ΠΑΓΚΥΠΡΙΟΣ ΔΙΚΗΓΟΡΙΚΟΣ ΣΥΛΛΟΓΟΣ
|
(2010) 1 ΑΑΔ 1972
20 Δεκεμβρίου, 2010
[ΑΡΤΕΜΗΣ, Π., ΚΡΑΜΒΗΣ, ΕΡΩΤΟΚΡΙΤΟΥ, Δ/στές]
ΧΡΥΣΑΝΘΗ ΕΥΣΤΑΘΙΟΥ ΧΑΡΑΛΑΜΠΟΥΣ,
Εφεσείουσα-Αιτήτρια,
v.
ΕΛΕΝΑΣ ΕΥΡΙΠΙΔΗ ΚΩΝΣΤΑΝΤΙΝΟΥ,
Εφεσίβλητης-Καθ' ης η αίτηση.
(Πολιτική Έφεση Αρ. 98/2008)
Ακίνητη ιδιοκτησία ― Συνοριακή διαφορά ― Αίτηση - έφεση στο Επαρχιακό Δικαστήριο με αίτημα την ακύρωση απόφασης του Διευθυντή του Κτηματολογίου σε σχέση με συνοριακή διαφορά ― Απόρριψη της αίτησης - έφεσης από το Επαρχιακό Δικαστήριο και επικύρωση της απόφασης του Διευθυντή ως ορθής και πλήρως αιτιολογημένης ― Εφετείο επεκύρωσε την πρωτόδικη απόφαση.
Ακίνητη ιδιοκτησία ― Συνοριακή διαφορά ― Επίλυσή της από το Διευθυντή του Κτηματολογίου ― Τα πραγματικά σύνορα των τεμαχίων ήταν εκείνα που καταγράφονταν στα τοπογραφικά σχέδια του Κτηματολογίου και όχι εκείνα που προέκυπταν από την επί τόπου κατάσταση.
Ακίνητη ιδιοκτησία ― Συνοριακή διαφορά ― Επιτόπια εξέταση από το Δικαστήριο ― Σκοπό έχει την πληρέστερη και καλύτερη αντίληψη της ενώπιόν του μαρτυρίας.
Η εφεσείουσα είναι εγγεγραμμένη ιδιοκτήτρια κτήματος στο χωριό Ύψωνας το οποίο στην ανατολική πλευρά συνορεύει με ακίνητο το οποίο ανήκει στην εφεσίβλητη. Η εφεσείουσα, η οποία απέκτησε το κτήμα της μετά από τη μεταβίβασή του σε αυτή από την προηγούμενη ιδιοκτήτρια, έλαβε γνώση ότι για το εν λόγω ακίνητο εκκρεμούσαν Φάκελοι, περιλαμβανομένων και δύο Φακέλων για συνοριακή διαφορά.
Στις 17.10.1995, κατόπιν επιτόπιας εξέτασης, διεφάνη ότι μέρος του τεμαχίου το οποίο ανήκε στην εφεσίβλητη κατείχετο από την εφεσείουσα. Πριν από την πιο πάνω επιτόπια εξέταση, διεξήχθησαν και άλλες 4 ακόμη εξετάσεις, οι οποίες κατέδειξαν το ίδιο ακριβώς αποτέλεσμα. Ο Διευθυντής Κτηματολογίου υιοθέτησε τα ευρήματα του Κτηματολογικού Γραφέα της επιτόπιας εξέτασης η οποία έγινε στις 17.10.1995.
Η εφεσείουσα προσέβαλε ανεπιτυχώς στο πρωτόδικο Δικαστήριο την απόφαση του Διευθυντή του Κτηματολογίου. Το Δικαστήριο έκρινε την απόφαση του Διευθυντή ως πλήρως αιτιολογημένη και απέρριψε την αίτηση - έφεση της εφεσείουσας με έξοδα εις βάρος της.
Η εφεσείουσα καταχώρησε έφεση στο Ανώτατο Δικαστήριο. Οι λόγοι έφεσης αφορούν: 1) Στη μη διενέργεια επιτόπιας εξέτασης από τον δικαστή που εκδίκασε τελικά την υπόθεση 2) Στην επιτόπια εξέταση και στα ευρήματα αξιοπιστίας των μαρτύρων, ήτοι, του Κτηματολογικού Λειτουργού ο οποίος κλήθηκε από την εφεσείουσα και του Κτηματολογικού Λειτουργού ο οποίος κλήθηκε από την εφεσίβλητη και 3) Στην κατ' ισχυρισμόν, μη ορθή αξιολόγηση από τον Διευθυντή, της ύπαρξης υφιστάμενης παλαιάς οικίας στο τεμάχιο της εφεσείουσας, κατά το χρόνο ύπαρξης της συνοριακής διαφοράς, πριν καταλήξει στην απόφασή του.
Αποφασίστηκε ότι:
1. Η υπόθεση ήταν απλή και θα κρινόταν με βάση τη μαρτυρία και όχι με βάση την επιτόπια εξέταση. Η μόνη χρήση της επίσκεψης του δικαστή στον τόπο της διαφοράς, είναι για να έχει πληρέστερη αντίληψη της μαρτυρίας που θα προσφερθεί κατά τη δίκη. Στην προκείμενη περίπτωση μέρος της οικίας της εφεσείουσας επενέβαινε στο κτήμα της εφεσίβλητης. Το στοιχείο αυτό, σύμφωνα με το πρωτόδικο Δικαστήριο, εφαίνετο ευκρινώς στο κατατεθέν σχεδιάγραμμα. Ούτε και έχει προκύψει οτιδήποτε από την προηγούμενη επιτόπια εξέταση του δικαστή ο οποίος επρόκειτο να χειριστεί την υπόθεση και γι' αυτό και η δικαστής που εκδίκασε τελικά την υπόθεση, πέραν από του να σημειώσει το γεγονός, δεν έλαβε υπόψη οτιδήποτε άλλο σε σχέση με εκείνο το γεγονός. Το πρωτόδικο Δικαστήριο άσκησε ορθά τη διακριτική του ευχέρεια.
2. Στην προκείμενη περίπτωση δεν έχει τεθεί τίποτε ενώπιον του Εφετείου που να θέτει υπό αμφισβήτηση τον τρόπο αξιολόγησης της μαρτυρίας των δύο μαρτύρων, λειτουργών του Κτηματολογίου. Όπως ορθά υπέδειξε το Δικαστήριο ο μάρτυρας που κλήθηκε από την εφεσείουσα περιορίστηκε στο να διατυπώσει την άποψη ότι δεν λήφθηκε υπόψη η επί τόπου κατάσταση των κτημάτων, που εν πολλοίς ήταν το ζητούμενο, χωρίς όμως να επεξηγεί γιατί ήταν λανθασμένες όλες οι προηγούμενες επιτόπιες έρευνες του Κτηματολογίου που στηρίζονταν σε μετρήσεις και σε εν χρήσει σχέδια του κτηματολογίου, τα οποία δεν φαίνεται να αμφισβητούσε. Η ύπαρξη παλαιάς υφιστάμενης κατοικίας και τοίχου, καθώς και το γεγονός ότι η συνοριακή γραμμή περνά μέσα από το υπνοδωμάτιο της κατοικίας της εφεσίβλητης, δεν είναι αρκετά για να ανατρέψουν τα εν χρήσει σχέδια και όλες τις υπόλοιπες μετρήσεις στις οποίες προέβη το κτηματολόγιο με τη χρήση μετροταινίας, έρευνας σε παλαιούς φακέλους διαχωριζόμενων τεμαχίων και σταθερή έρευνα στην γύρω περιοχή.
3. Από την ενώπιον του Δικαστηρίου μαρτυρία, δεν υπήρξαν ικανοποιητικές ενδείξεις ότι η επί τόπου κατάσταση ήταν και ένδειξη των πραγματικών συνόρων των δύο κτημάτων. Η επί τόπου κατάσταση αναμφίβολα είναι ένα από τα στοιχεία που λαμβάνονται υπόψη. Όμως, χωρίς επαρκή λόγο το στοιχείο αυτό δεν θα μπορούσε να υπερισχύσει των εν χρήσει σχεδίων τα οποία στις περισσότερες των υποθέσεων αποτελούν ένα αυθεντικό οδηγό σε υποθέσεις συνοριακών διαφορών. Μόνο όπου καταδειχθεί ότι αυτά είναι λανθασμένα, διαφοροποιείται η σημασία τους. Εδώ όμως δεν υπήρχε τέτοια αξιόπιστη μαρτυρία που να θέσει υπό αμφισβήτηση τα εν χρήσει σχέδια.
Η έφεση απορρίφθηκε με €2.000 έξοδα, πλέον Φ.Π.Α., υπέρ της εφεσίβλητης.
Αναφερόμενες Υποθέσεις:
Χειμώνας v. Γεωργίου κ.ά. (1999) 1 Α.Α.Δ. 109,
Ρωσσίδου v. Κυπριανού κ.ά. (2002) 1(Γ) Α.Α.Δ. 1695,
Ε.Κ. Κατέκος Λτδ v. Διευθυντή Κτηματολογίου κ.ά. (2003) 1 Α.Α.Δ. 256.
Έφεση.
Έφεση από την εφεσείουσα εναντίον της απόφασης του Eπαρχιακού Δικαστηρίου Λεμεσού (Kαπετάνιου, E.Δ.), (Aίτηση-Έφεση Aρ. 76/2004), ημερ. 22/1/2008.
Α. Ευτυχίου, για την Εφεσείουσα.
Χρ. Κληρίδης και Ν. Πελεκάνου, για Χρ. Βασιλειάδη, για την Εφεσίβλητη.
Cur. adv. vult.
ΑΡΤΕΜΗΣ, Π.: Την ομόφωνη απόφαση του Δικαστηρίου θα δώσει ο Δικαστής Γ. Ερωτοκρίτου.
ΕΡΩΤΟΚΡΙΤΟΥ, Δ.: Με την παρούσα έφεση, επιδιώκεται η ανατροπή της πρωτόδικης απόφασης με την οποία απορρίφθηκε η αίτηση-έφεση της Εφεσείουσας κατά της απόφασης του Διευθυντή του Κτηματολογίου Λεμεσού ημερ. 14.1.2004, με την οποία καθορίζετο το εγγεγραμμένο σύνορο μεταξύ των κτημάτων των διαδίκων.
Σύμφωνα με τα ευρήματα του πρωτόδικου δικαστηρίου, η Εφεσείουσα είναι η εγγεγραμμένη ιδιοκτήτρια του κτήματος με αριθμό εγγραφής 19024, ημερ. 18.10.1994, τεμάχιο 591 στο χωριό Ύψωνας. Το εν λόγω ακίνητο στην ανατολική πλευρά συνορεύει με το ακίνητο με αριθμό εγγραφής 21552, ημερ. 20.10.1993, τεμάχιο 436 στο χωριό Ύψωνας, το οποίο ανήκει στην Εφεσίβλητη. Η Εφεσείουσα απέκτησε το εν λόγω ακίνητο μετά από μεταβίβαση από την Καλλιόπη Πέτρου Ηροδότου, η οποία ήταν η προηγούμενη ιδιοκτήτρια. Σύμφωνα με τη Δήλωση Μεταβίβασης, η Εφεσείουσα παραβρέθηκε στο Κτηματολόγιο όταν έγινε η μεταβίβαση και έλαβε γνώση ότι για το ακίνητο που θα εγγραφόταν στο όνομά της, εκκρεμούσαν οι Φάκελοι Α365/94 (ο οποίος είναι σχετικός με την παρούσα υπόθεση), καθώς επίσης και οι Φάκελοι Α366/94 και Α1096/93 για διαφορά συνόρων. Η Εφεσείουσα, όπως αναφέρεται στη Δήλωση Μεταβίβασης, αποδέχτηκε όπως οποιεσδήποτε μελλοντικές ειδοποιήσεις για τη συνοριακή διαφορά, αποστέλλονται στην ίδια, καθιστώντας τον εαυτό της Αιτήτρια του αρχικού αιτήματος για επίλυση συνοριακής διαφοράς που καταχωρήθηκε από την προηγούμενη ιδιοκτήτρια.
Για τη συνοριακή διαφορά διεξήχθη στις 17.10.1995 επιτόπια εξέταση από τον Κτηματολογικό Γραφέα Ανδρέα Ιωσήφ. Παρούσες ήταν τόσο η Εφεσείουσα, όσο και η Εφεσίβλητη. Σύμφωνα με τις μετρήσεις και τα ευρήματά του διεφάνη ότι μέρος του τεμαχίου 436, το οποίο ανήκε στην Εφεσίβλητη, κατείχετο από την Εφεσείουσα, ιδιοκτήτρια του τεμαχίου 591. Ο Διευθυντής του Κτηματολογίου με απόφασή του ημερ. 14.1.2004, υιοθέτησε τα ευρήματα του Κτηματολογικού Γραφέα. Θα πρέπει να σημειωθεί ότι πριν την πιο πάνω επιτόπια εξέταση στις 17.10.95, διεξήχθηκαν άλλες 4 ακόμη εξετάσεις, οι οποίες κατέδειξαν το ίδιο ακριβώς αποτέλεσμα.
Η Εφεσείουσα προσέβαλε την απόφαση του Διευθυντή του Κτηματολογίου. Το πρωτόδικο δικαστήριο, αφού εξέτασε την ενώπιον του μαρτυρία και τους ισχυρισμούς που προβλήθηκαν από τις δύο πλευρές, έκρινε ότι κανένας από τους λόγους που πρόβαλε η Εφεσείουσα, δεν μπορούσε να ευσταθήσει και ως εκ τούτου θεώρησε ότι η απόφαση του Διευθυντή ήταν πλήρως αιτιολογημένη. Ως εκ τούτου, απέρριψε την αίτηση-έφεση με έξοδα εις βάρος της Εφεσείουσας.
Η μη διενέργεια επιτόπιας εξέτασης από τον δικαστή - Λόγοι έφεσης 1 και 2
Με τους δύο πρώτους λόγους έφεσης, η Εφεσείουσα παραπονείται ότι ενώ στις 13.3.2004 διεξήχθη επιτόπιος εξέταση από τον δικαστή κ. Κ. Σατολιά και ενώ η όλη ακροαματική διαδικασία είχε σχεδόν ολοκληρωθεί, ανέλαβε τη συνέχιση της διαδικασίας η δικαστής κα Φ. Καπετάνιου, η οποία και την ολοκλήρωσε με την έκδοση της προσβαλλόμενης απόφασης. Το παράπονο της Εφεσείουσας είναι ότι η κα Καπετάνιου παρέλειψε να διεξάγει νέα επιτόπια εξέταση, ώστε να αποκτήσει προσωπική γνώμη περί της συνοριακής διαφοράς, με αποτέλεσμα η απόφασή της να είναι ελλιπής και μη αιτιολογημένη.
Οι δύο συναφείς λόγοι έφεσης δεν ευσταθούν. Το ότι ο προηγούμενος δικαστής που επρόκειτο να χειριστεί την υπόθεση, προέβη σε επιτόπια εξέταση, καθόλου δεν εμπόδιζε το δικαστή που τελικά εκδίκασε την υπόθεση, να την αναλάβει. Δεν επρόκειτο για συνεχιζόμενη ακρόαση.
Δεν ευσταθεί ούτε το δεύτερο επιχείρημα, ότι με τη μη διεξαγωγή επιτόπιας εξέτασης από την δικαστή κα Φ. Καπετάνιου, η τελική της απόφαση είναι αναιτιολόγητη. Ήταν στην απόλυτη διακριτική της ευχέρεια κατά πόσον θα προέβαινε σε μια τέτοια εξέταση. Η υπόθεση ήταν απλή και θα κρινόταν με βάση τη μαρτυρία και όχι με βάση την επιτόπια εξέταση. Η μόνη χρήση της επίσκεψης του δικαστή στον τόπο της διαφοράς, είναι για να έχει πληρέστερη αντίληψη της μαρτυρίας που θα προσφερθεί κατά τη δίκη (βλ. Χειμώνας v. Γεωργίου κ.ά. (1999) 1 Α.Α.Δ. 109, 111). Στην προκειμένη περίπτωση, μέρος της οικίας της Εφεσείουσας επενέβαινε στο κτήμα της Εφεσίβλητης. Αυτό, όπως αναφέρει η πρωτόδικη δικαστής, φαίνεται ευκρινώς στο σχεδιάγραμμα που κατατέθηκε. Κατά την άποψή μας, άσκησε ορθά τη διακριτική της ευχέρεια και τίποτε δεν προκύπτει που να δικαιολογεί το παράπονο της Εφεσείουσας. Ούτε βέβαια προέκυψε οτιδήποτε από την προηγούμενη επιτόπια εξέταση του δικαστή Σατολιά και γι' αυτό και η δικαστής που εκδίκασε τελικά την υπόθεση, πέρα από του να σημειώσει το γεγονός, δεν έλαβε υπόψη οτιδήποτε άλλο σε σχέση με εκείνο το γεγονός.
Η επιτόπια εξέταση και τα ευρήματα αξιοπιστίας για τους μάρτυρες Α. Ιεζεκιήλ και Α. Ιωσήφ - Λόγοι έφεσης 3-7
Με τον τρίτο λόγο έφεσης αμφισβητείται ο τρόπος αξιολόγησης της μαρτυρίας του κ. Α. Ιεζεκιήλ, ο οποίος κλήθηκε από την Εφεσείουσα, ενώ με τον πέμπτο λόγο έφεσης, αμφισβητούνται τα ευρήματα αξιοπιστίας που αφορούν στη μαρτυρία του κτηματολογικού λειτουργού Α. Ιωσήφ, ο οποίος κλήθηκε από την Εφεσίβλητη. Με τους άλλους τρεις λόγους έφεσης (4, 6 και 7), η Εφεσείουσα παραπονείται ότι ο Διευθυντής δεν αξιολόγησε ορθά την ύπαρξη της υφιστάμενης παλαιάς κατοικίας στο τεμάχιο της Εφεσείουσας, κατά το χρόνο ύπαρξης της συνοριακής διαφοράς, προτού καταλήξει στην απόφασή του.
Ούτε αυτοί οι λόγοι έφεσης ευσταθούν. Το έργο της αξιολόγησης όπως έχουμε επανειλημμένως τονίσει, αποτελεί πρωταρχικό καθήκον του εκδικάζοντος δικαστηρίου. Το Εφετείο βέβαια, διατηρεί την ευχέρεια επέμβασης στα συμπεράσματα για την αξιοπιστία ενός μάρτυρα όταν κρίνει ότι αυτά δεν είναι ευλόγως επιτρεπτά, αντιστρατεύονται την κοινή λογική, δεν δικαιολογούνται από τη μαρτυρία ή είναι εξ' αντικειμένου ανυπόστατα.
Στην προκειμένη περίπτωση δεν έχει τεθεί ενώπιόν μας, οτιδήποτε που να θέτει υπό αμφισβήτηση τον τρόπο που το πρωτόδικο δικαστήριο αξιολόγησε τη μαρτυρία των Α. Ιεζεκιήλ και Α. Ιωσήφ. Όπως ορθά υπέδειξε το πρωτόδικο δικαστήριο, ο μάρτυρας Ιεζεκιήλ περιορίστηκε στο να διατυπώσει την άποψη ότι δεν λήφθηκε υπόψη η επί τόπου κατάσταση των κτημάτων, που εν πολλοίς ήταν το ζητούμενο, χωρίς όμως να επεξηγεί γιατί ήταν λανθασμένες όλες οι προηγούμενες επιτόπιες έρευνες του Κτηματολογίου που στηρίζονταν σε μετρήσεις και σε εν χρήσει σχέδια του κτηματολογίου, τα οποία δεν φαίνεται να αμφισβητούσε. Η ύπαρξη παλαιάς υφιστάμενης κατοικίας και τοίχου, καθώς και το γεγονός ότι η συνοριακή γραμμή περνά μέσα από το υπνοδωμάτιο της κατοικίας της Εφεσίβλητης, δεν είναι αρκετά για να ανατρέψουν τα εν χρήσει σχέδια και όλες τις υπόλοιπες μετρήσεις στις οποίες προέβη το κτηματολόγιο με τη χρήση μετροταινίας, έρευνας σε παλαιούς φακέλους διαχωριζόμενων τεμαχίων και σταθερή έρευνα στην γύρω περιοχή. Επομένως, ο τρόπος που το πρωτόδικο δικαστήριο αξιολόγησε τη μαρτυρία τόσο του Α. Ιεζεκιήλ όσο και αυτή του Α. Ιωσήφ, ήταν καθόλα εύλογος. Από την ενώπιον του δικαστηρίου μαρτυρία, δεν υπήρξαν ικανοποιητικές ενδείξεις ότι η επί τόπου κατάσταση ήταν και ένδειξη των πραγματικών συνόρων των δύο κτημάτων. Όπως αναφέρθηκε στις υποθέσεις Ρωσσίδου v. Κυπριανού κ.ά. (2002) 1(Γ) Α.Α.Δ. 1695 και Ε.Κ. Κατέκος Λτδ v. Διευθυντή Κτηματολογίου κ.ά. (2003) 1 Α.Α.Δ. 256, η επί τόπου κατάσταση αναμφίβολα είναι ένα από τα στοιχεία που λαμβάνονται υπόψη. Όμως, χωρίς επαρκή λόγο το στοιχείο αυτό δεν θα μπορούσε να υπερισχύσει των εν χρήσει σχεδίων τα οποία στις περισσότερες των υποθέσεων αποτελούν ένα αυθεντικό οδηγό σε υποθέσεις συνοριακών διαφορών. Μόνο όπου καταδειχθεί ότι αυτά είναι λανθασμένα, διαφοροποιείται η σημασία τους. Εδώ όμως δεν υπήρχε τέτοια αξιόπιστη μαρτυρία που να θέσει υπό αμφισβήτηση τα εν χρήσει σχέδια.
Η έφεση αποτυγχάνει και απορρίπτεται με €2.000 έξοδα, πλέον Φ.Π.Α., υπέρ της Εφεσίβλητης.
Η έφεση απορρίπτεται με €2.000 έξοδα, πλέον Φ.Π.Α., υπέρ της εφεσίβλητης.
*Bλ. περίγραμμα αγόρευσης δικηγόρου Eφεσείοντα, σελ. 3.
* «126(2) A bankruptcy petition against or bankruptcy notice to any debtor to a limited company or other corporation may be presented or sued out by any officer thereof duly authorised in that behalf on his filing an affidavit stating that he is such officer and that he is duly authorised to present the petition or sue out the notice."
Σε μετάφραση:
«126(2) Αίτηση πτωχεύσεως εναντίον οφειλέτη, ή ειδοποίηση πτωχεύσεως σε οφειλέτη εταιρείας περιορισμένης ευθύνης ή άλλου νομικού προσώπου δύναται αν ληφθεί ή εναχθεί από οποιονδήποτε λειτουργό αυτού που εξουσιοδοτείται για το σκοπό αυτό, καταχωρώντας ένορκο δήλωση που να δηλώνει ότι είναι λειτουργός και ότι εξουσιοδοτήθηκε κανονικά να υποβάλλει την αίτηση ή αν λάβει αυτή.»