ΠΑΓΚΥΠΡΙΟΣ ΔΙΚΗΓΟΡΙΚΟΣ ΣΥΛΛΟΓΟΣ
|
(2011) 1 ΑΑΔ 2322
28 Δεκεμβρίου, 2011
[ΝΙΚΟΛΑΪΔΗΣ, ΝΙΚΟΛΑΤΟΣ, ΠΑΜΠΑΛΛΗΣ, Δ/στές]
1. PAMBOS ZENIOS TRADING LTD,
2. ZENIOS CLOSURES LTD,
Εφεσείοντες,
v.
1. ΜΙΧΑΛΗΣ ΧΑΤΖΗΠΑΥΛΟΥ & ΥΙΟΣ ΛΤΔ,
2. ΒΑΣΟΣ ΑΡΓΥΡΙΔΗΣ, ΥΠΟ ΤΗΝ ΙΔΙΟΤΗΤΑ
ΤΟΥ ΩΣ ΔΙΑΧΕΡΙΣΤΗΣ ΤΗΣ ΠΕΡΙΟΥΣΙΑΣ
ΤΟΥ ΜΙΧΑΛΗ ΤΑΚΗ ΧΑΤΖΗΠΑΥΛΟΥ,
Εφεσιβλήτων.
(Πολιτική Έφεση Αρ. 381/2008)
Δόλια μεταβίβαση ― Ο περί Δολίων Μεταβιβάσεων (Ακύρωση) Νόμος, Κεφ. 62 ― Κατά πόσον υπήρχε πρόθεση του οφειλέτη, να αποφύγει την οφειλή που είχε προς τους πιστωτές του, προβαίνοντας σε δόλια μεταβίβαση ― Ο Νόμος δεν παρέχει θεραπεία για «μεταγενέστερο πιστωτή», δηλαδή πιστωτή ο οποίος δεν βρισκόταν στη σκέψη του χρεώστη κατά το χρόνο της δόλιας μεταβίβασης ― Μια δόλια μεταβίβαση είναι άκυρη εναντίον πιστωτή ή πιστωτών τους οποίους, ο μεταβιβάζων και ο δεχόμενος τη μεταβίβαση είχαν πρόθεση να παρεμποδίσουν ή να καθυστερήσουν να ανακτήσουν τα χρέη τους ― Μπορεί να ακυρωθεί μόνο δυνάμει των προνοιών του Άρθρου 3(1) του περί Δολίων Μεταβιβάσεων (Ακύρωση) Νόμου, Κεφ. 62 και μόνον εάν ο πιστωτής, που υποβάλλει την αίτηση ακύρωσης, συγκαταλέγεται μεταξύ αυτών που ο μεταβιβάζων (χρεώστης), κατά το χρόνο της μεταβίβασης, είχε πρόθεση να παρεμποδίσει ή να καθυστερήσει, στην ανάκτηση του οφειλόμενου, προς αυτόν, χρέους του.
Με αίτησή τους στο Επαρχιακό Δικαστήριο, οι εφεσείοντες ζήτησαν την ακύρωση της μεταβίβασης μετοχών που έγινε από τον αποβιώσαντα (τον οποίο εκπροσωπούσε ο εφεσίβλητος 2), στο γιο του. Κατά το χρόνο της μεταβίβασης οι εφεσείοντες - πιστωτές του αποβιώσαντα - δεν είχαν εξασφαλίσει οποιαδήποτε απόφαση υπέρ τους και εις βάρος του αποβιώσαντος. Σύμφωνα με τα πρωτόδικα ευρήματα, το χρέος προς τους εφεσείοντες, κατά το χρόνο μεταβίβασης των επίδικων μετοχών, ήταν κατά πολύ μικρότερο του ποσού που αξιώθηκε μεταγενέστερα με αγωγή.
Κατά το χρόνο της μεταβίβασης οι εφεσείοντες δεν είχαν εξασφαλίσει οποιαδήποτε απόφαση υπέρ τους και εις βάρος του αποβιώσαντος, για οποιοδήποτε ποσό. Κατ' εκείνο το χρόνο (της μεταβίβασης) ο αποβιώσας δεν ήταν πτωχεύσας, αντιμετώπιζε όμως οικονομικά προβλήματα και όταν απεβίωσε άφησε πολλά χρέη ανάμεσα στα οποία ήταν και το χρέος του προς τους εφεσείοντες.
Μεταξύ άλλων το πρωτόδικο δικαστήριο έκρινε ότι δεν υπήρχε οποιοδήποτε χρηματικό αντάλλαγμα παρόλο που στο σχετικό έντυπο μεταβιβάσεως είχε αναγραφεί, κατόπιν νομικής συμβουλής, ότι υπήρξε χρηματικό αντάλλαγμα.
Η αίτηση των εφεσειόντων βασίστηκε στον περί Δολίων Μεταβιβάσεων (Ακύρωση) Νόμο, Κεφ. 62.
Το πρωτόδικο δικαστήριο, κατέληξε στο συμπέρασμα ότι δεν είχε πρόθεση ο αποβιώσας, κατά τον ουσιώδη χρόνο, να αποφύγει την οφειλή που είχε τότε προς τους εφεσείοντες.
Κατέληξε μεταξύ άλλων στο συμπέρασμα ότι δεν αποδείχθηκε ότι η μεταβίβαση αποσκοπούσε σε καταδολίευση των πιστωτών, αλλά ούτε και ότι σκοπό είχε την αποφυγή της εκπλήρωσης, της αδιευκρίνιστης, υποχρέωσης του αποβιώσαντος προς τους εφεσείοντες.
Η πρωτόδικη απόφαση αμφισβητήθηκε με εννέα λόγους έφεσης με τους οποίους υποστηρίχθηκε μεταξύ άλλων ότι:
α) Ήταν εσφαλμένη η πρωτόδικη θέση ότι ενόψει της αποτυχίας των εφεσειόντων να αποδείξουν το ακριβές ύψος του οφειλόμενου προς αυτούς ποσού, αυτοί απέτυχαν να αποδείξουν και ότι η πρόθεση του αποβιώσαντος ήταν να αποφύγει την (αδιευκρίνιστη) υποχρέωση του προς αυτούς.
β) Ήταν εσφαλμένο το συμπέρασμα του πρωτόδικου ότι το χρέος του αποβιώσαντος προς τη Σ.Π.Ε. Κυπερούντας ή τυχόν άλλες υποχρεώσεις του προς τρίτα πρόσωπα δεν αφορούσαν στην αίτηση των εφεσειόντων.
γ) Ήταν εσφαλμένο το πρωτόδικο συμπέρασμα ότι η δεινή οικονομική κατάσταση του αποβιώσαντος, κατά το χρόνο του θανάτου του, ήταν άσχετο γεγονός και ότι ουσιώδης χρόνος ήταν ο χρόνος της μεταβίβασης.
Αποφασίστηκε ότι:
1. Κατά το χρόνο της μεταβίβασης των μετοχών από τον πατέρα στο γιό, το 1993, οι εφεσείοντες δεν μπορούσαν να βρίσκονταν στη σκέψη του αποβιώσαντος πατέρα και δεν μπορούσε να αποδοθεί πρόθεση στον αποβιώσαντα να παρεμποδίσει ή να καθυστερήσει τους εφεσείοντες στο να ανακτήσουν απ' αυτόν τα ποσά που τους όφειλε εφόσον, κατά το χρόνο της μεταβίβασης, οι εφεσείοντες δεν ήταν πιστωτές υπό την έννοια του νόμου.
2. Κατά τον ουσιώδη χρόνο του 1993, οι εφεσείοντες ούτε εξ αποφάσεως πιστωτές ήταν αλλά ούτε και είχαν αποδείξει το δικαίωμα τους να καταταχθούν ως πιστωτές του αποβιώσαντος σε διαδικασία διανομής της περιουσίας πτωχεύσαντος ή αφερέγγυου προσώπου.
3. Οι εφεσείοντες δεν είχαν οποιοδήποτε δικαίωμα, υπό τις περιστάσεις, να υποβάλουν αίτηση ακύρωσης της μεταβίβασης των μετοχών που έγινε το 1993, από τον αποβιώσαντα Μιχάλη Χατζηπαύλου στο γιο του Τάκη Χατζηπαύλου, καθότι αυτοί δεν ήσαν πιστωτές, υπό την έννοια του νόμου.
Η έφεση απορρίφθηκε με έξοδα.
Αναφερόμενη Υπόθεση:
Lymperopoulou v. Christodoulou a.ο. [1957] Vol. 22 C.L.R. 184.
Έφεση.
Έφεση από τους εφεσείοντες εναντίον της απόφασης του Eπαρχιακού Δικαστηρίου Λεμεσού (Καλογήρου, Α.E.Δ.), (Αγωγή Aρ. 6752/96), ημερομ. 22.10.2008.
Χρ. Πουργουρίδης, για τους Εφεσείοντες.
Γ. Νικολάου (κα.) για Π. Παύλου, για τους Εφεσίβλητους.
Cur. adv. vult.
ΝΙΚΟΛΑΪΔΗΣ, Δ.: Την ομόφωνη απόφαση του Δικαστηρίου θα δώσει ο Δικαστής Νικολάτος.
ΝΙΚΟΛΑΤΟΣ, Δ.: Με αίτησή τους ημερ. 12.1.2000, στο Επαρχιακό Δικαστήριο, οι εφεσείοντες ζήτησαν την ακύρωση της μεταβίβασης μετοχών που έγινε στις 11.12.1993, από τον αποβιώσαντα Μιχάλη Χατζηπαύλου (τον οποίο εκπροσωπεί ο εφεσίβλητος 2), στο γιό του Τάκη.
Κατά το χρόνο μεταβίβασης των προαναφερόμενων μετοχών ο αποβιώσας είχε χρέος προς τη Σ.Π.Ε. Κυπερούντας που υπερέβαινε τις €400.000 και, όπως συμπέρανε το πρωτόδικο δικαστήριο, όφειλε και κάποιο ποσό, το οποίο δεν διευκρινίστηκε, στις εφεσείουσες εταιρείες. Το πρωτόδικο δικαστήριο βρήκε επίσης, ως γεγονός, ότι το χρέος προς τους εφεσείοντες, κατά το χρόνο μεταβίβασης των επίδικων μετοχών, δηλαδή στις 11.12.1993, ήταν κατά πολύ μικρότερο των Λ.Κ.15.000.
Κατά το χρόνο της μεταβίβασης οι εφεσείοντες δεν είχαν εξασφαλίσει οποιαδήποτε απόφαση υπέρ τους και εις βάρος του αποβιώσαντος, για οποιοδήποτε ποσό. Κατ' εκείνο το χρόνο (της μεταβίβασης) ο αποβιώσας δεν ήταν πτωχεύσας, αντιμετώπιζε όμως οικονομικά προβλήματα και όταν απεβίωσε την 21.2.1997 άφησε πολλά χρέη ανάμεσα στα οποία ήταν και το χρέος του προς τους εφεσείοντες.
Στις 29.10.1996 οι εφεσείοντες καταχώρησαν αγωγή εναντίον των εφεσιβλήτων διεκδικώντας υπόλοιπα από αξία εμπορευμάτων τα οποία είχαν πωλήσει στην εφεσίβλητη 1, με την εγγύηση του εφεσίβλητου 2. Στις 19.1.1999 εκδόθηκε απόφαση υπέρ των εφεσειόντων και εναντίον του εφεσίβλητου 2 για το συνολικό ποσό των £123.244,48 ήτοι €210.575,70, μετά τόκων και εξόδων.
Έναντι του προαναφερόμενου, εξ αποφάσεως χρέους δεν πληρώθηκε οποιοδήποτε ποσό από ή εκ μέρους του εφεσίβλητου 2. Αναφορικά με το αντάλλαγμα για τις μεταβιβασθείσες μετοχές το πρωτόδικο δικαστήριο βρήκε ότι δεν υπήρχε οποιοδήποτε χρηματικό αντάλλαγμα παρόλο που στο σχετικό έντυπο μεταβιβάσεως είχε αναγραφεί, κατόπιν νομικής συμβουλής, ότι υπήρξε χρηματικό αντάλλαγμα.
Η αίτηση των εφεσειόντων βασίστηκε στον περί Δολίων Μεταβιβάσεων (Ακύρωση) Νόμο, Κεφ. 62, το οποίο δίνει στο δικαστήριο την εξουσία να ακυρώσει οποιαδήποτε δωρεά ή άλλη μεταβίβαση, εφόσον κρίνει ότι διενεργήθηκε δόλια, δηλαδή με πρόθεση ο μεταβιβάζων χρεώστης να παρεμποδίσει ή να καθυστερήσει τους πιστωτές του ή οποιονδήποτε απ' αυτούς να ανακτήσουν τα οφειλόμενα σ' αυτούς χρέη του.
Το πρωτόδικο δικαστήριο, αφού ανέλυσε τη μαρτυρία και ουσιαστικά δέχθηκε, στο μεγαλύτερο της μέρος, την εκδοχή των εφεσιβλήτων, στη συνέχεια εξέτασε και τη νομική πτυχή της υπόθεσης και κατέληξε στο συμπέρασμα ότι δεν αποδείχθηκε πρόθεση του αποβιώσαντα, κατά τον ουσιώδη χρόνο, να αποφύγει την οφειλή που είχε τότε προς τους εφεσείοντες. Συναφώς το πρωτόδικο δικαστήριο σημείωσε την απουσία θετικής μαρτυρίας, εκ μέρους των εφεσειόντων, που να καταδεικνύει το ακριβές ύψος του οφειλόμενου ποσού προς αυτούς, κατά το χρόνο της μεταβίβασης των μετοχών, και κατέληξε στο συμπέρασμα ότι δεν αποδείχθηκε ότι η μεταβίβαση αποσκοπούσε σε καταδολίευση των πιστωτών, αλλά ούτε και ότι σκοπό είχε την αποφυγή της εκπλήρωσης, της αδιευκρίνιστης, υποχρέωσης του αποβιώσαντος προς τους εφεσείοντες. Ο ευπαίδευτος πρωτόδικος δικαστής αναφέρθηκε, μεταξύ άλλων, στην υπόθεση Lymperopoulou v. Christodoulou a.ο. [1957] Vol. 22 C.L.R. 184 και τόνισε ότι ο ουσιώδης χρόνος είναι ο χρόνος της μεταβίβασης και όχι ο χρόνος του θανάτου του χρεώστη.
Η πρωτόδικη απόφαση προσβάλλεται με εννέα λόγους έφεσης.
Ο πρώτος λόγος έφεσης αφορά στο κατ' ισχυρισμό λάθος του πρωτόδικου δικαστηρίου ως προς το ότι, ενόψει της αποτυχίας των εφεσειόντων να αποδείξουν το ακριβές ύψος του οφειλόμενου προς αυτούς ποσού, αυτοί απέτυχαν να αποδείξουν και ότι η πρόθεση του αποβιώσαντος ήταν να αποφύγει την (αδιευκρίνιστη) υποχρέωση του προς αυτούς.
Με το δεύτερο λόγο έφεσης προσβάλλεται το συμπέρασμα του πρωτόδικου δικαστηρίου ότι το χρέος του αποβιώσαντος προς τη Σ.Π.Ε. Κυπερούντας ή τυχόν άλλες υποχρεώσεις του προς τρίτα πρόσωπα δεν αφορούν (δεν επηρεάζουν) την αίτηση των εφεσειόντων.
Με τον τρίτο λόγο έφεσης προσβάλλεται το πρωτόδικο συμπέρασμα ότι η δεινή οικονομική κατάσταση του αποβιώσαντος, κατά το χρόνο του θανάτου του, ήταν άσχετο γεγονός αφού ο ουσιώδης χρόνος είναι ο χρόνος της μεταβίβασης.
Ο τέταρτος λόγος έφεσης αφορά στη λανθασμένη αναφορά στο έντυπο μεταβίβασης των μετοχών ότι αυτή έγινε «έναντι καλού ανταλλάγματος που πληρώθηκε». Αυτή η αναφορά, κατ' ισχυρισμό, αξιολογήθηκε λανθασμένα από το πρωτόδικο δικαστήριο το οποίο έκρινε πως δεν φανέρωνε ότι η μεταβίβαση έγινε με σκοπό την καταδολίευση των πιστωτών.
Ο πέμπτος λόγος έφεσης αφορά στην οικονομική κατάσταση του αποβιώσαντος κατά το χρόνο μεταβίβασης των μετοχών, που, κατά τους εφεσείοντες, ήταν δεινή.
Με τον έκτο λόγο έφεσης προσβάλλεται η ορθότητα της κρίσης του πρωτόδικου δικαστηρίου να δεχθεί ως αξιόπιστη την εκδοχή των μαρτύρων υπεράσπισης (των εφεσιβλήτων) ότι το κίνητρο της μεταβίβασης των μετοχών του αποβιώσαντος προς το γιό του δεν ήταν η παρεμπόδιση ή καθυστέρηση των πιστωτών του να ανακτήσουν από αυτόν, τα οφειλόμενα σ' αυτούς χρέη του, αλλά ήταν άλλο.
Ο έβδομος λόγος αφορά στο κατ' ισχυρισμό λανθασμένο συμπέρασμα του πρωτόδικου δικαστηρίου ότι οι εφεσίβλητοι απέσεισαν το βάρος της απόδειξης ότι η μεταβίβαση δεν έγινε με πρόθεση του αποβιώσαντος να παρεμποδίσει ή να καθυστερήσει τους πιστωτές του.
Ο όγδοος λόγος έφεσης και πάλι αφορά στη λανθασμένη αξιολόγηση της μαρτυρίας των μαρτύρων των εφεσιβλήτων.
Ο ένατος λόγος έφεσης είναι γενικός και αφορά στην κατ' ισχυρισμό λανθασμένη απόφαση του πρωτόδικου δικαστηρίου να απορρίψει την αίτηση των εφεσειόντων. Κατά τους εφεσείοντες το πρωτόδικο δικαστήριο θα έπρεπε να είχε συμπεράνει ότι η πρόθεση του αποβιώσαντος, κατά τον ουσιώδη χρόνο, ήταν να αποφύγει τους πιστωτές του και η δωρεά των μετοχών στο γιό του θα έπρεπε να είχε κηρυχθεί άκυρη εφόσον, κατά το χρόνο της δωρεάς, ο αποβιώσας είχε πολλά χρέη και χωρίς τη βοήθεια της περιουσίας που δώρισε δεν ήταν σε θέση να τα εξοφλήσει.
Δεν χρειάζεται να πούμε πολλά πράγματα. Το ζήτημα αποφασίστηκε στην υπόθεση Lymperopoulou (ανωτέρω), τη δεκαετία του 1950, όμως κρίνουμε ότι το σκεπτικό της απόφασης εκείνης είναι απόλυτα ορθό και δεν υπάρχει οποιοσδήποτε λόγος παρέκκλισης από αυτό. Ούτε, άλλωστε, μας ζητήθηκε να παρεκκλίνουμε ή να ανατρέψουμε την υπόθεση Lymperopoulou. Η υπόθεση εκείνη είναι απόλυτα σχετική με την παρούσα και είναι δεσμευτική απόφαση του Εφετείου που δόθηκε από τον Δικαστή Ζεκιά (όπως ήταν τότε).
Στην προαναφερόμενη υπόθεση υπογραμμίστηκε ότι μια δόλια μεταβίβαση είναι άκυρη εναντίον πιστωτή ή πιστωτών τους οποίους, ο μεταβιβάζων και ο δεχόμενος τη μεταβίβαση είχαν πρόθεση να παρεμποδίσουν ή να καθυστερήσουν να ανακτήσουν τα χρέη τους. Δόλια μεταβίβαση μπορεί να ακυρωθεί μόνο δυνάμει των προνοιών του Αρθρου 3(1) του περί Δολίων Μεταβιβάσεων (Ακύρωση) Νόμου, Κεφ. 62, όπως ήταν αρχικά και Κεφ. 95 όπως έγινε αργότερα, και μόνον εάν ο πιστωτής, που υποβάλλει την αίτηση ακύρωσης, συγκαταλέγεται μεταξύ αυτών που ο μεταβιβάζων (χρεώστης), κατά το χρόνο της μεταβίβασης, είχε πρόθεση να παρεμποδίσει ή να καθυστερήσει, στην ανάκτηση του οφειλόμενου, προς αυτόν, χρέους του. Ο Νόμος δεν παρέχει θεραπεία για «μεταγενέστερο πιστωτή», δηλαδή πιστωτή ο οποίος δεν βρισκόταν στη σκέψη του χρεώστη κατά το χρόνο της δόλιας μεταβίβασης.
Στην υπόθεση Lymperopoulou (ανωτέρω) η μεταβίβαση είχε γίνει την 1.4.1955 και η εφεσείουσα, η οποία ήταν πρώην αρραβωνιαστικιά του εφεσίβλητου, εξασφάλισε απόφαση του Εκκλησιαστικού Δικαστηρίου υπέρ της την 1.7.1956 και απόφαση του Επαρχιακού Δικαστηρίου τον Φεβρουάριο του 1957. Το Εφετείο αποφάσισε ότι η εφεσείουσα δεν ήταν ούτε και μπορούσε να ήταν πιστωτής, που βρισκόταν στη σκέψη του εφεσίβλητου, όταν έγινε η μεταβίβαση τον Απρίλιο του 1955. Επομένως η εφεσείουσα δεν ήταν πιστωτής για τους σκοπούς των Αρθρων 2 και 3 του προαναφερόμενου νόμου και κατά συνέπεια δεν είχε δικαίωμα να αξιώσει την ακύρωση της μεταβίβασης. Το κοινό δίκαιο και οι αρχές της επιείκειας δεν είχαν εφαρμογή στην υπόθεση.
Θεωρούμε ότι και στην προκείμενη περίπτωση ισχύουν ακριβώς τα ίδια. Κατά το χρόνο της μεταβίβασης των μετοχών από τον πατέρα στο γιο, το 1993, οι εφεσείοντες δεν μπορούσαν να βρίσκονταν στη σκέψη του αποβιώσαντος πατέρα και δεν μπορεί να αποδοθεί πρόθεση στον αποβιώσαντα να παρεμποδίσει ή να καθυστερήσει τους εφεσείοντες στο να ανακτήσουν απ' αυτόν τα ποσά που τους όφειλε εφόσον, κατά το χρόνο της μεταβίβασης, οι εφεσείοντες δεν ήταν πιστωτές υπό την έννοια του νόμου. Πιστωτές, όπως διαφαίνεται από το Αρθρο 2 του νόμου, είναι οι εξ αποφάσεως πιστωτές και τα πρόσωπα που έχουν αποδείξει το δικαίωμα τους να κατατάσσονται ως πιστωτές, κατά τη διανομή της περιουσίας πτωχεύσαντος ή αφερέγγυου προσώπου.
Στην παρούσα υπόθεση, κατά τον ουσιώδη χρόνο του 1993, οι εφεσείοντες ούτε εξ αποφάσεως πιστωτές ήταν αλλά ούτε και είχαν αποδείξει το δικαίωμα τους να καταταχθούν ως πιστωτές του αποβιώσαντος σε διαδικασία διανομής της περιουσίας πτωχεύσαντος ή αφερέγγυου προσώπου.
Τα όσα αναφέραμε προδικάζουν και το αποτέλεσμα της έφεσης εφόσον είναι προφανές ότι οι εφεσείοντες δεν είχαν οποιοδήποτε δικαίωμα, υπό τις περιστάσεις, να υποβάλουν αίτηση ακύρωσης της μεταβίβασης των μετοχών που έγινε το 1993, από τον αποβιώσαντα Μιχάλη Χατζηπαύλου στο γιό του Τάκη Χατζηπαύλου, καθότι αυτοί δεν ήσαν πιστωτές, υπό την έννοια του νόμου και δεν μπορεί να θεωρηθεί ότι βρίσκονταν στη σκέψη του αποβιώσαντος, κατά το χρόνο της μεταβίβασης, και ότι αυτός (ο αποβιώσας) είχε πρόθεση, με τη μεταβίβαση, να τους καθυστερήσει ή να τους εμποδίσει από του να εισπράξουν το οφειλόμενο, προς αυτούς, χρέος του.
Κατά συνέπεια η έφεση απορρίπτεται, με έξοδα εις βάρος των εφεσειόντων, τα οποία να υπολογιστούν από τον αρμόδιο Πρωτοκολλητή.
Η έφεση απορρίφθηκε με έξοδα.