ΠΑΓΚΥΠΡΙΟΣ ΔΙΚΗΓΟΡΙΚΟΣ ΣΥΛΛΟΓΟΣ
|
(2009) 1 ΑΑΔ 1093
10 Σεπτεμβρίου, 2009
[ΚΡΑΜΒΗΣ, ΝΙΚΟΛΑΤΟΣ, ΠΑΜΠΑΛΛΗΣ, Δ/στές]
CHR. MAVRIKIOS CONSTRUCTIONS LTD,
Εφεσείοντες-Ενάγοντες,
v.
ΜΙΧΑΛΗ ΧΑΤΖΗΚΩΝΣΤΑΝΤΑ,
Εφεσιβλήτου-Εναγομένου.
(Πολιτική Έφεση Αρ. 100/2007)
Συμβάσεις ― Άκυρη σύμβαση ― Εμπλοκή διαδίκων σε παράνομη σύμβαση ανέγερσης κατοικίας κατά παράβαση των περί Εγγραφής και Ελέγχου Εργοληπτών Οικοδομικών και Τεχνικών Έργων Νόμων ― Κατά πόσο επιτρέπεται η αποκόμιση οικονομικού οφέλους στη βάση άκυρης σύμβασης ― Κατά πόσο τα συμβαλλόμενα μέρη νομιμοποιούνται να διεκδικήσουν τις εκατέρωθεν απαιτήσεις τους στη βάση μιας παράνομης σύμβασης.
Με βάση γραπτή συμφωνία ημερομηνίας 2.3.2001 οι εφεσείοντες - ενάγοντες ανέλαβαν την ανέγερση κατοικίας για λογαριασμό του εφεσίβλητου - εναγόμενου, αντί του ποσού των Λ.Κ.74.000,00. Οι εφεσείοντες πληρώνονταν σταδιακά αναλόγως της εξέλιξης του έργου. Συνολικώς εισέπραξαν το ποσό των Λ.Κ.78.897,48, στο οποίο συμπεριλαμβάνονται η αξία επιπρόσθετων εργασιών και Φ.Π.Α.. Όταν ζήτησαν από τον εφεσίβλητο την πληρωμή του εναπομείναντος ποσού των Λ.Κ.4.481.00 αυτός αρνήθηκε προβάλλοντας το επιχείρημα ότι η συμφωνία ήταν παράνομη γιατί οι εφεσείοντες δεν ήταν εγγεγραμμένοι εργολήπτες και ανταπαιτητικώς διεκδίκησε σειρά αποζημιώσεων.
Το πρωτόδικο Δικαστήριο δικαίωσε τον εφεσίβλητο κηρύσσοντας τη συμφωνία ως εξ υπαρχής άκυρη. Το Δικαστήριο απέρριψε την αγωγή των εφεσειόντων ενώ αποδέκτηκε ως βάσιμη την αξίωση του εφεσίβλητου, στο πλαίσιο της ανταπαίτησής του, για επιστροφή του ποσού των Λ.Κ.7.055,00 που πληρώθηκε στους εφεσείοντες ως Φ.Π.Α. επί του καταβληθέντος ποσού για κατασκευή της οικοδομής.
Οι εφεσείοντες εφεσίβαλαν την απόφαση αμφισβητώντας την ορθότητά της.
Αποφασίστηκε ότι:
1. Το οποιοδήποτε ποσό πληρώθηκε, δόθηκε δυνάμει και με βάση τη συμφωνία εργολαβίας ημερομηνίας 2.3.2001, η οποία, λόγω παρανομίας, κηρύχθηκε ως εξ υπαρχής άκυρη.
2. Χρήματα που καταβλήθηκαν στη βάση παράνομης σύμβασης δεν μπορούν να ανακτηθούν, ούτε και νοείται ο προσπορισμός οφέλους από οποιοδήποτε των συμβαλλομένων σε τέτοια σύμβαση. Περαιτέρω σε περίπτωση μιας παράνομης συμφωνίας τα μέρη δεν νομιμοποιούνται στη διεκδίκηση εκατέρωθεν απαιτήσεων βασιζομένων στη συμφωνία αυτή.
3. Δεδομένου του ενιαίου της συναλλαγής, η απομόνωση της πληρωμής του ποσού των Λ.Κ.7.055,00 από το σύνολο των ενεργειών των εμπλεκομένων στην παράνομη συναλλαγή, ήταν λάθος.
Η έφεση επιτράπηκε με €1.500 έξοδα υπέρ των εφεσειόντων.
Αναφερόμενες Υποθέσεις:
Tsouloftas Constructions Ltd κ.ά. v. Mylonas κ.ά. (2002) 1(Γ) Α.Α.Δ. 1514,
Σκουτέλας v. Αγαπίου (2003) 1(Α) Α.Α.Δ. 338,
Alam v. Τουμαζίδη (1998) 1(Β) Α.Α.Δ. 968,
AC Antoniou Resort Ltd v. Eleonora Hotel Apartm. Ltd (2002) 1(B) Α.Α.Δ. 1321,
Flecha Contracting Ltd v. M.C. Michael Dev. Ltd (2003) 1(A) Α.Α.Δ. 263.
Έφεση.
Έφεση από τους εφεσείοντες εναντίον της απόφασης του Επαρχιακού Δικαστηρίου Λεμεσού (Κίτσιος, Ε.Δ.), (Αγωγή Αρ. 6547/03), ημερομ. 12.3.2007.
Στ. Στυλιανού, για τους Εφεσείοντες.
Ε. Βασιλείου, για τον Εφεσίβλητο.
Cur. adv. vult.
ΚΡΑΜΒΗΣ. Δ.: Την ομόφωνη απόφαση του Δικαστηρίου θα αναγνώσει ο Δικαστής Παμπαλλής.
ΠΑΜΠΑΛΛΗΣ, Δ.: Οι εφεσείοντες ως εργολήπτρια εταιρεία ανέλαβαν με βάση γραπτή συμφωνία ημερομηνίας 02.03.2001, την ανέγερση ισογείου κατοικίας για λογαριασμό του εφεσίβλητου, αντί του ποσού των Λ.Κ.74.000,00.
Οι εφεσείοντες προχώρησαν στην κατασκευή και πληρώνονταν σταδιακά αναλόγως της εξέλιξης του έργου. Συνολικώς εισέπραξαν το ποσό των Λ.Κ.78.897,48, στο οποίο συμπεριλαμβάνονται η αξία επιπρόσθετων εργασιών και Φ.Π.Α.. Όταν ζήτησαν από τον εφεσίβλητο τη πληρωμή του εναπομείναντος ποσού των Λ.Κ.4.481.00 αυτός αρνήθηκε. Το ποσό ζητήθηκε και με επιστολή του δικηγόρου τους στις 12.6.2003, όμως χωρίς αποτέλεσμα και οι εφεσείοντες διεκδίκησαν το πιο πάνω αξιούμενο ποσό δικαστικώς. Ο εφεσίβλητος πρόβαλε ότι η μεταξύ τους συμφωνία ημερομηνίας 02.03.2001, ήταν παράνομη γιατί οι εφεσείοντες δεν ήταν εγγεγραμμένοι εργολήπτες και ανταπαιτητικώς διεκδίκησε σειρά αποζημιώσεων.
Το πρωτόδικο Δικαστήριο δικαίωσε τον εφεσίβλητο αποφαινόμενο ότι η συμφωνία ήταν
«εξ υπαρχής άκυρη καθ' ότι οι ενάγοντες δεν ήταν εγγεγραμμένοι ως εργολήπτες κατά το 2001 και ούτε ήταν κάτοχοι ετήσιας αδείας εργολήπτη για το 2001»
Ως αποτέλεσμα τούτου απέρριψε την αγωγή. Ταυτοχρόνως, αποδείκτηκε ως βάσιμη η διεκδίκηση από τον εφεσίβλητο της επιστροφής του ποσού των Λ.Κ. 7.055,00 που πληρώθηκε στους εφεσείοντες ως Φ.Π.Α. επί του καταβληθέντος ποσού για κατασκευή της οικοδομής, απορρίπτοντας τις υπόλοιπες απαιτήσεις του εφεσίβλητου.
Με τον πρώτο λόγο έφεσης οι εφεσείοντες αμφισβητούν την ορθότητα της κατάληξης του πρωτόδικου Δικαστηρίου, για την επιστροφή του Φ.Π.Α. Υπήρχε, πρόβαλαν, επαρκής μαρτυρία που θα δικαιολογούσε εύρημα περί του αντιθέτου, ιδιαιτέρως όταν κατατέθηκε από τους μάρτυρες των εφεσειόντων ότι έγινε προφορική συμφωνία σε σχέση με αυτό. Ήταν, συνέχισαν σε γνώση του μηχανικού, αντιπροσώπου του εφεσίβλητου, και έγινε αποδεχτό από αυτόν.
Δεν ήταν επιτρεπτό, πρόσθεσαν οι εφεσείοντες για το Δικαστήριο να καταλήξει σε εύρημα ότι το συγκεκριμένο ποσό πληρώθηκε «από λάθος», αφού η μαρτυρία που δόθηκε ήταν ότι καταβλήθηκε Φ.Π.Α εν γνώσει του εφεσίβλητου.
Με τον δεύτερο λόγο έφεσης οι εφεσείοντες προτάσσουν ως λανθασμένη τη μη αποδοχή από το πρωτόδικο Δικαστήριο, άλλων δυο προσφορών που δόθηκαν προς τον εφεσίβλητο, μέσω των αντιπροσώπων του, στις οποίες υπήρχε σαφής αναφορά σε υποχρέωση του εφεσίβλητου για πληρωμή Φ.Π.Α., πέραν από το ποσό της προσφοράς. Ο ευπαίδευτος συνήγορος των εφεσειόντων υποστήριξε ότι η προσαχθείσα μαρτυρία, για προφορική συμφωνία μεταξύ του αντιπροσώπου του εφεσίβλητου, και η συμπερίληψη σ' αυτή της αναγκαιότητας πληρωμής του αναλογούντος Φ.Π.Α. έπρεπε να οδηγήσει σ' αντίθετο αποτέλεσμα το πρωτόδικο Δικαστήριο.
Αντιθέτως, η ευπαίδευτη συνήγορος του εφεσίβλητου εισηγήθηκε ότι η αυστηρή συμμόρφωση με τον κανόνα, που αποκλείει τη προσαγωγή εξωγενούς μαρτυρίας για κάλυψη κενών σε μια σύμβαση, ορθώς εφαρμόστηκε από το πρωτόδικο Δικαστήριο.
Ορθώς κατά την άποψή μας ο πρωτόδικος δικαστής αντίκρυσε το θέμα της παρανομίας. Η εκτέλεση έργου από εργολήπτη χωρίς άδεια δεν θα μπορούσε να στοιχειοθετήσει αγώγιμο δικαίωμα είσπραξης της αμοιβής του. (βλ. Τsouloftas Constructions Ltd κ.ά. v. Mylonas κ.ά. (2002) 1(Γ) Α.Α.Δ. 1514 και Σκουτέλας v. Αγαπίου (2003) 1(Α) Α.Α.Δ. 338.
Το ζήτημα που καλείται το Δικαστήριο ν' απαντήσει είναι η δυνατότητα που δόθηκε, με την εκκαλούμενη απόφαση, στον εφεσίβλητο να ανακτήσει το ποσό των Λ.Κ.7.055,00 που πλήρωσε στους εφεσείοντες. Το πρωτόδικο Δικαστήριο θεώρησε ότι τούτο πληρώθηκε, κατά λάθος, αφού η συμφωνία εργολαβίας, που κηρύχθηκε παράνομη δεν προνοούσε για πληρωμή από τον εργοδότη (εφεσίβλητο) Φ.Π.Α..
Είναι δοσμένη αρχή ότι χρήματα που καταβλήθηκαν βάσει μιας παράνομης σύμβασης δεν μπορούν ν' ανακτηθούν (βλ. Alam v. Τουμαζίδη (1998) 1(Β) Α.Α.Δ. 968.
Θεωρούμε ως λογική επέκταση της πιο πάνω αρχής, ότι δεν νοείται ο προσπορισμός οφέλους από οποιοδήποτε των συμβαλλομένων σε μια παράνομη συναλλαγή, όπως αναλύθηκε στην υπόθεση A.C. Antoniou Resort Ltd v. Eleonora Hotel Apartm. Ltd (2002) 1(B) Α.Α.Δ. 1321.
Περαιτέρω σε περίπτωση μιας παράνομης συμφωνίας τα μέρη δεν νομιμοποιούνται στη διεκδίκηση εκατέρωθεν απαιτήσεων βασιζομένων στη συμφωνία αυτή (βλ. Flecha Contracting Ltd v. M.C. Michael Dev. Ltd (2003) 1(A) Α.Α.Δ. 263.
Με γνώμονα τις πιο πάνω αρχές επανερχόμαστε στα γεγονότα της παρούσας υπόθεσης. Η συμφωνία που έχει συναφθεί μεταξύ των διαδίκων, ημερομηνίας 02/03/2001, κηρύχθηκε εξ υπαρχής άκυρη. Συνεπώς όλες οι εκατέρωθεν διεκδικήσεις θα πρέπει να εξεταστούν κάτω από αυτό το πρίσμα.
Ο εφεσίβλητος, σ' όλη τη διάρκεια της περιόδου ανέγερσης και παράδοσης της οικοδομής πλήρωνε, όπως παραδέχεται στην Υπεράσπιση και Ανταπαίτηση διάφορα ποσά στους εφεσείοντες. Το πληρωθέν ποσό ήταν μεγαλύτερο του συμφωνηθέντος, αφού υπήρχαν και επιπρόσθετες εργασίες και ποσό για Φ.Π.Α., αλλά, και εδώ έγκειται, κατά την άποψή μας το σημαντικό, το οποιοδήποτε ποσό πληρώθηκε, δόθηκε δυνάμει και με βάση τη συμφωνία εργολαβίας ημερομηνίας 02/03/2001.
Είναι παράδοξο να γίνεται επιλεκτική διεκδίκηση και να προσποριστεί όφελος ο ένας διάδικος από μια παράνομη συμφωνία.
Συνακόλουθα από τη στιγμή που θεωρούμε τη συναλλαγή, περιλαμβανομένων όλων των πληρωμών, ως ενιαία, δεν είναι δυνατό να γίνει η διαφοροποίηση που έκαμε ο πρωτόδικος Δικαστής. Η απομόνωση της πληρωμής του ποσού των Λ.Κ.7.055,00 από το σύνολο των ενεργειών των εμπλεκομένων στην παράνομη συναλλαγή, ήταν λάθος.
Η έφεση επιτρέπεται. Η εκδοθείσα απόφαση υπέρ του εφεσίβλητου και εναντίον του εφεσείοντα, στο πλαίσιο της ανταπαίτησης του πρώτου, παραμερίζεται, όπως και η αντίστοιχη διαταγή για τα έξοδα.
Ποσό €1.500 ως έξοδα επιδικάζονται υπέρ των εφεσειόντων και εναντίον του εφεσίβλητου.
Η έφεση επιτρέπεται με €1.500 έξοδα υπέρ των εφεσειόντων.