ΠΑΓΚΥΠΡΙΟΣ ΔΙΚΗΓΟΡΙΚΟΣ ΣΥΛΛΟΓΟΣ

Έρευνα - Κατάλογος Αποφάσεων - Εμφάνιση Αναφορών (Noteup on) - Αφαίρεση Υπογραμμίσεων


public Παρπαρίνος, Λεωνίδας Σταματίου, Κατερίνα Ψαρά-Μιλτιάδου, Τάσια για την εφεσίβλητη. CY AD Κύπρος Ανώτατο Δικαστήριο 2021-01-22 el Τμήμα Νομικών Εκδόσεων, Ανώτατο Δικαστήριο LARIENA INVESTMENTS LTD κ.α. v. RFI CONSORTIUM LIMITED, Πολιτική Έφεση Αρ. E164/2019, 22/1/2021 Δικαστική Απόφαση

ECLI:CY:AD:2021:A16

ΑΝΩΤΑΤΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ ΚΥΠΡΟΥ

ΔΕΥΤΕΡΟΒΑΘΜΙΑ ΔΙΚΑΙΟΔΟΣΙΑ

(Πολιτική Έφεση Αρ. E164/2019)

 

22 Ιανουαρίου, 2021

                                                        

[ΠΑΡΠΑΡΙΝΟΣ, ΣΤΑΜΑΤΙΟΥ, ΨΑΡΑ-ΜΙΛΤΙΑΔΟΥ, Δ/ΣΤΕΣ]

 

1. LARIENA INVESTMENTS LTD,

2. IONICS DIRECTORS LIMITED,

3. LEDRA DIRECTORS LIMITED,

4. PAGE DIRECTORS LIMITED,

5. LEDRA SECRETARIES LIMITED,

Εφεσείοντες/Εναγόμενοι,

 

ΚΑΙ

 

RFI CONSORTIUM LIMITED,

Εφεσίβλητη/Ενάγουσα.

_ _ _ _ _ _

 

Χρ. Νικολάου για Πατρίκιος Παύλου και Συνεργάτες ΔΕΠΕ, για

 τους εφεσείοντες 1 και 4.

Χρ. Κληρίδης για Χριστόδουλο Γ. Βασιλειάδη & Σία ΔΕΠΕ, για τους

 εφεσείοντες 2, 3 και 5.

Μ. Κυπριανού με Χρ. Γαλανό για Μιχαλάκη Κυπριανού & Σία ΔΕΠΕ,

 για την εφεσίβλητη.

 

_ _ _ _ _ _

 

ΠΑΡΠΑΡΙΝΟΣ, Δ.: Η ομόφωνη απόφαση του Δικαστηρίου

 θα δοθεί από τη Σταματίου, Δ.

­­­

_ _ _ _ _ _

 

Α Π Ο Φ Α Σ Η

 

ΣTAMATIOY, Δ.: Η εφεσίβλητη-ενάγουσα, με την αγωγή της, αξιώνει εναντίον των εφεσειόντων-εναγομένων δηλωτική απόφαση ότι η μεταβίβαση των 27.128 μετοχών τάξης Α και 18.312 μετοχών τάξης Β της εταιρείας TEGLI HOLDINGS LIMITED από την εταιρεία STONVINE INVESTMENTS LTD προς την εφεσείουσα 1 είναι άκυρη, καθώς και γενικές αποζημιώσεις και διάταγμα για απόδοση λογαριασμών αναφορικά με οποιαδήποτε χρήματα ή κέρδη έλαβε συνεπεία της μεταβίβασης.

 

Ταυτόχρονα, καταχωρήθηκε μονομερής αίτηση με την οποία αξιώνονταν σειρά διαταγμάτων. Εκδόθηκε μονομερώς διάταγμα με το οποίο απαγορεύετο στην εφεσείουσα 1 όπως εξασκήσει οποιαδήποτε δικαιώματα ψήφου ή άλλα δικαιώματα που βασίζονται στην κατοχή από αυτή 27.128 μετοχών τάξης Α και 18.312 μετοχών τάξης Β στην εταιρεία TEGLI HOLDINGS LIMITED. Για τα υπόλοιπα αιτητικά υπό στοιχεία (β) μέχρι (ε) διατάχθηκε η επίδοσή τους. Μετά από ακροαματική διαδικασία, το πρωτόδικο Δικαστήριο οριστικοποίησε το πιο πάνω διάταγμα που είχε εκδοθεί μονομερώς και εξέδωσε τα διατάγματα ως τα αιτητικά (β), (γ), (δ) και (ε) της αίτησης, τα οποία προνοούν ως ακολούθως:

 

«(β) Διάταγμα του Σεβαστού Δικαστηρίου που να απαγορεύει, μέχρι την τελική εκδίκαση της αγωγής με τον πιο πάνω τίτλο και αριθμό και ή μέχρι νεωτέρας διαταγής του σεβαστού Δικαστηρίου, στους Καθ΄ων η Αίτηση 2, 3, 4 και 5 μέσω των διευθυντών και/ή του γραμματέα τους και/ή των αξιωματούχων τους και/ή αντιπροσώπων τους και/ή υπαλλήλων τους και/ή άλλως πως από του να ενεργούν στη βάση οδηγιών της Καθ΄ης η Αίτηση 1 υπό την ιδιότητα της ως μέτοχος της TEGLI INVESTMENTS LIMITED (ΗΕ146267).

 

(γ) Διάταγμα του σεβαστού Δικαστηρίου με το οποίο να αναστέλλονται, μέχρι την τελική εκδίκαση της αγωγής με τον πιο πάνω τίτλο και αριθμό και ή μέχρι νεωτέρας διαταγής του σεβαστού Δικαστηρίου, η ισχύς του ψηφίσματος της Γενικής Συνέλευσης της εταιρείας TEGLI HOLDINGS LIMITED (HE146267) ημερομηνίας 19/4/2018 με το οποίο η εταιρεία E.G. MALACHITE NOMINEE SERVICES LTD (HE 253612) παύθηκε από τη θέση του διευθυντή της εταιρείας TEGLI HOLDINGS LTD (HE 146167) και η Καθ΄ης η Αίτηση 4 διορίστηκε στη θέση της.

 

(δ) Διάταγμα του σεβαστού Δικαστηρίου που να αναστέλλει, μέχρι την τελική εκδίκαση της αγωγής με τον πιο πάνω τίτλο και αριθμό και ή μέχρι νεωτέρας διαταγής του σεβαστού Δικαστηρίου, την ισχύ οποιωνδήποτε πληρεξουσίων εγγράφων που εκδόθηκαν από την TEGLI HOLDINGS LIMTED (HE146167) από την 13/9/2017 και εντεύθεν, συμπεριλαμβανομένων οποιωνδήποτε πληρεξουσίων εγγράφων που αφορούν τη λειτουργία και/ή τις εργασίες και/ή τη διοίκηση και/ή οποιαδήποτε αλλαγή στη διοίκηση της ρωσικής εταιρείας JSC «Novoyeniseiskiy Wood Chemical Complex».

 

(ε) Διάταγμα του σεβαστού Δικαστηρίου που να αναστέλλει, μέχρι την τελική εκδίκαση της αγωγής με τον πιο πάνω τίτλο και αριθμό και ή μέχρι νεωτέρας διαταγής του σεβαστού Δικαστηρίου, την ισχύ οποιωνδήποτε ψηφισμάτων και/ή αποφάσεων της γενικής συνέλευσης και/ή του διοικητικού συμβουλίου της TEGLI HOLDINGS LIMITED (HE 146167) που λήφθηκαν από την 13/9/2017 και εντεύθεν, συμπεριλαμβανομένων οποιωνδήποτε ψηφισμάτων και/ή αποφάσεων που αφορούν τη λειτουργία και/ή τις εργασίες και/ή τη διοίκηση και/ή οποιαδήποτε αλλαγή στη διοίκηση της ρωσικής εταιρείας JSC «Novoyeniseiskiy Wood Chemical Complex».

Οι εφεσείοντες, με έξι λόγους έφεσης, αμφισβητούν την ορθότητα της πρωτόδικης απόφασης σε όλα τα επιμέρους ζητήματα που αποφασίστηκαν από το πρωτόδικο Δικαστήριο. Συγκεκριμένα, προβάλλουν πως λανθασμένα αποφάσισε ότι (1) συνέτρεχε επείγουσα ανάγκη έκδοσης του πρώτου διατάγματος (1ος λόγος), (2) υπήρξε πλήρης και ειλικρινής αποκάλυψη όλων των ουσιωδών γεγονότων (2ος λόγος), (3) ικανοποιήθηκε η δεύτερη και τρίτη προϋπόθεση του άρθρου 32 του Νόμου 14/60 (3ος και 4ος λόγος), (4) το ισοζύγιο της ευχέρειας κλίνει υπέρ της έκδοσης και οριστικοποίησης των διαταγμάτων (5ος λόγος) και (6) άσκησε τη διακριτική του ευχέρεια λανθασμένα (6ος λόγος).

 

Η εφεσίβλητη-αιτήτρια είναι κατά 29% μέτοχος της εταιρείας Tegli Holdings Limited (στο εξής «Tegli»), με υποκείμενο περιουσιακό στοιχείο το 100% του μετοχικού κεφαλαίου που κατέχει στη Ρωσική εταιρεία JSC «Novoyeniseiskiy Wood Chemical Complex» (στο εξής «ΝWCC»). Πρόκειται για εταιρεία που συγκαταλέγεται ανάμεσα στα κορυφαία πριονιστήρια ξυλείας της Ρωσικής Ομοσπονδίας και έχει πάνω από 2,000 υπαλλήλους και πάνω από 1.2 εκατομμύρια εκτάρια μακροχρόνιων μισθώσεων δασών, με συνολικό τζίρο το 2017 ΗΠΑ$50 εκ. Η εφεσείουσα 1 έχει, σύμφωνα με την εκδοχή της εφεσίβλητης, με παράνομο τρόπο αποκτήσει το 71% των μετοχών της Tegli. Οι εφεσείοντες 2, 3 και 4 είναι διευθυντές της Tegli και η εφεσείουσα 5 γραμματέας της. Το εκδοθέν μετοχικό κεφάλαιο της Tegli κατά τον ουσιώδη χρόνο ήταν ρούβλια 64.000 διαιρεμένο σε 38.208 μετοχές τάξης Α και 25.792 μετοχές τάξης Β.

 

Σύμφωνα με το άρθρο 6 του καταστατικού της Tegli οποιοσδήποτε μέτοχος σκοπεύει να πωλήσει μετοχές σε τρίτο πρόσωπο πρέπει πρώτα να λαμβάνει τη γραπτή συγκατάθεση των άλλων μετόχων τάξεως Α. Σε αντίθετη περίπτωση, η εν λόγω μεταβίβαση θεωρείται άκυρη και δε θα καταχωρείται στο σχετικό μητρώο μελών της εταιρείας.

 

Στις 13.9.2017 μεταβιβάστηκε στην εφεσείουσα 1 το 79% του μετοχικού κεφαλαίου της Tegli, το οποίο προηγουμένως κατείχε η Stonvine Investments Ltd (στο εξής «Stonvine»), χωρίς να ενημερωθεί προηγουμένως η εφεσίβλητη, η οποία ουδέποτε έδωσε τη συγκατάθεσή της για την εν λόγω μεταβίβαση, με βάση το άρθρο 6 του καταστατικού το οποίο της παρείχε δικαίωμα προτίμησης. Σύμφωνα με τη θέση της εφεσίβλητης, η εν λόγω μεταβίβαση είναι άκυρη και, κατά συνέπεια, η εφεσείουσα 1 παράνομα κατέχει τις 27.128 μετοχές τάξης Α και τις 18.312 μετοχές τάξης Β. Μετά την εν λόγω μεταβίβαση και, συγκεκριμένα, στις 19.4.2018 συγκλήθηκε από την εφεσείουσα 1 έκτακτη γενική συνέλευση της  Tegli, στην οποία αποφασίστηκε η παύση της εταιρείας E.G. Malachite Nominee Services Ltd από τη θέση του διευθυντή της εταιρείας (η οποία εκπροσωπούσε την εφεσίβλητη) και στη θέση της διορίστηκε η εφεσείουσα 4. Η εν λόγω γενική συνέλευση συγκλήθηκε με ειδοποίηση ημερομηνίας 21.3.2018, η οποία απεστάλη στη διεύθυνση που είχε δώσει  η εφεσίβλητη, χωρίς όμως, πιθανόν λόγω λάθους του διαχειριστή του κτηρίου, να τη λάβει. Περαιτέρω, στις 15.5.2018 εκπρόσωποι της εφεσείουσας 1 επιχείρησαν να εγγράψουν με τις σχετικές Ρωσικές αρχές αλλαγή στη διοίκηση της NWCC. Η εφεσίβλητη καταχώρησε ένσταση στις 17.5.2018 και κατάφερε να αποτρέψει την αλλαγή της διοίκησης της NWCC.

 

Αποτέλεσε ισχυρισμό της εφεσίβλητης πως υπάρχει σοβαρός κίνδυνος η διοίκηση της NWCC να αντικατασταθεί και τα περιουσιακά της στοιχεία να αποξενωθούν. Καθόρισε δε ως στόχο των επίδικων διαταγμάτων τη διατήρηση της υφιστάμενης κατάστασης πραγμάτων (status quo ante bellum) μέχρι την τελεσίδικη απόφαση του Δικαστηρίου αναφορικά με τη νομιμότητα της μεταβίβασης των μετοχών.

 

Αποτέλεσε θέση των εφεσειόντων 1 και 4 πως η εφεσίβλητη γνώριζε για την πρόθεση της Stonvine να μεταβιβάσει τις επίδικες μετοχές και πως συναίνεσε προς τούτο υπογράφοντας και ανάλογο έγγραφο παραίτησης από τα δικαιώματα προτίμησης στις 13.9.2017. Προέβαλαν πως οι διαδικασίες μεταβίβασης μετοχών έγιναν νόμιμα και πως η εφεσίβλητη καταχρηστικά, κακόβουλα και παράνομα επιδιώκει την απόκτηση πλεονεκτήματος με τρόπο αθέμιτο ενάντια στα συμφέροντα των εφεσειόντων 1 και 4. Οι εφεσείοντες 2, 3 και 5, ως διευθυντές και γραμματέας της Tegli, ενήργησαν νόμιμα και δεν συντρέχει λόγος έκδοσης των διαταγμάτων.

 

Με συμπληρωματική ένορκη δήλωση η εφεσίβλητη ισχυρίζεται, μεταξύ άλλων, ότι το έγγραφο παραίτησης από τα δικαιώματα προτίμησης είναι πλαστογραφημένο.

 

Λόγος έφεσης 1 - Το στοιχείο του κατεπείγοντος.

Οι εφεσείοντες παραπονούνται πως το πρωτόδικο Δικαστήριο δεν εξήγησε τους λόγους που το οδήγησαν στο συμπέρασμα ότι συνέτρεχε κατεπείγουσα ανάγκη έκδοσης του πρώτου διατάγματος, παρά μόνο παραθέτει το συμπέρασμά του, παραπέμποντας στις σχετικές παραγράφους της ένορκης δήλωσης που συνόδευε την αίτηση. Υποβάλλουν, περαιτέρω, πως το γεγονός ότι οι Ρωσικές Αρχές είχαν αναστείλει κάθε διαδικασία η οποία θα επέφερε αλλαγή στη διοίκηση της εταιρείας LWCC, καθώς επίσης και το γεγονός ότι η Malachite έλαβε γνώση περί της πρόθεσης παραίτησής της από τη θέση του διοικητικού συμβούλου της Tegli, είναι γεγονότα που συνηγορούν υπέρ της εισήγησης ότι δεν καταδείχθηκε το κατεπείγον.

 

Όπως προκύπτει από τη νομολογία, το κατεπείγον αποτελεί δικαιοδοτικό όρο και μόνο, στην περίπτωση που καταδεικνύεται το κατεπείγον του αιτήματος, δικαιολογείται, όλως εξαιρετικά, η άσκηση δικαστικής εξουσίας στην απουσία του εναγομένου (βλ. Resola (Cyprus) Ltd v. Χρίστου (1998) 1(Β) ΑΑΔ 598, Αμβροσιάδου ν. Coward (2013) 1 ΑΑΔ 78).

 

Η εφεσίβλητη ως προς το στοιχείο του κατεπείγοντος επικαλείται τα ακόλουθα στις παραγράφους 31 - 34 της ένορκης δήλωσης της xxx xxx Melnyk που συνοδεύει την αίτηση:

 

«30. Όπως πληροφορούμαι από τους δικηγόρους της Αιτήτριας, Michael Kyprianou and Co LLC, για να μπορέσει το δικαστήριο να εκδώσει τα αιτούμενα διατάγματα σε μονομερή βάση θα πρέπει να καταχωρηθεί η επείγουσα φύση της αίτησης.

 

31. Με σεβασμό εισηγούμαι ότι είναι σαφές από τα πιο πάνω, ειδικά από τα όσα αναφέρονται στην ενότητα Δ αναφορικά με τον κίνδυνο πρόκλησης ανεπανόρθωτης ζημιάς, ότι τα αιτούμενα διατάγματα είναι εξαιρετικά επείγουσας φύσης. Χωρίς τα διατάγματα αυτά ένας μέτοχος της Tegli ο οποίος απέκτησε τις μετοχές του με ξεκάθαρα παράνομο τρόπο θα μπορέσει να αλλάξει τη διοίκηση της Novoyeniseiskiy και να προχωρήσει με την αποξένωση περιουσιακών της στοιχείων.

 

32. Σε αυτά τα πλαίσια σημειώνω ότι έχει ήδη καταχωρηθεί την 15/5/18 αίτηση για την αλλαγή της διοίκησης της Novoyeniseiskiy δια του εντύπου με αριθμό 12127Α (ως αναφέρεται στην παράγραφο 25(β) πιο πάνω). Προσθέτω επίσης ότι οι φορολογικές αρχές της Ρωσίας αναμένεται να εκδώσουν απόφαση αύριο την 23/5/2018 αναφορικά με το αν θα εγγράφουν την αλλαγή της διοίκησης της Novoyeniseiskiy. Επισυνάπτω ως Τεκμήριο 22 εκτύπωση από την ιστοσελίδα της ομοσπονδιακής φορολογικής αρχής της Ρωσίας όπου φαίνεται ότι την 23/5/2018 θα εκδοθεί η σχετική απόφαση.

 

33. Ταυτόχρονα με σεβασμό εισηγούμαι ότι η Αιτήτρια ενήργησε με την μεγαλύτερη δυνατή σπουδή καταχωρώντας την παρούσα αίτηση. Σημειώνω επί τούτου τα εξής:

 

(α)   Μόλις στα μέσα Φεβρουαρίου 2018 έλαβε γνώση η Αιτήτρια αναφορικά με την μεταβίβαση των μετοχών της Tegli από την Stonvine στην Καθ΄ης η Αίτηση 1. Δεν ήταν τότε όμως σαφές στην Αιτήτρια ποιος ήταν ο σκοπός της μεταβίβασης αυτής και τι κρυβόταν πίσω από αυτή.

 

(β)   Ήταν μεταγενέστερα που έγινε αντιληπτό ότι η Καθ΄ης η Αίτηση 1 επιχειρούσε να λάβει με παράνομο τρόπο τον έλεγχο της Novoyeniseiskiy. Έλαβε χώρα πρώτα η γενική συνέλευση της Tegli ημερομηνίας 19/4/18 στην οποία εκδόθηκε ψήφισμα με το οποίο η Καθ΄ης η Αίτηση 1 αντικατέστησε την Malachite από διευθυντή της Tegli και διόρισε στη θέση της την Καθ΄ης η Αίτηση 4. Στη συνέχεια την 15/5/18, καταχωρήθηκε η αίτηση για εγγραφή της αλλαγής της διοίκησης της Novoyeniseiskiy (δηλ. το έντυπο με αρ. 12127Α).

 

34. Η παρούσα αίτηση καταχωρήθηκε αμέσως μετά που έλαβαν χώρα τα πιο πάνω γεγονότα. Εισηγούμαι με σεβασμό ότι η Αίτητρια δεν καθυστέρησε καθόλου στο να ετοιμάσει την παρούσα αίτηση αλλά αντιθέτως ενήργησε με τη μεγαλύτερη δυνατή σπουδή.»

 

Το πρωτόδικο Δικαστήριο έκρινε το θέμα του κατεπείγοντος ως ακολούθως:

 

«Από τα όσα αναπτύχθηκαν - και δίχως αυτό να αποτυπώνεται εν είδει εφετειακής απόφανσης (παρά αποκλειστικώς εκ συντεταγμένου καθήκοντος) - ουδείς ισχυρισμός των εναγομένων 1, 4/καθ΄ων η αίτηση (με αναφορά και στο μαρτυρικό υλικό και δη στις παραγράφους 33-36 της ένορκης δήλωσης που συνοδεύει την ένσταση τους), αλλά ακόμη και των εναγομένων 2, 3, 5/καθ΄ων η αίτηση (στις παραγράφους 9-10 της ένορκης δήλωσης που συνοδεύει την ένσταση τους, με υπόψιν και στον λόγο ένστασης 2), θα μπορούσε πειστικώς να τείνει προς αποδοχή της τοποθέτησης πως δεν συνέτρεχαν κατεπείγουσες περιστάσεις για έκδοση του διατάγματος στις 25.5.18.

 

Η διαπίστωση για το κατεπείγον και τις όποιες παραφυάδες αυτού, δεν προκύπτει ασφαλώς από τις φραστικές τοποθετήσεις των εναγόντων/αιτητών περί τούτου, αλλά από τα όσα περιέχονται στο συνοδευτικό μαρτυρικό υλικό, με ενδεικτικές τις παραγράφους 25, 30-34 και 46 στην ένορκη δήλωση της xxx xxx Malnyk. Υπό αυτές τις συνθήκες - και με δοσμένο για ό,τι εδώ κρίνεται (και στο μέτρο που τούτο μπορεί να αποδοθεί ως αποτύπωση) - ότι η επίδικη μετοχική μεταβίβαση περιήλθε εις γνώσιν των εναγόντων/αιτητών σε χρόνο και περιστάσεις που δεν τους παρείχαν πρακτική δυνατότητα ενεργοποίησης των νενομισμένων διαδικασιών γνωστοποίησης του αιτήματος προς τους ενάγοντες/αιτητές στον απαιτούμενο βαθμό κατά τον κατάλληλο χρόνο (βλ. κατ΄ αναλογίαν, Χατζηβασιλείου v. White Knight Holdings Ltd (2004) 1 (A) AAΔ.203, 207).»

 

Έχοντας εξετάσει το περιεχόμενο των ενόρκων δηλώσεων και των σχετικών παραγράφων των ενόρκων δηλώσεων που συνοδεύουν την αίτηση και την ένσταση, στις οποίες παραπέμπει το πρωτόδικο Δικαστήριο, δε διαπιστώνουμε σφάλμα στην κατάληξή του ως προς την ύπαρξη κατεπειγουσών περιστάσεων. Το γεγονός ότι στα πλαίσια άλλης διαδικασίας στη Ρωσία ανεστάλη η αλλαγή στη διοίκηση της ΝWCC, δεν μπορεί να θεωρηθεί ότι δεν στοιχειοθετείτο το κατεπείγον της υπόθεσης. Δεν πρέπει να διαφεύγει της προσοχής πως αυτό που επικαλείται η εφεσίβλητη είναι τη μεταβίβαση μετοχών κατά παράβαση του καταστατικού, κάτι που επιφέρει ακυρότητα στη διαδικασία με όλα τα παρεπόμενα. Ο δε ισχυρισμός ότι η Malachite έλαβε γνώση περί της μεταβίβασης ως εκ της θέσεώς της στηρίζεται, αφενός, σε γεγονότα που τελούν υπό αμφισβήτηση και, αφετέρου, δεν εξουδετερώνει τα όσα τέθηκαν ως προς τις κατεπείγουσες περιστάσεις για έκδοση του διατάγματος.

 

Ο λόγος έφεσης απορρίπτεται.

 

Λόγος έφεσης 2 - Μη αποκάλυψη

 

Με το δεύτερο λόγο έφεσης οι εφεσείοντες προβάλλουν πως λανθασμένα το πρωτόδικο Δικαστήριο κατέληξε στο συμπέρασμα ότι η εφεσίβλητη ικανοποίησε το κριτήριο της πλήρους και ειλικρινούς αποκάλυψης.

 

Στην πρόσφατη απόφασή μας DB Technologies B.V. v. Loizos Iordanou Constructions Ltd, Πολ. Έφ. Ε166/2019, ημερομηνίας 15.10.2020, είχαμε την ευκαιρία να αναφερθούμε στη νομολογία επί του ζητήματος, με παραπομπή στην υπόθεση Sobolev κ.ά. ν. Weitzer, Πολ. Έφ. Ε177/18, 21.5.2019, όπου εξηγείται η αρχή της πλήρους και ειλικρινούς αποκάλυψης και συνοψίζεται η προηγούμενη νομολογία, ως εξής:

 

«Στην υπόθεση Δήμος Πάφου ν. Βοσκού (2001) 1 Α.Α.Δ. 1168 τίθεται με συμπυκνωμένο λόγο, από το Δικαστή Νικήτα, το περιεχόμενο του καθήκοντος και η συνέπεια εκ της παραβίασης του.

 

«Πλήρης και ειλικρινής αποκάλυψη όλων των ουσιωδών γεγονότων, που είναι σε γνώση του αιτητή, απαιτείται πάντοτε σε αιτήσεις εξπάρτε. Διαφορετικά το διάταγμα που δόθηκε χωρίς να τηρηθεί η υποχρέωση αυτή του αιτητή θα πρέπει να ακυρωθεί κατά την inter partes ακρόαση της αίτησης. Είναι δε άσχετο αν η παράλειψη τέτοιας αποκάλυψης ήταν εσκεμμένη ή όχι. Ο κανόνας αναπτύχθηκε σε σχέση με τη χορήγηση διαταγμάτων του τύπου mareva, αλλά είναι καθολικής ισχύος σε υποθέσεις προσωρινής δικαστικής προστασίας. Η πρώτη υπόθεση που κωδικοποίησε τις αρχές για τη χορήγηση διαταγμάτων mareva ήταν η Third Chandris Shipping Corporation ν. Unimarine S.A.[1979]1 Q.B. 645 (εφετειακή απόφαση). Η υποχρέωση αποκάλυψης ήταν η πρώτη προϋπόθεση που έθεσε. Και εναπόκειται στο δικαστή, κατά την ενάσκηση της διακριτικής του ευχέρειας, να εκτιμήσει τη σημασία τέτοιων στοιχείων.

 

Είναι χρήσιμη, στο σημείο αυτό, η αναφορά σε σύντομο απόσπασμα από το βιβλίο του Mark S. W. Hoyle "The Mareva Injunction and Related Orders" (1997) 3η έκδοση, στη σελ. 71 υπό τον τίτλο "Lack of full disclosure":

 

"There is a powerful argument in the view that if full and frank disclosure has not been made in the ex parte application, the order will be discharged because of the seriousness of the omission. This is because it is up to the judge to consider the importance of the relevant facts, so that he can exercise his discretion in the light of as much information as possible. Consequently, a lack of full and frank disclosure need not be deliberate before the injunction is discharged for that reason, but merely has to be pertinent to the issues involved, even if it does not affect the merits of the claim.

 

At the ex parte stage the only evidence before the court is that provided by the applicant for the injunction. It is an established part of the practice in applications for exparte orders that the applicant gives as fair a description of the case as possible. The judge should be alerted to any particular defences or problems so that his assessment of the situation is as objective as it can be at the early stage of the matter."

 

Έχουμε στην Κύπρο ανάλογη θεώρηση, όπως δείχνει η πλούσια περιπτωσιολογία, που εφαρμόστηκε ο κανόνας. Σχετικές είναι οι παρακάτω αποφάσεις στις οποίες επέσυρε την προσοχή μας η δικηγόρος του εφεσιβλήτου: Demstar Ltd v. Zim Israel  Navigation Co. Ltd. κ.α. (1996) 1 Α.Α.Δ. 597 και M & CH Mitsingas Trading Ltd. κ.α. ν. The Timberland Co. (1997) 1 Α.Α.Δ. 1791, 1797».

 

Η μη αποκάλυψη θεωρείται ως είδος εξαπάτησης του Δικαστηρίου, το οποίο αρνείται πλέον να ακούσει αυτόν που το εξαπατά, είτε υπάρχει πρόθεση εξαπάτησης ή όχι. (βλ. Γρηγορίου κ.ά. ν. Χριστοφόρου κ.ά. (1995) 1 ΑΑΔ 248, Fedossova Larissa (Αρ.2) (1997) 1Γ ΑΑΔ 1333, Electromatic Constructions Ltd v. Γενικού Εισαγγελέα της Δημοκρατίας (2009)1ΑΑΔ 258, Global Cruises S.A. κ.ά. v. METRO Shipping & TRAVEL Ltd (1989)1E ΑΑΔ607, United Perlite Industries Ltd v. Sayakhat Air Co (2002) 1Β AAΔ 938, Rybolovleyv v. Rybolovleva (2010) 1A AAΔ.82, Interpartemental Concern "Uralmetrom» v. Besuno ltd (2004) 1A ΑΑΔ 557 και Σύγγραμμα Γ.Ερωτοκρίτου & Π.Αρτέμη Διατάγματα Injunctions).»

 

Οι εφεσείοντες στην αγόρευσή τους προσδιορίζουν τα στοιχεία τα οποία, κατά την εισήγησή τους, δεν έλαβε υπόψη και υποβάθμισε σε μη ουσιώδη το πρωτόδικο Δικαστήριο. Αυτά περιλαμβάνουν το γεγονός ότι για τη μη λήψη της ειδοποίησης για τη σύγκληση της έκτακτης συνέλευσης της Tegli στις 19.4.2018, δόθηκε κάποια εξήγηση, χωρίς όμως να αναφέρεται το γεγονός ότι τόσο η ειδοποίηση ημερομηνίας 24.2.2018 προς τους διοικητικούς συμβούλους της Tegli, στους οποίους συμπεριλαμβανόταν και η εταιρεία Malachite, όσον και η ειδοποίηση της σύγκλησης της έκτακτης συνέλευσης της Tegli στις 19.4.2018, είχαν αποσταλεί στη Malachite και, συνεπώς, θα έπρεπε να δοθεί εξήγηση για το γεγονός ότι δεν παρευρέθηκε η Malachite στη γενική συνέλευση, καθώς και ως προς τη γνώση της, περί της σύγκλησης της εν λόγω γενικής συνέλευσης. Περαιτέρω, προβάλλεται ως απόκρυψη η απόφαση ημερομηνίας 22.5.2018 της Ρωσικής Αρχής, με την οποία αποφασίστηκε ότι οποιαδήποτε αλλαγή στη διοίκηση της ΝWCC θα ανασταλεί εξαιτίας της ένστασης που αυτή καταχώρησε και επέλεξε να παρουσιάσει στο Δικαστήριο μόνο την επιστολή που απέστειλε η Ρωσική Αρχή προς τον κ. Hermansson (μέτοχο της εφεσίβλητης), στις 23.5.2018, με την οποία τον ενημερώνει μόνο ότι η ένσταση που κατέθεσε λήφθηκε υπόψη.

 

Τα πιο πάνω στοιχεία θεωρούμε ότι δε θα μπορούσαν να ενταχθούν στις αρχές περί απόκρυψης ουσιωδών γεγονότων, αλλά, όπως ορθά παρατηρήθηκε από το πρωτόδικο Δικαστήριο, πρόκειται περί «αποτίμησης και αξιολόγησης των διαφορετικών προσεγγίσεων και ερμηνευτικών μεταξύ των πλευρών τα οποία μονάχα στη δίκη επί της ουσίας της αγωγής θα μπορούσαν δοκίμως να διαγνωστούν και επιλυθούν πλήρως και τελεσεδίκως».

 

Ο δεύτερος λόγος έφεσης απορρίπτεται.

 

Τρίτος λόγος έφεσης - δεύτερη προϋπόθεση του άρθρου 32 του Ν.14/1960

 

Οι εφεσείοντες παραπονούνται ότι το Δικαστήριο δεν έλαβε υπόψη του τις εμφανείς αδυναμίες της εκδοχής της εφεσίβλητης που αφορούσαν στο αγώγιμο δικαίωμα της εναντίον των εφεσειόντων και, ειδικότερα, της εφεσείουσας 4. Η εφεσείουσα 4 διορίστηκε διοικητικός σύμβουλος της Tegli στις 19.4.2018, ενώ η ισχυριζόμενη παράνομη μεταβίβαση υλοποιήθηκε στις 13.9.2017, με αποτέλεσμα να ήταν αδύνατο να συνεργαστεί σε παράνομη μεταβίβαση. Πέραν τούτου, το Δικαστήριο περιορίστηκε στο ότι υπήρχαν διαφωνίες επί γεγονότων μεταξύ των διαδίκων ως προς διάφορα επίδικα θέματα, όπως προέκυψαν μέσα από όλες τις ένορκες δηλώσεις που τελικά καταχωρήθηκαν, χωρίς να ασχοληθεί με το θέμα εκτενέστερα. Προς τούτο, παραπέμπουν σε διάφορα στοιχεία που προκύπτουν από τις ένορκες δηλώσεις των εφεσειόντων που, κατά την εισήγηση, καταδεικνύουν ότι η εφεσίβλητη απέτυχε να προσκομίσει μαρτυρία από την οποία προκύπτει η ύπαρξη συζητήσιμης υπόθεσης.

 

Είναι γεγονός ότι το Δικαστήριο δεν έχει εμβαθύνει στις θέσεις των δύο πλευρών, ούτε έχει προβεί σε αξιολόγηση της μαρτυρίας που τέθηκε ενώπιόν του με τις ένορκες δηλώσεις και τις συμπληρωματικές ένορκες δηλώσεις που καταχωρήθηκαν από αμφότερες τις πλευρές. Όμως, δεν διαπιστώνουμε σφάλμα στην προσέγγιση του Δικαστηρίου. Η φύση της διαδικασίας είναι τέτοια που θεωρούμε ότι δε θα μπορούσε να γίνει περαιτέρω αξιολόγηση της μαρτυρίας, με δεδομένο, όπως άλλωστε είναι αποδεκτό και από τους εφεσείοντες, ότι το Δικαστήριο δεν μπορεί να καταλήξει σε ευρήματα ως προς τα γεγονότα σε διαδικασία όπως η παρούσα.

 

Η όλη υπόθεση των εφεσιβλήτων στηρίζεται στους ισχυρισμούς τους ότι δεν τηρήθηκαν οι πρόνοιες του Κανονισμού 6 και ειδικότερα στις παραγράφους 6Α και Γ, οι οποίες προνοούν ως ακολούθως:

 

«6(Α) Κανένα μέλος θα δικαιούται να Μεταβιβάσει ή θα Μεταβιβάσει  οποιοδήποτε συμφέρον το οποίο έχει αναφορικά με οποιαδήποτε μετοχή στην Εταιρεία εκτός με την προηγούμενη έγγραφη συγκατάθεση όλων των μελών της Εταιρείας που κατέχουν προηγούμενη έγγραφη συγκατάθεση όλων των μελών της Εταιρείας που κατέχουν Μετοχές Τάξης Α. Οι κάτοχοι Μετοχών Τάξης Α μπορούν, κατά την απόλυτη διακριτική τους ευχέρεια και χωρίς να δώσουν οποιοδήποτε λόγο γι΄ αυτό, να αρνηθούν να δώσουν την συγκατάθεση τους για οποιαδήποτε μεταβίβαση μετοχών στην Εταιρεία.»

 

«(Γ)   Καμιά εμφανιζόμενη Μεταβίβαση οποιωνδήποτε μετοχών στην Εταιρεία από  οποιοδήποτε μέλος κατά παράβαση των διατάξεων του καταστατικού της Εταιρείας θα είναι έγκυρη και η Εταιρεία δεν εγγράφει τη Μεταβίβαση οποιωνδήποτε τέτοιων μετοχών στο μητρώο μελών της Εταιρείας και οι κάτοχοι τέτοιων μετοχών δεν θα έχουν το δικαίωμα να ψηφίζουν ή να συμμετέχουν σε οποιαδήποτε μερίσματα ή άλλες διανομές οι οποίες γίνονται από την εταιρεία.»

 

Η θέση αυτή της εφεσίβλητης αντικρούστηκε από τους εφεσείοντες με την καταχώρηση εγγράφου παραίτησης των δικαιωμάτων προτίμησης που, κατά τους ισχυρισμούς τους, υπεγράφη από την εφεσίβλητη στις 13.9.2017 (Τεκμ. 2) στην ένορκη δήλωση Ονουφρίου που συνοδεύει την ένσταση των εφεσειόντων 1 και 4. Προβλήθηκε, βέβαια, από την εφεσίβλητη ότι πρόκειται περί πλαστογραφημένου εγγράφου. Και οι δύο πλευρές προτάσσουν γεγονότα που επεσυνέβησαν και τα οποία, σύμφωνα με τους εκατέρωθεν ισχυρισμούς τους, ενισχύουν τις αντίστοιχες θέσεις τους. Υπό αυτές τις συνθήκες, οποιαδήποτε περαιτέρω ανάλυση θεωρούμε ότι δεν ενδείκνυται. Η εξέταση της πλαστότητας ή μη του εγγράφου ημερομηνίας 13.9.2017 δεν μπορεί να γίνει στα στενά πλαίσια της διαδικασίας υπό εξέταση, εφόσον απαιτεί αξιολόγηση μαρτυρίας που δεν είναι επιτρεπτή στο στάδιο αυτό.

 

Με βάση το μαρτυρικό υλικό που τέθηκε ενώπιον του Δικαστηρίου και τα προβλεπόμενα στην παράγραφο 6 του καταστατικού της Tegli κρίνουμε ότι ορθά το Δικαστήριο κατέληξε ότι ικανοποιείται η δεύτερη προϋπόθεση του άρθρου 32.

 

Συνακόλουθα, ούτε αυτός ο λόγος έφεσης ευσταθεί.

 

Τέταρτος λόγος έφεσης - τρίτη προϋπόθεση του άρθρου 32 Ν.14/1960

 

Αποτελεί θέση των εφεσειόντων πως, με την κύρια θεραπεία που αξιώνει η εφεσίβλητη με την αγωγή της, ζητείται η ακύρωση της μεταβίβασης του 71% του μετοχικού κεφαλαίου της Tegli στο  όνομα της εφεσείουσας 1, θεραπεία που δεν καταδείχθηκε ότι θα μπορούσε να εμποδιστεί ή να καταστεί δυσκολότερο να αποδοθεί, εκτός αν εκδίδονταν τα διατάγματα. Το ίδιο ισχύει και με την αξίωση για αποζημιώσεις, η οποία υπήρξε αόριστη. Εν πάση περιπτώσει, από τα στοιχεία που παρέθεσε η εφεσίβλητη προκύπτει ότι απώτεροι δικαιούχοι της εφεσείουσας 1 είναι η Κεντρική Τράπεζα της Ρωσίας, η φερεγγυότητα της οποίας δεν μπορεί να τίθεται υπό αμφισβήτηση και, συνεπώς, δεν υπάρχει κίνδυνος αδυναμίας αποζημίωσης σε περίπτωση που η εφεσίβλητη θα υφίστατο ζημιά. Αναφορικά με το ενδεχόμενο δυσμενούς επηρεασμού της αξίας περιουσιακών στοιχείων της NWCC, αυτό δεν αποτελεί αντικείμενο της αγωγής, πέραν του ότι με βάση την απόφαση της σχετικής ρωσικής αρχής έχει ανασταλεί η διαδικασία και αποτραπεί η αλλαγή στην διεύθυνσή της μετά από ένσταση του κ. Ηermansson εκ μέρους της εφεσίβλητης. Κανένα στοιχείο, σύμφωνα με τους εφεσείοντες, δεν παρουσιάστηκε από την εφεσίβλητη που να υποδηλώνει ότι οι εφεσείουσες ή οι τελικοί δικαιούχοι της εφεσείουσας 1 προτίθενται να αποξενώσουν περιουσιακά στοιχεία, είτε της NWCC, είτε της Tegli. Αντιθέτως, οι διευθυντές της Tegli δε θα πρέπει να εμποδίζονται με οποιοδήποτε τρόπο από το να λαμβάνουν αποφάσεις και να εκτελούν πράξεις που να διασφαλίζουν τα συμφέρονται της Tegli και να διαχειρίζονται τις επιχειρηματικές δραστηριότητες και τα περιουσιακά της στοιχεία, περιλαμβανομένης και της NWCC.

 

Από την άλλη, η εφεσίβλητη στηρίζεται στο γεγονός ότι υπάρχει καλή βάση αγωγής με πιθανότητα επιτυχίας και στον επικαλούμενο δόλο και παρανομία κατά τη μεταβίβαση των μετοχών, στοιχεία που δικαιολογούν την πλήρωση της τρίτης προϋπόθεσης.

 

Το πρωτόδικο Δικαστήριο ανέφερε τα ακόλουθα σε συνάρτηση με την τρίτη προϋπόθεση:

 

«Για την τρίτη προϋπόθεση του άρθρου 32 του Περί Δικαστηρίων Νόμου 14/60 (ήτοι για το δύσκολο ή αδύνατον απονομής πλήρους δικαιοσύνης μεταγενεστέρως εκτός και αν οριστικοποιηθεί το διάταγμα), φύεται χωρίς πολλά ότι τα όσα προτάσσουν οι ενάγοντες/αιτητές, παραδείγματος χάριν, στις παραγράφους 27-29 της ένορκης δήλωσης που συνοδεύει την αίτηση (και άνευ παραγνώρισης αντίστοιχων μαρτυριακών τοποθετήσεων των εναγομένων 1, 4/καθ΄ων η αίτηση στις παραγράφους 27-32 της ένορκης δήλωσης που συνοδεύει την ένσταση και των εναγομένων 2, 3, 5/καθ΄ων η αίτηση στις παραγράφους 26-27 της ένορκης δήλωσης που συνοδεύει τη δική τους ένσταση) η θέση των εναγόντων/αιτητών για την παρουσιαζόμενη ως παράνομη μεταβίβαση των περί ων ο λόγος μετοχών, συνηγορεί υπέρ της διατήρησης του διατάγματος γιατί μόνο με αυτό τον τρόπο θα μπορούσε εισέτι να απαγορευθεί η άσκηση δικαιωμάτων που εκπηγάζουν από την κατοχή των μετοχών αυτών από τους εναγομένους/καθ΄ων η αίτηση.

 

Ανεξαρτήτως τούτου, τα όσα οι ενάγοντες/αιτητές παραθέτουν για τα παρεπόμενα της τυχόν μη οριστικοποίησης του διατάγματος, κρίνονται λελογισμένα και μαρτυρικώς επιρρωμένα στην έκταση που απαιτείται αφού ενυπάρχει αντικειμενικός κίνδυνος παράνομης επέμβασης στις δραστηριότητες της JSC Novoyeniseiskiy Wood Chemical Complex και αποξένωσης των  περί ων ο λόγος μετοχών (βλ. κατ΄ αναλογίαν, Sobolev και άλλων v Weitzer, ΠΕ 177/18, ημ. 21.5.19).

 

Επί της ευκαιρίας, κατά την εξέταση της τρίτης προϋπόθεσης του άρθρου 32 του Περί Δικαστηρίων Νόμου 14/60, δεν διέφυγε την προσοχή - και αποτιμήθηκε προσαρμοσμένο στην παρούσα υπόθεση - πως η έννοια της δυσκολίας ή αδυναμίας απονομής πλήρους δικαιοσύνης δεν ταυτίζεται απαρεγκλίτως με τη στενή αντίληψη της υλικής ζημιάς αλλά με (ή και με) τη μείζονα προστασία (για ό,τι κειμένως ενδιαφέρει), των δικαιωμάτων των εναγόντων/αιτητών έναντι των δικαιωμάτων των εναγομένων/καθ΄ων η αίτηση (βλ. κατ΄ αναλογίαν, Όξυνος και Άλλων ν Λου (2011) 1(Β) ΑΑΔ 1066, 1081 στην οποία παρέπεμψαν και οι δικηγόροι των εναγομένων 2, 3, 5/καθ΄ων η αίτηση υπό διαφορετικό πρίσμα).

 

Συντρέχει και η τρίτη προϋπόθεση του άρθρου 32 του Περί Δικαστηρίων Νόμου 14/60

 

Αναφορικά με την τρίτη προϋπόθεση του άρθρου 32, οι αποζημιώσεις δεν αποτελούν τη μοναδική παράμετρο κρίσης του συγκεκριμένου θέματος. Όπως τέθηκε στην Όξυνος κ.ά. ν. Λού (2011) 1 ΑΑΔ 1066, που παρέπεμψε και το πρωτόδικο Δικαστήριο:

 

 «Υπόψη λαμβάνονται και άλλα στοιχεία και μεταβλητά κριτήρια και σε τελική ανάλυση η αδυναμία ή η δυσκολία απονομής δικαιοσύνης σε μεταγενέστερο στάδιο, εξαρτάται από το σύνολο των γεγονότων που περιβάλλουν το αίτημα, (Κυρισάββα ως διαχειριστής της περιουσίας της αποβιωσάσης Παντελούς Kωνσταντίνου Kκίζη κ.ά. v. Κύζη ως διαχειριστή της περιουσίας της αποβιωσάσης Mαριτσούς Kωστή Kκίζη (2001) 1 Α.Α.Δ. 1245). Ας μη μας διαφεύγει ότι η έννοια της δικαιοσύνης δεν συναρτάται, όπως υποδεικνύεται στην υπόθεση M. and Ch. Mitsingas Trading Ltd. κ.ά. v. Τhe Timberland Co. (1977) 1Γ ΑΑΔ 1791, με τη στενή αντίληψη της υλικής ζημιάς, αλλά με την ευρύτερη προστασία των δικαιωμάτων του διαδίκου που επιδιώκει τη θεραπεία.»

 

Εν προκειμένω, το Δικαστήριο έλαβε υπόψη όλα τα στοιχεία που τέθηκαν ενώπιόν του και τον κίνδυνο που ενέχεται από την άσκηση των δικαιωμάτων που παρέχονται με την κατοχή των επιδίκων μετοχών. Μεταξύ αυτών είναι και ο κίνδυνος παράνομης επέμβασης στις δραστηριότητες της NWCC και της αποξένωσης των μετοχών αυτής. Πρόκειται για παρεπόμενες ενέργειες που προκύπτουν από την κατοχή των μετοχών από τις οποίες προστατεύουν τα επίδικα διατάγματα.

 

Συμφωνούμε, συναφώς, με την προσέγγιση του πρωτόδικου Δικαστηρίου και δεν κρίνουμε ότι υπάρχει πεδίον παρέμβασης.

 

Λόγοι έφεσης 5 και 6 - λανθασμένη άσκηση της διακριτικής ευχέρειας του Δικαστηρίου

 

Σε αυτούς τους δύο λόγους επικεντρώθηκε η προφορική αγόρευση του ευπαιδεύτου συνηγόρου των εφεσειόντων κατά την ακρόαση της έφεσης.

 

Σύμφωνα με την εισήγηση, παρά το ότι το Δικαστήριο έθεσε ορθά τις αρχές της νομολογίας που αφορούν το ισοζύγιο της ευχέρειας, λανθασμένα αποφάσισε ότι το ισοζύγιο έγερνε υπέρ της έκδοσης των διαταγμάτων. Τα διατάγματα είναι τέτοιας εμβέλειας που οι εξουσίες και τα δικαιώματα που είχε η εφεσίβλητη  ως μέτοχος της Tegli επεκτείνονται πέραν από αυτά που θα είχε ακόμα και εάν εξασφάλιζε τελική θεραπεία επί της αγωγής. Με τα διατάγματα αυτά ανατρέπεται, παρά να διασφαλίζεται το status quo, όπως ανέφερε. Η μειοψηφία έχει πλέον αφεθεί ελεύθερη να πράττει χωρίς κανένα έλεγχο και περιορισμό. Η εφεσείουσα 1, ως μέτοχος πλειοψηφίας της Tegli, όσο και η ίδια η εταιρεία, επηρεάζονται από το διάταγμα και παρεμποδίζεται η ολοκλήρωση ενεργειών, οι οποίες αποσκοπούν στο να μειωθούν οι οικονομικές δυσκολίες της NWCC, εφόσον η Tegli επιθυμεί να προχωρήσει με περαιτέρω αλλαγές στην εταιρική δομή του εν λόγω περιουσιακού της στοιχείου για να αναδιοργανώσει όλες τις θυγατρικές εταιρείες στη Ρωσία, περιορίζοντας τις αρνητικές επιπτώσεις που αντιμετωπίζουν οι εταιρείες εξαιτίας των αλλαγών που υιοθετήθηκαν στην Ρωσία με τους κανόνες του de-offshorisation. Δόθηκε έμφαση από τον ευπαίδευτο συνήγορο των εφεσειόντων ότι στην παρούσα υπόθεση, όπου υπήρχαν αντίθετες εκδοχές και όπου η αξίωση στηρίζεται σε ισχυρισμό ότι έγγραφο που ανατρέπει την υπόθεση της είναι πλαστογραφημένο και άρα είναι πιθανό να αποτύχει η απαίτηση και όπου οι δύο πλευρές απέδιδαν η μία στην άλλη πρόθεση ελέγχου και ενδεχόμενης αποξένωσης περιουσιακών στοιχείων στη Ρωσία, αποφασίστηκε από το Δικαστήριο ότι το ισοζύγιο της ευχέρειας βαρύνει υπέρ της εφεσίβλητης. Και αυτό, παρά το ότι, σύμφωνα πάντοτε με τους εφεσείοντες, το status quo ανατρέπεται, ενώ με την απόρριψη της αίτησης παραμένει σε ισχύ.

 

Προβάλλεται, περαιτέρω, πως με την απόφασή του το Δικαστήριο δεν απέδωσε οποιαδήποτε βαρύτητα στην καταχρηστική συμπεριφορά της εφεσίβλητης. Σύμφωνα με την εισήγηση, η εφεσίβλητη χρησιμοποίησε το διάταγμα ωσάν να δόθηκαν σ΄ αυτήν τα δικαιώματα της πλειοψηφίας η οποία, για όσο χρόνο εκκρεμεί η αγωγή, θα μπορεί να ενεργεί ως ο μόνος μέτοχος της Tegli. Παρέλειψε το Δικαστήριο να εξετάσει, σύμφωνα με την εισήγηση, τη φερόμενη ως γραπτή απόφαση (written resolution) μετόχων, ημερομηνίας 26.11.2018, με την οποία ανακλήθηκαν όλα τα πληρεξούσια έγγραφα που εκδόθηκαν από τους διευθυντές της Tegli καθορίζοντας συγκεκριμένα θέματα που σχετίζονται με τη διοίκηση και τη διαχείριση της NWCC ως αποκλειστικά θέματα μετόχων (reserved matters), κατά παράβαση της σχετικής νομοθεσίας και του Καταστατικού της εταιρείας.

 

Από την άλλη, η εφεσίβλητη αρνείται ότι προέβη σε οποιαδήποτε μεμπτή πράξη μετά την έκδοση των διαταγμάτων. Εισηγείται δε ότι τα προσωρινά διατάγματα δεν της δίδουν υπερεξουσίες, απλά απαγορεύουν στην εφεσείουσα 1 να ενεργεί ως μέτοχος της εταιρείας, εφόσον υπάρχει πιθανότητα να κριθεί τελικά ότι απέκτησε τις μετοχές κατά τρόπο παράνομο. Μία λύση θα ήταν να επιστραφούν οι μετοχές στην Stonvine και αυτή να δώσει την απαραίτητη προειδοποίηση που προβλέπεται στο καταστατικό. Αναφορικά με τους διευθυντές της εταιρείας, τα διατάγματα, σύμφωνα με την εφεσίβλητη, δεν υπαγορεύουν σ΄ αυτούς να ενεργούν με γνώμονα το συμφέρον της εταιρείας, παρά μόνο τους απαγορεύουν να δέχονται οδηγίες από την εφεσείουσα 1.

 

Αναφορικά με τον έκτο λόγο έφεσης η εφεσίβλητη προβάλλει πως η επιχειρηματολογία των εφεσειόντων οικοδομείται στη βάση ισχυρισμών οι οποίοι δεν είναι αποδεκτοί από την πλευρά τους. Προς τούτο, παραπέμπουν στις παραγράφους 12 και 13 της συμπληρωματικής ένορκης δήλωσης της Melnyk.

 

Το πρωτόδικο Δικαστήριο εξετάζοντας το ισοζύγιο της ευχέρειας ανέφερε τα ακόλουθα:

 

«Για το ισοζύγιο της ευχέρειας (δικαιοσύνης) - και το τελικώς δίκαιο και πρόσφορο οριστικοποίησης του διατάγματος (βλ. κατ΄ αναλογίαν, Κόκκινου ν Κόκκινου, Έφεση Αρ. 29/14, ημ. 3.11.16) - τούτο (το ισοζύγιο), σαφώς είναι που γέρνει εδώ υπέρ οριστικοποίησης του διατάγματος δεδομένου και του ότι (συνυπολογίζοντας και τα όσα αναφέρονται μεταξύ άλλων στις παραγράφους 44-46 της ένορκης δήλωσης που συνοδεύει την αίτηση ως και εκείνα που αντιτάσσουν οι εναγόμενοι 1, 4/καθ΄ων η αίτηση στις παραγράφους 42-43 της ένορκης δήλωσης που συνοδεύει την ένσταση τους και οι εναγόμενοι 2, 3, 5/καθ΄ων η αίτηση (στο απόγειο των εκεί αναφερομένων) στην παράγραφο 27 της ένορκης δήλωσης που συνοδεύει τη δική τους ένσταση, ως απαύγασμα στην κάθε περίπτωση προηγούμενων σχετικών αναφορών όλων των διαδίκων στο υπόλοιπο μαρτυρικό υλικό που τούτοι παρουσίασαν), η διατήρηση εδώ του status quo συγκροτεί επιλογή ενέχουσα τους λιγότερο δυνατόν κινδύνους αδικίας σε περίπτωση που ήθελεν φανεί πως η οριστικοποίηση δεν θα έπρεπε να είχε διαταχθεί (βλ. Γ. Ερωτοκρίτου, Π. Αρτέμη, Διατάγματα (Injunctions), 2016, σελ. 141-142, 146).»

 

 

Το Εφετείο μπορεί να επέμβει στην άσκηση της διακριτικής ευχέρειας του πρωτόδικου Δικαστηρίου εκεί όπου (α) διαπιστώνεται ότι η διακριτική ευχέρεια ασκήθηκε έξω από το πλαίσιο που παρέχεται από το Νόμο, όπως όταν διαπιστώνεται ότι υπεισήλθαν στην άσκησή της εξωγενείς παράγοντες, (β) η άσκηση της διακριτικής ευχέρειας οδηγεί σε πασιφανή αδικία, όπως είναι η περίπτωση στην οποία δε θα μπορούσε να προέλθει κανένα δικαστήριο και (γ) υπάρχει πλάνη ως προς τα γεγονότα, σφάλμα νόμου, εφαρμογή λανθασμένων αρχών δικαίου, λήψη υπόψη άσχετων στοιχείων, μη λήψη υπόψη σχετικών στοιχείων (Μαρκιτανής ν. Μουντζούρη (2000) 1 ΑΑΔ 923).

 

Η διατήρηση της κατάστασης που επικρατούσε όταν ο εναγόμενος ξεκινούσε τις ενέργειες για τις οποίες παραπονείται ο ενάγων (status quo ante), αποτελεί έναν από τους σημαντικούς παράγοντες που λαμβάνονται υπόψη από το Δικαστήριο, εξετάζοντας το ισοζύγιο της ευχέρειας, κατά την άσκηση της διακριτικής του ευχέρειας.  Εν προκειμένω, όπως και σε αρκετές υποθέσεις, το status quo ante είναι αμφισβητούμενο.

 

Η βάση της αξίωσης της εφεσίβλητης είναι η απόκτηση από την εφεσείουσα 1 του 71% του μετοχικού κεφαλαίου της Tegli, χωρίς να δοθεί η αναγκαία από το άρθρο 6 του καταστατικού ειδοποίηση σ΄ αυτήν. Πρόκειται για μίαν άκυρη μεταβίβαση, σύμφωνα με το καταστατικό, όπου οι κάτοχοι τέτοιων μετοχών «δεν έχουν δικαίωμα να ψηφίζουν ή να συμμετέχουν σε οποιαδήποτε μερίσματα ή άλλες διανομές οι οποίες γίνονται από την εταιρεία» (παράγραφοι 6Α και 6Γ, πιο πάνω). Με τα επίδικα διατάγματα ουσιαστικά διατηρείται η κατάσταση πραγμάτων που υφίστατο πριν γίνει η μεταβίβαση. Το γεγονός ότι η εφεσίβλητη κατέχει τη μειοψηφία των μετοχών δεν αλλοιώνει την κατάσταση. Εάν γίνει αποδεκτή η θέση των εφεσειόντων σημαίνει ότι θα επιτραπεί στους εφεσείοντες να ενεργούν στη βάση μίας άκυρης μεταβίβασης μετοχών και να διευθύνουν ουσιαστικά μίαν εταιρεία που, σε περίπτωση που επιτύχει η αγωγή και ακυρωθεί η μεταβίβαση, σημαίνει ότι δεν είχαν κανένα δικαίωμα να πράξουν.

 

Ως εκ των ανωτέρω, διαπιστώνουμε ότι το πρωτόδικο Δικαστήριο έχει ασκήσει τη διακριτική του ευχέρεια μέσα σε νόμιμα πλαίσια. Οι παράγοντες που έλαβε υπόψη δικαιολογούν την άσκηση της διακριτικής του ευχέρειας με τον τρόπο που έχει ασκηθεί. Σημειώνεται, επίσης, ότι η ισχυριζόμενη καταχρηστική συμπεριφορά της εφεσίβλητης παραπέμπει ουσιαστικά σε αμφισβητούμενα γεγονότα που δεν είναι του παρόντος να επιλυθούν. Ως εκ τούτου, οι λόγοι έφεσης 5 και 6 απορρίπτονται.

 

Συνακόλουθα, η έφεση απορρίπτεται, με €3.000 έξοδα, πλέον ΦΠΑ εναντίον των εφεσειόντων.

 

 

 

ΠΑΡΠΑΡΙΝΟΣ, Δ.

 

 

ΣΤΑΜΑΤΙΟΥ, Δ.

 

 

ΨΑΡΑ-ΜΙΛΤΙΑΔΟΥ, Δ.

 

 

 

 

 

/ΧΤΘ


cylaw.org: Από το ΚΙΝOΠ/CyLii για τον Παγκύπριο Δικηγορικό Σύλλογο