ΠΑΓΚΥΠΡΙΟΣ ΔΙΚΗΓΟΡΙΚΟΣ ΣΥΛΛΟΓΟΣ
|
ECLI:CY:AD:2015:A41
(2015) 1 ΑΑΔ 89
30 Ιανουαρίου, 2015
[ΝΑΘΑΝΑΗΛ, ΧΡΙΣΤΟΔΟΥΛΟΥ, ΣΤΑΜΑΤΙΟΥ, Δ/στές]
1. ΑΓΝΗ Θ. ΘΡΑΣΥΒΟΥΛΟΥ,
2. ΘΕΟΦΑΝΗΣ ΘΡΑΣΥΒΟΥΛΟΥ,
Εφεσείοντες,
ν.
ΝΤΙΝΟΥ ΦΛΩΡΙΔΗ,
Εφεσιβλήτου.
(Πολιτική Έφεση Αρ. 206/2009)
Απόδειξη ― Μαρτυρία ― Αξιολόγηση ― Το ζήτημα της αξιολόγησης της μαρτυρίας και της αξιοπιστίας των μαρτύρων, ανήκει κατ' εξοχή στο πρωτόδικο Δικαστήριο και το Εφετείο επεμβαίνει στον τομέα αυτό, μόνο όταν η αξιολόγηση της μαρτυρίας ή τα ευρήματα ή τα συμπεράσματα του πρωτόδικου Δικαστηρίου αντιστρατεύονται την κοινή λογική ή δεν δικαιολογούνται από τη μαρτυρία ή τα ευρήματά του.
Οι εφεσείοντες αμφισβήτησαν με την έφεση την ορθότητα πρωτόδικης κρίσης με την οποία κατ' ακολουθία της αποδοχής της μαρτυρίας του εφεσίβλητου, εκδόθηκε απόφαση εναντίον των εφεσειόντων για το συνολικό ποσό των £7.795 πλέον ΦΠΑ, τόκους και έξοδα. Συγκεκριμένα, επιδικάστηκε πρωτοδίκως στον εφεσίβλητο (α) £4.798 (€8.197,87) ποσό που αντιπροσώπευε υπόλοιπο αξίας οικοδομικών υλικών που αγόρασε για λογαριασμό των εφεσειόντων και (β) £2.997 (€5.120,68) πλέον 15% ΦΠΑ, ποσό που αντιπροσώπευε το υπόλοιπο της αμοιβής του για αρχιτεκτονικές υπηρεσίες που πρόσφερε στους εφεσείοντες.
Οι εφεσείοντες αμφισβήτησαν ως λανθασμένη την πρωτόδικη απόφαση για τρεις λόγους, τους οποίους προώθησαν με άξονα τη θέση ότι στη βάση της μαρτυρίας του εφεσίβλητου δεν αποδείχθηκε ότι η αξία της εκτελεσθείσας (οικοδομικής) εργασίας στο συγκρότημα διαμερισμάτων της εφεσείουσας ανήλθε στις £73.570. Επικαλέστηκαν συναφώς προς τούτο, αποσπάσματα των πρακτικών.
Υπέβαλαν περαιτέρω, προβάλλοντας σχετική επιχειρηματολογία, ότι το ζήτημα της αμοιβής θα έπρεπε να εξεταστεί στη βάση της αρχής της λογικής αμοιβής (Quantum meruit) και όχι να επιδικαστεί στον εφεσίβλητο, κατά τρόπο αυθαίρετο και λανθασμένο, αμοιβή 10% επί αξίας εργασίας που δεν μπορούσε να καθοριστεί.
Αποφασίστηκε ότι:
1. Όπως προέκυπτε από την πρωτόδικη απόφαση, αλλά και από τη μαρτυρία του εφεσίβλητου, αρχικά το κόστος των οικοδομικών εργασιών υπολογίστηκε στις £35.000 και το ποσό αυτό πληρώθηκε στους διάφορους υπεργολάβους από τους εφεσείοντες μέσω του εφεσίβλητου. Όμως, κατά την πρόοδο των εργασιών, εκτελέστηκε επιπλέον εργασία και αγοράστηκαν υλικά, την αξία των οποίων πλήρωσε για λογαριασμό των εφεσειόντων ο εφεσίβλητος.
2. Στη βάση της πραγματικότητας αυτής δεν θα μπορούσε να γίνει αποδεκτή η θέση των εφεσειόντων ότι η συμφωνηθείσα αμοιβή του εφεσίβλητου θα έπρεπε να υπολογιστεί με βάση την αρχική κοστολόγηση των εργασιών.
3. Ορθώς, επομένως, το πρωτόδικο Δικαστήριο αποδέχτηκε τη θέση του εφεσίβλητου ότι η αμοιβή του θα έπρεπε να υπολογιστεί βάσει της τελικής αξίας της εκτελεσθείσας εργασίας και με τα στοιχεία που παρέθεσε όντως τεκμηριώθηκε ο ισχυρισμός του ότι το κόστος τελικά των εργασιών, συμπεριλαμβανομένων των επιπλέον εργασιών και της αγοράς οικοδομικών υλικών, ανήλθε στις £73.570.
4. Μεταξύ άλλων και ο εφεσείοντας 2 δεν ισχυρίστηκε ότι, τελικά, η αξία της εκτελεσθείσας εργασίας δεν υπερέβη την αρχική κοστολόγηση.
5. Η θέση των εφεσειόντων ότι το εύρημα του πρωτόδικου Δικαστηρίου ότι το κόστος των εργασιών ανήλθε σε £73.570 δεν εύρισκε έρεισμα στη μαρτυρία του εφεσίβλητου δεν ευσταθούσε.
6. Σ' ότι δε αφορούσε στην επιμέρους θέση τους ότι το ποσό αυτό περιελάβανε και εργασία που έγινε σε άλλη οικοδομή της εφεσείουσας 1, το στοιχείο αυτό δεν δημιουργούσε πρόβλημα σ' ότι αφορά στη βάση υπολογισμού της αμοιβής του εφεσίβλητου αφού η εν λόγω εργασία έγινε στο πλαίσιο εκτέλεσης των βασικών εργασιών που αφορούσαν το συγκρότημα διαμερισμάτων.
Η έφεση απορρίφθηκε με έξοδα.
Αναφερόμενες Υποθέσεις:
Cumming v. Καρακαλλίδη (2011) 1 Α.Α.Δ.569,
Παπακοκκίνου κ.ά. ν. Σμυρλή κ.ά. (2001) 1(Γ) Α.Α.Δ. 1653,
Κλεάνθη κ.ά. ν. Σιάνιου, υπό την ιδιότητα του ως διαχειριστή της περιουσίας του αποβιώσαντος Κυριάκου Γρηγόρη Μακρή κ.ά. (2009) 1(Α) Α.Α.Δ. 180.
Έφεση.
Έφεση από τους Εναγόμενους εναντίον της απόφασης του Επαρχιακού Δικαστηρίου Λευκωσίας (Χριστοδουλίδου-Μέσσιου, Ε.Δ.), (Αγωγή Αρ. 844/2005), ημερομηνίας 29/5/2009.
N. Θρασυβούλου, για Εφεσείοντες.
Στ. Λεμονάρη (κα), για Εφεσίβλητους
Cur. adv. vult.
ΝΑΘΑΝΑΗΛ, Δ.: Την ομόφωνη απόφαση του Δικαστηρίου θα δώσει ο Δικαστής Μ. Χριστοδούλου.
ΧΡΙΣΤΟΔΟΥΛΟΥ, Δ.: Η εφεσείουσα αρ. 1 είναι ιδιοκτήτρια συγκροτήματος διαμερισμάτων στην Κακοπετριά, αλλά διαμένει μόνιμα με το σύζυγό της εφεσείοντα αρ. 2 στο Λονδίνο.
Τον Ιούλιο του 2002, ο εφεσείοντας αρ. 2 ανέθεσε στον εφεσίβλητο, ο οποίος είναι αρχιτέκτονας, να ετοιμάσει αρχιτεκτονική μελέτη για επιδιορθώσεις και μετατροπές στο συγκρότημα διαμερισμάτων της συζύγου του - γνωστό ως Maryland Lodge - και στη συνέχεια, αφού αξιολογήσει τις προσφορές που θα υποβάλλονταν, να επιβλέψει την εκτέλεση των εργασιών από τον εργολάβο στον οποίο θα κατακυρωνόταν η προσφορά.
Αποτελεί κοινό τόπο ότι ο εφεσίβλητος διεκπεραίωσε ό,τι συμφώνησε να εκτελέσει, αλλά με την αποπεράτωσή των οικοδομικών εργασιών προέκυψαν διαφορές κυρίως σε σχέση με το ύψος της αμοιβής του. Με αποτέλεσμα να καταχωρίσει εναντίον των εφεσειόντων αγωγή, αξιώνοντας το ποσό των £8.898,55 (Λ.Κ.) ως υπόλοιπο συμφωνηθείσης και/ή εύλογης αμοιβής για ετοιμασία αρχιτεκτονικών σχεδίων και για αξία οικοδομικών υλικών. Διατύπωνε σχετικά στο δικόγραφό του τρεις βασικούς ισχυρισμούς: Ότι, όταν ο εφεσείοντας αρ. 2 του ανέθεσε την ετοιμασία της αρχιτεκτονικής μελέτης δεν του αποκάλυψε ότι ενεργούσε εκ μέρους της συζύγου του, ότι η συμφωνηθείσα και/ή εύλογη αμοιβή του σύμφωνα με τους κανονισμούς αμοιβής των αρχιτεκτόνων ανήλθε στο ποσό των £7.357 πλέον £1.103,55 ΦΠΑ και ότι προμηθεύτηκε για λογαριασμό των εφεσειόντων διάφορα υλικά αξίας £4.798 από την εταιρεία ΓΕΒΟ. Έναντι των ποσών αυτών, προέβαλλε στο δικόγραφό του, οι εφεσείοντες του κατέβαλαν £4.360 και επομένως παρέμεινε οφειλόμενο υπόλοιπο το ποσό των £8.898,55.
Οι εφεσείοντες πρόβαλαν ως υπεράσπιση ότι ο εφεσίβλητος γνώριζε πως ο εφεσείοντας αρ. 2 ενεργούσε ως αντιπρόσωπος της συζύγου του, ότι η αξία των εργασιών κοστολογήθηκε εξ αρχής στις £35.000 και ότι η αμοιβή του εφεσίβλητου συμφωνήθηκε σε ποσοστό 7% επί του εν λόγω ποσού και συνεπώς, λαμβανομένων υπόψη των ποσών που του κατέβαλαν, ουδέν έτερο ποσό του οφείλουν. Επιπρόσθετα καταλόγισαν στον εφεσίβλητο ευθύνη για κακοτεχνίες και καθυστερήσεις στην εκτέλεση των εργασιών, ζήτημα όμως που δεν προωθήθηκε ως επίδικο στο πλαίσιο της αγωγής.
Οι διάδικοι προώθησαν τους δικογραφημένους ισχυρισμούς τους με μαρτυρία του εφεσίβλητου και του εφεσείοντα αρ. 2, την οποία το πρωτόδικο Δικαστήριο σχολίασε σε συνάρτηση και με τα κατατεθέντα εκατέρωθεν έγγραφα/τεκμήρια. Κατέληξε, αποδεχόμενο ως αξιόπιστη τη μαρτυρία του εφεσίβλητου και απορρίπτοντας ως αναξιόπιστη τη μαρτυρία του εφεσείοντα 2, ότι (α) η αξία της εκτελεσθείσας εργασίας ανήλθε στο ποσό των £73.570, (β) η αμοιβή του εφεσείοντα συμφωνήθηκε σε ποσοστό 10% επί του εν λόγω ποσού (£7.357) πλέον 15% ΦΠΑ και (γ) ότι ο εφεσίβλητος πληροφορήθηκε πως η οικοδομή ήταν ιδιοκτησίας της εφεσείουσας αρ. 1 σε προχωρημένο στάδιο εκτέλεσης των οικοδομικών εργασιών.
Κατ' ακολουθία της αποδοχής της μαρτυρίας του εφεσίβλητου, το πρωτόδικο Δικαστήριο έκδωσε απόφαση εναντίον των εφεσειόντων για το συνολικό ποσό των £7.795 πλέον ΦΠΑ, τόκους και έξοδα. Συγκεκριμένα, επιδίκασε στον εφεσίβλητο (α) £4.798 (€8.197,87) ποσό που αντιπροσωπεύει υπόλοιπο αξίας οικοδομικών υλικών που αγόρασε για λογαριασμό των εφεσειόντων και (β) £2.997 (€5.120,68) πλέον 15% ΦΠΑ, ποσό που αντιπροσωπεύει το υπόλοιπο της αμοιβής του για τις αρχιτεκτονικές υπηρεσίες που πρόσφερε στους εφεσείοντες.
Οι εφεσείοντες θεωρούν λανθασμένη την πρωτόδικη απόφαση για τρεις λόγους, τους οποίους προώθησαν με άξονα τη θέση ότι στη βάση της μαρτυρίας του εφεσίβλητου δεν αποδείχθηκε ότι η αξία της εκτελεσθείσας (οικοδομικής) εργασίας στο συγκρότημα διαμερισμάτων της εφεσείουσας αρ. 1 - στο Maryland Lodge - ανήλθε στις £73.570. Επικαλέστηκαν συναφώς αποσπάσματα από τις σελ. 24, 54 και 55 των πρακτικών σύμφωνα με τα οποία, ο εφεσίβλητος, απαντώντας σε ερωτήσεις που του τέθηκαν κατά την αντεξέταση, ανάφερε ότι στο εν λόγω ποσό περιλαμβάνεται και αξία επιπλέον (extra) εργασίας, αλλά και εργασίες που έγιναν «. σε μια άλλη οικοδομή πέραν αυτού του έργου σε 500-600 μέτρα απόσταση όπου αφαιρέθηκαν οι σουβάδες και έγινε καινούργιος σουβάς για την υγρασία που παρουσίαζε η οικοδομή» (σελ.54 πρακτικών). Όπως προκύπτει από τα σχετικά αποσπάσματα, υπέβαλαν οι ευπαίδευτοι συνήγοροί των εφεσειόντων, είναι προφανές ότι σύμφωνα με τη μαρτυρία του ίδιου του εφεσίβλητου η αξία της εκτελεσθείσας εργασίας στο Maryland Lodge δεν ανήλθε στο ποσό των £73.570, αφού στο ποσό αυτό περιλαμβάνονται και επιπλέον εργασίες και εργασίες που αφορούσαν άλλη οικοδομή. Με δεδομένη όμως τη δικογραφημένη θέση του εφεσίβλητου ότι η απαίτησή του για αμοιβή αφορούσε εργασίες που εκτελέστηκαν μόνο στο Maryland Lodge και με δεδομένη την παραδοχή του ότι στο υπό αναφορά ποσό περιλαμβάνεται και αξία εργασίας που εκτελέστηκε σε άλλη οικοδομή, κατέστη ασαφής η βάση για καθορισμό της αμοιβής του. Ενόψει τούτου, υπέβαλαν, το ζήτημα της αμοιβής θα έπρεπε να εξεταστεί στη βάση της αρχής της λογικής αμοιβής (Quantum meruit) και όχι να επιδικαστεί στον εφεσίβλητο, κατά τρόπο αυθαίρετο και λανθασμένο, αμοιβή 10% επί αξίας εργασίας που δεν μπορούσε να καθοριστεί.
Η πρωτόδικη απόφαση, αντέτεινε η ευπαίδευτη συνήγορος του εφεσίβλητου, είναι καθόλα ορθή. Από τη μαρτυρία του εφεσίβλητου, υπέβαλε, προέκυψε ότι η συνολική αξία της εκτελεσθείσας εργασίας ανήλθε στο ποσό των £73.570 και ως εκ τούτου ορθά το πρωτόδικο Δικαστήριο έστρεψε την προσοχή του στο ποσοστό αμοιβής του που είχε συμφωνηθεί. Είχε σχετικά ενώπιον του δύο ισχυρισμούς, τον ισχυρισμό του εφεσίβλητου ότι το ποσοστό της αμοιβής του συμφωνήθηκε στο 10% της αξίας της εκτελεσθείσας εργασίας και τον ισχυρισμό του εφεσείοντα 2 ότι συμφωνήθηκε στο 7%. Το πρωτόδικο Δικαστήριο αποδέχτηκε τον πρώτο ισχυρισμό που ως εύρημα είναι άτρωτο εφόσον στηρίζεται στην αξιοπιστία των μαρτύρων. Παρέπεμψε σχετικά σε νομολογία σύμφωνα με την οποία το Ανώτατο Δικαστήριο σπάνια επεμβαίνει για να ανατρέψει ευρήματα γεγονότων.
Εξετάσαμε τις εκατέρωθεν θέσεις υπό το πρίσμα της πρωτόδικης απόφασης και να επαναλάβουμε κατ' αρχάς την πάγια νομολογία ότι το ζήτημα της αξιολόγησης της μαρτυρίας και της αξιοπιστίας των μαρτύρων ανήκει κατ' εξοχή στο πρωτόδικο Δικαστήριο και το Εφετείο επεμβαίνει στον τομέα αυτό μόνο όταν η αξιολόγηση της μαρτυρίας ή τα ευρήματα ή τα συμπεράσματα του πρωτόδικου Δικαστηρίου αντιστρατεύονται την κοινή λογική ή δεν δικαιολογούνται από τη μαρτυρία ή τα ευρήματά του (βλ. Cumming v. Καρακαλλίδη (2011) 1 Α.Α.Δ. 569, Παπακοκκίνου κ.ά. ν. Σμυρλή κ.ά. (2001) 1(Γ) Α.Α.Δ. 1653 και Κλεάνθη κ.ά. ν. Σιάνιου, υπό την ιδιότητα του ως διαχειριστή της περιουσίας του αποβιώσαντος Κυριάκου Γρηγόρη Μακρή κ.ά. (2009) 1(Α) Α.Α.Δ. 180) όπου γίνεται και παραπομπή σε σχετική νομολογία). Οι ευπαίδευτοι συνήγοροι των εφεσειόντων, γνωρίζοντας ασφαλώς τη νομολογία, προώθησαν ουσιαστικά τη θέση ότι το εύρημα του πρωτόδικου Δικαστηρίου σε σχέση με την αξία της εκτελεσθείσας εργασίας είναι εσφαλμένο γιατί δεν βρίσκει έρεισμα στη μαρτυρία του εφεσίβλητου. Δεν μας βρίσκει σύμφωνους η εισήγηση. Όπως προκύπτει από την πρωτόδικη απόφαση, αλλά και από τη μαρτυρία του εφεσίβλητου, αρχικά το κόστος των οικοδομικών εργασιών υπολογίστηκε στις £35.000 και το ποσό αυτό πληρώθηκε στους διάφορους υπεργολάβους από τους εφεσείοντες μέσω του εφεσίβλητου. Όμως, κατά την πρόοδο των εργασιών, εκτελέστηκε επιπλέον εργασία και αγοράστηκαν υλικά, την αξία των οποίων πλήρωσε για λογαριασμό των εφεσειόντων ο εφεσίβλητος. Στη βάση της πραγματικότητας αυτής δεν θα μπορούσε να γίνει αποδεκτή η θέση των εφεσειόντων ότι η συμφωνηθείσα αμοιβή του εφεσίβλητου θα έπρεπε να υπολογιστεί με βάση την αρχική κοστολόγηση των εργασιών. Ορθώς, επομένως, το πρωτόδικο Δικαστήριο αποδέχτηκε τη θέση του εφεσίβλητου ότι η αμοιβή του θα έπρεπε να υπολογιστεί βάσει της τελικής αξίας της εκτελεσθείσας εργασίας και με τα στοιχεία (νούμερα) που παρέθεσε όντως τεκμηριώθηκε ο ισχυρισμός του ότι το κόστος τελικά των εργασιών, συμπεριλαμβανομένων των επιπλέον εργασιών και της αγοράς οικοδομικών υλικών, ανήλθε στις £73.570. Εξάλλου και ο εφεσείοντας αρ. 2 δεν ισχυρίστηκε ότι, τελικά, η αξία της εκτελεσθείσας εργασίας δεν υπερέβηκε την αρχική κοστολόγηση. Και αυτό αφού παραδέχθηκε ότι, πέραν του ποσού των £35.000 που καταβλήθηκε σε διάφορους υπεργολάβους μέσω του εφεσίβλητου, κατέβαλε και ο ίδιος προσωπικά και άλλα ποσά και σ΄ αυτά θα πρέπει να προστεθεί και το ποσό των £7.798 για αγορά οικοδομικών υλικών από τη ΓΕΒΟ. Κατ' ακολουθία τούτων, και παρά το γεγονός ότι το ζήτημα της τελικής αξίας της εκτελεσθείσας εργασίας δεν εξετάζεται στην πρωτόδικη απόφαση με την αναμενόμενη καθαρότητα, κρίνουμε πως η θέση των εφεσειόντων ότι το εύρημα του πρωτόδικου Δικαστηρίου ότι το κόστος των εργασιών ανήλθε σε £73.570 δεν βρίσκει έρεισμα στη μαρτυρία του εφεσίβλητου δεν ευσταθεί. Σ' ότι δε αφορά την επιμέρους θέση τους ότι το ποσό αυτό περιλαμβάνει και εργασία που έγινε σε άλλη οικοδομή της εφεσείουσας αρ. 1, κρίνουμε πως το στοιχείο αυτό δεν δημιουργεί πρόβλημα σ' ότι αφορά τη βάση υπολογισμού της αμοιβής του εφεσίβλητου αφού η εν λόγω εργασία έγινε στο πλαίσιο εκτέλεσης των βασικών εργασιών που αφορούσαν το συγκρότημα διαμερισμάτων. Τέλος, σ' ότι αφορά το ποσοστό αμοιβής του εφεσίβλητου, διαπιστώνουμε ότι το ζήτημα αυτό ουσιαστικά δεν προωθήθηκε με την αγόρευση των ευπαιδεύτων συνηγόρων τους, οι οποίοι περιορίστηκαν στο να προσβάλουν τη βάση υπολογισμού της αμοιβής του εφεσίβλητου και όχι το αποτέλεσμα. Εν πάση περιπτώσει η αποδοχή της σχετικής επί του θέματος μαρτυρίας του εφεσίβλητου ήταν έργο του πρωτόδικου Δικαστηρίου και δεν έχουν καταδειχθεί λόγοι που να δικαιολογούν επέμβαση του Εφετείου.
Για όλα τα πιο πάνω καταλήγουμε ότι η έφεση είναι καταδικασμένη σε απόρριψη και απορρίπτεται με έξοδα προς όφελος του εφεσίβλητου και εναντίον των εφεσειόντων.
Τα έξοδα να υπολογιστούν από τον Πρωτοκολλητή και να τεθούν ενώπιον του Δικαστηρίου για έγκριση.
Η έφεση απορρίπτεται με έξοδα.