ΠΑΓΚΥΠΡΙΟΣ ΔΙΚΗΓΟΡΙΚΟΣ ΣΥΛΛΟΓΟΣ
|
(2010) 1 ΑΑΔ 649
10 Μαΐου, 2010
[ΚΡΑΜΒΗΣ, ΕΡΩΤΟΚΡΙΤΟΥ, ΚΛΗΡΙΔΗΣ, Δ/στές]
1. DORA HOLDINGS LTD,
2. ΛΟΥΚΗΣ ΠΑΠΑΧΡΙΣΤΟΦΟΡΟΥ,
3. ΔΩΡΑ ΠΑΠΑΧΡΙΣΤΟΦΟΡΟΥ,
Εφεσείοντες,
v.
ΕΘΝΙΚΗ ΤΡΑΠΕΖΑ ΤΗΣ ΕΛΛΑΔΟΣ (AP. 1),
Εφεσιβλήτων.
(Πολιτική Εφεση Αρ. 225/2006)
Aπόδειξη ― Μαρτυρία ― Ενώπιον του Εφετείου ― Προϋποθέσεις παραχώρησης άδειας προσαγωγής μαρτυρίας ενώπιον του Εφετείου.
Πολιτική Δικονομία ― Παρατυπία ― Δυνατότητα θεραπείας της ― Δ.64 των περί Πολιτικής Δικονομίας Διαδικαστικών Κανονισμών ― Διακριτική ευχέρεια του Δικαστηρίου να διορθώσει ή μη την παρατυπία ― Η Δ.64 δεν αποτελεί πανάκεια για κάθε παράλειψη συμμόρφωσης με τους θεσμούς οι οποίοι πρέπει να τηρούνται.
Οι εφεσείοντες υπέβαλαν αίτηση, πριν από την ακρόαση της έφεσης, με την οποία ζητούν άδεια του Δικαστηρίου που να επιτρέπει την προσκόμιση μαρτυρίας εκ μέρους τους, ήτοι του εφεσείοντος 2, για να μαρτυρήσει οτιδήποτε γνωρίζει για τη συγγενική σχέση της Δικαστού Κατερίνας Σταματίου με το δικηγόρο Κακογιάννη που επικαλέστηκε η τράπεζα ότι δημιούργησε με δική του συμβουλή το σύστημα δανεισμού και/ή πίστωσης χρημάτων. Σε ένορκη δήλωση η οποία συνοδεύει την αίτησή του, ο εφεσείων 2 υποστήριξε ότι μετά την έκδοση της απόφασης τυχαία άκουσε περί της συγγενείας της Δικαστού Σταματίου με τον δικηγόρο Κακογιάννη και ότι η κα. Σταματίου ήταν επηρεασμένη ή φαινόταν να είναι επηρεασμένη λόγω συμφερόντων ως προς τη συγγένεια του προσώπου που συμβούλευσε τη δημιουργία του συστήματος που τηρούσε η Τράπεζα και το οποίο αποτελούσε επίδικο θέμα στη δίκη.
Η αίτηση βασίζεται επί του Άρθρου 25(3) του περί Δικαστηρίων Νόμου 14/60, στα Αρθρα 145(1)(d), 166-169, 49, 60, 64 του Κεφ. 155 στους Κανόνες 22 και 23 των Θεσμών Ποινικής Δικονομίας, στο Άρθρο 6 της Ευρωπαϊκής Σύμβασης Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων, (Ν. 39/62), στα Αρθρα 2, 3 και 4 του Πρωτοκόλλου 7 [18(III)/2000] της Ευρωπαϊκής Σύμβασης Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων, Αρθρα 2, 3 και 4, στους Κανόνες της Φυσικής Δικαιοσύνης, στις Γενικές και Συμφυείς Εξουσίες του Δικαστηρίου, στη Νομολογία (π.χ. Michael Antoni Petri v. The Police (1968) C.L.R. 40).
Οι καθ' ων η αίτηση καταχώρησαν ένσταση, υποστηρίζοντας ότι η αίτηση δεν πληρεί τις προϋποθέσεις που θέτει η νομολογία εφόσον η μαρτυρία που ζητείται να προσκομιστεί, υπήρχε πριν την εκδίκαση της υπόθεσης από το πρωτόδικο δικαστήριο και θα μπορούσε να είχε προσκομιστεί κατά την πρωτόδικη διαδικασία. Υποστηρίζουν ακόμη ότι οι αιτητές δεν έχουν τεκμηριώσει τους ισχυρισμούς τους και την ανάγκη για προσαγωγή τέτοιας μαρτυρίας.
Αποφασίστηκε ότι:
1. Η νομική βάση της αίτησης θα έπρεπε να ήταν η Διαταγή 35, Καν. 8 των περί Πολιτικής Δικονομίας Κανονισμών, εφόσον η αίτηση αφορά πολιτική διαδικασία. Η παράλειψη των εφεσειόντων να ενεργήσουν δεόντως ώστε με το κατάλληλο δικονομικό μέτρο να επιδιώξουν τη διόρθωση της παρατυπίας και να θέσουν την επίδικη αίτηση στην ορθή νομική της βάση, οδηγεί αναπόφευκτα στην απόρριψη της αίτησης.
2. Η αίτηση είναι καταδικασμένη σε αποτυχία και για λόγους ουσίας. Η μαρτυρία της οποίας επιδιώκεται η προσαγωγή δεν εμφανίζεται ως αξιόπιστη.
3. Η δυνατότητα προσαγωγής περαιτέρω μαρτυρίας αποτελεί εξαιρετικό μέτρο. Η παρούσα αίτηση είναι όχι μόνο επιπόλαιη αλλά και καταχρηστική και είναι καταδικασμένη σε αποτυχία.
Η αίτηση απορρίφθηκε με έξοδα.
Αναφερόμενες Υποθέσεις:
Petri v. The Police (1968) C.L.R. 40,
Γεωργίου v. Οργ. Χρημ. Τραπέζης Κύπρου Λτδ (Αρ.1) (1999) 1(Β) Α.Α.Δ. 956,
Πετρίχου v. Χατζηιωσήφ (1998) 1(Α) Α.Α.Δ. 81.
Aίτηση.
Aίτηση από τους εφεσείοντες με την οποία ζητούν άδεια του Δικαστηρίου για προσαγωγη μαρτυρίας.
Σ. Δράκος, για τους Εφεσείοντες.
Ν. Παρτασίδου για Γ. Τριανταφυλλίδη, για τους Εφεσίβλητους.
Cur. adv. vult.
ΔIKAΣTHPIO: Η ομόφωνη απόφαση του Δικαστηρίου θα δοθεί από τον Κραμβή, Δ..
ΚΡΑΜΒΗΣ, Δ.: Πριν από την ακρόαση της έφεσης, οι εφεσείοντες υπέβαλαν αίτηση με την οποία ζητούν,
«Άδεια και/ή διαταγή του Σεβαστού Δικαστηρίου που να επιτρέπει την προσκόμιση μαρτυρίας εκ μέρους των αιτητών η οποία είναι ουσιαστικής σημασίας, ήτοι του Λουκή Παπαχριστοφόρου, εφεσείοντα 2 για να μαρτυρήσει οτιδήποτε γνωρίζει για τη σχέση συγγένειας της Έντιμου Δικαστή Κατερίνας Σταματίου με το δικηγόρο Κακογιάννη που επικαλέστηκε η Τράπεζα ότι δημιούργησε με δική του συμβουλή το σύστημα με βάση το οποίο η Τράπεζα δάνειζε χρήματα και/ή πίστωνε χρήματα και/ή άλλως πως.»
Ο κ. Λουκής Παπαχριστοφόρου στην ένορκη δήλωσή του η οποία συνοδεύει την αίτηση, μεταξύ άλλων αναφέρει:
«2. Μετά την έκδοση της απόφασης τυχαία άκουσα και έμαθα από το δικηγόρο Δημήτρη Παπαχρυσοστόμου ότι η Εντιμος Δικαστής Κατερίνα Σταματίου είναι αδελφότεκνη του δικηγόρου κ. Κακογιάννη που με βάση την μαρτυρία του Μ.Υ.1 η πρακτική και διαδικασία που ήταν υπό κρίση και που χρησιμοποιούσε η Τράπεζα, εφεσίβλητη, ήταν αυτή που συμβούλευσε ο εν λόγω δικηγόρος Κακογιάννης (βλ. σελ. 213 (9-10) των πρακτικών.
4. Όπως αντιλαμβάνομαι, και όπως με ενημέρωσε ο δικηγόρος μου ως προς το νόμο με βάση τη Δικαστική Πρακτική του 1988, αλλά και τα Αρθρα 30 του Συντάγματος και 6 της Ευρωπαϊκής Σύμβασης Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων, είμαι της γνώμης ότι η Εντιμη Δικαστής Κατερίνα Σταματίου ήταν επηρεασμένη ή φαινόταν να είναι επηρεασμένη λόγω συμφερόντων ως προς τη συγγένεια του προσώπου που συμβούλευσε τη δημιουργία του συστήματος που τηρούσε η Τράπεζα και το οποίο ήταν επίδικο θέμα στη δίκη. Δεν θα μπορούσε η ίδια η Δικαστής να καταδικάσει το σύστημα το οποίο δημιουργήθηκε με τη συμβουλή και/ή συμβολή του θείου της (αδελφός της μητέρας της). Η πληροφορία αυτή δεν ήταν στη διάθεσή μας κατά τη δίκη, παρά μόνο περιήλθε σε γνώση μας λίγες μέρες μετά την ολοκλήρωση της δίκης και αμέσως το αναφέραμε στην έφεσή μας.»
Η αίτηση βασίζεται επί του Άρθρου 25(3) του περί Δικαστηρίων Νόμου 14/60, στα Αρθρα 145(1)(d), 166-169, 49, 60, 64 του Κεφ. 155 στους Κανόνες 22 και 23 των Θεσμών Ποινικής Δικονομίας, στο Αρθρο 6 της Ευρωπαϊκής Σύμβασης Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων, (Ν. 39/62), στα Αρθρα 2, 3 και 4 του Πρωτοκόλλου 7 [18(III)/2000] της Ευρωπαϊκής Σύμβασης Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων, Αρθρα 2, 3 και 4, στους Κανόνες της Φυσικής Δικαιοσύνης, στις Γενικές και Συμφυείς Εξουσίες του Δικαστηρίου, στη Νομολογία (π.χ. Michael Antoni Petri v. The Police (1968) C.L.R. 40).
Οι καθ' ων η αίτηση καταχώρισαν ένσταση ισχυριζόμενοι, μεταξύ άλλων, ότι η βάση της αίτησης είναι λανθασμένη και/ή δεν γίνεται επίκληση της σωστής νομικής βάσης. Λέγουν επίσης ότι η αίτηση δεν πληρεί τις προϋποθέσεις που θέτει η νομολογία εφόσον η μαρτυρία που ζητείται να προσκομιστεί, υπήρχε πριν την εκδίκαση της υπόθεσης από το πρωτόδικο δικαστήριο και θα μπορούσε να είχε προσκομιστεί κατά την πρωτόδικη διαδικασία. Λέγουν ακόμη ότι οι αιτητές δεν έχουν τεκμηριώσει τους ισχυρισμούς τους και την ανάγκη για προσαγωγή τέτοιας μαρτυρίας.
Παρόμοιο ζήτημα εξετάστηκε στη Γεωργίου v. Οργανισμού Χρηματοδοτήσεως Τραπέζης Κύπρου Λτδ (Αρ. 1) (1999) 1(Β) Α.Δ.Δ. 956, από την οποία το πιο κάτω απόσπασμα:
«Στη Blachin άλλως Blochine v. Αριστείδου (1997) 1 A.A.Δ. 195, λέχθηκε ότι: "Η δυνατότητα προσαγωγής περαιτέρω μαρτυρίας αποτελεί εξαιρετικό μέτρο". Προφανώς, αυτός είναι και ο λόγος που η εξουσία του Δικαστηρίου ασκείται αυστηρά και με φειδώ. Η άδεια για προσαγωγή περαιτέρω μαρτυρίας χορηγείται μόνο στις περιπτώσεις όπου διαπιστώνεται ότι σωρευτικά πληρούνται οι πιο κάτω τρεις βασικές προϋποθέσεις ήτοι:
(α) Η μαρτυρία δεν μπορούσε να εξασφαλιστεί προς χρήση κατά την πρωτόδικη διαδικασία με την επίδειξη εύλογης επιμέλειας.
(β) Η μαρτυρία πρέπει να είναι τέτοια ώστε αν προσαγόταν θα ήταν πιθανό να είχε κάποια σημαντική επίδραση στο αποτέλεσμα της υπόθεσης αν και δεν είναι ανάγκη να είναι αποφασιστικής σημασίας.
(γ) Η μαρτυρία πρέπει να είναι τέτοια ώστε να εμφανίζεται αξιόπιστη αν και δεν είναι ανάγκη να είναι αναντίλεκτη.
Οι πιο πάνω προϋποθέσεις αποκρυσταλλώνουν την αγγλική νομολογία επί του θέματος. Βλ. Ladd v. Marshal [1954] 3 All E.R. 745. Το Εφετείο της Κύπρου τις έχει υιοθετήσει και αποτελούν πλέον το βασικό σημείο αναφοράς κατά την εξέταση αιτήσεων για προσαγωγή περαιτέρω μαρτυρίας. Βλ. Trifonides v. Alpan (Taki Bros) (1987) 1 C.L.R. 479, Martin v. Δημοκρατίας (Αρ. 1) (1994) 2 Α.Α.Δ. 29, Ανδρέου v. Psaras Shipping Agencies Ltd (1996) 1 A.A.Δ. 1379 και Mobil Oil v. Ellinas and Others (1987) 1 C.L.R. 1.»
Η αίτηση εφόσον αφορά πολιτική διαδικασία έπρεπε να τύχει της ανάλογης νομικής θεμελίωσης. Αντί τούτου, η νομική βάση παραπέμπει στην Ποινική Δικονομία και στους Θεσμούς Ποινικής Δικονομίας που δεν έχουν καμιά σχέση με ό,τι απαιτείται για τη σωστή νομική θεμελίωση της αίτησης. Η σχετική δικονομική διάταξη η οποία διέπει το θέμα είναι η Διαταγή 35 καν. 8 των περί Πολιτικής Δικονομίας Κανονισμών. Οι αιτητές παρότι είχαν την ευκαιρία να ενεργήσουν δεόντως ώστε με το κατάλληλο δικονομικό μέτρο να επιδιώξουν την διόρθωση της παρατυπίας και την επανατοποθέτηση της αίτησής τους στην ορθή νομική βάση δεν το έπραξαν, παράλειψη η οποία αναπόφευκτα οδηγεί στην απόρριψη της αίτησης εφόσον οι δικονομικές διατάξεις των οποίων γίνεται επίκληση δεν τυγχάνουν εφαρμογής. Στην Πετρίχου v. Χατζηιωσήφ (1998) 1(Α) Α.Α.Δ. 81, ειπώθηκαν τα εξής:
«Η νέα Δ.64 δεν αποτελεί πανάκεια στη μη συμμόρφωση με τους κανονισμούς. Δεν έχει σκοπό δηλαδή να τους καταργήσει. Οι κανονισμοί πρέπει να τηρούνται. Η Δ.64 δημιουργεί ένα ένδικο μέσο, το οποίο μπορεί να χρησιμοποιήσει ο αιτών για να θεραπεύσει παρατυπίες στη διαδικασία εφόσον είναι θεραπεύσιμες.»
Η αίτηση δεν μπορεί να επιτύχει και για λόγους ουσίας. Η μαρτυρία της οποίας επιδιώκεται η προσαγωγή δεν εμφανίζεται ως αξιόπιστη. Πρόκειται για τη μαρτυρία του κ. Λουκή Παπαχριστοφόρου ο οποίος στη δήλωσή του αναφέρει ότι τυχαία άκουσε και έμαθε από το δικηγόρο Δημήτρη Παπαχρυσοστόμου ότι η δικαστής κα Σταματίου είναι αδελφότεκνη του δικηγόρου κ. Κακογιάννη, που με βάση τη μαρτυρία του Μ.Υ.1, η πρακτική και διαδικασία που ήταν υπό κρίση και που χρησιμοποιούσε η Τράπεζα, ήταν αυτή που συμβούλευσε ο εν λόγω δικηγόρος Κακογιάννης. Είναι φανερό ότι ο κ. Παπαχριστοφόρου δεν έχει προσωπική γνώση του γεγονότος, την απόδειξη του οποίου, οι αιτητές θεωρούν ως ουσιώδη για την υπόθεσή τους. Οι αιτητές ζητούν ουσιαστικά να μεταφέρουν με μαρτυρία στο δικαστήριο κάτι που τυχαία είπε κάποιος τρίτος στον κ. Παπαχριστοφόρου χωρίς να τύχει περαιτέρω διερεύνησης η πληροφορία προκειμένου να διαπιστωθεί κατά πόσο βάσιμα ανταποκρίνεται στην αλήθεια. Ούτε διευκρινίζεται ποιος είναι ο δικηγόρος Κακογιάννης στον οποίο γίνεται η σχετική αναφορά.
Υιοθετούμε τη σκέψη της Γεωργίου v. Οργανισμού Χρηματοδοτήσεως Τραπέζης Κύπρου Λτδ (Αρ. 1) (ανωτέρω) και επαναλαμβάνουμε ότι η δυνατότητα προσαγωγής περαιτέρω μαρτυρίας αποτελεί εξαιρετικό μέτρο. Επιπόλαιες αιτήσεις ως η υπό κρίση είναι συνάμα και καταχρηστικές χωρίς οποιαδήποτε πιθανότητα επιτυχίας.
Η αίτηση απορρίπτεται με έξοδα.
Η αίτηση απορρίπτεται με έξοδα.