ΠΑΓΚΥΠΡΙΟΣ ΔΙΚΗΓΟΡΙΚΟΣ ΣΥΛΛΟΓΟΣ

Έρευνα - Κατάλογος Αποφάσεων - Εμφάνιση Αναφορών (Noteup on) - Αφαίρεση Υπογραμμίσεων


public Ναθαναήλ, Στέλιος Σταύρου Σταματίου, Κατερίνα Στυλιανίδου-Πούγιουρου, Αντρούλα Ν. Χαραλαμπίδου (κα), για τον Εφεσείοντα. Ε. Λοϊζίδου (κα), για τους Εφεσίβλητους. CY AD Κύπρος Ανώτατο Δικαστήριο 2017-05-31 el Τμήμα Νομικών Εκδόσεων, Ανώτατο Δικαστήριο SEIF ELDIN MOSTAFA MOHAMED EMAM ν. ΚΥΠΡΙΑΚΗ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑ, ΜΕΣΩ ΓΕΝΙΚΟΥ ΕΙΣΑΓΓΕΛΕΑ ΤΗΣ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑΣ, Πολιτική Έφεση Αρ. 379/2016, 31/5/2017 Δικαστική Απόφαση

ECLI:CY:AD:2017:A204

ΑΝΩΤΑΤΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ ΚΥΠΡΟΥ

ΔΕΥΤΕΡΟΒΑΘΜΙΑ ΔΙΚΑΙΟΔΟΣΙΑ

(Πολιτική Έφεση Αρ. 379/2016)

 

31 Μαΐου, 2017

 

[ΝΑΘΑΝΑΗΛ, ΣΤΑΜΑΤΙΟΥ, ΠΟΥΓΙΟΥΡΟΥ, Δικαστές]

 

ΑΝΑΦΟΡΙΚΑ ΜΕ ΤΟΝ ΠΕΡΙ ΕΚΔΟΣΕΩΣ ΦΥΓΟΔΙΚΩΝ ΝΟΜΟ ΤΟΥ 1970

 

ΚΑΙ

 

ΑΝΑΦΟΡΙΚΑ ΜΕ ΤΗΝ ΑΙΤΗΣΗ ΓΙΑ ΕΚΔΟΣΗ ΤΟΥ SEIF ELDIN MOSTAFA MOHAMED EMAM,

 

SEIF ELDIN MOSTAFA MOHAMED EMAM,

Εφεσείων/Καθ΄ου η Αίτηση,

 

ΚΑΙ

 

ΚΥΠΡΙΑΚΗ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑ, ΜΕΣΩ ΓΕΝΙΚΟΥ ΕΙΣΑΓΓΕΛΕΑ ΤΗΣ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑΣ,

Εφεσίβλητοι/Αιτητές.

----------

Ν. Χαραλαμπίδου (κα), για τον Εφεσείοντα.

Ε. Λοϊζίδου (κα), για τους Εφεσίβλητους.

Εφεσείων παρών.

----------

ΝΑΘΑΝΑΗΛ, Δ: Την ομόφωνη απόφαση του Δικαστηρίου θα δώσει η Σταματίου, Δ.

 

Α Π Ο Φ Α Σ Η

 

ΣΤΑΜΑΤΙΟΥ, Δ.: Οι αρχές της Αραβικής Δημοκρατίας της Αιγύπτου ζήτησαν την έκδοση του εφεσείοντα με στόχο να ασκηθεί εναντίον του δίωξη, σε σχέση με ποινικά αδικήματα, που κατ΄ ισχυρισμό έχει διαπράξει, σύμφωνα με τη νομοθεσία της Αιγύπτου. Τα αδικήματα έχουν ως ακολούθως:

 

1.   Αεροπειρατεία, αντίσταση κατά των αρχών και κράτηση ομήρων, κατά παράβαση των άρθρων 88 και 88bis του Ποινικού Κώδικα.

2.   Πράξεις που θέτουν σε κίνδυνο την ασφάλεια αεροσκάφους, κατά παράβαση του άρθρου 168 του Νόμου Πολιτικής Αεροπορίας 28/1981.

3.   Ενέργειες κατά παράβαση των άρθρων 22 και 24 του Νόμου Καταπολέμησης της Τρομοκρατίας 94/2015.

 

Το Επαρχιακό Δικαστήριο Λευκωσίας, ενώπιον του οποίου είχε αχθεί η υπόθεση, έκρινε ότι πληρούντο οι προϋποθέσεις που τίθενται από τη Συμφωνία μεταξύ της Κυπριακής Δημοκρατίας και της Αραβικής Δημοκρατίας της Αιγύπτου για την Έκδοση Φυγοδίκων (Κυρωτικός) Νόμος του 1996, η οποία έχει κυρωθεί με το Νόμο 13(ΙΙΙ)/1996, και ενέκρινε την αίτηση διατάσσοντας ταυτόχρονα την κράτηση του εφεσείοντα μέχρι την έκδοση. Ενημέρωσε περαιτέρω τον εφεσείοντα περί του δικαιώματός του να υποβάλει αίτηση για την έκδοση εντάλματος Habeas Corpus, με στόχο την απελευθέρωσή του. Στις 11.11.2016 καταχωρήθηκε η υπό κρίση έφεση. Περαιτέρω, ο εφεσείων καταχώρησε την Πολιτική Αίτηση 121/2016 για έκδοση εντάλματος Habeas Corpus στις 11.10.2016. Η εν λόγω αίτηση εκδικάστηκε και εκδόθηκε απορριπτική απόφαση στις 16.2.2017, η οποία επίσης έχει εφεσιβληθεί.

 

Την ημέρα κατά την οποία ήταν ορισμένη για προδικασία η υπό κρίση έφεση, τέθηκε από το Δικαστήριο και από τη Δημοκρατία θέμα κατάχρησης της διαδικασίας και οι δύο πλευρές καταχώρησαν προς τούτο γραπτές αγορεύσεις όπου ανέπτυξαν τις αντίστοιχες θέσεις τους.

 

Αποτελεί θέση του εφεσείοντα ότι η υπό κρίση έφεση είναι έγκυρη και νόμιμη, αφού αυτό που επιδιώκεται δεν θα μπορούσε να επιτευχθεί με την αίτηση για Habeas Corpus. Η διαδικασία Habeas Corpus σε υποθέσεις έκδοσης φυγοδίκων, σύμφωνα με την εισήγηση, αποτελεί μια ιδιάζουσα διαδικασία, κατά την οποία το Ανώτατο Δικαστήριο δεν ελέγχει την πρωτόδικη απόφαση όπως θα ήταν δυνατό να έπραττε ένα Εφετείο, αλλά έχει το δικαίωμα να απελευθερώσει τον αιτητή από την κράτησή του για σκοπούς έκδοσης για τους λόγους που ρητά παρατίθενται στον περί Εκδόσεως Φυγοδίκων Νόμο του 1970 (Ν.97/1970). Με το ένδικο μέσο της έφεσης μπορεί να προσβληθεί η ορθότητα της πρωτόδικης απόφασης, τόσο αναφορικά με τα ευρήματα αξιοπιστίας και τα γεγονότα που δέχθηκε το πρωτόδικο Δικαστήριο ως ορθά, όσο και αναφορικά με τις νομικές αρχές από τις οποίες καθοδηγήθηκε το πρωτόδικο Δικαστήριο και την εφαρμογή τους επί των γεγονότων. Προς τούτο, η ευπαίδευτη συνήγορος παρέπεμψε στο άρθρο 25 του περί Δικαστηρίων Νόμου του 1960, Ν.14/1960. Η ευπαίδευτη συνήγορος του εφεσείοντα, τόσο στη γραπτή της αγόρευση, όσο και στην επιχειρηματολογία που ανέπτυξε ενώπιόν μας, προέβη σε εκτεταμένη αναφορά των εξουσιών που έχει ένα Εφετείο κατά την ακρόαση έφεσης σε αντιδιαστολή με τις περιορισμένες εξουσίες του Δικαστηρίου σε διαδικασία Habeas Corpus. Τόνισε η συνήγορος ότι όχι μόνο το εύρος του δικαστικού ελέγχου και η δικαιοδοσία του Δικαστηρίου στις δύο διαδικασίες είναι διαφορετική, αλλά και το τελικό αποτέλεσμα είναι επίσης διαφορετικό, όπου η μία διαδικασία αφορά σε κράτηση για σκοπούς έκδοσης και η άλλη αυτούσια την έγκριση έκδοσης που δε θα μπορούσε να επιδιωχθεί μόνο με μία διαδικασία ικανή να εξετάσει όλα τα θέματα.

 

Από την άλλη, αποτελεί θέση της Δημοκρατίας ότι η υπό κρίση έφεση δεν έχει νομικό έρεισμα και, διαζευκτικά, η καταχώρησή της αποτελεί κατάχρηση της διαδικασίας. Κύριος άξονας της επιχειρηματολογίας που αναπτύχθηκε από τη Δημοκρατία είναι ότι δεν υπάρχει δικαίωμα καταχώρησης έφεσης σε υποθέσεις έκδοσης φυγοδίκων, οι οποίες διέπονται από ειδικό νόμο. Ο περί Δικαστηρίων Νόμος αποτελεί το γενικό νόμο που διέπει τις εφέσεις, ο οποίος όμως δεν υπερισχύει του ειδικού. Περαιτέρω, η Δημοκρατία εισηγείται ότι οι λόγοι έφεσης είναι ταυτόσημοι στην παρούσα περίπτωση με τους λόγους που προβλήθηκαν στην αίτηση για Habeas Corpus και, συνεπώς, ο εφεσείων χρησιμοποιεί δύο ένδικα μέσα με στόχο την ακύρωση της πρωτόδικης απόφασης με την οποία διατάχθηκε η κράτησή του για σκοπούς έκδοσης. Τονίστηκε ότι η διαδικασία έκδοσης φυγοδίκου είναι μια sui generis διαδικασία, όπου στόχος δεν είναι η διαπίστωση της ενοχής ή όχι του φυγόδικου.

 

Η διαδικασία έκδοσης φυγοδίκου διέπεται από τις πρόνοιες του περί Εκδόσεως Φυγοδίκων Νόμου του 1970, Ν.97/1970. Το άρθρο 10  του Νόμου προνοεί ως ακολούθως:

«10.-(1) Τo Δικαστήριov, εv πάση περιπτώσει, καθ' ηv ήθελε διατάξει τηv κράτησιv τoυ υπό έκδoσιv πρoσώπoυ δυvάμει τoυ άρθρoυ 9, θέλει πληρoφoρήσει άμα τov εvδιαφερόμεvov, εις κoιvήv γλώσσαv, περί τoυ δικαιώματoς αυτoύ όπως υπoβάλη αίτησιv διά habeas corpus πρoς τoύτoις δε αμελλητί κoιvoπoιήση τηv τoιαύτηv απόφασιv τω Υπoυργώ.

(2) Πρόσωπov, oύτιvoς διετάχθη η κράτησις δυvάμει τoυ ως είρηται άρθρoυ 9 δεv δύvαται δυvάμει τoυ παρόvτoς Νόμoυ vα απoδoθή εις τo Κράτoς ή τηv χώραv, ήτις ητήσατo τηv έκδoσιv αυτoύ-

(α) εv πάση περιπτώσει, μέχρις oυ παρέλθη διάστημα δεκαπέvτε ημερώv από της ημέρας, καθ' ηv εξεδόθη τo περί εκδόσεως διάταγμα·

(β) εv η περιπτώσει ήθελεv υπoβληθή αίτησις διά habeas corpus εφ' όσov εκκρεμεί η εξέτασις της υπoβληθείσης αιτήσεως.

(3) Τo Αvώτατov Δικαστήριov, επιλαμβαvόμεvov της τoιαύτης αιτήσεως, δύvαται, μη επηρεαζoμέvης oιασδήπoτε ετέρας δικαιoδoσίας αυτoύ, vα διατάξη τηv απoφυλάκισιv τoυ υπό έκδoσιv πρoσώπoυ, εφ' όσov ήθελε κρίvει ότι-

(α) λόγω της ασημάvτoυ φύσεως τoυ αδικήματoς, δι' o διώκεται ή κατεδικάσθη· ή

(β) λόγω της παρόδoυ μακρoύ χρόvoυ, αφ' oυ εγέvετo η διάπραξις τoυ αδικήματoς, ή, αvαλόγως της περιπτώσεως, αφ' oυ καταζητείται πρoς έκτισιv πoιvής μετά καταδίκηv αυτoύ· ή

(γ) λόγω τoυ ότι η κατ' αυτoύ κατηγoρία δεv εγέvετo καλή τη πίστει ή εv τω συμφέρovτι της δικαιoσύvης,

η απόδoσις αυτoύ θα απoτελεί, λαμβαvoμέvωv υπ' όψιv απασώv τωv περιστάσεωv, άδικov ή καταπιεστικόv μέτρov.

(4) Τo Αvώτατov Δικαστήριov, επιλαμβαvόμεvov oιασδήπoτε τoιαύτης αιτήσεως, δύvαται vα δεχθή συμπληρωματικά απoδεικτικά στoιχεία, σχετικά πρoς τηv άσκησιv της δικαιoδoσίας αυτoύ δυvάμει τoυ άρθρoυ 4 ή δυvάμει τoυ εδαφίoυ (3) τoυ παρόvτoς άρθρoυ.

 

(5) Διά τoυς σκoπoύς τoυ παρόvτoς άρθρoυ, η διαδικασία διά τηv εξέτασιv αιτήσεως υπoβληθείσης διά τηv έκδoσιv habeas corpus λoγίζεται εκκρεμoύσα μέχρις oυ εκδικασθή η κατ' αυτής τυχόv ασκηθείσα έφεσις, ή παρέλθη άπρακτoς η πρoθεσμία, εv η δύvαται vα ασκηθή τoιαύτη έφεσις, ή, εφ' όσov απαιτείται άδεια διά τηv άσκησιv εφέσεως, η πρoθεσμία εv η δύvαται vα αιτηθή η παρoχή της τoιαύτης αδείας.»

 

Με βάση την πιο πάνω νομοθετική διάταξη, μετά που αποφασίζεται η προφυλάκιση προσώπου μέχρι την έκδοσή του, ο φυγόδικος έχει δικαίωμα υποβολής αίτησης για έκδοση εντάλματος Habeas Corpus και, ακολούθως, σε περίπτωση απόρριψης του αιτήματός του, σε δικαίωμα έφεσης κατά της εν λόγω απορριπτικής απόφασης, διαβήματα τα οποία έχει λάβει ο εφεσείων στην παρούσα περίπτωση.

 

Η διαδικασία έκδοσης, όπως ορθά παρατήρησαν οι ευπαίδευτοι συνήγοροι και των δύο πλευρών, αποτελεί μία ιδιαίτερη διαδικασία. Ακόμα και στο στάδιο της αίτησης για Habeas Corpus, το άρθρο 10 του Νόμου προνοεί για τη δυνατότητα προσαγωγής συμπληρωματικών αποδεικτικών στοιχείων. Είναι, επίσης, σημαντικό να τονιστεί πως πέραν των προαναφερόμενων ένδικων μέσων, ο Υπουργός Δικαιοσύνης και Δημόσιας Τάξεως, σύμφωνα με το άρθρο 11 του Νόμου, έχει διακριτική εξουσία, στο τέλος, να αποφασίσει αν θα προβεί στην έκδοση του διατάγματος εκδόσεως του φυγοδίκου ή όχι.

 

Ακόμη όμως και νομολογιακά έχουν διασαφηνιστεί τα ένδικα μέσα που παρέχονται σε περίπτωση που διατάσσεται η κράτηση προσώπου μέχρι την έκδοση του σε χώρα του εξωτερικού. Σχετικό είναι το ακόλουθο απόσπασμα από την απόφαση στην υπόθεση Λουκά ν. Κυπριακής Δημοκρατίας, Αναθεωρητική Έφεση 124/2013, ημερομηνίας 8.1.2014:

 

«Στο κυπριακό νομικό σύστημα το πρωτόδικο δικαστήριο εξετάζει την αίτηση για έκδοση φυγοδίκου σε χώρα του εξωτερικού, στη βάση των νομικών αρχών και της νομολογίας.  Αν ο φυγόδικος δεν ικανοποιηθεί από την απόφαση του πρωτόδικου δικαστηρίου έχει δικαίωμα καταχώρισης αίτησης για  έκδοση προνομιακού εντάλματος της φύσεως Habeas Corpus, ενώπιον του Ανωτάτου Δικαστηρίου.  Το Ανώτατο Δικαστήριο και  πάλι με βάση τον Νόμο και τη σχετική νομολογία αποφασίζει το κατά πόσο δικαιολογείται η έκδοση τέτοιου προνομιακού εντάλματος ή όχι, ασκώντας τη διακριτική του ευχέρεια δικαστικά.  Αν και πάλι ο φυγόδικος δεν ικανοποιηθεί έχει δικαίωμα έφεσης στην Ολομέλεια του Ανωτάτου Δικαστηρίου, η οποία επίσης κρίνει το ζήτημα δικαστικά και με βάση τους Νόμους και τη νομολογία.  Στην προκείμενη περίπτωση ο εφεσείων εξάντλησε όλα τα προαναφερόμενα ένδικα μέσα, τα οποία είχε στη διάθεση του.»

 

Ως εκ των ανωτέρω, προκύπτει σαφώς ότι δεν υπάρχει δυνατότητα στο δικό μας νομικό σύστημα άσκησης έφεσης εναντίον απόφασης πρωτόδικου Δικαστηρίου όταν εγκρίνεται αίτηση για έκδοση προσώπου και διατάσσεται η προφυλάκισή του μέχρι την έκδοση. Ο Νόμος καθορίζει  με σαφήνεια τα ένδικα μέσα που έχει στη διάθεση του ο εφεσείων. Η σαφήνεια με την οποία εκφράζεται η πρόθεση του νομοθέτη, δεν επιτρέπει στο Δικαστήριο να διευρύνει το πεδίο του νόμου σε άλλο πλαίσιο (βλ. Dias United Publishing Co Ltd v. Δημοκρατίας (1996) 3 ΑΑΔ 550). Συνακόλουθα, τα όσα αναφέρθηκαν στην υπόθεση Farid Hilali ν. Governor of HMP Whitemoor and others [2007] EWHC 939 (Admin), που μας παρέπεμψε η συνήγορος του εφεσείοντα δεν έχουν εφαρμογή στο δικό μας σύστημα.

 

Η διαδικασία έκδοσης φυγοδίκου η οποία αποτελεί πολιτική διαδικασία δεν επιλύει διαφορές αναφορικά με ουσιαστικά δικαιώματα. Πρόκειται για μία ειδική διαδικασία η οποία διέπεται από το Ν.97/1970 και, όπως σημειώθηκε στην Γενικός Εισαγγελέας της Δημοκρατίας ν. Natalias Konovalova, Πολιτική Έφεση Αρ. 436/2011, ημερομηνίας 30.9.2015, ECLI:CY:AD:2015:D639, είναι «προσαρμοσμένη στη φύση του αντικειμένου της αίτησης για την έκδοση φυγοδίκου, με κύριο σκοπό τη διαπίστωση της ύπαρξης των προυποθέσεων για την έκδοση του. Όπως δε προβλέπεται από το άρθρο 9(3) του Νόμου, η δίκη για το ζήτημα «διεξάγεται κατά τον αυτόν, ει δυνατόν, τρόπον, ως εάν επρόκειτο περί συνοπτικής εκδίκασης αδικήματος, φερόμενου ως διαπραχθέντος υπό του εν λόγω προσώπου». Περί διαπίστωσης ύπαρξης των υπό αναφορά προϋποθέσεων λοιπόν ο λόγος, θέμα για το οποίο το Δικαστήριο δεν δεσμεύεται αυστηρά στην τήρηση των κανόνων του Δικαίου της Απόδειξης που ισχύουν στο πλαίσιο εκδίκασης των ποινικών υποθέσεων».

 

Άλλωστε, επειδή ακριβώς πρόκειται για πιστοποίηση προϋποθέσεων με στόχο την έκδοση προσώπου σε άλλη χώρα, δεν δημιουργείται ούτε δεδικασμένο ως αποτέλεσμα απόρριψης αιτήματος για έκδοση φυγοδίκου και δεν παρεμβάλλεται κώλυμα στην υποβολή δεύτερου όμοιου αιτήματος (βλ. Μελάς ν. Αρχηγού Αστυνομίας κ.ά. (1998) 1 ΑΑΔ 2261).

 

Με την αίτηση για Habeas Corpus αυτό που επιδιώκεται είναι ο έλεγχος νομιμότητας της κράτησης ενός προσώπου από δικαστική ή άλλη αρχή ή ακόμα και ιδιώτη. Αποτελεί πάγια νομολογία ότι το Ανώτατο Δικαστήριο κατά την ενάσκηση αυτής της προνομιακής εξουσίας δεν επενεργεί ως Εφετείο. Συνεπώς, δεν δύναται να αναθεωρήσει τα ευρήματα του Δικαστηρίου που αποφάσισε την έκδοση, ούτε να ελέγξει την ορθότητα της άσκησης της διακριτικής του ευχέρειας εφόσον αυτό κινήθηκε στα νόμιμα όρια της, παρά μόνο περιορίζεται στην ουσία να εξετάσει εάν το Επαρχιακό Δικαστήριο είχε ενώπιον του ικανοποιητική μαρτυρία που να δικαιολογεί την έκδοση και κατά πόσο η όλη υπόθεση εξετάστηκε εντός του δικαιοδοτικού του πλαισίου. Αναγνωρίζεται, όμως, στο Ανώτατο Δικαστήριο η αρμοδιότητα να διαπιστώσει κατά πόσον υπάρχει επαρκής μαρτυρία για έκδοση (βλ. Hackem ν. Διευθυντή Κεντρικών Φυλακών (1992) 1 ΑΑΔ 191, Αναφορικά με την Αίτηση του Παναγιώτη Λιάκου Μελά (Αρ. 3) για έκδοση εντάλματος Habeas Corpus (1998) 1 ΑΑΔ 1199 και Διευθυντής Κεντρικών Φυλακών ν. Golov (2001) 1 AAΔ 1109).

 

Έτσι και στην προκείμενη περίπτωση η έφεση δεν θα μπορούσε να είχε ως αντικείμενο την αναθεώρηση ευρημάτων διότι ο φυγόδικος δεν έχει καταδικαστεί για οποιοδήποτε αδίκημα ώστε να δικαιούται δεύτερης ευκαιρίας στο Εφετείο για αθώωση. Η ουσιαστική δίκη θα γίνει στη χώρα του με τις εκεί διαδικασίες.

 

Εγείρεται και θέμα κατάχρησης της διαδικασίας. Όπως τέθηκε στην Διευθυντής Φυλακών ν. Τζεννάρο Περρέλλα (1995) 1 ΑΑΔ 217:

 

 

«Η δικαιοδοσία για την παρεμπόδιση, περιστολή, απόρριψη ή αναστολή διαδικασίας που συνιστά κατάχρηση των δικαιοδοσιών του Δικαστηρίου, εκπηγάζει από την ίδια τη φύση της δικαστικής λειτουργίας που έχει ως λόγο το δίκαιο και μέσο τους μηχανισμούς που προάγουν την κατίσχυσή του. Γι' αυτό, η δικαιοδοσία για τη χρήση πρόσφορων μέσων για την παρεμπόδιση κατάχρησης των δικαιοδοσιών είναι σύμφυτη, ενυπάρχει σε κάθε Δικαστήριο, απόρροια της κυριαρχίας των Δικαστηρίων στους μηχανισμούς για την απονομή της δικαιοσύνης. Τα μέσα για την αποτροπή της κατάχρησης της δικαιοδοσίας του Δικαστηρίου, δε συναρτούνται με οποιοδήποτε συγκεκριμένο διάταγμα ή διατάγματα· μπορεί να προσλάβουν οποιαδήποτε μορφή που επιβάλλει η ανάγκη στη συγκεκριμένη περίπτωση για την περιφρούρηση του σκοπού για τον οποίο παρέχονται οι δικαιοδοσίες του Δικαστηρίου.

 

.

 

Από τα πολύ παλιά χρόνια έγινε δεκτό ότι η έγερση ή η προώθηση περισσοτέρων της μιας διαδικασιών για την επίτευξη στόχων που μπορεί και έπρεπε να επιδιωχθούν σε μια διαδικασία, συνιστά κατάχρηση της διαδικασίας [βλ. Williams v. Hunt [1905] 1 Κ.Β. 512]. Στην Πολιτική Έφεση 8894 (αποφασίστηκε στις 28.4.93), η Ολομέλεια του Ανωτάτου Δικαστηρίου διαπίστωσε ότι: "... Η επίκληση των δικαιοδοσιών του Ανωτάτου Δικαστηρίου ελέγχεται προς αποτροπή κατάχρησης των δικαιοδοσιών. Η επιδίωξη όμοιων σκοπών με την υιοθέτηση παράλληλων ένδικων μέσων ελέγχεται από το Δικαστήριο όπως και γενικότερα η πολλαπλότητα των διαδικασιών για την επίτευξη του ίδιου στόχου. ...".»

 

Στην παρούσα περίπτωση, ο εφεσείων επιδιώκει την ακύρωση του διατάγματος κράτησης με στόχο την έκδοσή του με δύο παράλληλες διαδικασίες. Έχει ασκήσει έφεση κατά της απορριπτικής απόφασης αδελφής μας Δικαστού σε αίτηση για Habeas Corpus και έφεση κατά της πρωτόδικης απόφασης με την οποία εγκρίθηκε η αίτηση για την έκδοση και διατάχθηκε η κράτησή του. Τα εγειρόμενα ζητήματα είναι ταυτόσημα. Ως εκ τούτου, και έχοντας υπόψη ότι δεν υπάρχει στο σχετικό Νόμο πρόνοια για άσκηση έφεσης εναντίον της πρωτόδικης απόφασης με την οποία εγκρίθηκε το αίτημα της Αιγύπτου για έκδοση του εφεσείοντα, η υπό κρίση έφεση κρίνεται καταχρηστική και έκθετη σε απόρριψη.

 

Η έφεση απορρίπτεται. Ενόψει της φύσης της διαδικασίας δεν εκδίδουμε διαταγή για έξοδα.

 

 

ΝΑΘΑΝΑΗΛ, Δ.

 

 

ΣΤΑΜΑΤΙΟΥ, Δ.

 

 

ΠΟΥΓΙΟΥΡΟΥ, Δ.

 

 

 

 

 

 

/ΧΤΘ


cylaw.org: Από το ΚΙΝOΠ/CyLii για τον Παγκύπριο Δικηγορικό Σύλλογο