ΠΑΓΚΥΠΡΙΟΣ ΔΙΚΗΓΟΡΙΚΟΣ ΣΥΛΛΟΓΟΣ
|
(2013) 1 ΑΑΔ 402
19 Φεβρουαρίου, 2013
[ΑΡΤΕΜΗΣ, Π., ΠΑΜΠΑΛΛΗΣ, ΠΑΡΠΑΡΙΝΟΣ, Δ/στές]
IASON TRAVEL & TOURS LTD,
Εφεσείοντες - Εναγόμενοι,
ν.
L. PASHIAS TRAVEL LTD, ΕΜΠΟΡΕΥΟΜΕΝΟΥ ΔΙΑ ΤΗΣ ΕΜΠΟΡΙΚΗΣ ΕΠΩΝΥΜΙΑΣ ROYAL HOLIDAYS,
Εφεσιβλήτων - Εναγόντων.
(Πολιτική Έφεση Αρ. 145/2010)
Πολιτική Δικονομία ― Αίτηση παραμερισμού απόφασης, εκδοθείσας λόγω παράλειψης καταχώρησης εμφάνισης ― Διάταξη 17 Θ.10 ― Επιτράπηκε κατ' έφεση ―Το Δικαστήριο δεν πρέπει να επιδεικνύει υπέρμετρο ζήλο στην αποστέρηση του δικαιώματος του διαδίκου να ακουστεί στην υπόθεση του, νοουμένου ότι αποκαλύπτει υπεράσπιση ― Εντούτοις, μπορεί, παρά ταύτα, να αρνηθεί να επανανοίξει την υπόθεση, εάν η διαγωγή του είναι τέτοια, ώστε να πλήττει το θεμέλιο της απονομής της δικαιοσύνης.
Πολιτική Δικονομία ― Αίτηση παραμερισμού απόφασης εκδοθείσας λόγω παράλειψης καταχώρησης εμφάνισης ― Διάταξη 17 Θ.10 ― Για να επιτύχει τον παραμερισμό μιας απόφασης ο αιτητής θα πρέπει να πείσει ότι έχει μια εκ πρώτης όψεως υπεράσπιση στην απαίτηση που προβάλλεται εναντίον του ― Λαμβάνεται σοβαρά υπ' όψη από τη μια η ανάγκη διασφάλισης του δικαιώματος ενός διαδίκου να ακουστεί και από την άλλη η ταχεία διεκπεραίωση των δικαστικών διαδικασιών ― Η χωρίς ουσιαστικό λόγο παράλειψη του αιτητή να εμφανισθεί και η αδικαιολόγητη καθυστέρηση του να πάρει έγκαιρα μέτρα μπορεί να αποτελέσει λόγο για την απόρριψη της αίτησης.
Η εφεσείουσα επιδίωξε την ακύρωση πρωτόδικης απόφασης με την οποία απορρίφθηκε αίτηση που είχε προωθήσει για παραμερισμό απόφασης που εκδόθηκε εναντίον της από Επαρχιακό Δικαστήριο λόγω παράλειψης εμφάνισης.
Επειδή η εφεσείουσα εναγόμενη εταιρεία δεν καταχώρησε σημείωμα εμφάνισης σε αγωγή των εφεσιβλήτων-εναγόντων, εκδόθηκε κατόπιν μονομερούς αίτησης, απόφαση υπέρ των εναγόντων και εναντίον των εναγομένων για ποσό €18.034,52, πλέον τόκο και έξοδα της αγωγής.
Οι εφεσείοντες-εναγόμενοι καταχώρησαν αίτηση, με την οποία ζητούσαν παραμερισμό της επίδοσης του Κλητηρίου Εντάλματος, καθώς και της εκδοθείσας απόφασης στην αγωγή.
Το αντικείμενο της αγωγής αφορούσε στην κατ' ισχυρισμό πώληση τουριστικών πακέτων στην εφεσείουσα-εναγόμενη εταιρεία, για τα οποία εκδόθησαν τιμολόγια και το ποσό αποτελούσε απλήρωτο υπόλοιπο. Το πρωτόδικο Δικαστήριο κατέληξε στο συμπέρασμα ότι ήταν αδικαιολόγητη η μη εμφάνιση των εφεσειόντων-εναγομένων στην αγωγή και περαιτέρω ότι δεν απέδειξαν εκ πρώτης όψεως καλή υπεράσπιση, αφού όλοι οι ισχυρισμοί τους ήταν προφορικοί, γενικοί και αόριστοι χωρίς συγκεκριμένα και γραπτά στοιχεία. Με βάση τα ευρήματα αυτά, η αίτηση απορρίφθηκε.
Με βάση τα όσα ανέφεραν και πρωτοδίκως αλλά και κατ' έφεση, η επίδοση έγινε νομότυπα, αλλά οι εφεσείοντες δεν εμφανίστηκαν στο Δικαστήριο επειδή δεν περιήλθε η αγωγή σε γνώση τους, παραθέτοντας τους λόγους.
Αποφασίστηκε ότι:
1. Όσον αφορούσε στην υπεράσπιση, την οποία ήγειραν οι εφεσείοντες-εναγόμενοι, εμπεριέχονταν στην παράγραφο 10 της ένορκης δήλωσης που συνόδευε την αίτησή τους, αρκετές λεπτομέρειες αναφορικά με τα όσα προέβαλλαν σχετικά με καλή υπεράσπιση την οποία υποστήριζαν ότι είχαν στην εν λόγω αγωγή.
2. Έχοντας υπόψη ότι η υπεράσπιση συνιστούσε παντελή άρνηση αγοράς των κατ' ισχυρισμών επίδικων πωληθέντων τουριστικών πακέτων, ήταν ορθή η θέση των εφεσειόντων-εναγομένων στο Περίγραμμα τους με βάση την οποία δεν μπορούσαν οι εναγόμενοι να δώσουν εξηγήσεις ή λεπτομέρειες για πράγματα με τα οποία δεν είχαν συνδεθεί με κάποιο τρόπο για τον απλούστατο λόγο ότι ο ισχυρισμός των ότι δεν παρήγγειλαν ούτε αγόρασαν ούτε παρέλαβαν τα εν λόγω τουριστικά πακέτα μπορεί να ήταν και η πραγματικότητα.
3. Περαιτέρω, δεν ήταν αδικαιολόγητη η μη εμφάνιση στο Δικαστήριο, εν όψει του ότι οι εφεσείοντες-εναγόμενοι έδωσαν μία λογική και εκ πρώτης όψεως βάσιμη δικαιολογία, αρκετή, για να ικανοποιήσει τη σχετική προϋπόθεση της νομολογίας.
4. Δεδομένου ότι το κυριότερο στοιχείο που πρέπει να λαμβάνεται υπόψη είναι η μη αποστέρηση του δικαιώματος διαδίκου να ακουστεί στην υπόθεσή του, η πρωτόδικη απόφαση θα έπρεπε να παραμεριστεί.
Η έφεση επιτράπηκε με έξοδα.
Αναφερόμενες Υποθέσεις:
Σκάρος ν. Χριστοδούλου κ.ά. (1998) 1 Α.Α.Δ. 291,
Χατζηνικολάου ν. Τράπεζα Κύπρου Λτδ (2001) 1(Β) Α.Α.Δ. 1179,
Phylactou v. Michael (1982) 1 C.L.R. 204.
Έφεση.
Έφεση από τους Εναγόμενους εναντίον της απόφασης του Επαρχιακού Δικαστηρίου Λευκωσίας (Λοΐζου, Ε.Δ.), (Αγωγή Αρ. 6326/2009), ημερομ. 14/5/2010.
Π. Πετράκης, για Εφεσείοντες.
Λ. Διομήδους για Καλλή & Καλλή, για Εφεσίβλητους.
Cur. adv. vult.
ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ: Η ομόφωνη απόφαση του Δικαστηρίου θα δοθεί από τον Π. Αρτέμη, Π.
ΑΡΤΕΜΗΣ, Π.: Επειδή η εφεσείουσα εναγόμενη εταιρεία δεν καταχώρησε σημείωμα εμφάνισης σε αγωγή των εφεσιβλήτων-εναγόντων, στις 17.11.09, κατόπιν μονομερούς αίτησης, εκδόθηκε απόφαση υπέρ των εναγόντων και εναντίον των εναγομένων για ποσό €18.034,52, πλέον τόκο προς 5,5% από 27.10.2009 και έξοδα της αγωγής.
Την 21.1.2010 οι εφεσείοντες-εναγόμενοι καταχώρησαν αίτηση, με την οποία ζητούσαν παραμερισμό της επίδοσης του Κλητηρίου Εντάλματος, καθώς και της εκδοθείσας απόφασης στην αγωγή. Η αίτηση βασίζεται στους περί Πολιτικής Δικονομίας Διαδικαστικούς Κανονισμούς Δ.17 θ.10, Δ.48 θθ.2, 8(4), στο Άρθρο 30(α)(β) του Συντάγματος και στις γενικές εξουσίες του Δικαστηρίου.
Το αντικείμενο της αγωγής αφορούσε την κατ' ισχυρισμό πώληση τουριστικών πακέτων στην εφεσείουσα-εναγόμενη εταιρεία, για τα οποία εκδόθησαν τιμολόγια και το ποσό αποτελούσε απλήρωτο υπόλοιπο. Η πρωτόδικη Δικαστής κατέληξε στο συμπέρασμα ότι ήταν αδικαιολόγητη η μη εμφάνιση των εφεσειόντων-εναγομένων στην αγωγή και περαιτέρω ότι δεν απέδειξαν εκ πρώτης όψεως καλή υπεράσπιση, αφού όλοι οι ισχυρισμοί τους ήταν προφορικοί, γενικοί και αόριστοι χωρίς συγκεκριμένα και γραπτά στοιχεία. Με βάση τα ευρήματα αυτά η αίτηση απορρίφθηκε.
Με τον πρώτο λόγο έφεσης οι εφεσείοντες προσέβαλαν και την κρίση του πρωτόδικου Δικαστηρίου αναφορικά με την κανονικότητα της επίδοσης του Κλητηρίου Εντάλματος. Κατά τη διάρκεια όμως της ακρόασης της έφεσης, ο ευπαίδευτος συνήγορος των εφεσειόντων δήλωσε ότι ουσιαστικά εγκαταλείπετο αυτή η θέση, αφού δέχθηκε ότι η επίδοση έγινε νομότυπα, αλλά ισχυρίστηκε ότι δεν περιήλθε η αγωγή σε γνώση των εναγομένων παραθέτοντας τους λόγους, και γι' αυτό δεν εμφανίστηκαν στο Δικαστήριο.
Οι αρχές που διέπουν το θέμα παραμερισμού απόφασης εκδοθείσας μετά από παράλειψη καταχώρησης εμφάνισης, είναι καλώς γνωστές και συνοψίζονται στην υπόθεση Σκάρος ν. Χριστοδούλου κ.ά. (1998) 1 Α.Α.Δ. 291, όπου μεταξύ άλλων λέχθηκαν τα ακόλουθα:
«Οι αρχές που διέπουν τον παραμερισμό μιας απόφασης που εκδόθηκε από ένα πρωτόδικο Δικαστήριο έχουν καθορισθεί στην Αγγλική απόφαση Evans v. Bartlam [1937] 2 All E.R. 646, και έχουν υιοθετηθεί στις Κυπριακές Αποφάσεις Κotsapas v. Titan Construction and Engineering Company (1961) C.L.R. 371, Christoforou v. Kyriakoulli (1963) 2 C.L.R. 159, Phylactou v. Michael (1982) 1 C.L.R. 204, Mine and Quarry Services Ltd v. A. Γεωργίου (Μαύρου) (1993) 1 Α.Α.Δ. 26, Βίκα Πίκα Ντίσκο Λτδ ν. Χάπυ Στρητς Ντίσκο Λτδ (1997) 1(Α) Α.Α.Δ. 28 και Μilouca Motor Trading Ltd v. Κούρτης (1997) 1(Β) Α.Α.Δ. 941.
Η γενική αρχή του δικαίου όπως προκύπτει από τις πιο πάνω αποφάσεις είναι ότι για να επιτύχει τον παραμερισμό μιας απόφασης ο αιτητής θα πρέπει να πείσει ότι έχει μια εκ πρώτης όψεως υπεράσπιση στην απαίτηση που προβάλλεται εναντίον του. Μέσα σε αυτά τα πλαίσια το Δικαστήριο θα πρέπει να λάβει σοβαρά υπ' όψη από τη μια την ανάγκη διασφάλισης του δικαιώματος ενός διαδίκου να ακουστεί και από την άλλη την ταχεία διεκπεραίωση των δικαστικών διαδικασιών. Όμως η χωρίς ουσιαστικό λόγο παράλειψη του αιτητή να εμφανισθεί και η αδικαιολόγητη καθυστέρηση του να πάρει έγκαιρα μέτρα για την ακύρωση της πρωτόδικης απόφασης μπορεί να αποτελέσει λόγους για την απόρριψη της αίτησης. (Mine and Quarry Services Ltd v. Γεωργίου (Μαύρου) και Milouca Motor Trading Ltd v. Κούρτης πιο πάνω)».
Για μια περαιτέρω ανάλυση της νομολογίας σχετική είναι και η υπόθεση Χατζηνικολάου ν. Τράπεζα Κύπρου Λτδ (2001) 1(Β) Α.Α.Δ. 1179.
Στη Phylactou v. Michael (1982) 1 C.L.R. 204, λέχθηκαν και τα ακόλουθα:
«Το απαύγασμα της νομολογίας κατατείνει στο ότι το Δικαστήριο δεν πρέπει να επιδεικνύει υπέρμετρο ζήλο στην αποστέρηση του δικαιώματος του διαδίκου να ακουστεί στην υπόθεση του, νοουμένου ότι αποκαλύπτει υπεράσπιση. Εντούτοις, το Δικαστήριο μπορεί, παρά ταύτα, να αρνηθεί να επανανοίξει την υπόθεση, εάν η διαγωγή του είναι τέτοια, ώστε να πλήττει το θεμέλιο της απονομής της δικαιοσύνης. Όπου η διαγωγή του διαδίκου, ο οποίος εξαιτείται τον παραμερισμό εκδοθείσας απόφασης, είναι ασυγχώρητη, περιφρονητική μέχρι βαθμού καταφρόνησης της δικαστικής διαδικασίας ή των δικαιωμάτων του αντιδίκου, το Δικαστήριο δύναται, ενασκώντας τη διακριτική του ευχέρεια, να αρνηθεί να παραμερίσει την απόφαση.»
Όσον αφορά την υπεράσπιση, την οποία ήγειραν οι εφεσείοντες-εναγόμενοι, παραπέμπουμε στην παράγραφο 10 της ένορκης δήλωσης που συνοδεύει την αίτησή τους, όπου αναφέρονται τα ακόλουθα:
«10(α) Ανεξάρτητα όμως από τα πιο πάνω με συμβουλεύει ο δικηγόρος των εναγομένων ότι οι εναγόμενοι έχουν καλήν υπεράσπιση στην εν λόγω αγωγή. Αναφορικά με το τιμολόγιο 6.7.09 αρ. 6047 που αναφέρεται στην παράγραφο 4 του Κλητηρίου Εντάλματος εγώ ως Γραμματέας των εναγομένων, έχω προσωπική γνώση της πράξης αυτής. Το αγορασθέν εισιτήριο συνεφωνήθη με τους ενάγοντας στο ποσό €829,76 το οποίο επληρώθη με την προσωπική πιστωτική μου κάρτα αφού οι εναγόμενοι παρέλαβαν από τον πελάτη του εισιτηρίου ποσό €940 από το οποίο αφαιρέθη η προμήθεια των εναγομένων. Τεκμ.6.
(β) Όσον αφορά τα τουριστικά πακέτα τα οποία αναφέρονται στην παράγραφο 4 του Κλητηρίου Εντάλματος για την περίοδο 7.7.09 μέχρι 17.8.09 οι εναγόμενοι και/ή οι αξιωματούχοι των ουδέποτε παράγγειλαν ή αγόρασαν ή παρέλαβαν τέτοια τουριστικά πακέτα από τους ενάγοντες. Και με την εξαίρεση της πληρωμής των €829,76 που αναφέρεται πιο πάνω ούτε και επλήρωσαν έναντι των εν λόγω πακέτων τα ποσά τα οποία αναφέρονται στην παράγραφο 5 του Κλητηρίου Εντάλματος ή οιαδήποτε ποσά. Εν πάση περιπτώσει οι ενάγοντες κατ' απαίτηση των ιδίων όταν επρόκειτο περί αγοράς τουριστικού πακέτου από τους εναγομένους αυτό έπρεπε να εξοφληθεί εκ των προτέρων για να εκδωθεί το σχετικό εισιτήριο πράγμα που πάντοτε ως Γραμματέας των εναγομένων επλήρωνα δια της προσωπικής μου πιστωτικής κάρτας».
Έχοντας υπόψη ότι η υπεράσπιση συνιστά παντελή άρνηση αγοράς των κατ' ισχυρισμών πωληθέντων τουριστικών πακέτων, κρίνουμε ως ορθή τη θέση των εφεσειόντων-εναγομένων που εκφράζεται στην παράγραφο 7(α) του περιγράμματός του, ως ακολούθως:
«7(α) Είναι η θέση των εφεσειόντων ότι η απόφαση του Πρωτόδικου Δικαστηρίου θα ήταν σωστή εάν οι ενάγοντες συνέδεαν με κάποιο τρόπο τους εναγόμενους με τα επίδικα τουριστικά πακέτα. Δεν μπορούν οι εναγόμενοι να δώσουν εξηγήσεις ή λεπτομέρειες για πράγματα για τα οποία δεν έχουν συνδεθεί με κάποιο τρόπο για τον απλούστατο λόγο ότι ο ισχυρισμός των ότι δεν παρήγγειλαν ούτε αγόρασαν ούτε παρέλαβαν τα εν λόγω τουριστικά πακέτα μπορεί να είναι και η πραγματικότης».
Περαιτέρω, είμαστε της άποψης ότι δεν είναι αδικαιολόγητη η μη εμφάνιση στο Δικαστήριο, εν όψει του ότι οι εφεσείοντες-εναγόμενοι δίδουν μία λογική και εκ πρώτης όψεως βάσιμη δικαιολογία, αρκετή, κατά την κρίση μας για να ικανοποιήσει τη σχετική προϋπόθεση της νομολογίας.
Έχοντας υπόψη τις πιο πάνω αρχές και τα όσα αναφέρουμε σχετικά με τη φύση της υπεράσπισης και θεωρώντας ότι το κυριότερο στοιχείο που πρέπει να λαμβάνεται υπόψη είναι η μη αποστέρηση του δικαιώματος διαδίκου να ακουστεί στην υπόθεσή του, καταλήγουμε ότι η πρωτόδικη απόφαση θα πρέπει να παραμεριστεί.
Η έφεση επιτυγχάνει και η πρωτόδικη απόφαση παραμερίζεται. Δίδεται άδεια για καταχώρηση Υπεράσπισης εντός 15 ημερών.
Τα έξοδα ακρόασης της αίτησης κατ' έφεση, πλέον Φ.Π.Α., όπως αυτά υπολογιστούν από τον Πρωτοκολλητή και εγκριθούν από το Δικαστήριο, επιδικάζονται υπέρ των εφεσειόντων. Τα έξοδα που δημιουργήθηκαν από την παράλειψη εμφάνισης (thrown away) θα επιβαρύνουν τον εφεσείοντα.
Η έφεση επιτυγχάνει με έξοδα.