ΠΑΓΚΥΠΡΙΟΣ ΔΙΚΗΓΟΡΙΚΟΣ ΣΥΛΛΟΓΟΣ
|
(2012) 1 ΑΑΔ 806
2 Μαΐου, 2012
[ΝΑΘΑΝΑΗΛ, Δ/στής]
ΑΝΑΦΟΡΙΚΑ ΜΕ ΤΟ ΑΡΘΡΟ 155.4 ΤΟΥ ΣΥΝΤΑΓΜΑΤΟΣ
ΚΑΙ ΤΑ ΑΡΘΡΑ 3 ΚΑΙ 9 ΤΟΥ ΠΕΡΙ ΑΠΟΝΟΜΗΣ ΤΗΣ
ΔΙΚΑΙΟΣΥΝΗΣ (ΠΟΙΚΙΛΑΙ ΔΙΑΤΑΞΕΙΣ) ΝΟΜΟΥ ΤΟΥ 1964,
ΚΑΙ
ΑΝΑΦΟΡΙΚΑ ΜΕ ΤΗΝ ΑΙΤΗΣΗ ΤΟΥ TEIMURAZ BOCHORISHVILI, ΚΑΙ ΤΩΡΑ ΣΤΑ ΑΣΤΥΝΟΜΙΚΑ ΚΡΑΤΗΤΗΡΙΑ ΤΟΥ ΜΠΛΟΚ 10 ΤΩΝ ΚΕΝΤΡΙΚΩΝ ΦΥΛΑΚΩΝ
ΓΙΑ ΤΗΝ ΕΚΔΟΣΗ ΕΝΤΑΛΜΑΤΟΣ ΤΗΣ ΦΥΣΗΣ
HABEAS CORPUS,
ΚΑΙ
ΑΝΑΦΟΡΙΚΑ ΜΕ ΤΟ ΑΡΘΡΟ 15 ΤΗΣ ΟΔΗΓΙΑΣ 115/2008/
ΕΚ ΤΟΥ ΕΥΡΩΠΑIΚΟΥ ΚΟΙΝΟΒΟΥΛΙΟΥ ΚΑΙ ΤΟΥ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟΥ ΤΗΣ 16ΗΣ ΔΕΚΕΜΒΡΙΟΥ ΣΧΕΤΙΚΑ ΜΕ
ΤΟΥΣ ΚΟΙΝΟΥΣ ΚΑΝΟΝΕΣ ΚΑΙ ΔΙΑΔΙΚΑΣΙΕΣ ΣΤΑ ΚΡΑΤΗ ΜΕΛΗ ΓΙΑ ΤΗΝ ΕΠΙΣΤΡΟΦΗ ΤΩΝ ΠΑΡΑΝΟΜΩΣ ΔΙΑΜΕΝΟΝΤΩΝ ΥΠΗΚΟΩΝ ΤΡΙΤΩΝ ΧΩΡΩΝ, ΤΑ ΑΡΘΡΑ 5 ΚΑΙ 6
ΤΗΣ ΕΥΡΩΠΑΙΚΗΣ ΣΥΜΒΑΣΗΣ ΔΙΚΑΙΩΜΑΤΩΝ ΤΟΥ ΑΝΘΡΩΠΟΥ ΚΑΙ ΑΝΑΦΟΡΙΚΑ ΜΕ ΤΑ ΑΡΘΡΑ 11, 30, 34 ΚΑΙ 35 ΤΟΥ ΣΥΝΤΑΓΜΑΤΟΣ,
ΚΑΙ
ΑΝΑΦΟΡΙΚΑ ΜΕ ΤΗΝ ΚΥΠΡΙΑΚΗ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑ, ΜΕΣΩ
1. ΥΠΟΥΡΓΟΥ ΕΣΩΤΕΡΙΚΩΝ,
2. ΓΕΝΙΚΟΥ ΕΙΣΑΓΓΕΛΕΑ,
3. ΔΙΕΥΘΥΝΤΡΙΑΣ ΑΡΧΕΙΟΥ ΠΛΗΘΥΣΜΟΥ
ΚΑΙ ΜΕΤΑΝΑΣΤΕΥΣΗΣ,
ΟΙ ΟΠΟΙΟΙ ΠΑΡΑ ΤΗΝ ΠΑΡΕΛΕΥΣΗ ΤΟΥ ΕΞΑΜΗΝΟΥ
ΑΠΟ ΤΗΝ ΗΜΕΡΟΜΗΝΙΑ ΕΚΔΟΣΗΣ ΔΙΑΤΑΓΜΑΤΩΝ ΚΡΑΤΗΣΗΣ ΚΑΙ ΑΠΕΛΑΣΗΣ, ΠΑΡΑΝΟΜΑ ΣΥΝΕΧΙΖΟΥΝ ΝΑ ΕΧΟΥΝ
ΥΠΟ ΚΡΑΤΗΣΗ ΣΤΟ ΜΠΛΟΚ 10 ΤΩΝ ΚΕΝΤΡΙΚΩΝ ΦΥΛΑΚΩΝ ΜΕΧΡΙ ΣΗΜΕΡΑ ΤΟΝ TEIMURAZ BOCHORISHVILI,
ΑΠΟ ΤΗΝ ΓΕΩΡΓΙΑ ΚΑΤΑ ΠΑΡΑΒΑΣΗ ΤΗΣ ΕΥΡΩΠΑΙΚΗΣ ΟΔΗΓΙΑΣ 115/2008, ΤΗΣ ΕΥΡΩΠΑΙΚΗΣ ΣΥΜΒΑΣΗΣ ΓΙΑ ΤΗΝ ΠΡΟΑΣΠΙΣΗ ΤΩΝ ΑΝΘΡΩΠΙΝΩΝ ΔΙΚΑΙΩΜΑΤΩΝ ΤΟΥ ΣΥΝΤΑΓΜΑΤΟΣ ΚΑΙ ΤΟΥ ΝΟΜΟΥ.
(Πολιτική Έφεση Αρ. 38/2012)
Προνομιακά εντάλματα ― Habeas Corpus ― Αίτηση για έκδοση διατάγματος της φύσης Habeas Corpus για άμεση απόλυση του αιτητή ο οποίος κρατείτο για σκοπούς απέλασής ύστερα από τη λήξη της εξάμηνης περιόδου κράτησης για σκοπούς απέλασης που καθορίζει η Οδηγία 115/2008/ΕΚ ― Εκρίθη μη νόμιμη η εκ των υστέρων παράταση χρόνου μετά τη λήξη της 6μηνης προθεσμίας και ότι δεν νομιμοποιούσε την κράτηση του αιτητή.
Απαγορευμένοι Μετανάστες ― Οδηγία 115/2008/ΕΚ ― Άρθρο 18ΠΣΤ του Περί Αλλοδαπών και Μετανάστευσης Νόμου Κεφ. 105 ― Τροποποιητικός νόμος 153(Ι)/11 ― Η δυνατότητα παράτασης της εξάμηνης κράτησης για σκοπούς απέλασης υπάρχει μόνο όταν συντρέχουν οι προϋποθέσεις που καθιστούν την επιχείρηση απομάκρυνσης πιθανή να διαρκέσει πέραν των 6 μηνών που καθορίζει το εδάφιο 7 (α) και (β).
Ο αιτητής ζήτησε την έκδοση προνομιακού εντάλματος habeas corpus προς απελευθέρωση του επειδή όπως ισχυρίστηκε, κρατείτο για σκοπούς απέλασης από τις αρχές της Δημοκρατίας παράνομα στα Αστυνομικά Κρατητήρια των Κεντρικών Φυλακών πέραν της εξάμηνης περιόδου που καθορίζει η Οδηγία 115/2008/ΕΚ.
Κατά την εισήγηση του συνηγόρου του αιτητή, η δοθείσα παράταση από την Υπουργό Εσωτερικών δι' απλής εγκρίσεως εισήγησης από διοικητικό λειτουργό του Υπουργείου Εσωτερικών, δεν αποτελούσε παράταση εν τη εννοία του περί Αλλοδαπών και Μεταναστεύσεως Νόμου, Κεφ. 105, ως τροποποιήθηκε, ούτε εν τη εννοία της Οδηγίας.
Αποφασίστηκε ότι:
1. Η ρητή πρόνοια για την καταχώρηση αίτησης habeas corpus προς έλεγχο της διάρκειας κράτησης δεν ήταν δυνατόν να αναιρεθεί με τη θέση που εξέφρασε η Δημοκρατία περί αποκλεισμού εξέτασης της υπό κρίση αίτησης επειδή η απόφαση για παράταση εκδόθηκε από την Υπουργό Εσωτερικών, ελεγχόμενη μόνο από το αναθεωρητικό Δικαστήριο.
2. Εφόσον η πράξη της παράτασης ακολούθησε την αξίωση του αιτητή για απελευθέρωση του δυνάμει της παρόδου της 6μηνης προθεσμίας, η αίτηση για το προνομιακό ένταλμα ήταν αυτοτελής.
3. Η διοίκηση δεν μπορεί να επικαλείται εκ των υστέρων πράξεις της για να ενδύσουν με νομιμότητα την παράνομη κράτηση του αιτητή από τη λήξη δηλαδή του 6μήνου μετά την 15μερη φυλάκιση του.
4. Θα απέληγε σε αδικία και περαιτέρω στέρηση της ελευθερίας του αιτητή, εάν θα έπρεπε ο αιτητής να εξαναγκασθεί να καταχωρήσει προσφυγή δυνάμει του Άρθρου 146 του Συντάγματος εναντίον της φερόμενης ως παράτασης διοικητικής πράξεως, η οποία εκ των υστέρων και μόνο εκδόθηκε και αυτή, επί ανεπαρκούς ή και εντελώς λανθασμένου υπόβαθρου.
5. Η εκ των υστέρων παράταση χρόνου μετά τη λήξη της 6μηνης προθεσμίας δεν μπορούσε να νομιμοποιήσει την κράτηση του αιτητή για περαιτέρω χρόνο, παρέχοντας έτσι αναδρομική ισχύ ώστε να νομιμοποιηθεί καθ' ολοκληρίαν η περίοδος κράτησης.
6. Χωρίς να αποφασιζόταν στο πλαίσιο της αίτησης για προνομιακό ένταλμα και χωρίς να ελέγχεται η πράξη της Υπουργού στο διοικητικό δίκαιο, αλλά υπό την ιδιαίτερη πτυχή εξέτασης της υπό κρίση αίτησης, με κανένα τρόπο η πράξη της Υπουργού δεν μπορούσε να θεωρηθεί ως στοχευμένη παράταση χρόνου για σκοπούς του Άρθρου 18ΠΣΤ(8) ή του Άρθρου 15(6) της Οδηγίας.
7. Το σχετικό τεκμήριο, που επισυνάφθηκε στην ένορκη δήλωση της ένστασης που καταχωρήθηκε προς αντίκρουση της χορήγησης του habeas corpus, αποτελείτο από μια επιστολή του Διοικητή της Υπηρεσίας Αλλοδαπών και Μετανάστευσης (γι' αρχηγό Αστυνομίας). Δεν ήταν καν σαφές ότι η έγκριση που εδόθη στη συνέχεια ήταν πράγματι από την ίδια την Υπουργό Εσωτερικών, όπως επιτάσσει το Άρθρο 18ΠΣΤ(8) του Περί Αλλοδαπών και Μετανάστευσης Νόμου Κεφ. 105.
8. Τα γεγονότα όπως επίσης αναφέρονταν στην επιστολή όσον αφορούσαν στον αιτητή ήταν λανθασμένα. Από αυτή την άποψη, η Υπουργός πλανήθηκε ως προς το ορθό υπόβαθρο γεγονότων.
9. Η έγκριση που δόθηκε δεν μπορούσε εν πάση περιπτώσει να θεωρηθεί ως «παράταση» εντός της εννοίας του εδαφίου (8) του Άρθρου 18ΠΣΤ. Δεν έγινε αναφορά στις ρητά προβλεπόμενες προϋποθέσεις που δεν παρουσιάστηκαν να υπήρχαν, ούτε και αποτέλεσαν το υπόβαθρο των γεγονότων επί των οποίων εξετάστηκε και δόθηκε η παράταση από την Υπουργό.
Η αίτηση επιτράπηκε με έξοδα και εκδόθηκε το αιτούμενο ένταλμα. Διατάχθηκε η απελευθέρωση του αιτητή από την κράτηση του.
Αναφερόμενες Υποθέσεις:
Αναφορικά με την Αίτηση του Imad Kahil για habeas corpus αίτηση υπ' αρ. 18/12, ημερ. 9.3.2012,
Sorouor v. Δημοκρατίας (2011) 1 Α.Α.Δ. 2170,
Haghilo (2011) 1 Α.Α.Δ. 2219,
Khlaief (Αρ. 1) (2003) 1 Α.Α.Δ. 1402,
Osman Kane v. Cyprus, αίτηση αρ. 33655, ημερ. 13.9.2011, απόφαση Ε.Δ.Α.Δ.
Αίτηση.
Χρ. Χριστοδουλίδης, για τον Αιτητή.
Κ. Σταυρινός, Δικηγόρος της Δημοκρατίας, για τους Καθ' ων η αίτηση.
Ο Αιτητής είναι παρών.
(Ο κ. Πυθαγόρας Γαλτσίδης είναι παρών για σκοπούς μετάφρασης από τα Ελληνικά στα Γεωργιανά και αντίστροφα).
Cur. adv. vult.
ΝΑΘΑΝΑΗΛ, Δ.: Στη βάση των πιο κάτω δεδομένων, καταχωρήθηκε η υπό κρίση αίτηση για έκδοση προνομιακού εντάλματος habeas corpus προς απελευθέρωση του αιτητή, ο οποίος, κατ' ισχυρισμόν, κρατείται από τις αρχές της Δημοκρατίας παρανόμως στα Αστυνομικά Κρατητήρια των Κεντρικών Φυλακών πέραν της εξάμηνης περιόδου που καθορίζει η Οδηγία 115/2008/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Συμβουλίου και του Συμβουλίου, ημερ. 16.12.2008.
Ο αιτητής αφίχθηκε στη Δημοκρατία στις 24.4.2011 με θεώρηση εισόδου στο αεροδρόμιο Λάρνακας, του παραχωρήθηκε δε τουριστική άδεια μέχρι τις 2.5.2011. Στη συνέχεια όμως παρέμεινε παράνομα στο έδαφος της Δημοκρατίας μέχρι την 1.9.2011, όταν συνελήφθη από την Αστυνομία να εργάζεται παράνομα. Ακολούθησε η καταχώρηση της υπ' αρ. 11657/11 ποινικής υπόθεσης εναντίον του στο Επαρχιακό Δικαστήριο Πάφου, όπου του επεβλήθη στις 2.9.2011 ποινή 15ήμερης φυλάκισης. Λόγω της καταδίκης του, ο αιτητής θεωρήθηκε ανεπιθύμητος και απαγορευμένος μετανάστης και εκδόθηκαν στις 15.9.2011, διατάγματα κράτησης και απέλασης του από τη Δημοκρατία. Η έκδοση των διαταγμάτων γνωστοποιήθηκε στον αιτητή την ίδια μέρα με επιστολή, αλλά αυτός αρνήθηκε να την υπογράψει ή να την παραλάβει.
Την προηγούμενη 14.9.211, με κατεπείγον τηλεμοιότυπο, δικηγόρος ενεργώντας εκ μέρους του αιτητή, απηύθυνε επιστολή στην Υπηρεσία Ασύλου υποβάλλοντας αίτημα πολιτικού ασύλου διότι σε περίπτωση επαναπατρισμού του στη Γεωργία, χώρα καταγωγής του, θα κινδύνευε άμεσα η ελευθερία του και η ίδια η ζωή του. Ανεστάλη, λοιπόν, στις 20.9.2011 η εκτέλεση του διατάγματος απέλασης ώστε να δοθεί η δυνατότητα εξέτασης της αίτησης ασύλου την οποία ο αιτητής στη συνέχεια υπέβαλε νομότυπα στις 5.10.2011. Τόσο η αίτηση, όσο και η διοικητική προσφυγή ενώπιον της Αναθεωρητικής Αρχής Προσφύγων, απερρίφθησαν στις 30.12.2011 και 21.3.2012, αντιστοίχως.
Στις 11.4.2012, η Διευθύντρια του Τμήματος Αρχείου Πληθυσμού και Μετανάστευσης, έδωσε οδηγίες όπως ο αιτητής απελαθεί, αλλά προηγουμένως είχε καταχωρηθεί στις 2.4.2012, η υπό κρίση αίτηση.
Από πλευράς του αιτητή, η εισήγηση είναι ότι και αν ακόμη ήθελε θεωρηθεί η 15.9.2011, ημερομηνία συμπλήρωσης της έκτισης της 15ήμερης ποινής φυλάκισης, ως η αφετηρία έναρξης των 6 μηνών που ορίζεται ως ανώτατο όριο κράτησης από το Άρθρο 15 της Οδηγίας 115/2008/ΕΚ, η περίοδος χρόνου έχει παρέλθει και ως εκ τούτου ο αιτητής κρατείται παράνομα. Κατά την εισήγηση του συνηγόρου του αιτητή, η δοθείσα παράταση από την Υπουργό Εσωτερικών δι' απλής εγκρίσεως εισήγησης από διοικητικό λειτουργό του Υπουργείου Εσωτερικών, δεν αποτελεί παράταση εν τη εννοία του περί Αλλοδαπών και Μεταναστεύσεως Νόμου, Κεφ. 105, ως τροποποιήθηκε, ούτε εν τη εννοία της Οδηγίας.
Από την άλλη, η Δημοκρατία διά του κ. Σταυρινού, εισηγήθηκε ότι η έγκριση αποτελεί τέτοια παράταση, ενώ υπάρχει και δεδικασμένο υπό το φως προηγούμενης παρόμοιας αίτησης του αιτητή υπ' αρ. 154/11, η οποία αποσύρθηκε στις 26.1.2012. Αντίγραφο της αίτησης κατατέθηκε εκ συμφώνου κατά τη διάρκεια της συζήτησης, ως Τεκμ. «Α». Περαιτέρω, κατά το συνήγορο, από τη στιγμή που υπάρχει παράταση του διατάγματος κράτησης και απέλασης, τότε η θεραπεία του αιτητή έγκειται στην καταχώρηση προσφυγής δυνάμει του Άρθρου 146 του Συντάγματος, και όχι στην επιδίωξη έκδοσης εντάλματος τύπου habeas corpus, που ανήκει στη σφαίρα του ιδιωτικού δικαίου, παρέπεμψε δε στη σχετική απόφαση Kahil (2012) 1 Α.Α.Δ. 1889.
Ο τροποποιητικός Νόμος αρ. 153(Ι)/2011 του περί Αλλοδαπών και Μεταναστεύσεων Νόμου, Κεφ. 105, ενσωμάτωσε σ' αυτόν την Οδηγία 2008/115/ΕΚ σχετικά με τους κοινούς κανόνες και διαδικασίες σε κράτη-μέλη για την επιστροφή των παρανόμως διαμενόντων υπηκόων τρίτων χωρών. Μέρος της Οδηγίας στο Κεφάλαιο IV, «Κράτηση ενόψει Απομάκρυνσης», προνοεί διά του Άρθρου 15(5), ότι η κράτηση παρανόμως διαμένοντος αλλοδαπού είναι αναγκαία για να διασφαλιστεί η επιτυχής απομάκρυνση του, αλλά η χρονική περίοδος δεν πρέπει να υπερβαίνει τους 6 μήνες. Συμφώνως του Άρθρου 15(6), το χρονικό διάστημα δεν παρατείνεται παρά μόνο για περιορισμένο χρονικό διάστημα που δεν υπερβαίνει τους 12 μήνες, όταν, παρά όλες τις εύλογες προσπάθειες, η απομάκρυνση δεν καθίσταται δυνατή για τους λόγους που αναφέρονται στις υποπαρ. (α) και (β), που έγκεινται στην άρνηση συνεργασίας του αλλοδαπού και στην καθυστερημένη λήψη των αναγκαίων εγγράφων από τρίτες χώρες.
Όσον αφορά την ή τις περιόδους κράτησης, η ίδια η Οδηγία προνόησε για έλεγχο της ορθότητας και/ή νομιμότητας της κράτησης αλλοδαπού είτε για την αρχική περίοδο κράτησης μέχρι 6 μήνες ή για την οποιαδήποτε παράταση. Συναφώς το Άρθρο 15(2)(α), καθορίζει ότι όταν η διαταγή κράτησης εκδίδεται από διοικητικές αρχές, τα κράτη μέλη προβλέπουν «... την ταχεία δικαστική επανεξέταση της νομιμότητας της κράτησης ..», ο δε υπήκοος τρίτης χώρας απολύεται αμέσως, αν η κράτηση δεν είναι νόμιμη. Ανεξαρτήτως τούτου, η απόφαση κράτησης δυνάμει του εδαφίου (3) του ίδιου Άρθρου, «.. επανεξετάζεται ανά εύλογα χρονικά διαστήματα είτε κατ' αίτηση του συγκεκριμένου υπηκόου τρίτης χώρας, είτε αυτεπαγγέλτως. Σε περίπτωση παραταθείσας διάρκειας κράτησης, η επανεξέταση εποπτεύεται από δικαστική αρχή.».
Μεταφερόμενη η Οδηγία στην ημεδαπή νομοθεσία με τον τροποποιητικό Νόμο αρ. 153(Ι)/11, ο νομοθέτης προσαρμόζοντας τις γενικότερες κατευθυντήριες αρχές της Οδηγίας στο υφιστάμενο δικαιϊκό σύστημα, προνόησε ρητώς με το Άρθρο 18ΠΣΤ(3)(α), ότι το αρχικό διάταγμα κράτησης υπόκειται σε προσφυγή δυνάμει του Άρθρου 146 του Συντάγματος, ενώ με το Άρθρο 18ΠΣΤ 5(α), δίδεται δικαίωμα στον αλλοδαπό να αιτηθεί την έκδοση εντάλματος habeas corpus δυνάμει του Άρθρου 155.4 του Συντάγματος, αναφορικά με τη διάρκεια κράτησης.
Επομένως, ο πρωταρχικός σκοπός της Οδηγίας ήταν να προβλέψει για τη διαδικασία δικαστικού ελέγχου για κάθε περίοδο κράτησης είτε αρχική, είτε επί παράτασης. Περαιτέρω, ο δικαστικός αυτός έλεγχος προβλέπεται να είναι ταχύς ώστε η απελευθέρωση του αλλοδαπού να είναι άμεση όπου διαπιστώνεται ότι η κράτηση είναι παράτυπη ή και παράνομη. Η ρητή επομένως πρόνοια για την καταχώρηση αίτησης habeas corpus προς έλεγχο της διάρκειας κράτησης δεν είναι δυνατόν να αναιρεθεί με τη θέση που εξέφρασε η Δημοκρατία περί αποκλεισμού εξέτασης της υπό κρίση αιτήσεως επειδή η απόφαση για παράταση εκδόθηκε από την Υπουργό Εσωτερικών, ελεγχόμενη μόνο από το αναθεωρητικό Δικαστήριο. Είναι πρόδηλο ότι οι δύο τρόποι ελέγχου της νομιμότητας της κράτησης, στο ιδιωτικό και το δημόσιο δίκαιο, συμπλέκονται σε ένα βαθμό απολήγουν δε, στα πλαίσια του σκοπού εφαρμογής της Οδηγίας, να στοχεύουν, κατά ενιαίο τρόπο, στον έλεγχο της νομιμότητας της κράτησης. Συνεπώς το Δικαστήριο δεν μπορεί να ακολουθήσει το σκεπτικό της Αναφορικά με την Αίτηση του Imad Kahil για habeas corpus - ανωτέρω -. Αντίθετα, επιβάλλεται ο έλεγχος διά της διαδικασίας habeas corpus της νομιμότητας της περιόδου κράτησης του αιτητή.
Παρεμπιπτόντως, οφείλεται εδώ να σημειωθεί, λόγω προβλημάτων που έχουν ανακύψει σε διάφορες υποθέσεις, ότι το Ελληνικό κείμενο της Οδηγίας δεν αντανακλά ορθά την ίδια την Οδηγία, όπως αυτή είναι διατυπωμένη στο Αγγλικό και Γαλλικό κείμενο, όσον αφορά την πρόνοια του Άρθρου 15(6), για την παράταση της προθεσμίας των 6 μηνών. Αυτό, γιατί ενώ στο Αγγλικό κείμενο το σχετικό λεκτικό αναφέρεται στη δυνατότητα ανανέωσης της κράτησης «... for a limited period not exceeding a further twelve months .....» και στο αντίστοιχο Γαλλικό κείμενο, το λεκτικό που χρησιμοποιείται είναι «... sauf pour une period determineẻ n' excedant pas douze mois supplementaires ..», έτσι ώστε η συνολική περίοδος κράτησης να είναι δυνατή για 18 μήνες, στο Ελληνικό κείμενο παραλείπονται οι λέξεις για «πρόσθετο χρόνο» στην προθεσμία των αρχικών 6 μηνών. Απαντώνται όμως οι λέξεις «για πρόσθετο περιορισμένο χρόνο που δεν υπερβαίνει τους δώδεκα μήνες», στο Άρθρο 18ΠΣΤ(8) του Κεφ. 105, ως τροποποιήθηκε με το Νόμο αρ. 153(Ι)/2011, ώστε το θέμα, τουλάχιστον στο κείμενο του Νόμου, να μην τελεί υπό αμφισβήτηση.
Κρίνεται ότι ο αιτητής έχει δίκαιο στη βασική τοποθέτηση του. Αυτό, πρώτιστα διότι η σχετική έγκριση στις 10.4.2012, παράτασης του χρόνου δόθηκε μετά την καταχώρηση της υπό κρίση αίτησης, η οποία καταχωρήθηκε στις 3.4.2012. Υποδειχθέντος του σημείου τούτου από το Δικαστήριο κατά τη συζήτηση, ο κ. Σταυρινός δεν ήταν σε θέση να δώσει ουσιαστική απάντηση ή να εκφέρει αντίλογο. Εφόσον η πράξη της παράτασης ακολούθησε την αξίωση του αιτητή για απελευθέρωση του δυνάμει της παρόδου της 6μηνης προθεσμίας, η αίτηση για το προνομιακό ένταλμα είναι αυτοτελής. Αυτόνομα ιδωμένη πρέπει να επιτύχει. Η διοίκηση δεν μπορεί να επικαλείται εκ των υστέρων πράξεις της για να ενδύσουν με νομιμότητα την παράνομη κράτηση του αιτητή από τουλάχιστον τις 16.3.2012, στη λήξη δηλαδή του 6μήνου μετά την 15μερη φυλάκιση του.
Θα απέληγε λοιπόν σε αδικία και περαιτέρω στέρηση της ελευθερίας του αιτητή, εάν θα έπρεπε να εξαναγκασθεί να καταχωρήσει προσφυγή δυνάμει του Άρθρου 146 του Συντάγματος εναντίον της φερόμενης ως παράτασης διοικητικής πράξεως, η οποία εκ των υστέρων και μόνο εκδόθηκε και αυτή, ως θα υποδειχθεί κατωτέρω, επί ανεπαρκούς ή και εντελώς λανθασμένου υπόβαθρου. Η εκ των υστέρων παράταση χρόνου μετά τη λήξη της 6μηνης προθεσμίας δεν μπορεί να νομιμοποιήσει την κράτηση του αιτητή για περαιτέρω χρόνο, παρέχοντας έτσι αναδρομική ισχύ ώστε να νομιμοποιηθεί καθ' ολοκληρίαν η περίοδος κράτησης. Το Δικαστήριο συμφωνεί στο σημείο αυτό με τα λεχθέντα στις Αναφορικά με την Αίτηση του Mohammad Khosh Soruor v. Δημοκρατίας (2011) 1 Α.Α.Δ. 2170 και Αναφορικά με την Αίτηση του Mostafa Haghilo (2011) 1 Α.Α.Δ. 2219. Στις υποθέσεις αυτές έγινε αναφορά και στην Αίτηση του Essa Murad Khlaief (αρ. 1) (2003) 1 Α.Α.Δ. 1402, όπου αποφασίστηκε ότι η τυχόν παρανομία στο συνεχές της κράτησης για σκοπούς απέλασης ελέγχεται αποτελεσματικά μόνο στα πλαίσια διαδικασίας habeas corpus, ενώ με τη διοικητική προσφυγή στα πλαίσια του Άρθρου 146, ελέγχεται η νομιμότητα της διοικητικής ενέργειας για απόρριψη αιτήματος ασύλου και η έκδοση διαταγμάτων κράτησης και απέλασης κατά το χρόνο λήψης των σχετικών αυτών αποφάσεων. Σχετική είναι και η Osman Kane v. Cyprus, αίτηση αρ. 33655, ημερ. 13.9.2011, απόφαση του Ε.Δ.Α.Δ..
Τα όσα περαιτέρω ακολουθούν, καταγράφονται στο πλαίσιο εξέτασης της νομιμότητας της περιόδου κράτησης με αναφορά στην απόφαση της Υπουργού Εσωτερικών, αφού η όλη θέση της Δημοκρατίας με δεδομένη την εκπνοή της περιόδου των 6 μηνών, στηρίζεται αποκλειστικά στην έκδοση της παράτασης κράτησης. Δεν αποφασίζεται εδώ, ούτε ελέγχεται η πράξη της Υπουργού στο διοικητικό δίκαιο, αλλά ως θεώρηση της πράξης από την ιδιαίτερη πτυχή εξέτασης της παρούσας αιτήσεως.
Υπό το πιο πάνω πρίσμα, με κανένα τρόπο η πράξη της Υπουργού δεν θα μπορούσε να θεωρηθεί ως στοχευμένη παράταση χρόνου για σκοπούς του Άρθρου 18ΠΣΤ(8) ή του Άρθρου 15(6) της Οδηγίας. Το Τεκμ. 12, που επισυνάφθηκε στην ένορκη δήλωση της ένστασης που καταχωρήθηκε προς αντίκρουση της χορήγησης του habeas corpus, αποτελείται από μια επιστολή του Διοικητή της Υπηρεσίας Αλλοδαπών και Μετανάστευσης (γι' αρχηγό Αστυνομίας), ημερ. 5.4.2012, προς τον Αναπληρωτή Γενικό Διευθυντή του Υπουργείου Εσωτερικών με την οποία αποστάληκε συνημμένος κατάλογος αλλοδαπών που κρατούνται στα κρατητήρια πέραν των 6 μηνών, όπου επίσης φαίνονται οι λόγοι για τους οποίους δεν κατέστη δυνατή η απέλαση εκάστου εξ αυτών. Ο συνημμένος κατάλογος είναι κατηρτισμένος από διοικητικό λειτουργό του Υπουργείου Εσωτερικών, απευθύνεται προς την Υπουργό, μέσω Γενικού Διευθυντή, και, έχει ως θέμα την απελευθέρωση κρατουμένων που έχουν συμπληρώσει τους 6 μήνες κράτησης, η απέλαση των οποίων δεν κατέστη ακόμη δυνατή. Στην παρ. 11 του καταλόγου (που ουσιαστικά είναι ένα σημείωμα ημερ. 5.4.2012, προς ενημέρωση και οδηγίες), κατονομάζονται πέντε αλλοδαποί, μεταξύ των οποίων και ο αιτητής, για τους οποίους αναφέρεται ότι,
«... αυτοί έχουν υποβάλει προσφυγή στο Ανώτατο Δικαστήριο αναφορικά με τα διατάγματα κράτησης και απέλασης. Εισηγούμαι να παραμείνουν υπό κράτηση, μέχρι την συμπλήρωση της διαδικασίας από το Ανώτατο.»
Η Υπουργός Εσωτερικών έδωσε στις 10.4.2012, με χειρόγραφη σημείωση της (δυσανάγνωστη εφόσον στο Δικαστήριο παρουσιάστηκε μόνο αντίγραφο και αυτό φωτοτυπημένο), σχετική έγκριση των εισηγήσεων, εκτός ορισμένων που δεν επηρεάζουν τον αιτητή. Δεν είναι καν σαφές ότι η έγκριση είναι πράγματι από την ίδια την Υπουργό Εσωτερικών, όπως επιτάσσει το Άρθρο 18ΠΣΤ(8), αλλά η παρ. (δ) της ενστάσεως και η παρ. 14 της ένορκης δήλωσης, λαμβάνουν ως δεδομένο ότι είναι η Υπουργός Εσωτερικών που ενέκρινε την παράταση. Αυτό δεν αμφισβητήθηκε από τον αιτητή και αναφέρεται εδώ για να καταδειχθεί, μεταξύ άλλων, και η προχειρότητα με την οποία έγινε η λεγόμενη παράταση. Προχειρότητα, η οποία πιστοποιείται και από το εξής δεδομένο: η εισήγηση αναφορικά με τον αιτητή αναφέρει ότι αυτός υπέβαλε προσφυγή αναφορικά με τα διατάγματα κράτησης και απέλασης, όπως πρόσθετα αναφέρεται και στον Πίνακα που επισυνάφθηκε στο σημείωμα. Στις δε παρατηρήσεις του Πίνακα αναφέρεται επίσης ότι μετά την απορριπτική απόφαση της Υπηρεσίας Ασύλου, δεν υπεβλήθη έφεση στην Αναθεωρητική Αρχή.
Όπως έχουν όμως εκτεθεί τα γεγονότα από τη Δημοκρατία στην ένσταση της, τα πράγματα είναι διαφορετικά. Κατεχωρήθη διοικητική προσφυγή εναντίον της απόφασης της Υπηρεσίας Ασύλου, η οποία απερρίφθη, συμφώνως της παρ. 12 της ένορκης δήλωσης που υποστηρίζει την αίτηση. Μετέπειτα, ο αιτητής δεν φαίνεται να υπέβαλε ποτέ προσφυγή εν τη εννοία του Άρθρου 146, εναντίον των διαταγμάτων κράτησης και απέλασης του και αυτό αποτελεί όπως αναφέρθηκε ήδη και ένα ευρύτερο σημείο της ένστασης, ότι, δηλαδή, εφόσον υπάρχουν πράξεις στο διοικητικό δίκαιο είτε με τα αρχικά διατάγματα κράτησης και απέλασης, είτε με την παράταση, ο αιτητής όφειλε να προσφύγει στο αναθεωρητικό Δικαστήριο ως θέμα δημοσίου δικαίου προς έλεγχο της διοίκησης. Η διαφορά βεβαίως μεταξύ προσφυγής κάτω από το Άρθρο 146 και αίτησης για προνομιακό ένταλμα είναι εμφανής και τεράστια και αυτό όφειλε να το γνώριζε η διοίκηση όταν εισηγείτο την περαιτέρω κράτηση του αιτητή στη βάση ορισμένων γεγονότων. Από αυτή την άποψη, η Υπουργός πλανήθηκε ως προς το ορθό υπόβαθρο γεγονότων.
Όπως και να έχει όμως το ζήτημα, η έγκριση που δόθηκε δεν μπορεί εν πάση περιπτώσει να θεωρηθεί ως «παράταση» εντός της εννοίας του εδαφίου (8) του Άρθρου 18ΠΣΤ. Η δυνατότητα παράτασης υπάρχει μόνο όταν συντρέχουν οι προϋποθέσεις που καθιστούν την επιχείρηση απομάκρυνσης πιθανή να διαρκέσει πέραν των 6 μηνών που καθορίζει το εδάφιο (7). Οι προϋποθέσεις αυτές είναι ρητές και εξαντλούνται στις υποπαρ. (α) και (β), που αφορούν, ως έχει ήδη λεχθεί, την άρνηση συνεργασίας των υπηκόων της τρίτης χώρας, δηλαδή, εδώ του αιτητή ή την καθυστέρηση στη λήψη των αναγκαίων εγγράφων από τρίτες χώρες. Τέτοιες προϋποθέσεις εδώ δεν παρουσιάζονται να υπάρχουν, ούτε και αποτέλεσαν το υπόβαθρο των γεγονότων επί των οποίων εξετάστηκε και δόθηκε η παράταση από την Υπουργό.
Ένα τελευταίο σημείο: δεν έχει δημιουργηθεί δεδικασμένο ως εκ της απόσυρσης της αίτησης υπ' αρ. 154/11 που καταχώρησε ο ίδιος ο αιτητής στις 22.12.2011. Η αίτηση εκείνη όπως παρουσιάστηκε από κοινού ως Τεκμ. «Α», ήταν φανερό ότι συνέπλεκε γεγονότα, προφανώς εκ παραδρομής, από δεδομένα άλλης υπόθεσης. Περαιτέρω, φαίνεται ότι εκκρεμούσε ακόμη τότε η αίτηση για αναγνώριση του ως πολιτικού πρόσφυγα. Η αίτηση υπ' αρ. 154/11 απεσύρθη στις 26.1.2012, χωρίς να εκδικαστεί. Δεν παρουσιάσθηκε το πρακτικό που τηρήθηκε για την απόσυρση, αλλά είναι φανερό ότι απεσύρθη λόγω λαθών στην καταγραφή των γεγονότων. Έστω λοιπόν και αν απεσύρθη χωρίς επιφύλαξη, η μη εκδίκαση της δεν αποτελεί δεδικασμένο στο χώρο των προνομιακών ενταλμάτων, ούτε και θα ήταν εύλογο ή δίκαιο να αποκλείεται αιτητής να ελέγξει τη νομιμότητα της περιόδου κράτησης του, ιδιαιτέρως σε χρόνο μεταγενέστερο όταν ακολούθησαν νέα γεγονότα. Σχετική ανάλυση για το δεδικασμένο ή την κατάχρηση διαδικασίας με αναφορά στις αιτήσεις habeas corpus, γίνεται στο σύγγραμμα του Πέτρου Αρτέμη: «Προνομιακά Εντάλματα», σελ. 100-108, παρ. 3.38-3.39.
Υπό το φως όλων των ανωτέρω, κρίνεται ότι η αίτηση πρέπει να επιτύχει και επιτυγχάνει. Εκδίδεται το αιτούμενο ένταλμα και διατάσσεται η άμεση απόλυση και απελευθέρωση του αιτητή από την κράτηση του.
Τα έξοδα της αίτησης επιδικάζονται υπέρ του αιτητή και εναντίον των καθ' ων, ως θα υπολογιστούν από τον Πρωτοκολλητή και εγκριθούν από το Δικαστήριο.
Τα έξοδα του μεταφραστή να καταβληθούν από τη Δημοκρατία.
Η αίτηση επιτρέπεται με έξοδα και εκδίδεται το αιτούμενο ένταλμα. Διατάσσεται η απελευθέρωση του αιτητή από την κράτηση του.