ΠΑΓΚΥΠΡΙΟΣ ΔΙΚΗΓΟΡΙΚΟΣ ΣΥΛΛΟΓΟΣ

Έρευνα - Κατάλογος Αποφάσεων - Εμφάνιση Αναφορών (Noteup on) - Αφαίρεση Υπογραμμίσεων


ΑΝΩΤΑΤΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ ΚΥΠΡΟΥ

ΠΡΩΤΟΒΑΘΜΙΑ ΔΙΚΑΙΟΔΟΣΙΑ

                                                          (Πολιτική αίτηση 133 /2011)

 

22 Δεκεμβρίου, 2011

 

[ΠΑΜΠΑΛΛΗΣ, Δ/στης]

 

ΑΝΑΦΟΡΙΚΑ ΜΕ ΤΗΝ ΑΙΤΗΣΗ ΤΟΥ ΜΟSTAFA HAGHILO

Αιτητή,

-και -

ΑΝΑΦΟΡΙΚΑ ΜΕ ΤΗΝ ΚΥΠΡΙΑΚΗ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑ, μέσω

1.    ΑΡΧΗΓΟΥ ΑΣΤΥΝΟΜΙΑΣ

2.   ΓΕΝΙΚΟΥ ΕΙΣΑΓΓΕΛΕΑ ΤΗΣ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑΣ

                                                          Καθ΄ων η αίτηση.

------------------------

Ν.Χαραλαμπίδου (κα.), για τον Αιτητή.

Ρ.Παπαέτη (κα.) - δικηγόρος της Δημοκρατίας, για τους Καθ΄ων η αίτηση

-----------------------

 

Α Π Ο Φ Α Σ Η

 

ΠΑΜΠΑΛΛΗΣ, Δ.:  Ο αιτητής επιδιώκει την έκδοση προνομιακού εντάλματος Habeas Corpus με το οποίο να διατάσσεται η άμεση διακοπή της κράτησης του γιατί, όπως αναφέρει βρίσκεται υπό περιορισμό παράνομα από τις αρχές της Δημοκρατίας. 

 

Στις 21 Μαρτίου 2011 ο αιτητής αφίχθηκε παρανόμως στην Κυπριακή Δημοκρατία, μέσω των κατεχομένων, από τους Τούρκους, εδαφών.  Προσήλθε στη συνέχεια στο αεροδρόμιο Λάρνακας, με στόχο να αναχωρήσει για το Λονδίνο, χρησιμοποιώντας πλαστό Ρουμανικό διαβατήριο.   Ως αποτέλεσμα τούτου είχε συλληφθεί και τέθηκε υπό κράτηση για περίοδο τριών ημερών.  Στη συνέχεια, η ποινική δίωξη, η οποία είχε στο μεταξύ καταχωρηθεί εναντίον του, διακόπηκε με οδηγίες του Γενικού Εισαγγελέα και επιδιώχθηκε η απέλαση του.  Στις 4 Απριλίου 2011 εκδόθηκε διάταγμα κράτησης και απέλασης.  Το εν λόγω διάταγμα γνωστοποιήθηκε στον αιτητή.  Ο ίδιος στις 12 Απριλίου 2011 υπέβαλε αίτηση για διεθνή προστασία προς την αρμοδία αρχή.  Η Υπηρεσία Ασύλου απέρριψε το αίτημα του, γιατί όπως αναφέρθηκε, είχε κριθεί αναξιόπιστος.  Υπέβαλε διοικητική προσφυγή την 1η Ιουνίου 2011 η οποία απορρίφθηκε από την Αναθεωρητική Αρχή Προσφύγων με απόφαση της ημερ. 10 Αυγούστου 2011.  Ο αιτητής ενημερώθηκε σχετικώς για την εν λόγω απόφαση.  Η Διευθύντρια της Υπηρεσίας Αλλοδαπών και Μετανάστευσης εισηγήθηκε την εκ νέου προώθηση της απέλασης του αιτητή. 

 

Στις 9 Νοεμβρίου 2011 ο αιτητής καταχώρισε την παρούσα αίτηση η οποία, μετά από οδηγίες του Δικαστηρίου, επιδόθηκε στη Δημοκρατία, η οποία καταχώρισε ένσταση.  Είναι η δικογραφημένη θέση των καθ΄ων η αίτηση ότι η εν λόγω υπόθεση πρέπει να απορριφθεί γιατί, ο αιτητής τελεί υπό κράτηση, από της 4 Απριλίου 2011, δυνάμει νομοτύπως εκδοθέντων διαταγμάτων κράτησης και απέλασης.  Τα διατάγματα αυτά είναι σε ισχύ, δεν έχουν ακυρωθεί από το Δικαστήριο και υπάρχει έλλειψη δικαιοδοσίας ελέγχου της νομιμότητας τους αφού το θέμα αυτό εμπίπτει στη δικαιοδοσία του Ανωτάτου Δικαστηρίου, με βάση το Αρθρο 146(1) του Συντάγματος. 

 

Επί της ουσίας της αιτήσεως οι καθ΄ων η αίτηση προβάλλουν ότι η νομιμότητα της κράτησης εδράζεται στις εξουσίες που παρέχονται στον Υπουργό Εσωτερικών με βάση το άρθρο 14 του περί Αλλοδαπών και Μεταναστεύσεως Νόμου, Κεφ.105 και στο ΄Αρθρο 188(3)γ του Συντάγματος.  Το εν λόγω διάταγμα είχε ανασταλεί μέχρις ότου εκδικαστεί η αίτηση ασύλου και στη συνέχεια η διοικητική προσφυγή που υποβλήθηκε από τον αιτητή.  Μετά την οριστικοποίηση των δύο πιο πάνω διαδικασιών η Διευθύντρια επανεξέτασε το θέμα της απέλασης.  Τούτο όμως δεν κατέστη δυνατό να πραγματοποιηθεί, μέχρι τώρα, εξ΄υπαιτιότητας, όπως προβάλλεται, του ιδίου του αιτητή, ο οποίος δεν συνεργάζεται για την εξασφάλιση ταξιδιωτικού εγγράφου.  

 

Μετά την καταχώριση της ενστάσεως και της γραπτής αγόρευσης του αιτητή, για την οποία θα επανέλθω μεταγενέστερα, την 1η Δεκεμβρίου 2011, όταν η υπόθεση ήταν ορισμένη για ακρόαση, υποβλήθηκε αίτημα από τη Δημοκρατία για την καταχώριση συμπληρωματικής ενόρκου δηλώσεως έτσι ώστε να συμπεριληφθούν γεγονότα που στο μεταξύ έλαβαν χώρα και ιδιαιτέρως ότι στις 25 Νοεμβρίου 2011 θεσπίστηκε ο Νόμος 153(Ι)/2011 ο οποίος τροποποιεί τον περί Αλλοδαπών και Μεταναστεύσεως Νόμο, ενσωματώνοντας τις πρόνοιες της Ευρωπαϊκής Οδηγίας 2008/115ΕΚ, υποχρέωση την οποία η Κυπριακή Δημοκρατία είχε αναλάβει ότι θα έκαμνε μέχρι τις 24 Δεκεμβρίου 2010. 

 

Σε μια εμπεριστατωμένη αγόρευση η ευπαίδευτη συνήγορος του αιτητή εισηγήθηκε ότι το θέμα, το οποίο το Δικαστήριο έχει να αποφασίσει, είναι κατά πόσο νομιμοποιούνται οι αστυνομικές αρχές να συνεχίσουν να διατηρούν  υπό περιορισμό τον αιτητή για περίοδο πέραν των 6 μηνών, αφού αποτελεί αποδεκτό γεγονός ότι τελεί υπό κράτηση από τις 4 Απριλίου 2011, ημερομηνία που εκδόθηκαν τα διατάγματα κράτησης και απέλασης του.  Αυτή, τούτη, η διάρκεια της κράτησης είναι το κρίσιμο και καθοριστικό για την παρούσα αίτηση.  Δεν εξετάζεται η νομιμότητα των εκδοθέντων διαταγμάτων κράτησης στα πλαίσια της παρούσας διαδικασίας αφού, όπως σημείωσε η συνήγορος, έχει ήδη καταχωρηθεί στο Ανώτατο Δικαστήριο, από τις 10 Οκτωβρίου 2011,  η υπ΄αριθμόν 1320/11 διοικητική προσφυγή, για το σκοπό αυτό.

 

΄Ηταν αρχικώς η εισήγηση της κας.Χαραλαμπίδου ότι η τροποποίηση του βασικού Νόμου που επήλθε με το Νόμο 153(Ι)/2011 δεν έχει εφαρμογή στην παρούσα περίπτωση.   Η υπόθεση πρέπει να κριθεί, όπως είπε με βάση τις πρόνοιες της Κοινοτικής Οδηγίας, η οποία υποχρεώνει ένα κράτος μέλος να απελευθερώσει οποιονδήποτε υπήκοο τρίτης χώρας, όταν παρέλθουν οι έξι μήνες κράτησης του.  Θα μπορούσε η κράτηση αυτή να παραταθεί εφόσον καταδειχθεί ότι έγιναν εύλογες προσπάθειες απέλασης και παρουσίαση στοιχείων που να οδηγούν στο συμπέρασμα ότι ο εν λόγω αλλοδαπός δεν συνεργάζεται με τις αρχές, ώστε να υλοποιηθεί η απόφαση απέλασης του.   Κάτι που δεν έχει καταδειχθεί, κατέληξε. 

 

Παράλληλα, η συνήγορος εισηγήθηκε ότι αν το Δικαστήριο οδηγηθεί στο συμπέρασμα ότι η νέα τροποποίηση του βασικού Νόμου ισχύει, και πάλιν η κατάληξη θα πρέπει να είναι η ιδία, ότι δηλαδή, η άκαρπη παρέλευση των έξι μηνών κράτησης επιτρέπει την έκδοση διατάγματος απελευθέρωσης του αιτητή. 

 

Η ευπαίδευτη συνήγορος της Δημοκρατίας στην, επίσης εμπεριστατωμένη, αγόρευση της, εισηγήθηκε ότι το Δικαστήριο στερείται δικαιοδοσίας ελέγχου της νομιμότητας των διαταγμάτων κράτησης και απέλασης.  Στο σημείο αυτό, συνέχισε, θα πρέπει να τονιστεί ότι μετά τον Αύγουστο του 2011, που οριστικοποιήθηκε η αρνητική έκβαση των διαδικασιών που υπέβαλε ο αιτητής, τόσο στην Υπηρεσία Ασύλου όσο και στην Αναθεωρητική Αρχή Προσφύγων, προωθήθηκε, από τους καθ΄ων η αίτηση, η απέλαση του αιτητή, η οποία δεν κατέστη δυνατό να πραγματοποιηθεί λόγω της άρνησης του να συνεργαστεί. 

 

Στη συνέχεια, εισηγήθηκε η κα.Παπαέτη, ότι τυγχάνει εφαρμογής στην παρούσα υπόθεση η νέα τροποποίηση του Νόμου, με βάση την οποία ο Υπουργός Εσωτερικών. με απόφαση του ημερ. 29 Νοεμβρίου 2011, αποφάσισε την παράταση της κράτησης του αιτητή.  Ήταν,συναφώς, η θέση της Δημοκρατίας, ότι σήμερα που εξετάζεται η αίτηση, η κράτηση, με βάση την πιο πάνω απόφαση, είναι νόμιμη και δεν μπορεί να εξεταστεί στα πλαίσια του Habeas Corpus η νομιμότητα εκδοθέντος διατάγματος κράτησης.  Η ενσωμάτωση της Κοινοτικής Οδηγίας στο εθνικό μας δίκαιο, επέτρεπε στον Υπουργό Εσωτερικών, κατέληξε η συνήγορος, να παρατείνει την κράτηση για περίοδο, μέχρι και 18 μηνών, κάτι το οποίο έκανε.

 

Επιλαμβάνομαι αρχικώς της προδικαστικής ενστάσεως, που εδράζεται στην έλλειψη δικαιοδοσίας εκδίκασης της παρούσας αίτησης, λαμβανομένου υπόψη ότι η δικαιοδοτική βάση κράτησης του αιτητή είναι τα εκδοθέντα διατάγματα κράτησης και απέλασης, η νομιμότητα των οποίων αποτελεί αντικείμενο δημοσίου δικαίου, στα πλαίσια του ΄Αρθρ.146.1 του Συντάγματος.

 

Όπως, ορθώς, κατά την άποψη μου, προβάλλεται από πλευράς αιτητή, στην προκείμενη περίπτωση η διάρκεια κράτησης αποτελεί το ζητούμενο, που επεκτείνεται, χωρίς να αμφισβητείται από τις 4 Απριλίου 2011 μέχρι και σήμερα.

 

Η εισήγηση των καθ΄ων η αίτηση δεν έχει έρεισμα.  Με την καταχώρηση μιας προσφυγής εξετάζεται η νομιμότητα της διοικητικής ενέργειας των αρμοδίων αρχών για απόρριψη του αιτήματος ασύλου και η έκδοση του διατάγματος απέλασης. Όπως επισημαίνεται στην υπόθεση Khaiel (Αρ.1) (2003) 1(Γ) Α.Α.Δ. 1402, η νομιμότητα των πιο πάνω πράξεων θα κριθεί κατά το χρόνο λήψης τους.  Το αντικείμενο εξέτασης της νομίμως αρξανόμενης αλλά ενδεχομένως παρανόμως συνεχιζόμενης κράτησης, για σκοπούς απέλασης, δεν μπορεί παρά μόνο να ελεγχθεί στα πλαίσια της διαδικασίας του Habeas Corpus.

 

Παράλληλα, στην υπόθεση αρ 33655 Οsman Kane v. Cyprus ημερ. 13 Σεπτεμβρίου 2011, απόφαση του ΕΔΑΔ, κρίθηκε επάναγκες να προηγηθεί ο έλεγχος της νομιμότητας της περιόδου κράτησης δικαστικώς και δη με τη διαδικασία του habeas corpus, προτού αμφισβητηθεί η διοικητική πράξη της απόρριψης αιτήσεως ασύλου.

 

Υπάρχει και μια άλλη παράμετρος που συνηγορεί υπέρ της απόρριψης της προδικαστικές ενστάσεως και βασίζεται στις ίδιες τις πρόνοιες του τροποποιητικού Νόμου 153(Ι)/2011, όπου στο προοίμιο του καθορίζει ως νομοθετικό υπόβαθρο την Οδηγία 2008/115/ΕΚ, επί της οποίας στηρίζεται και η αίτηση του αιτητή, θέμα με το οποίο θα ασχοληθώ μεταγενέστερα.

 

Το εδάφιο 3 του άρθρου 15 της Οδηγίας, εναποθέτει τον έλεγχο της νομιμότητας παραταθείσας διάρκειας κράτησης σε δικαστική αρχή.  Η διαφοροποίηση που παρατηρείται στο κείμενο της παρ (β) του εδαφίου 2 του άρθρου 15 της Οδηγίας και αφορά τη νομιμότητα κράτησης μετά από απόφαση διοικητικού οργάνου, είναι ενδεικτική.

 

Το εκδοθέν, δυνάμει της παρ.(1) του άρθρου 18ΠΣΤ Υπουργικό Διάταγμα κράτησης «υποκειμένου σε διαδικασίες επιστροφής», «υπόκειται σε προσφυγή βάσει του ΄Αρθρου 146 του Συντάγματος» όπως καθορίζει το εδάφιο 3(α) του άρθρου 18ΠΣΤ του Νόμου.  Αυτό, σ΄αντίθεση  με το εδάφιο 5(α) του ιδίου άρθρου, όπου προσδιορίζεται το δικονομικό μέτρο που παρέχεται, σ΄ένα υποκείμενο απέλασης, να αμφισβητήσει τη «διάρκεια κράτησης», που είναι με «αίτηση για έκδοση εντάλματος habeas corpus δυνάμει του ΄Αρθρου 155.4 του Συντάγματος», διαδικασία που ακολούθησε ο αιτητής.

 

Επανερχόμενος στα γεγονότα της υπόθεσης, αναφύεται το ερώτημα, ποιο ήταν το νομικό καθεστώς που ίσχυε για τον αιτητή πριν τις 25 Νοεμβρίου 2011, που τέθηκε σε ισχύ ο Ν.153(Ι)/2011.  Εν όψει της τότε ανυπαρξίας εθνικού δικαίου για την αντιμετώπιση της κράτησης και απομάκρυνσης υπηκόων τρίτων χωρών, όπως ο αιτητής, η περίπτωση του εντασσόταν  στο πλαίσιο εφαρμογής της Οδηγίας 2008/115/ΕΚ.

 

Το εδάφιο 5 του άρθρου 15 της Οδηγίας προσδιορίζει ως μέγιστο χρόνο κράτησης τη περίοδο « η οποία δεν μπορεί να υπερβαίνει το εξάμηνο.»

 

Η κράτηση του αιτητή, άρχισε, όπως αποτελεί κοινό έδαφος , στις 4 Απριλίου 2011.  Το εξάμηνο, συναφώς, έληγε στις 4 Οκτωβρίου 2011.

 

Υπάρχει δυνατότητα παράτασης της περιόδου κράτησης με σκοπό την απέλαση, όπως προβλέπεται στο εδάφιο 6 του άρθρου 15 της Οδηγίας, πλην όμως, η αναφερόμενη δωδεκάμηνη περίοδος θα μπορεί να εφαρμοστεί σύμφωνα με τις πρόνοιες του εθνικού δικαίου.  Ανάλογη νομοθεσία δεν είχε θεσπισθεί μέχρι την πιο πάνω καταληκτική ημερομηνία.  Ως συνέπεια της έλλειψης νομοθετικής κατοχύρωσης για την παράταση της κράτησης πέραν του εξαμήνου, κρίθηκε από το Ανώτατο Δικαστήριο στο πλαίσιο αίτησης για habeas corpus, ως παράνομη.  Σχετική είναι η υπόθεση Πολιτική Αίτηση αρ. 95/2011 Οsman Kane v. Δημοκρατίας ημερομηνίας 11 Αυγούστου 2011.

 

Συνακόλουθα δεν είναι αποδεκτό να επικαλούνται οι Καθ΄ων η αίτηση την άρνηση του αιτητή να συνεργαστεί για την προώθηση της απέλασης του , ως αίτιο για τη παράταση της κράτησης  μετά τις 4 Οκτωβρίου 2011.  Κατ΄επέκταση των πιο πάνω βρίσκω ότι η, μετά τη πιο πάνω ημερομηνία κράτηση του αιτητή, ήταν παράνομη.

 

Το κρίσιμο βέβαια χρονικό σημείο και το αναπόφευκτο ερώτημα είναι πως διαφοροποιείται, αν διαφοροποιείται η εικόνα σήμερα, με την ενσωμάτωση των προνοιών της Οδηγίας στο εθνικό δίκαιο με τη θέσπιση του Ν153(Ι)/2011 και της νομοποιουμένης δυνατότητας του Υπουργού Εσωτερικών (αρθρο 18ΠΣΤ (8) (α) , να εκδώσει διάταγμα ( ημερ. 29 Νοεμβρίου 2011 ) παράτασης της κράτησης του αιτητή, μέχρι και 18 μήνες.

 

Κατά τη γνώμη μου η νομική κατάσταση του αιτητή δεν μεταβάλλεται.

 

Κρατείται παράνομα από τις 4 Οκτωβρίου 2011 και δεν είναι εφικτό να παραταθεί η κράτηση, δηλαδή να αναβιώσει η νομιμότητα που ίσχυε τη περίοδο από 4 Απριλίου 2011 και για ένα εξάμηνο.

 

Το κείμενο της σχετικής πρόνοιας  που επέφερε ο Ν153(Ι)/2011, έχει ως εξής:

 

Άρθρο 18ΠΣΤ

"(7) Με την επιφύλαξη της παραγράφου (γ) του εδαφίου (3) και της παραγράφου (γ) του εδαφίου (5), η κράτηση εξακολουθεί καθ΄όλη τη χρονική περίοδο κατά την οποία πληρούνται οι όροι του εδαφίου (1) και είναι αναγκαία για να διασφαλισθεί η επιτυχής απομάκρυνση και δεν υπερβαίνει τους έξι μήνες.

 

(8) Ο Υπουργός Εσωτερικών δε δύναται να παρατείνει το χρονικό διάστημα που αναφέρεται στο εδάφιο (7) παρά μόνο για πρόσθετο περιορισμένο χρόνο που δεν υπερβαίνει τους δώδεκα μήνες σε περιπτώσεις κατά τις οποίες, παρ΄ όλες τις εύλογες προσπάθειες, η επιχείρηση απομάκρυνσης είναι πιθανόν να διαρκέσει περισσότερο επειδή-

 

(α) ο συγκεκριμένος υπήκοος της τρίτης χώρας αρνείται να συνεργαστεί, ή

 

(β) καθυστερεί η λήψη αναγκαίων εγγράφων από τρίτες χώρες."

 

 

 

Επί του ιδίου θέματος είχα την ευκαιρία να μελετήσω την απόφαση του Δικαστή Κληρίδη Πολιτική Αίτηση 132/2011 Αίτηση του Mohammad Khosh Soruor, ημερομηνίας 21 Δεκεμβρίου 2011, όπου αναφέρεται το πιο κάτω απόσπασμα με το οποίο συμφωνώ.

 

«Εκείνο το οποίο ρητά επιτρέπει η Οδηγία είναι την παράταση της περιόδου κράτησης προς το σκοπό της απέλασης για περαιτέρω περίοδο που δεν υπερβαίνει τους δώδεκα μήνες. Αυτή η πρόνοια δεν δίδει στον Υπουργό το δικαίωμα να παρατείνει "την κράτηση" ενός κρατουμένου για περαιτέρω δώδεκα μήνες καθ΄ οιονδήποτε χρονικό διάστημα. Όπως ρητά αναφέρεται στο εδάφιο (8) του άρθρου 18ΠΣΤ, η μόνη ενέργεια στην οποία μπορεί να προβεί ο Υπουργός είναι "να παρατείνει" όχι την κράτηση γενικά, αλλά "το χρονικό διάστημα που αναφέρεται στο εδάφιο (7) για "πρόσθετο περιορισμένο χρόνο".»

 

 

Όπως επισημαίνεται στην υπόθεση Soruor (ανωτέρω) η δυνατότητα παράτασης του εδαφίου (8) του άρθρου 18ΠΣΤ, συναρτάται άμεσα με το χρονικό διάστημα της κράτησης του εδαφίου (7), που επιβάλλει την ύπαρξη αρχικού πλαισίου για τη νομότυπη παράταση του.

 

Στην εξεταζόμενη υπόθεση η «παράταση» της κράτησης του αιτητή, έγινε στις 29 Νοεμβρίου 2011, έξω από το νομοθετικό εξάμηνο της περιόδου κράτησης, που ίσχυε, ήτοι 4 Απριλίου 2011 μέχρι 4 Οκτωβρίου 2011, συναφώς, είμαι της γνώμης, ότι η ενέργεια του Υπουργού Εσωτερικών ήταν εκτός του νομοθετικού πλαισίου και δεν μπορούσε αναδρομικά να νομιμοποιήσει τη κράτηση του αιτητή.

 

Με γνώμονα τα πιο πάνω η αίτηση επιτυγχάνει.  Εκδίδεται το αιτούμενο ένταλμα και διατάσσεται η απόλυση του αιτητή.

 

Τα έξοδα της αίτησης, όπως θα υπολογισθούν από τον Πρωτοκολλητή και θα εγκριθούν από το Δικαστήριο, επιδικάζονται υπέρ του αιτητή και εναντίον των Καθ΄ων η αίτηση.

 

 

                                                       Κ. Παμπαλλής

                                                               Δ.


cylaw.org: Από το ΚΙΝOΠ/CyLii για τον Παγκύπριο Δικηγορικό Σύλλογο