ΠΑΓΚΥΠΡΙΟΣ ΔΙΚΗΓΟΡΙΚΟΣ ΣΥΛΛΟΓΟΣ
|
ECLI:CY:AD:2020:D35
ΑΝΩΤΑΤΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ ΚΥΠΡΟΥ
ΠΡΩΤΟΒΑΘΜΙΑ ΔΙΚΑΙΟΔΟΣΙΑ
(Πολιτική Αίτηση Αρ. 202/2019)
30 Ιανουαρίου 2020
[ΝΑΘΑΝΑΗΛ, Δ/στής]
ΑΝΑΦΟΡΙΚΑ ΜΕ ΤΟ ΑΡΘΡΟ 155.4 ΤΟΥ ΣΥΝΤΑΓΜΑΤΟΣ ΚΑΙ ΤΑ ΑΡΘΡΑ 3 ΚΑΙ 9 ΤΟΥ ΠΕΡΙ ΑΠΟΝΟΜΗΣ ΤΗΣ ΔΙΚΑΙΟΣΥΝΗΣ (ΠΟΙΚΙΛΑΙ ΔΙΑΤΑΞΕΙΣ)
ΝΟΜΟΥ ΤΟΥ 1964 (Ν. 33/1964)
- ΚΑΙ -
ΑΝΑΦΟΡΙΚΑ ΜΕ ΤΟΝ ΠΕΡΙ ΑΝΩΤΑΤΟΥ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟΥ (ΔΙΚΑΙΟΔΟΣΙΑ ΕΚΔΟΣΗΣ ΕΝΤΑΛΜΑΤΩΝ ΠΡΟΝΟΜΙΑΚΗΣ ΦΥΣΕΩΣ) ΔΙΑΔΙΚΑΣΤΙΚΟ ΚΑΝΟΝΙΣΜΟ ΤΟΥ 2018
- ΚΑΙ -
ΑΝΑΦΟΡΙΚΑ ΜΕ ΤΗΝ ΑΙΤΗΣΗ ΤΟΥ XXX YAZEN XXX XXX ΓΙΑ ΤΗΝ ΕΚΔΟΣΗ ΕΝΤΑΛΜΑΤΟΣ HABEAS CORPUS
- ΚΑΙ -
ΑΝΑΦΟΡΙΚΑ ΜΕ ΤΟ ΣΥΝΤΑΓΜΑ ΤΗΣ ΚΥΠΡΙΑΚΗΣ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑΣ, ΤΟΝ ΠΕΡΙ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΩΝ ΝΟΜΟ 14/60, ΤΩΝ ΠΕΡΙ ΑΠΟΝΟΜΗΣ ΤΗΣ ΔΙΚΑΙΟΣΥΝΗΣ (ΠΟΙΚΙΛΑΙ ΔΙΑΤΑΞΕΙΣ) ΝΟΜΩΝ ΤΟΥ 1964 ΜΕΧΡΙ 1991, ΤΗΝ ΕΥΡΩΠΑΙΚΗ ΣΥΜΒΑΣΗ ΓΙΑ ΤΗΝ ΠΡΟΑΣΠΙΣΗ ΤΩΝ ΑΝΘΡΩΠΙΝΩΝ ΔΙΚΑΙΩΜΑΤΩΝ, ΤΟΝ ΧΑΡΤΗ ΘΕΜΕΛΙΩΔΩΝ ΔΙΚΑΙΩΜΑΤΩΝ ΤΗΣ Ε.Ε., ΤΟΝ ΠΕΡΙ ΠΡΟΣΦΥΓΩΝ ΝΟΜΟ, ΤΟΝ ΠΕΡΙ ΑΛΛΟΔΑΠΩΝ ΚΑΙ ΜΕΤΑΝΑΣΤΕΥΣΕΩΣ ΝΟΜΟ (ΚΕΦ. 105), ΤΗΝ ΟΔΗΓΙΑ 2013/33/ΕΕ ΣΧΕΤΙΚΑ ΜΕ ΤΙΣ ΑΠΑΙΤΗΣΕΙΣ ΓΙΑ ΤΗΝ ΥΠΟΔΟΧΗ
ΤΩΝ ΑΙΤΟΥΝΤΩΝ ΔΙΕΘΝΗ ΠΡΟΣΤΑΣΙΑ
- ΚΑΙ -
ΑΝΑΦΟΡΙΚΑ ΜΕ ΤΗΝ ΚΥΠΡΙΑΚΗ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑ ΜΕΣΩ -
1. ΑΡΧΗΓΟΥ ΑΣΤΥΝΟΜΙΑΣ
2. ΥΠΟΥΡΓΟΥ ΕΣΩΤΕΡΙΚΩΝ, ΔΙΑ ΤΟΥ
ΓΕΝΙΚΟΥ ΕΙΣΑΓΓΕΛΕΑ ΤΗΣ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑΣ
ΟΙ ΟΠΟΙΟΙ ΠΑΡΑΝΟΜΑ ΣΥΝΕΧΙΖΟΥΝ ΝΑ ΕΧΟΥΝ ΥΠΟ ΚΡΑΤΗΣΗ ΤΟΝ XXX YAZEN XXX XXX ΚΑΤΑ ΠΑΡΑΒΑΣΗ ΤΟΥ ΑΡΘΡΟΥ 11 ΤΟΥ ΣΥΝΤΑΓΜΑΤΟΣ ΤΗΣ ΚΥΠΡΙΑΚΗΣ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑΣ, ΤΟΥ ΑΡΘΡΟΥ 5(1) ΤΗΣ ΕΥΡΩΠΑΙΚΗΣ ΣΥΜΒΑΣΗΣ ΓΙΑ ΤΗΝ ΠΡΟΑΣΠΙΣΗ ΤΩΝ ΑΝΘΡΩΠΙΝΩΝ ΔΙΚΑΙΩΜΑΤΩΝ, ΤΟΥ ΑΡΘΡΟΥ 6 ΤΟΥ ΧΑΡΤΗ ΘΕΜΕΛΙΩΔΩΝ ΔΙΚΑΙΩΜΑΤΩΝ ΤΗΣ Ε.Ε. ΤΟΥ ΑΡΘΡΟΥ 9ΣΤ ΤΟΥ ΠΕΡΙ ΠΡΟΣΦΥΓΩΝ ΝΟΜΟΥ ΚΑΙ ΤΩΝ ΑΡΘΡΩΝ 8 ΚΑΙ 9 ΤΗΣ ΟΔΗΓΙΑΣ 2013/33/ΕΕ ΣΧΕΤΙΚΑ ΜΕ ΤΙΣ ΑΠΑΙΤΗΣΕΙΣ ΓΙΑ ΤΗΝ ΥΠΟΔΟΧΗ ΤΩΝ ΑΙΤΟΥΝΤΩΝ ΔΙΕΘΝΗ ΠΡΟΣΤΑΣΙΑ
---------------------------------------------
Αίτηση ημερ. 7 Ιανουαρίου 2020 για αποκάλυψη εγγράφων
Ν. Χαραλαμπίδου (κα), για τον Αιτητή.
Π. Χαραλάμπους (κα), για τους Καθ΄ ων η αίτηση.
Αιτητής παρών.
(Ο κ. Μαρζούκ Τζώρτζη ορκίζεται ότι θα μεταφράζει πιστά και αληθινά από τα Ελληνικά στα Αραβικά κα αντίστροφα).
----------------------------------------------
Α Π Ο Φ Α Σ Η
ΝΑΘΑΝΑΗΛ, Δ.: Στο πλαίσιο της αιτήσεως για την έκδοση προνομιακού εντάλματος Habeas Corpus σκοπός του οποίου είναι να ελεγχθεί η νομιμότητα της διάρκειας κράτησης του αιτητή, ο τελευταίος υπέβαλε αίτηση ημερ. 7.1.2020 για αποκάλυψη αριθμού εγγράφων από τη Δημοκρατία με την αιτιολογία ότι είναι απαραίτητα για την εξέταση της κυρίως αιτήσεως.
Διατείνεται ο αιτητής ότι για να είναι αποτελεσματική η εξέταση από το Δικαστήριο της αίτησης Habeas Corpus θα πρέπει να του αποκαλυφθούν τα στοιχεία και οι πληροφορίες από διάφορες αρχές της Δημοκρατίας περιλαμβανομένης της αστυνομίας, της Κ.Υ.Π. ή άλλων αρχών επιβολής του νόμου και της Υπηρεσίας Ασύλου και τα οποία οδήγησαν στην έκδοση των διαταγμάτων κράτησης του αιτητή ημερ. 11.2.2019 και 19.4.2019 και τα οποία κατά τους καθ΄ ων η αίτηση δικαιολογούν τη συνέχιση της κράτησης του αιτητή δυνάμει του άρθρου 9(ΣΤ)(2)(ε) του περί Προσφύγων Νόμου αρ. 6/2000. Στην αίτηση αναφέρονται 13 είδη ή κατηγορίες εγγράφων των οποίων η αποκάλυψη θεωρείται αναγκαία, όπως το έντυπο παράτυπο μεταναστών, τα πρακτικά της ανάκρισης και/ή συνέντευξης του αιτητή από μέλη της Κ.Υ.Π., του Τ.Α.Ε. Μόρφου και του Γραφείου Τρομοκρατίας, τις περαιτέρω έρευνες που διενεργήθηκαν από τα πιο πάνω σώματα, απόρρητες και/ή διαβαθμισμένες πληροφορίες και έγγραφα, πρακτικά, συνεντεύξεις, τυχόν εργαλεία και νομικά ερείσματα περιλαμβανομένων οποιωνδήποτε κατευθυντήριων γραμμών ή Οδηγιών Οργανισμών της Ευρωπαϊκής Ένωσης τα οποία ήσαν καθοριστικά στη διαμόρφωση της απόφασης για τα διατάγματα κράτησης, τυχόν εντάλματα σύλληψης και έρευνας που εκδόθηκαν εναντίον του αιτητή, τυχόν καταθέσεις που λήφθηκαν από τον αιτητή και ενέργειες που έγιναν από τις 11.2.2019 και 19.4.2019 προς επαλήθευση των λόγων επί των οποίων βασίστηκε η αρχική έκδοση διαταγμάτων κράτησης, η οποία συνεχίζεται μέχρι σήμερα.
Τόσο με την αίτηση, όσο και με την αγόρευση της, η συνήγορος του αιτητή αναφέρθηκε σε διάφορα νομοθετήματα Ευρωπαϊκά και ημεδαπά, καθώς και στη νομολογία με γνώμονα να προωθήσει τη θέση ότι δεν είναι δυνατή η αποτελεσματική προσβολή της νομιμότητας της συνεχιζόμενης κράτησης χωρίς να έχει ο αιτητής στη διάθεση του τα αναφερόμενα έγγραφα και κατά πόσο οι πληροφορίες που οδήγησαν στη σύλληψη και κράτηση έχουν επικαιροποιηθεί ούτως ώστε να διαφαίνεται ότι πράγματι αυτός αποτελεί κίνδυνο για τη δημόσια ασφάλεια και/ή είναι μέλος Ισλαμιστικής τρομοκρατικής οργάνωσης. Ο αποτελεσματικός δικαστικός έλεγχος επιβάλλει την πλήρη αποκάλυψη εγγράφων, στοιχείων και πληροφοριών, διαφορετικά καταστρατηγείται το δικαίωμα σε δίκαιη δίκη παραβιάζοντας θεμελιώδες ανθρώπινο δικαίωμα, αυτό της προσωπικής ελευθερίας. Σε κάθε περίπτωση, το Δικαστήριο πρέπει να έχει στη διάθεση του τα έγγραφα εφαρμόζοντας μεθόδους και δικονομικούς κανόνες που να συμβιβάζουν την εύλογη ανάγκη ασφάλειας των πηγών πληροφόρησης που οδήγησαν στην κράτηση και την ανάγκη προστασίας των δικαιωμάτων του ατόμου, όπως το δικαίωμα στην ισότητα των όπλων και το δικαίωμα ακρόασης. Το Δικαστήριο θα πρέπει να διακριβώσει τους λόγους που αποκλείουν την αποκάλυψη των σχετικών αποδεικτικών στοιχείων και αυτό είναι ένα βάρος που οι ίδιοι οι καθ΄ ων έχουν, με τον αιτητή να ζητά την αποκάλυψη ως το μόνο κατάλληλο δικονομικό μέσο για τη διασφάλιση των δικαιωμάτων του.
Η Δημοκρατία αντιτίθεται στην αποκάλυψη οποιωνδήποτε στοιχείων πέραν εκείνων που έχουν ήδη δοθεί στον αιτητή διότι δεν πληρούνται οι νομολογιακές προϋποθέσεις για έκδοση τέτοιας φύσεως διατάγματος, όλα δε τα έγγραφα και στοιχεία που ζητούνται είναι εμπιστευτικής φύσεως και/ή απόρρητα, διαβαθμισμένα και προνομιούχα και εν πάση περιπτώσει άσχετα ως προς τη φύση του ελέγχου που το Δικαστήριο καλείται να διενεργήσει. Ο αιτητής τελεί υπό κράτηση για λόγους εθνικής ασφάλειας και δεν μπορεί το Δικαστήριο να ερευνήσει τους λόγους αυτούς, ενώ το υλικό που αναζητείται δεν θα μπορούσε να προσθέσει οτιδήποτε στον έλεγχο της νομιμότητας της διάρκειας κράτησης. Εν πάση περιπτώσει το αίτημα παραβιάζει το δεδικασμένο που δημιουργήθηκε με την ενδιάμεση απόφαση του Διοικητικού Δικαστηρίου Διεθνούς Προστασίας, ημερ. 16.7.2019, από το οποίο επίσης ζητήθηκε η αποκάλυψη των ιδίων ή παρομοίων εγγράφων στο πλαίσιο της προσβολής της απόφασης της Δημοκρατίας να εκδώσει το διάταγμα κράτησης εναντίον του. Το Δικαστήριο εκείνο αποφάσισε να μην επιτρέψει στον αιτητή πρόσβαση σε απόρρητα έγγραφα και η παρούσα αίτηση αποσκοπεί στον εκ νέου έλεγχο της νομιμότητας της απόφασης κράτησης. Στην ένσταση των καθ΄ ων αναφέρεται ότι η εν λόγω απόφαση του Διοικητικού Δικαστηρίου Διεθνούς Προστασίας δεν έχει εφεσιβληθεί, ενώ ορισμένα έγγραφα που αφορούσαν την αλληλογραφία του Τμήματος Αρχείου Πληθυσμού και Μετανάστευσης με την Υπηρεσία Αλλοδαπών και Μετανάστευσης έχουν ήδη αποχαρακτηρισθεί και έχουν τεθεί σε γνώση του αιτητή.
Είναι σημαντικό για σκοπούς της απόφασης αυτής να καταγραφεί ότι το επιδιωκόμενο Habeas Corpus επί της ουσίας του επιδιώκει την κήρυξη της διάρκειας κράτησης του αιτητή ως παράνομη, η οποία αναφέρεται να έχει αρχίσει από τις 11.2.2019, και η οποία ακυρώθηκε με απόφαση του Διοικητικού Δικαστηρίου ημερ. 3.4.2019 για να επανασυλληφθεί στις 19.4.2019. Ως δήλωσε η συνήγορος του αιτητή, το Habeas Corpus επιδιώκει να ελέγξει τη διάρκεια κράτησης από τις 19.4.2019 μέχρι την καταχώρηση της αίτησης στις 18.11.2019, αλλά μέχρι και σήμερα. Έπεται ότι είναι ορθή η θέση της Δημοκρατίας ότι τα έγγραφα που αφορούν την περίοδο πριν τις 19.4.2019 δεν είναι πλέον σχετικά με το υπό εξέταση ζήτημα της κυρίως αίτησης που αφορά στη νομιμότητα της διάρκειας κράτησης από εκείνη την ημερομηνία.
Κατά τη διάρκεια των αγορεύσεων η συνήγορος του αιτητή δέχθηκε επίσης ότι δεν εφεσίβαλε την απόφαση του Διοικητικού Δικαστηρίου Διεθνούς Προστασίας ως προς τη μη αποδοχή της αίτησης για αποκάλυψη εγγράφων τόσο διότι για τέτοιους είδους έφεση δεν προσφέρεται το σύστημα Νομικής Αρωγής, όσο και διότι θα ήταν αναποτελεσματικό ένδικο μέσο λόγω της καθυστέρησης που θα σημειωνόταν μέχρι να δικαστεί η έφεση. Επίσης δέχθηκε ότι επί της ουσίας της νομιμότητας της κράτησης του αιτητή στο εν λόγω Δικαστήριο εκδόθηκε απορριπτική απόφαση την οποία επίσης δεν εφεσίβαλε. Κατά τη συνήγορο, όμως, η παρούσα διαδικασία αποσκοπεί στον έλεγχο της διάρκειας της κράτησης και είναι γι΄ αυτό το λόγο που η αποκάλυψη των εγγράφων είναι απαραίτητη ιδιαιτέρως διότι ο αιτητής είχε δώσει ορισμένες εξηγήσεις οι οποίες δεν είναι σαφές κατά πόσο επαληθεύθηκαν και, εάν ναι, με ποιο τρόπο. Είναι γι΄ αυτά τα έγγραφα που επιδιώκεται πρόσθετα η αποκάλυψη ούτως ώστε να είναι δυνατή η αποτελεσματική προστασία του αιτητή μέσω του παρόντος Habeas Corpus.
Η αίτηση βασίζεται στον περί Προσφύγων Νόμο και ιδιαίτερα στο άρθρο 9(ΣΤ) και τα άρθρα 8 και 9 της Οδηγίας 2013/33/ΕΕ, σχετικά με τις απαιτήσεις για την υποδοχή των αιτούντων διεθνή προστασία.
Το άρθρο 9(ΣΤ) του περί Προσφύγων Νόμου αρ. 6(Ι)/2000 όπως τροποποιήθηκε με το άρθρο 12 του Νόμου αρ. 105(Ι)/2016 και με πλαγιότιτλο «Κράτηση αιτητών», προνοεί ότι η κράτηση αιτητή ασύλου απαγορεύεται εξ αυτής μόνο της ιδιότητας του και, εκτός εάν είναι εφικτό να εφαρμοστούν αποτελεσματικά άλλα περιοριστικά εναλλακτικά μέτρα και εφόσον γίνεται ατομική αξιολόγηση κάθε περίπτωσης, ο Υπουργός Εσωτερικών δύναται να εκδίδει γραπτό διάταγμα για κράτηση αιτητή για τους λόγους που αναφέρονται στο εδάφιο (2), μεταξύ των οποίων το υποεδάφιο (ε), με παραπομπή στην ανάγκη κράτησης «όταν απαιτείται για την προστασία της εθνικής ασφάλειας ή της δημόσιας τάξης». Κατά το εδάφιο (4)(α), προνοείται πρόσθετα ότι η κράτηση αιτητή έχει τη μικρότερη δυνατή διάρκεια και «διαρκεί μόνο για όσο διάστημα ισχύει λόγος κράτησης που προβλέπεται στο εδάφιο (2).».
Το εν λόγω άρθρο προφανώς είχε σκοπό να μεταφέρει στην Κυπριακή έννομη τάξη τα προνοούμενα στα άρθρα 8 και 9 της Οδηγίας 2013/33/ΕΕ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου αναφορικά με τις απαιτήσεις για την υποδοχή αιτούντων διεθνή προστασία και με στόχο να υπάρχει κοινή πολιτική ασύλου. Το άρθρο 8 της Οδηγίας στην ουσία επιτρέπει την κράτηση αιτητή ασύλου ή αιτητή καθεστώτος διεθνούς προστασίας μόνο για ορισμένους λόγους που απαντώνται στο εδάφιο (3), μεταξύ των οποίων, κατά την υποπαράγραφο (ε), εάν αυτό απαιτείται για την προστασία της εθνικής ασφάλειας ή της δημόσιας τάξης. Το άρθρο 9 προνοεί για εγγυήσεις για κρατούμενους αιτητές με την κράτηση να έχει τη μικρότερη δυνατή διάρκεια και για όσο διάστημα ισχύουν οι λόγοι που καθορίζονται στην παράγραφο 3 του άρθρου 8.
Η νομολογία που έχει προκύψει στο ζήτημα καθορίζει στην ουσία ότι για την εξέταση των ζητημάτων αυτών είναι αναγκαίο να εξισορροπείται το δικαίωμα του κράτους να προστατεύει την εθνική ασφάλεια και τη δημόσια τάξη, με τα δικαιώματα και ελευθερίες που αναγνωρίζονται κατά το άρθρο 52 παράγραφος (1) του Χάρτη Θεμελιωδών Δικαιωμάτων της Ευρωπαϊκής Ένωσης, εφαρμόζοντας, κατά την αρχή της αναλογικότητας, περιορισμούς επιτρεπόμενους μόνο εφόσον είναι αναγκαίοι κα ανταποκρίνονται πραγματικά στους σκοπούς γενικού συμφέροντος που αναγνωρίζει η Ένωση και στην ανάγκη προστασίας των δικαιωμάτων και ελευθεριών τρίτων, (J.N. v. Staatssecretaris van Veiligheid en Justitie, C-601/15/PPU του ΔΕΕ, σκέψεις 49-50). Παρόμοια, στη νομολογία του ΕΔΑΔ στην υπόθεση A and Others v. The United Kingdom, Application no. 3455/05, ημερ. 19.2.2009, η σχετική πρόνοια στη Σύμβαση Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων του Συμβουλίου της Ευρώπης του άρθρου 5 παράγραφος (1), έχει επίσης ερμηνευθεί αναλόγως ούτως ώστε να διασφαλίζεται αφενός στον κρατούμενο το δικαίωμα πρόσβασης στο Δικαστήριο και το δικαίωμα δίκαιης δίκης, σε συνάρτηση πάντοτε με την ανάγκη προστασίας του εθνικού συμφέροντος, οπότε και είναι δυνατόν να τεθούν, παρά το αντιπαραθετικό σύστημα, περιορισμοί στη διεξαγωγή της δίκης.
Στο σύγγραμμα των Jacobs, White & Ovey: The European Convention of Human Rights, 5η έκδ., σελ. 236 κ.ε., σε σχέση με το δικαίωμα ελέγχου της κράτησης κάτω από το Άρθρο 5(4), αναφέρεται ότι δεν διασφαλίζεται δικαίωμα σε «judicial review» τέτοιας έκτασης που να δίδει στο Δικαστήριο την ευχέρεια να υποκαταστήσει τη δική του ευχέρεια γι΄ αυτή της διοίκησης. Πρέπει όμως να είναι ευρεία ώστε να εξετάζονται εκείνες οι συνθήκες που καθιστούν την κράτηση νόμιμη («lawful») σύμφωνα με το Άρθρο 5(1), (E. v. Norway (1990) 17 EHRR 30, παρ. 50). Η δυνατότητα ελέγχου κάτω από το Άρθρο 5(4) έχει χαρακτηρισθεί από τους Harris, O'Boyle & Warbrick: Law of the European Convention of Human Rights, 2η έκδ., σελ. 182, ως το «habeas corpus» της Σύμβασης. Το υλικό το οποίο κατά το κράτος δικαιολογεί την κράτηση πρέπει να παρέχεται στο Δικαστήριο ώστε να αξιολογείται και πρέπει να υπάρχει μια ορθή ισορροπία μεταξύ των διαφόρων δικαιωμάτων. Αν και αναγνωρίζεται ότι στο πλαίσιο της εξέτασης, η αποκάλυψη διαβαθμισμένου ή εμπιστευτικού υλικού πρέπει να γίνεται με προσοχή, αυτό δεν σημαίνει ότι οι αρμόδιες αρχές θα πρέπει να παραμένουν χωρίς αποτελεσματικό έλεγχο από τα εθνικά Δικαστήρια, (Chahal v. U.K. (1996) 23 EHRR 413).
Σ΄ αυτό ακριβώς το πλαίσιο, η συνήγορος των καθ΄ ων - Δημοκρατία στην κυρίως αίτηση - εφοδίασε κατά τη συζήτηση της υπόθεσης το Δικαστήριο με τα απόρρητα-διαβαθμισμένα έγγραφα που υπάρχουν για την υπόθεση του αιτητή, τα οποία ως ανέφερε είναι και τα μόνα πέραν εκείνων που ήδη έχουν αποκαλυφθεί σ΄ αυτόν, ενώ διαβεβαίωσε το Δικαστήριο υπεύθυνα ότι έγινε επανεξέταση και επαλήθευση των δεδομένων του αιτητή χωρίς να είχε προκύψει διαφοροποίηση στην απόφαση των αρχών να εξακολουθούν να κρατούν τον αιτητή για λόγους δημόσιας ασφάλειας. Το Δικαστήριο έχει εξετάσει τα παραδοθέντα σε φακέλους που σημειώθηκαν ως «Α» και «Β» και έχει σχηματίσει την άποψη ότι όντως αυτά αφορούν λεπτά ζητήματα και απόρρητες πληροφορίες που αφορούν τη δράση του αιτητή και που αναμφίβολα σχετίζονται με ζητήματα εθνικής ασφάλειας. Το διατεθέν υλικό φαίνεται να εμπλέκει τον αιτητή σε δραστηριότητες που χρήζουν διερεύνησης και αποσαφήνισης. Οτιδήποτε περαιτέρω λεχθεί θα είναι εκ του περισσού δεδομένου ότι δεν θα μπορούσαν σε δημόσια απόφαση Δικαστηρίου να καταγραφούν δεδομένα που αποκαλύπτουν ζητήματα ασφάλειας του κράτους. Αρκεί να λεχθεί ότι τα έγγραφα αυτά υποστηρίζουν τη θέση της Δημοκρατίας ότι η κράτηση είναι αναγκαία και, επομένως, εμπίπτει η περίπτωση του αιτητή στην εξαίρεση του άρθρου 9(ΣΤ) του περί Προσφύγων Νόμου, αλλά και του άρθρου 8 της Οδηγίας. Η αρχή της αναλογικότητας και η εξισορρόπηση των δικαιωμάτων του αιτητή που περιλαμβάνει το δικαίωμα στην ελευθερία του από τη μια και από την άλλη το δικαίωμα του κράτους να προστατεύει εαυτόν και τους πολίτες του, δεν μπορεί να θεωρηθεί ότι παραβιάζεται με τη μη αποκάλυψη των εγγράφων την οποία ο αιτητής επιδιώκει σε αυτό το στάδιο.
Ο αιτητής, άλλωστε, γνωρίζει πολύ καλά τους λόγους που κρατείται. Όχι μόνο έχουν παρουσιαστεί σχετικά έγγραφα και πληροφορίες μέσα από την ένσταση, αλλά και το ίδιο το Διοικητικό Δικαστήριο με την απόφαση του ημερ. 3.4.2019, αλλά και το Διοικητικό Δικαστήριο Διεθνούς Προστασίας έχει αναφερθεί σ΄ αυτά. Επομένως η αποκάλυψη διαβαθμισμένων εγγράφων ή απορρήτων πληροφοριών δεν θα προσθέσει οτιδήποτε βοηθητικό για τον αιτητή.
Το Δικαστήριο έχει υπόψη του και τις αποφάσεις του Παμπαλλή, Δ., στην Αναφορικά με τν Αίτηση του Moatasem XXX XXX για Habeas Corpus, Πολ. Αίτηση αρ. 182/19, ημερ. 6.12.2019, ECLI:CY:AD:2019:D510 και 15.1.2020, με τις οποίες απορρίφθηκε παρόμοιο αίτημα αποκάλυψης εγγράφων με αναφορά στα δικαιώματα αφενός του κράτους και αφετέρου της ελευθερίας του ατόμου, καθώς και νέο αίτημα για καταχώριση συμπληρωματικής μαρτυρίας προς παρουσίαση στοιχείων που θα αμφισβητούσαν την απόφαση της Υπηρεσίας Ασύλου με την οποία κρίθηκε ότι αποτελούσε κίνδυνο για την ασφάλεια του κράτους επικυρώνοντας έτσι το διάταγμα κράτησης.
Όπως σημειώθηκε σε υποθέσεις αφορούσες σε θέματα εθνικής ασφάλειας, το Δικαστήριο δεν μπορεί να υπεισέλθει στους λόγους που η διοίκηση αποφάσισε ότι τίθεται ζήτημα κρατικής ασφάλειας από την άποψη ότι αυτά είναι ζητήματα για τα οποία το κράτος έχει ευρεία διακριτική ευχέρεια. Το Δικαστήριο μπορεί βεβαίως να ελέγξει τις πληροφορίες και την όλη διαδικασία ως προς το νόμιμο αυτής, αλλά δεν υπεισέρχεται στην ουσιαστική εκτίμηση των πληροφοριών, (Bekefi v. Δημοκρατίας, Αναθεωρητική Έφεση αρ. 42/2013, ημερ. 30.6.2016 και Stoyanov v. Δημοκρατίας, υπόθ. υπ΄ αρ. 718/12, ημερ. 26.2.2014).
Οι πιο πάνω αποφάσεις αφορούσαν τον αδελφό του παρόντος αιτητή και ισχύουν κατά παρόμοιο τρόπο και στην υπό κρίση περίπτωση. Το παρόν Δικαστήριο, έστω και στη δικαιοδοσία Habeas Corpus, είναι κριτής του ελέγχου της όλης νομιμότητας της κράτησης, αλλά δεν υποκαθιστά την ενεργό διοίκηση ως προς την εκτίμηση θεμάτων εθνικής ασφάλειας. Ο αιτητής, όπως και κάθε αιτητής στην ίδια θέση, παραμένει στην κρίση του Δικαστηρίου στο οποίο το κράτος δικαίου εναποθέτει την ευθύνη να ελέγξει το νόμιμο της διάρκειας κράτησης. Ο αιτητής δεν είναι απροστάτευτος από τις τυχόν αυθαιρεσίες της διοίκησης. Τα έγγραφα πέραν των όσων ο ίδιος ο αιτητής ήδη γνωρίζει, έχουν αποκαλυφθεί στο ίδιο το Δικαστήριο, το οποίο τα διήλθε για να διαπιστώσει το ίδιο το περιεχόμενο και τη βασιμότητα τους.
Όπως, πρόσθετα, είχε λεχθεί και κατά τη συζήτηση της αίτησης, επιτρέπεται μεν νομικά η αμφισβήτηση της απόφασης της διοίκησης να εκδώσει τα εντάλματα σύλληψης και κράτησης, αλλά ο κατατεμαχισμός της όλης εξέτασης με προσφυγές στο Διοικητικό Δικαστήριο Διεθνούς Προστασίας και στο Ανώτατο Δικαστήριο δεν βοηθά στην ταχεία επί της ουσίας διεκπεραίωση της υπόθεσης του αιτητή. Περαιτέρω, η απόφαση του Διοικητικού Δικαστηρίου Διεθνούς Προστασίας με την οποία απορρίφθηκε το αίτημα αποκάλυψης πληροφοριών και η οποία δεν εφεσιβλήθηκε, αποτελεί δεδικασμένο στο βαθμό που αφορούσαν τα ίδια έγγραφα, πληροφορίες ή στοιχεία. Η επανάληψη του ίδιου αιτήματος υπό το πρόσχημα του ότι εδώ ελέγχεται η διάρκεια της κράτησης, αποτελεί κατάχρηση της διαδικασίας. Επιδιώκεται με τον τρόπο αυτό επανέλεγχος της απόφασης του Διοικητικού Δικαστηρίου Διεθνούς Προστασίας, η οποία δεν εφεσιβλήθηκε. Στο πλαίσιο της εν λόγω απόφασης, το Δικαστήριο στην απόφαση του ημερ. 16.9.2019, δεν παρέλειψε να εξετάσει και τη δυνατότητα καθορισμού εναλλακτικών μέτρων αντί της κράτησης κατά το άρθρο 9ΣΤ(3) του Νόμου αρ. 6(Ι)/2000, πλην όμως αποφάσισε ότι αυτά δεν θα μπορούσαν να ικανοποιήσουν τον επιδιωκόμενο σκοπό, αυτό της ασφάλειας του κράτους. Και αυτό είναι ένα σημαντικό εύρημα, μή εφεσιβληθέν.
Περαιτέρω, όσα στοιχεία δόθηκαν από τον αιτητή και αποτέλεσαν πρόσθετο εξεταστικό υλικό από την Υπηρεσία Ασύλου, η οποία απέρριψε το αίτημα για διεθνή προστασία θα αποτελέσει και ζήτημα Δικαστικής κρίσης και απόφασης εφόσον η απόφαση της εν λόγω Υπηρεσίας είναι τώρα σε διαδικασία ακύρωσης σε προσφυγή. Επομένως, ο αιτητής έχει τη δυνατότητα επανεξέτασης της υπόθεσης του σε διάφορα στάδια και επίπεδα.
Όλα τα πιο πάνω όμως δεν σημαίνουν ότι οι αρμόδιες αρχές δεν οφείλουν το συντομότερο να αποφασίσουν επί του πρακτέου και της περαιτέρω πορείας του αιτητή.
Η αίτηση απορρίπτεται.
Τα έξοδα του μεταφραστή να καλυφθούν από τη Δημοκρατία.
Στ. Ναθαναήλ,
Δ.
/ΕΘ