ΠΑΓΚΥΠΡΙΟΣ ΔΙΚΗΓΟΡΙΚΟΣ ΣΥΛΛΟΓΟΣ
|
ECLI:CY:AD:2019:D510
ΑΝΩΤΑΤΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ ΚΥΠΡΟΥ
ΠΡΩΤΟΒΑΘΜΙΑ ΔΙΚΑΙΟΔΟΣΙΑ
(Πολιτική Αίτηση Αρ. 182/2019)
6 Δεκεμβρίου, 2019
[ΠΑΜΠΑΛΛΗΣ, Δ.]
ΑΝΑΦΟΡΙΚΑ ΜΕ ΤΟ ΑΡΘΡΟ 155.4 ΤΟΥ ΣΥΝΤΑΓΜΑΤΟΣ ΚΑΙ ΤΑ ΑΡΘΡΑ 3 ΚΑΙ 9 ΤΟΥ ΠΕΡΙ ΑΠΟΝΟΜΗΣ ΤΗΣ ΔΙΚΑΙΟΣΥΝΗΣ (ΠΟΙΚΙΛΑΙ ΔΙΑΤΑΞΕΙΣ) ΝΟΜΟΥ ΤΟΥ 1964 (Ν.3/1964)
ΚΑΙ
ΑΝΑΦΟΡΙΚΑ ΜΕ ΤΟΝ ΠΕΡΙ ΑΝΩΤΑΤΟΥ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟΥ (ΔΙΚΑΙΟΔΟΣΙΑ ΕΚΔΟΣΗΣ ΕΝΤΑΛΜΑΤΩΝ ΠΡΟΝΟΜΙΑΚΗΣ ΦΥΣΕΩΣ) ΔΙΑΔΙΚΑΣΤΙΚΟ ΚΑΝΟΝΙΣΜΟ ΤΟΥ 2018
KAI
ΑΝΑΦΟΡΙΚΑ ΜΕ ΤΗΝ ΑΙΤΗΣΗ ΤΟΥ xxxx LAKOUD ΓΙΑ ΤΗΝ ΕΚΔΟΣΗ ΕΝΤΑΛΜΑΤΟΣ HABEAS CORPUS
ΚΑΙ
ΑΝΑΦΟΡΙΚΑ ΜΕ ΤΟ ΣΥΝΤΑΓΜΑ ΤΗΣ ΚΥΠΡΙΑΚΗΣ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑΣ, ΤΟΝ ΠΕΡΙ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΩΝ ΝΟΜΟ 14/60, ΤΩΝ ΠΕΡΙ ΑΠΟΝΟΜΗΣ ΤΗΣ ΔΙΚΑΙΟΣΥΝΗΣ (ΠΟΙΚΙΛΑΙ ΔΙΑΤΑΞΕΙΣ) ΝΟΜΩΝ ΤΟΥ 1964 ΜΕΧΡΙ 1991, ΤΗΝ ΕΥΡΩΠΑΪΚΗ ΣΥΜΒΑΣΗ ΓΙΑ ΤΗΝ ΠΡΟΑΣΠΙΣΗ ΤΩΝ ΑΝΘΡΩΠΙΝΩΝ ΔΙΚΑΙΩΜΑΤΩΝ, ΤΟΝ ΧΑΡΤΗ ΘΕΜΕΛΙΩΔΩΝ ΔΙΚΑΙΩΜΑΤΩΝ ΤΗΣ Ε.Ε., ΤΟΝ ΠΕΡΙ ΠΡΟΣΦΥΓΩΝ ΝΟΜΟ, ΤΟΝ ΠΕΡΙ ΑΛΛΟΔΑΠΩΝ ΚΑΙ ΜΕΤΑΝΑΣΤΕΥΣΕΩΣ ΝΟΜΟ (ΚΕΦ. 105), ΤΗΝ ΟΔΗΓΙΑ 2013/33/ΕΕ ΣΧΕΤΙΚΑ ΜΕ ΤΙΣ ΑΠΑΙΤΗΣΕΙΣ ΓΙΑ ΤΗΝ ΥΠΟΔΟΧΗ ΤΩΝ ΑΙΤΟΥΝΤΩΝ ΔΙΕΘΝΗ ΠΡΟΣΤΑΣΙΑ
ΚΑΙ
ΑΝΑΦΟΡΙΚΑ ΜΕ ΤΗΝ ΚΥΠΡΙΑΚΗ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑ, ΜΕΣΩ
1) ΑΡΧΗΓΟΥ ΑΣΤΥΝΟΜΙΑΣ
2) ΥΠΟΥΡΓΟΥ ΕΣΩΤΕΡΙΚΩΝ, ΔΙΑ ΤΟΥ
ΓΕΝΙΚΟΥ ΕΙΣΑΓΓΕΛΕΑ ΤΗΣ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑΣ
ΟΙ ΟΠΟΙΟΙ ΠΑΡΑΝΟΜΑ ΣΥΝΕΧΙΖΟΥΝ ΝΑ ΕΧΟΥΝ ΥΠΟ ΚΡΑΤΗΣΗ ΤΟΝ xxxx LAKOUD ΚΑΤΑ ΠΑΡΑΒΑΣΗ ΤΟΥ ΑΡΘΡΟΥ 11 ΤΟΥ ΣΥΝΤΑΓΜΑΤΟΣ ΤΗΣ ΚΥΠΡΙΑΚΗΣ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑΣ, ΤΟΥ ΑΡΘΡΟΥ 5(1) ΤΗΣ ΕΥΡΩΠΑΪΚΗΣ ΣΥΜΒΑΣΗΣ ΓΙΑ ΤΗΝ ΠΡΟΑΣΠΙΣΗ ΤΩΝ ΑΝΘΡΩΠΙΝΩΝ ΔΙΚΑΙΩΜΑΤΩΝ, ΤΟΥ ΑΡΘΡΟΥ 6 ΤΟΥ ΧΑΡΤΗ ΘΕΜΕΛΙΩΔΩΝ ΔΙΚΑΙΩΜΑΤΩΝ ΤΗΣ Ε.Ε., ΤΟΥ ΑΡΘΡΟΥ 9ΣΤ ΤΟΥ ΠΕΡΙ ΠΡΟΣΦΥΓΩΝ ΝΟΜΟΥ ΚΑΙ ΤΩΝ ΑΡΘΡΩΝ 8 ΚΑΙ 9 ΤΗΣ ΟΔΗΓΙΑΣ 2013/33/ΕΕ ΣΧΕΤΙΚΑ ΜΕ ΤΙΣ ΑΠΑΙΤΗΣΕΙΣ ΓΙΑ ΤΗΝ ΥΠΟΔΟΧΗ ΤΩΝ ΑΙΤΟΥΝΤΩΝ ΔΙΕΘΝΗ ΠΡΟΣΤΑΣΙΑ
Αίτηση ημερ. 11/11/2019
Ν. Χαραλαμπίδου (κα), για τον Αιτητή.
Κ. Παπαδοπούλου (κα), Δικηγόρος της Δημοκρατίας, για Γενικό Εισαγγελέα, για τους Καθ'ων η αίτηση.
Α Π Ο Φ Α Σ Η
ΠΑΜΠΑΛΛΗΣ, Δ.: Ο αιτητής έχει καταχωρίσει την Αίτηση Αρ. 182/2019, με την οποία επιδιώκει την έκδοση προνομιακού εντάλματος Habeas Corpus ad Subjiciendum, αναφορικά με τη συνέχιση της κράτησης του.
Μετά την καταχώριση ένστασης από τους καθ'ων η αίτηση, καταχωρήθηκε η παρούσα αίτηση με την οποία ζητείται η αποκάλυψη των στοιχείων και των πληροφοριών με βάση τα οποία κρίθηκε αναγκαία η κράτηση του αιτητή για σκοπούς προστασίας της εθνικής ασφάλειας. Η επίκληση αυτών των στοιχείων δικαιολογεί, κατά την εκτίμηση των καθ'ων η αίτηση, την περαιτέρω κράτηση του αιτητή.
Συγκεκριμένα, ζητείται η αποκάλυψη μιας σειράς από έγγραφα, έντυπα, πρακτικά και άλλα στοιχεία, όπως αυτά περιγράφονται στην παράγραφο (1) της αίτησης. Στην εν λόγω παράγραφο που περιλαμβάνει 12 υποπαραγράφους, ζητούνται, πέραν από τα έγγραφα τα οποία έχει στην κατοχή της η Υπηρεσία Αλλοδαπών και Μετανάστευσης, πρακτικά ανακρίσεων της Υπηρεσίας ΚΥΠ, της Αστυνομίας, του Γραφείου Τρομοκρατίας της Αστυνομίας, φωτογραφικού υλικού και άλλα στοιχεία περιλαμβανομένων ενταλμάτων, συμπερασμάτων των ερευνών, τα πρακτικά και γραπτές αναφορές ως προς τις διαδικασίες, τυχόν νομικά εργαλεία που χρησιμοποιήθηκαν, ή και ακόμα εντάλματα σύλληψης ή έρευνας που έχουν εκδοθεί, επίσης ζητείται αναφορά των ενεργειών στις οποίες είχαν προβεί οι καθ'ων η αίτηση μεταξύ της περιόδου 11 Φεβρουαρίου 2019 μέχρι και 19 Απριλίου 2019 «για την επαλήθευση των λόγων επί των οποίων βασίστηκε η αρχική έκδοση των διαταγμάτων κράτησης η οποία συνεχίζεται μέχρι σήμερα».
Η νομική βάση επί της οποίας εδράζεται η αίτηση περιλαμβάνει ένα ευρύ φάσμα, εκκινώντας από το Άρθρο 155.4 του Συντάγματος, των περί Δικαστηρίων Νόμων, την Ευρωπαϊκή Σύμβαση για την Προάσπιση των Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων, εξειδικευμένες οδηγίες και μια σειρά από ευρωπαϊκές οδηγίες, οι οποίες αναφέρονται στα θέματα προστασίας των φυσικών προσώπων.
Η αίτηση υποστηρίζεται από την ένορκη δήλωση της κας Μ.Η, δικηγόρου στο γραφείο των δικηγόρων του αιτητή. Η ενόρκως δηλούσα υποστηρίζει ότι τα αιτούμενα στοιχεία είναι απαραίτητα έτσι ώστε να διαπιστωθεί αν όντως υφίστανται ενδείξεις ότι ο αιτητής συνιστούσε και συνεχίζει να συνιστά απειλή για την εθνική ασφάλεια. Περαιτέρω, με την παράθεση των στοιχείων θα επαληθευθεί εάν είναι επικαιροποιημένες και έγκυρες και κατά πόσο πρόκειται περί εμπιστευτικών και ορθά διαβαθμισμένων πληροφοριών. Η ενόρκως δηλούσα υποστήριξε ότι χωρίς την αποκάλυψη των πιο πάνω στοιχείων περιορίζεται το δικαίωμα του αιτητή σε δίκαιη δίκη και παραβιάζεται η αρχή της ισότητας των όπλων. Όπως αναφέρεται στην ένορκη δήλωση, πλήττεται η δυνατότητα αποτελεσματικού δικαστικού ελέγχου της συνεχιζόμενης κράτησης, έχοντας ως δεδομένο ότι ούτε το δικαστήριο έχει στη διάθεση του όλα τα στοιχεία για να μπορεί να εξακριβώσει τους λόγους που αποκλείουν την αποκάλυψη των σχετικών αποδεικτικών στοιχείων. Το βάρος απόδειξης, προστίθεται, ότι η ασφάλεια του κράτους διατρέχει κίνδυνο, βρίσκεται στους ώμους των καθ'ων η αίτηση και δεν μπορεί να ευσταθήσει η επίκληση από τους καθ'ων η αίτηση τεκμηρίου ύπαρξης βάσιμου των λόγων.
Οι καθ'ων η αίτηση καταχώρισαν ένσταση υποστηρίζοντας ότι όλα τα ζητούμενα έγγραφα και τα στοιχεία είναι εμπιστευτικής φύσεως και/ή απόρρητα και/ή περιορισμένης χρήσης και /ή διαβαθμισμένα και/ή προνομιούχα και η μη αποκάλυψη τους επιβάλλεται από επιτακτικούς λόγους αναγόμενους στην ασφάλεια του κράτους. Υποβλήθηκε περαιτέρω ότι το Δικαστήριο με την παρούσα διαδικασία ελέγχει τη νομιμότητα της διάρκειας της κράτησης και όχι τη νομιμότητα του διατάγματος κράτησης, η οποία έχει ήδη κριθεί από το Διοικητικό Δικαστήριο Διεθνούς Προστασίας.
Κατά την ακρόαση της αίτησης, οι καθ'ων η αίτηση παρέδωσαν στο Δικαστήριο έγγραφα που περιλαμβάνονται σε κλειστό φάκελο, έτσι ώστε το περιεχόμενο τους να περιέλθει σε γνώση του Δικαστηρίου. Ουσιαστικά είναι τα έγγραφα το οποία ο αιτητής ζητά όπως έχει πρόσβαση.
Η ευπαίδευτη συνήγορος του αιτητή υποστήριξε ότι η παρούσα διαδικασία αφορά τον έλεγχο της διάρκειας της κράτησης του αιτητή και όχι τη νομιμότητα της, η οποία, όπως η ίδια η συνήγορος παραδέχθηκε, έχει κριθεί από άλλο αρμόδιο δικαστήριο. Η συνήγορος έκαμε αναφορά στην αίτηση Αναφορικά με την αίτηση του Haghilo (2011) 1 A.A.Δ. 2219, για να υποστηρίξει ότι η εν λόγω απόφαση έχει εφαρμογή και στην παρούσα. Η εισήγηση αυτή δεν με βρίσκει σύμφωνο, καθότι τα γεγονότα στην υπόθεση Haghilo είναι διαφορετικά από την παρούσα υπόθεση. Εκεί ο αιτητής κρατείτο με σκοπό την απέλαση του και υπήρχε συγκεκριμένη περίοδος εντός της οποίας επιβαλλόταν από το νόμο όπως αυτή γίνει.
Στην υπό εξέταση υπόθεση η νομιμότητα του διατάγματος κράτησης, για λόγους δημόσιας ασφάλειας, αμφισβητήθηκε με την Προσφυγή Υπ' Αρ. 800/2019 ενώπιον του Διοικητικού Δικαστηρίου Διεθνούς Προστασίας. Ανάλογη αίτηση για αποκάλυψη εγγράφων υποβλήθηκε και εκεί. Το εν λόγω Δικαστήριο διαπίστωσε ότι στα ζητούμενα έγγραφα υπήρχαν απόρρητες και/ή εμπιστευτικές πληροφορίες που σχετίζονταν με ζητήματα εθνικής ασφάλειας, διαβαθμισμένα ως απόρρητα. Απορρίπτοντας δε την αίτηση, κατέληξε στο συμπέρασμα ότι η κοινοποίηση των ζητούμενων εγγράφων θα μπορούσε να οδηγήσει στην αποκάλυψη των μεθόδων που χρησιμοποιούνται από τις κρατικές υπηρεσίες με σκοπό τον εντοπισμό του κινδύνου ο οποίος μπορεί να θέσει σε κίνδυνο την εθνική ασφάλεια. Στη συνέχεια, το Δικαστήριο είχε εξετάσει τη νομιμότητα του διατάγματος κράτησης και έκρινε ότι η κράτηση ήταν νόμιμη στη βάση της αναγκαιότητας προάσπισης του θεμιτού συμφέροντος του κράτους που δεν είναι άλλος παρά η εθνική του ασφάλεια.
Οι πιο πάνω αποφάσεις δεν εφεσιβλήθηκαν και αποτελούν δεδικασμένο.
Στη βάση αυτών των δεδομένων θεωρώ ότι η παρούσα αίτηση αποτελεί κατάχρηση της διαδικασίας, καθότι επιδιώκει ακριβώς το ίδιο αποτέλεσμα με την ήδη εκδοθείσα απόφαση του Δικαστηρίου στην Προσφυγή Υπ' Αρ. 800/2019.
Ανεξαρτήτως του πιο πάνω, θα εξετάσω την ουσία της αίτησης.
Το δικαίωμα του αιτητή σε αποτελεσματική δικαστική προστασία δεν μπορεί παρά να εξεταστεί σε συνάρτηση με την προστασία της εθνικής ασφάλειας του κράτους. H νομολογία του ΔΕΕ επί του θέματος καθορίζει ότι η προστασία της εθνικής ασφάλειας και της δημόσιας τάξης αποτελεί το σκοπό του άρθρου 8 της Οδηγίας 2013/33. Όταν διακυβεύεται η εθνική ασφάλεια ή η δημόσια τάξη, η κράτηση ενός προσώπου είναι πρόσφορο μέτρο που στοχεύει στην προστασία του κοινού από ενδεχόμενο κίνδυνο που η συμπεριφορά του συγκεκριμένου ατόμου επιβάλλει. (J.N v. Staatssecretaris van Veilingheid en Justice 15.2.2016).
Στην υπόθεση C-584/10, Ευρωπαϊκή Επιτροπή ν. Kadi, 18.7.2013, τονίστηκε ότι η ύπαρξη προσβολής των δικαιωμάτων άμυνας και του δικαιώματος επί αποτελεσματικής δικαστικής προστασίας, πρέπει να εκτιμάται σε συνάρτηση με την επιταγή που αφορά τη διατήρηση της διεθνούς ειρήνης και ασφάλειας. Λόγοι αναγόμενοι στην ασφάλεια της Ένωσης ή των Κρατών Μελών της μπορούν να αντιτίθενται στην κοινοποίηση ορισμένων πληροφοριών ή αποδεικτικών στοιχείων στο οικείο πρόσωπο. Σε μια τέτοια περίπτωση, εναπόκειται ωστόσο στο Δικαστή της Ένωσης, στον οποίο δεν μπορεί να αντιταχθεί το απόρρητο ή η εμπιστευτικότητα των πληροφοριών ή στοιχείων αυτών, να εφαρμόσει, στο πλαίσιο του δικαιοδοτικού ελέγχου που ασκεί, τεχνικές που παρέχουν τη δυνατότητα να συμβιβαστούν, αφενός, οι θεμιτοί λόγοι ασφάλειας που αφορούν τη φύση και τις πηγές πληροφοριών που ελήφθησαν υπόψη για την έκδοση της οικείας πράξεως και, αφετέρου, η ανάγκη επαρκούς διασφαλίσεως στον πολίτη του σεβασμού των διαδικαστικών δικαιωμάτων του, όπως είναι το δικαίωμα ακροάσεως και η αρχή της εκατέρωθεν ακροάσεως (παράγραφος 125).
Το ΕΔΑΔ στην απόφαση του στην αίτηση αρ. 35289/11 Regner v. Czech Republic, 19.9.17, έκρινε ότι η μη κοινοποίηση εγγράφων δεν παραβιάζει το άρθρο 6 της ΕΣΔΑ για δίκαιη δίκη εφόσον αυτή αντισταθμίζεται με άλλες εγγυήσεις από το δικαστήριο.
Τα έγγραφα τα οποία τέθηκαν ενώπιον μου, για σκοπούς παρατήρησης, διαπιστώνω ότι περιέχουν πληροφορίες οι οποίες όντως άπτονται της δημόσιας ασφάλειας και είναι διαβαθμισμένες ως απόρρητες. Εξετάζοντας αιτήματα όπως το παρόν, όπου απαιτείται η στάθμιση, αφενός μεν, της ανάγκης γνωστοποίησης στον αιτητή όλων των στοιχείων που αποτελούν τη βάση της διατήρησης της κράτησης του και αφετέρου, η ανάγκη προστασίας της δημόσιας ασφάλειας, θεωρώ ότι δεν υπάρχει οποιοδήποτε έρεισμα για ικανοποίηση του υποβληθέντος αιτήματος. Ανάλογο θέμα είχα εξετάσει στην Υπόθεση Αρ. 91/19, Αναφορικά με την αίτηση του Yusuf, ημερ. 20 Ιουνίου 2019, όπου ανέφερα τα ακόλουθα:
"Τα στοιχεία που έθεσε ενώπιον μου η ευπαίδευτη συνήγορος, εμπιστευτικής φύσεως, έχουν μελετηθεί. Η εμβέλεια τους και αν συνηγορούν υπέρ της νομιμότητας της κράτησης, ξεφεύγουν της εξέτασης της παρούσας.
Το Δικαστήριο δεν μπορεί να υπεισέλθει στην εξέταση των πληροφοριών ως προς τα θέματα ασφάλειας του κράτους, αλλά προσφέρεται εξουσία ελέγχου της νομιμότητας της διαδικασίας αυτής. Η διοίκηση δεν έχει υποχρέωση παροχής οποιωνδήποτε εξηγήσεων για την έκδοση διατάγματος κράτησης για σκοπούς ασφάλειας. Είναι κατ' εξοχήν έργο της εκτελεστικής εξουσίας τα θέματα κρατικής ασφάλειας. Στις περιπτώσεις που η διοίκηση επικαλείται λόγους ασφαλείας, η διακριτική αυτή ευχέρεια, καθίσταται πιο πλατιά. Ο οποιοσδήποτε κίνδυνος που δημιουργείται για την εσωτερική τάξη και εθνική ασφάλεια, επιτρέπει και αποτελεί έναν από τους βασικούς λόγους για τους οποίους δικαιολογείται η κράτηση ενός ατόμου. Η εκτίμηση των στοιχείων ή πληροφοριών που ευλόγως προκαλούν ανησυχία για τη δημόσια ασφάλεια αυτών γίνεται από τη διοίκηση, το έργο του Δικαστηρίου περιοριζόμενο στον έλεγχο της νομιμότητας της. (Βλ. Α.Ε. 42/2013 κ.ά., Bekefi a.o. ν. Δημοκρατίας, ημερ. 30 Ιουνίου 2016).
Στην Υπόθ. αρ. 718/2012, Stoyanov ν. Δημοκρατίας, ημερ. 26 Φεβρουαρίου 2014, αναφέρονται τα εξής:
″Η ενεργός διοίκηση είναι κατ΄ εξοχήν το όργανο στο οποίο εναποτίθεται η ευθύνη για εκτίμηση των γεγονότων και δεν θα ήταν δυνατό να αναθεωρείται από το Ανώτατο Δικαστήριο η εκτίμηση αυτή στη βάση των γενικών αρχών του διοικητικού δικαίου, ιδιαιτέρως όταν υπεισέρχονται στην εικόνα εμπιστευτικές πληροφορίες από πρόσωπα τα οποία τις δίδουν στην αστυνομία. Το Δικαστήριο δεν μπορεί να ασκήσει ιδίαν κρίση περί της επικινδυνότητας του αιτητή. Ελέγχει μόνο τη νομιμότητα της όλης διαδικασίας.
Η αποκάλυψη δημοσίως των πληροφοριών αυτών και η δυνατότητα να παρέχεται στο ενδιαφερόμενο πρόσωπο να εξετάζει και να ελέγχει αυτές τις πληροφορίες, θα παραβίαζε ζητήματα ασφάλειας της Δημοκρατίας που είναι ένας από τους λόγους που το άρθρο 29(1) δίδει την εξουσία στη διοίκηση να περιορίσει το δικαίωμα διαμονής κοινοτικού ατόμου. . . . ..
. .... Οτιδήποτε αποκαλυπτόταν πέραν αυτών των ζητημάτων που παρουσιαζόταν από το διοικητικό φάκελο, Τεκμήριο «Α», να βρίσκονται καταχωρημένα σε άλλους φακέλους, θα παραβίαζε την εμπιστευτικότητα των πληροφοριών και θα ερχόταν ευθέως σε σύγκρουση με το δικαίωμα της Δημοκρατίας να ελέγχει κατά κυριαρχικό τρόπο τα άτομα τα οποία εισέρχονται ή παραμένουν στη Δημοκρατία, άλλα βέβαια από πολίτες της. Παρόμοια γεγονότα υπήρξαν και στην υπόθεση Krisztian Bekefi v. Δημοκρατίας, υπόθ. αρ. 293/2012, ημερ. 7.3.2012.″
Με βάση τα πιο πάνω, η αίτηση απορρίπτεται.
Κ. ΠΑΜΠΑΛΛΗΣ, Δ.