ΠΑΓΚΥΠΡΙΟΣ ΔΙΚΗΓΟΡΙΚΟΣ ΣΥΛΛΟΓΟΣ

Έρευνα - Κατάλογος Αποφάσεων - Εμφάνιση Αναφορών (Noteup on) - Αφαίρεση Υπογραμμίσεων


public Νικολάτος, Μύρων-Μιχαήλ Γεωργίου Οικονόμου, Τεύκρος Θ. Ψαρά-Μιλτιάδου, Τάσια Ο Αιτητής, Α. Αναστασίου, παρουσιάζεται προσωπικά. Θ. Παπακυριακού (κα.), Δικήγορος για τον Γενικό Εισαγγελέα της Δημοκρατίας, για τους Καθ΄ ων η αίτηση. CY AD Κύπρος Ανώτατο Δικαστήριο 2018-04-04 el Τμήμα Νομικών Εκδόσεων, Ανώτατο Δικαστήριο ΑΝΑΦΟΡΙΚΑ ΜΕ ΤΗΝ ΑΙΤΗΣΗ ΤΟΥ ΑΝΔΡΕΑ ΑΝΑΣΤΑΣΙΟΥ , Πολιτική Αίτηση αρ. 125/2017, 4/4/2018 Δικαστική Απόφαση

ECLI:CY:AD:2018:B161

ΑΝΩΤΑΤΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ ΚΥΠΡΟΥ

ΔΕΥΤΕΡΟΒΑΘΜΙΑ ΔΙΚΑΙΟΔΟΣΙΑ

 

(Πολιτική Αίτηση αρ. 125/2017)

 

4 Απριλίου, 2018

 

[ΝΙΚΟΛΑΤΟΣ,  Π., ΟΙΚΟΝΟΜΟΥ, ΨΑΡΑ-ΜΙΛΤΙΑΔΟΥ, Δ.Δ.]

 

ΑΝΑΦΟΡΙΚΑ ΜΕ ΤΗ Δ.35, Θ.20 ΤΩΝ ΘΕΣΜΩΝ ΠΟΛΙΤΙΚΗΣ ΔΙΚΟΝΟΜΙΑΣ ΚΑΙ ΤΟ ΑΡΘΡΟ 43 ΤΟΥ ΠΕΡΙ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΩΝ ΝΟΜΟΥ ΚΑΙ ΤΟ ΑΡΘΡΟ 3 ΤΟΥ ΠΕΡΙ ΑΠΟΝΟΜΗΣ ΤΗΣ ΔΙΚΑΙΟΣΥΝΗΣ (ΠΟΙΚΙΛΑΙ ΔΙΑΤΑΞΕΙΣ) ΝΟΜΟΥ ΤΟΥ 1964 ΚΑΙ ΤΗ ΔΙΑΤΑΓΗ 57 ΘΕΣΜΟΣ 2 ΚΑΙ ΤΗ ΔΙΑΤΑΓΗ 59 ΘΕΣΜΟΙ 1 ΚΑΙ 11 ΤΩΝ ΘΕΣΜΩΝ ΤΗΣ ΠΟΛΙΤΙΚΗΣ ΔΙΚΟΝΟΜΙΑΣ

 

ΚΑΙ

 

ΑΝΑΦΟΡΙΚΑ ΜΕ ΤΗΝ ΑΙΤΗΣΗ ΤΟΥ ΑΝΔΡΕΑ ΑΝΑΣΤΑΣΙΟΥ ΓΙΑ ΠΑΡΑΧΩΡΗΣΗ ΑΔΕΙΑΣ ΓΙΑ ΝΑ ΚΑΤΑΧΩΡΗΣΕΙ ΕΦΕΣΗ ΕΝΑΝΤΙΟΝ ΤΩΝ ΔΙΑΤΑΓΩΝ ΚΑΙ/Ή ΑΠΟΦΑΣΕΩΝ ΤΟΥ ΕΠΑΡΧΙΑΚΟΥ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟΥ ΛΑΡΝΑΚΑΣ, ΗΜΕΡΟΜΗΝΙΩΝ 25.7.2017, ΟΙ ΟΠΟΙΕΣ ΚΟΙΝΟΠΟΙΗΘΗΚΑΝ ΣΤΟΝ ΑΙΤΗΤΗ ΣΤΙΣ 21.8.2016, ΔΙΑ ΤΩΝ ΟΠΟΙΩΝ (ΑΠΟΦΑΣΕΩΝ) ΤΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ ΚΑΤΑ ΠΑΡΑΒΑΣΗ ΤΟΥ ΠΕΡΙ ΝΟΜΙΚΗΣ ΑΡΩΓΗΣ ΝΟΜΟΥ, Ν. 165(ι)/2002 ΚΑΙ ΤΟΥ ΠΕΡΙ ΝΟΜΙΚΗΣ ΑΡΩΓΗΣ ΚΑΝΟΝΙΣΜΟΥ ΤΟΥ 2003, ΚΑΝ. 10(2)(3), ΩΣ ΤΡΟΠΟΠΟΙΗΘΗΚΕ ΤΟ 2008 (ΑΡ. 49/2008), ΑΠΟΦΑΣΙΣΕ ΝΑ ΑΠΟΚΟΨΕΙ ΑΠΟ ΤΟΥΣ ΑΝΤΙΣΤΟΙΧΟΥΣ ΚΑΤΑΛΟΓΟΥΣ ΝΟΜΙΚΩΝ ΑΡΩΓΩΝ, ΣΤΗΝ ΠΟΙΝΙΚΗ ΥΠΟΘΕΣΗ 8202/15 ΤΟ ΣΥΝΟΛΙΚΟ ΠΟΣΟ ΤΩΝ €2727,00, ΤΟ ΟΠΟΙΟ ΑΝΤΙΣΤΟΙΧΟΥΣΕ ΣΕ 14 ΕΜΦΑΝΙΣΕΙΣ ΤΟΥ ΔΙΚΗΓΟΡΟΥ, ΕΚ ΤΩΝ 15 ΕΜΦΑΝΙΣΕΩΝ ΤΟΥ, ΣΤΗΝ ΠΟΙΝΙΚΗ ΥΠΌΘΕΣΗ 8202/15 ΓΙΑ ΤΟΝ ΚΑΤΗΓΟΡΟΥΜΕΝΟ 2 ΣΤΟΝ ΑΡΙΘΜΟ ΚΑΤΑΛΟΓΟΥ 288/17 ΣΤΟ ΔΙΑΤΑΓΜΑ ΓΙΑ ΤΗΝ ΑΙΤΗΣΗ ΝΟΜΙΚΗΣ ΑΡΩΓΗΣ 483/15 ΚΑΙ ΣΕ 5 ΕΜΦΑΝΙΣΕΙΣ ΕΚ ΤΩΝ 15 ΓΙΑ ΤΟΝ ΚΑΤΗΓΟΡΟΥΜΕΝΟ 2 ΣΤΟΝ ΑΡΙΘΜΟ ΚΑΤΑΛΟΓΟΥ 287/17 ΣΤΟ ΔΙΑΤΑΓΜΑ ΓΙΑ ΤΗΝ ΑΙΤΗΣΗ ΝΟΜΙΚΗΣ ΑΡΩΓΗΣ 484/15 ΟΙ ΟΠΟΙΕΣ ΕΛΑΒΑΝ ΧΩΡΑ ΚΑΤΟΠΙΝ ΣΧΕΤΙΚΗΣ ΕΓΚΡΙΣΗΣ ΚΑΘ΄ΕΚΑΣΤΗ ΔΙΚΑΣΙΜΟ ΚΑΙ ΣΕ ΑΠΟΚΟΠΗ ΤΩΝ ΕΞΟΔΩΝ ΤΩΝ ΣΗΜΕΙΟΥΜΕΝΩΝ ΣΤΟΝ ΣΧΕΤΙΚΟ ΚΑΤΑΛΟΓΟ ΜΕ ΑΡΙΘΜΟ 287/17 ΣΕ 5 ΕΜΦΑΝΙΣΕΙΣ ΤΟΥ ΔΙΚΗΓΟΡΟΥ ΓΙΑ ΤΟΝ ΚΑΤΗΓΟΡΟΥΜΕΝΟ 2 ΟΠΟΥ ΑΠΟΔΟΘΗΚΕ Η ΧΑΜΗΛΗ ΚΛΙΜΑΚΑ ΕΝΩ ΑΦΟΡΟΥΣΑΝ ΔΙΚΑΣΙΜΟΥΣ ΟΠΟΥ ΞΕΚΙΝΗΣΕ Η ΑΚΡΟΑΣΗ ΚΑΙ ΣΤΗ ΔΕΥΤΕΡΗ ΠΟΙΝΙΚΗ ΥΠΟΘΕΣΗ 3344/14 ΑΠΟΦΑΣΙΣΕ ΝΑ ΑΠΟΚΟΨΕΙ ΑΠΟ ΤΟΝ ΑΝΤΙΣΤΟΙΧΟ ΚΑΤΑΛΟΓΟ ΕΞΟΔΩΝ ΤΗΣ ΝΟΜΙΚΗΣ ΑΡΩΓΗΣ ΤΟ ΣΥΝΟΛΙΚΟ ΠΟΣΟ ΤΩΝ €618.- ΠΟΥ ΑΝΤΙΣΤΟΙΧΟΥΣΕ ΣΕ 2 ΑΠΟ ΤΙΣ 13 ΕΜΦΑΝΙΣΕΙΣ ΤΟΥ ΔΙΚΗΓΟΡΟΥ ΥΠΕΡΑΣΠΙΣΗΣ ΚΑΙ ΣΕ 8 ΑΠΟ ΤΙΣ 19 ΕΜΦΑΝΙΣΕΙΣ ΟΠΟΥ ΑΠΕΔΟΘΗ ΧΑΜΗΛΗ ΚΛΙΜΑΚΑ ΕΝΩ ΔΙΕΞΑΧΘΗ ΑΚΡΟΑΣΗ ΣΥΜΦΩΝΑ ΜΕ ΤΗ ΣΥΓΚΕΚΡΙΜΕΝΗ ΔΙΑΤΑΓΗ ΤΟΥ ΦΥΣΙΚΟΥ ΔΙΚΑΣΤΗ ΤΗΣ ΥΠΟΘΕΣΗΣ

 

-----------------------

 

Ο Αιτητής, Α. Αναστασίου, παρουσιάζεται προσωπικά.

Θ. Παπακυριακού (κα.), Δικήγορος για τον Γενικό Εισαγγελέα της Δημοκρατίας, για τους Καθ΄ ων η αίτηση.

         -----------------------

Την ομόφωνη απόφαση του Δικαστηρίου θα δώσει ο Νικολάτος, Π.

         ------------------------

Α Π Ο Φ Α Σ Η

 

ΝΙΚΟΛΑΤΟΣ, Π.:    Με την υπό εξέταση αίτηση ο Αιτητής ζητά άδεια του δικαστηρίου για την καταχώριση έφεσης εναντίον των διαταγών του Επαρχιακού Δικαστηρίου Λάρνακας, ημερ. 25.7.2017, δυνάμει των οποίων αποκόπηκε (α) το συνολικό ποσό των €2.727.-, που αντιστοιχούσε σε δεκατέσσερις από δεκαπέντε εμφανίσεις του Αιτητή-Δικηγόρου Υπεράσπισης στην Ποινική Υπόθεση 8202/15, για τον κατηγορούμενο 2 και σε πέντε από τις δεκαπέντε εμφανίσεις του, στην ίδια υπόθεση για τον κατηγορούμενο 1 και (β)  το συνολικό ποσό των €618.- που αντιστοιχούσε σε δύο από τις δεκαεννέα εμφανίσεις του Αιτητή-Δικηγόρου Υπεράσπισης στην Ποινική Υπόθεση 3344/14, για τον κατηγορούμενο 2.   Επιπρόσθετα το παράπονο του Αιτητή αφορά και σε αποκοπές ένεκα υπολογισμού των εξόδων του, στη χαμηλή κλίμακα, του περί Νομικής Αρωγής Νόμου.

 

Η αίτηση βασίζεται, μεταξύ άλλων, στη Δ.35 θ.20, το άρθρο 4 του περί Νομικής Αρωγής Νόμου του 2002, Ν 165(Ι)/2002, και του περί Νομικής Αρωγής Διαδικαστικού Κανονισμού του 2003, Κανονισμός 10 (2) (3).    Η αίτηση υποστηρίζεται από ένορκη δήλωση του ίδιου του Αιτητή-Δικηγόρου, κ. Ανδρέα Αναστασίου.  Στην ένορκη δήλωση του ο Αιτητής αναφέρεται στις προαναφερόμενες δύο ποινικές υποθέσεις στις οποίες εμφανίστηκε για τους κατηγορούμενους 1 και 2 στην 8202/15 και για τον κατηγορούμενο 2 στην 3344/15 του Επαρχιακού Δικαστηρίου Λάρνακας, με νομική αρωγή και επεξηγεί τους λόγους για τους οποίους επιθυμεί να καταχωρήσει έφεση κατά της απόφασης του Πρωτοκολλητή, η οποία εγκρίθηκε από το Δικαστήριο, αναφορικά με τους καταλόγους εξόδων που υπέβαλε, την οποία θεωρεί άδικη.

 

Οι Καθ΄ ων η αίτηση καταχώρισαν ένσταση στην οποίαν αναφέρουν, μεταξύ άλλων, ότι η αίτηση είναι παράτυπη και νομικά ανυπόστατη, ότι το δικαστήριο στερείται δικαιοδοσίας να την εγκρίνει και ότι, εν πάση περιπτώσει, το ζήτημα του υπολογισμού των εξόδων νομικής αρωγής εναπόκειται στη διακριτική ευχέρεια του Πρωτοκολλητή και του πρωτόδικου δικαστηρίου και, στην προκείμενη περίπτωση, ο Αιτητής απέτυχε να δείξει οποιονδήποτε λόγο για τον οποίο θα πρέπει να δοθεί άδεια για καταχώριση έφεσης.    Η ένσταση υποστηρίζεται από ένορκη δήλωση της κας Βασιλικής Νικολάου, Γραμματειακού Λειτουργού στο Αρχείο της Νομικής Υπηρεσίας της Δημοκρατίας.

 

Μελετήσαμε όλα τα ενώπιον μας στοιχεία υπό το φως των ικανών αγορεύσεων που καταχωρήθηκαν προς υποστήριξη των  θέσεων των δύο πλευρών.    Καταρχάς παρατηρούμε ότι ο Αιτητής είναι ο δικηγόρος που χειρίστηκε τις προαναφερόμενες ποινικές υποθέσεις πρωτοδίκως, με νομική αρωγή.    Χειρίστηκε την παρούσα αίτηση αυτοπροσώπως και ταυτόχρονα προέβη και στην ένορκη δήλωση προς υποστήριξη της αίτησης, πράγμα ανεπιθύμητο σύμφωνα με τη νομολογία μας.   Είναι δηλαδή ανεπιθύμητο δικηγόρος που χειρίζεται μια υπόθεση ενώπιον του δικαστηρίου να είναι ταυτόχρονα και μάρτυρας στην ίδια υπόθεση.  

Εν πάση περιπτώσει, είναι αδιαμφισβήτητο ότι δεν υπάρχει οποιαδήποτε πρόνοια, στο Ν 165(Ι)/2002, όπως τροποποιήθηκε, ή τον περί Νομικής Αρωγής Διαδικαστικό Κανονισμό του 2003, η οποία να παρέχει οποιοδήποτε δικαίωμα προσβολής της απόφασης του δικαστηρίου αναφορικά με τον υπολογισμό της νομικής αρωγής σε ποινικές υποθέσεις.   Ο ίδιος ο Αιτητής, στην αγόρευσή του, παραδέχεται ότι δυνάμει του Νόμου και του Κανονισμού δεν παρέχεται οποιοδήποτε τέτοιο δικαίωμα.   Εισηγήθηκε, όμως, ότι, παρά τη μη ύπαρξη σχετικής νομοθετικής και δικονομικής πρόνοιας, είναι δίκαιο το δικαστήριο να του παρέχει τέτοιο δικαίωμα στη βάση της αρχής ότι όπου υπάρχει αδικία υπάρχει και θεραπεία.  Έκαμε αναφορά σε σχετική αγγλική νομοθεσία και νομολογία, οι οποίες όμως δεν έχουν εφαρμογή στην Κύπρο.    Αναφέρθηκε ειδικά στις Πολιτικές Αιτήσεις 127/15 και 128/15, ημερ. 9.6.2016, στις οποίες, παρά τη μη ύπαρξη ρητής νομοθετικής πρόνοιας, δόθηκε άδεια για καταχώριση έφεσης με σκοπό την αμφισβήτηση της ορθότητας του υπολογισμού των εξόδων νομικής αρωγής σε ποινικές υποθέσεις, υπό συνθήκες παρόμοιες με αυτές της παρούσας υπόθεσης.

 

Εξετάσαμε με προσοχή τις αποφάσεις στις Πολιτικές Αιτήσεις 127/15 και 128/15.    Εν πρώτοις  παρατηρούμε ότι οι αιτήσεις εκείνες ήταν μονομερείς, δεν επιδόθηκαν στην άλλη πλευρά και ως  εκ τούτου ο Γενικός Εισαγγελέας δεν είχε την ευκαιρία να προβάλει τις θέσεις του ενώπιον του Δικαστηρίου.   Το Εφετείο, στις αποφάσεις εκείνες, ρητώς παρατήρησε ότι ο Ν 165(Ι)/2002, όπως τροποποιήθηκε, δεν προνοεί για την υποβολή καταλόγου εξόδων, τον τρόπο υπολογισμού του και την  έγκριση του.   «Ιδιατέρως δεν προνοεί, ούτε για τον τρόπο αμφισβήτησης του τελικού αποτελέσματος επί του καταλόγου όταν ο δικηγόρος διαφωνεί με τον τρόπο που ο Πρωτοκολλητής και στη συνέχεια το Δικαστήριο υπολογίζει και εγκρίνει τα ποσά που υποβλήθηκαν», όπως παρατήρησε το Εφετείο.    Αναφορικά με τον Διαδικαστικό Κανονισμό του 2003 το Εφετείο, στις ίδιες αποφάσεις, παρατήρησε ότι επίσης δεν περιλαμβάνει οποιανδήποτε πρόνοια αμφισβήτησης του τρόπου υπολογισμού και έγκρισης των εξόδων επί καταλόγου νομικής αρωγής.   Επιπρόσθετα είπε ότι ούτε ο Νόμος, ούτε οι Κανονισμοί παραπέμπουν ή κάνουν αναφορά στους Θεσμούς Πολιτικής Δικονομίας, ως εφαρμοζόμενους, στην περίπτωση της νομικής αρωγής.     Επομένως, κατέληξε το Εφετείο, η Δ.35 θ.20, την οποία επικαλέστηκε η Αιτήτρια στις προαναφερόμενες αιτήσεις, και ο Αιτητής στην παρούσα αίτηση, δεν έχει οποιαδήποτε εφαρμογή στα δεδομένα της υπόθεσης.  

 

Το Εφετείο, στις προαναφερόμενες υποθέσεις, έκαμε αναφορά και σε δύο μη δημοσιευμένες υποθέσεις, την Ποινική Αίτηση αρ. 9/12 και την  Ποινική Έφεση αρ. 59/13 και παρατήρησε ότι στις αποφάσεις εκείνες δεν εμπεριέχεται κάποιο σκεπτικό επίλυσης του κενού που διαπιστώνεται στο Νόμο αρ. 165(Ι)/2002 και τους περί Νομικής Αρωγής Κανονισμούς.   Θεώρησε όμως, το Εφετείο, ότι οι υποθέσεις εκείνες ήταν βοηθητικές ως προς το ότι δύο διαφορετικές συνθέσεις Εφετείων αποδέχθηκαν προς εξέταση παρόμοιο αίτημα ελέγχου της νομιμότητας ή της ορθότητας της απόφασης του Δικαστήριου να εγκρίνει ανάλογους καταλόγους εξόδων.   Αναφορά επίσης έγινε και στην υπόθεση Σύλβια Χρ. Αδάμου ν. Αστυνομίας, Ποινικές Εφέσεις αρ. 263/14 - 288/14, ημερ. 18.11.2015, στην οποίαν απερρίφθησαν εφέσεις, επί αμφισβητούμενων καταλόγων εξόδων, σε ποινικές υποθέσεις, με το σύστημα νομικής αρωγής.

Η κατάληξη του Εφετείου στις προαναφερόμενες αιτήσεις ήταν ότι, παρόλον που το ζήτημα δεν ρυθμίζεται ρητώς από τη Νομοθεσία, αυτό δεν επενεργεί εις βάρος της αίτησης.   Αφού συνυπολόγισε και το στοιχείο ότι η, υπό εξέταση, αίτηση ενώπιον του είχε λάβει αριθμό Πολιτικής Αίτησης και όχι Ποινικής, έκρινε ότι η Αιτήτρια δικαιούτο σε θεραπεία ελέγχου της ορθότητας του υποβληθέντος και εγκριθέντος καταλόγου εξόδων.     Στη συνέχεια το Εφετείο παρατήρησε ότι επέστη ο χρόνος για τροποποίηση της σχετικής νομοθεσίας και των κανονισμών ώστε να προνοείται σαφώς η διαδικασία αμφισβήτησης της έγκρισης καταλόγου εξόδων νομικής αρωγής.     Η τελική απόφαση του Εφετείου ήταν ότι: «Εν πάση περιπτώσει, επί της προαναφερθείσας, αν μη τι άλλο πρακτικής, η αίτηση εγκρίνεται».                         

 

Με όλο τον προσήκοντα σεβασμό, συμφωνούμε με τις παρατηρήσεις του Εφετείου, στις Πολιτικές Αιτήσεις 127/15 και 128/15, ότι για την αμφισβήτηση της έγκρισης καταλόγου εξόδων νομικής αρωγής χρειάζεται τροποποίηση της σχετικής νομοθεσίας και των κανονισμών, όμως διαφωνούμε με τη θέση του ότι τέτοια αίτηση μπορεί να εγκριθεί στη βάση μόνο πρακτικής αλλά στην απουσία ρητής πρόνοιας στη σχετική νομοθεσία και τους σχετικούς κανονισμούς.   Θεωρούμε ότι έχουμε δικαίωμα να αποκλίνομε από τις προαναφερόμενες αποφάσεις ένεκα του ότι, σε εκείνες τις μονομερείς αιτήσεις, είχε ακουστεί μόνον η μια πλευρά και το Εφετείο δεν είχε την ευκαιρία να ακούσει και τις θέσεις του Γενικού Εισαγγελέα της Δημοκρατίας.

 

Ενόψει των προαναφερομένων καταλήγουμε στο συμπέρασμα ότι η Αίτηση δεν έχει ως έρεισμα τον προαναφερόμενο σχετικό νόμο και κανονισμό, ότι η Δ.35 θ.20 δεν έχει εφαρμογή στην παρούσα υπόθεση και επομένως ότι ο Αιτητής απέτυχε να αποδείξει οποιαδήποτε νομική ή δικονομική βάση επί της οποίας η Αίτηση θα μπορούσε να εγκριθεί.   

 

Κατά συνέπεια η Αίτηση απορρίπτεται, με έξοδα εις βάρος του Αιτητή και υπέρ των Καθ΄  ων η αίτηση, τα οποία να υπολογιστούν από τον αρμόδιο Πρωτοκολλητή και να υποβληθούν για έγκριση από το Δικαστήριο.

 

 

 

 

                                                          Π.

 

 

                                                          Δ.

 

 

                                                          Δ.

 

 

 

/ΕΑΠ. 


cylaw.org: Από το ΚΙΝOΠ/CyLii για τον Παγκύπριο Δικηγορικό Σύλλογο