ΠΑΓΚΥΠΡΙΟΣ ΔΙΚΗΓΟΡΙΚΟΣ ΣΥΛΛΟΓΟΣ

Έρευνα - Κατάλογος Αποφάσεων - Εμφάνιση Αναφορών (Noteup on) - Αφαίρεση Υπογραμμίσεων


public Λιάτσος, Αντώνης Σταματίου, Κατερίνα Οικονόμου, Τεύκρος Θ. Ψαρά-Μιλτιάδου, Τάσια Στυλιανίδου-Πούγιουρου, Αντρούλα Δ. Λοχίας για Ε. Πουργουρίδη, για τον Εφεσείοντα. CY AD Κύπρος Ανώτατο Δικαστήριο 2020-12-10 el Τμήμα Νομικών Εκδόσεων, Ανώτατο Δικαστήριο ΑΝΑΦΟΡΙΚΑ ΜΕ ΤΗΝ ΑΙΤΗΣΗ ΤΟΥ -MANUEL PUHLER ΓΙΑ ΑΔΕΙΑ ΓΙΑ ΤΗΝ ΚΑΤΑΧΩΡΗΣΗ ΑΙΤΗΣΗΣ ΓΙΑ ΤΗΝ ΕΚΔΟΣΗ ΕΝΤΑΛΜΑΤΟΣ CERTIORARI, Πολιτική Έφεση Αρ. 404/2019, 10/12/2020 Δικαστική Απόφαση

ECLI:CY:AD:2020:A421

ΑΝΩΤΑΤΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ ΚΥΠΡΟΥ

ΔΕΥΤΕΡΟΒΑΘΜΙΑ ΔΙΚΑΙΟΔΟΣΙΑ

 

(Πολιτική Έφεση Αρ. 404/2019)

 

10 Δεκεμβρίου, 2020

                                                        

[ΛΙΑΤΣΟΣ, ΣΤΑΜΑΤΙΟΥ, ΟΙΚΟΝΟΜΟΥ, ΨΑΡΑ-ΜΙΛΤΙΑΔΟΥ, ΠΟΥΓΙΟΥΡΟΥ, Δ/ΣΤΕΣ]

 

ΑΝΑΦΟΡΙΚΑ ΜΕ ΤΟ ΑΡΘΡΟ 155.4 ΤΟΥ ΣΥΝΤΑΓΜΑΤΟΣ ΚΑΙ ΤΑ ΑΡΘΡΑ 3 ΚΑΙ 9 ΤΟΥ ΠΕΡΙ ΑΠΟΝΟΜΗΣ ΤΗΣ ΔΙΚΑΙΟΣΥΝΗΣ (ΠΟΙΚΙΛΑΙ ΔΙΑΤΑΞΕΙΣ) ΝΟΜΟΥ ΤΟΥ 1964

ΚΑΙ

ΑΝΑΦΟΡΙΚΑ ΜΕ ΤΟΝ ΠΕΡΙ ΑΝΩΤΑΤΟΥ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟΥ (ΔΙΚΑΙΟΔΟΣΙΑ ΕΚΔΟΣΗΣ ΕΝΤΑΛΜΑΤΩΝ ΠΡΟΝΟΜΙΑΚΗΣ ΦΥΣΕΩΣ) ΔΙΑΔΙΚΑΣΤΙΚΟΣ ΚΑΝΟΝΙΣΜΟΣ ΤΟΥ 2018

ΚΑΙ

ΑΝΑΦΟΡΙΚΑ ΜΕ ΤΗΝ ΑΙΤΗΣΗ ΤΟΥ xxx-MANUEL PUHLER, ΑΠΟ ΤΗ ΓΕΡΜΑΝΙΑ ΚΑΙ ΤΩΡΑ ΚΑΤΟΙΚΟΣ ΚΟΛΟΜΒΙΑΣ ΓΙΑ ΕΠΕΚΤΑΣΗ ΤΟΥ ΧΡΟΝΟΥ ΓΙΑ ΚΑΤΑΧΩΡΗΣΗ ΑΙΤΗΣΗΣ ΓΙΑ ΑΔΕΙΑ ΚΑΤΑΧΩΡΗΣΗΣ ΑΙΤΗΣΗΣ ΓΙΑ ΤΗΝ ΕΚΔΟΣΗ ΕΝΤΑΛΜΑΤΟΣ CERTIORARI

KAI

ΑΝΑΦΟΡΙΚΑ ΜΕ ΤΗΝ ΑΙΤΗΣΗ ΤΟΥ xxx-MANUEL PUHLER ΓΙΑ ΑΔΕΙΑ ΓΙΑ ΤΗΝ ΚΑΤΑΧΩΡΗΣΗ ΑΙΤΗΣΗΣ ΓΙΑ ΤΗΝ ΕΚΔΟΣΗ ΕΝΤΑΛΜΑΤΟΣ CERTIORARI

ΚΑΙ

 

ΑΝΑΦΟΡΙΚΑ ΜΕ ΤΟ ΕΝΤΑΛΜΑ ΣΥΛΛΗΨΗΣ ΗΜΕΡΟΜΗΝΙΑΣ 20/08/2018 ΠΟΥ ΕΚΔΟΘΗΚΕ ΑΠΟ ΤΟ ΕΠΑΡΧΙΑΚΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ ΛΑΡΝΑΚΑΣ ΔΥΝΑΜΕΙ ΤΩΝ ΑΡΘΡΩΝ 18 ΚΑΙ 44 ΤΟΥ ΚΕΦ. 155.

_ _ _ _ _ _

 

Δ. Λοχίας για Ε. Πουργουρίδη, για τον Εφεσείοντα.

 

_ _ _ _ _ _

 

ΛΙΑΤΣΟΣ, Δ.: Η ομόφωνη απόφαση του Δικαστηρίου

 θα δοθεί από τη Σταματίου, Δ.

 

­­­_ _ _ _ _ _

 

Α Π Ο Φ Α Σ Η

 

ΣΤΑΜΑΤΙΟΥ, Δ.: Ο εφεσείων καταχώρησε αίτηση με την οποία αξίωνε παράταση της προθεσμίας των 45 ημερών που προνοείται στον Κανονισμό 5(1) του περί Ανωτάτου Δικαστηρίου (Δικαιοδοσία Έκδοσης Ενταλμάτων Προνομιακής Φύσεως) Διαδικαστικού Κανονισμού του 2018 και, ταυτόχρονα, άδεια για καταχώρηση αίτησης διά κλήσεως, με σκοπό την έκδοση εντάλματος Certiorari για ακύρωση εντάλματος σύλληψης που εκδόθηκε εναντίον του στις 20.8.2018 από το Επαρχιακό Δικαστήριο Λάρνακας. Το Δικαστήριο απέρριψε την αίτηση για παράταση του χρόνου, με αποτέλεσμα να κρίνει πως καθίστατο αχρείαστη η απόφαση ως προς τη λήψη άδειας.

 

Με δύο λόγους έφεσης προσβάλλεται η πρωτόδικη απόφαση. Συγκεκριμένα, ο εφεσείων επικαλείται σφάλμα στην απόφαση του Δικαστηρίου ότι δεν συνέτρεχαν εξαιρετικές περιστάσεις που παρεμπόδισαν τον εφεσείοντα να καταχωρήσει εγκαίρως αίτηση για άδεια καταχώρησης αίτησης δια κλήσεως προς εξασφάλιση εντάλματος τύπου Certiorari και πως λανθασμένα δεν παραχώρησε στον εφεσείοντα τέτοια άδεια.

 

Ο εφεσείων, σύμφωνα με τα γεγονότα που τέθηκαν ενώπιον του πρωτόδικου Δικαστηρίου, ευρίσκεται στην Κολομβία, ως αιτητής πολιτικού ασύλου και γι' αυτό δεν μπορούσε να ταξιδεύσει στην Κύπρο και η ένορκη δήλωση προς υποστήριξη της αίτησης έγινε από δικηγορική υπάλληλο στο γραφείο του δικηγόρου του αιτητή. Όπως αναφέρεται στην ένορκη δήλωση, ο εφεσείων έμαθε για την ύπαρξη εντάλματος σύλληψης εναντίον του περί τις 24.8.2018. Επρόκειτο για ένταλμα που εκδόθηκε στις 20.8.2018, στη βάση όρκου ότι ενέχετο στη διάπραξη διαφόρων αδικημάτων, μετά από καταγγελία συγκεκριμένου παραπονούμενου προσώπου με το οποίο είχε οικονομικές διαφορές. Τα διερευνόμενα αδικήματα περιελάμβαναν συνομωσία προς διάπραξη κακουργήματος, παράνομη κατοχή και μεταφορά πυροβόλου όπλου κατηγορίας Β, γραπτές απειλές για φόνο, απειλή βιαιοπραγίας, απειλές εμπρησμού, απόπειρα εμπρησμού κατοικίας και εμπρησμό κτηρίου, τα οποία διαπράχθηκαν μεταξύ 11.7.2018 και 20.8.2018.

 

Όταν έμαθε περί της ύπαρξης εντάλματος σύλληψης αποτάθηκε σε συγκεκριμένο δικηγορικό γραφείο, μέσω ηλεκτρονικού ταχυδρομείου, αναζητώντας νομική συμβουλή. Αρχικά του αναφέρθηκε ότι θα έπρεπε να διερευνηθεί κατά πόσο εκκρεμούσε ένταλμα σύλληψης εναντίον του. Στις 18.10.2018 ο δικηγόρος τον ενημέρωσε ότι υπήρχε Ευρωπαϊκό Ένταλμα Σύλληψης εναντίον του και στις 24.10.2018 ο εφεσείων ρώτησε ποιες ήταν οι επιλογές του, για να πάρει απάντηση ότι οι επιλογές του ήταν εξαιρετικά περιορισμένες. Συγκεκριμένα, είτε να περιμένει να συλληφθεί στη χώρα όπου βρίσκεται, είτε να παραδοθεί σε αστυνομικό σταθμό στη χώρα όπου βρίσκεται ή να έρθει σε κάποια συμφωνία με την Αστυνομία της Κυπριακής Δημοκρατίας. Δεν ενημερώθηκε για τη δυνατότητα εξασφάλισης προνομιακού εντάλματος Certiorari, ούτε ο δικηγόρος εξασφάλισε αντίγραφο του εντάλματος και του όρκου. Με αυτά τα δεδομένα παρέμεινε στην Κολομβία, χωρίς να επιχειρήσει να προσβάλει το επίδικο ένταλμα, μέχρι τον Ιούλιο του 2019, οπόταν δικηγόρος που εδράζεται στην Ολλανδία τον ενημέρωσε ότι υπάρχουν τρόποι προσβολής τόσο του Ευρωπαϊκού, όσο και του εθνικού εντάλματος σύλληψης.

 

Στη συνέχεια, επικοινώνησε με τους νυν δικηγόρους του, οι οποίοι τον συμβούλευσαν για τη δυνατότητα που υπήρχε λήψης του αντιγράφου του εντάλματος και του όρκου, καθώς και της δυνατότητας, εφόσον συνέτρεχαν λόγοι, για τη λήψη προνομιακού εντάλματος Certiorari προς ακύρωση του εντάλματος. Λήφθηκε εξουσιοδότηση στις 30.7.2019 και, αφού αποτάθηκαν στο αρμόδιο Πρωτοκολλητείο, έλαβαν αντίγραφα του εντάλματος και του όρκου στις 30.8.2019 και στις 3.10.2019 καταχωρήθηκε η επίδικη αίτηση. Επί της ουσίας ο εφεσείων προβάλλει διάφορους λόγους για τους οποίους δικαιολογείται η παροχή άδειας για καταχώρηση Certiorari, οι οποίοι θα απασχολήσουν μόνο εφόσον καταδειχθεί ότι ήταν εσφαλμένη η πρωτόδικη απόφαση για απόρριψη του αιτήματος παράτασης χρόνου.

 

Παραθέτουμε αποσπάσματα από την πρωτόδικη απόφαση, όπου φαίνεται το σκεπτικό του Δικαστηρίου:

 

«Η επέκταση του χρόνου δεν μπορεί να δοθεί.  Δεν είναι δικαιολογημένη.  Αντικειμενικά παρήλθε  υπέρμετρος χρόνος καταχώρησης της αίτησης αυτής.  Για την ακρίβεια ένα έτος και σχεδόν δύο μήνες.  Η αιτιολογία είναι η λανθασμένη ή ελλιπής νομική συμβουλή που έτυχε από τον προηγούμενο συνήγορο στον οποίο αποτάθηκε ο αιτητής.  Ο χρόνος όμως είναι δεδομένος και παραπέμπει σε μια περίοδο 45 ημερών από την έκδοση της προσβαλλόμενης πράξης.  Χωρίς αμφιβολία η τήρηση των χρονικών περιορισμών δεν αποτελεί μόνο ζήτημα δικονομικής πειθαρχίας.  Η ουσία της αντίδρασης ενός αιτητή σε πράξη που επιθυμεί να προσβάλει με δικαστικό διάβημα, έγκειται στην τελεσιδικία.  Ιδιαίτερα η έκδοση ενταλμάτων έρευνας, σύλληψης και άρσης τηλεπικοινωνιακών δεδομένων δεν είναι μεμονωμένες πράξεις.  Είναι στην πλειονότητα τους προκαταρκτικές πράξεις που επιφέρουν στη συνέχεια, και στις πλείστες των περιπτώσεων, αλυσιδωτές συνέπειες.  Επομένως πρέπει να εμπεδωθεί ο κανόνας ότι, όπως και για την προθεσμία των 75 ημερών για προσβολή διοικητικής πράξης κατά το Άρθρο 146.3 του Συντάγματος, η οριζόμενη στον Κανονισμό 5(1) προθεσμία των 45 ημερών είναι κατά βάση ανατρεπτική.

.......

Όπως ήδη αναλύθηκε προηγουμένως, χρειάζεται κάτι το «εξαιρετικό» για να ενταχθεί μια περίπτωση στις περιστάσεις εκείνες που θα ενεργοποιούσαν την ιδιαίτερη δικαιοδοσία του Δικαστηρίου να επεκτείνει το χρόνο.  Η επίκληση της απουσίας στο εξωτερικό χρήζει από μόνη της περαιτέρω εξέτασης κα διερεύνησης.  Το Δικαστήριο έχει υπόψη του και την απόφαση στην Π.Δ.Π., Πολιτική Αίτηση 54/2018 ημερ. 24.5.2018, ECLI:CY:AD:2018:D249, όπου το εκεί Δικαστήριο απέρριψε αίτηση για παράταση χρόνου εισαχθείσα δύο έτη από απόφαση του Οικογενειακού Δικαστηρίου σε Γονική Αίτηση και τρεις και πλέον  μήνες από την έκδοση διατάγματος αναστολής, χωρίς να δοθεί καμιά εξήγηση για το άπρακτο του διαρρεύσαντος στο μεταξύ χρόνου.  Το Δικαστήριο παρέθεσε ως σχετική, περικοπή από τη Θεοδούλου (Αρ. 1) (1990) 1 Α.Α.Δ. 438,  αναφορικά με το σημαντικό της τήρησης του χρόνου για την υποβολή αιτημάτων για Certiorari.  Και αυτό πριν τη θέσπιση του Διαδικαστικού Κανονισμού που περιορίζει το χρόνο στις 45 ημέρες.

Οι ενέργειες του προηγούμενου δικηγόρου, ελλιπείς έως και λανθασμένες, ως η εισήγηση, δεν συγχωρούν το καθυστερημένο της υποβολής της αίτησης με δεδομένο μάλιστα ότι ο αιτητής πληροφορήθηκε για την ύπαρξη του εντάλματος σύλληψης έγκαιρα.  Έχει, κατ΄ αναλογία, νομολογηθεί ότι η αδυναμία δικηγόρου να ασκήσει τα καθήκοντα του είτε λόγω ασθενείας, είτε λόγω σφάλματος, δυνατόν να αποτελεί βάσιμο λόγο για παράταση στης χρονικής προθεσμίας για υποβολή έφεσης, (Eurohouse Finance Ltd κ.ά. ν. Αστυνομικού Διευθυντή Επαρχίας Λεμεσού (2000) 2 Α.Α.Δ. 52  και Ηλιάδη ν. Δήμου Λάρνακας (1996) 2 Α.Α.Δ. 236).  Στην πρώτη υπόθεση, η αίτηση για παράταση απορρίφθηκε δείχνοντας την αυστηρότητα με την οποία αντιμετωπίζονται αιτήματα του είδους αυτού.  Στη δεύτερη έγινε αναφορά ότι η παράταση μπορεί να δοθεί χαλαρώνοντας την αυστηρότητα του κανόνα, εφόσον «το επιβάλλουν τα συμφέροντα της δικαιοσύνης».  Στην Φιλίππου ν. Δημοκρατίας (2006) 2 Α.Α.Δ. 98, η μη ανταπόκριση δικηγόρου να επισκεφθεί έγκαιρα τον εφεσείοντα στις φυλακές δεν θεωρήθηκε καλός ή βάσιμος λόγος για έγκριση αιτήσεως για παράταση του χρόνου.

 

        Το συμφέρον της δικαιοσύνης δεν επιβάλλει εδώ την παράκαμψη της προθεσμίας.  Διαφορετικά θα συγχωρούνταν με ευκολία λάθη ή παραλείψεις στην έγκαιρη εισαγωγή του δικονομικού μέτρου σε μια κατ΄ εξοχήν προνομιακή δικαιοδοσία.»

 

Κεντρικός άξονας επιχειρηματολογίας του ευπαίδευτου συνηγόρου του εφεσείοντα είναι η μαρτυρία και τεκμηρίωση των ισχυρισμών του εφεσείοντα, με αναφορά στη λανθασμένη νομική συμβουλή που έλαβε. Τονίζεται το γεγονός ότι, μόλις περιήλθε σε γνώση του το ένταλμα σύλληψης, έδρασε άμεσα και η καθυστέρηση που παρατηρήθηκε συνίστατο στη λανθασμένη νομική συμβουλή που έλαβε, επί της οποίας καλόπιστα βασίστηκε. Με δεδομένο ότι σε τέτοιου είδους υποθέσεις αυτό που κρίνεται είναι η συμπεριφορά του ιδίου του διαδίκου, η κρίση του Δικαστηρίου ότι δεν συνέτρεχαν εξαιρετικές περιστάσεις είναι λανθασμένη. Το Δικαστήριο, εισηγήθηκε ο συνήγορος, επηρεάστηκε από το μεγάλο ομολογουμένως διαρρεύσαν χρονικό διάστημα σε τέτοιο βαθμό που λανθασμένα έκρινε ότι αντικειμενικά δεν υπήρχαν περιστάσεις κάτω από τις οποίες θα μπορούσε να δώσει την αιτούμενη παράταση και πως το συμφέρον της δικαιοσύνης επιβάλλει την επέκταση του χρόνου. Οι υποθέσεις Π.Δ.Π., Eurohouse Finance Ltd κ.ά. ν. Αστυνομικού Διευθυντή Επαρχίας Λεμεσού και Φιλίππου ν. Δημοκρατίας, πιο πάνω, στις οποίες αναφέρθηκε το πρωτόδικο Δικαστήριο, διαφοροποιούνται ως προς τα γεγονότα. Παρέπεμψε δε στην υπόθεση First Ukranian Development Ltd (2014) 1 ΑΑΔ 2234, ECLI:CY:AD:2014:B779 προς υποστήριξη της θέσης του ότι αυτό που εξετάζεται σε τέτοιου είδους αιτήσεις είναι η συμπεριφορά και ενέργειες του ίδιου του αιτητή.

 

Τα προνομιακά εντάλματα, όπως έχει επανειλημμένα αναφερθεί από τη νομολογία, παρέχονται ή όχι κατά προνόμιο και όχι δικαιωματικά. Σχετικά αναφέρθηκαν τα ακόλουθα στην υπόθεση Αναφορικά με το Μιχάλη Μιχαήλ, Πολ. Έφ. 345/2013, ημερομηνίας 31.1.2015, ECLI:CY:AD:2015:A45: 

 

«Κατ΄ αρχάς, αποτελεί νομολογιακή κατίσχυση ότι τα προνομιακά εντάλματα παρέχονται ή όχι κατά προνόμιο και όχι δικαιωματικά.  Η οποιαδήποτε σημειωθείσα καθυστέρηση στην αναζήτηση της λήψης της άδειας δυνατόν να εξουδετερώσει αυτό το προνόμιο. Οι περιορισμοί που εν πάση περιπτώσει τίθενται από τη νομολογία στην κατά χάριν χορήγηση της άδειας, όπως η ύπαρξη εναλλακτικού ένδικου μέσου που αναχαιτίζει την άσκηση της διακριτικής ευχέρειας του Δικαστηρίου υπέρ ενός αιτητή, έστω και αν υπάρχει εκ πρώτης όψεως συζητήσιμη υπόθεση, εκτός και αν συντρέχουν επαρκώς εξαιρετικές περιστάσεις (Περέλλα (Αρ. 2) (1995) 1 Α.Α.Δ. 692, Κωνσταντινίδης (2003) 1 Α.Α.Δ. 1298, Skylight Restaurant & Bar Ltd (2010) 1 Α.Α.Δ. 1357 κ.ά.). περιορίζεται ακόμη περισσότερο όταν συνοδεύεται και από καθυστέρηση.  Στην Αγγλία, απ΄ όπου και προέρχεται η προνομιακή δικαιοδοσία του Ανωτάτου Δικαστηρίου, τίθεται αυστηρός χρονικός περιορισμός τριών μηνών, σμικρύνοντας έτσι ακόμη περισσότερο την αρχική περίοδο χρόνου των έξι μηνών, (δέστε Αναφορικά με το Ένταλμα Έρευνας του Επαρχιακού Δικαστηρίου Λεμεσού ημερομηνίας 13.10.2010 (2002) 1 Α.Α.Δ. 571 (απόφαση Ολομέλειας) και Αναφορικά με την Αίτηση του Ανδρέα Μαραγκού για Certiorari (2009) 1 Α.Α.Δ. 1266)."

 

Όπως τονίστηκε από το πρωτόδικο Δικαστήριο, η τήρηση των προθεσμιών δεν είναι θέμα τύπου, αλλά ουσίας, η οποία να ανταποκρίνεται στην προνομιακή διαδικασία που επιδιώκει ο αιτητής. 

 

Το Ανώτατο Δικαστήριο, πρόσφατα, θέσπισε τον περί Ανωτάτου Δικαστηρίου (Δικαιοδοσία Έκδοσης Ενταλμάτων Προνομιακής Φύσεως) Διαδικαστικό Κανονισμό του 2018, όπου στον Καν. 5 προβλέπονται προθεσμίες εντός των οποίων θα πρέπει να καταχωρείται η αίτηση για άδεια ως ακολούθως:

 

«(1)Αίτηση για άδεια καταχωρείται το συντομότερο από την έκδοση της προσβαλλόμενης απόφασης διατάγματος ή πράξης. Σε κάθε περίπτωση δεν πρέπει να υπερβαίνει τις 45 ημέρες από την έκδοση της προσβαλλόμενης απόφασης διατάγματος ή πράξης.

 

(2)Το Δικαστήριο δύναται να επεκτείνει την προθεσμία που αναφέρεται στην παράγραφο (1) του παρόντος Κανονισμού εάν καταδειχθούν εξαιρετικές περιστάσεις που παρεμπόδισαν τον αιτητή να καταχωρήσει την αίτηση του εντός της προβλεπόμενης προθεσμίας.»

 

Με δεδομένη τη φύση της διαδικασίας του Certiorari, οι «εξαιρετικές περιστάσεις», που αναφέρονται στον Κ.5, όπως προκύπτει από τη χρήση της λέξης «εξαιρετικές», πρέπει να είναι υφιστάμενες περιστάσεις, οι οποίες παρεμποδίζουν τον αιτητή από του να αποταθεί έγκαιρα στο Δικαστήριο προς διεκδίκηση θεραπείας. Ο λόγος που επιζητείται παράταση, δυνάμει του Κ.5, θα πρέπει, αντικειμενικά κρινόμενος, να αποτελεί έναν ιδιαίτερο, πέραν του συνηθισμένου, λόγο που δεν επέτρεψε στον αιτητή να αποταθεί στο Δικαστήριο για προνομιακή θεραπεία, εντός του χρόνου που προβλέπεται από τον Κανονισμό και το συμφέρον της δικαιοσύνης να απαιτεί την επέκταση του χρόνου.

 

Ο χρόνος που ο αιτητής έλαβε γνώση ή θα μπορούσε να λάβει γνώση της διαδικασίας που επιθυμεί να ακυρώσει με τη χρήση του προνομιακού εντάλματος, είναι σημαντικό στοιχείο. Όπου, όπως εν προκειμένω, ο αιτητής έλαβε έγκαιρα γνώση της διαδικασίας εναντίον του, η παράλειψή του να ενεργήσει άμεσα προς επιδίωξη θεραπείας, εναποθέτει στον αιτητή επιπρόσθετο βάρος να πείσει ότι ο λόγος που προβάλλει είναι τέτοιος που αποτελεί ένα σοβαρό πρόσκομμα στην επιδίωξη προνομιακής θεραπείας, έτσι ώστε το συμφέρον της δικαιοσύνης να εξυπηρετείται με την επέκταση του χρόνου.

 

Εν προκειμένω, ο εφεσείων, λίγες μόνο μέρες μετά την έκδοση του εντάλματος σύλληψης εναντίον του, έλαβε γνώση αυτού, παρά το ότι βρισκόταν στην αλλοδαπή. Παρά ταύτα, η καταχώρηση της αίτησης έγινε ένα χρόνο και δύο μήνες μετά. Η δικαιολογία που δόθηκε ήταν η κατ΄ ισχυρισμό λανθασμένη γνωμάτευση που έλαβε από Κύπριο δικηγόρο. Θεωρούμε ότι οι περιστάσεις που επικαλείται ο αιτητής δεν μπορούν να ενταχθούν στις «εξαιρετικές περιστάσεις» που απαντώνται στο διαδικαστικό κανονισμό. Ο αιτητής έλαβε έγκαιρα γνώση του εντάλματος σύλληψης που είχε εκδοθεί εναντίον του και είχε πρόσβαση σε δικηγόρους, τόσο στην Κύπρο, όσο και στο εξωτερικό, όπως προκύπτει από τα γεγονότα που έθεσε ο ίδιος. Το κατά πόσο η νομική συμβουλή που έλαβε από τον πρώτο δικηγόρο είναι ορθή ή λανθασμένη, όπως ο ίδιος επικαλείται, δε θα κριθεί στα πλαίσια της παρούσας. Το δεδομένο είναι ότι είχε πρόσβαση σε δικηγόρους, γι' αυτό άλλωστε και μπόρεσε να επικοινωνήσει με δύο Κύπριους δικηγόρους και ένα δικηγόρο στην Ολλανδία. Υπό αυτές τις περιστάσεις, δεν μπορεί να δικαιολογηθεί η χαλάρωση της αυστηρότητας του κανόνα ως προς την καταχώρηση τέτοιου είδους αιτήσεων. Ούτε θεωρούμε ότι το συμφέρον της δικαιοσύνης, υπό τις περιστάσεις, επιβάλλει την παράκαμψη της προθεσμίας. Διαφορετικά, όπως ορθά υπεδείχθη από το πρωτόδικο Δικαστήριο, «θα συγχωρούνταν με ευκολία λάθη ή παραλείψεις στην έγκαιρη εισαγωγή του δικονομικού μέτρου σε μια κατ΄εξοχήν προνομιακή δικαιοδοσία

 

Ως εκ των ανωτέρω, ο πρώτος λόγος έφεσης απορρίπτεται και, συνακόλουθα, ο δεύτερος λόγος έφεσης παραμένει άνευ αντικειμένου.

 

Η έφεση απορρίπτεται.

 

ΛΙΑΤΣΟΣ, Δ.

ΣΤΑΜΑΤΙΟΥ, Δ.

ΟΙΚΟΝΟΜΟΥ, Δ.

ΨΑΡΑ-ΜΙΛΤΙΑΔΟΥ, Δ.

ΠΟΥΓΙΟΥΡΟΥ, Δ.

/ΧΤΘ


cylaw.org: Από το ΚΙΝOΠ/CyLii για τον Παγκύπριο Δικηγορικό Σύλλογο