ΠΑΓΚΥΠΡΙΟΣ ΔΙΚΗΓΟΡΙΚΟΣ ΣΥΛΛΟΓΟΣ
|
(2013) 1 ΑΑΔ 2249
31 Οκτωβρίου, 2013
[ΜΙΧΑΗΛΙΔΟΥ, Δ/στής]
ΑΝΑΦΟΡΙΚΑ ΜΕ ΤΟ ΑΡΘΡΟ 155.4 ΤΟΥ ΣΥΝΤΑΓΜΑΤΟΣ ΚΑΙ ΤΑ ΑΡΘΡΑ 3 ΚΑΙ 9 ΤΟΥ ΠΕΡΙ ΑΠΟΝΟΜΗΣ ΤΗΣ ΔΙΚΑΙΟΣΥΝΗΣ (ΠΟΙΚΙΛΑΙ ΔΙΑΤΑΞΕΙΣ) ΝΟΜΟΥ ΤΟΥ 1964,
ΚΑΙ
ANAΦΟΡΙΚΑ ΜΕ ΤΟ ΑΡΘΡΟ 24 ΤΟΥ Ν. 14/60, ΤΟ ΑΡΘΡΟ 43 ΤΟΥ ΚΕΦ. 155 ΚΑΙ ΤΑ ΑΡΘΡΑ 2, 262, 288 ΚΑΙ 269 ΤΟΥ ΚΕΦ. 154,
ΚΑΙ
ΑΝΑΦΟΡΙΚΑ ΜΕ ΤΟ ΔΙΑΤΑΓΜΑ ΤΟΥ ΕΠΑΡΧΙΑΚΟΥ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟΥ ΛΕΥΚΩΣΙΑΣ ΓΙΑ ΚΑΤΑΧΩΡΗΣΗ ΕΝΩΠΙΟΝ ΤΟΥ, ΤΗΣ ΙΔΙΩΤΙΚΗΣ ΠΟΙΝΙΚΗΣ ΥΠΟΘΕΣΗΣ ΥΠ' ΑΡΙΘΜΟ 30100/13,
ΚΑΙ
ΑΝΑΦΟΡΙΚΑ ΜΕ ΤΗΝ ΑΙΤΗΣΗ ΤΟΥ ΑΝΤΩΝΗ ΙΩΑΝΝΟΥ ΓΙΑ ΑΔΕΙΑ ΤΟΥ ΑΝΩΤΑΤΟΥ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟΥ ΠΡΟΣ ΚΑΤΑΧΩΡΗΣΗ ΑΙΤΗΣΗΣ ΓΙΑ ΕΚΔΟΣΗ ΠΡΟΝΟΜΙΑΚΟΥ ΕΝΤΑΛΜΑΤΟΣ ΤΥΠΟΥ CERTIORARI (ΑΡ. 2).
(Πολιτική Αίτηση Αρ. 191/2013)
Προνομιακά εντάλματα ― Certiorari ― Απορρίφθηκε αίτηση για παραχώρηση άδειας καταχώρησης αίτησης για έκδοση προνομιακού εντάλματος της φύσεως Certiorari, προς ακύρωση διαταγής Επαρχιακού Δικαστηρίου με την οποία ενεκρίθη η καταχώριση ιδιωτικής ποινικής υπόθεσης εναντίον του αιτητή.
Προνομιακά εντάλματα ― Certiorari ― Στοχεύει η διαδικασία, όχι στον έλεγχο της ορθότητας, αλλά της νομιμότητας της απόφασης ― Σε κάθε περίπτωση, το διάταγμα δεν στοχεύει στη διόρθωση λανθασμένης απόφασης του πρωτόδικου Δικαστηρίου ― Δεν τίθεται ζήτημα αντικατάστασης της κρίσης που διαμόρφωσε το κατώτερο Δικαστήριο αναφορικά με ζήτημα που αποφάσισε στα πλαίσια της δικαιοδοσίας του, με την κρίση του Ανωτάτου Δικαστηρίου.
Με την αίτηση επιδιώχθηκε από τον αιτητή η παραχώρηση άδειας καταχώρησης αίτησης για έκδοση προνομιακού εντάλματος της φύσης Certiorari, προς ακύρωση διαταγής του Επαρχιακού Δικαστηρίου Λευκωσίας με την οποία ενεκρίθη η καταχώριση ιδιωτικής ποινικής υπόθεσης εναντίον του.
Με την αίτηση υποστηρίχθηκε μεταξύ άλλων ότι:
α) Το Επαρχιακό Δικαστήριο Λευκωσίας ενήργησε καθ' υπέρβαση της δικαιοδοσίας του και εσφαλμένα όπως ήταν προφανές από το πρακτικό, τα αδικήματα που περιλαμβάνονταν στο κατηγορητήριο της ιδιωτικής ποινικής υπόθεσης ήταν κακουργήματα που τιμωρούνται με ποινή φυλάκισης 14 ετών και κατ' επέκταση δεν μπορούσαν να εκδικαστούν ενώπιον Επαρχιακού Δικαστηρίου χωρίς να είχε εξασφαλιστεί προηγουμένως η συγκατάθεση του Γενικού Εισαγγελέα.
β) Από τις λεπτομέρειες του αδικήματος προέκυπτε με σαφήνεια ότι ο αιτητής κατηγορείτο υπό την ιδιότητα του ως Γραμματέας Συνεργατικής Πιστωτικής Εταιρείας, κατά τον ουσιώδη χρόνο. Ως εκ τούτου ήταν φανερό ότι ενώ η κατηγορία στηριζόταν στο Άρθρο 262 του Π.Κ., λόγω ακριβώς της ιδιότητας του ως Γραμματέως, κινδύνευε να βρεθεί ενδεχομένως αντιμέτωπος με την κατηγορία της κλοπής υπό Γραμματέα, Άρθρο 268 του Π.Κ., ή κλοπής κάτω από τις πρόνοιες του Άρθρου 269 του Π.Κ.: κλοπή από διευθυντές και αξιωματούχους εταιρειών, αδικήματα για τα οποία προνοείται ποινή φυλάκισης 14 χρόνων και στις δύο περιπτώσεις.
Αποφασίστηκε ότι:
1. Σε κάθε περίπτωση το κατηγορητήριο καταχωρίστηκε κατόπιν της έγκρισης του Επαρχιακού Δικαστηρίου εφόσον το Δικαστήριο έλαβε υπόψη του και μόνο, τα υποστηρικτικά των κατηγοριών άρθρα. Δεν μπορούσε να γίνει δεκτή η εισήγηση ότι το Δικαστήριο θα μπορούσε να αποστεί από του να εγκρίνει την εν λόγω καταχώριση. Είναι αρκετός ο έλεγχος του πλαισίου το οποίο έθεσε ο ίδιος ο συντάκτης του και η υποστήριξη των άρθρων που παρέθεσε.
2. Η συλλογιστική του δικηγόρου του αιτητή ότι εν όψει της απουσίας συγκατάθεσης του Γενικού Εισαγγελέα και των προνοιών του Άρθρου 262 του Π.Κ. «λόγω των περιστάσεων της κλοπής ή της φύσης του πράγματος που κλάπηκε, προβλέπεται κάποια άλλη ποινή» ή των προνοιών των Άρθρων 268 και 269 του Π.Κ., το Επαρχιακό Δικαστήριο στερείται δικαιοδοσίας να εκδικάσει τα κατ' ισχυρισμό αδικήματα παρέμενε θεωρητική.
3. Το Επαρχιακό Δικαστήριο είχε ενώπιον του συγκεκριμένο κατηγορητήριο με συγκεκριμένες κατηγορίες και αυτό ενέκρινε ενεργώντας εντός της δικαιοδοσίας του.
4. Η έκδοση προνομιακού εντάλματος δεν συνιστά υποκατάστατο του ένδικου μέσου της έφεσης, ούτε μέσο εποπτείας της διαδικασίας των Επαρχιακών Δικαστηρίων ή της πρακτικής που ακολουθήθηκε.
5. Ως εκ τούτου, το Επαρχιακό Δικαστήριο με τα στοιχεία που είχαν τεθεί ενώπιον του, ενήργησε στα πλαίσια της δικαιοδοσίας του εξασκώντας τη διακριτική του ευχέρεια και δεν συνέτρεχε λόγος για παραχώρηση άδειας.
Η αίτηση απορρίφθηκε.
Αναφερόμενες Υποθέσεις:
Γενικός Εισαγγελέας (Αρ. 3) (1993) 1 Α.Α.Δ. 42,
Global Consolidator Public Ltd (2006) 1 Α.Α.Δ. 464,
Marewave Shipping & Trading Company Ltd (1992) 1 A.A.Δ. 116.
Αίτηση.
Ε. Πουργουρίδης, για τον Αιτητή.
Ex tempore
ΜΙΧΑΗΛΙΔΟΥ, Δ.: Ο αιτητής επιζητεί την παραχώρηση άδειας για καταχώρηση αίτησης για έκδοση προνομιακού εντάλματος της φύσης Certiorari με το οποίο να ακυρώνεται η διαταγή του Επαρχιακού Δικαστηρίου Λευκωσίας με την οποία «διατάχθηκε» (sic) η καταχώριση της ιδιωτικής ποινικής υπόθεσης με αρ. 30100/13 ενώπιον του και ενδιάμεσο διάταγμα του Δικαστηρίου με το οποίο να αναστέλλεται η εκδίκαση της πιο πάνω ιδιωτικής ποινικής υπόθεσης μέχρι την πλήρη εκδίκαση της αίτησης που θα καταχωρηθεί και/ή μέχρι νεωτέρας διαταγής του Δικαστηρίου.
Στην έκθεση γεγονότων υποστηρίζεται ότι το Επαρχιακό Δικαστήριο Λευκωσίας ενήργησε καθ' υπέρβαση της δικαιοδοσίας του και εσφαλμένα όπως είναι προφανές από το πρακτικό: τα αδικήματα που περιλαμβάνονται στο κατηγορητήριο της ιδιωτικής ποινικής υπόθεσης είναι κακουργήματα που τιμωρούνται με ποινή φυλάκισης 14 ετών και κατ' επέκταση δεν μπορούν να εκδικαστούν ενώπιον του Επαρχιακού Δικαστηρίου Λευκωσίας χωρίς να είχε εξασφαλιστεί προηγουμένως η συγκατάθεση του Γενικού Εισαγγελέα.
Ο κ. Πουργουρίδης υποστήριξε τη θέση πως παρόλο που η πρώτη κατηγορία στηρίζεται στα Άρθρα 367, 262 και 29 του Ποινικού Κώδικα, εν τούτοις από τις λεπτομέρειες του αδικήματος προκύπτει με σαφήνεια ότι ο αιτητής κατηγορείται υπό την ιδιότητα του ως Γραμματέας της ΣΠΕ Κυπερούντας κατά τον ουσιώδη χρόνο. Ως εκ τούτου γίνεται φανερό ότι ενώ η κατηγορία στηρίζεται στο Άρθρο 262 του Π.Κ., λόγω ακριβώς της ιδιότητας του ως Γραμματέως, κινδυνεύει να βρεθεί ενδεχομένως αντιμέτωπος με την κατηγορία της κλοπής υπό Γραμματέα, Άρθρο 268 του Π.Κ., ή κλοπής κάτω από τις πρόνοιες του Άρθρου 269 του Π.Κ.: κλοπή από διευθυντές και αξιωματούχους εταιρειών, αδικήματα για τα οποία προνοείται ποινή φυλάκισης 14 χρόνων και στις δύο περιπτώσεις. Γεγονός που από μόνο του φανερώνει ότι η καταχώριση της ιδιωτικής ποινικής υπόθεσης θα μπορούσε να γίνει μόνο κατόπιν της προηγούμενης συγκατάθεσης του Γενικού Εισαγγελέα, κάτω από τις πρόνοιες του Νόμου, Άρθρο 24(2) του περί Δικαστηρίων Νόμου 14/60 όπως αυτός τροποποιήθηκε, εφόσον το Επαρχιακό Δικαστήριο δεν έχει δικαιοδοσία να εκδικάσει τα ποινικά αδικήματα των Άρθρων 268 και 269 ή ακόμη και της ίδιας της πρόνοιας του Άρθρου 262.
Έχω εξετάσει με ιδιαίτερη προσοχή τα επιχειρήματα του κ. Πουργουρίδη σε συνάρτηση και αναφορά με το ίδιο το κατηγορητήριο, την έκθεση του αδικήματος και τις λεπτομέρειες του αδικήματος. Όντως επετράπηκε από το Δικαστήριο η καταχώριση του κατηγορητηρίου στη βάση των Άρθρων 262 και 367 του Π.Κ., απόπειρα διάπραξης κακουργήματος ή πλημμελήματος. Το Άρθρο 57 του περί Συνεργατικών Εταιρειών Νόμου 22/1985 όπως τροποποιήθηκε, δεν προνοεί οτιδήποτε άλλο παρά διοικητικές κυρώσεις και δεν θα σχολιάσω περαιτέρω τη συμπερίληψη του στο κατηγορητήριο. Σε κάθε περίπτωση όμως βρίσκω ότι το κατηγορητήριο καταχωρίστηκε κατόπιν της έγκρισης του Επαρχιακού Δικαστηρίου εφόσον το Δικαστήριο έλαβε υπόψη του και μόνο τα υποστηρικτικά των κατηγοριών άρθρα. Δεν μπορώ να δεχθώ την εισήγηση ότι το Δικαστήριο θα μπορούσε να αποστεί από του να εγκρίνει την εν λόγω καταχώριση. Είναι αρκετός ο έλεγχος του πλαισίου το οποίο έθεσε ο ίδιος ο συντάκτης του και η υποστήριξη των άρθρων που παρέθεσε.
Σύμφωνα με το Άρθρο 38 του περί Ποινικής Δικονομίας Νόμου, ΚΕΦ. 155:
«38. Κάθε κατηγορητήριο είναι στον καθορισμένο τύπο υπογράφεται από ή εκ μέρους του προσώπου που απαγγέλλει αυτό και όταν το κατηγορητήριο απαγγέλλεται από Κυβερνητικό Τμήμα το κατηγορητήριο αυτό υπογράφεται από αντιπρόσωπο του Τμήματος. Αναφέρει το όνομα του Δικαστηρίου ενώπιον του οποίου θα διεξαχθεί η συνοπτική δίκη ή το οποίο θα παραπέμψει την υπόθεση στο Κακουργιοδικείο και περιλαμβάνει επίσης τις ακόλουθες λεπτομέρειες:
(α) το όνομα και περιγραφή του κατηγορουμένου όπως αυτά είναι γνωστά στον κατήγορο τα οποία είναι εύλογα επαρκή προς διαπίστωση της ταυτότητας του κατηγορουμένου
(β) το ποινικό αδίκημα ή ποινικά αδικήματα για τα οποία κατηγορείται ο κατηγορούμενος τα οποία περιλαμβάνουν τις λεπτομέρειες που εκτίθενται στο Άρθρο 39.»
Σύμφωνα δε με το Άρθρο 24(2) του περί Δικαστηρίων Νόμου, Ν. 14/60:
«24.-(1) Έκαστoς Πρόεδρoς Επαρχιακoύ Δικαστηρίoυ, έκαστoς Αvώτερoς Επαρχιακός Δικαστής και έκαστoς Επαρχιακός Δικαστής θα έχωσιv αρμoδιότητα vα εκδικάζωσι συvoπτικώς πάvτα τα αδικήματα τα τιμωρoύμεvα με φυλάκισιv διά περίoδov μη υπερβαίvoυσαv τα πέντε έτη ή με πρόστιμov μη υπερβαίvov τας πεvήvτα χιλιάδες λίρες ή με αμφoτέρας τας πoιvάς και δύvαvται επιπρoσθέτως ή εv υπoκαταστάσει oιασδήπoτε τoιαύτης τιμωρίας, vα διατάξωσιv oιovδήπoτε πρόσωπov καταδικασθέv υπ' αυτώv όπως πληρώση πρoς oιovδήπoτε πρόσωπov βλαβέv υπό τoυ αδικήματoς αυτoύ, απoζημίωσιv μη υπερβαίvoυσαv τις έξι χιλιάδες ευρώ (€6.000,00).
(2) Παρά πάσαv διάταξιv τoυ παρόvτoς άρθρoυ, Πρόεδρoς Επαρχιακoύ Δικαστηρίoυ, Αvώτερoς Επαρχιακός Δικαστής ή Επαρχιακός Δικαστής, τη συγκαταθέσει τoυ Γεvικoύ Εισαγγελέως της Δημoκρατίας, θα έχη αρμoδιότητα vα εκδικάζη συvoπτικώς oιovδήπoτε αδίκημα, εάv είvαι ικαvoπoιημέvoς ότι τo τoιoύτov είvαι σκόπιμov, λαμβαvoμέvωv υπ' όψιv όλωv τωv περιστατικώv της υπoθέσεως περιλαμβαvoμέvης και της επαρκείας της τιμωρίας ή της απoζημιώσεως τηv oπoίαv o Πρόεδρoς τoυ Επαρχιακoύ Δικαστηρίoυ, Αvώτερoς Επαρχιακός Δικαστής ή o Επαρχιακός Δικαστής έχει εξoυσίαv δυvάμει τoυ παρόvτoς άρθρoυ vα επιβάλη ή επιδικάση:
Νoείται ότι oιαδήπoτε επιβληθείσα τιμωρία ή oιαδήπoτε επιδικασθείσα απoζημίωσις δεv θα υπερβαίvη τηv τιμωρίαv ή τηv απoζημίωσιv τηv oπoίαv Πρόεδρoς Επαρχιακoύ Δικαστηρίoυ, Αvώτερoς Επαρχιακός Δικαστής ή Επαρχιακός Δικαστής, ως είvαι η περίπτωσις, έχει εξoυσίαv vα επιβάλη ή επιδικάση δυvάμει τoυ εδαφίoυ (1).»
Το Άρθρο 262 του Π.Κ. προνοεί για το αδίκημα της κλοπής φυλάκιση τριών χρόνων «εκτός αν λόγω των περιστάσεων της κλοπής ή της φύσης του πράγματος που κλάπηκε, προβλέπεται κάποια άλλη ποινή», ενώ το Άρθρο 268 του Π.Κ. «Αν ο υπαίτιος κλοπής είναι γραμματέας ή υπηρέτης, αυτό που κλάπηκε είναι περιουσία του εργοδότη του ή πράγμα που περιήλθε στην κατοχή του υπαίτιου για λογαριασμό του εργοδότη του, αυτός υπόκειται σε φυλάκιση δεκατεσσάρων χρόνων», και το Άρθρο 269 του Π.Κ. «Αν ο υπαίτιος κλοπής είναι διευθυντής ή αξιωματούχος οργανισμού ή εταιρείας, αυτό που κλάπηκε είναι περιουσία του οργανισμού ή της εταιρείας, αυτός υπόκειται σε φυλάκιση δεκατεσσάρων χρόνων».
Η συλλογιστική του κ. Πουργουρίδη ότι εν όψει της απουσίας συγκατάθεσης του Γενικού Εισαγγελέα και των προνοιών του Άρθρου 262 του Π.Κ. «λόγω των περιστάσεων της κλοπής ή της φύσης του πράγματος που κλάπηκε, προβλέπεται κάποια άλλη ποινή» ή των προνοιών των Άρθρων 268 και 269 του Π.Κ., το Επαρχιακό Δικαστήριο στερείται δικαιοδοσίας να εκδικάσει τα κατ' ισχυρισμό αδικήματα παραμένει επί του παρόντος θεωρητική. Το Επαρχιακό Δικαστήριο είχε ενώπιον του συγκεκριμένο κατηγορητήριο με συγκεκριμένες κατηγορίες και αυτό ενέκρινε ενεργώντας εντός της δικαιοδοσίας του.
Η έκδοση προνομιακού εντάλματος δεν συνιστά υποκατάστατο του ένδικου μέσου της έφεσης, ούτε μέσο εποπτείας της διαδικασίας των Επαρχιακών Δικαστηρίων ή της πρακτικής που ακολουθήθηκε (Γενικός Εισαγγελέας (Αρ. 3) (1993) 1 Α.Α.Δ. 42 και Global Consolidator Public Ltd (2006) 1 Α.Δ.Δ. 464). Αντικείμενό της όλης διαδικασίας, είναι ο έλεγχος της ορθότητας αλλά και της νομιμότητας της απόφασης εκεί όπου διαπιστώνεται από το πρακτικό της σχετικής απόφασης και/ή διαδικασίας, όπως καταγράφεται στα πρακτικά, έλλειψη ή υπέρβαση δικαιοδοσίας, έκδηλη πλάνη περί το νόμο, προκατάληψη ή παραβίαση των κανόνων της φυσικής δικαιοσύνης.
Στοχεύει η διαδικασία, όχι στον έλεγχο της ορθότητας, αλλά της νομιμότητας της απόφασης (Marewave Shipping & Trading Company Ltd (1992) 1 A.A.Δ. 116). Σε κάθε περίπτωση, το διάταγμα δεν στοχεύει στη διόρθωση λανθασμένης απόφασης του πρωτόδικου Δικαστηρίου. Δεν τίθεται ζήτημα αντικατάστασης της κρίσης που διαμόρφωσε το κατώτερο Δικαστήριο αναφορικά με ζήτημα που αποφάσισε στα πλαίσια της δικαιοδοσίας του, με την κρίση του Ανωτάτου Δικαστηρίου.
Ως εκ τούτου, το Δικαστήριο με τα στοιχεία που είχαν τεθεί ενώπιον του ενήργησε στα πλαίσια της δικαιοδοσίας του εξασκώντας τη διακριτική του ευχέρεια και δεν βλέπω ότι συντρέχει λόγος για παραχώρηση του αιτήματος.
Η αίτηση απορρίπτεται.
Η αίτηση απορρίπτεται.