτητών, όπως προωθήθηκε με την αίτηση για παραχώρηση άδειας και επαναλαμβάνεται μέσω των συναφών λόγων έφεσης (λόγοι 2 και 3), ότι η επίδικη απόφαση του Επαρχιακού Δικαστηρίου πάσχει εφόσον εκδόθηκε καθ' υπέρβαση της δικαιοδοσίας του και ήταν προϊόν παραβίασης των αρχών της φυσικής δικαιοσύνης και νομικού σφάλματος, πρόδηλου στο πρακτικό του Δικαστηρίου.
Υποβάλλεται περαιτέρω με τον πρώτο λόγο έφεσης, η αιτιολογία του οποίου συμπλέκεται με εκείνη των 2 και 3, ότι λανθασμένα το πρωτόδικο Δικαστήριο έκρινε ότι δεν συνέτρεχαν οι προϋποθέσεις για παραχώρηση της αιτούμενης άδειας.
Προβάλλεται κυρίως με την έφεση ότι δεν υποστηρίζοντο από τα πρακτικά ή τα άλλα στοιχεία ενώπιον του οι διαπιστώσεις του πρωτόδικου Δικαστηρίου α) ότι δεν ήταν αναγκαία η αναφορά στο πρακτικό του Επαρχιακού Δικαστηρίου ημερομηνίας 4/1/2021, στην Ανακοίνωση του Ανωτάτου Δικαστηρίου, ημερομηνίας 30/12/2020, που είχε εκδοθεί ενόψει της ανάγκης λήψης μέτρων προς παρεμπόδιση της εξάπλωσης του κορωνοϊού, β) ότι για να τεθεί η αίτηση ενώπιον του Δικαστή που της επιλήφθηκε θα έπρεπε να είχε ληφθεί η σχετική άδεια του και γ) ότι για να δώσει άδεια, θα πρέπει να είχε κρίνει ότι ήταν εξαιρετικά επείγουσα περίπτωση και κατ' επείγον να εκδικαστεί η αίτηση. Οι διαπιστώσεις αυτές δεν ήταν άνευ σημασίας, σύμφωνα με την εισήγηση της εφεσείουσας, εφόσον αποτελούσαν τον πυλώνα της κατάληξης του πρωτόδικου Δικαστηρίου ότι το Επαρχιακό Δικαστήριο δεν ενήργησε καθ' υπέρβαση δικαιοδοσίας αλλά στα πλαίσια της ορθής άσκησης της διακριτικής του ευχέρειας. Παραπονείται επίσης ότι διέφυγαν του πρωτόδικου Δικαστηρίου ουσιώδη γεγονότα και παραλείψεις θεμελιώδους σημασίας για την παροχή άδειας για certiorari. Πρώτον ότι ενόψει της αναστολής εκδίκασης όλων των υποθέσεων, ως αποτέλεσμα της Ανακοίνωσης του Ανωτάτου Δικαστηρίου ημερομηνίας 30/12/2020, δεν υπήρξε ρητή κρίση του αρμόδιου Δικαστή ότι συνέτρεχαν εξαιρετικά επείγουσες περιστάσεις για να αποκτούσε δικαιοδοσία να επιληφθεί της ενώπιον του αίτησης. Δεύτερον ακόμη και να υπήρξε τέτοια κρίση και η αίτηση να κατατάσσετο από τον αρμόδιο Δικαστή στις εξαιρετικά επείγουσες, δεν περιλήφθηκε στο πινάκιο της 4/1/2021 του Δικαστή ενώπιον του οποίου ετέθη και δεν αναρτήθηκε περαιτέρω στο ηλεκτρονικό ταχυδρομείο, ώστε η εφεσείουσα να είχε την ευκαιρία να λάβει γνώση του τρόπου χειρισμού της αίτησης και να εμφανιστεί. Προβάλλει περαιτέρω ότι η υποχρέωση ανάρτησης στο πινάκιο, προέκυπτε από τις Οδηγίες της Διοικητικού Προέδρου του Επαρχιακού Δικαστηρίου Λεμεσού που εκδόθηκαν στη βάση της Ανακοίνωσης του Ανωτάτου Δικαστηρίου, που εξουσιοδοτούσε τον Διοικητικό Πρόεδρο κάθε Δικαστηρίου να αποφασίζει και να ρυθμίζει με οδηγίες την εφαρμογή των προνοιών της Ανακοίνωσης που ήταν τεκμήρια στην πρωτόδικη διαδικασία.
Στο σημείο αυτό κρίνουμε σκόπιμο για σκοπούς ολοκλήρωσης του πλέγματος των γεγονότων, να παραθέσουμε αυτούσιο το μέρος από την Ανακοίνωση του Ανωτάτου Δικαστηρίου που μας ενδιαφέρει, επί της οποίας επικεντρώνεται ουσιαστικά η όλη δομή των εισηγήσεων της εφεσείουσας:
«Η Ολομέλεια του Ανωτάτου Δικαστηρίου έχοντας υπόψη τα ανωτέρω και ασκώντας τις δικές της εξουσίες, αποφάσισε τα εξής:
(Α) Αναστέλλεται προσωρινά η εκδίκαση ή η περαιτέρω προώθηση όλων των υποθέσεων σε όλα τα Δικαστήρια, κάθε βαθμίδας και δικαιοδοσίας, από σήμερα 30.12.2020 μέχρι και 10.1.2021, πλην των ακολούθων εξαιρέσεων:
I. Σε ό,τι αφορά τις πολιτικές υποθέσεις θα εκδικάζονται:
(i) αιτήσεις για ενδιάμεσα διατάγματα σε εξαιρετικά επείγουσες περιπτώσεις. Το κατεπείγον της εκδίκασης κρίνεται από τον αρμόδιο Δικαστή, από τον οποίο και λαμβάνεται σχετική άδεια.
.............................................................................................................................
(Γ) Ζητήματα λειτουργίας των Δικαστηρίων που προκύπτουν από την εφαρμογή των παρόντων μέτρων ρυθμίζονται με αποφάσεις του Διοικητικού Προέδρου κάθε Δικαστηρίου.
Το Ανώτατο Δικαστήριο μπορεί οποιαδήποτε στιγμή να διαφοροποιήσει τις πιο πάνω οδηγίες ανάλογα με τις επικρατούσες συνθήκες.»
Παραθέτουμε επίσης το άρθρο 22 του περί Δικαστηρίων Νόμου (Ν.14/60) που προβλέπει για την εξουσία του Ανωτάτου Δικαστηρίου να εκδίδει Οδηγίες προς τον Πρόεδρο και Δικαστές του Επαρχιακού Δικαστηρίου σε σχέση με τη δικαιοδοσία τους.
«Πoλιτική δικαιoδoσία Επαρχιακώv Δικαστηρίωv
22.-(1) Τηρoυμέvωv τωv διατάξεωv τoυ άρθρoυ 19, τωv διατάξεωv τωv επόμεvωv εδαφίωv τoυ παρόvτoς άρθρoυ και τωv διατάξεωv τoυ άρθρoυ 22Β και τηρoυμέvωv τωv γεvικώv ή ειδικώv oδηγιώv πoυ εκδίδovται από τo Αvώτατo Δικαστήριo, Επαρχιακό Δικαστήριo συvιστάμεvo από Πρόεδρo Επαρχιακoύ Δικαστηρίoυ έχει δικαιoδoσία vα ακoύει και vα απoφασίζει πρωτόδικα για κάθε αγωγή.
................................................................................................
(3) Έκαστoς Αvώτερoς Επαρχιακός Δικαστής ή Επαρχιακός Δικαστής έχει αρμoδιότητα vα ακoύει και vα απoφασίζει για-
...............................................................................................»
Η χορήγηση άδειας για καταχώρηση αίτησης για certiorari ανάγεται στη διακριτική εξουσία του Δικαστηρίου, η οποία ασκείται μεν δικαστικά αλλά με πολλή φειδώ. Χορηγείται μόνο όταν καταδεικνύεται από τον αιτητή ότι υπάρχει «εκ πρώτης όψεως υπόθεση» και/ή «συζητήσιμη υπόθεση.» Αν όμως στον αιτητή προσφέρεται άλλο ένδικο μέσο ή θεραπεία, τότε ανεξάρτητα από το λόγο για τον οποίο επιδιώκεται το διάταγμα, περιθώρια για επιτυχία της αίτησης δεν υπάρχουν, εκτός και αν ο αιτητής ικανοποιήσει για την ύπαρξη εξαιρετικών περιστάσεων.
Η διαδικασία για την έκδοση εντάλματος certiorari δεν έχει ως αντικείμενο την αναθεώρηση της ορθότητας της πρωτόδικης απόφασης, η οποία ελέγχεται στο πλαίσιο της δευτεροβάθμιας δικαιοδοσίας του Ανωτάτου Δικαστηρίου, αλλά της νομιμότητας της απόφασης (βλ. Μιτέλλα, Πολιτική Έφεση Αρ. 43/2019, ημερομηνίας 2/4/2019, ECLI:CY:AD:2019:A121 και Αυγουστή, Πολιτική Έφεση Αρ. 133/2019, ημερομηνίας 12/2/2020), ECLI:CY:AD:2020:A56.
Περαιτέρω πρέπει να σημειωθεί ότι η δικαιοδοσία έκδοσης προνομιακού εντάλματος τύπου certiorari δεν αποτελεί εποπτικό μέσο και ούτε παρέχεται η δυνατότητα εξέτασης του κατά πόσο το πρωτόδικο Δικαστήριο αντιλήφθηκε ορθά ή όχι ένα νομικό ζήτημα. Η δικαιοδοσία του Ανωτάτου Δικαστηρίου για χορήγηση άδειας για certiorari ασκείται μόνο σε εξαιρετικές περιπτώσεις για συγκεκριμένους λόγους (βλ. Ανδρέου Πολιτική Έφεση Αρ. 348/2015, ημερομηνίας 9/6/2017, ECLI:CY:AD:2017:A216 και Πετρίδου Πολιτική Έφεση Αρ. 133/2019, ημερομηνίας 12/2/2020), ECLI:CY:AD:2020:A56.
Το νοηματικό εύρος των εννοιών «συζητήσιμη υπόθεση» και «εκ πρώτης όψεως υπόθεση» οριοθετήθηκε στην υπόθεση In Re Kakos (ανωτέρω) με αναφορά στη Sidnell v. Wilson and Others (1966) 1 All E. R. 681, στην οποίαν μας παρέπεμψε ο εκ των δικηγόρων της εφεσείουσας κ. Πολυβίου, εισηγούμενος ότι απλά σε διαδικασία παροχής άδειας για προνομιακό ένταλμα το επίπεδο απόδειξης ύπαρξης συζητήσιμης υπόθεσης είναι χαμηλό, αρκεί ο Δικαστής να ικανοποιηθεί ότι ο Αιτητής παρουσιάζει ένα θέμα που κεντρίζει την προσοχή του.
Παραθέτουμε το σχετικό απόσπασμα από τη σελίδα 686 της πιο πάνω Αγγλικής υπόθεσης:
"I agree with my brethren that the Court must be satisfied that there is material on which, if it were accepted as accurate, an arguable case can be put forward that the conditions set out in the subsection are fulfilled. I use the expression 'arguable case' rather than the expression 'prima facie case', because the difficulty of the latter expression seems to me to be that it invites an enquiry at the hearing of the application itself into evidence contradicting what in the first in- stance is a prima facie case and therefore would lead to a complete trial of the action or is capable of leading to a complete trial of the action on, the application for leave. It is sufficient that the landlord should show that there is a bona fide arguable case that the conditions or one or other of them set out in the paragraphs of the subsection are fulfilled, and that if he does that, it is no function of the county Court Judge on the application for leave to go into the merits of the matter and hear rebutting evidence, as if the trial were taking place then."
Προβάλλεται κυρίως από πλευράς εφεσείουσας η έλλειψη δικαιοδοσίας του Επαρχιακού Δικαστηρίου να επιληφθεί στις 4/1/2021 της αίτησης, εφόσον δεν φαίνεται να προηγήθηκε η κρίση του αρμόδιου δικαστή κατά πόσο η αίτηση ενέπιπτε στις εξαιρέσεις αναστολής, που προνοούντο στην Ανακοίνωση του Ανωτάτου Δικαστηρίου, παράλειψη, που, κατ' ισχυρισμό, οδηγεί σε ακυρότητα της διαδικασίας. Από τη μελέτη της Ανακοίνωσης προκύπτει σαφώς ότι στις εξαιρέσεις από την αναστολή εκδίκασης περιλαμβάνονται και οι εξαιρετικά επείγουσες αιτήσεις για ενδιάμεσα διατάγματα. Κριτής δε του εξαιρετικά επείγοντος στη βάση της Ανακοίνωσης, είναι ο αρμόδιος δικαστής ο οποίος δίνει τη σχετική άδεια. Σημειώνεται ότι η επίδικη αίτηση αφορούσε σε ενδιάμεσο διάταγμα.
Το πρωτόδικο Δικαστήριο επιλαμβανόμενο της σχετικής εισήγησης προέβη στις διαπιστώσεις που έχουμε καταγράψει πιο πάνω και δεν χρειάζεται να επαναλάβουμε, τις οποίες η εφεσείουσα θεωρεί ως εξωγενείς παράγοντες μη υποστηριζόμενες από τα πρακτικά.
Εξετάσαμε με προσοχή την πρωτόδικη απόφαση υπό το πρίσμα της επιχειρηματολογίας που ανέπτυξαν ενώπιον μας οι ευπαίδευτοι δικηγόροι της εφεσείουσας και των γεγονότων της υπόθεσης, όπως εξάγονται από τον πρωτόδικο Φάκελο και τα τεκμήρια. Διαμορφώσαμε την άποψη ότι, ενόψει των περιστατικών της υπόθεσης, η κατάληξη του πρωτόδικου Δικαστηρίου ότι η εφεσείουσα δεν κατέδειξε τις προϋποθέσεις για να δοθεί άδεια για την καταχώρηση αίτησης για προνομιακό ένταλμα δεν μας βρίσκει σύμφωνους.
Στην υπό κρίση περίπτωση έγκυρος οδηγός σ' όσον αφορά το χειρισμό της υπό εκδίκαση αίτησης συνιστούν τα πρακτικά των δικασίμων ημερομηνίας 28/12/2020 και 4/1/2021, τα οποία κατατέθηκαν ως τεκμήρια πρωτόδικα, που σύμφωνα με την Ένορκη Δήλωση του κ. Σ. Κόκκινου που συνοδεύει την αίτηση, είναι τα μόνα που εντοπίστηκαν από έρευνα στο Φάκελο της υπόθεσης. Είναι νομολογιακά γνωστό ότι τα πρακτικά της διαδικασίας αποτελούν τη μόνη πηγή γνώσης για τα διαδραματισθέντα ενώπιον του πρωτόδικου Δικαστηρίου (βλ. Σωτηριάδης ν. Βασιλείου κ.ά. (Αρ. 1) (1992) 1 (Β) Α.Α.Δ. 801 και Αδελφοί Ε. Αναστασίου Λτδ ν. Μυλωνά (1997) 1 Α.Α.Δ. 1280). Στην πρόσφατη υπόθεση Νεοφύτου κ.ά. ν. Πρίνος Λαχαναγορά Λίμιτεδ, Πολιτική Έφεση 211/2018 ημερομηνίας 26/1/2021, ECLI:CY:AD:2021:A19 αναφέρθηκαν τα εξής ως προς τη σημασία των πρακτικών:
«Η τήρηση πρακτικών από το δικαστήριο αποσκοπεί, κατ' αρχάς, στην υποβοήθησή του να παρακολουθεί την ενώπιόν του διεξαγόμενη διαδικασία και, ακολούθως, να προβαίνει στην έκδοση της απόφασής του. ΄Οπως, συγκεκριμένα, αναφέρεται στην υπόθεση Ιωαννίδης κ.ά. ν. Oblique Fash. Ltd (2001) 1 Α.Α.Δ. 1119, στη σελίδα 1124: «Τα πρακτικά, για τα οποία γίνεται πρόνοια στο άρθρο 65 του περί Δικαστηρίων Νόμου του 1960 (Ν. 14/60) όπως τροποποιήθηκε και, κατ' ακολουθίαν, στο Διαδικαστικό Κανονισμό Αρ. 3 του 1981, τηρούνται για τις ανάγκες του εκδικάζοντος Δικαστηρίου και του Εφετείου - βλ. τη Δ.35 θ. 6 (όπως τροποποιήθηκε) - ...». Επομένως, αν, στη συνέχεια, καταχωριστεί έφεση κατά της εν λόγω απόφασης, τα πρακτικά αποτελούν «τον αυθεντικό οδηγό» για τα όσα έχουν λάβει χώρα ή και έχουν λεχθεί κατά την πρωτόδικη διαδικασία, (βλ. Ματθαίου ν. Θεμιστοκλέους (1998) 1 Α.Α.Δ. 1372, σελίδα 1374, και Σωτηριάδης ν. Βασιλείου και άλλων (Αρ. 1) (1992) 1 Α.Α.Δ. 801, σελίδα 807). ΄Οπως επισημαίνεται, συναφώς, στην υπόθεση Σοφοκλέους ν. Ταβελούδη κ.ά. (2002) 1 Α.Α.Δ. 92, σελίδα 99, «... το επίσημο πρακτικό της υπόθεσης είναι το μοναδικό έγκυρο υπόβαθρο για συζήτηση της υπόθεσης», εννοείται κατ' έφεση. Τα πρακτικά, τοιουτοτρόπως, βοηθούν στην εξέταση, από το Εφετείο, των εγειρομένων στην έφεση λόγων, στο βαθμό, βέβαια, που αυτοί στοιχειοθετούνται επί τούτων.»
Ανατρέχοντας στο πρακτικό της 4/1/2021 είναι φανερό ότι απουσιάζει οποιαδήποτε αναφορά ότι οι Ενάγοντες/αιτητές είχαν ζητήσει από τον Δικαστή, ενώπιον του οποίου τέθηκε η αίτηση, την άδεια του για εκδίκαση της αίτησης κατά τη διάρκεια της αναστολής ή ότι δόθηκε τέτοια άδεια και κάτω από ποιες συνθήκες. Δεν εντοπίζεται επίσης στο πρακτικό πρόνοια ότι η εφεσείουσα ενημερώθηκε για την κρίση του Δικαστηρίου ότι η αίτηση εξαιρείτο της αναστολής ώστε να της δοθεί η ευκαιρία να εμφανιστεί και να ακουστεί. Το δικαίωμα ενημέρωσης του διαδίκου πηγάζει από τους κανόνες φυσικής δικαιοσύνης ιδιαίτερα στην περίπτωση που εμφανίζεται στην υπόθεση με δικηγόρο και η αίτηση καθίσταται διά κλήσεως κατόπιν οδηγιών του Δικαστηρίου για επίδοση της, όπως η παρούσα περίπτωση.
Σ' όσον αφορά τη δικάσιμο της 28/12/2020, όταν διατάχθηκε η επίδοση της αίτησης για τις 4/1/2021, είναι φυσικό να μη τίθετο θέμα αναστολής της εκδίκασης της αίτησης, εφόσον η Ανακοίνωση εκδόθηκε στις 30/12/2020. Η ανάγκη όμως λήψης άδειας για εκδίκαση της κατά την περίοδο της αναστολής και κρίσης κατά πόσο η περίπτωση ενέπιπτε στις εξαιρέσεις, προέκυπτε για τη δικάσιμο της 4/1/2021, που βρισκόταν σε ισχύ η Ανακοίνωση. Συνεπώς η παρεμβολή μεταξύ της 28/12/2020 και της 4/1/2021 έκδοσης της Ανακοίνωσης διαφοροποιούσε το όλο πλαίσιο. Υπό το φως αυτού του δεδομένου η προηγηθείσα επίδοση της αίτησης και η γνωστοποίηση της ημερομηνίας ορισμού της δεν ενείχε πλέον αποφασιστική σημασία ως προς την εμφάνιση της εφεσείουσας.
Η απουσία πρακτικού ως προς την κρίση του Επαρχιακού Δικαστηρίου κατά πόσο η περίπτωση ενέπιπτε στις εξαιρέσεις της αναστολής στη βάση της Ανακοίνωσης του Ανωτάτου Δικαστηρίου, σε συνάρτηση με την προβαλλόμενη θέση ότι η αίτηση δεν περιλαμβάνετο στο πινάκιο του Δικαστή ενώπιον του οποίου τέθηκε στις 4/1/2021, ώστε να λάβει γνώση η εφεσείουσα, είναι στοιχεία που στη βάση της πιο πάνω νομολογίας θεμελιώνουν συζητήσιμη υπόθεση που δικαιολογεί την παραχώρηση της άδειας για certiorari.
Η έφεση επιτυγχάνει. Παρέχεται κατ' ακολουθίαν άδεια στην εφεσείουσα για καταχώρηση αίτησης διά κλήσεως προς έκδοση προνομιακού εντάλματος certiorari η οποία να υποβληθεί εντός 15 ημερών από σήμερα και να τεθεί ενώπιον του αδελφού Δικαστή που της επιλήφθηκε πρωτόδικα για περαιτέρω χειρισμό.
Τα έξοδα θα είναι στην πορεία της αίτησης διά κλήσεως που θα καταχωρηθεί.
Α. ΛΙΑΤΣΟΣ, Δ.
Γ. Ν. ΓΙΑΣΕΜΗΣ, Δ.
Α. ΠΟΥΓΙΟΥΡΟΥ, Δ.
Δ. ΣΩΚΡΑΤΟΥΣ, Δ.
Α.Λ.Ο.
ΑΝΩΤΑΤΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ ΚΥΠΡΟΥ
ΔΕΥΤΕΡΟΒΑΘΜΙΑ ΔΙΚΑΙΟΔΟΣΙΑ
(Πολιτική Έφεση Αρ. 12/2021)
6 Απριλίου, 2021
[Α. Ρ. ΛΙΑΤΣΟΣ, Γ. Ν. ΓΙΑΣΕΜΗΣ, Α. ΠΟΥΓΙΟΥΡΟΥ,
Δ. ΣΩΚΡΑΤΟΥΣ, Ι. ΙΩΑΝΝΙΔΗΣ, Δ.Δ.]
ΑΝΑΦΟΡΙΚΑ ΜΕ ΤΟ ΑΡΘΡΟ 155.4 ΤΟΥ ΣΥΝΤΑΓΜΑΤΟΣ ΤΗΣ ΚΥΠΡΙΑΚΗΣ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑΣ ΚΑΙ ΤΟ ΑΡΘΡΟ 3 ΚΑΙ 9 ΤΟΥ ΠΕΡΙ ΑΠΟΝΟΜΗΣ ΤΗΣ ΔΙΚΑΙΟΣΥΝΗΣ (ΠΟΙΚΙΛΑΙ ΔΙΑΤΑΞΕΙΣ) ΝΟΜΟΥ ΤΟΥ 1964
ΚΑΙ
ΑΝΑΦΟΡΙΚΑ ΜΕ ΤΟΝ ΠΕΡΙ ΑΝΩΤΑΤΟΥ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟΥ (ΔΙΚΑΙΟΔΟΣΙΑ ΕΚΔΟΣΗΣ ΕΝΤΑΛΜΑΤΩΝ ΠΡΟΝΟΜΙΑΚΗΣ ΦΥΣΕΩΣ) ΔΙΑΔΙΚΑΣΤΙΚΟ ΚΑΝΟΝΙΣΜΟ ΤΟΥ 2018
ΚΑΙ
ΑΝΑΦΟΡΙΚΑ ΜΕ ΤΗΝ ΑΙΤΗΣΗ ΤΗΣ BANK OF CYPRUS PUBLIC COMPANY LTD ΓΙΑ ΑΔΕΙΑ ΓΙΑ ΚΑΤΑΧΩΡΙΣΗ ΑΙΤΗΣΗΣ ΓΙΑ ΤΗΝ ΕΚΔΟΣΗ ΕΝΤΑΛΜΑΤΟΣ CERTIORARI
KAI
ΑΝΑΦΟΡΙΚΑ ΜΕ ΤΟ ΕΝΔΙΑΜΕΣΟ ΔΙΑΤΑΓΜΑ ΗΜΕΡΟΜΗΝΙΑΣ 04.01.2021 ΠΟΥ ΕΞΕΔΟΘΗ ΑΠΟ ΤΟ ΕΠΑΡΧΙΑΚΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ ΛΕΜΕΣΟΥ ΣΤΑ ΠΛΑΙΣΙΑ ΤΗΣ ΑΓΩΓΗΣ ΥΠ΄ ΑΡΙΘΜΟ 2580/2014.
_______________________
Π. Πολυβίου με Στ. Πολυβίου (κα) και Π. Μακρίδη για Χρυσαφίνης & Πολυβίου ΔΕΠΕ, για την Εφεσείουσα.
_______________________
Α Π Ο Φ Α Σ Η
(Μειοψηφίας)
Ι. ΙΩΑΝΝΙΔΗΣ, Δ.: Καταχωρίστηκε στο Επαρχιακό Δικαστήριο Λεμεσού από δύο φυσικά πρόσωπα η Αγωγή 2580/14 εναντίον τεσσάρων προσώπων, ανάμεσα σ΄ αυτά και η Τράπεζα Κύπρου Δημόσια Εταιρεία Λτδ (εναγόμενη 3). Στα πλαίσια της πιο πάνω Αγωγής, οι ενάγοντες αξιώνουν όπως συμφωνία οικιστικού δανείου που συνήψαν με Τράπεζα, τις εργασίες της οποίας ανέλαβε η εναγόμενη 3, κηρυχθεί ως μη δεκτική εκτέλεσης για συγκεκριμένους λόγους, που τώρα δεν ενδιαφέρουν. Η εναγόμενη 3 με επιστολή της ημερ. 16.10.2020 φέρεται να κοινοποίησε στους ενάγοντες την πρόθεση της να πωλήσει το δάνειο σε τρίτο πρόσωπο δυνάμει του περί Αγοραπωλησίας Πιστωτικών Διευκολύνσεων και για Συναφή Θέματα Νόμου του 2015, Ν. 169(Ι)/15. Η ενάγουσα 2 υπέβαλε ένσταση, για να ενημερωθεί με ηλεκτρονικό μήνυμα ημερ. 17.12.2020, της εναγόμενης 3, ότι εφόσον δεν είχε προβεί σε προσφορά, σύμφωνα με τις πρόνοιες του Νόμου, δεν συνέτρεχαν οι προϋποθέσεις για να μην πωληθεί το δάνειο σε τρίτο πρόσωπο, και ότι θα προέβαινε στην πώληση του.
Οι ενάγοντες, στα πλαίσια της πιο πάνω Αγωγής, καταχώρισαν στις 22.12.2020 μονομερή αίτηση αξιώνοντας προσωρινό διάταγμα με το οποίο να απαγορεύεται στην εναγόμενη 3 να πωλήσει το εν λόγω δάνειο σε τρίτο πρόσωπο, μέχρι την εκδίκαση της Αγωγής και/ή μέχρι να εκδοθεί άλλη διαταγή του Δικαστηρίου. Στις 28.12.2020 που η αίτηση είχε τεθεί ενώπιον του Επαρχιακού Δικαστηρίου Λεμεσού, αποφασίστηκε για τους λόγους που εμφαίνονται στο σχετικό πρακτικό, όπως η αίτηση γνωστοποιηθεί/επιδοθεί στην εναγόμενη 3. Από το πρακτικό του Επαρχιακού Δικαστηρίου Λεμεσού διαπιστώνεται ότι η αίτηση ορίστηκε για επίδοση στις 4.1.2021 και ώρα 9.00 π.μ.. Στις 4.1.2021 και ώρα 10.22 π.μ. τηρήθηκε πρακτικό από το Επαρχιακό Δικαστήριο Λεμεσού, σύμφωνα με το οποίο «η εναγόμενη 3 δεν εκπροσωπείται παρόλο που η αίτηση έχει επιδοθεί σ΄ αυτή». Στο πρακτικό καταγράφεται ακόμη ότι: «Επίσης δεν έχει σταλεί οποιοδήποτε ηλεκτρονικό μήνυμα στην ηλεκτρονική διεύθυνση του Δικαστηρίου είτε από την ίδια την εναγόμενη 3 είτε από τους συνηγόρους της μέχρι αυτή την ώρα με το οποίο να υποβάλλεται οποιοδήποτε αίτημα». Ακολούθως, ο ευπαίδευτος συνήγορος των αιτητών, ζήτησε όπως εκδοθεί προσωρινό διάταγμα ως η αίτηση, και το Επαρχιακό Δικαστήριο το εξέδωσε αφού, όπως σημειώνει, η εναγόμενη 3/καθ΄ ης η αίτηση «δεν εμφανίστηκε στη διαδικασία παρόλο που η αίτηση της επεδόθη νομότυπα».
Η εναγόμενη 3 Τράπεζα αντέδρασε καταχωρώντας μονομερή αίτηση ενώπιον του Ανωτάτου Δικαστηρίου αξιώνοντας άδεια για καταχώριση αίτησης δια κλήσεως για έκδοση προνομιακού εντάλματος Certiorari, με το οποίο να ακυρώνεται το προσωρινό διάταγμα που εξεδόθη από το Επαρχιακό Δικαστήριο Λεμεσού στις 4.1.2021 εν τη απουσία της.
Ο αδελφός Δικαστής ενώπιον του οποίου τέθηκε η αίτηση, την απέρριψε με απόφαση του ημερ. 18.1.2021, αφού βρήκε ότι «δεν είχαν καταδειχτεί οι προϋποθέσεις για να δοθεί άδεια για την καταχώριση αίτησης για την έκδοση προνομιακού εντάλματος». Κατά της πιο πάνω απόφασης, καταχωρίστηκε στις 21.1.2021 η υπό εκδίκαση έφεση από την εναγόμενη 3 Τράπεζα, η οποία με τρεις λόγους έφεσης θεωρεί ότι η απόφαση του αδελφού πρωτόδικου Δικαστή είναι εσφαλμένη. Έχω θέσει ενώπιον μου όλους τους λόγους έφεσης ως επίσης και την αιτιολογία αυτών, και θα κάνω ειδική αναφορά όπου ήθελε κριθεί αναγκαίο. Το ίδιο ισχύει και για τα όσα ανέφεραν οι ευπαίδευτοι συνήγοροι της Εφεσείουσας με τις εμπεριστατωμένες αγορεύσεις τους.
Θεωρώ σκόπιμο να αναφέρω ευθύς εξαρχής αυτό που έχει λεχθεί κατ΄ επανάληψη, ότι δηλαδή τα προνομιακά εντάλματα είναι πολύ δραστικά μέτρα (Πιττάκη κ.α. (1990) 1 ΑΑΔ, 296). Η δικαιοδοσία του Ανωτάτου Δικαστηρίου για έκδοση προνομιακών ενταλμάτων Certiorari, αποσκοπεί στον έλεγχο και εποπτεία των κατώτερων δικαστηρίων. Τα κατώτερα δικαστήρια οφείλουν να αποφασίζουν ή να επιλαμβάνονται θεμάτων, για τα οποία έχουν εξουσία, σύμφωνα με τους δικονομικούς κανόνες και τις αρχές στη βάση των οποίων διασφαλίζεται η νομιμότητα της διαδικασίας. Τα όρια της δικαιοδοσίας ή αρμοδιότητας τους, η οποία πρέπει να υπάρχει πριν από την έκδοση της προσβαλλόμενης απόφασης, καθορίζονται από το Νόμο (Φεσσάς (1990) 1 ΑΑΔ, 704). Ένας από τους λόγους για τους οποίους δικαιολογείται η παρέμβαση του Ανωτάτου Δικαστηρίου, είναι η μη τήρηση των κανόνων της φυσικής δικαιοσύνης, απαραίτητη προϋπόθεση για την έγκυρη άσκηση της δικαστικής λειτουργίας. Η μη παροχή ευκαιρίας σε επηρεαζόμενο πρόσωπο να ακουστεί σε διαδικασία που το αφορά, συνιστά παράβαση των αρχών της φυσικής δικαιοσύνης (Chr. Karaolis Dev. Ltd (1990) 1 AAΔ, 1004).
Στην In re L.P. Loukaides Ltd (1986) 1 CLR, 154, δόθηκε άδεια για καταχώριση αίτησης δια κλήσεως για έκδοση προνομιακού εντάλματος Certiorari, αφού το Ανώτατο Δικαστήριο βρήκε ότι οι αιτητές φέρονταν να είχαν δικαστεί και καταδικαστεί χωρίς να είχαν προηγουμένως ενημερωθεί για την ημερομηνία της δίκης τους (were tried and convicted without having been informed as to the date of the trial).
Στην Royal Insurance Ltd v. Δήμου Λεμεσού (1995) 2 ΑΑΔ, 186, η οποία, ειρήσθω εν παρόδω, αφορούσε σε έφεση κατά καταδίκης, και όχι σε διαδικασία προνομιακού εντάλματος, τονίστηκε για άλλη μια φορά ότι το δικαίωμα ακρόασης, δηλαδή το δικαίωμα που έχει ο καθένας να προβάλλει τους ισχυρισμούς και θέσεις του ενώπιον των δικαστηρίων, είναι «το πρωτοκύτταρο της δίκαιης δίκης». Στην εν λόγω υπόθεση, είχε λάβει χώρα επίδοση της υπόθεσης στην Εφεσείουσα, η οποία παρέλειψε να εμφανιστεί στην ημερομηνία που αυτή ήταν ορισμένη. Η υπόθεση ορίστηκε για απόδειξη σε μεταγενέστερη ημερομηνία, η οποία και γνωστοποιήθηκε στην ευπαίδευτη συνήγορο της Εφεσείουσας. Όταν η ευπαίδευτη συνήγορος εμφανίστηκε στο δικαστήριο την ημερομηνία που η υπόθεση ήταν ορισμένη για απόδειξη, η υπόθεση είχε ήδη εκδικαστεί από το πρωτόδικο δικαστήριο, το οποίο έκρινε ένοχη την Εφεσείουσα και της επέβαλε ποινή προστίμου, ενώ τη διέταξε να καταβάλει τα έξοδα και τα οφειλόμενα τέλη. Το Εφετείο απορρίπτοντας την έφεση σημείωσε τα ακόλουθα:
«Η τήρηση ή μη των διευθετήσεων που κάμνουν συχνά οι δικηγόροι αναφορικά με την παράσταση τους στο δικαστήριο δεν πρέπει να αφεθούν να επηρεάζουν το κύρος της δίκης. Ο τυχόν συσχετισμός τους θα απέβαινε ολέθριος για την καλή απονομή της δικαιοσύνης. Εκτός φυσικά στην περίπτωση που η μη εμφάνιση οφείλεται σε συνθήκες που είναι πέρα από τον έλεγχο του διαδίκου ή του συνηγόρου που οριστικά δεν είναι η παρούσα. Όπως παρατηρεί ο Π. Δ. Δαγτόγλου «Συνταγματικό Δίκαιο» 1991, τόμος Β, σελ. 1207, παράγραφος 1520:
'Ερήμην δίκες επιτρέπονται μόνον όταν ο διάδικος είχε γνώση του χρόνου της δίκης και η απουσία του δεν οφείλεται σε ανώτερη βία.'»
Εδώ, η Εφεσείουσα έλαβε γνώση για την ημερομηνία που η αίτηση ήταν ορισμένη ενώπιον του Επαρχιακού Δικαστηρίου Λεμεσού αφού αυτή της είχε επιδοθεί σύμφωνα με τους Θεσμούς Πολιτικής Δικονομίας. Με άλλα λόγια, δεν της στερήθηκε το δικαίωμα να εμφανιστεί στις 4.1.2021, στην αίτηση που την αφορούσε, και κατ΄ επέκταση να προβάλει ενώπιον του Επαρχιακού Δικαστηρίου Λεμεσού τις θέσεις της σε σχέση με την εν λόγω αίτηση. Η Εφεσείουσα για να δικαιολογήσει την παράλειψη της να εμφανιστεί στις 4.1.2021 ενώπιον του Επαρχιακού Δικαστηρίου Λεμεσού, επικαλέστηκε κυρίως την Ανακοίνωση του Ανωτάτου Δικαστηρίου που εξεδόθη στις 30.12.2020. Σ΄ αυτή αναφέρονται, ανάμεσα σ΄ άλλα, τα ακόλουθα:
«Υπό το φως της ανάγκης λήψης μέτρων προς παρεμπόδιση της εξάπλωσης του κορωνοϊού (νόσου Covid-19), πραγματοποιήθηκε στις 30.12.2020 σύσκεψη της Προέδρου και των Μελών του Ανωτάτου Δικαστηρίου. Ομόφωνα συμφωνήθηκαν τα εξής:
1. Η δικαιοσύνη πρέπει και θα συνεχίσει να λειτουργεί ως μία από τις συντεταγμένες εξουσίες της Πολιτείας και ως σημαντικός πυλώνας κράτους δικαίου.
2. Οι περιορισμοί που ανακοινώθηκαν από το Υπουργικό Συμβούλιο για την παρεμπόδιση της εξάπλωσης του ιού και για προστασία της δημόσιας υγείας, αναπόφευκτα επηρεάζουν τη λειτουργία των Δικαστηρίων και για το λόγο αυτό θα πρέπει να περιοριστεί η συγκέντρωση ατόμων στα Δικαστήρια και η εκδίκαση των πλείστων υποθέσεων εξαιρουμένων των επειγουσών υποθέσεων, ως κατωτέρω καθορίζεται, προς προστασία της δημόσιας υγείας.
Η Ολομέλεια του Ανωτάτου Δικαστηρίου έχοντας υπόψη τα ανωτέρω και ασκώντας τις δικές της εξουσίες, αποφάσισε τα εξής:
(Α) Αναστέλλεται προσωρινά η εκδίκαση ή η περαιτέρω προώθηση όλων των υποθέσεων σε όλα τα Δικαστήρια, κάθε βαθμίδας και δικαιοδοσίας, από σήμερα 30.12.2020 μέχρι και 10.1.2021, πλην των ακολούθων εξαιρέσεων:
I. Σε ό,τι αφορά τις πολιτικές υποθέσεις θα εκδικάζονται:
(i) αιτήσεις για ενδιάμεσα διατάγματα σε εξαιρετικά επείγουσες περιπτώσεις. Το κατεπείγον της εκδίκασης κρίνεται από τον αρμόδιο Δικαστή, από τον οποίο και λαμβάνεται σχετική άδεια.
.................................»
(Η υπογράμμιση γίνεται από το παρόν Δικαστήριο)
Οι πιο πάνω πρόνοιες της Ανακοίνωσης του Ανωτάτου Δικαστηρίου για τη ροή απονομής της δικαιοσύνης, συνάδουν πλήρως με τα όσα είχαν λεχθεί, χρόνια πριν, από τον Γ.Μ. Πική στις υποθέσεις In re Efthymiou (1987) 1 CLR, 329, 333 και Μαγκάκης (1990) 1 ΑΑΔ, 1068. Τα παραθέτω χωρίς να χρειάζεται να προσθέσω οτιδήποτε άλλο:
«Η εγκυρότητα της δικαστικής διαδικασίας αποτελεί θεμελιώδη σκοπό του Συντάγματος. Η ανεμπόδιστη ροή της δικαιοσύνης δεν είναι λιγότερο σημαντικός συνταγματικός στόχος από τη διαφύλαξη των θεμελιωδών δικαιωμάτων. Όπου τα θεμελιώδη δικαιώματα είναι συνυφασμένα με την αποτελεσματικότητα της δικαστικής λειτουργίας πρέπει να ασκούνται και να εφαρμόζονται με τρόπο που να διασφαλίζονται οι παράλληλοι σκοποί του Συντάγματος.»
Από το προοίμιο της πιο πάνω Ανακοίνωσης, καθίσταται σαφές ότι τα Δικαστήρια της Κύπρου θα συνέχιζαν να λειτουργούν και κατά την περίοδο 30.12.2020 - 10.1.2021. Για να περιοριστεί όμως η συγκέντρωση ατόμων στα Δικαστήρια, αποφασίστηκε η προσωρινή αναστολή εκδίκασης ή η περαιτέρω προώθηση όλων των υποθέσεων εξαιρουμένων όμως κάποιων υποθέσεων ανάμεσα σ΄ αυτές και «Οι αιτήσεις για ενδιάμεσα διατάγματα σε εξαιρετικά επείγουσες περιπτώσεις. Το κατεπείγον της εκδίκασης κρίνεται από τον αρμόδιο Δικαστή από τον οποίο και λαμβάνεται σχετική άδεια».
Στην Ανακοίνωση δεν αναφέρεται ότι οι διάδικοι ή οι δικηγόροι αυτών, απαλλάσσονται από την υποχρέωση, ή για να το θέσω διαφορετικά, απαγορεύεται σ΄ αυτούς, να εμφανιστούν σε αιτήσεις για ενδιάμεσα διατάγματα που ήταν ήδη ορισμένες εντός της περιόδου 30.12.2020 - 10.1.2021. Κατ΄ επέκταση, διάδικος ή δικηγόρος που επιθυμούσε να εμφανιστεί σε αίτηση για προσωρινά διατάγματα που ήταν ήδη ορισμένη εντός της πιο πάνω περιόδου, μπορούσε να το πράξει. Αυτό έπραξε ο ευπαίδευτος συνήγορος των εναγόντων-αιτητών στις 4.1.2021. Εάν δεν εμφανιζόταν, ενδεχομένως το κατώτερο δικαστήριο να απέρριπτε την αίτηση. Η Εφεσείουσα είχε τη δυνατότητα να εμφανιστεί στις 4.1.2021 και να θέσει ενώπιον του Επαρχιακού Δικαστηρίου τις θέσεις της. Με άλλα λόγια της δόθηκε το δικαίωμα να αναφέρει στο κατώτερο δικαστήριο κατά πόσο η αίτηση που εκκρεμούσε εναντίον της για ενδιάμεσα διατάγματα, συνιστούσε ή όχι εξαιρετικά επείγουσα περίπτωση για να εκδικαστεί κατά την πιο πάνω περίοδο. Σε τέτοια περίπτωση, το Επαρχιακό Δικαστήριο Λεμεσού, αφού θα άκουε και τις δύο πλευρές, θα αποφάσιζε κατά πόσο η συγκεκριμένη αίτηση θα έπρεπε να εκδικαστεί εντός της πιο πάνω περιόδου, ως εξαιρετικά επείγουσα περίπτωση. Η Εφεσείουσα, από τις 30.12.2020 που της επεδόθη η αίτηση, ουδέποτε έθεσε ενώπιον του κατώτερου δικαστηρίου τις θέσεις ή τους ισχυρισμούς της σε σχέση με το κατά πόσο η αίτηση θα έπρεπε να εκδικαστεί εντός της περιόδου για την οποία κάνει αναφορά η Ανακοίνωση του Ανωτάτου Δικαστηρίου. Ούτε απέστειλε οποιοδήποτε ηλεκτρονικό μήνυμα στην ηλεκτρονική διεύθυνση του Επαρχιακού Δικαστηρίου Λεμεσού με το οποίο να αναφέρει οτιδήποτε σε σχέση με την αίτηση που της είχε επιδοθεί, και η οποία ήταν ορισμένη ενώπιον του Δικαστηρίου για τις 4.1.2021. Προκύπτει από το πρακτικό του κατώτερου δικαστηρίου ημερ. 4.1.2021, πως αν αυτό διαπίστωνε πως η Εφεσείουσα ή οι δικηγόροι της είχαν αποστείλει οποιοδήποτε ηλεκτρονικό μήνυμα με το οποίο να είχαν οποιοδήποτε αίτημα, τότε η αίτηση δεν θα προχωρούσε εν τη απουσία της.
Το κατώτερο δικαστήριο στις 4.1.2021 είχε ενώπιον του μόνο τις θέσεις και τη μαρτυρία των εναγόντων-αιτητών στη βάση της οποίας οι τελευταίοι έλεγαν ότι η αίτηση τους είχε «κατεπείγουσα φύση» για συγκεκριμένους λόγους που καταγράφονται στην ένορκη δήλωση που υποστήριζε την αίτηση. Το κατώτερο δικαστήριο στη βάση του πιο πάνω μαρτυρικού υλικού, προχώρησε στην έκδοση του αιτούμενου προσωρινού διατάγματος.
Το γεγονός ότι το κατώτερο δικαστήριο είχε προηγουμένως αποφασίσει ότι η συγκεκριμένη αίτηση θα έπρεπε να επιδοθεί στην άλλη πλευρά, δεν απέκλειε εκ προοιμίου την εκδίκαση της αίτησης στην παρουσία πάντα και της άλλης πλευράς, ως εξαιρετικά επείγουσας περίπτωσης εντός της πιο πάνω περιόδου. Όπως έχει επανειλημμένα τονιστεί, είναι προτιμότερο μια μονομερής αίτηση για έκδοση προσωρινού διατάγματος, ακόμη και εκεί που κρίνεται ότι το θέμα είναι επείγον, να ορίζεται για ακρόαση σε πολύ σύντομο χρονικό διάστημα για να ακουστούν και οι δύο πλευρές (Quantum Telecommunications Ltd (2005) 1(B) AAΔ, 901, Κυριάκου (2010) 1(Β) ΑΑΔ, 1332 και Αμβροσιάδου κ.α. ν. Coward κ.α. (2013) 1(Α) ΑΑΔ, 78). Εύστοχα ο αδελφός πρωτόδικος Δικαστής σημειώνει στην απόφαση του, που τώρα προσβάλλεται με την παρούσα έφεση, τα ακόλουθα:
«Το ζήτημα του κατ' επείγοντος δεν είναι μονοδιάστατο και εμπλέκει διάφορες παραμέτρους, ανάλογα με τις περιστάσεις κάτω από τις οποίες εξετάζεται. Είναι δυνατόν να μην χορηγηθεί θεραπεία μονομερώς γιατί η επαπειλούμενη πράξη, που ζητείται να εμποδιστεί, δεν μπορεί εκ των πραγμάτων να διενεργηθεί σε πολύ σύντομο χρόνο, έτσι που να παρέχεται το χρονικό περιθώριο για να επιδοθεί η αίτηση και να ακουστεί και η άλλη πλευρά. Εφόσον, όμως, η επαπειλούμενη πράξη θα μπορεί να διενεργηθεί μετά πάροδο συγκεκριμένου χρόνου, καθίσταται επιτακτικό και ως εκ τούτου επείγον να εκδικαστεί η αίτηση, στην παρουσία πλέον και της άλλης πλευράς και να εκδοθεί απόφαση πριν παρέλθει ο χρόνος αυτός.
Έτσι, ακόμα κι' αν είχε κριθεί ότι δεν συνέτρεχε ο δικαιοδοτικός όρος του κατ' επείγοντος, ώστε να εκδοθεί το αιτούμενο με την αίτηση διάταγμα μονομερώς, αυτό δεν οδηγεί απαρέγκλιτα στο ότι η αίτηση δεν μπορούσε να εκδικαστεί μέσα στην περίοδο που ίσχυαν οι σχετικές Οδηγίες.»
Συμφωνώ και με τη θέση του ότι το κατώτερο δικαστήριο δεν είχε υποχρέωση να προβεί σε έλεγχο για να διαπιστώσει κατά πόσο η υπόθεση είχε αναγραφεί στο Πινάκιο του Δικαστηρίου και κατά πόσο το Πινάκιο είχε δημοσιευτεί στο Διαδίκτυο. Τέτοια υποχρέωση δεν είχε ούτε από την Ανακοίνωση του Ανωτάτου Δικαστηρίου αλλά ούτε και από τους Θεσμούς Πολιτικής Δικονομίας. Η υποχρέωση του κατώτερου δικαστηρίου ήταν να εξετάσει κατά πόσο η συγκεκριμένη αίτηση που εκκρεμούσε ενώπιον του είχε επιδοθεί νομότυπα προς την άλλη πλευρά. Για το θέμα αυτό παραπέμπω και πάλι στην απόφαση του αδελφού πρωτόδικου Δικαστή, όπου σημειώνονται τα ακόλουθα, με τα οποία συμφωνώ:
«Ό,τι άλλο καταλογίζεται στο κατώτερο Δικαστήριο είναι ότι δεν προέβηκε σε έλεγχο ότι η υπόθεση είχε αναγραφεί στο πινάκιο του Δικαστηρίου και κατά πόσο αυτό είχε δημοσιευτεί στο διαδίκτυο. Το Δικαστήριο δεν είχε τέτοια υποχρέωση. Η υποχρέωση του ήταν να διαπιστώσει ότι υπήρχε νομότυπη επίδοση. Άλλο εάν λόγω των περιστάσεων θα ήθελε να προβεί σε οποιεσδήποτε περαιτέρω διαπιστώσεις προτού προχωρήσει στην έκδοση του διατάγματος, κάτι για το οποίο δεν είχε υποχρέωση και επομένως δεν υπερέβηκε την εξουσία του γιατί προχώρησε στην έκδοση του διατάγματος χωρίς να το πράξει.»
Το κατώτερο δικαστήριο αφού ικανοποιήθηκε ότι η επίδοση ήταν καλή (κάτι που ουδόλως αμφισβητείται), και η άλλη πλευρά απουσίαζε, ενομιμοποιείτο να προχωρήσει με τον τρόπο που προχώρησε, και ως εκ τούτου, όπως ορθά σημειώνει ο αδελφός πρωτόδικος Δικαστής, το κατώτερο δικαστήριο δεν υπερέβη τις εξουσίες του με τον τρόπο που ενήργησε.
Οι ευπαίδευτοι συνήγοροι της Εφεσείουσας με το περίγραμμα τους ανέφεραν ότι οι ίδιοι εξέλαβαν πως η αίτηση θα αναβάλλετο αυτόματα από το Πρωτοκολλητείο σύμφωνα με την Ανακοίνωση του Ανωτάτου Δικαστηρίου. Κάτι τέτοιο όμως δεν προκύπτει από το περιεχόμενο της Ανακοίνωσης, η οποία ουδόλως αναφέρει ότι όλες οι υποθέσεις οι οποίες είναι ήδη ορισμένες μεταξύ της περιόδου 30.12.2020 - 10.1.2021 «αναβάλλονται αυτόματα» από το Πρωτοκολλητείο. Ούτε βεβαίως ήταν ποτέ η θέση της εφεσείουσας ότι την ημέρα που η αίτηση ήταν ορισμένη, εμφανίστηκε στο Επαρχιακό Δικαστήριο Λεμεσού, έψαξε να εντοπίσει τον αριθμό της υπόθεσης στο Πινάκιο του Δικαστηρίου, και δεν τον εντόπισε.
Έχω την ταπεινή άποψη πως υιοθέτηση των θέσεων της Εφεσείουσας, θα ισοδυναμούσε με στέρηση του δικαιώματος των εναγόντων-αιτητών να ζητήσουν από το Επαρχιακό Δικαστήριο Λεμεσού όπως η συγκεκριμένη αίτηση τους για προσωρινό διάταγμα εκδικαστεί ως εξαιρετικά επείγουσα περίπτωση, στην παρουσία πάντα και της άλλης πλευράς, εντός της περιόδου για την οποία γίνεται αναφορά στην Ανακοίνωση του Ανωτάτου Δικαστηρίου ημερ. 30.12.2020.
Με κάθε σεβασμό προς την απόφαση της πλειοψηφίας, καταλήγω ότι ο αδελφός πρωτόδικος Δικαστής ορθά αποφάσισε ότι το κατώτερο Δικαστήριο δεν υπερέβη την δικαιοδοσία ή τις εξουσίες του. Η απόφαση του αδελφού πρωτόδικου Δικαστή ημερ. 18.1.2021 ότι δεν είχαν καταδειχθεί οι προϋποθέσεις για να δοθεί άδεια για καταχώριση αίτησης για έκδοση προνομιακού εντάλματος Certiorari είναι, κατά την ταπεινή μου άποψη, ορθή.
Τελειώνοντας θεωρώ σκόπιμο να αναφέρω και τα ακόλουθα. Με τα όσα η Εφεσείουσα ανέφερε, η μη εμφάνιση της στις 4.1.2021 ενδεχομένως να μη συνιστά αδιαφορία για την τύχη της αίτησης που την αφορούσε. Ενδεχομένως ακόμη, με τα όσα ανέφερε, η μη εμφάνιση της να μη συνιστά ούτε καταφρόνηση της δικαστικής διαδικασίας και των δικαιωμάτων του αντιδίκου της. Με δεδομένο ότι το προσωρινό διάταγμα εξεδόθη εν τη απουσία της και χωρίς να ακουστούν οι δικές της θέσεις (παρόλο που της είχε δοθεί αυτό το δικαίωμα), ενδεχομένως να μπορούσε να δρομολογήσει άλλη διαδικασία ενώπιον του κατώτερου Δικαστηρίου για ακύρωση ή παραμερισμό του εκδοθέντος διατάγματος, επικαλούμενη τους πιο πάνω λόγους για τη μη εμφάνιση της στις 4.1.2021.
Εν κατακλείδι, η δική μου απόφαση είναι ότι οι λόγοι έφεσης είναι αβάσιμοι και θα απέρριπτα την έφεση.
Ι. ΙΩΑΝΝΙΔΗΣ, Δ.
/ΕΑΠ.