ΠΑΓΚΥΠΡΙΟΣ ΔΙΚΗΓΟΡΙΚΟΣ ΣΥΛΛΟΓΟΣ
|
ECLI:CY:AD:2017:A176
ΑΝΩΤΑΤΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ ΚΥΠΡΟΥ
ΔΕΥΤΕΡΟΒΑΘΜΙΑ ΔΙΚΑΙΟΔΟΣΙΑ
(Πολιτική Έφεση Αρ. 177/11)
15 Μαΐου, 2017
[ΝΑΘΑΝΑΗΛ, ΜΙΧΑΗΛΙΔΟΥ, ΣΤΑΜΑΤΙΟΥ, Δ/ΣΤΕΣ]
AΝΔΡΕΑΣ ΓΕΩΡΓΙΑΔΗΣ ΚΑΙ ΥΙΟΣ ΛΤΔ
Εφεσείουσα
ΚΑΙ
ALPHA BANK CYPRUS LTD
Εφεσίβλητη
---------
Α. Γεωργίου (κα) για Α. Μαθηκολώνη, για την εφεσείουσα.
Γ. Ζαχαρίου (κα), για την εφεσίβλητη.
---------
ΝΑΘΑΝΑΗΛ, Δ.: Η ομόφωνη απόφαση του Δικαστηρίου θα
αναγγελθεί από τη Μιχαηλίδου, Δ.
---------
Α Π Ο Φ Α Σ Η
ΜΙΧΑΗΛΙΔΟΥ, Δ.: Η εφεσίβλητη υπέβαλε ενώπιον του Επαρχιακού Δικαστηρίου Λάρνακας αίτηση για διάλυση της εφεσείουσας εταιρείας στη βάση των άρθρων 211, 212 και 213 του περί Εταιρειών Νόμου, ΚΕΦ. 113. Η αίτηση συνοδευόταν από την ένορκη δήλωση της Εύης Αποστόλου, υπαλλήλου της εφεσίβλητης τράπεζας. H εφεσείουσα εταιρεία παρόλο που καταχώρισε εμφάνιση, εν τούτοις, παρέλειψε να καταχωρίσει εγκαίρως ένσταση. Το Δικαστήριο με ενδιάμεση απόφαση, η οποία σημειώνουμε πως δεν εφεσιβλήθηκε, ημερ. 6.12.2010, την έκρινε ως εκπρόθεσμη και ως τέτοια, αγνοήθηκε, πλην της αγόρευσης του δικηγόρου της εφεσείουσας, η οποία λήφθηκε υπόψη από το Δικαστήριο, υπό το φως των αποφάσεων Papapetrou Bros Ltd v. Παπαπέτρου (2003) 1 Α.Α.Δ. 741 και Χατζηγαβριήλ κ.α. ν. Ξενοφώντος κ.α. (2005) 1 Α.Α.Δ. 57.
Το Δικαστήριο στη βάση της αδιαμφισβήτητης μαρτυρίας - οι μάρτυρες της εφεσίβλητης δεν αντεξετάστηκαν - κατ΄ ακολουθίαν του δεσμευτικού της ενδιάμεσης απόφασης του Δικαστηρίου ως ανωτέρω, και με ανάλυση της νομολογίας (G.I.P. Constructions Ltd v. Διευθυντή Τμήματος Κοινωνικών Ασφαλίσεων (1991) 1 Α.Α.Δ. 14, Ιn Re Loukos Manufacturers Ltd (1998) 1 A.A.Δ. 2226, Μ. Μοulettaris Machin. Co Ltd v. Ζήνωνος (2001) 1 Α.Α.Δ. 1649, Pan-Aman Hotels Ltd v. Eφόρου Φόρου Προστιθέμενης Αξίας (2002) 1 Α.Α.Δ. 1796, Re Bryant Investments Co Ltd (1974) 2 All E.R. 672) σε ότι αφορά την εμβέλεια εφαρμογής των άρθρων 211 και 212 του ΚΕΦ. 113, προέβη σε εύρημα αφερεγγυότητας της εταιρείας και εξέδωσε διάταγμα εκκαθάρισης με το ακόλουθο σκεπτικό:
«Θεωρώ ότι ενώπιον του Δικαστηρίου υπάρχει μαρτυρία για τα ακόλουθα: πρώτον, για το ποσό που οφείλεται σήμερα από την Καθ΄ ης η αίτηση στην Αιτήτρια. Δεύτερον, ότι η Αιτήτρια επέδωσε στην Καθ΄ ης η Αίτηση Εταιρεία, παραδίδοντας στον διευθυντή της απαίτηση πληρωμής, υπογραμμένη, η οποία απαιτούσε από την Καθ΄ ης η αίτηση να καταβάλει το ποσό που οφείλεται με τον τρόπο αυτό. Τρίτον, ότι η Καθ΄ ης η Αίτηση Εταιρεία αμέλησε να καταβάλει το ποσό ή να το εξασφαλίσει ή να το διευθετήσει προς εύλογη ικανοποίηση της Αιτήτριας. Και τέταρτον, ότι η εκτέλεση της απόφασης του Επαρχιακού Δικαστηρίου Λάρνακας ημερομηνίας 16/03/2007, στην αγωγή 3430/2005, μέσω των ενταλμάτων εκποίησης κινητής περιουσίας, που επικαλείται η Αιτήτρια, δεν θα ικανοποιήσει την ολότητα της απαίτησης της και θα μείνει ανικανοποίητη.
Το Δικαστήριο έχοντας ενώπιον του τα γεγονότα που τέθηκαν στην Αίτηση, μπορεί να προβεί σε εύρημα αφερεγγυότητας της Εταιρείας, στα πλαίσια της γενικότερης εξέτασης του κατά πόσο η Εταιρεία μπορεί να εξοφλήσει τα χρέη της, έστω και αν δεν συντρέχουν τα ειδικά τεκμήρια του άρθρου 212, αφού η Αιτήτρια έχει επικαλεστεί το γενικό άρθρο 211.»
Όσα ηγέρθησαν με την αγόρευση του δικηγόρου της εφεσείουσας πρωτοδίκως συναποτελούν και τους αντίστοιχους λόγους έφεσης: (α) η ένορκη δήλωση που συνόδευε την αίτηση της Εύης Αποστόλου (ΜΑ3) υπαλλήλου της εφεσίβλητης τράπεζας, ήταν προγενέστερη της αίτησης διάλυσης, κατ΄ αντίθεση με τις επιτακτικές πρόνοιες της Δ.39 θ.3 των περί Πολιτικής Δικονομίας Θεσμών, κατά συνέπεια, η αίτηση ως αβάσιμη και απαράδεκτη θα έπρεπε να απορριφθεί. Λανθασμένα το Δικαστήριο θεώρησε ότι η παρατυπία θεραπεύθηκε κατά την ακροαματική διαδικασία με την κατάθεση της ΜΑ3 (1ος και 2ος λόγος). (β) Το δεύτερο ζήτημα έπληττε την ορθότητα της επίδοσης της επίδικης αίτησης στο διευθυντή της εταιρείας, αντί στο εγγεγραμμένο της γραφείο, κατά παράβαση των ρητών προνοιών του άρθρου 212(α) του περί Εταιρειών Νόμου, ΚΕΦ. 113. Λανθασμένα το Δικαστήριο κατέληξε ότι οι πρόνοιες της Δ.5 θ.7 των περί Πολιτικής Δικονομίας Θεσμών, τυγχάνουν εφαρμογής και στην περίπτωση του άρθρου 212(α) του περί Εταιρειών Νόμου (3ος και 4ος λόγος).
Ως προς το πρώτο ζήτημα το Δικαστήριο με παραπομπή στη νομολογία (Re Stavros Hotels Aprts Ltd κ.α. (Αρ. 2) (1994) 1 Α.Α.Δ. 836 και BABEL ΜΠΟΥΤΙΚ ΛΤΔ (1995) 1 Α.Α.Δ. 947) απέρριψε τις θέσεις της εφεσείουσας:
«Τα γεγονότα της παρούσας υπόθεσης είναι διαφορετικά από αυτά της υπόθεσης Αναφορικά με την Stavros Hotels Apartments Ltd (2) (ανωτέρω) και περισσότερο προσομοιάζουν με αυτά της υπόθεσης Αναφορικά με την ΒΑΒΕΛ ΜΠΟΥΤΙΚ ΛΙΜΙΤΕΔ (ανωτέρω). Είναι εμφανές από αυτά τούτα τα καταχωρηθέντα έγγραφα, ότι η Ένορκη Δήλωση που συνοδεύει την αίτηση διάλυσης φέρει ημερομηνία προγενέστερη, είχε υπογραφτεί στις 29/12/2009, από αυτή της καταχώρισης της Αίτησης διάλυσης, η οποία καταχωρίστηκε στις 04/01/2010. Όμως, το περιεχόμενό της Ένορκης Δήλωσης ημερομηνίας 29/12/2009 επιβεβαιώθηκε από την ένορκη μαρτυρία της κας Εύης Αποστόλου ενώπιον του Δικαστηρίου στις 21/12/2010. Οπόταν, εντάχθηκε, με την ένορκη υιοθέτηση της προηγηθείσας Ένορκης δήλωσης, ημερομηνίας 29/12/2010, η απαραίτητη μαρτυρία στα πλαίσια της Αίτησης διάλυσης και θεωρώ ότι δεν τίθεται οποιοδήποτε εμπόδιο στην εξέταση της Αίτησης διάλυσης.»
Ως προς το δεύτερο ζήτημα, το Δικαστήριο με παραπομπή στις πρόνοιες της Δ.5 θ.7 των περί Πολιτικής Δικονομίας Θεσμών και στο Halsbury's Laws of England, 4η έκδοση, παρ. 492, σ.305, έκρινε ότι η επίδοση σε αξιωματούχο διευθυντή της εταιρείας κάλυπτε τα εχέγγυα της ορθής και έγκυρης επίδοσης:
«Καθοδηγούμενη από τις πιο πάνω αρχές, τις οποίες έχω παραθέσει, καταλήγω ότι το άρθρο 212, το οποίο επικαλέστηκε η αιτήτρια, μπορεί να εφαρμοστεί στα γεγονότα, όπως αυτά παρουσιάστηκαν ενώπιον του Δικαστηρίου. Το συγκεκριμένο άρθρο προβλέπει για την επίδοση απαίτησης πληρωμής στην Καθ΄ ης η Αίτηση Εταιρεία, η οποία θα παραδοθεί στο εγγεγραμμένο γραφείο της εταιρείας. Έχει προσκομιστεί, εκ μέρους της Αιτήτριας, μαρτυρία ότι το εγγεγραμμένο γραφείο της εταιρείας δεν λειτουργούσε, γι΄ αυτό και η απαίτηση πληρωμής επιδόθηκε απευθείας στον Διευθυντή της Καθ΄ ης η αίτηση Εταιρείας.»
Η εμβέλεια των άρθρων 211 και 212 του ΚΕΦ. 113 έχουν τύχει εξέτασης σε σειρά αποφάσεων του Ανωτάτου Δικαστηρίου και δεν συντρέχει λόγος περαιτέρω ανάλυσης. Παραπέμπουμε στις αποφάσεις που και το πρωτόδικο Δικαστήριο ορθά ανέλυσε και εφάρμοσε στα γεγονότα της υπό κρίση υπόθεσης. Στην Μετοχική Εταιρεία ν. Basouno Ltd, Πολ. Εφ. Αρ. 269/09, 20.2.2014, ECLI:CY:AD:2014:A123, επαναλαμβάνεται για ακόμα μια φορά το εύρος εφαρμογής των εν λόγω διατάξεων. Προκύπτει πως στην περίπτωση που αποδεικνύονται με αποδεκτή μαρτυρία τα στοιχεία που διαλαμβάνονται στο άρθρο 212, το Δικαστήριο δεν κέκτηται διακριτικής ευχέρειας να αποστεί της διάλυσης της εταιρείας, ενώ σε περίπτωση που ικανοποιούνται οι πρόνοιες του άρθρου 211 το Δικαστήριο διατηρεί ευρεία διακριτική ευχέρεια (βλ. Μ. Moulettaris Machinery Ltd (ανωτέρω)). Στην G.I.P. Constructions Ltd v. Διευθυντή Κοινωνικών Ασφαλίσεων (1991) 1 Α.Α.Δ. 14, που υιοθέτησε το σκεπτικό της Moulettaris (ανωτέρω) επιβεβαιώθηκε ότι η άδεια για πληρωμή χρεών δεν εξαντλείται, όπως παρατηρεί το πρωτόδικο Δικαστήριο, «στις περιπτώσεις του άρθρου 212 το οποίο δεν περιορίζει τη γενικότητα του άρθρου 211(ε). Το Δικαστήριο μπορεί να λάβει υπόψη μαρτυρία και να εκδώσει διάταγμα διάλυσης αν πιστοποιήσει αφερεγγυότητα της εταιρείας δυνάμει του άρθρου 211(ε) και χωρίς να συντρέχουν οι ειδικές προϋποθέσεις του άρθρου 212.»
Τα ανωτέρω υπό την επιφύλαξη, βεβαίως ότι υπάρχει επαρκής αναφορά τόσο στην αίτηση όσο και στη μαρτυρία που προσάγεται ενώπιον του Δικαστηρίου (C. PHASARIAS (AUTOMOTIVE CENTRE) LTD v. Eταιρεία Σκυροποιϊας «ΛΕΩΝΙΚ» ΛΤΔ (2009) 1 Α.Α.Δ. 1457).
Αδιαμφισβήτητα οι ρητές πρόνοιες του ρυθμιστικού άρθρου 212(α) δεν επιτρέπουν καταφυγή στις πρόνοιες της Δ.5 θ.7 (C. PHASARIAS (AUTOMOTIVE CENTRE) LTD (ανωτέρω)). Δικαστική διαδικασία που πρέπει να επιδοθεί αλλά δεν περιέρχεται σε γνώση του αντιδίκου είναι άκυρη (Re Pritchard (Deceased) (1963) 1 All E.R. 873, 883, όπως υιοθετήθηκε στην Spyropoullos v. Transavia (1979) 1 C.L.R. 421, Τhe President of the Republic v. The House of Representatives (1985) 3 C.L.R. 872, 903-904). Σε περίπτωση ακυρότητος ο εναγόμενος ή ο καθ΄ ου δικαιούται ex debito justitiae στην ακύρωση της απόφασης που εκδόθηκε εναντίον του. Διαφεύγει όμως του δικηγόρου των εφεσειόντων ότι η αίτηση βασίζετο και στο άρθρο 211, οι προϋποθέσεις του οποίου, όπως έκρινε το Δικαστήριο, ικανοποιήθηκαν. Τούτων δοθέντων εκ του περισσού το Δικαστήριο εξέτασε το ζήτημα νομότυπης επίδοσης και εφαρμογής της Δ.5 θ.7 σε περίπτωση εφαρμογής του άρθρου 212(α) του Νόμου.
Με δεδομένο λοιπόν ότι δεν προσβάλλεται με αυτοτελή λόγο έφεσης η κατάληξη του Δικαστηρίου ότι στα γεγονότα της παρούσας υπόθεσης τυγχάνουν εφαρμογής και οι πρόνοιες του άρθρου 211, στην οποία βασίζετο η αίτηση ή το λανθασμένο της άσκησης της διακριτικής ευχέρειας του Δικαστηρίου, το ζήτημα που εγείρεται καθίσταται ακαδημαϊκό και ο πρώτος λόγος έφεσης καθίσταται αλυσιτελής. Τα Δικαστήρια όμως δεν αποφαίνονται επί ματαίω (Polytropo Advertising Ltd v. Adboard Ltd (2003) 1 Α.Α.Δ. 1484, 1486, Ανδρέας Δημητρίου κ.α. ν. Αlyona (Alena) Sidorenko (2011) 1 Α.Α.Δ. 1095, Γεωργία Παναγιώτου κ.α. ν. Westside Engineering Ltd (2012) 1 Α.Α.Δ. 2222, Olympic Building and Metal Construction Ltd v. Παπαϊωάννου, Πολ. Έφ. Αρ. 3/10, 11.9.2014, ECLI:CY:AD:2014:A671).
Απάντηση στα όσα ηγέρθησαν τόσο πρωτοδίκως όσο και κατ΄ έφεση για το παράτυπο της ένορκης δήλωσης που συνόδευε την αίτηση, δίδει η νομολογία η οποία με σαφήνεια τα τελευταία χρόνια έθεσε το πλαίσιο άσκησης της διακριτικής ευχέρειας του Δικαστηρίου να διασώσει ή να θεραπεύσει δικονομικό μέτρο που παρεκκλίνει από τους Θεσμούς (Δ.64).
Το Δικαστήριο ασκεί τη διακριτική του ευχέρεια πάντοτε με γνώμονα το συμφέρον της δικαιοσύνης όπως αποτιμάται υπό το πρίσμα των εκατέρωθεν δικαιωμάτων και υποχρεώσεων των διαδίκων, καθώς και των ευρύτερων συμφερόντων της δικαιοσύνης (Σκάρου ν. Χριστοδούλου κ.α. (1996) 1 Α.Α.Δ. 1333, Panayiotis Georgiou (Catering) Ltd ν. Δημοκρατίας (1996) 3 ΑΑΔ 323, Landbroke Group Plc v. Παπακόκκινου κ.α. (1999) 1 Α.Α.Δ. 1535, Μιχαήλ ν. Ττούνια (2004) 1 Α.Α.Δ. 113). Ό,τι λαμβάνεται ιδιαιτέρως υπόψη, ανάμεσα στα άλλα, κατά την άσκηση της διακριτικής ευχέρειας του Δικαστηρίου, είναι και ο δυσμενής επηρεασμός του αντιδίκου, ως το αποτέλεσμα που επιφέρει η επικαλούμενη παρατυπία, όπως υιοθετήθηκε με την ΑΝS Secretaries Ltd v. ΟRIANDA Management FZ LLC, Πολιτική Έφεση Αρ. 362/09, 3.7.2014, ECLI:CY:AD:2014:A458:
«Με τη νέα Διάταξη 64, όπως αυτή τροποποιήθηκε με το Διαδικαστικό Κανονισμό 2/95, η προσπάθεια του Δικαστηρίου θα πρέπει πάντοτε να κλίνει υπέρ της διάσωσης οποιουδήποτε δικονομικού μέτρου που παρεκκλίνει από τους Θεσμούς, ενώ προηγουμένως αυτό θα εθεωρείτο άκυρο. .»
Στην υπό κρίση περίπτωση επρόκειτο περί γενικής αίτησης η οποία επεδόθη δεόντως και τα γεγονότα της προηγηθείσας της αίτησης ένορκης δήλωσης που τη συνόδευε, επαναβεβαιώθηκαν από τη ΜΑ3 ενόρκως, η οποία κατέθεσε ενώπιον του Δικαστηρίου και έδωσε ικανοποιητικές εξηγήσεις για το προχρονολογημένο. Ορθά λοιπόν το Δικαστήριο υπό τας περιστάσεις, και εν όψει του ότι η μαρτυρία των εφεσιβλήτων παρέμεινε αναντίλεκτη κατέληξε ότι: «. εντάχθηκε, με την ένορκη υιοθέτηση της προηγηθείσας Ένορκης δήλωσης, ημερομηνίας 29/12/2010, η απαραίτητη μαρτυρία στα πλαίσια της Αίτησης διάλυσης και θεωρώ ότι δεν τίθεται οποιοδήποτε εμπόδιο στην εξέταση της Αίτησης διάλυσης.»
Οι δε Stavros Hotels (ανωτέρω) και BABEΛ ΜΠΟΥΤΙΚ ΛΤΔ (ανωτέρω) αφορούσαν σε αίτηση για έκδοση συντηρητικού διατάγματος και ορθά διακρίθηκαν από το Δικαστήριο. Κρίθηκε σε διαδικασία αιτήσεων έκδοσης προνομιακού διατάγματος Certiorari ότι δεν ήταν δυνατή η λήψη μαρτυρίας υπό μορφή προχρονολογημένης ένορκης δήλωσης χωρίς να αναδεικνύεται η διασύνδεση της με την αγωγή και η ενσωμάτωση του περιεχομένου της στα δεδομένα της υπόθεσης.
Λάβαμε υπόψη μας και την πρόσφατη απόφαση στην Ίβρου ν. Μαυροκωνσταντή κ.α., Πολιτική Έφεση Αρ. Ε126/13, 1.2.2017, ECLI:CY:AD:2017:A31, όπου αίτηση για επαναφορά απορριφθείσας έφεσης δεν ενεκρίθη κατά πλειοψηφία, με το σκεπτικό ότι η ένορκη δήλωση συναρτάτο με ανύπαρκτη αίτηση επαναφοράς ή έφεση (Δ.39 θ.3). Στην υπό κρίση το ζήτημα και πάλι διαφοροποιείται, η αίτηση διάλυσης βρισκόταν εν εξελίξει, προωθήθηκε σε ακρόαση και το περιεχόμενο της ένορκης δήλωσης επαναβεβαιώθηκε επ΄ ακροατηρίω.
Ως προς το συναφή λόγο έφεσης που αφορά στον εσφαλμένο τρόπο που το Δικαστήριο επέλεξε για να θεραπεύσει την παρατυπία θεωρούμε ότι η Πέτριχου ν. Χατζηϊωσήφ (1998) 1 Α.Α.Δ. 81, την οποία επικαλείται ο δικηγόρος των εφεσειόντων προς υποστήριξη των θέσεων του, δεν υποστηρίζει άκαμπτο κανόνα, όπως εισηγείται ο δικηγόρος των εφεσειόντων. Όπως το ζήτημα αναλύεται στη Φαλέκκος ν. Χριστοφίδη (2013) 1(Γ) Α.Α.Δ. 2534, με παραπομπή στην Αγγλική υπόθεση Metroinvest Ansalt and Others v. Commercial Union [1985] 1 WLR 513:
«Στην πιο πάνω υπόθεση το Εφετείο έκρινε ότι «το πρωτόδικο δικαστήριο έπρεπε να θεραπεύσει την παρατυπία με το να εκδώσει διάταγμα απαλλαγής από την παρατυπία» (βλ. σελ. 381 της απόφασης). Τα όσα αναφέρθηκαν μετέπειτα στις υποθέσεις M.I. Holdings Public Ltd v. Παναγή, ανωτέρω και Αρέστη ν. Ερμογένους, ανωτέρω, ότι η Δ.64 δεν «παρέχει στο Δικαστήριο εξουσία να προβαίνει αυτεπαγγέλτως σε διορθωτικές κινήσεις», ουδόλως επηρεάζουν το δικαστικό λόγο της Wunderlich κ.α. ν. Παναγιώτου. Τα όσα αναφέρθηκαν στις πιο πάνω δύο υποθέσεις που επικαλέστηκε ο συνήγορος του Εφεσείοντος, έγιναν με αναφορά στην υπόθεση Πέτριχου ν. Χ΄΄Ιωσήφ, ανωτέρω. Όμως εκείνο που τονίστηκε στην Πέτριχου, ήταν ότι η νέα Δ.64 δεν αποτελεί πανάκεια στη μη συμμόρφωση με τους Κανονισμούς, τους οποίους δεν έχει σκοπό να καταργήσει. Τονίστηκε ότι η Δ.64 δημιουργεί ένα ένδικο μέσο το οποίο ο διάδικος μπορεί να χρησιμοποιήσει για να θεραπεύσει παρατυπίες. Όμως το Δικαστήριο με κανένα τρόπο δεν περιόρισε τη διακριτική ευχέρεια του πρωτόδικου δικαστηρίου, όταν με κάποιο τρόπο εγείρεται ενώπιον του θέμα μη συμμόρφωσης με τους Κανονισμούς, να ασκήσει τη διακριτική ευχέρεια που του παρέχεται από τη Δ.64 θ.1(3) και είτε να παραμερίσει το μη θεραπεύσιμο εναρκτήριο μέσο, είτε να εκδώσει τέτοιο διάταγμα, όπως κρίνει δίκαιο και πρέπον αναφορικά με τη διαδικασία.»
Υπό το φως των γεγονότων της υπόθεσης και με δεδομένο ότι η ένσταση των εφεσειόντων που καταχωρίστηκε εκπρόθεσμα, δεν λήφθηκε υπόψη, δεν βλέπουμε πώς θα εξυπηρετούσε τα συμφέροντα της δικαιοσύνης, η υποβολή αίτησης για θεραπεία της παρατυπίας, με μόνο αποτέλεσμα την αναβολή της δίκης. Υπό την επιφύλαξη πάντοτε ότι το καθήκον δικηγόρων ή διαδίκων προς λήψη άμεσων μέτρων για θεραπεία και άρση διαπιστούμενης παρατυπίας, παραμένει στο ακέραιο. Επομένως ούτε και ο δεύτερος λόγος έφεσης ευσταθεί.
Η έφεση αποτυγχάνει και απορρίπτεται με έξοδα υπέρ της εφεσίβλητης, όπως αυτά θα υπολογιστούν από τον Πρωτοκολλητή και θα εγκριθούν από το Δικαστήριο.
ΣΤ. ΝΑΘΑΝΑΗΛ, Δ.
Δ. ΜΙΧΑΗΛΙΔΟΥ, Δ.
Κ. ΣΤΑΜΑΤΙΟΥ, Δ.
/ΦΚ