ΠΑΓΚΥΠΡΙΟΣ ΔΙΚΗΓΟΡΙΚΟΣ ΣΥΛΛΟΓΟΣ
|
ECLI:CY:AD:2019:A265
ΑΝΩΤΑΤΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ ΚΥΠΡΟΥ
ΔΕΥΤΕΡΟΒΑΘΜΙΑ ΔΙΚΑΙΟΔΟΣΙΑ
(Πολιτική Εφεση Αρ. 376/2018)
1 Ιουλίου, 2019
[ΝΙΚΟΛΑΤΟΣ, Π., ΠΑΡΠΑΡΙΝΟΣ, ΧΡΙΣΤΟΔΟΥΛΟΥ,
ΛΙΑΤΣΟΣ, ΟΙΚΟΝΟΜΟΥ, Δ/ΣΤΕΣ]
ΑΝΑΦΟΡΙΚΑ ΜΕ ΤΟ ΑΡΘΡΟ 155.4 ΤΟΥ ΣΥΝΤΑΓΜΑΤΟΣ ΚΑΙ ΤΑ ΑΡΘΡΑ 3 ΚΑΙ 9 ΤΟΥ ΠΕΡΙ ΑΠΟΝΟΜΗΣ ΤΗΣ ΔΙΚΑΙΟΣΥΝΗΣ (ΠΟΙΚΙΛΑΙ ΔΙΑΤΑΞΕΙΣ) ΝΟΜΟΥ ΤΟΥ 1964
ΚΑΙ
ΑΝΑΦΟΡΙΚΑ ΜΕ ΤΟΝ ΠΕΡΙ ΑΝΩΤΑΤΟΥ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟΥ (ΔΙΚΑΙΟΔΟΣΙΑ ΕΚΔΟΣΗΣ ΕΝΤΑΛΜΑΤΩΝ ΠΡΟΝΟΜΙΑΚΗΣ ΦΥΣΕΩΣ) ΔΙΑΔΙΚΑΣΤΙΚΟ ΚΑΝΟΝΙΣΜΟ ΤΟΥ 2018
ΚΑΙ
ΑΝΑΦΟΡΙΚΑ ΜΕ ΤΗΝ ΑΙΤΗΣΗ ΤΩΝ xxx ΑΥΓΟΥΣΤΗ, EVELTHON DEVELOPMENTS LIMITED (HE35575), CLENCHBY PROPERTIES LIMITED (HE196320), TYRUSLAND LIMITED (HE 113329), LANDRIAN ESTATES LIMITED (HE124249) ΕΚ ΛΕΜΕΣΟΥ, ΔΙΑ ΑΔΕΙΑ ΓΙΑ ΤΗΝ ΚΑΤΑΧΩΡΗΣΗ ΑΙΤΗΣΗΣ ΓΙΑ ΤΗΝ ΕΚΔΟΣΗ ΕΝΤΑΛΜΑΤΟΣ CERTIORARI,
ΚΑΙ
ΑΝΑΦΟΡΙΚΑ ΜΕ ΤΗΝ ΑΙΤΗΣΗ ΤΩΝ xxx ΑΥΓΟΥΣΤΗ, EVELTHON DEVELOPMENTS LIMITED (HE35575), CLENCHBY PROPERTIES LIMITED (HE196320), TYRUSLAND LIMITED (HE 113329), LANDRIAN ESTATES LIMITED (HE124249) ΕΚ ΛΕΜΕΣΟΥ, ΔΙΑ ΑΔΕΙΑ ΓΙΑ ΤΗΝ ΚΑΤΑΧΩΡΗΣΗ ΑΙΤΗΣΗΣ ΓΙΑ ΤΗΝ ΕΚΔΟΣΗ ΕΝΤΑΛΜΑΤΟΣ PROHIBITION,
ΚΑΙ
ΑΝΑΦΟΡΙΚΑ ΜΕ ΤΗΝ ΕΝΔΙΑΜΕΣΗ ΑΠΟΦΑΣΗ ΤΟΥ ΕΠΑΡΧΙΑΚΟΥ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟΥ ΛΕΜΕΣΟΥ ΗΜΕΡ. 2.11.2018 ΚΑΙ ΤΩΝ ΕΚΔΟΘΕΝΤΩΝ ΔΥΝΑΜΕΙ ΑΥΤΗΣ ΔΙΑΤΑΓΜΑΤΩΝ ΣΤΗΝ ΑΓΩΓΗ ΑΡ. 2364/17 ΤΟΥ ΕΠΑΡΧΙΑΚΟΥ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟΥ ΛΕΜΕΣΟΥ ΥΠΕΡ ΤΗΣ ΕΝΑΓΟΥΣΑΣ xxx CHRISTOFOROU ΑΠΟ ΤΟ ΗΝΩΜΕΝΟ ΒΑΣΙΛΕΙΟ ΚΑΙ ΕΝΑΝΤΙΟΝ ΤΩΝ ΕΝΑΓΟΜΕΝΩΝ CLENCHBY PROPERTIES LIMITED, xxx ΑΥΓΟΥΣΤΗ, EVELTHON DEVELOPMENTS LIMITED, TYRUSLAND LIMITED KAI LANDRIAN ESTATES LIMITED.
_ _ _ _ _ _
Γ. Χριστοδούλου με Μαρ. Κωνσταντίνου (κα) για Λ. Παπαφιλίππου & Σία ΔΕΠΕ, για τους Εφεσείοντες.
_ _ _ _ _ _
ΝΙΚΟΛΑΤΟΣ, Π.: Η ομόφωνη απόφαση του Δικαστηρίου
θα δοθεί από τον Λιάτσο, Δ.
_ _ _ _ _ _
Α Π Ο Φ Α Σ Η
ΛΙΑΤΣΟΣ, Δ.: Οι Εφεσείοντες με μονομερή αίτηση ζήτησαν άδεια για καταχώρηση αίτησης διά κλήσεως προς τον σκοπό έκδοσης προνομιακού εντάλματος Certiorari, για μεταφορά στο Ανώτατο Δικαστήριο και ακύρωση ενδιάμεσης απόφασης και εκδοθέντος διατάγματος του Επαρχιακού Δικαστηρίου Λεμεσού, το οποίο αφορούσε έρευνα τύπου Anton Piller. Η αίτηση υποστηριζόταν από έκθεση γεγονότων, ένορκο δήλωση και μεγάλο όγκο τεκμηρίων. Ως νομική βάση είχε, κυρίως, τα ΄Αρθρα 17, 30 και 155 του Συντάγματος.
Συνιστούσε ουσιαστικό παράπονο των Εφεσειόντων ότι το Επαρχιακό Δικαστήριο Λεμεσού, ενεργώντας καθ΄ υπέρβαση και/ή έλλειψη εξουσίας, απέρριψε ενδιάμεση αίτησή τους ημερομηνίας 23.1.2018 για ακύρωση του ήδη εκδοθέντος διατάγματος Anton Piller, με το οποίο επιτρεπόταν επέμβαση στο απόρρητο της αλληλογραφίας και πάσης άλλης επικοινωνίας τους, ως αυτό κατοχυρώνεται από το ΄Αρθρο 17 του Συντάγματος. Η κατάφωρη, κατά τη θέση των αιτητών - Εφεσειόντων, παραβίαση του πιο πάνω άρθρου, ήταν και ο πυρήνας στήριξης της όλης επιχειρηματολογίας τους ενώπιον του πρωτόδικου Δικαστηρίου στα πλαίσια της εξέτασης του αιτήματός τους για παραχώρηση άδειας προς καταχώρηση αίτησης διά κλήσεως για έκδοση προνομιακού εντάλματος.
Το πρωτόδικο Δικαστήριο, εξετάζοντας τις σχετικές εισηγήσεις των αιτητών - Εφεσειόντων υπό το φως των αρχών που διέπουν το ζήτημα της θεραπείας έναρξης διαδικασίας προνομιακού εντάλματος και παραπέμποντας στα βασικά στοιχεία που καλύπτουν τα διατάγματα τύπου Anton Piller, απέρριψε το αίτημα για παροχή άδειας, καταλήγοντας ως ακολούθως:
«Επιχειρήθηκε να δοθεί ιδιαίτερη βαρύτητα από τους ευπαίδευτους συνηγόρους των αιτητών στο θέμα της «κατάφωρης και σοβαρής παράβασης του ΄Αρθ.17 του Συντάγματος», ως συστατικό των εξαίρετων περιστάσεων να παρεκκλίνει της αρχής πως εφόσον προσφέρεται άλλο ένδικο μέσο, δεν παραχωρείται η αιτούμενη θεραπεία.
Όμως κάτι τέτοιο δεν προκύπτει από τη νομολογία. H παροχή της άδειας ανεξαρτήτως παρεχομένου ένδικου μέσου δεν συναρτάται με το μέγεθος της παράβασης. Είναι δια της εφέσεως που θα μπορούσε να ελεγχθεί αποτελεσματικά η ορθότητα του εκδοθέντος διατάγματος. Όπως ορθά υποδείχθηκε από τον αδελφό Δικαστή Παμπαλλή, ο οποίος εξέτασε αίτηση certiorari των αιτητών σε άλλο στάδιο της διαδικασίας (πριν να υποβληθεί η αίτηση για ακύρωση του διατάγματος Anton Piller), η ορθότητα του διατάγματος θα έπρεπε να εξεταστεί από το Επαρχιακό Δικαστήριο (κάτι που πλέον έγινε) και να ακολουθήσει έφεση. Πρόκειται για την απόφαση Αναφορικά με την αίτηση της Clenchby Properties Ltd,133/1712.12.17στην οποία αναφέρονται τα εξής σχετικά:
«Όπως διαμορφώνεται τώρα η εικόνα, θεωρώ ότι κάτω από τις κατάλληλες συνθήκες θα μπορούσε και το θέμα της συνταγματικότητας να εγερθεί στο πλαίσιο αιτήσεως ενώπιον του Επαρχιακού Δικαστηρίου, με σκοπό την ακύρωση ή τη διαμόρφωση του εκδοθέντος διατάγματος. Παράλληλα, στο σύγγραμμα Halsbury΄s Laws of England, 4th Edition, Reissue, Volume 24, παράγραφος 877, αναφέρεται ότι:
"The proper course for an applicant seeking to challenge the order is to apply to the judge who made the order or to another High Court Judge to discharge or vary it and to appeal to the court of Appeal only after that application has been heard and determined."
Περαιτέρω, εάν τίθεται θέμα λανθασμένης ή παράνομης χρήσης των στοιχείων, ή χρήσης κατά παράβαση του διατάγματος ή της σχετικής δέσμευσης της ενάγουσας ή της δοθείσας εγγύησης, ή εάν τίθεται θέμα εν γένει βλαπτικής συμπεριφοράς αυτής ή των εκπροσώπων της σε συνάρτηση με το διάταγμα, οι αιτητές έχουν στη φαρέτρα τους διάφορα έννομα μέσα για να ενεργήσουν.»
Ενώπιόν μας προσβάλλεται η πρωτόδικη κρίση με τέσσερις λόγους έφεσης, κεντρικό στοιχείο των οποίων είναι το άρθρο 17 του Συντάγματος. Τίθεται ότι το πρωτόδικο Δικαστήριο εσφαλμένα δεν παραχώρησε την αιτούμενη άδεια, εφόσον υπήρχε προφανές σφάλμα επί του πρακτικού το οποίο συνίστατο στην παραβίαση της πιο πάνω συνταγματικής πρόνοιας. Προωθείται, πιο συγκεκριμένα, ότι εντοπίζεται επέμβαση στο απόρρητο της αλληλογραφίας, επέμβαση η οποία είναι επιτρεπτή μόνο κατόπιν εξουσιοδότησης Δικαστηρίου που ασκεί ποινική δικαιοδοσία και όχι ως αποτέλεσμα διατάγματος Δικαστηρίου κατά την άσκηση της πολιτικής του δικαιοδοσίας.
Προτού υπεισέλθουμε στην εξέταση της ουσίας των ενώπιόν μας λόγων έφεσης, παρεμβάλλουμε ότι οι Εφεσείοντες είναι ορισμένοι εκ των εναγομένων στην αγωγή 2364/17 του Επαρχιακού Δικαστηρίου Λεμεσού, στα πλαίσια της οποίας εκδόθηκε το επίδικο διάταγμα Anton Piller. Η ενάγουσα στην εν λόγω αγωγή ισχυρίζεται ότι οι εναγόμενοι διέπραξαν δόλιες πράξεις εναντίον της, με σκοπό την παρεμπόδισή της από την εκτέλεση απόφασης που είχε εκδοθεί από βρετανικό Δικαστήριο. Το διατακτικό του επίδικου Anton Piller έχει ως ακολούθως:
«1. Διάταγμα έρευνας (search order) τύπου Anton Piller, με το οποίο διατάσσονται οι Εναγόμενοι 2,3 , 4, 5, 6, 7, 8 και 9 κάθε ένας από αυτούς προσωπικά όπως επίσης και οι διευθυντές και/ή αξιωματούχοι και/ή οποιαδήποτε άλλα πρόσωπα ενεργούν κατ'εντολή τους και/ή που έχουν τον έλεγχο των πιο κάτω αναφερομένων υποστατικών, να επιτρέψουν στους δικηγόρους Γεώργιο Α. Γεωργίου από την Λεμεσό και/ή Μάριο Καραϊσκο από την Λεμεσό και/ή Λεωνίδα Ψυχάκη από την Λευκωσία δεόντως εγγεγραμμένους στα Μητρώα του Παγκυπρίου Δικηγορικού Συλλόγου, υπό την ιδιότητα τους ως επιτηρητές δικηγόροι (supervising solicitors) για σκοπούς εκτέλεσης του παρόντος διατάγματος, συνοδευόμενους από τους Σωκράτη Τσαγκάρη και/ή Παναγιώτη Τσαγκάρη, δικηγόρους και/ή οποιοδήποτε δικηγόρο από την δικηγορική εταιρεία Ρ. Tsangaris & Associates LLC και συνοδευόμενους από τους xxx Παύλου και/ή xxx Παναγιώτου υπάλληλους και/ή οποιοδήποτε άλλον υπάλληλο της AZ INFO-TECH-PRO LTD που είναι ειδικοί στους ηλεκτρονικούς υπολογιστές (στο εξής καλούμενοι συλλογικά ως η «Ομάδα Αναζήτησης»), να εισέλθουν και παραμείνουν στα κάτωθι υποστατικά για όσο χρόνο είναι αναγκαίος για την επίτευξη και/ή διεκπεραίωση των σκοπών που αναφέρονται κατωτέρω και να εισέλθουν ξανά στα υποστατικά είτε την ίδια ημέρα είτε κατά τις επόμενες τρεις (3) ημέρες για σκοπούς επίτευξης και/ή διεκπεραίωσης των εν λόγω σκοπών και/ή ολοκλήρωσης της σχετικής έρευνας σε οποιοδήποτε χρόνο μεταξύ των ωρών 8 π.μ. και 6 μ.μ. σε όλους τους λειτουργικούς χώρους των υποστατικών:
(α) των Εναγομένων 2, 4 και 8 που βρίσκονται στην οδό Σ & K, xxx, Floor x, xxx, Λεμεσός
(β) των Εναγομένων 3 και 9 που βρίσκονται στην οδό Σ & Κ, xxx, Floor x & x, xxx, Λεμεσός
(γ) των Εναγομένων 5, 6 και 7 που βρίσκονται στην οδό Ο & Α, xxx, Floors x & x, xxx, Λεμεσός
με σκοπό να μπορέσουν να αναζητήσουν, να επιθεωρήσουν, να φωτοτυπήσουν, βιντεοσκοπήσουν, να αντιγράψουν ηλεκτρονικά και/ή άλλως πώς, να λάβουν στην κατοχή τους και να παραδώσουν στην ασφαλή φύλαξη του Πρωτοκολλητή του Επαρχιακού Δικαστηρίου Λεμεσού, με αντίγραφο στους Ρ, Tsangaris & Associates LLC, μέχρι νεοτέρας διαταγής του Δικαστηρίου, όλα τα έγγραφα και/ή πληροφορίες που βρίσκονται στην κατοχή και/ή φύλαξη και/ή έλεγχο των Εναγομένων στα οποία καταγράφεται και/ή περιέχεται και/ή αποθηκεύεται οποιαδήποτε πληροφορία σχετική προς τα εις τις παραγράφους 1.1. έως και 1.4. κατωτέρω αναφερόμενα Αμφισβητούμενα Έγγραφα και/ή που βρίσκονται στους ηλεκτρονικούς υπολογιστές, τηλέφωνα, κινητά τηλέφωνα, USBs ή τους servers στους οποίους είναι ενωμένοι οι ηλεκτρονικοί υπολογιστές συμπεριλαμβανομένων, χωρίς περιορισμό, οποιωνδήποτε ηλεκτρονικών υπολογιστών που χρησιμοποιούνται από τους Καθ' ων η Αίτηση και/ή πρόσωπα που εργοδοτούνται απ' αυτούς (περιλαμβανόμενων του προγράμματος Zygos, ηλεκτρονικού ταχυδρομείου, SMS μηνύματα messages.. WhatsApp, Viber, Telegram, Skype, Facebook, και οποιοδήποτε άλλο μέσο επικοινωνίας) οποιοσδήποτε μορφής (συμπεριλαμβανομένων, χωρίς περιορισμό, οποιωνδήποτε εγγράφων που βρίσκονται στην κατοχή και/ή υπό τη φύλαξη και/ή υπό τον έλεγχο των Καθ' ων η Αίτηση και/ή προσώπων που εργοδοτούνται απ' αυτούς), τα οποία καταγράφουν ή περιέχουν ή στα οποία αποθηκεύεται οποιαδήποτε πληροφορία σχετική προς τα εις τις παραγράφους 1.1. έως και 1.4. κατωτέρω αναφερόμενα Αμφισβητούμενα Έγγραφα και/ή που αναφέρονται σε και/ή σχετίζονται με οδηγίες και οτιδήποτε άλλο παρεμφερές και/ή επικοινωνίες για την περίοδο από 19/05/2014 και μέχρι σήμερα (περιλαμβανομένης της διαγραφείσας αλληλογραφίας ηλεκτρονικού ταχυδρομείου) για την ετοιμασία, κατάρτιση και εκτέλεση:
1.1 της αμφισβητούμενης συμφωνίας πώλησης μετοχών ημερ.05/06/2014 η οποία τιτλοφορείται Shares Purchase Agreement και η οποία συνάφθηκε μεταξύ των Εναγομένων 1, 2 & 4 (η «Αμφισβητούμενη Συμφωνία Α΄») και η οποία επισυνάπτεται ως τεκμήριο 23 επί της ένορκης δήλωσης που συνοδεύει την παρούσα αίτηση, και
1.2 της αμφισβητούμενης συμφωνίας δικαιώματος αγοράς ακινήτου ημερ. 19/05/2014 η οποία τιτλοφορείται Δικαίωμα Αγοράς και η οποία συνάφθηκε μεταξύ των Εναγόμενων 2, 4, 8 & 9 (η «Αμφισβητούμενη Συμφωνία Β'») και η οποία επισυνάπτεται ως τεκμήριο 24 επί της ένορκης δήλωσης που συνοδεύει την παρούσα αίτηση, και
1.3 του αμφισβητούμενου Πρακτικού της Συνεδρίασης του Διοικητικού Συμβουλίου ημερομηνίας 15/09/2016 ως και του Ειδικού Ψηφίσματος της Εναγόμενης 2 ίδιας ημερομηνίας που αφορούν την αύξηση του μετοχικού κεφαλαίου της Εναγόμενης 2 (τα «Αμφισβητούμενα Εταιρικά Έγγραφα») και τα οποία επισυνάπτονται ως τεκμήρια 26 & 27 αντίστοιχα επί της ένορκης δήλωσης που συνοδεύει την παρούσα αίτηση, και
1.4 της αμφισβητούμενης επιστολής της Εναγόμενης 1 προς τον Εναγόμενο 2 ημερομηνίας 20/09/2016 (η «Αμφισβητούμενη Επιστολή») η οποία επισυνάπτεται ως τεκμήριο 28 επί της ένορκης δήλωσης που συνοδεύει την παρούσα αίτηση, και
.....»
Εισηγήθηκε ο ευπαίδευτος συνήγορος των Εφεσειόντων ότι η όλη προσέγγιση του υπό εξέταση ζητήματος από το πρωτόδικο Δικαστήριο ήταν εσφαλμένη, αφού δεν έλαβε υπόψη ότι στην προκειμένη περίπτωση εντοπίζεται νομική πλάνη ή υπέρβαση δικαιοδοσίας, τόσο εξόφθαλμη ώστε να θεωρείται ως εξαιρετική περίσταση που καθιστούσε επιβεβλημένη την παροχή άδειας προς καταχώρηση αίτησης διά κλήσεως για έκδοση προνομιακού εντάλματος Certiorari, παρά την ύπαρξη εναλλακτικού ενδίκου μέσου, αυτού της έφεσης.
Θα πρέπει να υπομνήσουμε τις θεμελιώδεις αρχές που καλύπτουν τις προϋποθέσεις αναζήτησης θεραπείας δυνάμει της προνομιακής εξουσίας του Ανωτάτου Δικαστηρίου, όπως είχαμε την ευκαιρία να τις επαναλάβουμε στην πρόσφατη απόφασή μας Αναφορικά με την αίτηση του xxx Μιτέλα, Πολιτική ΄Εφεση Αρ. 43/2019, ημερ. 2.4.2019, ECLI:CY:AD:2019:A121:
«Επιγραμματικά, συνιστά βασική αρχή ότι το Δικαστήριο στην πορεία εξέτασης αιτήσεων αυτής της μορφής δεν υπεισέρχεται στην ορθότητα της πρωτόδικης απόφασης, αλλά περιορίζεται στην εξέταση της νομιμότητάς της. Ο αιτητής θα πρέπει να αποδείξει ότι υπάρχει εκ πρώτης όψεως συζητήσιμη υπόθεση και αφορά στις περιπτώσεις όπου διαπιστώνεται, εκ πρώτης όψεως, από το πρακτικό του Δικαστηρίου, υπέρβαση ή έλλειψη δικαιοδοσίας, έκδηλη πλάνη περί το νόμο, προκατάληψη, δόλος και παράβαση των κανόνων φυσικής δικαιοσύνης.
Το νοηματικό εύρος της έννοιας του όρου «εκ πρώτης όψεως υπόθεση» οριοθετήθηκε στην υπόθεση Re Kakos (1985) 1 CLR 250, 258, με αναφορά στην Land Securities Plc v. Metropolitan Police (1983) 2 All E.R. 254, ως ακολούθως:
«We remain wholly unconvinced that a prima facie case was made for leave to apply for an order of Certiorari. As the expression "prima facie" suggests, a convincing enough case must be made on first view. On second view, formed after hearing the other side, this impression may dissipate. A prima facie case is not an unanswerable one but one sufficiently cogent, or arguable, to merit an answer. On numerous occasions Courts were concerned to elicit and apply the concept in diverse circumstances. A particularly instructive approach to analysis of the concept, I found, with respect, that of Megarry, V.C., in Land Securities v. Metropolitan Police [1983] 2 All E.R. 254, 258. According to this approach, a prima facie case is made out if an arguable case is disclosed, without need arising at this initial or preliminary stage for consideration of any rebutting evidence.»
Ακόμη όμως και η διαπίστωση εκ πρώτης όψεως συζητήσιμης υπόθεσης δεν είναι αρκετή προς ενεργοποίηση της προνομιακής εξουσίας του Ανωτάτου Δικαστηρίου. Οπου εντοπίζεται ότι υπάρχει εναλλακτικό ένδικο μέσο ή άλλη θεραπεία, δεν παρέχεται άδεια για καταχώρηση αίτησης, εκτός εάν ο αιτητής, που φέρει το βάρος, αποδείξει ότι συντρέχουν εξαιρετικές περιστάσεις, τέτοιες που να δικαιολογούν παρέκκλιση από το γενικό κανόνα. .............»
Είναι υπό το πρίσμα των πιο πάνω αρχών που επιβάλλεται να εξεταστούν οι ενώπιόν μας λόγοι έφεσης.
Οι Εφεσείοντες απέτυχαν να αποδείξουν εκ πρώτης όψεως συζητήσιμη υπόθεση, ούτως ώστε να τίθεται και ζήτημα ενεργοποίησης των εξουσιών του Ανωτάτου Δικαστηρίου προς άσκηση της προνομιακής εξουσίας του.
Το διάταγμα Anton Piller είναι, ουσιαστικά, ένα προστακτικό διάταγμα, το οποίο επενεργεί στο να ασκήσει πίεση σε εναγόμενο για να επιτρέψει σε εξουσιοδοτημένα πρόσωπα είσοδο στα υποστατικά του, με σκοπό την επιθεώρηση μαρτυρικού υλικού προς τελική διαφύλαξή του και διασφάλισή του σε επικείμενη δίκη ή, σε ορισμένες περιπτώσεις για σκοπούς εκτέλεσης. Έχει, εύστοχα, χαρακτηρισθεί ως το αντίστοιχο αστικό ένταλμα έρευνας. Τα Δικαστήρια εκδίδοντας διατάγματα αυτής της μορφής θα πρέπει, ακριβώς λόγω της δραστικότητάς τους, να είναι ιδιαίτερα προσεκτικά. Τόσο ως προς τη διατύπωση του διατάγματος, όσο και ως προς τον προσδιορισμό των ενεργειών που θα πρέπει να λάβουν χώραν, προκειμένου να αποφευχθεί ο κίνδυνος παραβίασης των δικαιωμάτων των εναγομένων. Εν τέλει, τα αλληλοσυγκρουόμενα δικαιώματα θα πρέπει να εξισορροπηθούν μέσα από ανάλογες σε κάθε περίπτωση ασφαλιστικές δικλείδες, προκειμένου να αποφευχθεί η κατάχρηση στην έκδοση και εκτέλεση τέτοιων διαταγμάτων. Η εκτέλεση εντάλματος Anton Piller, ακριβώς λόγω της φύσης και του επιδιωκόμενου σκοπού που καλύπτει, προϋποθέτει είσοδο σε υποστατικά και, συνακόλουθα, αναπόφευκτο επηρεασμό στα δικαιώματα άλλων προσώπων, μεταξύ των οποίων της ιδιωτικής και οικογενειακής ζωής και του απόρρητου της αλληλογραφίας και άλλης τηλεπικοινωνίας. Εδώ ακριβώς υπεισέρχεται και το ζήτημα της ορθής άσκησης της διακριτικής ευχέρειας του Δικαστηρίου το οποίο καλείται να εκδώσει διάταγμα αυτής της μορφής. Η αυστηρή εφαρμογή της αρχής της αναλογικότητας είναι επιβεβλημένη προκειμένου, αφενός, να εξισορροπηθούν τα εκατέρωθεν δικαιώματα, ούτως ώστε, αφενός να καταστεί δυνατή η δικαστική προστασία των δικαιωμάτων του ενάγοντα και αφετέρου η προστασία των δικαιωμάτων και ελευθεριών άλλων προσώπων.
Στην υπόθεση Pelekanos and Others (1989) 1 CLR 467, έγινε για πρώτη φορά στα κυπριακά νομικά χρονικά προσπάθεια αμφισβήτησης με ένταλμα Certiorari της εγκυρότητας διατάγματος έρευνας που είχε εκδοθεί από το Επαρχιακό Δικαστήριο Λευκωσίας. Αποφασίστηκε ότι ο πρωτόδικος Δικαστής είχε δικαιοδοσία να εκδώσει το συγκεκριμένο διάταγμα, το οποίο κρίθηκε καθόλα νόμιμο. Ακολούθως, στην υπόθεση Γρηγοριάδης κ.ά. (2013) 1 ΑΑΔ 1247, επιβεβαιώθηκε η εξουσία του Δικαστηρίου για έκδοση διατάγματος αυτής της εμβέλειας και υιοθετήθηκαν οι βασικές αρχές που καλύπτουν τα διατάγματα τέτοιας μορφής, όπως αναπτύχθηκαν μέσα από την αγγλική νομολογία.
Κατ΄ εφαρμογή των πιο πάνω αρχών, στην υπό κρίση περίπτωση, οι Εφεσείοντες απέτυχαν να αποδείξουν ότι το πρωτόδικο Δικαστήριο ενήργησε εκτός της δικαιοδοσίας του και συνεπώς δεν κατεδείχθη συζητήσιμο ζήτημα. Υπό τις συνθήκες, η δέουσα πορεία αμφισβήτησης της ορθότητας της πρωτόδικης κατάληξης είναι η κατ΄ έφεση διαδικασία, στα πλαίσια της οποίας θα πρέπει να τεθούν προς εξέταση όλα τα εγειρόμενα ζητήματα, υπό το φως πάντοτε της φύσης και των αρχών που διέπουν την έκδοση διαταγμάτων Anton Piller.
Προτού ολοκληρώσουμε, επαναλαμβάνουμε τα ακόλουθα από την xxx Μιτέλα (ανωτέρω):
«Προσθέτουμε μόνο ότι η έκδοση προνομιακών ενταλμάτων δεν λειτουργεί ως υποκατάστατο της έφεσης ή άλλων ένδικων μέσων, ούτε είναι λόγος ενεργοποίησης της εφεδρείας της δικαιοδοσίας αυτής του Ανωτάτου Δικαστηρίου ο τυχόν σημαντικός χρόνος που απαιτείται για διεκπεραίωση εναλλακτικών διαδικασιών, συμπεριλαμβανομένης της έφεσης. Εάν υπάρχει κάτι το εξαιρετικά επείγον, παρέχεται, βεβαίως, πάντοτε η ευχέρεια αναζήτησης ταχύτερης εκδίκασης των εφέσεων, μετά από σχετικό αίτημα.»
Καταληκτικά, η έφεση απορρίπτεται.
Μ.Μ. ΝΙΚΟΛΑΤΟΣ, Π.
Λ. ΠΑΡΠΑΡΙΝΟΣ, Δ.
Μ. ΧΡΙΣΤΟΔΟΥΛΟΥ, Δ.
Α.Ρ. ΛΙΑΤΣΟΣ, Δ.
Τ. ΟΙΚΟΝΟΜΟΥ, Δ.
ΣΦ.