ΠΑΓΚΥΠΡΙΟΣ ΔΙΚΗΓΟΡΙΚΟΣ ΣΥΛΛΟΓΟΣ

Έρευνα - Κατάλογος Αποφάσεων - Εμφάνιση Αναφορών (Noteup on) - Αφαίρεση Υπογραμμίσεων


ECLI:CY:AD:2016:A424

(2016) 1 ΑΑΔ 2139

14 Σεπτεμβρίου, 2016

 

[ΠΑΜΠΑΛΛΗΣ, ΜΙΧΑΗΛΙΔΟΥ, ΓΙΑΣΕΜΗΣ, Δ/στές]

 

KARAYIANNIS BROTHERS & CO LTD,

 

Εφεσείοντες-Ενάγοντες,

 

v.

 

ΤΡΑΠΕΖΑΣ ΚΥΠΡΟΥ,

 

Εφεσίβλητης-Εναγομένης,

 

ΚΑΙ

 

ΧΡΙΣΤΟΥ ΚΑΡΑΓΙΑΝΝΗ,

 

Τριτοδιαδίκου.

 

(Πολιτική Έφεση Αρ. 367/2008)

 

 

Πολιτική Δικονομία ― Έφεση ― Προσαγωγή μαρτυρίας στο στάδιο της έφεσης ― Η εξουσία του Εφετείου να δεχθεί μαρτυρία έχει συμπληρωματικό χαρακτήρα και περιορίζεται κυρίως σε μαρτυρία η οποία έρχεται σε φως μετά την ολοκλήρωση της δίκης η ύπαρξη της οποίας δεν μπορούσε να εντοπιστεί παρά την λήψη κάθε λογικού μέτρου από το διάδικο ο οποίος επιδιώκει την παρουσίαση της στο Εφετείο ― Μαρτυρία μπορεί να ληφθεί μόνον σε εξαιρετικές περιπτώσεις και κάτω από τις αυστηρές προϋποθέσεις που έχει καθορίσει η νομολογία.

 

Εκκρεμούσης της ακρόασης της έφεσης, οι εφεσείοντες, των οποίων η αγωγή απορρίφθηκε πρωτοδίκως, καταχώρισαν,  αίτηση, με την οποία ζητούσαν άδεια για παρουσίαση πρόσθετης μαρτυρίας προς υποστήριξη της έφεσης , ήτοι ότι την περίοδο Νοεμβρίου 95 μέχρι τέλος Δεκεμβρίου 1996, Διευθυντής του υποκαταστήματος Ναυαρίνου των εφεσιβλήτων ήταν ο κ. Ανδρέας Πασιαρδής.

 

Η εφεσίβλητη, εναγόμενη στην αγωγή, είναι τραπεζικός οργανισμός και, κατά τους ουσιώδεις χρόνους, οι εφεσείοντες, που είναι εταιρεία περιορισμένης ευθύνης, διατηρούσαν αριθμό λογαριασμών στο υποκατάστημά της στην οδό Ναυαρίνου, που αναφέρεται πιο πάνω. Το παράπονο των εφεσειόντων εναντίον της εφεσίβλητης ήταν πως αυτή, χωρίς νόμιμη αιτία και εν αγνοία τους, χρέωσε, κατά καιρούς, τους εν λόγω λογαριασμούς τους με διάφορα ποσά, τα οποία ανήλθαν, τελικά, στις ΛΚ28.696,00.  Οι εφεσείοντες, με την αγωγή, ουσιαστικά, αξίωσαν την επιστροφή του πιο πάνω ποσού, ήλθαν, και ακολούθησε υπεράσπιση της εφεσίβλητης στην οποία προβλήθηκε ότι όλες οι εν λόγω χρεώσεις έγιναν νομότυπα.

 

Αποφασίστηκε ότι:

 

  1.   Με την προτεινόμενη μαρτυρία, αν επιτρεπόταν η κατάθεσή της, θα επιχειρείτο η αμφισβήτηση της μαρτυρίας, την οποία έκανε δεκτή το εκδικάσαν Δικαστήριο.

  2.   Σύμφωνα με το Άρθρο 25(3) του περί Δικαστηρίων Νόμου του 1960, (Ν. 14/1960), και τη Δ.35, κ. 8 των Κανονισμών Πολιτικής Δικονομίας, επί των οποίων στηρίχθηκε  η  αίτηση, το Εφετείο έχει διακριτική εξουσία να επιτρέψει την κατάθεση μαρτυρίας κατά το στάδιο της έφεσης.

  3. Η μαρτυρία της οποίας η προσαγωγή επιδιώκεται πρέπει να προσδιορίζεται με ακρίβεια η σύνοψη της ή όπου είναι δυνατό ολόκληρο το κείμενο της πρέπει να επισυνάπτεται στην αίτηση ώστε το Εφετείο να είναι σε θέση να εκτιμήσει προκαταρκτικά την σχετικότητα, αξιοπιστία και τις πιθανές επιπτώσεις της στο αποτέλεσμα.

  4.   Η προτεινόμενη μαρτυρία, αν επιτρεπόταν η κατάθεσή της, δεδομένου του περιεχομένου της, θα χρησιμοποιείτο, προκειμένου να αμφισβητηθεί η αλήθεια της μαρτυρίας που έκανε δεκτή το εκδικάσαν Δικαστήριο, σύμφωνα με την οποία, το έγγραφο τεκμήριο 7 υπογράφηκε κατά την ημερομηνία που αναγράφεται σε αυτό, στην παρουσία του τότε Διευθυντή του συγκεκριμένου υποκαταστήματος, κ. Λοΐζου Σπυρίδωνος.

  5.   Με την κατάθεσή της, εκείνο που θα επιτυγχάνετο θα ήταν η παρουσίαση και μιας άλλης εκδοχής· ότι, κατά την εν λόγω περίοδο, Διευθυντής του συγκεκριμένου υποκαταστήματος των εφεσιβλήτων ήταν ο κ. Ανδρέας Πασιαρδής.

  6.   Η εκδοχή αυτή δε θα ήταν αναμφισβήτητη. Αντίθετα, θα έπρεπε να τύχει της δέουσας αξιολόγησης. Μόνο δε αφού γίνει δεκτή ως αληθινή θα εκτοπίσει την εκδοχή που αναφέρεται στον κ. Λοΐζο Σπυρίδωνος.

  7.   Θα έπρεπε, όμως, να σημειωθεί πως, μέσα από τη διαδικασία αξιολόγησης της όλης μαρτυρίας της μοναδικής μάρτυρος υπεράσπισης, έγινε, επίσης, δεκτό από το εκδικάσαν Δικαστήριο ότι, κατά τον ουσιώδη χρόνο, οι κ.κ. Σπυρίδωνος και Πασιαρδής πιθανόν να ήταν, συγχρόνως, υπεύθυνοι του συγκεκριμένου υποκαταστήματος, με βάση πρακτική που ακολουθούσε η εφεσίβλητη, κατά την αλλαγή της διεύθυνσης ενός υποκαταστήματος.

  8.  Επομένως, η προτεινόμενη, ως μαρτυρία, δήλωση δε θα ήταν δυνατό να αντικρούσει την, ήδη, αποδεχθείσα, ως αληθινή, εκδοχή της μάρτυρος υπεράσπισης, η οποία εκδοχή, να σημειωθεί, ήταν γνωστή στους εφεσείοντες, όταν αυτοί λάμβαναν την εν λόγω δήλωση από τον κ. Πασιαρδή.

  9.   Πέραν, όμως, της πιο πάνω αναφοράς σε σχέση με την αποδοχή της μαρτυρίας της εν λόγω μάρτυρος, ο εκδικάσας Δικαστής έλαβε υπόψη του και άλλα στοιχεία, που εντόπισε σε αυτή, τα οποία τον οδήγησαν στην απόφαση πως ίδια θα ήταν η κατάληξή του και χωρίς το έγγραφο τεκμήριο 7.

10. Πλέον σημαντικό, όμως, είναι το γεγονός ότι η αποδοχή, ως αληθινής, της μαρτυρίας της εν λόγω μάρτυρος από τον εκδικάσαντα Δικαστή δεν προσβλήθηκε με συγκεκριμένο λόγο έφεσης.

11. Με βάση, τις πιο πάνω παρατηρήσεις, διαπιστωνόταν πως η προτεινόμενη για κατάθεση μαρτυρία δεν ήταν καθόλου διαφωτιστική, όσον αφορούσε στην πτυχή της υπόθεσης που αυτή επιθυμούσε  να καλύψει, ενώ δεν αξιολογείτο και ως μαρτυρία, η οποία θα μπορούσε να έχει οποιαδήποτε επίδραση στα σχετικά ευρήματα του εκδικάσαντος Δικαστηρίου.

12. Επιπρόσθετα, δε φαινόταν να είναι σχετική με οποιοδήποτε από τους λόγους έφεσης, με τους οποίους οι εφεσείοντες προσβάλλουν την πρωτόδικη απόφαση, ειδικά, με δεδομένο ότι δεν προσβάλλουν την αποδοχή από το Δικαστήριο της μαρτυρίας της μοναδικής μάρτυρος της εφεσίβλητης.

 

Η αίτηση απορρίφθηκε με έξοδα.

 

Αναφερόμενες Υποθέσεις:

 

Αγαπίου v. Δημοκρατίας (1989) 2 Α.Α.Δ. 396,

 

Λοϊζίδης v. Γενικού Εισαγγελέα (2014) 2 Α.Α.Δ. 89, ECLI:CY:AD:2014:B104.

 

Έφεση-Αίτηση.

 

Αίτηση από τους Εφεσείοντες για άδεια για παρουσίαση πρόσθετης μαρτυρίας στα πλαίσια της έφεσης από τους Ενάγοντες εναντίον της απόφασης του Επαρχιακού Δικαστηρίου Λευκωσίας (Χαραλάμπους, Ε.Δ.), (Αγωγή Αρ. 4957/2003), ημερομηνίας 23/9/2008.

 

Κ. Χατζηϊωάννου, για τους Αιτητές - Εφεσείοντες.

 

Ξ. Κόκκινου (κα), για Χρυσαφίνη και Πολυβίου, για την Καθ' ης η Αίτηση - Εφεσίβλητη.

Στ. Δρυμιώτης, για τον Τριτοδιάδικο.

 

Cur. adv. vult.

 

ΠΑΜΠΑΛΛΗΣ, Δ.: Την ομόφωνη απόφαση του Δικαστηρίου θα δώσει ο Δικαστής Γ. Ν. Γιασεμής.

 

ΓΙΑΣΕΜΗΣ, Δ.: Εκκρεμούσης της ακρόασης της έφεσης, οι εφεσείοντες, των οποίων η αγωγή απορρίφθηκε πρωτοδίκως, καταχώρισαν, στις 31.12.2013,  την υπό εκδίκαση αίτηση, με την οποία ζητούν:-

 

«Άδεια ... για παρουσίαση πρόσθετης μαρτυρίας προς υποστήριξη της έφεσης ..., ήτοι ότι την περίοδο Νοεμβρίου 95 μέχρι τέλος Δεκεμβρίου 1996 Διευθυντής του υποκαταστήματος Ναυαρίνου των εφεσιβλήτων ήταν ο κ. Ανδρέας Πασιαρδής.»

 

Όπως γίνεται κατανοητό, το κείμενο, πιο πάνω, σε κεκλιμένη γραφή, καθορίζει τη μαρτυρία η οποία θα προσκομιστεί, αν δοθεί άδεια προς τούτο. Σημειώνεται δε στο αιτητικό ότι αυτή μπορεί να προσκομιστεί «είτε με ένορκο δήλωση είτε με προφορική μαρτυρία είτε με την κατάθεση τεκμηρίου». Η αναφορά, πιο πάνω, σε τεκμήριο παραπέμπει, προφανώς, στην ενυπόγραφη δήλωση του κ. Ανδρέα Πασιαρδή, ημερομηνίας 3.11.2013, που εξασφάλισαν οι εφεσείοντες, με την οποία αυτός βεβαιώνει τα εξής:-

 

«Το Νοέμβριο του 1995 μετατέθηκα στο Υποκατάστημα Ναυαρίνου (0114) της τράπεζας, όπου και ανέλαβα καθήκοντα Διευθυντή του εν λόγω Υποκαταστήματος θέση που διατήρησα μέχρι 31/12/1996 που αφυπηρέτησα.»

 

Η μαρτυρία που προτείνεται για κατάθεση είναι φανερό ότι αποτελεί παράφραση της δήλωσης αυτής, είναι δε και τα δύο κείμενα ίδιας, ουσιαστικά, σημασίας.

 

Η εφεσίβλητη, εναγόμενη στην αγωγή, είναι τραπεζικός οργανισμός και, κατά τους ουσιώδεις χρόνους, οι εφεσείοντες, που είναι εταιρεία περιορισμένης ευθύνης, διατηρούσαν αριθμό λογαριασμών στο υποκατάστημά της στην οδό Ναυαρίνου, που αναφέρεται πιο πάνω. Το παράπονο των εφεσειόντων εναντίον της εφεσίβλητης είναι πως αυτή, χωρίς νόμιμη αιτία και εν αγνοία τους, χρέωσε, κατά καιρούς, τους εν λόγω λογαριασμούς τους με διάφορα ποσά, τα οποία ανήλθαν, τελικά, στις ΛΚ28.696,00. Οι εφεσείοντες, με την αγωγή, ουσιαστικά, αξίωσαν την επιστροφή του πιο πάνω ποσού, ήλθαν, όμως, αντιμέτωποι με την υπεράσπιση της εφεσίβλητης ότι όλες οι εν λόγω χρεώσεις έγιναν νομότυπα.

 

Ένα από τα πολλά έγγραφα που κατατέθηκαν στο πλαίσιο της διεξαχθείσας δίκης ήταν το έγγραφο τεκμήριο 7. Με αυτό, εξουσιοδοτείτο η εφεσίβλητη να δέχεται οδηγίες από συγκεκριμένο μέτοχο των εφεσειόντων, τον κ. Χρίστο Καραγιάννη, τηλεφωνικά ή με άλλο τρόπο, για ανάληψη ή μεταφορά χρημάτων, χρεώνοντας, αναλόγως, κάποιο από τους λογαριασμούς τους.  Κατά την εκδίκαση της υπόθεσης, ηγέρθησαν διάφορα θέματα σε σχέση με τη μαρτυρία που περιβάλλει τη χρήση του τεκμηρίου 7 στο πλαίσιο της προαναφερθείσας συνεργασίας των διαδίκων, καθώς, επίσης, τη γνησιότητά του. Στο επίκεντρό της, όμως, ήταν το ζήτημα κατά πόσο το εν λόγω τεκμήριο είχε υπογραφεί από το συγκεκριμένο μέτοχο στις 9.11.1995, που είναι η ημερομηνία που αναγράφεται σε αυτό, ή σε κάποιο μεταγενέστερο χρόνο κατά το 2000, με δόλιο τρόπο.

 

Η μαρτυρία την οποία έκαμε δεκτή το εκδικάσαν Δικαστήριο αναφέρει ότι το τεκμήριο 7 υπογράφηκε από το συγκεκριμένο μέτοχο των εφεσειόντων, κατά το χρόνο που αναγράφεται σε αυτό, στην παρουσία του διευθυντή του προαναφερθέντος καταστήματος των εφεσιβλήτων, κ. Λοΐζου Σπυρίδωνος. Η μαρτυρία αυτή προήλθε από τη μοναδική μάρτυρα που κατάθεσε από την πλευρά της εφεσίβλητης, κ. Ρίτα Ευθυβούλου, η οποία, κατά τον πιο πάνω χρόνο, ήταν στην υπηρεσία της, ενώ, συγχρόνως, ήταν αρραβωνιαστικιά και, εν συνεχεία, σύζυγος του εν λόγω μετόχου των εφεσειόντων.

 

Όπως γίνεται αντιληπτό, με την προτεινόμενη μαρτυρία, αν επιτραπεί η κατάθεσή της, θα επιχειρηθεί αμφισβήτηση της μαρτυρίας, πιο πάνω, την οποία έκανε δεκτή το εκδικάσαν Δικαστήριο. Σύμφωνα με το Άρθρο 25(3) του περί Δικαστηρίων Νόμου του 1960, (Ν. 14/1960), και τη Δ.35, κ. 8 των Κανονισμών Πολιτικής Δικονομίας, επί των οποίων βασίζεται η παρούσα αίτηση, το Εφετείο έχει διακριτική εξουσία να επιτρέψει την κατάθεση μαρτυρίας κατά το στάδιο της έφεσης. Όπως έχει λεχθεί στην υπόθεση Αγαπίου v. Δημοκρατίας (1989) 2 Α.Α.Δ. 396, στις σελίδες 398 έως 399:-

 

«Η εξουσία του Εφετείου να δεχθεί μαρτυρία έχει συμπληρωματικό χαρακτήρα και περιορίζεται κυρίως σε μαρτυρία η οποία έρχεται σε φως μετά την ολοκλήρωση της δίκης η ύπαρξη της οποίας δεν μπορούσε να εντοπιστεί παρά την λήψη κάθε λογικού μέτρου από το διάδικο ο οποίος επιδιώκει την παρουσίαση της στο Εφετείο.

 

Η δευτεροβάθμια δικαιοδοσία του Ανωτάτου Δικαστηρίου έχει ως κύριο σκοπό την θεώρηση της ορθότητας της απόφασης και της ετυμηγορίας του πρωτόδικου δικαστηρίου.  Ο ρόλος αυτός δύσκολα συμβιβάζεται με την λήψη και αξιολόγηση μαρτυρίας. Γι' αυτό μαρτυρία μπορεί να ληφθεί μόνον σε εξαιρετικές περιπτώσεις και κάτω από τις αυστηρές προϋποθέσεις που έχει καθορίσει η νομολογία. ...

 

...  Η μαρτυρία της οποίας η προσαγωγή επιδιώκεται πρέπει να προσδιορίζεται με ακρίβεια η σύνοψη της ή όπου είναι δυνατό ολόκληρο το κείμενο της πρέπει να επισυνάπτεται στην αίτηση ώστε το Εφετείο να είναι σε θέση να εκτιμήσει προκαταρκτικά την σχετικότητα, αξιοπιστία και τις πιθανές επιπτώσεις της στο αποτέλεσμα.»

 

Το απόσπασμα, ανωτέρω, έτυχε της επιδοκιμασίας της Πλήρους Ολομέλειας του Ανωτάτου Δικαστηρίου στη, σχετικά, πρόσφατη υπόθεση Λοϊζίδης v. Γενικού Εισαγγελέα (2014) 2 Α.Α.Δ. 89, ECLI:CY:AD:2014:B104.

 

Η προτεινόμενη μαρτυρία, αν επιτραπεί η κατάθεσή της, δεδομένου του περιεχομένου της, θα χρησιμοποιηθεί, προκειμένου να αμφισβητηθεί η αλήθεια της μαρτυρίας που έκαμε δεκτή το εκδικάσαν Δικαστήριο, σύμφωνα με την οποία, το έγγραφο τεκμήριο 7 υπογράφηκε κατά την ημερομηνία που αναγράφεται σε αυτό, στην παρουσία του τότε Διευθυντή του συγκεκριμένου υποκαταστήματος, κ. Λοΐζου Σπυρίδωνος. Με την κατάθεσή της, εκείνο που θα επιτευχθεί είναι η παρουσίαση και μιας άλλης εκδοχής ότι, κατά την εν λόγω περίοδο, Διευθυντής του συγκεκριμένου υποκαταστήματος των εφεσιβλήτων ήταν ο κ. Ανδρέας Πασιαρδής. Η εκδοχή αυτή δε θα είναι, βέβαια, αναμφισβήτητη.  Αντίθετα, θα πρέπει να τύχει της δέουσας αξιολόγησης. Μόνο δε αφού γίνει δεκτή ως αληθινή θα εκτοπίσει την εκδοχή που αναφέρεται στον κ. Λοΐζο Σπυρίδωνος.

 

Θα πρέπει, όμως, να σημειωθεί πως, μέσα από τη διαδικασία αξιολόγησης της όλης μαρτυρίας της μοναδικής μάρτυρος υπεράσπισης, έγινε, επίσης, δεκτό από το εκδικάσαν Δικαστήριο ότι, κατά τον ουσιώδη χρόνο, οι κ.κ. Σπυρίδωνος και Πασιαρδής πιθανόν να ήταν, συγχρόνως, υπεύθυνοι του συγκεκριμένου υποκαταστήματος, με βάση πρακτική που ακολουθούσε η εφεσίβλητη, κατά την αλλαγή της διεύθυνσης ενός υποκαταστήματος.  Επομένως, η προτεινόμενη, ως μαρτυρία, δήλωση του κ. Πασιαρδή δε θα είναι δυνατό να αντικρούσει την, ήδη, αποδεχθείσα, ως αληθινή, εκδοχή της μάρτυρος υπεράσπισης, η οποία εκδοχή, να σημειωθεί, ήταν γνωστή στους εφεσείοντες, όταν αυτοί λάμβαναν την εν λόγω δήλωση από τον κ. Πασιαρδή. Πέραν, όμως, της πιο πάνω αναφοράς σε σχέση με την αποδοχή της μαρτυρίας της εν λόγω μάρτυρος, ο εκδικάσας Δικαστής έλαβε υπόψη του και άλλα στοιχεία, που εντόπισε σε αυτή, τα οποία τον οδήγησαν στην απόφαση πως ίδια θα ήταν η κατάληξή του και χωρίς το έγγραφο τεκμήριο 7. Συγκεκριμένα, δέχτηκε, επιπρόσθετα, πως το πρόσωπο το οποίο εκτελούσε τις οδηγίες του μετόχου των εφεσειόντων, δηλαδή η μάρτυς υπεράσπισης, ενεργούσε ως αντιπρόσωπος των εφεσειόντων και δεν υπάρχει λόγος έφεσης, με τον οποίο να αντικρούεται η διαπίστωσή του αυτή. Οι ενέργειές της δε υπό την ιδιότητα αυτή απέληξαν στις χρεώσεις που έγιναν στους λογαριασμούς των εφεσειόντων.  Πλέον σημαντικό, όμως, είναι το γεγονός ότι η αποδοχή, ως αληθινής, της μαρτυρίας της εν λόγω μάρτυρος από τον εκδικάσαντα Δικαστή δεν προσβάλλεται με συγκεκριμένο λόγο έφεσης.

 

Με βάση, λοιπόν, τις πιο πάνω παρατηρήσεις, διαπιστώνεται πως η προτεινόμενη για κατάθεση μαρτυρία δεν είναι καθόλου διαφωτιστική, όσον αφορά την πτυχή της υπόθεσης που αυτή θέλει να καλύψει, ενώ δεν αξιολογείται και ως μαρτυρία, η οποία θα μπορούσε να έχει οποιαδήποτε επίδραση στα σχετικά ευρήματα του εκδικάσαντος Δικαστηρίου. Επιπρόσθετα, δε φαίνεται να είναι σχετική με οποιοδήποτε από τους λόγους έφεσης, με τους οποίους οι εφεσείοντες προσβάλλουν την πρωτόδικη απόφαση, ειδικά, με δεδομένο ότι δεν προσβάλλουν την αποδοχή από το Δικαστήριο της μαρτυρίας της μοναδικής μάρτυρος της εφεσίβλητης.

 

Υπό το φως της κατάληξης, ανωτέρω, η αίτηση δεν μπορεί να επιτύχει και απορρίπτεται, με έξοδα υπέρ της εφεσίβλητης και εναντίον των εφεσειόντων. Αυτά να υπολογιστούν, με το πέρας της έφεσης, από την Πρωτοκολλητή και εγκριθούν από το Δικαστήριο.

 

Η αίτηση απορρίπτεται με έξοδα.

 

 

 


 


cylaw.org: Από το ΚΙΝOΠ/CyLii για τον Παγκύπριο Δικηγορικό Σύλλογο