ΠΑΓΚΥΠΡΙΟΣ ΔΙΚΗΓΟΡΙΚΟΣ ΣΥΛΛΟΓΟΣ
|
ECLI:CY:AD:2020:D300
AΝΩΤΑΤΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ ΚΥΠΡΟΥ
ΠΡΩΤΟΒΑΘΜΙΑ ΔΙΚΑΙΟΔΟΣΙΑ
(Πολιτική Αίτηση Αρ. 97/2020)
7 Σεπτεμβρίου, 2020
[Τ. Θ. ΟΙΚΟΝΟΜΟΥ, Δ/ΣΤΗΣ]
ΑΝΑΦΟΡΙΚΑ ΜΕ ΤΟ ΑΡΘΡΟ 155.4 ΤΟΥ ΣΥΝΤΑΓΜΑΤΟΣ ΚΑΙ ΤΑ ΑΡΘΡΑ 3 ΚΑΙ 9 ΤΟΥ ΠΕΡΙ ΑΠΟΝΟΜΗΣ ΤΗΣ ΔΙΚΑΙΟΣΥΝΗΣ (ΠΟΙΚΙΛΑΙ ΔΙΑΤΑΞΕΙΣ) ΝΟΜΟΥ ΑΡ. 33/1964
ΚΑΙ
ΑΝΑΦΟΡΙΚΑ ΜΕ ΤΟΝ ΠΕΡΙ ΑΝΩΤΑΤΟΥ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟΥ (ΔΙΚΑΙΟΔΟΣΙΑ ΕΚΔΟΣΗΣ ΕΝΤΑΛΜΑΤΩΝ ΠΡΟΝΟΜΙΑΚΗΣ ΦΥΣΕΩΣ) ΔΙΑΔΙΚΑΣΤΙΚΟ ΚΑΝΟΝΙΣΜΟ ΤΟΥ 2018
ΚΑΙ
ΑΝΑΦΟΡΙΚΑ ΜΕ ΤΗΝ ΑΙΤΗΣΗ ΤΗΣ TMC TRADE MARK AG ΕΚ ΛΙΧΤΕΝΣΤΑΪΝ ΓΙΑ ΑΔΕΙΑ ΓΙΑ ΤΗΝ ΚΑΤΑΧΩΡΙΣΗ ΑΙΤΗΣΗΣ ΓΙΑ ΕΚΔΟΣΗ ΠΡΟΝΟΜΙΑΚΟΥ ΕΝΤΑΛΜΑΤΟΣ MANDAMUS
ΚΑΙ
ΑΝΑΦΟΡΙΚΑ ΜΕ ΤΑ ΑΡΘΡΑ 126, 136, 178 ΚΑΙ 192 ΤΟΥ ΠΕΡΙ ΕΤΑΙΡΕΙΩΝ ΝΟΜΟΥ ΚΕΦ. 113
ΚΑΙ
ΑΝΑΦΟΡΙΚΑ ΜΕ ΤΗΝ ΑΡΝΗΣΗ ΤΟΥ ΕΦΟΡΟΥ ΕΤΑΙΡΕΙΩΝ ΝΑ ΑΠΟΔΕΧΘΕΙ ΚΑΙ ΝΑ ΑΝΑΓΝΩΡΙΣΕΙ ΩΣ ΙΣΧΥΟΝΤΑ ΚΑΙ ΝΟΜΙΜΑ ΤΑ ΔΙΚΑΙΩΜΑΤΑ ΤΟΥ ΑΙΤΗΤΗ ΩΣ ΜΟΝΑΔΙΚΟΥ ΜΕΤΟΧΟΥ ΚΑΤΑ 100% ΤΗΣ ΕΤΑΙΡΕΙΑΣ EBC EASTERN BEVERAGE COMPANY LIMITED (HE 317645) ΣΥΜΦΩΝΑ ΜΕ ΤΙΣ ΠΡΟΝΟΙΕΣ ΤΟΥ ΠΕΡΙ ΕΤΑΙΡΕΙΩΝ ΝΟΜΟΥ ΚΕΦ. 113 ΚΑΙ ΤΟΥ ΚΑΤΑΣΤΑΤΙΚΟΥ ΤΗΣ EBC EASTERN BEVERAGE COMPANY LIMITED
ΚΑΙ
ΑΝΑΦΟΡΙΚΑ ΜΕ ΤΗΝ ΠΑΡΑΛΕΙΨΗ ΚΑΙ/Ή ΑΡΝΗΣΗ ΤΟΥ ΕΦΟΡΟΥ ΕΤΑΙΡΕΙΩΝ ΝΑ ΕΚΤΕΛΕΣΕΙ ΤΑ ΚΑΘΗΚΟΝΤΑ ΚΑΙ ΤΙΣ ΕΞΟΥΣΙΕΣ ΤΟΥ ΣΥΜΦΩΝΑ ΜΕ ΤΟΝ ΠΕΡΙ ΕΤΑΙΡΕΙΩΝ ΝΟΜΟ ΚΕΦ. 113 ΚΑΙ ΝΑ ΠΡΟΩΘΗΣΕΙ ΤΗΝ ΑΙΤΗΣΗ ΗΜΕΡ. 24ΗΣ ΙΟΥΝΙΟΥ, 2020 ΠΟΥ ΚΑΤΑΧΩΡΗΣΕ Ο ΑΙΤΗΤΗΣ ΜΕΣΩ ΤΟΥ ΔΙΚΗΓΟΡΙΚΟΥ ΓΡΑΦΕΙΟΥ Κ.Κ. ΣΑΒΕΡΙΑΔΗΣ & ΣΙΑ Δ.Ε.Π.Ε. ΣΤΟ ΓΡΑΦΕΙΟ ΤΟΥ ΕΦΟΡΟΥ ΕΤΑΙΡΕΙΩΝ ΜΕΣΩ ΕΝΤΥΠΩΝ ΗΕ4 ΚΑΙ ΗΕ2 ΜΕ ΤΑ ΟΠΟΙΑ ΚΟΙΝΟΠΟΙΗΘΗΚΕ Ο ΔΙΟΡΙΣΜΟΣ ΤΩΝ ΜΑΡΙΟΥ ΣΑΒΕΡΙΑΔΗ ΚΑΙ ΚΩΝΣΤΑΝΤΙΝΟΥ ΣΑΒΕΡΙΑΔΗ ΣΤΗ ΘΕΣΗ ΔΙΕΥΘΥΝΤΗ ΚΑΙ ΓΡΑΜΜΑΤΕΑ ΑΝΤΙΣΤΟΙΧΑ ΤΗΣ EBC EASTERN BEVERAGE COMPANY LIMITED ΜΕ ΗΜΕΡΟΜΗΝΙΑ ΔΙΟΡΙΣΜΟΥ ΤΗΝ 10Η ΙΟΥΝΙΟΥ, 2020, Η ΠΑΥΣΗ ΤΩΝ χχχ χχχ ΚΥΡΟΥ ΚΑΙ χχχ ΒΑΣΙΛΕΙΟΥ ΑΠΟ ΤΙΣ ΘΕΣΕΙΣ ΤΟΥΣ ΩΣ ΔΙΕΥΘΥΝΤΕΣ ΤΗΣ EBC EASTERN BEVERAGE COMPANY LIMITED, Η ΠΑΥΣΗ ΤΗΣ ΕΤΑΙΡΕΙΑΣ MEDITERRANEAN SECRETARIES LIMITED ΑΠΟ ΤΗ ΘΕΣΗ ΤΗΣ ΩΣ ΓΡΑΜΜΑΤΕΑΣ ΤΗΣ EBC EASTERN BEVERAGE COMPANY LIMITED ΜΕ ΗΜΕΡΟΜΗΝΙΑ ΠΑΥΣΗΣ ΤΗΝ 10Η ΙΟΥΝΙΟΥ, 2020 ΚΑΙ Η ΑΛΛΑΓΗ ΕΓΓΕΓΡΑΜΜΕΝΟΥ ΓΡΑΦΕΙΟΥ ΤΗΣ EBC EASTERN BEVERAGE COMPANY LIMITED ΜΕ ΗΜΕΡΟΜΗΝΙΑ ΑΛΛΑΓΗΣ ΤΗΝ 10Η ΙΟΥΝΙΟΥ, 2020.
----------
Μονομερής Αίτηση της TMC TRADE MARK AG
Κ. Σαβεριάδης, για την αιτήτρια.
-----------------------
Α Π Ο Φ Α Σ Η
Τ.Θ. ΟΙΚΟΝΟΜΟΥ, Δ.: Η εταιρεία TMC TRADE MARK AG από το Λιχτενστάιν («η αιτήτρια») είναι η μοναδική μέτοχος της κυπριακής εταιρείας EBC EASTERN BEVERAGE COMPANY LIMITED («η Εταιρεία»).
Σύμφωνα με τους ισχυρισμούς της αιτήτριας, όπως έχουν παρατεθεί σε ένορκη δήλωση του κ. Μάριου Σαβεριάδη, εκ των διευθυντών της δικηγορικής εταιρείας Κ.Κ. Σαβεριάδης & Σία ΔΕΠΕ, που συνοδεύει την υπό εξέταση αίτηση, η αιτήτρια εταιρεία έχει εισέλθει σε διαδικασία πτώχευσης κατόπιν αίτησης των διοικητικών της οργάνων και σχετικού διατάγματος από το αρμόδιο δικαστήριο του Λιχτενστάιν στις 16.12.2019. Δυνάμει του εν λόγω διατάγματος διορίστηκε ο κ. S. ως διαχειριστής σε πτώχευση (trustee in bankruptcy) της αιτήτριας εταιρείας. Υπ΄ αυτή του την ιδιότητα και έχοντας τέτοιο δικαίωμα εξουσιοδότησε τον προαναφερθέντα κ. Μάριο Σαβεριάδη για να προβεί εκ μέρους του σε όλες τις δέουσες και έννομες ενέργειες για την παύση και αντικατάσταση των διευθυντών και του γραμματέα της Εταιρείας. Η προσπάθεια αυτή προσέκρουσε στην άρνηση των διευθυντών της Eταιρείας οι οποίοι προέβαλαν τη θέση ότι δεν θα αναγνώριζαν την εξουσία του διαχειριστή, εκτός εάν το εν λόγω δικαστικό διάταγμα του Λιχτενστάιν αναγνωριζόταν στην Κύπρο. Ο κ. Σαβεριάδης, ως πληρεξούσιος αντιπρόσωπος της αιτήτριας, προχώρησε σε σύγκληση έκτακτης γενικής συνέλευσης, το αποτέλεσμα της οποίας ήταν η απόφαση με σύνηθες ψήφισμα για παύση των διευθυντών και του γραμματέα και αντικατάσταση τους. Ως νέος διευθυντής ορίστηκε ο κ. Μ. Σαβεριάδης.
Κατόπιν τούτου, στις 24.6.2020, μερίμνησε ώστε να καταχωριστούν οι αλλαγές διευθυντών, γραμματέα και εγγεγραμμένου γραφείου στον Έφορο Εταιρειών, σύμφωνα με τις πρόνοιες του άρθρου 192(4) του περί Εταιρειών Νόμου, Κεφ. 113. Ο Έφορος στα πλαίσια πρακτικής που ακολουθεί απαιτεί όπως, σε περιπτώσεις που κοινοποιούνται αλλαγές διευθυντών κλπ., τα σχετικά έγγραφα να συνοδεύονται από βεβαίωση του γραμματέα για το αληθές των αλλαγών που κοινοποιούνται. Όταν δε, υπάρχει και αλλαγή γραμματέα, η βεβαίωση αυτή πρέπει να υπογράφεται τόσο από τον παλαιό, όσο και από τον νέο γραμματέα. Τούτο ήταν αδύνατον να εξασφαλιστεί εν προκειμένω λόγω της άρνησης των προηγούμενων διευθυντών να αναγνωρίσουν τη διαδικασία παύσης τους. Ο κ. Μ. Σαβεριάδης κλήθηκε δύο φορές από τον Έφορο Εταιρειών μαζί με το δικηγορικό γραφείο Χρ. Γ. Βασιλειάδης & Σία ΔΕΠΕ, το οποίο ενεργούσε για τους διευθυντές της Εταιρείας και ανέπτυξαν τις εκατέρωθεν θέσεις τους. Ό,τι απασχολούσε τον Έφορο ήταν το κατά πόσον το δικαστικό διάταγμα διορισμού του κ. S. ως διαχειριστή της αιτήτριας θα έπρεπε να εγγραφεί και να αναγνωριστεί από κυπριακό δικαστήριο ως προϋπόθεση για την εγγραφή των αλλαγών από τον Έφορο Εταιρειών. Τελικά, στις 7.8.2020, ο Έφορος πληροφόρησε τον κ. Μ. Σαβεριάδη ότι οι αλλαγές δεν θα γίνουν αποδεκτές μέχρι την εκδίκαση μιας αίτησης για εκκαθάριση της Εταιρείας που καταχωρίστηκε εκ μέρους μιας άλλης εταιρείας (Αίτηση υπ΄ αρ. 317/2020 Ε.Δ. Λευκωσίας) και του επέστρεψε τα σχετικά έντυπα ΗΕ2 και ΗΕ4.
Ως αποτέλεσμα καταχωρίστηκε η παρούσα αίτηση με την οποία ζητείται άδεια για να καταχωριστεί αίτηση προς έκδοση προνομιακού εντάλματος Mandamus «για προώθηση και εγγραφή από τον Έφορο Εταιρειών της αίτησης ημερ. 24.6.2020 μέσω των εντύπων ΗΕ4 και ΗΕ2».
Νοείται βεβαίως ότι η εξέτασης της αίτησης σε αυτό το στάδιο γίνεται υπό το πρίσμα της εκ πρώτης όψεως θεώρησης υπό την έννοια που εξηγήθηκε στην In Re Kakos (1985) 1 CLR 250[1] για το σκοπό παροχής ή μη άδειας για καταχώριση αίτησης προς έκδοση του σκοπούμενου εντάλματος.
Το ένταλμα Mandamus εκδίδεται με σκοπό να επιβάλει σε κατώτερο δικαστήριο ή άλλο δημόσιο πρόσωπο ή αρχή όπως εκτελέσει δημόσιο καθήκον το οποίο να εμπίπτει στη σφαίρα του ιδιωτικού δικαίου. Εάν το παραλειπόμενο καθήκον εμπίπτει στο δημόσιο δίκαιο δεν χωρεί η έκδοση Mandamus (In re Moschatos (1985) 1 CLR 381, Κυριακίδου (1997) 1 ΑΑΔ 1459). Για τη διάκριση, το κριτήριο είναι ουσιαστικό και καθοριστική είναι η εγγενής φύση της πράξης σε συνδυασμό με τον επιδιωκόμενο σκοπό. Εάν με την πράξη επιδιώκεται πρωταρχικά η εξυπηρέτηση δημοσίου σκοπού τότε η πράξη εμπίπτει στη σφαίρα του δημοσίου δικαίου. Εάν επηρεάζει μόνο τα συμφέροντα των συμβαλλομένων μερών, χωρίς να αποσκοπεί στην εξυπηρέτηση δημοσίου σκοπού, έστω και αν το δημόσιο συμφέρον υπεισέρχεται παρεμπιπτόντως, τότε πρόκειται για πράξη που εμπίπτει στη σφαίρα του ιδιωτικού δικαίου. Κριτήριο της διάκρισης είναι ο σκοπός στον οποίο η νομοθεσία αποβλέπει και το ενδιαφέρον του κοινού στη συγκεκριμένη λειτουργία και αποφάσεις (Tamasos Tobacco Supplies and Co v. Κυπριακής Δημοκρατίας μέσω Εφόρου Εταιρειών (1991) 3 ΑΑΔ 407). Η διάκριση έχει κατ΄ επανάληψη τύχει αναγνώρισης και εφαρμογής (Αntoniou v. The Republic (1984) 3 CLR 623, Machlouzarides v. The Republic (1985) 3 CLR 2342, Hellenic Bank Ltd v. Republic (1986) 3 CLR 481, Photiades and another v. Photiades and another (1988) 3 CLR 2084, Midland Bank Project Finance Ltd v. Δημοκρατίας (1989) 3 ΑΑΔ 2099, Λαϊκή Κυπριακή Τράπεζα Λτδ ν. Κυπριακή Δημοκρατία μέσω του Εφόρου Εταιρειών (Αρ.2) (1990) 3 ΑΑΔ 1997, Γεωργίου ν. Αρχής Ηλεκτρισμού Κύπρου (1995) 3 ΑΑΔ 425, Κυπριακή Δημοκρατία ν. Ιωαννίδης κ.α., Α.Ε. Αρ. 101/10 και 136/10, 15.7.2016, Λοϊζου, Πολ. Έφ. Αρ. 138/18, 20.7.2018).
Υπό το πρίσμα αυτό η άρνηση του Εφόρου Εταιρειών να εγγράψει επιβάρυνση (υποθήκη) με βάση το άρθρο 91 του Μέρους ΙΙΙ του Κεφ. 113 κρίθηκε ως μη εμπίπτουσα στη σφαίρα του δημοσίου δικαίου ώστε να ενεργοποιείτο η αναθεωρητική δικαιοδοσία του δικαστηρίου με βάση το ’ρθρο 146.1 του Συντάγματος (Hellenic Bank Ltd (ανωτέρω)). Παρόμοια ήταν η απόφαση στην Λαϊκή Κυπριακή Τράπεζα Λτδ (ανωτέρω), η οποία αφορούσε στην ίδια εξουσία του Εφόρου. Επίσης η απόφαση για διαγραφή από το μητρώο εταιρείας προηγηθείσης εγγραφής εκχωρήσεως των δικαιωμάτων της εταιρείας βάσει αγοραπωλητηρίου εγγράφου γης και η άρνηση εγγραφής στο μητρώο της εταιρείας του διορισμού παραλήπτη που είχε γίνει βάσει προνοιών υποθήκης θεωρήθηκε ότι εκπίπτουν του δημοσίου δικαίου (Midland Bank (ανωτέρω)).
Στην Αγγλία, υπό το φως νομοθεσιών αντιστοίχων με το δικό μας Νόμο περί Εταιρειών, Κεφ. 113, (Companies Act 1908 και 1948) αποφάσεις του Εφόρου Εταιρειών που επηρεάζουν δικαιώματα των πολιτών έχουν καταστεί αντικείμενο διαδικασιών Mandamus (Rex v. Registrar of Companies [1912] 3 KB 23, Rex v. Registrar of Companies, ex parte Bowel [1914] 3 KB 1161, οι οποίες αφορούσαν στην άρνηση του Εφόρου να εγγράψει εταιρεία υπό συγκεκριμένο όνομα)). Σε μεταγενέστερες αποφάσεις ο δικαστικός έλεγχος έλαβε τη μορφή αίτησης ακύρωσης (judicial review) (Reg. v. Registrar of Companies, Ex parte Attorney-General (unreported), 17.12.1980 (προς ακύρωση εγγραφής εταιρείας), Reg. v. Registrar of Companies, Ex Parte Central Bank of India [No.TO/1395/84] [1986] QB 1114 (C.A.) (για ακύρωση εγγραφής βάρους με βάση το άρθρο 98(2) το οποίο ενεγράφη με βάση το άρθρο 95 του Companies Act του 1948). Είναι χαρακτηριστικό ότι στην τελευταία αυτή απόφαση γίνεται συλλήβδην αναφορά, ακόμα και όταν πρόκειται για προηγούμενες υποθέσεις όπου το αντικείμενο ήταν διάταγμα mandamus, σε «applications for judicial review» (στη σελίδα 1171) χωρίς να απασχολεί η διάκριση η οποία αντιθέτως έχει σημασία κατά τη δική μας νομολογία, εν όψει της αποκλειστικής και ιδιαίτερης αρμοδιότητας που καθιέρωσε το ’ρθρο 146 του Συντάγματος.
Το άρθρο 192(4) του περί Εταιρειών Νόμου, Κεφ. 113 έχει ως ακολούθως:
«(4) (α) Η εταιρεία παραδίδει στον έφορο εταιρειών έκθεση στον καθορισμένο τύπο που περιλαμβάνει τις ορισμένες στο ΅μητρώο που αναφέρεται στο εδάφιο (1), λεπτομέρειες, καθώς και γνωστοποίηση στον καθορισμένο τύπο οποιασδήποτε αλλαγής στους συμβούλους ή στο γραμματέα της ή σε οποιεσδήποτε λεπτομέρειες περιλαμβάνονται στο ΅μητρώο, εντός των προβλεπόμενων στο εδάφιο (5) προθεσμιών, αντίστοιχα, και ο έφορος εταιρειών προβαίνει στην εγγραφή των λεπτομερειών και/ή της γνωστοποίησης, ανάλογα με την περίπτωση, ορίζοντας την ημερομηνία της αλλαγής:
Στο εδάφιο (5) καθορίζονται οι προθεσμίες που αναφέρονται στο εδάφιο (4) και στο εδάφιο (10) προβλέπονται, για την περίπτωση παράλειψης παράδοσης της έκθεσης σύμφωνα με τις πρόνοιες του εδαφίου (4) εντός της προβλεπόμενης χρονικής προθεσμίας, διοικητικές κυρώσεις, ανεξάρτητα από την ποινική ευθύνη ή ποινική δίωξη οποιουδήποτε προσώπου.
Φαίνεται ως εκ των άνω ότι το άρθρο 192(4) δημιουργεί αφενός υποχρέωση της εταιρείας για παράδοση της προβλεπόμενης έκθεσης στον Έφορο Εταιρειών εντός συγκεκριμένης προθεσμίας, με επαπειλή διοικητικών κυρώσεων και αφετέρου καθήκον στον Έφορο Εταιρειών «να προβαίνει στην εγγραφή».
Ο ευπαίδευτος δικηγόρος του αιτητή εισηγήθηκε ότι δημιουργείται υποχρέωση στον Έφορο να ενεργήσει όπως προβλέπεται από το άρθρο 192(4) και να προβεί στην εγγραφή των λεπτομερειών χωρίς να έχει οποιαδήποτε ευχέρεια να αρνηθεί, κάτι το οποίο ρητώς έπραξε. Ως προς τη φύση της πράξης εισηγήθηκε ότι εμπίπτει στη σφαίρα του ιδιωτικού δικαίου εφόσον επηρεάζει τα συμφέροντα και μόνο του αιτητή και μάλιστα κατά τρόπο καταλυτικό, εφόσον στην πράξη δεν αναγνωρίζονται οι αλλαγές στις οποίες προέβη.
Έχοντας υπόψιν τις πρόνοιες του άρθρου 192, τη σχετική νομολογία και τις εισηγήσεις του ευπαιδεύτου δικηγόρου του αιτητή, θεωρώ ότι στοιχειοθετείται εκ πρώτης όψεως υπόθεση ώστε να πρέπει να δοθεί απάντηση εκ μέρους του Εφόρου Εταιρειών για την κατ΄ ισχυρισμόν παράλειψη και την ρητή, όπως παρουσιάζεται, άρνηση να προβεί σε τέτοια εγγραφή. Σημειώνω ότι παρόμοια ήταν η προσέγγιση άλλου αδελφού δικαστή στην Αίτηση Longo Campo Investments Ltd, Πολιτικές Αιτήσεις 203/19 και 204/19, ημερ. 4.12.2019, με την οποία δόθηκε άδεια για καταχώριση αίτησης mandamus μετά από άρνηση του Εφόρου για εγγραφή των αλλαγών διευθυντή και γραμματέα, αφού λήφθηκε υπόψιν η θέση ότι δεν υπήρχε διαθέσιμο άλλο ένδικο μέσο. Δεν παραβλέπω ότι στην Aίτηση TYULENEV, Πολιτική Αίτηση Αρ. 60/20, 15.6.2020, η οποία επίσης αφορούσε σε παρόμοια άρνηση του Εφόρου Εταιρειών δεν δόθηκε άδεια, πλην όμως όχι για λόγους που αφορούσαν τη στοιχειοθέτηση ή μη εκ πρώτης όψεως υπόθεσης. Ρητά είχε αναφέρει το δικαστήριο ότι δεν ήταν αναγκαίο να υπεισέλθει στην εξέταση άλλων προϋποθέσεων, εφόσον θεώρησε καταχρηστική τη συμπεριφορά του αιτητή σε εκείνη την υπόθεση.
Δίδεται άδεια για καταχώριση αίτησης για έκδοση διατάγματος mandamus εντός 14 ημερών από σήμερα.
Η αίτηση να οριστεί από τον πρωτοκολλητή το ταχύτερο δυνατό, αφού συνεννοηθεί με το δικαστήριο και να επιδοθεί στον Έφορο Εταιρειών. Λαμβάνοντας υπόψιν ότι ο Έφορος κάλεσε και άκουσε και την άλλη πλευρά, προτού καταλήξει στην αρνητική του απάντηση, αντίγραφο της αίτησης να κοινοποιηθεί στα πρόσωπα που φέρονται ως οι προηγούμενοι διευθυντές και γραμματέας.
Τ.Θ. Οικονόμου, Δ.
/φκ
[1] A prima facie case is not an unanswerable one but one sufficiently cogent, or arguable, to merit an answer. On numerous occasions Courts were concerned to elicit and apply the concept in diverse circumstances. A particularly instructive approach to analysis of the concept, I found, with respect, that of Megarry, V. C., in Land Securities v. Metropolitan Police [1983] 2 All E. R. 254, 258. According to this approach, a prima fade case is made out if an arguable case is disclosed, without need arising at this initial or preliminary stage for consideration of any rebutting evidence.