ΠΑΓΚΥΠΡΙΟΣ ΔΙΚΗΓΟΡΙΚΟΣ ΣΥΛΛΟΓΟΣ
|
ECLI:CY:AD:2018:D478
ANΩΤΑΤΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ ΚΥΠΡΟΥ
ΠΡΩΤΟΒΑΘΜΙΑ ΔΙΚΑΙΟΔΟΣΙΑ
ΠΟΛΙΤΙΚΗ ΑΙΤΗΣΗ ΑΡ. 133/2018
6 Νοεμβρίου, 2018
[ΧΡΙΣΤΟΔΟΥΛΟΥ, Δ/ΣΤΗΣ]
ΑΝΑΦΟΡΙΚΑ ΜΕ ΤΟ ΑΡΘΡΟ 155.4 ΤΟΥ ΣΥΝΤΑΓΜΑΤΟΣ ΚΑΙ ΤΑ ΑΡΘΡΑ 3 ΚΑΙ 9 ΤΟΥ ΠΕΡΙ ΑΠΟΝΟΜΗΣ ΤΗΣ ΔΙΚΑΙΟΣΥΝΗΣ (ΠΟΙΚΙΛΑΙ ΔΙΑΤΑΞΕΙΣ) ΝΟΜΟΥ ΤΟΥ 1964
ΚΑΙ
ΑΝΑΦΟΡΙΚΑ ΜΕ ΤΟΝ ΠΕΡΙ ΑΝΩΤΑΤΟΥ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟΥ (ΔΙΚΑΙΟΔΟΣΙΑ ΕΚΔΟΣΗΣ ΕΝΤΑΛΜΑΤΩΝ ΠΡΟΝΟΜΙΑΚΗΣ ΦΥΣΕΩΣ) ΔΙΑΔΙΚΑΣΤΙΚΟ ΚΑΝΟΝΙΣΜΟ ΤΟΥ 2018
ΚΑΙ
ΑΝΑΦΟΡΙΚΑ ΜΕ ΤΗΝ ΑΙΤΗΣΗ ΤΩΝ 1. XXXXX ΠΙΣΚΟΠΟΥ ΕΚ ΠΑΦΟΥ ΚΑΙ 2. XXXXX ΘΕΜΙΣΤΟΚΛΕΟΥΣ ΕΚ ΠΑΦΟΥ ΓΙΑ ΑΔΕΙΑ ΓΙΑ ΤΗΝ ΚΑΤΑΧΩΡΗΣΗ ΑΙΤΗΣΗΣ ΓΙΑ ΕΚΔΟΣΗ ΕΝΤΑΛΜΑΤΟΣ CERTIORARI ΚΑΙ/H PROHIBITION ΚΑΙ/Η ΜΑNDAMUS
ΚΑΙ
ANAΦΟΡΙΚΑ ΜΕ ΤΟ ΔΙΑΤΑΓΜΑ ΗΜΕΡOMHNIΑΣ 26/09/2018 ΥΠΟ ΤΟΥ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟΥ ΕΛΕΓΧΟΥ ΕΝΟΙΚΙΑΣΕΩΣ ΛΕΜΕΣΟΥ - ΠΑΦΟΥ, ΤΜΗΜΑ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟΥ ΠΑΦΟΥ ΣΤΑ ΠΛΑΙΣΙΑ ΤΗΣ ΑΙΤΗΣΗΣ ΜΕ ΑΡΙΘΜΟ Κ6/18.
.........
Μ. Παπαδημήτρη (κα), για τους αιτητές
Α Π Ο Φ Α Σ Η
(Δόθηκε αυθημερόν)
ΧΡΙΣΤΟΔΟΥΛΟΥ, Δ.: Οι αιτητές είναι σύζυγοι και διαμένουν σε διαμέρισμα της οικοδομής που βρίσκεται επί της Λεωφόρου XXXXX αρ. 20, στην Πάφο, η οποία αποτελείται από ημιυπόγειο, ισόγειο και πρώτο όροφο.
Ιδιοκτήτρια της οικοδομής είναι η αιτήτρια 2, η οποία εκμίσθωσε το υπόγειο το 1998 στον XXXXX Πάλλα και το οποίο έκτοτε ο ενοικιαστής το χρησιμοποιεί ως συνεργείο επιδιόρθωσης αυτοκινήτων. Με την ιδιομορφία ότι το διαμέρισμα όπου διαμένουν οι αιτητές και το υπόγειο ηλεκτροδοτούνται από κοινό μετρητή, ο οποίος βρίσκεται στο διαμέρισμα και είναι επ΄ ονόματι του αιτητή 1.
Μεταξύ των αιτητών και του ενοικιαστή του υπογείου προέκυψαν διαφορές, με αποτέλεσμα ο ενοικιαστής να καταχωρίσει εναντίον των αιτητών την υπ΄ αρ. Κ6/2018 αίτηση του Δικαστηρίου Ελέγχου Ενοικιάσεων Λεμεσού-Πάφου, στο πλαίσιο της οποίας εξασφάλισε, στις 26.9.2018, ex parte διάταγμα με το οποίο (α) απαγορεύτηκε στους αιτητές να διακόπτουν την παροχή ηλεκτρικού ρεύματος στο υπόγειο και (β) διατάχθηκαν οι αιτητές να «αποκαταστήσουν και να μεριμνήσουν για την επανασύνδεση του ηλεκτρικού ρεύματος» στο υπόγειο.
Το πιο πάνω προσωρινό διάταγμα (στο εξής το Διάταγμα) εκδόθηκε αφού ο ενοικιαστής κατέθεσε εγγύηση ύψους €2.000 και υπό τον όρο να συνεχίσει την καταβολή μηνιαίως του ποσού των €340 έναντι του μισθώματος, πλέον του ποσού που του αναλογεί για την κατανάλωση ηλεκτρικού ρεύματος.
Το Διάταγμα ορίστηκε για επίδοση/επιστρεπτέο στις 8.10.2018 και αντίκρουσε την ένσταση των αιτητών. Όπως δε δηλώθηκε σήμερα από την ευπαίδευτο συνήγορό τους, είναι ορισμένο για ακρόαση στις 8.11.2018.
Οι αιτητές, επιπρόσθετα από την καταχώριση ένστασης για ακύρωση του Διατάγματος, καταχώρισαν στις 1.11.2018 και την παρούσα αίτηση με την οποία ζητούν, αφενός, άδεια για καταχώριση αίτησης για έκδοση εντάλματος Certiorari προς ακύρωση του Διατάγματος και, αφετέρου, αναστολή της ισχύος του Διατάγματος μέχρι την εκδίκαση της σκοπούμενης να καταχωριστεί αίτησης δια κλήσεως.
Η αίτηση υποστηρίζεται από ένορκη δήλωση και από Έκθεση, όπου προβάλλεται πως το Διάταγμα (α) εκδόθηκε «με παντελή και/ή έκδηλη και/ή εξόφθαλμη έλλειψη δικαιοδοσίας σε καίριο επίδικο ζήτημα της αγωγής και/ή συνιστά νομική πλάνη καταφανή από το πρακτικό και/ή πλάνη περί τα πράγματα και αποτελεί έκδηλη παρανομία καταφανή από το πρακτικό και/ή εξαναγκάζει τους αιτητές σε έκδηλη παρανομία και/ή λήφθηκε κατά παράβαση της νομοθεσίας», (β) παραβιάζει τη νομοθεσία εφόσον εξαναγκάζει τους αιτητές να παρανομήσουν και (γ) παραβιάζει θεμελιώδη δικαιώματα και συμφέροντα των αιτητών, τους οποίους θέτει σε δυσανάλογα δυσμενή θέση. Και όλα αυτά με βασικό άξονα ότι ο ενοικιαστής λειτουργεί το συνεργείο του χωρίς άδεια, βάφει αυτοκίνητα χωρίς να υπάρχει ο απαραίτητος φούρνος και «επειδή το δικαστήριο δεν έλαβε υπόψη του τη νομοθεσία ήτοι τον περί Ηλεκτρισμού Νόμο (Κεφ. 170) και κυρίως τα άρθρα 45 παρ. 1 και 65» εφόσον το συνεργείο του δεν προμηθεύεται ηλεκτρική ενέργεια κατευθείαν από την ΑΗΚ, αλλά από τον μετρητή που βρίσκεται στο διαμέρισμα των αιτητών. Στη βάση αυτή, διατείνονται, συντρέχουν εξαιρετικές περιστάσεις για χορήγηση της αιτούμενης άδειας, διαφορετικά θα βρεθούν αντιμέτωποι με αίτηση παρακοής. Και αυτό, παρά το γεγονός ότι με την επίδοση του Διατάγματος επανασύνδεσαν το ηλεκτρικό ρεύμα με ηλεκτρολόγο - όχι μέσω της ΑΗΚ - προκειμένου να συμμορφωθούν με το Διάταγμα.
Εξέτασα τα όσα οι αιτητές έθεσαν ενώπιον μου και να παρατηρήσω καταρχάς ότι κατά την επ΄ ακροατηρίω συζήτηση της αίτησης έθεσα στην ευπαίδευτη συνήγορο των αιτητών το ερώτημα κατά πόσο τα όσα επικαλούνται οι πελάτες της για χορήγηση της αιτούμενης άδειας, τα έθεσαν ή μπορούν να τα θέσουν ενώπιον του κατώτερου Δικαστηρίου για ακύρωση του Διατάγματος. Η απάντηση επί τούτου ήταν θετική, αλλά επέμενε στην προώθηση της αίτησης επικαλούμενη προς τούτο τον κίνδυνο να βρεθούν οι αιτητές αντιμέτωποι με παρακοή του Διατάγματος. Με αυτό ως δεδομένο θεωρώ ότι η αιτούμενη άδεια δεν μπορεί να δοθεί. Υπενθυμίζω συναφώς ότι η έκδοση προνομιακού εντάλματος δεν στοχεύει στον έλεγχο της ορθότητας της πρωτόδικης απόφασης, αλλά στην νομιμότητα της απόφασης (βλ. Αναφορικά με την αίτηση της Marewave Shipping & Trading Company Ltd (1992) 1 A.A.Δ. 116) και επομένως δεν εγείρεται ζήτημα κατά πόσο ορθά ή λανθασμένα το κατώτερο Δικαστήριο ικανοποιήθηκε ότι συνέτρεχαν οι προϋποθέσεις έκδοσης ex parte του Διατάγματος, αλλά εάν είχε δικαιοδοσία για άσκηση της διακριτικής του ευχέρειας προς έκδοση του. Επί του προκειμένου οι αιτητές ισχυρίζονται ότι το πρωτόδικο Δικαστήριο δεν είχε δικαιοδοσία να εκδώσει το επίδικο Διάταγμα λόγω του ότι το συνεργείο του ενοικιαστή εφοδιάζεται με ηλεκτρικό ρεύμα παράνομα. Παραβλέπουν όμως ότι το ζήτημα αυτό μπορεί να εξεταστεί από το κατώτερο Δικαστήριο κατά την ακρόαση της αίτησης προς οριστικοποίηση ή μη του Διατάγματος και ενόψει τούτου θα αποφύγω να εκφέρω οποιαδήποτε άποψη ως προς τις συνέπειες της σύμπραξης τους στην κατ΄ ισχυρισμό παρανομίας του ενοικιαστή. Και δη από το 1998 που αυτοί του εκμίσθωσαν το υπόγειο. Κατά τα άλλα δεν εντοπίζω στο επίδικο πρακτικό του κατώτερου Δικαστηρίου έκδηλη νομική πλάνη, δόλο ή προκατάληψη στη βάση των οποίων το Ανώτατο Δικαστήριο δύναται να ασκήσει τη διακριτική του ευχέρεια για χορήγηση άδειας προς καταχώριση αίτησης προς έκδοση προνομιακού εντάλματος (A. Κωνσταντινίδης (2003) 1 Α.Α.Δ. 1298, Περέλλα (Αρ. 2) (1995) 1 Α.Α.Δ. 692).
Για όλους τους πιο πάνω λόγους η αίτηση για χορήγηση της αιτούμενης άδειας απορρίπτεται.
Μ. ΧΡΙΣΤΟΔΟΥΛΟΥ, Δ.
/κβπ