ΠΑΓΚΥΠΡΙΟΣ ΔΙΚΗΓΟΡΙΚΟΣ ΣΥΛΛΟΓΟΣ

Έρευνα - Κατάλογος Αποφάσεων - Εμφάνιση Αναφορών (Noteup on) - Αφαίρεση Υπογραμμίσεων


public Παμπαλλής, Κώστας Σταύρου Μ. Ιωάννου, για τους Αιτητές. CY AD Κύπρος Ανώτατο Δικαστήριο 2017-03-16 el Τμήμα Νομικών Εκδόσεων, Ανώτατο Δικαστήριο ΑΝΑΦΟΡΙΚΑ ΜΕ ΤΗΝ ΑΙΤΗΣΗ ΤΗΣ OKSANA VERYGA κ.α., Πολιτική Αίτηση Αρ. 35/2017, 16/3/2017 Δικαστική Απόφαση

ECLI:CY:AD:2017:D88

ΑΝΩΤΑΤΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ ΚΥΠΡΟΥ

 

                  

(Πολιτική Αίτηση Αρ. 35/2017)

 

 

16 Μαρτίου, 2017

 

 

[ΠΑΜΠΑΛΛΗΣ, Δ/στής]

 

 

ΑΝΑΦΟΡΙΚΑ ΜΕ ΤO ΑΡΘΡO 155.4 ΤΟΥ ΣΥΝΤΑΓΜΑΤΟΣ, ΤΑ ΑΡΘΡΑ 3 ΚΑΙ 9 ΤΟΥ ΠΕΡΙ ΑΠΟΝΟΜΗΣ ΤΗΣ ΔΙΚΑΙΟΣΥΝΗΣ

(ΠΟΙΚΙΛΑΙ ΔΙΑΤΑΞΕΙΣ) ΝΟΜΟΥ TOY 1964, ΤΑ ΑΡΘΡΑ 12.5 ΚΑΙ

30.3 ΤΟΥ ΣΥΝΤΑΓΜΑΤΟΣ, ΤΟΥΣ ΘΕΣΜΟΥΣ ΠΟΛΙΤΙΚΗΣ

ΔΙΚΟΝΟΜΙΑΣ Δ.48 Θ. 3 Θ. 4(1) Θ. 5 Θ. 8 (4) Θ. 9 ΤΟΥ ΝΟΜΟΥ

ΠΕΡΙ ΤΗΣ ΠΑΡΕΜΠΟΔΙΣΗΣ ΚΑΙ ΚΑΤΑΠΟΛΕΜΗΣΗΣ ΤΗΣ

ΝΟΜΙΜΟΠΟΙΗΣΗΣ ΕΣΟΔΩΝ ΑΠΟ ΠΑΡΑΝΟΜΕΣ ΔΡΑΣΤΗΡΙΟΤΗΤΕΣ Ν. 188(Ι)/2007 ΚΑΙ ΤΗΝ ΣΥΜΦΥΤΗ

ΕΞΟΥΣΙΑ ΚΑΙ ΔΙΑΚΡΙΤΙΚΗ ΕΥΧΕΡΕΙΑ ΤΟΥ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟΥ

 

ΚΑΙ

 

ΑΝΑΦΟΡΙΚΑ ΜΕ ΤΗΝ ΑΙΤΗΣΗ ΤΗΣ OKSANA VERYGA ΕΚ

ΟΥΚΡΑΝΙΑΣ ΚΑΙ MAGNIFIA GANDHILL LIMITED ΑΙΤΗΤΩΝ

ΣΤΗΝ ΑΙΤΗΣΗ ΗΜΕΡ. 16.02.2015 ΥΠ' ΑΡ. 84/2014 ΤΟΥ

ΕΠΑΡΧΙΑΚΟΥ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟΥ ΛΕΜΕΣΟΥ ΓΙΑ ΑΔΕΙΑ ΓΙΑ

ΤΗΝ ΚΑΤΑΧΩΡΗΣΗ ΑΙΤΗΣΗΣ ΓΙΑ ΕΚΔΟΣΗ

ΕΝΤΑΛΜΑΤΟΣ CERTIORARI

 

ΚΑΙ

 

ΑΝΑΦΟΡΙΚΑ ΜΕ ΤΗΝ ΑΠΟΦΑΣΗ ΗΜΕΡ. 12.01.2017 ΠΟΥ ΕΚΔΟΘΗΚΕ ΑΠΟ ΤΟ ΕΠΑΡΧΙΑΚΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ ΛΕΜΕΣΟΥ ΣΤΗΝ ΑΙΤΗΣΗ ΑΡ. 84/2014 Ε. Δ. ΛΕΜΕΣΟΥ ΔΥΝΑΜΕΙ ΤΗΣ ΟΠΟΙΑΣ ΑΠΟΡΡΙΦΘΗΚΕ Η ΑΙΤΗΣΗ ΗΜΕΡ. 16.02.2015 ΧΩΡΙΣ ΝΑ ΔΟΘΕΙ ΣΤΟΥΣ ΕΠΗΡΕΑΖΟΜΕΝΟΥΣ ΑΙΤΗΤΕΣ Η ΕΥΚΑΙΡΙΑ ΝΑ ΑΚΟΥΣΘΟΥΝ ΕΝΩ ΑΠΟ ΤΗΝ ΦΥΣΗ ΤΗΣ ΔΙΑΔΙΚΑΣΙΑΣ ΤΟΥΣ ΑΝΑΓΝΩΡΙΖΕΤΟ ΤΟ ΕΝ ΛΟΓΩ ΔΙΚΑΙΩΜΑ

----------------------------------------

 

 

 

Μ. Ιωάννου, για τους Αιτητές.

--------------------------------------------

 

 

Α Π Ο Φ Α Σ Η

 

ΠΑΜΠΑΛΛΗΣ, Δ.: Με την παρούσα αίτηση επιζητείται η παραχώρηση αδείας για την καταχώριση αιτήσεως για έκδοση προνομιακού εντάλματος Certiorari, με σκοπό την ακύρωση της απόφασης του Επαρχιακού Δικαστηρίου Λεμεσού, ημερ.                       12 Ιανουαρίου 2017, που εκδόθηκε στο πλαίσιο της Αίτησης 84/2014.

 

Ο Γενικός Εισαγγελέας, στο πλαίσιο διερεύνησης αδικημάτων, μεταξύ άλλων, συνωμοσίας προς διάπραξη κλοπής και νομιμοποίησης εσόδων από παράνομες δραστηριότητες, αιτήθηκε την έκδοση διατάγματος για την παγοποίηση λογαριασμών, που κατ' ισχυρισμό, ήταν αντικείμενο διερεύνησης των πιο πάνω ποινικών αδικημάτων. Το διάταγμα εκδόθηκε μονομερώς στα πλαίσια της Αίτησης 84/2014, στη βάση ενόρκου δηλώσεως του αστυφύλακα 709, Νικόλα Χαραλάμπους στις 30 Δεκεμβρίου 2014. Υπήρξε παγοποίηση και απαγόρευση οποιασδήποτε συναλλαγής για το χρηματικό ποσό των €558.316,57, ποσό που βρισκόταν κατατεθημένο στην Ελληνική Τράπεζα στο λογαριασμό με αριθμό 240-01-627140-01 και ήταν στο όνομα της εταιρείας MAGNIFIA GANDHILL LIMITED (αιτητών 1).

 

Το εκδοθέν διάταγμα στρεφόταν, μεταξύ άλλων, και στην πιο πάνω εταιρεία, η οποία ήταν καθ'ων η αίτηση 5 στην Αίτηση 84/2014.               Στη βάση της ενόρκου δηλώσεως, που συνόδευε την αίτηση, αναφερόταν ότι η εν λόγω εταιρεία είναι κυπριακή και μέτοχος της με ποσοστό 100% ήταν η Ευγενία Παρασκευαΐδου, καθ'ου η αίτηση 1 στο πλαίσιο της Αιτήσεως υπ' αρ. 84/2014.

 

Η Oksana Veryga από την Ουκρανία (αιτήτρια 1), απέστειλε επιστολή, μέσω του δικηγόρου της, προς την Ελληνική Τράπεζα, καθ'ου η αίτηση 8 στο πλαίσιο της Αιτήσεως υπ' αρ. 84/2014, με την οποία γνωστοποιούσε ότι οι μετοχές οι οποίες βρίσκονται στο όνομα της Ευγενίας Παρασκευαΐδου δόθηκαν δυνάμει κατεπιστεύματος και τα συγκεκριμένα παγοποιηθέντα χρήματα ανήκουν στην ιδία. Η εν λόγω επιστολή στάληκε στις 18 Δεκεμβρίου 2014. Και τούτο έγινε πριν την έκδοση του διατάγματος, όπως υποστήριξε ο ευπαίδευτος συνήγορος των αιτητών, για να καταδείξει ότι το συγκεκριμένο στοιχείο παρέλειψε να το αναφέρει στον όρκο που ετοίμασε ο αστυφύλακας, αιτούμενος την έκδοση του διατάγματος για παγοποίηση του λογαριασμού, το οποίο, όπως σημείωσα, εκδόθηκε στις 30 Δεκεμβρίου 2014.

 

Στις 16 Φεβρουαρίου 2015 οι αιτητές Ο. Veryga και η εταιρεία MAGNIFIA GANDHILL LIMITED υπέβαλαν αίτηση για παραμερισμό και/ή ακύρωση του εκδοθέντος μονομερώς διατάγματος, ημερ.                            30 Δεκεμβρίου 2014, και θεωρώ σημαντικό να παραθέσω το πλήρες κείμενο του αιτητικού:

 

«(Α) Διάταγμα του Δικαστηρίου παραμερίζον και/ή ακυρώνον το Διάταγμα και/ή την απόφαση την εκδοθείσα μονομερώς την 30.12.2014 εις την υπό τον ως άνω αριθμό και τίτλο αίτηση εναντίον των Καθ'ων η Αίτηση 5.»

 

Όπως έχω σημειώσει, καθ'ου η αίτηση 5 είναι η εταιρεία και το όνομα της Ο. Veryga δεν περιλαμβάνεται μεταξύ των καθ'ων η αίτηση στο πλαίσιο της Αιτήσεως 84/2014.

 

Η αίτηση ημερ. 16 Φεβρουαρίου 2015 για παραμερισμό του διατάγματος, αντίκρυσε την ένσταση του Γενικού Εισαγγελέα.

 

Το επόμενο πρακτικό του δικαστηρίου αναφορικά με την εν λόγω υπόθεση, είναι στις 7 Δεκεμβρίου 2016, που ακολούθησε νέο πρακτικό στις 16 Δεκεμβρίου 2016 και τελικώς, η απόφαση του δικαστηρίου ημερ. 12 Ιανουαρίου 2017, δυνάμει της οποίας, μεταξύ άλλων αιτήσεων, απερρίφθη και η αίτηση των αιτητών για παραμερισμό του διατάγματος, ημερ. 16 Δεκεμβρίου 2015, στη βάση της ύπαρξης κατάχρησης της διαδικασίας. Στο πλήρες κείμενο της απόφασης θα επανέλθω σε μεταγενέστερο στάδιο, όταν θα εξετάζω τις εισηγήσεις που υποβλήθηκαν.

 

Με την παρούσα αίτηση αμφισβητείται η νομιμότητα της δικαστικής πράξης, δυνάμει της οποίας εκδόθηκε το διάταγμα απόρριψης της αιτήσεως. Ο ευπαίδευτος συνήγορος αναγνώρισε, κατ' αρχάς, ότι η ενέργεια του δικαστηρίου εμπίπτει εντός της διακριτικής ευχέρειας που παρέχεται σε ένα δικαστήριο, πλην, όμως, ο κ. Ιωάννου έδωσε έμφαση στο γεγονός ότι η αίτηση των αιτητών απερρίφθη, κατά παράβαση των κανόνων φυσικής δικαιοσύνης, γιατί με την ενέργεια του δικαστηρίου στερήθηκαν του δικαιώματος να ακουστεί η αίτηση τους, προτού το δικαστήριο την απορρίψει. Ο κ. Ιωάννου αναγνώρισε επίσης ότι, όντως υπήρχαν σε εκκρεμότητα εντός του πλαισίου της Αίτησης 84/2014 πέντε αιτήσεις, πλην, όμως, όπως ανέφερε, η Ο. Veryga δεν είχε υποβάλει καμία αίτηση ενδιαμέσως της αρχικής, και ούτε είχε προβεί σε οποιοδήποτε άλλο δικαστικό διάβημα, παρά μόνο ανέμενε την εκδίκαση της αιτήσεως της.

 

Το έτερο επιχείρημα που προβλήθηκε από πλευράς των αιτητών ήταν ότι το δικαστήριο ενήργησε με καταφανή πλάνη, η                          οποία εξάγεται από το περιεχόμενο των πρακτικών που προαναφέρθηκαν. Συγκεκριμένα, ο συνήγορος επικέντρωσε την προσοχή του στη δήλωση του δικαστηρίου ότι η υπόθεση θα έπρεπε να αναβληθεί, και αναβλήθηκε δύο φορές το Δεκέμβριο, ήτοι, στις 7 και 16 Δεκεμβρίου 2016, διότι είχε στο μεταξύ απολεσθεί ο δικαστικός φάκελος. Ενώ το δικαστήριο δήλωνε ότι χωρίς την ανεύρεση του φακέλου δεν θα μπορούσε να προχωρήσει στην έκδοση απόφασης επί των αιτήσεων, στη συνέχεια, στην απόφαση του ημερ. 12 Ιανουαρίου 2017, δεν γίνεται καμιά αναφορά στο εάν και κατά πόσο ο φάκελος έχει εντοπιστεί.

 

Το τρίτο σκέλος της επιχειρηματολογίας του ευπαίδευτου συνηγόρου εδράζεται στο γεγονός ότι το εκδοθέν στις                                      30 Δεκεμβρίου 2014 διάταγμα παγοποίησης, στη βάση ενόρκου δηλώσεως από αστυφύλακα, έγινε χωρίς την αναφορά στην επιστολή του δικηγόρου ημερ. 18 Δεκεμβρίου 2014, όπου γνωστοποιείτο πλέον στην τράπεζα ότι τα εν λόγω ποσά ήταν ιδιοκτησία της O. Veryga.

 

Προτού ασχοληθώ με τα επί μέρους επιχειρήματα, θα πρέπει να προσδιοριστεί ο ρόλος που καλείται να διαδραματίσει το παρόν Δικαστήριο, ασκώντας τη συνταγματικά προσδιορισθείσα εξουσία του Ανωτάτου Δικαστηρίου, δυνάμει του ΄Αρθρου 155.4 του Συντάγματος, να επιλαμβάνεται προνομιακών ενταλμάτων τα οποία από τη φύση τους εδράζονται στο κατάλοιπο εξουσίας.

 

Η νομολογία επιτάσσει ότι, η διαδικασία για παραχώρηση αδείας για έκδοση προνομιακού εντάλματος Certiorari, δεν έχει, ως αντικείμενο, την αναθεώρηση της ορθότητας των αποφάσεων των κατώτερων δικαστηρίων. Ο έλεγχος αυτός ασκείται αποκλειστικά στο πλαίσιο της δευτεροβάθμιας δικαιοδοσίας του Ανωτάτου Δικαστηρίου. Η αρχή επί της οποίας εδράζεται η δικαιοδοτική βάση εξέτασης αιτήσεων για παραχώρηση αδείας καταχώρισης προνομιακού εντάλματος, είναι η σύννομη άσκηση της δικαιοδοσίας του κατώτερου δικαστηρίου. (Βλ. In Re Kakos (1985) 1 C.L.R. 250).

 

Περαιτέρω, εξετάζοντας την πιθανότητα χορήγησης αδείας θα πρέπει να εξεταστεί κατά πόσο ο αιτητής έχει, εκ πρώτης όψεως, τεκμηριώσει και αιτιολογήσει τη χορήγηση αδείας. (Βλ. Λυσιώτης (1986) 1 Α.Α.Δ. 1696). Τα προνομιακά εντάλματα παραχωρούνται κατ' εξαίρεση όταν από το ίδιο το πρακτικό διαπιστώνεται έλλειψη ή υπέρβαση δικαιοδοσίας ή έκδηλη πλάνη περί το Νόμο ή παραβίαση των κανόνων φυσικής δικαιοσύνης. (Βλ. επίσης Global Consolidator Public Ltd (2006) 1 A.A.Δ. 464). Σημειώνεται περαιτέρω ότι, όπως τονίστηκε στην υπόθεση Hellenger Trading Ltd (2000) 1 A.A.Δ. 1965, και, αν ακόμα, στοιχειοθετηθεί εκ πρώτης όψεως υπόθεση, η άδεια δεν χορηγείται στις περιπτώσεις όπου προσφέρεται άλλο ένδικο μέσο θεραπείας, εκτός όπου καταδεικνύεται με επάρκεια η ύπαρξη εξαιρετικών περιστάσεων.

 

Επανέρχομαι τώρα στα τρία πρακτικά του Επαρχιακού Δικαστηρίου Λεμεσού, ημερ. 7 Δεκεμβρίου 2016, 16 Δεκεμβρίου 2016 και                      12 Ιανουαρίου 2017, που θα εξεταστούν ως ενιαίο σύνολο, καθότι είναι μια σειρά από τοποθετήσεις του δικαστηρίου, που κατέληξαν στην απόρριψη της αιτήσεως στις 12 Ιανουαρίου 2017.

 

Όπως έχω σημειώσει, υπήρχαν σε εκκρεμότητα, προς εκδίκαση στο Επαρχιακό Δικαστήριο Λεμεσού, στο πλαίσιο της Αίτησης 84/2014: Α) Αίτηση από Κορνήλιο Παρασκευόπουλου και Σοφία Μπουντακίδου (καθ'ων η αίτηση 2 και 3) ημερ. 16 Φεβρουαρίου 2015. Β) αΑίτηση από MAGNIFIA GANDHILL LIMITED (καθ'ων η αίτηση 5) και Oksana Veryga ημερ. 16 Φεβρουαρίου 2015.                          Γ) Αίτηση από APL ALEXANDER PROMOTIONS LTD (καθ'ων η αίτηση 6) ημερ. 16 Φεβρουαρίου 2015. Δ) Αίτηση από τους KALUGINA MARINA και KALUGIN ANDREY (καθ'ων η αίτηση 1 στην αρχική αίτηση) ημερ. 18 Φεβρουαρίου 2015 και Ε) αίτηση από MARK ADAM KEYGHTLEY (καθ'ου η αίτηση 4 στην αρχική αίτηση) ημερ. 18 Φεβρουαρίου 2015.

 

Στις 7 Δεκεμβρίου 2016 το δικαστήριο αναφέρει ότι είχε ακούσει τις αγορεύσεις των δύο πλευρών για το θέμα της κατάχρησης της δικαιοδοσίας, που ηγέρθη από το ίδιο το δικαστήριο αυτεπαγγέλτως στις 17 Νοεμβρίου 2016 και είχε επιφυλάξει την απόφαση του για τις 23 Νοεμβρίου 2016. Στο μεταξύ, αναφέρεται στη συνέχεια, διαπιστώθηκε ότι ένας εκ των τριών φακέλων, ο οποίος συναποτελεί το φάκελο της υπόθεσης, δεν είχε εντοπιστεί και σ' αυτόν υπήρχε η αρχική αίτηση για παγοποίηση και η ένσταση. Το δικαστήριο ανέβαλε την έκδοση της απόφασης του μέχρι τις 16 Δεκεμβρίου 2016 και δόθηκαν οδηγίες στο πρωτοκολλητείο να ετοιμαστεί υποκατάστατος φάκελος και ζητήθηκε από τους συνηγόρους να προβούν στις αναγκαίες διευθετήσεις για να ετοιμαστεί ο εν λόγω υποκατάστατος φάκελος. Στις 16 Δεκεμβρίου 2016 διαπιστώθηκε ότι ετοιμάστηκε υποκατάστατος φάκελος, πλην, όμως, όπως αναφέρεται στο πρακτικό, «δεν υπάρχουν όλα τα έγγραφα που αφορούν τη διαδικασία που αφορά ο φάκελος αυτός». Το δικαστήριο έδωσε οδηγίες όπως τηρείται ενήμερο για τον εντοπισμό των εγγράφων τα οποία δεν είχαν τοποθετηθεί στον υποκατάστατο φάκελο και όρισε για έκδοση της ενδιάμεσης επιφυλαχθείσας απόφασης την 12 Ιανουαρίου 2017.

 

Στη βάση του ιστορικού που παρατίθεται σημειώνεται ότι οι επτά καθ'ων η αίτηση είχαν καταχωρίσει ένσταση στο εκδοθέν διάταγμα παγοποίησης και το οποίο είχε εντέλει οριστικοποιηθεί, μετά από ακροαματική διαδικασία, στις 17 Μαρτίου 2015. Το δικαστήριο κάμνει αναφορά στα δικαστικά διαβήματα τα οποία ακολούθησαν και συγκεκριμένα, σε αίτηση ημερ. 4 Μαΐου 2015 που καταχωρήθηκε εκ μέρους των καθ'ων η αίτηση 1-7 με σκοπό την ακύρωση του διατάγματος, που οδήγησε σε απόρριψη της στις                         8 Ιουλίου 2015. Επίσης γίνεται αναφορά σε πολιτική αίτηση που καταχωρήθηκε ενώπιον του Ανωτάτου Δικαστηρίου, που με απόφαση ημερ. 29 Μαΐου 2015 απερρίφθη. Ακολούθησε άλλη αίτηση ημερ. 23 Ιουλίου 2015 με σκοπό την ακύρωση του διατάγματος, που και πάλι οδηγήθηκε σε απόρριψη με απόφαση ημερ. 11 Μαρτίου 2016. Εναντίον της πιο πάνω απόφασης εκκρεμεί έφεση.

 

Στη συνέχεια, το δικαστήριο επιλαμβάνεται του θέματος της κατάχρησης της δικαστικής δικαιοδοσίας και παραθέτει τη νομολογία επ' αυτού. Το δικαστήριο σημειώνει ότι οι προβληθέντες ισχυρισμοί των αιτητών στην τότε προς εκδίκαση διαδικασία, είχαν συμπεριληφθεί σε προγενέστερες αιτήσεις και απερρίφθησαν στη βάση της απόφασης του δικαστηρίου ημερ. 17 Μαρτίου 2015.

 

Στο παρόν στάδιο δεν εξετάζεται η ορθότητα της συγκεκριμένης απόφασης του δικαστηρίου και του σκεπτικού της νομικής του κατάληξης. Το πρωτόδικο δικαστήριο ενήργησε στη βάση κάποιων δεδομένων τα οποία παραθέτει. Δεν υπάρχει αμφισβήτηση από πλευράς των αιτητών ως προς τα γεγονότα, ούτε υπάρχει οποιοσδήποτε ισχυρισμός περί μη ορθότητας των γεγονότων αυτών. Συνεπώς, βρίσκομαι μπροστά σε μια άσκηση διακριτικής ευχέρειας και ενός νομικού συλλογισμού, ο οποίος στη βάση του εμπεριέχει όλα τα στοιχεία της νόμιμης άσκησης διακριτικής ευχέρειας. Καθίσταται, εκ πρώτης όψεως, εκτός της εμβέλειας εξέτασης στο πλαίσιο ενός προνομιακού εντάλματος Certiorari.

 

Τούτο, όπως σημείωσα, αναγνωρίζεται και από τον ευπαίδευτο συνήγορο, πλην, όμως, ισχυρίστηκε, και σημείωσα πιο πάνω, υπήρξε παραβίαση των αρχών φυσικής δικαιοσύνης γιατί οι αιτητές στερήθηκαν του δικαιώματος να ακουστούν. Η εισήγηση αυτή δεν με βρίσκει σύμφωνο. Η δικαστική προσέγγιση και η εξέταση θέματος κατάχρησης εμπίπτει στο πλαίσιο εξέτασης της αίτησης, έστω και προκαταρκτικά, χωρίς την εξέταση της ουσίας. Υπήρξε δικαστική κρίση επί του προκειμένου٠ αποφάσισε το δικαστήριο επί του βάσιμου ή όχι της αίτησης. Το αν το δικαστήριο απέρριψε και τις πέντε εκκρεμούσες αιτήσεις μέσα στο ίδιο πρακτικό, δεν διαφοροποιεί την κατάσταση. Ο δικαστής δίδει λόγο και ασχολείται με κάθε μια από τις εκκρεμούσες αιτήσεις, περιλαμβανομένης και της αιτήσεως των αιτητών. Συνεπώς, δεν μπορεί να προβληθεί επιχείρημα περί μη δυνατότητας ακρόασης. Το αν η ενέργεια του δικαστηρίου ήταν η ενδεδειγμένη και αν ο τελικός δικαστικός λόγος είναι ορθός, είναι θέματα τα οποία θα απασχολήσουν το Εφετείο, εάν και εφόσον καταχωρηθεί έφεση.

 

Το δεύτερο επιχείρημα που προβλήθηκε ήταν ότι υπήρξε καταφανής πλάνη, η οποία γίνεται εύκολα αντιληπτή, όπως προβλήθηκε, από τα πρακτικά του δικαστηρίου ημερ. 7 και                           16 Δεκεμβρίου 2016. Η επικέντρωση της προσοχής του συνηγόρου, ήταν η δήλωση του δικαστηρίου ότι χωρίς τον εντοπισμό του μη ανευρεθέντα φακέλου ή τη συμπλήρωση του υποκατάστατου φακέλου, δεν θα ήταν δυνατό να προχωρήσει στην έκδοση απόφασης. Πουθενά, αναφέρει ο κ. Ιωάννου, δεν γίνεται μνεία στην τελική απόφαση του δικαστηρίου, ημερ. 12 Ιανουαρίου 2017, αν ο φάκελος αυτός συμπληρώθηκε ή εντοπίστηκε. Με όλο το σεβασμό προς τον ευπαίδευτο συνήγορο, τούτο δεν έχει οποιαδήποτε ιδιαίτερη σημασία καθότι το δικαστήριο, στο πλαίσιο της διακριτικής του ευχέρειας, προχώρησε με το υλικό το οποίο είχε στην κατοχή του να εκδώσει την ενδιάμεση του απόφαση. Το αν υπάρχουν ή όχι ελλείψεις οι οποίες δεν έπρεπε να οδηγήσουν στην έκδοση της απόφασης, είναι κάτι το οποίο και πάλι θα μπορεί να αποφασιστεί στο πλαίσιο έφεσης.

 

Το τελευταίο σκέλος της επιχειρηματολογίας που αναπτύχθηκε έχει σχέση με δόλο που, κατ' ισχυρισμό, υπήρξε και δεν ανάγεται παρά μόνο στην αρχική ένορκη δήλωση, που έγινε για σκοπούς έκδοσης του αρχικού διατάγματος, ημερ. 30 Δεκεμβρίου 2014, από τον αστυφύλακα Χαραλάμπους. Δεν έχω αντιληφθεί, με όλο το σεβασμό προς τον ευπαίδευτο συνήγορο, πώς αυτό το στοιχείο του δόλου, αν υπήρξε, το οποίο εδράζεται στη μη αναφορά στην επιστολή των δικηγόρων της O. Veryga, ημερ. 18 Δεκεμβρίου 2014, που έγινε προς την Ελληνική Τράπεζα, ένα εκ των καθ'ων η αίτηση στην Αίτηση 84/2014, μπορεί να συνδεθεί με το πρακτικό του δικαστηρίου, ημερ. 12 Ιανουαρίου 2017.

 

Στη βάση των πιο πάνω, θεωρώ ότι οι αιτητές δεν έχουν στοιχειοθετήσει εκ πρώτης όψεως θέμα που θα πρέπει να οδηγήσει στην παραχώρηση αίτησης για καταχώριση προνομιακού εντάλματος Certiorari και, εν πάση περιπτώσει, για την, κατ' ισχυρισμό, λανθασμένη απόφαση του δικαστηρίου, έχουν τη δυνατότητα να την αμφισβητήσουν με έφεση.

 

Ως εκ τούτου, η αίτηση απορρίπτεται.

 

 

 

 

                                                Κ. ΠΑΜΠΑΛΛΗΣ,

                                                            Δ.

 

 

 

 

 

 

 

/ΔΓ


cylaw.org: Από το ΚΙΝOΠ/CyLii για τον Παγκύπριο Δικηγορικό Σύλλογο